Υπόθεση C‑106/14

Fédération des entreprises du commerce et de la distribution (FCD)

και

Fédération des magasins de bricolage et de l’aménagement de la maison (FMB)

κατά

Ministre de l’Écologie, du Développement durable et de l’Énergie

[αίτηση του Conseil d’État (Γαλλία)

για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή — Περιβάλλον και προστασία της ανθρώπινης υγείας — Κανονισμός (ΕΚ) 1907/2006 (κανονισμός REACH) — Άρθρα 7, παράγραφος 2, και 33 — Υφιστάμενες σε αντικείμενα ουσίες που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία — Υποχρεώσεις κοινοποιήσεως και παροχής πληροφοριών — Υπολογισμός του ορίου του 0,1 % κατά βάρος»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 10ης Σεπτεμβρίου 2015

  1. Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Όρια – Εξέταση της συμβατότητας του εθνικού δικαίου με το δίκαιο της Ένωσης – Δεν εμπίπτει – Παροχή στο αιτούν δικαστήριο όλων των σχετικών με το δίκαιο της Ένωσης ερμηνευτικών στοιχείων – Εμπίπτει

    (Άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

  2. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχώριση και αξιολόγηση των χημικών προϊόντων και χορήγηση αδειών για αυτά – Κανονισμός REACH – Έγγραφο καθοδηγήσεως που έχει καταρτίσει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων (ECHA) – Δεσμευτικός χαρακτήρας – Δεν υφίσταται

    (Άρθρο 288 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 366/2011, άρθρο 77 § 2)

  3. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχώριση και αξιολόγηση των χημικών προϊόντων και χορήγηση αδειών για αυτά – Κανονισμός REACH – Αντικείμενα – Έννοια – Σύνθετο προϊόν αποτελούμενο από περισσότερα κατασκευασμένα στοιχεία – Εμπίπτει – Προϋποθέσεις

    (Κανονισμός 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 366/2011, άρθρο 3, σημείο 3· οδηγία 2006/12 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

  4. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχώριση και αξιολόγηση των χημικών προϊόντων και χορήγηση αδειών για αυτά – Κανονισμός REACH – Ουσίες που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία – Υποχρέωση κοινοποιήσεως – Περιεχόμενο

    (Κανονισμός 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 366/2011, άρθρα 3, σημείο 4, και 7 § 2)

  5. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχώριση και αξιολόγηση των χημικών προϊόντων και χορήγηση αδειών για αυτά – Κανονισμός REACH – Ουσίες που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία – Υποχρέωση κοινοποιήσεως – Παρουσία, σε συγκέντρωση άνω του 0,1 % κατά βάρος, ουσίας που προκαλεί πολύ μεγάλη ανησυχία – Υποχρέωση του παραγωγού ή του εισαγωγέα να προσδιορίσει την τιμή συγκεντρώσεως

    (Κανονισμός 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 366/2011, αιτιολογική σκέψη 130 και άρθρα 7 § 2, και 59 § 1)

  6. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχώριση και αξιολόγηση των χημικών προϊόντων και χορήγηση αδειών για αυτά – Κανονισμός REACH – Ουσίες που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία – Υποχρέωση παροχής πληροφοριών – Περιεχόμενο

    (Κανονισμός 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 366/2011, άρθρα 33 και 59 § 1)

  1.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψη 25)

  2.  Δεδομένης της βουλήσεως του νομοθέτη να αναθέσει, με το άρθρο 77, παράγραφος 2, του κανονισμού 1907/2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 366/2011, στη γραμματεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (ECHA), μεταξύ άλλων, καθήκον προς παροχή τεχνικών και επιστημονικών οδηγιών και εργαλείων, εφόσον είναι σκόπιμο για την εφαρμογή του κανονισμού αυτού, έγγραφο όπως το έγγραφο καθοδηγήσεως του ECHA δύναται να αποτελεί μέρος των στοιχείων που μπορούν να ληφθούν υπόψη προς τον σκοπό της ερμηνείας του εν λόγω κανονισμού. Εντούτοις, παρά τον επιστημονικό και τεχνικό χαρακτήρα των σχετικών με τις χημικές ουσίες πτυχών τις οποίες ρυθμίζει ο κανονισμός 1907/2006, έγγραφο αυτής της φύσεως δεν παύει να έχει αμιγώς επεξηγηματικό χαρακτήρα. Η ερμηνεία την οποία δίδει τέτοιο έγγραφο στις διατάξεις του κανονισμού αυτού δεν έχει χαρακτήρα κανόνα δικαίου. Πράγματι, το έγγραφο αυτό που έχει καταρτίσει ο ECHA δεν καταλέγεται στις νομικές πράξεις της Ένωσης που διαλαμβάνονται στο άρθρο 288 ΣΛΕΕ και δεν μπορεί να έχει νομικώς δεσμευτικό χαρακτήρα.

    (βλ. σκέψη 28)

  3.  Από τον ορισμό της έννοιας «αντικείμενο» κατά το άρθρο 3, σημείο 3, του κανονισμού 1907/2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 366/2011, προκύπτει ότι ο χαρακτηρισμός ενός πράγματος ως «αντικειμένου» κατά την έννοια του κανονισμού 1907/2006 στηρίζεται σε τρία στοιχεία. Πρώτον, η έννοια «αντικείμενο» αφορά μόνο πράγματα που έχουν υποστεί «διαδικασία παραγωγής». Επομένως, η έννοια αυτή αφορά μόνο τα κατασκευαζόμενα προϊόντα, σε αντίθεση με τα πράγματα που προϋπάρχουν στη φύση. Δεύτερον, η εν λόγω διαδικασία παραγωγής πρέπει να προσδίδει στο ανωτέρω πράγμα «ειδικό σχήμα, επιφάνεια ή σχεδιασμό», εξαιρουμένων άλλων τυχόν ιδιοτήτων, ιδίως φυσικών ή χημικών. Τρίτον, το εν λόγω σχήμα, επιφάνεια ή σχεδιασμός, που έχουν αποκτηθεί κατόπιν της διαδικασίας παραγωγής, πρέπει να καθορίζουν τη χρηστική λειτουργία του πράγματος σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι η χημική σύνθεσή του.

    Όσον αφορά ένα σύνθετο προϊόν, αποτελούμενο από περισσότερα κατασκευασμένα στοιχεία που πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 3, σημείο 3, του κανονισμού 1907/2006, διαπιστώνεται ότι ο εν λόγω κανονισμός δεν περιλαμβάνει καμία διάταξη που να ρυθμίζει ειδικώς την περίπτωση αυτή. Συναφώς, το ζήτημα αν ένα σύνθετο προϊόν μπορεί να χαρακτηρίζεται ως αντικείμενο συναρτάται αποκλειστικώς προς την επαλήθευση των προμνησθέντων κριτηρίων. Κατά συνέπεια, ο χαρακτηρισμός ως αντικείμενο εξακολουθεί να εφαρμόζεται σε κάθε πράγμα το οποίο ανταποκρίνεται στα κριτήρια του προαναφερθέντος άρθρου 3, σημείο 3, και ενσωματώνεται στη σύνθεση ενός σύνθετου προϊόντος, εκτός αν, κατόπιν της διαδικασίας παραγωγής, μεταβληθεί σε απόβλητο, κατά την έννοια της οδηγίας 2006/12, περί των στερεών αποβλήτων, ή απωλέσει το σχήμα, την επιφάνεια ή τον σχεδιασμό που καθορίζουν τη χρηστική λειτουργία του σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι η χημική σύνθεσή του.

    (βλ. σκέψεις 47-50, 53, 54)

  4.  Όσον αφορά την υποχρέωση κοινοποιήσεως των ουσιών που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία, όπως αυτή επιβάλλεται με το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1907/2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 366/2011, από τον συνδυασμό των άρθρων 3, σημείο 4, και 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1907/2006 προκύπτει ότι η υποχρέωση κοινοποιήσεως που βαρύνει τον παραγωγό αφορά μόνο τα αντικείμενα τα οποία παρασκευάζει ή συναρμολογεί ο ίδιος. Αντιθέτως, η εν λόγω υποχρέωση δεν εφαρμόζεται επί αντικειμένου το οποίο, μολονότι χρησιμοποιείται από τον παραγωγό ως ενσωματούμενο στοιχείο, έχει παρασκευαστεί από τρίτο.

    (βλ. σκέψεις 55, 57)

  5.  Στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1907/2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 366/2011, ο παραγωγός έχει την υποχρέωση να κοινοποιεί στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (ECHA) την παρουσία ουσιών που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία στο αντικείμενο το οποίο παρασκευάζει ή συναρμολογεί. Εφόσον, στη συνέχεια, το αντικείμενο αυτό χρησιμοποιείται εκ των υστέρων από δεύτερο παραγωγό ως ενσωματούμενο στοιχείο κατά την παρασκευή σύνθετου προϊόντος, ο δεύτερος αυτός παραγωγός δεν έχει την υποχρέωση να κοινοποιήσει, με τη σειρά του, στον ECHA την παρουσία της επίμαχης ουσίας στο εν λόγω αντικείμενο. Πράγματι, η κοινοποίηση αυτή θα αποτελούσε επανάληψη της κοινοποιήσεως στην οποία προέβη ο παραγωγός του ως άνω αντικειμένου. Μια τέτοια εκ του περισσού και άνευ χρησιμότητας υποχρέωση θα ήταν δυσχερώς συμβιβάσιμη με την αρχή της αναλογικότητας, της οποίας την τήρηση υπενθυμίζει πάντως η αιτιολογική σκέψη 130 του εν λόγω κανονισμού. Οι ανωτέρω εκτιμήσεις ισχύουν, mutatis mutandis, για την υποχρέωση κοινοποιήσεως την οποία υπέχουν οι εισαγωγείς δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1907/2006.

    Επομένως, για τους σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1907/2006, ο παραγωγός οφείλει να διευκρινίζει αν ορισμένη ουσία που προκαλεί πολύ μεγάλη ανησυχία, όπως έχει προσδιοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 59, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, υφίσταται σε συγκέντρωση άνω του 0,1 % κατά βάρος σε κάθε αντικείμενο το οποίο αυτός παράγει και ότι ο εισαγωγέας προϊόντος αποτελούμενου από περισσότερα αντικείμενα οφείλει να διευκρινίζει αν τέτοια ουσία υφίσταται σε συγκέντρωση άνω του 0,1 % κατά βάρος στο αντικείμενο αυτό.

    (βλ. σκέψεις 61-63, 83 και διατακτ.)

  6.  Το άρθρο 33 του κανονισμού 1907/2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 366/2011, έχει την έννοια ότι, για τους σκοπούς εφαρμογής της διατάξεως αυτής, ο προμηθευτής προϊόντος του οποίου ένα ή περισσότερα συστατικά αντικείμενα περιέχουν ουσία που προκαλεί πολύ μεγάλη ανησυχία σε συγκέντρωση άνω του 0,1 % κατά βάρος ανά αντικείμενο, όπως αυτή έχει προσδιοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 59, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, οφείλει να παρέχει στον αποδέκτη και, κατόπιν σχετικού αιτήματος, στον καταναλωτή πληροφορίες όσον αφορά την παρουσία της εν λόγω ουσίας, καθιστώντας τους γνωστό τουλάχιστον το όνομα της επίμαχης ουσίας.

    Πράγματι, δεν θα ήταν συμβατή με την προβλεπόμενη κατά το άρθρο 33 του κανονισμού 1907/2006 υποχρέωση η άποψη ότι η ενσωμάτωση αντικειμένου ως συστατικού σε σύνθετο προϊόν δύναται να ανακόψει τη μεταφορά της υποχρεώσεως παροχής πληροφοριών προς καθέναν από τους επόμενους συντελεστές της αλυσίδας εφοδιασμού, δεδομένου ότι η εν λόγω υποχρέωση έχει άμεση σχέση με την παρουσία, στο εν λόγω αντικείμενο, ουσίας που προκαλεί πολύ μεγάλη ανησυχία. Πάντως, η ουσιαστική εφαρμογή της προβλεπόμενης κατά το ανωτέρω άρθρο υποχρεώσεως παροχής πληροφοριών πρέπει να διασφαλίζεται καθ’ όλη την έκταση της αλυσίδας εφοδιασμού μέχρι τον τελικό καταναλωτή. Συνεπώς, η υποχρέωση παροχής πληροφοριών που βαρύνει τους φορείς που δραστηριοποιούνται διαδοχικά καθ’ όλη την έκταση της αλυσίδας εφοδιασμού έχει ως σκοπό την παρακολούθηση του αντικειμένου προς το οποίο συναρτάται η υποχρέωση αυτή έως την περιέλευσή του στον τελικό καταναλωτή.

    (βλ. σκέψεις 79, 80, 82, 83 και διατακτ.)