2.5.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 156/4


Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2016 [αίτηση του Audiencia Provincial de Barcelona (Ισπανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Safe Interenvios, SA κατά Liberbank, SA, Banco de Sabadell, SA, Banco Bilbao Vizcaya Argentaria, SA

(Υπόθεση C-235/14) (1)

((Προδικαστική παραπομπή - Πρόληψη της χρησιμοποιήσεως του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας - Οδηγία 2005/60/ΕΚ - Μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη - Οδηγία 2007/64/ΕΚ - Υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά))

(2016/C 156/05)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Audiencia Provincial de Barcelona

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Safe Interenvios, SA

κατά

Liberbank, SA, Banco de Sabadell, SA, Banco Bilbao Vizcaya Argentaria, SA

Διατακτικό

1)

Τα άρθρα 5, 7, 11, παράγραφος 1, και 13 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2010/78/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε εθνική κανονιστική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, η οποία, αφενός, επιτρέπει την εφαρμογή μέτρων συνήθους δέουσας επιμέλειας ως προς πελάτες οι οποίοι συνίστανται σε χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που τελούν υπό εποπτεία όσον αφορά τη συμμόρφωσή τους με τα μέτρα δέουσας επιμέλειας οσάκις υπάρχει υπόνοια νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας κατά την έννοια του άρθρου 7, στοιχείο γ', της οδηγίας αυτής, και, αφετέρου, επιβάλλει στα ιδρύματα, στους οργανισμούς και στα πρόσωπα που υπόκεινται στην εν λόγω οδηγία να εφαρμόζουν, βάσει δικής τους αξιολογήσεως του κινδύνου, αυξημένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη στις περιπτώσεις οι οποίες, εκ φύσεως, ενδέχεται να ενέχουν υψηλότερο κίνδυνο νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας κατά την έννοια του άρθρου 13, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγία, όπως είναι η μεταφορά κεφαλαίων.

Επιπλέον, ακόμη και όταν δεν υπάρχει τέτοια υπόνοια ή τέτοιος κίνδυνος, το άρθρο 5 της οδηγίας 2005/60, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2010/78, επιτρέπει στα κράτη μέλη να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ αυστηρότερες διατάξεις, εφόσον οι διατάξεις αυτές αποσκοπούν στην ενίσχυση της καταπολεμήσεως της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας.

2)

Η οδηγία 2005/60, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2010/78, έχει την έννοια ότι τα ιδρύματα, οι οργανισμοί και τα πρόσωπα που υπόκεινται στην οδηγία αυτή δεν μπορούν να θίξουν το καθήκον εποπτείας των ιδρυμάτων πληρωμών με το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 21 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2007, για τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ, 2005/60/ΕΚ καθώς και 2006/48/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 97/5/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2009/111, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, είναι επιφορτισμένες οι αρμόδιες αρχές και δεν μπορούν να υποκαθιστούν τις εν λόγω αρχές. Η οδηγία 2005/60, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2010/78, έχει την έννοια ότι, καίτοι πιστωτικό ίδρυμα μπορεί, στο πλαίσιο της υποχρεώσεως εποπτείας που υπέχει έναντι των πελατών του, να λαμβάνει υπόψη τα μέτρα δέουσας επιμέλειας που εφαρμόζονται από ίδρυμα πληρωμών έναντι των δικών του πελατών, όλα τα μέτρα δέουσας επιμέλειας που λαμβάνει πρέπει να προσαρμόζονται στον κίνδυνο νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας.

3)

Τα άρθρα 5 και 13 της οδηγίας 2005/60, όπως τροποποιήθηκαν με την οδηγία 2010/78, έχουν την έννοια ότι εθνική κανονιστική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία θεσπίστηκε κατ’ εφαρμογήν είτε του περιθωρίου εκτιμήσεως που το άρθρο 13 της οδηγίας αυτής καταλείπει στα κράτη μέλη είτε της αρμοδιότητας που διαλαμβάνεται στο άρθρο 5 της εν λόγω οδηγίας, πρέπει να είναι συμβατή προς το δίκαιο της Ένωσης, ιδίως δε προς τις θεμελιώδεις ελευθερίες τις οποίες εγγυώνται οι Συνθήκες. Καίτοι η ως άνω εθνική κανονιστική ρύθμιση που αποσκοπεί στην καταπολέμηση της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας επιδιώκει θεμιτό σκοπό δυνάμενο να δικαιολογήσει περιορισμό των θεμελιωδών ελευθεριών και μολονότι το γεγονός ότι προϋποθέτει ότι οι μεταφορές κεφαλαίων από ίδρυμα υποκείμενο στην εν λόγω οδηγία σε κράτη άλλα πλην αυτού στο οποίο είναι εγκατεστημένο ενέχουν πάντοτε υψηλότερο κίνδυνο νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας μπορεί να διασφαλίσει την επίτευξη του εν λόγω σκοπού, εντούτοις η εν λόγω εθνική κανονιστική ρύθμιση βαίνει πέραν του αναγκαίου προς επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού μέτρου, στον βαθμό που το τεκμήριο που προβλέπει εφαρμόζεται σε κάθε μεταφορά κεφαλαίων, χωρίς να προβλέπεται η δυνατότητα της αντικρούσεώς του για μεταφορές κεφαλαίων που δεν ενέχουν αντικειμενικώς τέτοιο κίνδυνο.


(1)  ΕΕ C 235 της 21.7.2014.