14.9.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 302/7


Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 16ης Ιουλίου 2015 [αιτήσεις του Bundesfinanzhof (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Beteiligungsgesellschaft Larentia + Minerva mbH & Co. KG κατά Finanzamt Nordenham (C-108/14) και Finanzamt Hamburg-Mitte κατά Marenave Schiffahrts AG (C-109/14)

(Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-108/14 και C-109/14) (1)

((Προδικαστική παραπομπή - ΦΠΑ - Έκτη οδηγία 77/388/ΕΟΚ - Άρθρο 17 - Δικαίωμα έκπτωσης - Αναλογική έκπτωση - ΦΠΑ που κατέβαλαν εταιρίες χαρτοφυλακίου για την άντληση κεφαλαίων που επένδυσαν σε θυγατρικές τους - Παροχές υπηρεσιών προς τις θυγατρικές - Θυγατρικές που έχουν συσταθεί με τη μορφή προσωπικών εταιριών - Άρθρο 4 - Σύσταση ομίλου προσώπων που μπορεί να θεωρηθεί ως ένα μόνον υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο - Προϋποθέσεις - Αναγκαία η ύπαρξη σχέσης εξάρτησης - Άμεσο αποτέλεσμα))

(2015/C 302/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesfinanzhof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Beteiligungsgesellschaft Larentia + Minerva mbH & Co. KG (C-108/14), Finanzamt Hamburg-Mitte (C-109/14)

κατά

Finanzamt Nordenham (C-108/14), Marenave Schiffahrts AG (C-109/14),

Διατακτικό

1)

Το άρθρο 17, παράγραφοι 2 και 5, της έκτης οδηγίας 77/388/EΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2006/69/ΕΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 2006, έχει την έννοια ότι:

οι δαπάνες στις οποίες υποβάλλεται μια εταιρία χαρτοφυλακίου για την απόκτηση συμμετοχών στο κεφάλαιο θυγατρικών της εταιριών, η οποία μετέχει στη διαχείριση των θυγατρικών αυτών και επομένως ασκεί οικονομική δραστηριότητα, πρέπει να θεωρούνται ως τμήμα των γενικών δαπανών της και ο φόρος προστιθέμενης αξίας που έχει καταβληθεί σε σχέση με τις δαπάνες αυτές πρέπει καταρχήν να εκπίπτει εξ ολοκλήρου, εκτός αν ορισμένες από τις οικονομικής φύσης πράξεις εκροών απαλλάσσονται από τον φόρο προστιθέμενης αξίας δυνάμει της έκτης οδηγίας 77/388, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2006/69, οπότε το δικαίωμα έκπτωσης θα μπορεί να ασκείται μόνο υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 17, παράγραφος 5, της οδηγίας αυτής,

οι δαπάνες στις οποίες υποβάλλεται μια εταιρία χαρτοφυλακίου για την απόκτηση συμμετοχών στο κεφάλαιο θυγατρικών της εταιριών, η οποία μετέχει στη διαχείριση ορισμένων μόνο από τις θυγατρικές της αυτές και η οποία, αντίθετα, δεν ασκεί οικονομική δραστηριότητα έναντι των λοιπών θυγατρικών της, πρέπει να θεωρούνται εν μέρει μόνο ως τμήμα των γενικών δαπανών της, οπότε ο φόρος προστιθέμενης αξίας που έχει καταβληθεί σε σχέση με τις δαπάνες αυτές μπορεί να εκπίπτει μόνο κατ’ αναλογία των δαπανών που αφορούν την οικονομική δραστηριότητα, σύμφωνα με κριτήρια που καθορίζονται από τα κράτη μέλη, τα οποία, κατά την άσκηση της ευχέρειάς τους αυτής, πρέπει να λαμβάνουν υπόψη —πράγμα που οφείλουν να εξακριβώνουν τα εθνικά δικαστήρια— τον σκοπό και την οικονομία της έκτης οδηγίας και να προβλέπουν, προς τούτο, έναν τρόπο υπολογισμού ο οποίος να αντανακλά αντικειμενικά το πραγματικό ποσό των δαπανών για τις εισροές που αναλογεί αφενός στην οικονομική και αφετέρου στη μη οικονομική δραστηριότητα.

2)

Το άρθρο 4, παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο, της έκτης οδηγίας 77/388, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2006/69, έχει την έννοια ότι απαγορεύει στα κράτη μέλη να προβλέπουν με τη νομοθεσία τους ότι η δυνατότητα σύστασης ομίλου προσώπων που μπορούν να θεωρούνται ως ένα μόνον υποκείμενο στον φόρο προστιθέμενης αξίας πρόσωπο, την οποία προβλέπει η εν λόγω διάταξη, ισχύει μόνο για τις οντότητες που έχουν νομική προσωπικότητα και τελούν σε σχέση εξάρτησης από τη δεσπόζουσα εταιρία του ομίλου αυτού, εκτός αν οι δύο αυτές απαιτήσεις συνιστούν πρόσφορα και απαραίτητα μέτρα για την επίτευξη του σκοπού της αποτροπής καταχρηστικών πρακτικών ή συμπεριφορών ή του σκοπού της καταστολής της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.

3)

Το άρθρο 4, παράγραφος 4, της έκτης οδηγίας 77/388, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2006/69, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει άμεσο αποτέλεσμα και ότι επιτρέπει στα υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα να το επικαλούνται έναντι του κράτους μέλους τους, όταν η νομοθεσία του κράτους μέλους αυτού δεν συνάδει προς τη διάταξη αυτή και δεν θα μπορούσε να ερμηνευθεί σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη.


(1)  ΕΕ C 159 της 26.5.2014.