24.8.2013 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 245/5 |
Αναίρεση που άσκησε στις 17 Ιουνίου 2013 η Peek & Cloppenburg KG κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) στις 18 Απριλίου 2013 στην υπόθεση T-507/11, Peek & Cloppenburg KG κατά ΓΕΕΑ
(Υπόθεση C-326/13 P)
2013/C 245/08
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Διάδικοι
Αναιρεσείουσα: Peek & Cloppenburg KG (Ντύσσελντορφ, Γερμανία) (εκπρόσωπος: P. Lange, Rechtsanwalt)
Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), Peek & Cloppenburg KG (Αμβούργο, Γερμανία)
Αιτήματα της αναιρεσείουσας
Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
— |
να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 18ης Απριλίου 2013 στην υπόθεση T-507/11· |
— |
να ακυρώσει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 28ης Φεβρουαρίου 2011 στην υπόθεση R 262/2005-1· |
— |
να καταδικάσει το ΓΕΕΑ και την Peek & Cloppenburg KG (Αμβούργο) στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα
Η αναιρεσείουσα προβάλλει παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 207/2009 (1) λόγω εσφαλμένης ερμηνείας της φράσεως «το εν λόγω σημείο παρέχει στον δικαιούχο του το δικαίωμα να απαγορεύσει τη χρήση πλέον πρόσφατου σήματος».
Σε αντίθεση με την κρίση του Γενικού Δικαστηρίου, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η μόνη απαίτηση που θέτει η ως άνω διάταξη είναι το προβαλλόμενο σε σχέση με το σημείο δικαίωμα να μην έχει απλώς τοπική ισχύ. Η επίμαχη φράση έχει την έννοια ότι περιορίζει περαιτέρω τον κύκλο των δυνάμενων να αντιταχθούν στο πλαίσιο ανακοπής σημείων που δεν έχουν μόνον τοπική ισχύ. Κατά την ερμηνεία αυτή, το επίμαχο εθνικό δικαίωμα πρέπει να παρέχει στον δικαιούχο την εξουσία να απαγορεύει τη χρήση πιο πρόσφατου σήματος σε ολόκληρο το έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο το δικαίωμα αυτό έχει γεννηθεί.
Υπέρ της απόψεως αυτής συνηγορεί το περιεχόμενο της διαδικασίας ανακοπής κατά αιτήσεως καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος, η ρύθμιση των άρθρων 110 και 111 του κανονισμού 207/2009 καθώς και η ερμηνεία της πανομοιότυπης με το άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 207/2009 προϋποθέσεως του άρθρου 4, παράγραφος 4, στοιχείο β', της οδηγίας 2008/95/ΕΚ (2).
Ο Γερμανός νομοθέτης, κατ’ ορθή ερμηνεία, μετέφερε το άρθρο 4, παράγραφος 4, στοιχείο β', της οδηγίας 2008/95/ΕΚ στην εσωτερική έννομη τάξη υπό την έννοια ότι το επίμαχο δικαίωμα πρέπει να παρέχει στον δικαιούχο την εξουσία να απαγορεύει τη χρήση πιο πρόσφατου σήματος σε ολόκληρο το έδαφος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Η ερμηνεία της φράσεως «το εν λόγω σημείο παρέχει στον δικαιούχο του το δικαίωμα να απαγορεύσει τη χρήση πλέον πρόσφατου σήματος» έχει καθοριστική σημασία για την επίλυση της διαφοράς.
Επικουρικώς, η αναιρεσείουσα προβάλλει παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 207/209 λόγω εσφαλμένης ερμηνείας από το Γενικό Δικαστήριο της φράσεως «το οποίο δεν έχει μόνον τοπική ισχύ». Συναφώς, η αναιρεσείουσα στηρίζεται στο περιεχόμενο της διαδικασίας ανακοπής και στον σκοπό του περιορισμού των δυνάμενων να αντιταχθούν στο πλαίσιο ανακοπής εθνικών σημείων, στον συσχετισμό με τη ρύθμιση των άρθρων 110 και 111 του κανονισμού 207/2009 καθώς και στη ρύθμιση του άρθρου 4, παράγραφος 4, στοιχείο β', της οδηγίας 2008/95/ΕΚ.
(1) Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009 για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1).
(2) Οδηγία 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 299, σ. 25).