Υπόθεση C‑580/13

Coty Germany GmbH

κατά

Stadtsparkasse Magdeburg

(αίτηση του Bundesgerichtshof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή — Πνευματική και βιομηχανική ιδιοκτησία — Οδηγία 2004/48/ΕΚ — Άρθρο 8, παράγραφος 3, στοιχείο εʹ — Πώληση εμπορευμάτων απομιμήσεως/παραποιήσεως — Δικαίωμα ενημερώσεως στο πλαίσιο αγωγής αφορώσας προσβολή του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας — Κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους η οποία παρέχει τη δυνατότητα στα τραπεζικά ιδρύματα να αρνούνται να απαντήσουν σε αίτημα παροχής πληροφοριών σχετικών με τραπεζικό λογαριασμό (τραπεζικό απόρρητο)»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 16ης Ιουλίου 2015

  1. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Σεβασμός των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας – Οδηγία 2004/48 – Υποχρέωση των κρατών μελών να εξασφαλίζουν, κατά τη μεταφορά των οδηγιών στην εθνική έννομη, δίκαιη ισορροπία μεταξύ των διαφόρων θεμελιωδών δικαιωμάτων που προστατεύονται από την έννομη τάξη της Ένωσης – Υποχρέωση των εθνικών αρχών να μη στηρίζονται σε ερμηνεία των οδηγιών αυτών που θα μπορούσε να έλθει σε σύγκρουση με τα εν λόγω θεμελιώδη δικαιώματα ή με τις λοιπές γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης

    (Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 52 § 1· οδηγία 2004/48 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

  2. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Σεβασμός των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας – Οδηγία 2004/48 – Δικαίωμα ενημερώσεως στο πλαίσιο αγωγής αφορώσας προσβολή του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας – Εθνική διάταξη παρέχουσα, απεριόριστα και ανεπιφύλακτα, σε τραπεζικά ιδρύματα τη δυνατότητα επικλήσεως του τραπεζικού απορρήτου να αρνούνται να παρέχουν, στο πλαίσιο τέτοιας αγωγής, πληροφορίες σχετικές με το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου τραπεζικού λογαριασμού – Δεν επιτρέπεται – Εξακρίβωση από το εθνικό δικαστήριο της υπάρξεως, στο οικείο εσωτερικό δίκαιο, άλλων τρόπων ή άλλων μέσων ένδικης προστασίας που να παρέχουν τη δυνατότητα στις αρμόδιες δικαστικές αρχές να διατάξουν την παροχή των αναγκαίων πληροφοριών

    (Οδηγία 2004/48 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 17 και άρθρο 8 §§ 1 και 3, στοιχείο εʹ)

  1.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 33, 34)

  2.  Το άρθρο 8, παράγραφος 3, στοιχείο εʹ, της οδηγίας 2004/48, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην εφαρμογή εθνικής διατάξεως που παρέχει χωρίς περιορισμούς και ανεπιφύλακτα σε τραπεζικό ίδρυμα τη δυνατότητα να επικαλεστεί το τραπεζικό απόρρητο για να αρνηθεί να παράσχει, στο πλαίσιο του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας αυτής, πληροφορίες σχετικές με το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου τραπεζικού λογαριασμού.

    Πράγματι, ενδεχόμενο αποτέλεσμα της ως άνω απεριόριστης και ανεπιφύλακτης δυνατότητας επικλήσεως του τραπεζικού απορρήτου είναι να αποκλείεται στο πλαίσιο των διαδικασιών που προβλέπει η οδηγία 2004/48 και των μέτρων που λαμβάνουν οι αρμόδιες εθνικές αρχές, ιδίως όταν αυτές επιθυμούν να διατάξουν τη γνωστοποίηση των αναγκαίων πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 8, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, η δυνατότητα να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά κάθε δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας και, όπου απαιτείται, ο εσκεμμένος ή μη εσκεμμένος χαρακτήρας της προσβολής. Ως εκ τούτου, μια τέτοια δυνατότητα είναι ικανή να οδηγήσει σε κατάφωρη προσβολή, στο πλαίσιο του άρθρου 8 της οδηγίας 2004/48, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, της αποτελεσματικής ασκήσεως του θεμελιώδους δικαιώματος της διανοητικής ιδιοκτησίας, τούτο δε υπέρ του δικαιώματος των προσώπων περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/48 να απολαύουν προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν, μέσω της επιβολής σε τραπεζικό ίδρυμα της υποχρεώσεως τηρήσεως του τραπεζικού απορρήτου. Μια τέτοια εθνική διάταξη, εξεταζόμενη χωριστά, είναι ικανή να οδηγήσει σε κατάφωρη προσβολή του θεμελιώδους δικαιώματος αποτελεσματικής ένδικης προστασίας και, σε τελική ανάλυση, του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, το οποίο έχουν οι ενδιαφερόμενοι δικαιούχοι, και, επομένως, δεν είναι σύμφωνη προς την απαίτηση εξασφαλίσεως δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των διαφόρων θεμελιωδών δικαιωμάτων τα οποία σταθμίζονται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2004/48.

    Εναπόκειται ωστόσο στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει την ύπαρξη, ενδεχομένως, στο εσωτερικό δίκαιο, άλλων τρόπων ή μέσων ένδικης προστασίας που να παρέχουν στις αρμόδιες δικαστικές αρχές τη δυνατότητα να διατάξουν την παροχή των αναγκαίων πληροφοριών περί της ταυτότητας των προσώπων που υπάγονται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/48 σε συνάρτηση με τα ειδικά χαρακτηριστικά κάθε περιπτώσεως, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 17 αυτής.

    (βλ. σκέψεις 39-43 και διατακτ.)