ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ (πέμπτο τμήμα)

της 9ης Οκτωβρίου 2014 ( *1 )

«Φορολογία — Οδηγία 2008/7/ΕΚ — Άρθρα 5, παράγραφος 2, και 6 — Έμμεσοι φόροι επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων — Φόρος επί της μετατροπής των τίτλων στον κομιστή σε ονομαστικούς ή σε άυλους τίτλους»

Στην υπόθεση C‑299/13,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Grondwettelijk Hof (Βέλγιο), με απόφαση της 16ης Μαΐου 2013, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 30 Μαΐου 2013, στο πλαίσιο της δίκης

Isabelle Gielen

κατά

Ministerraad,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους T. von Danwitz, πρόεδρο τμήματος, C. Vajda, A. Rosas, E. Juhász και D. Šváby (εισηγητή), δικαστές,

γενική εισαγγελέας: J. Kokott

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η I. Gielen, εκπροσωπούμενη από τον P. Malherbe, avocat,

η Βελγική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την M. Jacobs και τον J.‑C. Halleux,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους R. Lyal και W. Roels,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 5, παράγραφος 2, και 6 της οδηγίας 2008/7/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, περί των έμμεσων φόρων των επιβαλλόμενων επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων (ΕΕ L 46, σ. 11).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της I. Gielen και του Ministerraad (Υπουργικού Συμβουλίου) όσον αφορά τον φόρο επί της μετατροπής τίτλων στον κομιστή σε ονομαστικούς ή σε άυλους τίτλους.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

3

Οι αιτιολογικές σκέψεις 2 και 9 της οδηγίας 2008/7 ορίζουν τα εξής:

«(2)

Οι έμμεσοι φόροι που επιβάλλονται επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων, ήτοι ο φόρος εισφοράς (ο φόρος που επιβάλλεται επί των εισφορών κεφαλαίου σε εταιρίες και επιχειρήσεις), ο φόρος χαρτοσήμου επί των τίτλων, και ο φόρος επί των πράξεων αναδιάρθρωσης, ανεξαρτήτως του εάν οι εν λόγω πράξεις συνεπάγονται ή όχι αύξηση κεφαλαίου, δημιουργούν διακρίσεις, διπλή φορολόγηση και ανισότητες, οι οποίες παρακωλύουν την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων. Το ίδιο ισχύει για άλλους έμμεσους φόρους που έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με το φόρο εισφοράς ή το φόρο χαρτοσήμου επί των τίτλων.

[…]

(9)

Εκτός από το φόρο εισφοράς, δεν θα πρέπει να επιβάλλονται άλλοι έμμεσοι φόροι επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων. […]»

4

Κατά το άρθρο 1 της οδηγίας αυτής:

«Η παρούσα οδηγία ρυθμίζει την επιβολή έμμεσων φόρων σε σχέση με τα ακόλουθα:

α)

εισφορές κεφαλαίου σε κεφαλαιουχικές εταιρίες·

β)

πράξεις αναδιάρθρωσης που αφορούν κεφαλαιουχικές εταιρίες·

γ)

το ζήτημα ορισμένων τίτλων και ομολογιών.»

5

Το άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας απαριθμεί σειρά πράξεων που θεωρούνται ως εισφορές κεφαλαίου για τους σκοπούς της οδηγίας αυτής.

6

Το άρθρο 5 της οδηγίας 2008/7, το οποίο φέρει τον τίτλο «Πράξεις οι οποίες δεν υπόκεινται σε έμμεσο φόρο», ορίζει τα εξής:

«1.   Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν στις κεφαλαιουχικές εταιρίες έμμεσο φόρο οποιασδήποτε μορφής για τις ακόλουθες πράξεις:

α)

εισφορές κεφαλαίου·

β)

δάνεια ή παροχή υπηρεσιών που λαμβάνουν χώρα ως μέρος των εισφορών κεφαλαίου·

γ)

καταχώριση ή οποιαδήποτε άλλη διατύπωση η οποία απαιτείται πριν από την έναρξη δραστηριοτήτων στην οποία μια κεφαλαιουχική εταιρία μπορεί να υπόκειται λόγω της νομικής της μορφής·

δ)

μεταβολή της συστατικής πράξης ή του καταστατικού μιας κεφαλαιουχικής εταιρίας και ιδίως των ακολούθων:

i)

μετατροπή μιας κεφαλαιουχικής εταιρίας σε κεφαλαιουχική εταιρεία άλλου τύπου·

ii)

μεταφορά από ένα κράτος μέλος σε άλλο κράτος μέλος της πραγματικής ή της καταστατικής έδρας μιας κεφαλαιουχικής εταιρίας·

iii)

μεταβολή του εταιρικού σκοπού μιας κεφαλαιουχικής εταιρίας·

iv)

παράταση της διάρκειας μιας κεφαλαιουχικής εταιρίας·

ε)

οι πράξεις αναδιάρθρωσης που αναφέρονται στο άρθρο 4.

2.   Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν οποιαδήποτε μορφή έμμεσου φόρου στις ακόλουθες πράξεις:

α)

στη δημιουργία, έκδοση, εισαγωγή στο χρηματιστήριο ή θέση σε κυκλοφορία ή διαπραγμάτευση μετοχών, μεριδίων ή άλλων τίτλων ιδίας φύσεως καθώς και στα πιστοποιητικά των τίτλων αυτών, όποιος και αν είναι ο εκδότης τους·

β)

στα δάνεια, συμπεριλαμβανομένων των παγίων δανείων, τα οποία συνάπτονται υπό μορφή εκδόσεως ομολογιών ή άλλων διαπραγματεύσιμων τίτλων, όποιος και αν είναι ο εκδότης τους και σε όλες τις σχετικές διατυπώσεις, όπως η δημιουργία, έκδοση, εισαγωγή στο χρηματιστήριο, κυκλοφορία ή διαπραγμάτευση αυτών των ομολογιών ή άλλων διαπραγματεύσιμων τίτλων.»

7

Το άρθρο 6 της οδηγίας αυτής, το οποίο φέρει τον τίτλο «Φόροι και φόρος προστιθέμενης αξίας», προβλέπει τα εξής:

«1.   Παρά το άρθρο 5, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν τους ακόλουθους φόρους και τέλη:

α)

φόρους μεταβίβασης επί κινητών αξιών που εισπράττονται κατ’ αποκοπή ή όχι·

β)

φόρους μεταβίβασης, συμπεριλαμβανομένων των φόρων δημοσιότητας επί ακινήτων, επί της εισφοράς σε κεφαλαιουχική εταιρία δραστηριοτήτων ή ακινήτων που βρίσκονται στην επικράτειά τους·

γ)

φόρους μεταβίβασης επί των περιουσιακών στοιχείων οιασδήποτε μορφής τα οποία αποτελούν αντικείμενο εισφοράς σε κεφαλαιουχική εταιρία, στο μέτρο που το αντάλλαγμα της μεταβίβασης των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων είναι διαφορετικό από τη χορήγηση εταιρικών μεριδίων·

δ)

φόρους οι οποίοι επιβάλλονται επί της σύστασης, της εγγραφής ή της άρσης των προνομίων και των υποθηκών·

ε)

φόρους οι οποίοι έχουν ανταποδοτικό χαρακτήρα·

στ)

φόρο προστιθεμένης αξίας.

2.   Το ποσό που επιβάλλεται υπό τη μορφή των φόρων και τελών που αναφέρονται στα στοιχεία βʹ έως εʹ της παραγράφου 1 δεν μεταβάλλεται αναλόγως, εάν η πραγματική ή η καταστατική έδρα της κεφαλαιουχικής εταιρίας βρίσκονται στην επικράτεια του κράτους μέλους το οποίο επιβάλλει τους φόρους ή τα τέλη. Τα εν λόγω ποσά δεν μπορούν να υπερβαίνουν τα ποσά των φόρων και τελών που επιβάλλονται σε παρόμοιες πράξεις που λαμβάνουν χώρα εντός του κράτους μέλους το οποίο τους επιβάλλει.»

8

Η οδηγία 2008/7, σύμφωνα με τα άρθρα της 16 και 17, κατάργησε και αντικατέστησε, από 1ης Ιανουαρίου 2009, την οδηγία 69/335/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 1969, περί των εμμέσων φόρων των επιβαλλομένων επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων (EE ειδ. έκδ. 09/001, σ. 20), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 85/303/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 1985 (EE L 156, σ. 23, στο εξής: οδηγία 69/335). Οι διατάξεις των άρθρων 5, παράγραφος 2, και 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/7 επαναλαμβάνουν, κατ’ ουσίαν, το περιεχόμενο των άρθρων 11 και 12, παράγραφος 1, της οδηγίας 69/335.

Το βελγικό δίκαιο

9

Τα άρθρα 3 έως 5 και 7 του νόμου της 14ης Δεκεμβρίου 2005, περί καταργήσεως των τίτλων στον κομιστή (Belgisch Staatsblad, 23 Δεκεμβρίου 2005, σ. 55488, και της 6ης Φεβρουαρίου 2006, σ. 6111) προβλέπουν, κατ’ ουσίαν, απαγόρευση εκδόσεως και υλικής παραδόσεως νέων τίτλων στον κομιστή, από 1ης Ιανουαρίου 2008, αυτοδίκαιη μετατροπή ορισμένων τίτλων στον κομιστή σε άυλους τίτλους και υποχρέωση μετατροπής των λοιπών τίτλων στον κομιστή, κατ’ επιλογήν του δικαιούχου τους, σε ονομαστικούς ή σε άυλους τίτλους, το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2013. Η σταδιακή κατάργηση των αξιογράφων στον κομιστή εντάσσεται στο πλαίσιο της καταπολεμήσεως των καταχρήσεων, του οικονομικού εγκλήματος, της χρηματοδοτήσεως της τρομοκρατίας, των πρακτικών νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της φοροδιαφυγής.

10

Κατά το άρθρο 167 του κώδικα διαφόρων τελών και επιβαρύνσεων (στο εξής: κώδικας), το οποίο προστέθηκε με τον νόμο της 28ης Δεκεμβρίου 2011, περί διαφόρων διατάξεων (Belgisch Staatsblad, 30 Δεκεμβρίου 2011, σ. 81644):

«Θεσπίζεται φόρος επί της μετατροπής των τίτλων στον κομιστή σε άυλους ή σε ονομαστικούς τίτλους, σύμφωνα με τον νόμο της 14ης Δεκεμβρίου 2005, για την κατάργηση των τίτλων στον κομιστή, εξαιρουμένων των τίτλων τους οποίους αφορά το άρθρο 2, εδάφιο 1, σημείο 1°, του προμνησθέντος νόμου της 14ης Δεκεμβρίου 2005, οι οποίοι λήγουν πριν την 1η Ιανουαρίου 2014.»

11

Το άρθρο 168 του κώδικα προβλέπει τα εξής:

«Ο συντελεστής του φόρου ορίζεται ως εξής:

1 % εφόσον η μετατροπή διεξάγεται εντός του 2012·

2 % εφόσον η μετατροπή διεξάγεται εντός του 2013.»

12

Το άρθρο 169 του κώδικα έχει ως εξής:

«Ο φόρος υπολογίζεται κατά την ημερομηνία καταθέσεως:

a)

για τις κινητές αξίες που έχουν γίνει δεκτές στη ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ένα πολυμερές σύστημα διαπραγματεύσεως, επί της τελευταίας τιμής που επιτεύχθηκε πριν την ημερομηνία καταθέσεως·

b)

για τα χρεόγραφα που δεν έχουν γίνει δεκτά στη ρυθμιζόμενη αγορά, επί του ονομαστικού ποσού του κεφαλαίου της οφειλής·

c)

για τα μερίδια των οργανισμών επενδύσεων με μεταβλητό αριθμό μεριδίων, επί της τελευταίας τιμής απογραφής, υπολογιζόμενης πριν την ημερομηνία της καταθέσεως·

d)

στις άλλες περιπτώσεις, επί της λογιστικής αξίας, μη συνυπολογιζομένων των τόκων, των τίτλων κατά την ημερομηνία καταθέσεως, η οποία πρέπει να εκτιμάται από το πρόσωπο που προβαίνει στην μετατροπή των τίτλων.

Όταν η αξία των προς μετατροπή τίτλων εκφράζεται σε αλλοδαπό νόμισμα, μετατρέπεται σε ευρώ βάσει της τιμής πωλήσεως του συναλλάγματος κατά την ημερομηνία καταθέσεως.»

13

Το άρθρο 170 του κώδικα ορίζει τα εξής:

«Ο φόρος καταβάλλεται:

από τους επαγγελματίες μεσάζοντες, όταν οι τίτλοι στον κομιστή έχουν εγγραφεί σε ένα λογαριασμό τίτλων, κατόπιν της καταθέσεώς τους από τον δικαιούχο·

από τις εκδότριες εταιρίες, όταν οι τίτλοι κατατίθενται προς μετατροπή τους σε ονομαστικούς τίτλους.»

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

14

Η I. Gielen έχει, μαζί με τα δύο τέκνα της, συγκυριότητα επί τίτλων στον κομιστή εκδοθέντων από δύο ανώνυμες εταιρίες που εδρεύουν στο Βέλγιο. Στις 21 Δεκεμβρίου 2011, τους μετέτρεψε σε ονομαστικούς τίτλους, σύμφωνα με τον νόμο της 14ης Δεκεμβρίου 2005, για την κατάργηση των τίτλων στον κομιστή, αλλά η μετατροπή αυτή δεν ήταν δυνατό να γίνει πριν την έναρξη ισχύος, την 1η Ιανουαρίου 2012, του φόρου επί των τίτλων στον κομιστή, ο οποίος θεσπίσθηκε με τον νόμο της 28ης Δεκεμβρίου 2011, περί διαφόρων διατάξεων.

15

Η I. Gielen άσκησε ενώπιον του Grondwettelijk Hof προσφυγή περί ακυρώσεως των διατάξεων που θεσπίζουν τον φόρο αυτό, λόγω παραβάσεως, μεταξύ άλλων, του άρθρου 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/7. Εκτιμά ότι, δεδομένου ότι η μετατροπή των τίτλων στον κομιστή είναι υποχρεωτική, περιλαμβάνεται μεταξύ των «συνολικών πράξεων» συγκεντρώσεως κεφαλαίων και δεν είναι δυνατόν, ως εκ τούτου, να υποβληθεί σε κανένα έμμεσο φόρο.

16

Η Βελγική Κυβέρνηση είναι της γνώμης ότι ο φόρος δεν έχει ως σκοπό να πλήττει τις οικειοθελείς οικονομικές ή χρηματοπιστωτικές πράξεις που αφορούν μετοχές ή δάνεια, αλλά να ενθαρρύνει τις εταιρίες να λαμβάνουν υπόψη τους μια προγενέστερη διάταξη κατά των καταχρήσεων. Συνεπώς, ο φόρος αυτός δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/7, το οποίο αφορά, κατά την κυβέρνηση αυτή, τις πράξεις που διενεργούνται στην πρωτογενή αγορά. Εκτιμά ότι η οδηγία αυτή αφορά την έκδοση ή τη θέση σε κυκλοφορία νέων τίτλων και όχι τη μετατροπή τους. Η πράξη μετατροπής την οποία αφορά ο νόμος της 14ης Δεκεμβρίου 2005, για την κατάργηση των τίτλων στον κομιστή, δεν διενεργείται στην πρωτογενή ούτε στη δευτερογενή αγορά και δεν συνδέεται με τη συγκέντρωση κεφαλαίων.

17

Υπό το πρίσμα της νομολογίας του Δικαστηρίου και, ιδίως, των αποφάσεων FECSA και ACESA (C‑31/97 και C‑32/97, EU:C:1998:508), καθώς και Επιτροπή κατά Βελγίου (C‑415/02, EU:C:2004:450), το Grondwettelijk Hof διερωτάται αν, λαμβανομένης υπόψη της υποχρεώσεως μετατροπής, το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2013, των τίτλων στον κομιστή, ο φόρος πρέπει να χαρακτηρισθεί ως έμμεσος φόρος, υπό την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/7.

18

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Grondwettelijk Hof αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Έχει το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/7 την έννοια ότι δεν επιτρέπει τη φορολόγηση της απαιτούμενης από τον νόμο μετατροπής τίτλων στον κομιστή σε ονομαστικούς ή σε άυλους τίτλους και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, είναι δυνατό να δικαιολογηθεί ένας τέτοιος φόρος βάσει του άρθρου 6 της [οδηγίας αυτής];»

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

19

Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινισθεί αν το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/7 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην επιβολή φόρου επί της μετατροπής τίτλων στον κομιστή σε ονομαστικούς ή σε άυλους τίτλους, όπως η επίμαχη μετατροπή στην υπόθεση της κύριας δίκης, και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, αν ένας τέτοιος φόρος είναι δυνατό να δικαιολογηθεί βάσει του άρθρου 6 της εν λόγω οδηγίας.

20

Υπενθυμίζεται, κατ’ αρχάς, ότι, όπως προκύπτει από το προοίμιο της οδηγίας 69/335, την οποία αντικατέστησε η οδηγία 2008/7 από 1ης Ιανουαρίου 2009, η οδηγία αυτή σκοπεί στην προώθηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων, η οποία θεωρείται ουσιώδης για τη δημιουργία οικονομικής ενώσεως με χαρακτηριστικά γνωρίσματα ανάλογα εκείνων μιας εσωτερικής αγοράς. Η επιδίωξη του σκοπού αυτού προϋποθέτει, όσον αφορά τη φορολόγηση των συγκεντρώσεων κεφαλαίων, την κατάργηση των εμμέσων φόρων οι οποίοι ίσχυαν έως τότε εντός των κρατών μελών και την εφαρμογή, αντ’ αυτών, φόρου επιβαλλόμενου άπαξ εντός της κοινής αγοράς και ιδίου ύψους εντός όλων των κρατών μελών (βλ. απόφαση HSBC Holdings και Vidacos Nominees, C‑569/07, EU:C:2009:594, σκέψη 28).

21

Προς τούτο, το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/7 απαγορεύει τους έμμεσους φόρους οποιασδήποτε μορφής επί των εισφορών κεφαλαίου. Επιπλέον, το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ και βʹ, της εν λόγω οδηγίας απαγορεύει στα κράτη μέλη να επιβάλλουν οποιαδήποτε μορφή έμμεσου φόρου, αφενός, στη δημιουργία, έκδοση, εισαγωγή στο Χρηματιστήριο, θέση σε κυκλοφορία ή διαπραγμάτευση μετοχών, μεριδίων ή άλλων τίτλων ίδιας φύσεως, καθώς και στα πιστοποιητικά των τίτλων αυτών, όποιος και αν είναι ο εκδότης τους, και, αφετέρου, μεταξύ άλλων, στα δάνεια, συμπεριλαμβανομένων των παγίων δανείων, τα οποία συνάπτονται υπό μορφή εκδόσεως ομολογιών ή άλλων διαπραγματεύσιμων τίτλων, όποιος και αν είναι ο εκδότης τους, και σε όλες τις σχετικές διατυπώσεις.

22

Όσον αφορά το άρθρο 11, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 69/335, το οποίο επαναλαμβάνεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2008/7, το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει, στην απόφασή του FECSA και ACESA (EU:C:1998:508, σκέψη 18), ότι, μολονότι η διάταξη αυτή δεν αναφέρει ρητώς την εξόφληση ενός ομολογιακού δανείου, ωστόσο, αν απαγορευθεί η επιβολή φόρου κατά την έκδοση ενός ομολογιακού δανείου αλλά επιτραπεί κατά την εξόφληση ενός τέτοιου δανείου, τούτο θα έχει ως συνέπεια, αντιθέτως προς τον επιδιωκόμενο με την οδηγία σκοπό, τη φορολόγηση του δανείου ως συνολικής πράξεως για τη συγκέντρωση κεφαλαίων.

23

Ομοίως, στην απόφαση Επιτροπή κατά Βελγίου (EU:C:2004:450, σκέψη 32), το Δικαστήριο έκρινε ότι, μολονότι στο άρθρο 11, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 69/335, του οποίου το γράμμα ταυτίζεται με το γράμμα του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7, δεν γίνεται ρητή μνεία της πρώτης αποκτήσεως μετοχών, ή της παραδόσεως τίτλων στον κομιστή, γεγονός παραμένει ότι, αν επιτραπεί η επιβολή φόρου επί της πρώτης αποκτήσεως νεοεκδοθέντος τίτλου ή φόρου επί των παραδόσεων τίτλου στον κομιστή ο οποίος πλήττει την υλική παράδοση τέτοιων τίτλων που διενεργείται στο πλαίσιο της εκδόσεώς τους, τούτο αποτελεί στην πραγματικότητα αναπόσπαστο τμήμα συνολικής πράξεως από πλευράς της συγκεντρώσεως κεφαλαίων.

24

Ως εκ τούτου, από τη νομολογία του Δικαστηρίου η οποία αφορά τις διατάξεις του άρθρου 11 της οδηγίας 69/335, και ιδίως από τις αποφάσεις FECSA και ACESA (EU:C:1998:508) και Επιτροπή κατά Βελγίου (EU:C:2004:450), προκύπτει ότι, σύμφωνα με τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας, η απαγόρευση φορολογήσεως των πράξεων συγκεντρώσεως κεφαλαίων έχει εφαρμογή και στις πράξεις συγκεντρώσεως κεφαλαίων στις οποίες δεν αναφέρεται ρητώς η απαγόρευση αυτή, δεδομένου ότι μια τέτοια φορολόγηση συνιστά εν τέλει φορολόγηση πράξεως η οποία αποτελεί στην πραγματικότητα αναπόσπαστο τμήμα συνολικής πράξεως από πλευράς της συγκεντρώσεως κεφαλαίων. Η ερμηνεία αυτή μπορεί να εφαρμοσθεί και ως προς το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/7, του οποίου το γράμμα ταυτίζεται με το γράμμα του άρθρου 11 της οδηγίας 69/335.

25

Εν προκειμένω, μολονότι είναι αληθές, όπως υποστηρίζει η Βελγική Κυβέρνηση, ότι στο άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7 δεν γίνεται ρητή μνεία της μετατροπής μετοχών, γεγονός παραμένει ότι η μετατροπή των μετοχών στον κομιστή σε άυλους ή σε ονοματικούς τίτλους, η οποία κατέστη υποχρεωτική με τον νόμο της 14ης Δεκεμβρίου 2005, για την κατάργηση των τίτλων στον κομιστή, εμπίπτει στην έκδοση μετοχών, υπό την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7.

26

Συνεπώς, επιβάλλοντας φόρο επί της εν λόγω μετατροπής, τελικώς το άρθρο 167 του κώδικα φορολογεί στην πραγματικότητα την ίδια την έκδοση του τίτλου αυτού, καθόσον η έκδοση αυτή αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα συνολικής πράξεως από πλευράς της συγκεντρώσεως κεφαλαίων, διακυβεύοντας ως εκ τούτου την πρακτική αποτελεσματικότητα του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας (βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις FECSA και ACESA, EU:C:1998:508, σκέψεις 18 και 19, καθώς και Επιτροπή κατά Βελγίου, EU:C:2004:450, σκέψεις 32 και 33).

27

Συνεπώς, το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/7 έχει την έννοια ότι η απαγόρευση των εμμέσων φόρων οποιασδήποτε μορφής επί της εκδόσεως μετοχών αντιτίθεται σε φόρο επί της μετατροπής ήδη εκδοθέντων μετοχών στον κομιστή σε άυλους ή σε ονομαστικούς τίτλους, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη.

28

Όσον αφορά το ζήτημα αν ένας τέτοιος φόρος μπορεί να δικαιολογηθεί από το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/7, το οποίο επιτρέπει στα κράτη μέλη να εισπράττουν φόρο επί της μεταβιβάσεως κινητών αξιών, το Δικαστήριο είχε ήδη την ευκαιρία να διευκρινίσει ότι το άρθρο 12 της οδηγίας 69/335, της οποίας το γράμμα ήταν κατ’ ουσίαν πανομοιότυπο προς αυτό του άρθρου 6 της οδηγίας 2008/7, συνιστά παρέκκλιση από την κατ’ αρχήν απαγόρευση των επιβαρύνσεων που εμφανίζουν τα ίδια χαρακτηριστικά με τον φόρο εισφοράς (απόφαση Grillo Star Fallimento, C‑443/09, EU:C:2012:213, σκέψη 28).

29

Η διάταξη αυτή, η οποία, ως εξαίρεση από τον κανόνα της μη φορολογήσεως, πρέπει να ερμηνεύεται στενά, δεν έχει εφαρμογή στην περίπτωση φόρου επί της μετατροπής μετοχών στον κομιστή όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη.

30

Πράγματι, στο πλαίσιο της μετατροπής αυτής, μετοχές στον κομιστή μετατρέπονται σε άυλους ή σε ονομαστικούς τίτλους χωρίς να υπάρξει μεταβίβαση δικαιώματος από έναν πρώτο δικαιούχο σε ένα δεύτερο.

31

Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/7 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην επιβολή φόρου επί της μετατροπής τίτλων στον κομιστή σε ονομαστικούς ή σε άυλους τίτλους, όπως η επίμαχη μετατροπή στην υπόθεση της κύριας δίκης. Ένας τέτοιος φόρος δεν είναι δυνατό να δικαιολογηθεί βάσει του άρθρου 6 της εν λόγω οδηγίας.

Επί των δικαστικών εξόδων

32

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/7/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, περί των έμμεσων φόρων των επιβαλλόμενων επί των συγκεντρώσεων κεφαλαίων, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην επιβολή φόρου επί της μετατροπής τίτλων στον κομιστή σε ονομαστικούς ή σε άυλους τίτλους, όπως η επίμαχη μετατροπή στην υπόθεση της κύριας δίκης. Ένας τέτοιος φόρος δεν είναι δυνατό να δικαιολογηθεί βάσει του άρθρου 6 της εν λόγω οδηγίας.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική.