2.2.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 32/7


Αναίρεση που άσκησε στις 26 Νοεμβρίου 2012 η Γαλλική Δημοκρατία κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) στις 11 Σεπτεμβρίου 2012 στην υπόθεση T-565/08, Corsica Ferries France SAS κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-536/12 P)

2013/C 32/10

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Γαλλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: G. de Bergues, D. Colas, N. Rouam και J. Rossi, agents)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Corsica Ferries France SAS, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Société nationale maritime Corse-Méditerranée (SNCM) SA

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

Να αναιρέσει την απόφαση που εξέδωσε το τέταρτο τμήμα του Γενικού Δικαστηρίου στις 11 Σεπτεμβρίου 2012 στην υπόθεση T-565/08, Corsica Ferries France κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθόσον ακυρώνει το άρθρο 1, δεύτερο και τρίτο εδάφιο, της αποφάσεως 2009/611/ΕΚ της Επιτροπής, της 8ης Ιουλίου 2008, σχετικά με τα μέτρα C 58/02 (πρώην N 118/02) που προτίθεται να εφαρμόσει η Γαλλία προς όφελος της Société nationale maritime Corse-Méditerranée (SNCM),

Να αποφανθεί οριστικώς επί της διαφοράς ή να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο,

Να καταδικάσει την αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η αναιρεσείουσα προβάλλει τέσσερις λόγους αναιρέσεως όσον αφορά την αναίρεση της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου.

Πρώτον, η αναιρεσείουσα φρονεί ότι το Γενικό Δικαστήριο παρέβη το άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, αποφαινόμενο ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον έκρινε ότι η μεταβίβαση της Société nationale maritime Corse-Méditerranée στην αρνητική τιμή των 158 εκατομμυρίων ευρώ δεν συνιστά κρατική ενίσχυση. Η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο, αφενός, ότι έκρινε ότι η Επιτροπή δεν μπορούσε να λάβει υπόψη τον κίνδυνο προκλήσεως ζημίας στο εθνικό σήμα, ως παγκόσμιος οικονομικός παράγοντας στον ιδιωτικό τομέα, στο πλαίσιο του ελέγχου του συνετού ιδιώτη επενδυτή, προκειμένου να κριθεί αν η καταβολή συμπληρωματικών αποζημιώσεων στους εργαζομένους της SNCM σε περίπτωση εκκαθαρίσεώς της θα είχε επίσης πραγματοποιηθεί από συνετό ιδιώτη επενδυτή. Αφετέρου, προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι απαίτησε από την Επιτροπή να αποδείξει ότι η καταβολή επιπρόσθετων αποζημιώσεων απολύσεως συνιστούσε αρκούντως παγιωμένη πρακτική, ή ακόμη πάγια, μεταξύ των ιδιωτών επενδυτών.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο όσον αφορά την παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, κρίνοντας ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη το σύνολο των κρίσιμων στοιχείων στο πλαίσιο της αναλύσεως της συγκρισιμότητας της εισφοράς κεφαλαίου ύψους 8,75 εκατομμυρίων ευρώ από τον δημόσιο μέτοχο της SNCM και της εισφοράς κεφαλαίου ύψους 26,25 εκατομμυρίων ευρώ από ιδιώτες, και ότι η Επιτροπή έπρεπε να είχε λάβει υπόψη τη ρήτρα υπαναχωρήσεως από τη σύμβαση μεταβιβάσεως που συμφώνησαν οι ιδιώτες αγοραστές στο πλαίσιο ιδιωτικοποιήσεως της SNCM.

Τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο παρέβη το άρθρο 36, σε συνδυασμό με το άρθρο 53, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου, καθώς και το άρθρο 81 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, χαρακτηρίζοντας ως κρατικές ενισχύσεις τα μέτρα ενισχύσεως σε πρόσωπα ύψους 38,5 εκατομμυρίων ευρώ, χωρίς να επαληθεύσει, επικουρικώς, αν το εν λόγω μέτρο πληρούσε το τεστ του συνετού ιδιώτη επενδυτή, όπως υποστήριξε η Επιτροπή στην επίμαχη απόφαση και η Γαλλική Κυβέρνηση κατά την επ’ ακροατηρίω συζήτηση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, κρίνοντας ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, εγκρίνοντας το υπόλοιπο αναδιαρθρώσεως δυνάμει του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο γ' ΣΛΕΕ και των κατευθυντήριων γραμμών.