Υπόθεση C‑445/12 P

Rivella International AG

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Αίτηση αναιρέσεως — Κοινοτικό σήμα — Εικονιστικό σήμα που περιέχει το λεκτικό στοιχείο “BASKAYA” — Ανακοπή — Διμερής σύμβαση — Έδαφος τρίτου κράτους — Έννοια της “ουσιαστικής χρήσεως”»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 12ης Δεκεμβρίου 2013

  1. Κοινοτικό σήμα – Παρατηρήσεις τρίτων και ανακοπή – Εξέταση της ανακοπής – Απόδειξη της χρήσεως του προγενέστερου σήματος – Σήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχωρίσεως ισχύουσας σε ορισμένο κράτος μέλος – Εφαρμογή του άρθρου 42, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009

    (Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρα 8 § 2, στοιχείο αʹ, και 42 §§ 2 και 3)

  2. Κοινοτικό σήμα – Παρατηρήσεις τρίτων και ανακοπή – Εξέταση της ανακοπής – Απόδειξη της χρήσεως του προγενέστερου σήματος – Ουσιαστική χρήση – Έννοια που διέπεται μόνον από το δίκαιο της Ένωσης

    (Οδηγία 2008/95 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 10 § 1 και 42 §§ 2 και 3)

  1.  Από το γράμμα του άρθρου 42 του κανονισμού 207/2009 για το κοινοτικό σήμα προκύπτει ότι η παράγραφος 2 του άρθρου αυτού εφαρμόζεται στα προγενέστερα κοινοτικά σήματα, ενώ η παράγραφος 3 του ίδιου άρθρου αφορά τα προγενέστερα εθνικά σήματα.

    Οι εν λόγω δύο παράγραφοι δεν διακρίνουν τα εθνικά σήματα από τα σήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχωρίσεως. Εντούτοις, ως «προγενέστερα εθνικά σήματα» του άρθρου 42, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 πρέπει να νοούνται τα σήματα που ισχύουν σε ορισμένο κράτος μέλος, ανεξαρτήτως αν έχουν καταχωριστεί σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο.

    Πράγματι, η παράγραφος 3 του άρθρου αυτού προβλέπει ότι οι κανόνες που θεσπίζει εφαρμόζονται στα «προγενέστερα εθνικά σήματα» του άρθρου 8, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009, χωρίς εντούτοις να διακρίνει ανάμεσα στις τέσσερις κατηγορίες «προγενεστέρων σημάτων», τις οποίες προβλέπει η εν λόγω δεύτερη διάταξη, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται, ιδίως, τα σήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχωρίσεως ισχύουσας σε ορισμένο κράτος μέλος.

    Συνεπώς, σκοπός του άρθρου 42, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 είναι μόνον η εφαρμογή της επιταγής περί χρήσεως ενός προγενέστερου κοινοτικού σήματος στο κοινοτικό έδαφος, η οποία απορρέει από το άρθρο 42, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, στην περίπτωση των προγενέστερων εθνικών σημάτων, ως προς τα οποία διευκρινίζεται ότι απαιτείται η χρήση τους στο έδαφος ενός κράτους μέλους.

    Συνεπώς, καθόσον μια ανακοπή μπορεί να στηριχθεί σε προγενέστερο διεθνές σήμα, μπορεί να τύχει εφαρμογής το άρθρο 42, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009.

    (βλ. σκέψεις 35-39)

  2.  Η έννοια της χρήσεως του κοινοτικού σήματος στο έδαφος της Ένωσης διέπεται αποκλειστικώς και μόνον από το δίκαιο της Ένωσης.

    Πράγματι, το κοινοτικό καθεστώς σημάτων συνιστά σύστημα αυτόνομο, αποτελούμενο από σύνολο σκοπών και κανόνων που προσιδιάζουν σ’ αυτό, και αύταρκες, δεδομένου ότι η εφαρμογή του είναι ανεξάρτητη από κάθε εθνικό σύστημα. Συνεπώς, το Δικαστήριο έκρινε ότι η εθνική έννοια του σήματος αμυντικού χαρακτήρα, δυνάμει της οποίας ένα προγενέστερο σήμα χαίρει προστασίας βάσει του εθνικού δικαίου καίτοι δεν μπορεί να αποδειχθεί η χρήση του, δεν μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο στην καταχώριση κοινοτικού σήματος.

    Η κατάσταση θα ήταν διαφορετική μόνον εάν οι κανόνες περί κοινοτικού σήματος δεν προέβαιναν σε εναρμόνιση της έννοιας της χρήσεως του σήματος. Το άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/95 περί σημάτων προβλέπει ότι, μετά την παρέλευση ορισμένης προθεσμίας, το σήμα το οποίο δεν αποτέλεσε αντικείμενο ουσιαστικής χρήσεως από τον δικαιούχο του στο οικείο κράτος μέλος υπόκειται στις κυρώσεις που προβλέπει η οδηγία αυτή, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται η ακυρότητα.

    (βλ. σκέψεις 48-52)


Υπόθεση C‑445/12 P

Rivella International AG

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Αίτηση αναιρέσεως — Κοινοτικό σήμα — Εικονιστικό σήμα που περιέχει το λεκτικό στοιχείο “BASKAYA” — Ανακοπή — Διμερής σύμβαση — Έδαφος τρίτου κράτους — Έννοια της “ουσιαστικής χρήσεως”»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 12ης Δεκεμβρίου 2013

  1. Κοινοτικό σήμα — Παρατηρήσεις τρίτων και ανακοπή — Εξέταση της ανακοπής — Απόδειξη της χρήσεως του προγενέστερου σήματος — Σήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχωρίσεως ισχύουσας σε ορισμένο κράτος μέλος — Εφαρμογή του άρθρου 42, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009

    (Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρα 8 § 2, στοιχείο αʹ, και 42 §§ 2 και 3)

  2. Κοινοτικό σήμα — Παρατηρήσεις τρίτων και ανακοπή — Εξέταση της ανακοπής — Απόδειξη της χρήσεως του προγενέστερου σήματος — Ουσιαστική χρήση — Έννοια που διέπεται μόνον από το δίκαιο της Ένωσης

    (Οδηγία 2008/95 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 10 § 1 και 42 §§ 2 και 3)

  1.  Από το γράμμα του άρθρου 42 του κανονισμού 207/2009 για το κοινοτικό σήμα προκύπτει ότι η παράγραφος 2 του άρθρου αυτού εφαρμόζεται στα προγενέστερα κοινοτικά σήματα, ενώ η παράγραφος 3 του ίδιου άρθρου αφορά τα προγενέστερα εθνικά σήματα.

    Οι εν λόγω δύο παράγραφοι δεν διακρίνουν τα εθνικά σήματα από τα σήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχωρίσεως. Εντούτοις, ως «προγενέστερα εθνικά σήματα» του άρθρου 42, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 πρέπει να νοούνται τα σήματα που ισχύουν σε ορισμένο κράτος μέλος, ανεξαρτήτως αν έχουν καταχωριστεί σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο.

    Πράγματι, η παράγραφος 3 του άρθρου αυτού προβλέπει ότι οι κανόνες που θεσπίζει εφαρμόζονται στα «προγενέστερα εθνικά σήματα» του άρθρου 8, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009, χωρίς εντούτοις να διακρίνει ανάμεσα στις τέσσερις κατηγορίες «προγενεστέρων σημάτων», τις οποίες προβλέπει η εν λόγω δεύτερη διάταξη, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται, ιδίως, τα σήματα που έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχωρίσεως ισχύουσας σε ορισμένο κράτος μέλος.

    Συνεπώς, σκοπός του άρθρου 42, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 είναι μόνον η εφαρμογή της επιταγής περί χρήσεως ενός προγενέστερου κοινοτικού σήματος στο κοινοτικό έδαφος, η οποία απορρέει από το άρθρο 42, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, στην περίπτωση των προγενέστερων εθνικών σημάτων, ως προς τα οποία διευκρινίζεται ότι απαιτείται η χρήση τους στο έδαφος ενός κράτους μέλους.

    Συνεπώς, καθόσον μια ανακοπή μπορεί να στηριχθεί σε προγενέστερο διεθνές σήμα, μπορεί να τύχει εφαρμογής το άρθρο 42, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009.

    (βλ. σκέψεις 35-39)

  2.  Η έννοια της χρήσεως του κοινοτικού σήματος στο έδαφος της Ένωσης διέπεται αποκλειστικώς και μόνον από το δίκαιο της Ένωσης.

    Πράγματι, το κοινοτικό καθεστώς σημάτων συνιστά σύστημα αυτόνομο, αποτελούμενο από σύνολο σκοπών και κανόνων που προσιδιάζουν σ’ αυτό, και αύταρκες, δεδομένου ότι η εφαρμογή του είναι ανεξάρτητη από κάθε εθνικό σύστημα. Συνεπώς, το Δικαστήριο έκρινε ότι η εθνική έννοια του σήματος αμυντικού χαρακτήρα, δυνάμει της οποίας ένα προγενέστερο σήμα χαίρει προστασίας βάσει του εθνικού δικαίου καίτοι δεν μπορεί να αποδειχθεί η χρήση του, δεν μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο στην καταχώριση κοινοτικού σήματος.

    Η κατάσταση θα ήταν διαφορετική μόνον εάν οι κανόνες περί κοινοτικού σήματος δεν προέβαιναν σε εναρμόνιση της έννοιας της χρήσεως του σήματος. Το άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/95 περί σημάτων προβλέπει ότι, μετά την παρέλευση ορισμένης προθεσμίας, το σήμα το οποίο δεν αποτέλεσε αντικείμενο ουσιαστικής χρήσεως από τον δικαιούχο του στο οικείο κράτος μέλος υπόκειται στις κυρώσεις που προβλέπει η οδηγία αυτή, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται η ακυρότητα.

    (βλ. σκέψεις 48-52)