ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 17ης Σεπτεμβρίου 2014 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή — Δίκαιο των εταιριών — Οδηγία 2003/71/ΕΚ — Άρθρο 3, παράγραφος 1 — Υποχρέωση δημοσιεύσεως ενημερωτικού δελτίου κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών — Αναγκαστικός πλειστηριασμός κινητών αξιών»

Στην υπόθεση C‑441/12,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Hoge Raad der Nederlanden (Κάτω Χώρες) με απόφαση της 28ης Σεπτεμβρίου 2012, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 3 Οκτωβρίου 2012, στο πλαίσιο της δίκης

Almer Beheer BV,

Daedalus Holding BV

κατά

Van den Dungen Vastgoed BV,

Oosterhout II BVBA,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους R. Silva de Lapuerta, πρόεδρο τμήματος, J. L. da Cruz Vilaça (εισηγητή), Γ. Αρέστη, J.-C. Bonichot και A. Arabadjiev, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: E. Sharpston

γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 18ης Σεπτεμβρίου 2013,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις Μ. de Ree και C. Wissels,

η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον M. Smolek,

η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους T. Henze και J. Möller καθώς και από την J. Kemper,

η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους B. Majczyna και M. Szpunar,

η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους Μ. Inez Fernandes και D. Tavares, καθώς και από την A. Cunha

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον A. Nijenhuis και την R. Vasileva,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 19ης Ιουνίου 2014,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 1, παράγραφος 2, στοιχείο ηʹ, και 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση και την τροποποίηση της οδηγίας 2001/34/ΕΚ (ΕΕ L 345, σ. 64), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2008/11/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2008 (ΕΕ L 76, σ. 37, στο εξής: οδηγία για το ενημερωτικό δελτίο).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, των Almer Beheer BV και Daedalus Holding BV (στο εξής: Almer Beheer κ.λπ.) και, αφετέρου, των Van den Dungen Vastgoed BV και Oosterhout II BVBA (στο εξής: Van den Dungen κ.λπ.) όσον αφορά την αίτηση με την οποία οι Almer Beheer κ.λπ ζήτησαν την υποχρεωτική δημοσίευση ενημερωτικού δελτίου για τον αναγκαστικό πλειστηριασμό κινητών αξιών που έχουν στην κατοχή τους.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

3

Οι αιτιολογικές σκέψεις 10, 18 και 19 της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο έχουν ως εξής:

«(10)

Ο σκοπός της παρούσας οδηγίας και των εκτελεστικών της μέτρων είναι να διασφαλίσουν την προστασία των επενδυτών και την αποτελεσματικότητα της αγοράς, σύμφωνα με τα υψηλού επιπέδου κανονιστικά πρότυπα που έχουν εγκριθεί από τα αρμόδια διεθνή φόρα.

[...]

(18)

Η παροχή πλήρους πληροφόρησης για τις κινητές αξίες και τους εκδότες τους προάγει, σε συνδυασμό με την εφαρμογή κανόνων δεοντολογίας, την προστασία των επενδυτών. Επιπλέον, οι πληροφορίες αυτές συνιστούν αποτελεσματικά μέσα για τη βελτίωση της εμπιστοσύνης στις κινητές αξίες και, επομένως, συμβάλλουν στην ομαλή λειτουργία και ανάπτυξη των αγορών κινητών αξιών. Η μορφή υπό την οποία θα πρέπει να διατίθενται οι πληροφορίες αυτές είναι η δημοσίευση ενημερωτικού δελτίου.

(19)

Η επένδυση σε κινητές αξίες, όπως και οποιαδήποτε άλλη μορφή επένδυσης, εμπεριέχει κίνδυνο. Ως εκ τούτου, απαιτούνται σε όλα τα κράτη μέλη διασφαλίσεις για την προστασία των συμφερόντων των παρόντων και δυνητικών επενδυτών ώστε να έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν σε εμπεριστατωμένη εκτίμηση των σχετικών κινδύνων και να είναι σε θέση να λαμβάνουν πλήρως ενημερωμένοι τις επενδυτικές τους αποφάσεις.»

4

Το άρθρο 1, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας αυτής προβλέπει τα εξής:

«1.   Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η εναρμόνιση των απαιτήσεων κατάρτισης, έγκρισης και διανομής του ενημερωτικού δελτίου που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά που βρίσκεται ή λειτουργεί σε κράτος μέλος.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

[...]

η)

στις κινητές αξίες που περιλαμβάνονται σε προσφορά εφόσον η συνολική ανταλλακτική αξία για την προσφορά είναι μικρότερη από 2500000 ευρώ, όριο το οποίο υπολογίζεται σε περίοδο δώδεκα μηνών·

[...]».

5

Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της εν λόγω οδηγίας ορίζει τα κατωτέρω:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

[...]

δ)

“δημόσια προσφορά κινητών αξιών”: ανακοίνωση, υπό οποιαδήποτε μορφή και με οποιοδήποτε μέσο, η οποία απευθύνεται σε πρόσωπα και περιέχει επαρκείς πληροφορίες για τους όρους της προσφοράς και τις προσφερόμενες κινητές αξίες, ώστε να παρέχεται στον επενδυτή η δυνατότητα να αποφασίζει την αγορά ή την εγγραφή για την αγορά αυτών των κινητών αξιών [...]·

[…]».

6

Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας προβλέπει τα ακόλουθα:

«Τα κράτη μέλη δεν επιτρέπουν να γίνεται καμία δημόσια προσφορά κινητών αξιών στο έδαφός τους πριν από τη δημοσίευση ενημερωτικού δελτίου.»

7

Το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο ορίζει τα εξής:

«Με την επιφύλαξη του άρθρου 8, παράγραφος 2, το ενημερωτικό δελτίο περιέχει όλες τις πληροφορίες οι οποίες, ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εκδότη και των κινητών αξιών που αποτελούν το αντικείμενο της δημόσιας προσφοράς ή εισαγωγής προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, είναι απαραίτητες προκειμένου να παρέχεται στους επενδυτές η δυνατότητα να εκτιμούν ενήμεροι τα περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις, τη χρηματοοικονομική θέση, τα κέρδη, τις απώλειες και τις προοπτικές του εκδότη και του τυχόν εγγυητή και τα δικαιώματα που ενσωματώνονται σε αυτές τις κινητές αξίες. Οι πληροφορίες αυτές παρουσιάζονται με εύληπτο τρόπο ο οποίος παρέχει τη δυνατότητα ανάλυσής τους και σε συνοπτική μορφή.»

8

Το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής έχει ως ακολούθως:

«Το ενημερωτικό δελτίο δημοσιεύεται μόνο μετά την έγκρισή του από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.»

9

Η οδηγία για το ενημερωτικό δελτίο τροποποιήθηκε με την οδηγία 2010/73/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010 (ΕΕ L 327, σ. 1), η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 31 Δεκεμβρίου 2010. Λαμβανομένης υπόψη της ημερομηνίας των πραγματικών περιστατικών που είναι κρίσιμα για την υπόθεση της κύριας δίκης, η οδηγία που έχει εφαρμογή ratione temporis στα εν λόγω πραγματικά περιστατικά παραμένει η οδηγία για το ενημερωτικό δελτίο.

Το ολλανδικό δίκαιο

10

Η οδηγία για το ενημερωτικό δελτίο μεταφέρθηκε στο ολλανδικό δίκαιο με τον νόμο της 28ης Σεπτεμβρίου 2006 για τη χρηματοοικονομική εποπτεία (Wet op het financieel toezicht) (στο εξής: Wft).

11

Το άρθρο 5:2 του Wft ορίζει τα εξής:

«Απαγορεύεται στις Κάτω Χώρες η δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή η εισαγωγή τέτοιων αξιών προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά η οποία βρίσκεται επί ολλανδικού εδάφους ή λειτουργεί εντός αυτού, εκτός αν για την εν λόγω προσφορά ή εισαγωγή προς διαπραγμάτευση δημοσιευτεί ενημερωτικό δελτίο εγκεκριμένο από την υπεύθυνη αρχή για την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών αγορών ή από άλλη εποπτική αρχή κράτους μέλους.»

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

12

Στις 16 Ιουλίου 2003 οι Almer Beheer κ.λπ. και Van den Dungen κ.λπ. συνήψαν συμφωνία βάσει της οποίας οι μετοχές που κατείχαν οι αντισυμβαλλόμενοι σε άλλες εταιρίες επρόκειτο να μεταβιβαστούν — αντί τιμήματος πωλήσεως— στην Global Hail Group BV (στο εξής: όμιλος Hail).

13

Σε εκτέλεση της συμφωνίας αυτής, συστάθηκε η εταιρία Stichting Administratiekantoor Global Hail (στο εξής: STAK) στην κατοχή της οποίας περιήλθαν όλες οι μετοχές του ομίλου Hail.

14

Οι Almer Beheer κ.λπ. κατέχουν τους παραστατικούς τίτλους των μετοχών του ομίλου Hail τους οποίους εξέδωσε η STAK.

15

Κατόπιν διαφωνιών των αντισυμβαλλομένων στο πλαίσιο εκτελέσεως της εν λόγω συμφωνίας, το Gerechtshof ’s-Hertogenbosch (εφετείο ’s Hertogenbosch) υποχρέωσε τις Almer Beheer κ.λπ., με απόφαση που εξέδωσε στις 30 Νοεμβρίου 2010, να καταβάλουν στις Van den Dungen κ.λπ. το ποσό των 500000 ευρώ. Η καταβολή αυτή συνιστούσε προκαταβολή του τιμήματος πωλήσεως των μετοχών τεσσάρων εταιριών οι οποίες επρόκειτο να μεταβιβαστούν στον όμιλο Hail.

16

Προς εξασφάλιση της καταβολής αυτής, οι Van den Dungen κ.λπ. πέτυχαν, στις 11 Δεκεμβρίου 2009, την αναγκαστική κατάσχεση των παραστατικών τίτλων που κατείχαν οι Almer Beheer κ.λπ. και, εν συνεχεία, ζήτησαν από το Rechtbank Breda (πρωτοδικείο Breda) να διατάξει την πώληση και μεταβίβαση των κατασχεθέντων παραστατικών τίτλων καθώς και να καθορίσει την προθεσμία, τον τρόπο και τις προϋποθέσεις πραγματοποίησης της πωλήσεως αυτής.

17

Στις 27 Δεκεμβρίου 2010, το δικαστήριο αυτό αποφάσισε ότι η πώληση και μεταβίβαση των εν λόγω παραστατικών τίτλων έπρεπε να πραγματοποιηθεί εντός έξι μηνών, από δικαστικό επιμελητή οριζόμενο από τους Van den Dungen κ.λπ., με διαδικασία δημόσιου πλειστηριασμού δημοσιευόμενη σε δύο ημερήσιες εφημερίδες εθνικής κυκλοφορίας. Οι παραστατικοί τίτλοι θα πωλούνταν και θα μεταβιβάζονταν στον υπερθεματιστή, στο πλαίσιο δε της πωλήσεως ο δικαστικός επιμελητής όφειλε να εκποιήσει τόσους μόνον παραστατικούς τίτλους όσοι ήταν αναγκαίοι για να εξασφαλιστεί η ικανοποίηση της απαίτησης των 500000 ευρώ, πλέον δικαστικών εξόδων και εξόδων κατασχέσεως και εκτελέσεως.

18

Το Rechtbank Breda έκρινε επίσης ότι η προβλεπόμενη στο άρθρο 5, παράγραφος 2, του Wft υποχρέωση δημοσιεύσεως ενημερωτικού δελτίου δεν είχε εφαρμογή στην προκείμενη πώληση παραστατικών τίτλων για τον λόγο ότι ο Wft δεν αποβλέπει στην προστασία των προσώπων τα οποία, στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικού πλειστηριασμού, αναλαμβάνουν εν γνώσει τους έναν κίνδυνο καθόσον ενεργούν με σκοπό την αποκόμιση κέρδους, αλλ’ αποκλειστικά και μόνο στην προστασία των επενδυτών και των καταθετών από κακόπιστες προσφορές, ανεπαρκή πληροφόρηση και πλημμελείς συμπεριφορές και στην προφύλαξή τους από ενδεχόμενη έλλειψη επαγγελματισμού των αντισυμβαλλομένων τους.

19

Επιληφθέν εφέσεως που άσκησαν κατά της πρωτόδικης αποφάσεως οι Almer Beheer κ.λπ., το Gerechtshof ’s-Hertogenbosch επικύρωσε την απόφαση αυτή με απόφαση που εξέδωσε στις 5 Απριλίου 2011.

20

Κατά της τελευταίας αυτής αποφάσεως οι Almer Beheer κ.λπ. άσκησαν αναίρεση ενώπιον του Hoge Raad der Nederlanden (Ανώτατο δικαστήριο των Κάτω Χωρών).

21

Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει εκ προοιμίου ότι το κεντρικό ζήτημα έγκειται στο να καθοριστεί αν η υποχρέωση δημοσιεύσεως ενημερωτικού δελτίου ισχύει και στον αναγκαστικό πλειστηριασμό των παραστατικών τίτλων που αποτελούν αντικείμενο της υποθέσεως της οποίας έχει επιληφθεί.

22

Συναφώς, το εν λόγω δικαστήριο επισημαίνει ότι, κατά την έκδοση της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο, ουδεμία σημασία αποδόθηκε στην ειδική περίπτωση των αναγκαστικών πλειστηριασμών κινητών αξιών. Η πώληση που πραγματοποιείται στο πλαίσιο τέτοιου πλειστηριασμού χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι αφορά κατάσταση στην οποία δεν επικρατούν συνήθεις συνθήκες αγοράς. Τα εκποιούμενα αγαθά δεν πωλούνται από τον κύριο ή τους έλκοντες δικαιώματα από αυτόν, αλλά από τον επισπεύδοντα δανειστή, συχνά με τη μεσολάβηση δικαστικού επιμελητή. Το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι, στην περίπτωση αυτή, ο πωλητής δεν ευθύνεται γενικώς για κινδύνους και ελαττώματα των πωλούμενων αγαθών τους οποίους δεν γνωρίζει, αλλ’ αντιθέτως ο αγοραστής αποδέχεται ότι τα εν λόγω αγαθά ενδέχεται να φέρουν τέτοια ελαττώματα, πράγμα που συνήθως οδηγεί σε σημαντικά χαμηλότερο τίμημα από εκείνο που θα επιτυγχανόταν στο πλαίσιο κανονικής πωλήσεως. Επιπλέον, η αναγνώριση υποχρεώσεως δημοσιεύσεως ενημερωτικού δελτίου στην περίπτωση αναγκαστικού πλειστηριασμού κινητών αξιών ενδέχεται να συνεπάγεται σημαντικές πρακτικές δυσκολίες, ιδιαίτερα όσον αφορά την προετοιμασία και τα έξοδα του ενημερωτικού δελτίου.

23

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Hoge Raad der Nederlanden αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1.

Έχει το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο την έννοια ότι η εκεί προβλεπόμενη υποχρέωση δημοσιεύσεως ενημερωτικού δελτίου ισχύει καταρχήν (δηλαδή με την επιφύλαξη των προβλεπόμενων στην οδηγία απαλλαγών και εξαιρέσεων για ορισμένες περιπτώσεις) και για τον αναγκαστικό πλειστηριασμό κινητών αξιών;

2.

α) Σε περίπτωση που η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι καταφατική, έχει η έκφραση “συνολική ανταλλακτική αξία της προσφοράς” του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο ηʹ, της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο την έννοια ότι, στο πλαίσιο αναγκαστικού πλειστηριασμού, πρέπει να χρησιμοποιείται ως βάση η αξία του ευλόγως αναμενόμενου πλειστηριάσματος, λαμβανομένου υπόψη του ιδιαίτερου χαρακτήρα του αναγκαστικού πλειστηριασμού, ακόμη και στην περίπτωση που το ευλόγως αναμενόμενο πλειστηρίασμα υπολείπεται σημαντικά της πραγματικής εμπορικής αξίας;

β)

Σε περίπτωση που η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι καταφατική, αλλά η απάντηση στο ερώτημα 2α αποφατική, ποιο είναι το περιεχόμενο της έννοιας “συνολική ανταλλακτική αξία της προσφοράς” του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο ηʹ, της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο, ειδικότερα στο πλαίσιο αναγκαστικού πλειστηριασμού κινητών αξιών;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του πρώτου ερωτήματος

24

Με το ερώτημα αυτό, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο έχει την έννοια ότι η υποχρέωση δημοσιεύσεως ενημερωτικού δελτίου πριν από οποιαδήποτε δημόσια προσφορά κινητών αξιών έχει εφαρμογή και στον αναγκαστικό πλειστηριασμό κινητών αξιών.

25

Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο, τα κράτη μέλη δεν επιτρέπουν να γίνεται καμία δημόσια προσφορά κινητών αξιών στο έδαφός τους πριν από τη δημοσίευση ενημερωτικού δελτίου.

26

Δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της εν λόγω οδηγίας, η δημόσια προσφορά κινητών αξιών συνίσταται σε ανακοίνωση, υπό οποιαδήποτε μορφή και με οποιοδήποτε μέσο, η οποία απευθύνεται σε πρόσωπα και περιέχει επαρκείς πληροφορίες για τους όρους της προσφοράς και τις προσφερόμενες κινητές αξίες, ώστε να παρέχεται στον επενδυτή η δυνατότητα να αποφασίζει την αγορά αυτών των κινητών αξιών.

27

Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι ο επίμαχος στην κύρια δίκη αναγκαστικός πλειστηριασμός, υπό τους όρους που έθεσε το Rechtbank Breda για τη διεξαγωγή του, συνιστά δημόσια πώληση, μέσω δικαστικού επιμελητή μετά τη δημοσίευση ανακοινώσεως σε δύο ημερήσιες εφημερίδες εθνικής κυκλοφορίας, στο πλαίσιο της οποίας οι υποψήφιοι υποβάλλουν γραπτές προσφορές, οι δε κινητές αξίες κατακυρώνονται στον υπερθεματιστή.

28

Λαμβανομένου υπόψη του ευρέος ορισμού της έννοιας «δημόσια προσφορά κινητών αξιών» που περιλαμβάνεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο, δεν μπορεί εκ προοιμίου να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να εμπίπτει στην έννοια αυτή ένας αναγκαστικός πλειστηριασμός όπως ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης.

29

Εντούτοις, επισημαίνεται ότι οι αναγκαστικοί πλειστηριασμοί κινητών αξιών ουδόλως μνημονεύονται στην οδηγία για το ενημερωτικό δελτίο, και ειδικότερα στις διατάξεις της οι οποίες είτε εξαιρούν ορισμένες περιπτώσεις από το πεδίο εφαρμογής της, όπως είναι το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής, είτε προβλέπουν απαλλαγή από την υποχρέωση δημοσιεύσεως ενημερωτικού δελτίου, όπως είναι τα άρθρα 3, παράγραφος 2, και 4, παράγραφοι 1 και 2, της ίδιας οδηγίας.

30

Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να εξεταστεί κατά πόσον οι σκοποί που επιδιώκει η οδηγία για το ενημερωτικό δελτίο επιτάσσουν την εφαρμογή των κανόνων της οδηγίας αυτής και στους αναγκαστικούς πλειστηριασμούς κινητών αξιών.

31

Από τις αιτιολογικές σκέψεις 10, 18 και 19 της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο προκύπτει ότι σκοπός της οδηγίας αυτής είναι «να διασφαλίσ[ει] την προστασία των επενδυτών και την αποτελεσματικότητα της αγοράς», ότι η πλήρης πληροφόρηση «συνιστ[ά] αποτελεσματικ[ό] μέσ[ο] για τη βελτίωση της εμπιστοσύνης στις κινητές αξίες και, επομένως, συμβάλλ[ει] στην ομαλή λειτουργία και ανάπτυξη των αγορών κινητών αξιών», καθώς και ότι «απαιτούνται σε όλα τα κράτη μέλη διασφαλίσεις για την προστασία των συμφερόντων των παρόντων και δυνητικών επενδυτών ώστε [αυτοί] να έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν σε εμπεριστατωμένη εκτίμηση των […] κινδύνων [τους οποίους συνεπάγεται η επένδυση σε κινητές αξίες] και να είναι σε θέση να λαμβάνουν πλήρως ενημερωμένοι τις επενδυτικές τους αποφάσεις».

32

Εκτός αυτού, δυνάμει του άρθρου 1, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, σκοπός αυτής είναι η εναρμόνιση των απαιτήσεων κατάρτισης, έγκρισης και διανομής του ενημερωτικού δελτίου που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά που βρίσκεται ή λειτουργεί σε κράτος μέλος.

33

Κατά συνέπεια, η προστασία των επενδυτών καθώς και η ομαλή λειτουργία και ανάπτυξη των αγορών αποτελούν τον βασικό πυρήνα των σκοπών τους οποίους επιδιώκει η οδηγία για το ενημερωτικό δελτίο. Συγκεκριμένα, λαμβανομένων υπόψη των εν λόγω σκοπών, η δημοσίευση ενημερωτικού δελτίου αποβλέπει, αφενός, στο να παράσχει στους επενδυτές τη δυνατότητα να εκτιμούν τους κινδύνους που συναρτώνται με τις πράξεις δημόσιας προσφοράς κινητών αξιών και εισαγωγής τους προς διαπραγμάτευση ώστε να λαμβάνουν πλήρως ενημερωμένοι τις σχετικές αποφάσεις, και, αφετέρου, στο να μη διασαλευτεί η ομαλή λειτουργία των οικείων αγορών από ενδεχόμενες ανωμαλίες.

34

Η φύση όμως των πράξεων στις οποίες στηρίζεται η απόφαση εκποιήσεως κινητών αξιών στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικού πλειστηριασμού διαφοροποιείται εμφανώς από εκείνη των πράξεων τις οποίες αφορά η οδηγία για το ενημερωτικό δελτίο.

35

Συγκεκριμένα, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας με το σημείο 61 των προτάσεών της, οι αναγκαστικοί πλειστηριασμοί κινητών αξιών απέχουν πολύ από οποιαδήποτε φυσιολογική κατάσταση διαπραγματεύσεως τέτοιων τίτλων, ανεξαρτήτως του αν διατίθενται σε ρυθμιζόμενη αγορά είτε υπό άλλες συνθήκες. Στο πλαίσιο αναγκαστικών πλειστηριασμών, οι εν λόγω κινητές αξίες δεν πωλούνται από τον εκδότη ή τον κάτοχό τους, αλλά κατάσχονται και πωλούνται κατόπιν εντολής τρίτου και βάσει διαταγής που εκδίδεται από δικαστική αρχή του οικείου κράτους μέλους, με αποκλειστικό σκοπό την πληρωμή χρέους.

36

Κατά συνέπεια, σκοπός των αναγκαστικών πλειστηριασμών δεν είναι η συμμετοχή σε οικονομική δραστηριότητα στην αγορά των κινητών αξιών, αλλ’ απλώς η ικανοποίηση των απαιτήσεων κατασχόντος δανειστή.

37

Επιπλέον, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενός αναγκαστικού πλειστηριασμού σε σχέση με τα αντίστοιχα μιας τυπικής πωλήσεως κινητών αξιών, ο σκοπός της οποίας έγκειται στη συγκέντρωση κεφαλαίων προκειμένου η επιχείρηση που εκδίδει τις οικείες αξίες να μπορέσει να πραγματοποιήσει μελλοντικές επενδύσεις, αντικατοπτρίζονται και στο επίπεδο προστασίας των επενδυτών.

38

Συγκεκριμένα, η δημοσίευση ενημερωτικού δελτίου πριν από τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών συμβάλλει αποφασιστικά στην προστασία των επενδυτών, στο μέτρο που το έγγραφο αυτό παρέχει στους τελευταίους ακριβή και ολοκληρωμένη πληροφόρηση σχετικά με τον εκδότη, καθιστώντας τους καταρχήν εφικτή την αξιολόγηση των κινδύνων της οικείας πράξεως.

39

Αντιθέτως, στο πλαίσιο αναγκαστικού πλειστηριασμού, οι δυνητικοί αγοραστές είναι ενημερωμένοι ότι πρόκειται για πώληση της οποίας μοναδικός σκοπός είναι η πληρωμή χρέους του κατόχου των οικείων κινητών αξιών και ότι η σχετική εκποίηση πραγματοποιείται στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας. Τούτο συνεπάγεται ότι το πρόσωπο που προβαίνει στις πράξεις οι οποίες συνδέονται με την πώληση των επίμαχων κινητών αξιών δεν είναι ο κάτοχος των αξιών αυτών.

40

Επιπλέον, η υποχρέωση δημοσιεύσεως ενημερωτικού δελτίου πριν από τον αναγκαστικό πλειστηριασμό κινητών αξιών δύναται να υπονομεύσει τους σκοπούς της διαδικασίας εκτελέσεως, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και ο σκοπός ταχείας και αποτελεσματικής ικανοποιήσεως του δανειστή.

41

Συγκεκριμένα, η εκπλήρωση της υποχρεώσεως αυτής δεν συνεπάγεται μόνον καθυστέρηση της διαδικασίας του αναγκαστικού πλειστηριασμού και, ως εκ τούτου, της ικανοποιήσεως του δανειστή, αλλά και δαπάνες για την κατάρτιση του ενημερωτικού δελτίου οι οποίες πρέπει να αφαιρεθούν από το πλειστηρίασμα, πράγμα που ενδέχεται να μειώσει τις πιθανότητες να ικανοποιηθεί η απαίτηση του δανειστή.

42

Τέλος, η υποχρέωση δημοσιεύσεως ενημερωτικού δελτίου μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές πρακτικές δυσχέρειες.

43

Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι το πρόσωπο το οποίο προβαίνει στην εκποίηση των κινητών αξιών στο πλαίσιο αναγκαστικού πλειστηριασμού δεν είναι ο κάτοχός τους, σε περίπτωση εφαρμογής της υποχρεώσεως δημοσιεύσεως ενημερωτικού δελτίου τίθενται τα ζητήματα, αφενός, σε ποιον απόκειται να προετοιμάσει το ενημερωτικό δελτίο και, αφετέρου, ποιος είναι υπεύθυνος, δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο, για τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο εν λόγω έγγραφο.

44

Εν πάση περιπτώσει, λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των πληροφοριών που πρέπει να περιέχει ένα ενημερωτικό δελτίο, οι οποίες λογίζεται ότι καθιστούν εφικτό στους επενδυτές, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, να εκτιμούν ενήμεροι τα περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις, τη χρηματοοικονομική θέση και τα κέρδη της εκδότριας εταιρίας, η προετοιμασία του εγγράφου αυτού απαιτεί τη συνεργασία των οργάνων διαχειρίσεως της οικείας εταιρίας. Δεν αποκλείεται όμως η ενδεχόμενη μη επίδειξη εποικοδομητικής συνεργασίας εκ μέρους της εταιρίας αυτής, στο πλαίσιο αναγκαστικού πλειστηριασμού των κινητών αξιών που η ίδια έχει εκδώσει, να προκαλέσει δυσχέρειες κατά την πραγματοποίηση της οικείας εκποιήσεως.

45

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι η πώληση κινητών αξιών στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτελέσεως δεν εντάσσεται στους σκοπούς τους οποίους επιδιώκει η οδηγία για το ενημερωτικό δελτίο και, ως εκ τούτου, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής.

46

Το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από το επιχείρημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι η συστηματική εξαίρεση των αναγκαστικών πλειστηριασμών από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο συνεπάγεται διαφορετική μεταχείριση των εν λόγω πλειστηριασμών σε σχέση με τις εκούσιες πωλήσεις των αξιών αυτών, στο μέτρο που οι αντίστοιχοι επενδυτές δεν τυγχάνουν της ίδιας προστασίας.

47

Συγκεκριμένα, επισημαίνεται ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως επιβάλλει να μην αντιμετωπίζονται διαφορετικά παρόμοιες καταστάσεις και να μην αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο διαφορετικές καταστάσεις, εκτός αν η αντιμετώπιση αυτή δικαιολογείται αντικειμενικά (βλ., συναφώς, απόφαση Glatzel, C‑356/12, EU:C:2014:350, σκέψη 43).

48

Όπως όμως προκύπτει από τις σκέψεις 33 έως 36 της παρούσας αποφάσεως, ο σκοπός ο οποίος επιδιώκεται με τους αναγκαστικούς πλειστηριασμούς κινητών αξιών στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτελέσεως δεν έχει καμία σχέση με τους σκοπούς της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο.

49

Κατά συνέπεια, στο μέτρο που η κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι επενδυτές που αγοράζουν κινητές αξίες στο πλαίσιο αναγκαστικού πλειστηριασμού δεν είναι παρόμοια με εκείνη των επενδυτών που αποκτούν τέτοιες αξίες στο σύνηθες πλαίσιο δημόσιας προσφοράς, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο, δεν συντρέχει διαφορετική μεταχείριση των μεν σε σχέση με τους δε.

50

Κατόπιν του συνόλου των προεκτεθέντων, η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα είναι ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας για το ενημερωτικό δελτίο έχει την έννοια ότι η υποχρέωση δημοσιεύσεως ενημερωτικού δελτίου πριν από οποιαδήποτε δημόσια προσφορά κινητών αξιών δεν έχει εφαρμογή σε αναγκαστικό πλειστηριασμό κινητών αξιών όπως ο επίμαχος στην κύρια δίκη.

Επί του δεύτερου ερωτήματος

51

Το αιτούν δικαστήριο διευκρίνισε ότι το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα υποβάλλεται μόνο σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα.

52

Δεδομένης της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα.

Επί των δικαστικών εξόδων

53

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση και την τροποποίηση της οδηγίας 2001/34/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2008/11/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2008, έχει την έννοια ότι η υποχρέωση δημοσιεύσεως ενημερωτικού δελτίου πριν από οποιαδήποτε δημόσια προσφορά κινητών αξιών δεν έχει εφαρμογή σε αναγκαστικό πλειστηριασμό κινητών αξιών όπως ο επίμαχος στην κύρια δίκη.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική.