24.9.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 282/24


Αίτηση αναιρέσεως που ο Ιωάννης Βακάλης κατέθεσε στις 14 Ιουνίου 2011 κατά της αποφάσεως της 13ης Απριλίου 2011 την οποία το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης εξέδωσε στην υπόθεση F-38/10, Βακάλης κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-317/11 P)

2011/C 282/52

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: Ιωάννης Βακάλης (Luvinate, Ιταλία) εκπρόσωπος: Σ. Α. Παππάς, δικηγόρος)

Αναιρεσίβλητη: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα του αναιρεσείοντος

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

να δεχθεί τα αιτήματα που είχε υποβάλει ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης (στο εξής: ΔΔΔ), με εξαίρεση το αίτημα που δίκαια κηρύχθηκε απαράδεκτο από το ΔΔΔ·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η παρούσα αίτηση αναιρέσεως στρέφεται κατά της αποφάσεως του ΔΔΔ (πρώτο τμήμα) της 13ης Απριλίου 2011 στην υπόθεση F-38/10, Βακάλης κατά Επιτροπής.

Ο αναιρεσείων διατυπώνει τέσσερις λόγους αναιρέσεως.

1)

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως διατείνεται ότι στη συλλογιστική του ΔΔΔ υπάρχει ο παραλογισμός να μη συναγάγει το ΔΔΔ τα συμπεράσματα από τις διαπιστώσεις του, στο μέτρο που διαπίστωσε ότι στην Επιτροπή απόκειται να λάβει υπόψη τις διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Πάντως, η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη το ζήτημα αυτό. Κατά συνέπεια, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση παραθέτει παράλογη αιτιολογία.

2)

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως διατείνεται ότι το ΔΔΔ πλανήθηκε ως προς το ζήτημα που του είχε τεθεί. Από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το ΔΔΔ κατάλαβε ότι ο αναιρεσείων το ρωτούσε αν είναι παράνομη η διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των υπαλλήλων που υπέκειντο στις γενικές εκτελεστικές διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του παραρτήματος VIII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως (στο εξής: ΓΕΔ) του 1969 και των υπαλλήλων που υπόκεινται σε αυτές του 2004, ενώ το ζήτημα που είχε τεθεί ενώπιον του ΔΔΔ ήταν αν «οι νέες ΓΕΔ δημιουργούν δυσμενείς διακρίσεις υπό την έννοια ότι μεταχειρίζονται κατά τον ίδιο τρόπο καταστάσεις που στην πράξη είναι διαφορετικές». Έτσι, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι κακώς το ΔΔΔ απέρριψε τον ισχυρισμό περί παραβιάσεως της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως.

3)

Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως διατείνεται ότι το ΔΔΔ αντικατέστησε την αιτιολογία της επίμαχης αποφάσεως. Ο αναιρεσείων υποστηρίζει, αφενός, ότι η σχετική με τον προϋπολογισμό αιτιολόγηση των ΓΕΔ εμφανίστηκε μόλις στο στάδιο της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως και, αφετέρου, ότι η αιτιολογία αυτή είναι διαφορετική από εκείνη που δόθηκε στον αναιρεσείοντα με την απόρριψη της διοικητικής του ενστάσεως (αιτιολογία που άλλωστε το ΔΔΔ αναγνώρισε ως απρόσφορη). Κατά τη νομολογία, δεν απόκειται στο ΔΔΔ να θεραπεύσει την ενδεχόμενη έλλειψη αιτιολογίας ή να συμπληρώσει την εν λόγω αιτιολογία της Επιτροπής προσθέτοντας ή αντικαθιστώντας σε αυτήν στοιχεία που δεν απορρέουν από την ίδια την προσβαλλόμενη απόφαση.

4)

Με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως προβάλλει πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως, στο μέτρο που το ΔΔΔ απέρριψε τον ισχυρισμό σχετικά με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως επειδή έκρινε ότι ο αναιρεσείων δεν απέδειξε ότι υπήρξε αδικαιολόγητη διαφορετική μεταχείριση. Παρά ταύτα, ο αναιρεσείων είχε αποδείξει ότι η επίμαχη διαφορετική μεταχείριση δεν δικαιολογούνταν από την εισαγωγή του ευρώ, η οποία ήταν η αρχική αιτιολογία της απορρίψεως της διοικητικής του ενστάσεως.