5.3.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 72/25


Προσφυγή της 6ης Ιανουαρίου 2011 — Air Canada κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-9/11)

2011/C 72/42

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Air Canada (Saint Laurent, Καναδάς) (εκπρόσωποι: J. Pheasant και T. Capel, Solicitors)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση, συμπεριλαμβανομένων των άρθρων 2 και 3, ή, επικουρικώς, να ακυρώσει μέρος της απόφασης βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ,

να ακυρώσει το πρόστιμο ή, επικουρικώς, να μειώσει το ύψος του προστίμου ή να το εξαλείψει βάσει του άρθρου 261 ΣΛΕΕ

να υποχρεωθεί η Επιτροπή να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου βάσει του άρθρου 266 ΣΛΕΕ, και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Air Canada για την παρούσα προσφυγή και στα έξοδα όλων των επόμενων σταδίων της διαδικασίας.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει έξι λόγους:

1)

Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως αντλείται από προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας της προσφεύγουσας, δεδομένου ότι η Επιτροπή τροποποίησε ουσιωδώς την υπόθεση μεταξύ της ανακοινώσεως των αιτιάσεων και της αποφάσεως και, επομένως, στήριξε την απόφασή της σε μια νέα πραγματική και νομική εκτίμηση επί της οποίας η προσφεύγουσα δεν είχε τη δυνατότητα να παρουσιάσει την άποψή της.

2)

Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως, έχει ως εξής:

η απόφαση στηρίζεται σε απαράδεκτα αποδεικτικά στοιχεία, εφόσον τα αποδεικτικά στοιχεία επί των οποίων στηρίζεται η Επιτροπή στην απόφαση κατά της προσφεύγουσας είναι απαράδεκτα,

η Επιτροπή, δεχόμενη ορισμένες αποδείξεις σε βάρος της προσφεύγουσας, ενώ θεώρησε τα ίδια ή ουσιωδώς παρόμοια αποδεικτικά στοιχεία ανεπαρκή για την απόδειξη της ύπαρξης παραβάσεως ορισμένων άλλων αποδεκτών της ανακοινώσεως αιτιάσεων και παραλείποντας να λάβει υπόψη τις διορθώσεις και διευκρινίσεις της προσφεύγουσας, παρέβη την αρχή της ίσης μεταχείρισης και δεν εφάρμοσε το ορθό πρότυπο αποδείξεως βάσει του δικαίου της ΕΕ.

3)

Ο τρίτος λόγος ακυρώσεως αντλείται από το γεγονός ότι η προσφεύγουσα δεν προέβη σε καμία παράβαση, εφόσον:

δεν διαπιστώνεται στα άρθρα 2 και 3 του διατακτικού της αποφάσεως, ότι η προσφεύγουσα συμμετέσχε στην ενιαία και διαρκή παράβαση που περιγράφεται στο αιτιολογικό,

η Επιτροπή δεν τήρησε τις σχετικές νόμιμες προϋποθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και την ισχύουσα νομολογία κατά την απόδοση ευθυνών στην προσφεύγουσα για ενιαία και διαρκή παράβαση,

η απόφαση δεν αποδεικνύει καμία παράβαση της προσφεύγουσας βάσει των αποδεικτικών στοιχείων τα οποία, υπό το πρίσμα του δευτέρου λόγου ακυρώσεως, η Επιτροπή έχει νομικά το δικαίωμα να δεχθεί για τους σκοπούς της εκ νέου εκτίμησης των αιτιάσεων κατά της προσφεύγουσας,

4)

Ο τέταρτος λόγος ακυρώσεως αντλείται από το γεγονός ότι δεν ορίσθηκε ή, επικουρικώς, δεν ορίσθηκε ορθώς η κρίσιμη αγορά, κατά παράβαση της εφαρμοστέας νομικής υποχρέωσης βάσει της νομολογίας της ΕΕ και, ιδίως, κατά παράβαση των αρχών της ασφάλειας του δικαίου και της αναλογικότητας.

5)

Κατά τον πέμπτο λόγο ακυρώσεως, το πρόστιμο πρέπει να ακυρωθεί στο σύνολό του ή, επικουρικώς, πρέπει να μειωθεί σημαντικά (ή να εξαλειφθεί) βάσει των λοιπών λόγων ακυρώσεως και λόγω της μη εφαρμογής από την Επιτροπή της αρχής της ίσης μεταχείρισης κατά την αξιολόγηση του ύψους του προστίμου.

6)

Ο έκτος λόγος ακυρώσεως αντλείται από την έλλειψη αιτιολογίας κατά παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογίας σύμφωνα με το άρθρο 296 της ΣΛΕΕ.