21.4.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 118/9


Αναίρεση που άσκησε στις 8 Δεκεμβρίου 2011 η Timsas Srl κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) στις 20 Σεπτεμβρίου 2011, επί των συνεκδικασθεισών υποθέσεων T-394/08, T-408/08, T-453/08 και T-454/08, Regione autonoma della Sardegna κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση C-632/11 P)

2012/C 118/14

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Timsas Srl (εκπρόσωποι: D. Dodaro και S. Pinna, avvocati)

Αντίδικοι κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Regione autonoma della Sardegna, Selene di Alessandra Cannas κ.λπ.

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

Να αναιρέσει την απόφαση που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο στις 20 Σεπτεμβρίου 2011, επί των συνεκδικασθεισών υποθέσεων T-394/08, T-408/08, T-453/08 και T-454/08, καθόσον με αυτήν απορρίπτεται ο προβληθείς από τη νυν αναιρεσείουσα λόγος ακυρώσεως περί ελλείψεως αιτιολογίας όσον αφορά την εκτίμηση του ζητήματος αν οι επίμαχες ενισχύσεις έχουν ως αποτέλεσμα την παροχή κινήτρων·

να ακυρώσει την απόφαση 2008/854/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 2008, σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων «Περιφερειακός νόμος 9/1998 — καταχρηστική χορήγηση της ενίσχυσης N 272/98» (πρώην NN 158/03 και CP 15/03) (EE L 302, σ. 9)·

να καταδικάσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ενέχει παραμόρφωση των λόγων ακυρώσεως που προβλήθηκαν με την προσφυγή, νομική πλάνη, έλλειψη λογικής συνοχής και αντιφάσεις ως προς την αιτιολογία. Ειδικότερα, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε, ούτε καν εμμέσως, την απόρριψη των αιτιάσεων που αντλούνται από πρόδηλη πλάνη στην οποία υπέπεσε η Επιτροπή κατά την εκτίμηση του ζητήματος αν η ενίσχυση έχει ως αποτέλεσμα την παροχή κινήτρων. Το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το κρίσιμο ζήτημα «συνίσταται […] μόνον στο να εξετασθεί αν οι προσφεύγουσες απέδειξαν την ύπαρξη, εν προκειμένω, περιστάσεων δυναμένων να διασφαλίσουν ότι το επίδικο καθεστώς ενισχύσεων είχε ως αποτέλεσμα την παροχή κινήτρου, έστω και αν δεν έχει υποβληθεί η σχετική αίτηση πριν από την έναρξη της εκτελέσεως των επίμαχων σχεδίων», πλην όμως δεν αποφάνθηκε ότι οι προσφεύγουσες δεν απέδειξαν κάτι τέτοιο και δεν παρέθεσε στο σκεπτικό του κανένα λόγο βάσει του οποίου θα καθίστατο σαφής ο λόγος της (όλως έμμεσης) δικανικής πεποιθήσεως αυτής.

Η κρίση που παρατίθεται στη σκέψη 227 της αποφάσεως ότι η Επιτροπή δεν ήταν υποχρεωμένη να προβεί σε εκτίμηση των ιδιαίτερων περιστάσεων που προσιδιάζουν στους επιμέρους δικαιούχους είναι ανεπαρκώς τεκμηριωμένη ή αντιφατική. Δεν είναι κατανοητό το πώς οι προσφεύγουσες θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την ύπαρξη αποτελέσματος που συνίσταται στην παροχή κινήτρων, χωρίς να εκθέσουν τις περιστάσεις της περιπτώσεώς τους: η Επιτροπή και, στο στάδιο της προσφυγής, το Γενικό Δικαστήριο όφειλαν να διατυπώσουν ομοιόμορφη αρχή, καθιστώντας αντικειμενική την περίπτωση εκάστου εκπροσωπούμενου διαδίκου, η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί ιδιαίτερη ή ειδική ως προς αυτόν μόνον ως προς τα συγκεκριμένα δεδομένα, αλλά θα επιδεχόταν και γενική και αφηρημένη διατύπωση.

Τέλος, τόσο η Επιτροπή με την προσβαλλόμενη απόφαση, όσο και το Γενικό Δικαστήριο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, παρανόησαν τις προθέσεις της νυν αναιρεσείουσας, θεωρώντας ότι είχε ως σκοπό να μετατοπίσει σε ατομικό επίπεδο απόφαση που είχε ως σημείο αναφοράς γενικό καθεστώς ενισχύσεων, και, εξαιτίας της παρανοήσεως αυτής, παρέλειψαν πεπλανημένα να λάβουν υπόψη τις επιπτώσεις που μπορούσαν να έχουν τα στοιχεία που τους προσκόμισε η αναιρεσείουσα στην εκτίμηση περί του περιεχομένου του καθεστώτος ενισχύσεων με γενικούς όρους.