Υπόθεση C-314/11 P

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

κατά

Planet AE

«Αίτηση αναιρέσεως — Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Προσδιορισμός του επιπέδου κινδύνου που συνδέεται με επιχειρηματική οντότητα — Σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης — Έρευνα της OLAF — Αποφάσεις — Αποφάσεις με τις οποίες ζητείται η ενεργοποίηση των προειδοποιήσεων W1α και W1β — Πράξεις δεκτικές προσφυγής — Παραδεκτό»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 19ης Δεκεμβρίου 2012

  1. Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης – Καταπολέμηση της απάτης και λοιπών παράνομων δραστηριοτήτων – Σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης το οποίο θα χρησιμοποιείται από τους διατάκτες της Επιτροπής και των εκτελεστικών οργανισμών – Αποτελέσματα εγγραφής στο σύστημα

    (Απόφαση 2008/969 της Επιτροπής, άρθρα 15 έως 17 και 19 έως 22)

  2. Αναίρεση – Λόγοι – Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων – Έλεγχος από το Δικαστήριο της εκτιμήσεως των αποδεικτικών στοιχείων – Αποκλείεται πλην της περιπτώσεως παραμορφώσεως του περιεχομένου των εν λόγω στοιχείων

    (Άρθρο 256 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58, εδ. 1)

  3. Αναίρεση – Λόγοι – Ανεπαρκής ή αντιφατική αιτιολογία – Παραδεκτό – Περιεχόμενο της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως

    (Άρθρο 256 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58, εδ. 1)

  4. Αναίρεση – Λόγοι – Λόγος στρεφόμενος κατά πλεοναστικής αιτιολογίας – Αλυσιτελής λόγος

  5. Προσφυγή ακυρώσεως – Πράξεις δεκτικές προσφυγής – Έννοια – Πράξεις οι οποίες παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα

    (Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

  1.  Όσον αφορά την καταπολέμηση της απάτης και λοιπών παράνομων δραστηριοτήτων στο πλαίσιο προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, τα άρθρα 15 έως 17 και 19 έως 22 της αποφάσεως 2008/969, σχετικά με το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης το οποίο θα χρησιμοποιείται από τους διατάκτες της Επιτροπής και των εκτελεστικών οργανισμών, όχι μόνον επιτρέπουν αλλά επίσης, και ιδίως, επιβάλλουν στους ενδιαφερόμενους διατάκτες να λαμβάνουν ειδικά μέτρα έναντι της οικείας οντότητας ή του οικείου έργου. Ως εκ τούτου, η επίδραση της επισήμανσης μιας οντότητας στο εν λόγω σύστημα δεν μπορεί να εξαντλείται στο εσωτερικό του οικείου θεσμικού οργάνου, η δε προειδοποίηση αυτή επηρεάζει κατά λογική αναγκαιότητα τις σχέσεις μεταξύ του διατάκτη του εν λόγω οργάνου και της ενδιαφερόμενης οντότητας.

    Επιπλέον, έστω και αν τα αποτελέσματα της προειδοποιήσεως W1 είναι λιγότερο δεσμευτικά από εκείνα των προειδοποιήσεων W2 έως W5, εντούτοις, γεγονός παραμένει ότι τα αυστηρότερα μέτρα παρακολούθησης που υποχρεούται να λάβει ο οικείος διατάκτης έναντι της ενδιαφερόμενης οντότητας δεν εξαντλούνται ολοκληρωτικά στο εσωτερικό του θεσμικού οργάνου, αλλά δύνανται να επηρεάσουν και τις σχέσεις μεταξύ του εν λόγω οργάνου και της ενδιαφερόμενης οντότητας. Τούτο ωστόσο δεν συνεπάγεται ότι αυτά τα εξωτερικά αποτελέσματα συνεπάγονται αυτομάτως ουσιώδη μεταβολή της νομικής καταστάσεως της εν λόγω οντότητας. Το ζήτημα αν συντρέχει τέτοια μεταβολή πρέπει να εξακριβώνεται κατά περίπτωση.

    (βλ. σκέψεις 37, 38, 42, 44)

  2.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 56-59, 67, 76)

  3.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 63, 64)

  4.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψη 90)

  5.  Η προσφυγή ακυρώσεως μπορεί να ασκηθεί κατά οποιασδήποτε πράξεως των θεσμικών οργάνων, ανεξαρτήτως της φύσεως ή της μορφής της, η οποία σκοπεί στην παραγωγή δεσμευτικών εννόμων αποτελεσμάτων, ικανών να θίξουν τα συμφέροντα του προσφεύγοντος, μεταβάλλοντας ουσιωδώς τη νομική του κατάσταση. Επομένως, το ζήτημα του παραδεκτού προσφυγής ακυρώσεως εκτιμάται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που αφορούν την ίδια την ουσία των προσβαλλόμενων πράξεων.

    (βλ. σκέψεις 94, 95)


Υπόθεση C-314/11 P

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

κατά

Planet AE

«Αίτηση αναιρέσεως — Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Προσδιορισμός του επιπέδου κινδύνου που συνδέεται με επιχειρηματική οντότητα — Σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης — Έρευνα της OLAF — Αποφάσεις — Αποφάσεις με τις οποίες ζητείται η ενεργοποίηση των προειδοποιήσεων W1α και W1β — Πράξεις δεκτικές προσφυγής — Παραδεκτό»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 19ης Δεκεμβρίου 2012

  1. Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης — Καταπολέμηση της απάτης και λοιπών παράνομων δραστηριοτήτων — Σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης το οποίο θα χρησιμοποιείται από τους διατάκτες της Επιτροπής και των εκτελεστικών οργανισμών — Αποτελέσματα εγγραφής στο σύστημα

    (Απόφαση 2008/969 της Επιτροπής, άρθρα 15 έως 17 και 19 έως 22)

  2. Αναίρεση — Λόγοι — Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων — Έλεγχος από το Δικαστήριο της εκτιμήσεως των αποδεικτικών στοιχείων — Αποκλείεται πλην της περιπτώσεως παραμορφώσεως του περιεχομένου των εν λόγω στοιχείων

    (Άρθρο 256 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58, εδ. 1)

  3. Αναίρεση — Λόγοι — Ανεπαρκής ή αντιφατική αιτιολογία — Παραδεκτό — Περιεχόμενο της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως

    (Άρθρο 256 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58, εδ. 1)

  4. Αναίρεση — Λόγοι — Λόγος στρεφόμενος κατά πλεοναστικής αιτιολογίας — Αλυσιτελής λόγος

  5. Προσφυγή ακυρώσεως — Πράξεις δεκτικές προσφυγής — Έννοια — Πράξεις οι οποίες παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα

    (Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

  1.  Όσον αφορά την καταπολέμηση της απάτης και λοιπών παράνομων δραστηριοτήτων στο πλαίσιο προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, τα άρθρα 15 έως 17 και 19 έως 22 της αποφάσεως 2008/969, σχετικά με το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης το οποίο θα χρησιμοποιείται από τους διατάκτες της Επιτροπής και των εκτελεστικών οργανισμών, όχι μόνον επιτρέπουν αλλά επίσης, και ιδίως, επιβάλλουν στους ενδιαφερόμενους διατάκτες να λαμβάνουν ειδικά μέτρα έναντι της οικείας οντότητας ή του οικείου έργου. Ως εκ τούτου, η επίδραση της επισήμανσης μιας οντότητας στο εν λόγω σύστημα δεν μπορεί να εξαντλείται στο εσωτερικό του οικείου θεσμικού οργάνου, η δε προειδοποίηση αυτή επηρεάζει κατά λογική αναγκαιότητα τις σχέσεις μεταξύ του διατάκτη του εν λόγω οργάνου και της ενδιαφερόμενης οντότητας.

    Επιπλέον, έστω και αν τα αποτελέσματα της προειδοποιήσεως W1 είναι λιγότερο δεσμευτικά από εκείνα των προειδοποιήσεων W2 έως W5, εντούτοις, γεγονός παραμένει ότι τα αυστηρότερα μέτρα παρακολούθησης που υποχρεούται να λάβει ο οικείος διατάκτης έναντι της ενδιαφερόμενης οντότητας δεν εξαντλούνται ολοκληρωτικά στο εσωτερικό του θεσμικού οργάνου, αλλά δύνανται να επηρεάσουν και τις σχέσεις μεταξύ του εν λόγω οργάνου και της ενδιαφερόμενης οντότητας. Τούτο ωστόσο δεν συνεπάγεται ότι αυτά τα εξωτερικά αποτελέσματα συνεπάγονται αυτομάτως ουσιώδη μεταβολή της νομικής καταστάσεως της εν λόγω οντότητας. Το ζήτημα αν συντρέχει τέτοια μεταβολή πρέπει να εξακριβώνεται κατά περίπτωση.

    (βλ. σκέψεις 37, 38, 42, 44)

  2.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 56-59, 67, 76)

  3.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 63, 64)

  4.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψη 90)

  5.  Η προσφυγή ακυρώσεως μπορεί να ασκηθεί κατά οποιασδήποτε πράξεως των θεσμικών οργάνων, ανεξαρτήτως της φύσεως ή της μορφής της, η οποία σκοπεί στην παραγωγή δεσμευτικών εννόμων αποτελεσμάτων, ικανών να θίξουν τα συμφέροντα του προσφεύγοντος, μεταβάλλοντας ουσιωδώς τη νομική του κατάσταση. Επομένως, το ζήτημα του παραδεκτού προσφυγής ακυρώσεως εκτιμάται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που αφορούν την ίδια την ουσία των προσβαλλόμενων πράξεων.

    (βλ. σκέψεις 94, 95)