ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ (τρίτο τμήμα)

της 6ης Σεπτεμβρίου 2012 ( *1 )

«Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας — Κανονισμός (ΕΟΚ) 2913/92 — Άρθρο 204, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ — Καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης — Γένεση της τελωνειακής οφειλής λόγω μη εκτέλεσης μιας υποχρέωσης — Καθυστερημένη καταχώριση, στη λογιστική αποθήκης, στοιχείων σχετικών με την έξοδο του εμπορεύματος από τον χώρο της αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης»

Στην υπόθεση C-28/11,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής απόφασης δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Finanzgericht Hamburg (Γερμανία) με απόφαση της 25ης Νοεμβρίου 2010, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 18 Ιανουαρίου 2011, στο πλαίσιο της δίκης

Eurogate Distribution GmbH

κατά

Hauptzollamt Hamburg-Stadt,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

συγκείμενο από τους K. Lenaerts, πρόεδρο τμήματος, J. Malenovský, R. Silva de Lapuerta, Γ. Αρέστη (εισηγητή) και D. Šváby, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: N. Jääskinen

γραμματέας: A. Impellizzeri, υπάλληλος διοίκησης,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζήτησης της 1ης Δεκεμβρίου 2011,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Eurogate Distribution GmbH, εκπροσωπούμενη από τους U. Schrömbges και H. Bleier, Rechtsanwälte,

η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους M. Smolek και J. Vláčil,

η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τον G. Albenzio, avvocato dello Stato,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την L. Bouyon και τον B.-R. Killmann,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 8ης Μαρτίου 2012,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής απόφασης αφορά την ερμηνεία του άρθρου 204, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (EE L 302, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 648/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Απριλίου 2005 (EE L 117, σ. 13, στο εξής: τελωνειακός κώδικας).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Eurogate Distribution GmbH (στο εξής: Eurogate) και του Hauptzollamt Hamburg-Stadt (στο εξής: Hauptzollamt), με αντικείμενο αξίωση κατά της Eurogate για την καταβολή τελωνειακής οφειλής κατά την εισαγωγή, λόγω καθυστερημένης καταχώρισης, στη λογιστική αποθήκης, στοιχείων σχετικών με την έξοδο του εμπορεύματος από τον χώρο της αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης.

Το νομικό πλαίσιο

Ο τελωνειακός κώδικας

3

Η τελωνειακή αποταμίευση αποτελεί καθεστώς αναστολής και οικονομικό τελωνειακό καθεστώς κατά την έννοια του άρθρου 84, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και βʹ, του τελωνειακού κώδικα. Το καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης ρυθμίζεται από τις γενικές διατάξεις του τίτλου IV, κεφάλαιο 2, τμήμα 3, σημείο A, του τελωνειακού κώδικα, καθώς και από τις ειδικές διατάξεις του τιτλοφορούμενου «Τελωνειακή αποταμίευση» σημείου Γ του ίδιου αυτού τίτλου. Το άρθρο 89 του ως άνω κώδικα περιέχει διατάξεις σχετικές με την εκκαθάριση των καθεστώτων αναστολής. Τα άρθρα 98 και 99 του τελωνειακού κώδικα ορίζουν διάφορες έννοιες για τους σκοπούς της τελωνειακής αποταμίευσης. Το άρθρο 105 του κώδικα αυτού προβλέπει την υποχρέωση τήρησης λογιστικής αποθήκης στο πλαίσιο του καθεστώτος τελωνειακής αποταμίευσης.

4

Το άρθρο 89, παράγραφος 1, του τελωνειακού κώδικα προβλέπει τα ακόλουθα:

«Ένα οικονομικό καθεστώς αναστολής εκκαθαρίζεται όταν τα εμπορεύματα ή, κατά περίπτωση, παράγωγα ή μεταποιημένα προϊόντα που έχουν υπαχθεί στο καθεστώς αυτό λάβουν νέο αποδεκτό τελωνειακό προορισμό.»

5

Τα άρθρα 98 και 99 του ίδιου κώδικα έχουν ως εξής:

«Άρθρο 98

1.   Το καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης επιτρέπει να αποθηκεύονται σε αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης:

α)

μη κοινοτικά εμπορεύματα, χωρίς να επιβάλλονται στα εμπορεύματα αυτά εισαγωγικοί δασμοί και μέτρα εμπορικής πολιτικής·

[...]

Άρθρο 99

Η αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης μπορεί να είναι είτε δημόσια είτε ιδιωτική αποθήκη.

Νοούνται ως:

“δημόσια αποθήκη”: η αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης που δύναται να χρησιμοποιηθεί από οποιοδήποτε πρόσωπο για την αποθήκευση εμπορευμάτων,

“ιδιωτική αποθήκη”: η αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης που προορίζεται για την αποθήκευση εμπορευμάτων από το διαχειριστή της αποθήκης.

Διαχειριστής αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης είναι το πρόσωπο που έχει άδεια διαχείρισης αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης.

Ο αποταμιευτής είναι το πρόσωπο που δεσμεύεται με τη δήλωση υπαγωγής των εμπορευμάτων στο καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης ή το πρόσωπο στο οποίο έχουν μεταβιβασθεί τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του προηγουμένου.»

6

Το άρθρο 105, πρώτο εδάφιο, του εν λόγω κώδικα ορίζει ότι:

«Το πρόσωπο που έχουν ορίσει οι τελωνειακές αρχές πρέπει να τηρεί, με τη μορφή που έχουν εγκρίνει οι εν λόγω αρχές, λογιστική αποθήκης όλων των εμπορευμάτων που έχουν υπαχθεί στο καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης. [...]»

7

Το κεφάλαιο 2 του επιγραφόμενου «Τελωνειακή οφειλή» τίτλου VII του τελωνειακού κώδικα περιέχει τις διατάξεις που αφορούν τη γένεση της τελωνειακής οφειλής. Το ως άνω κεφάλαιο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα άρθρα 201 έως 205, όπου απαριθμούνται τα γεγονότα που θεωρούνται γενεσιουργά τελωνειακής οφειλής κατά την εισαγωγή.

8

Το άρθρο 204 του τελωνειακού κώδικα ορίζει τα εξής:

«1.   Τελωνειακή οφειλή κατά την εισαγωγή γεννάται:

α)

από τη μη εκτέλεση μιας από τις υποχρεώσεις τις οποίες συνεπάγεται, για εμπόρευμα υποκείμενο σε εισαγωγικούς δασμούς, η παραμονή του σε προσωρινή εναπόθεση ή η χρησιμοποίηση του τελωνειακού καθεστώτος υπό το οποίο έχει τεθεί

[...]

σε περιπτώσεις άλλες από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 203, εκτός αν αποδειχθεί ότι οι παραλείψεις αυτές δεν είχαν πραγματικές συνέπειες για την ορθή λειτουργία της προσωρινής εναπόθεσης ή του σχετικού τελωνειακού καθεστώτος.

2.   Η τελωνειακή οφειλή γεννάται είτε τη στιγμή κατά την οποία παύει να τηρείται η υποχρέωση η μη εκπλήρωση της οποίας γεννά την τελωνειακή οφειλή, είτε τη στιγμή κατά την οποία το εμπόρευμα τέθηκε υπό το συγκεκριμένο τελωνειακό καθεστώς εφόσον αποδεικνύεται εκ των υστέρων ότι ένας από τους όρους που καθορίστηκαν για την υπαγωγή του εν λόγω εμπορεύματος στο καθεστώς αυτό ή για την έγκριση μειωμένου ή μηδενικού εισαγωγικού δασμού λόγω της χρησιμοποίησης του εμπορεύματος για ειδικούς σκοπούς δεν είχε πράγματι τηρηθεί.

3.   Οφειλέτης είναι το πρόσωπο το οποίο οφείλει, κατά περίπτωση, είτε να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται για εμπόρευμα υποκείμενο σε εισαγωγικό δασμό η παραμονή του σε προσωρινή εναπόθεση ή η χρησιμοποίηση του τελωνειακού καθεστώτος υπό το οποίο έχει τεθεί, είτε να τηρήσει τους όρους που έχουν καθοριστεί για την υπαγωγή του εμπορεύματος στο εν λόγω καθεστώς.»

Ο κανονισμός εφαρμογής

9

Κατά τα άρθρα 247 και 247α του τελωνειακού κώδικα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επικουρούμενη από την επιτροπή τελωνειακού κώδικα, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του κώδικα αυτού. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2454/93, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού 2913/92 (ΕΕ L 253, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 402/2006 της Επιτροπής, της 8ης Μαρτίου 2006 (ΕΕ L 70, σ. 35, στο εξής: κανονισμός εφαρμογής).

10

Τα άρθρα 529 και 530 του κανονισμού εφαρμογής περιέχουν διατάξεις σχετικές με τη λογιστική αποθήκης που πρέπει να τηρείται στην αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης.

11

Το άρθρο 529, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού προβλέπει τα ακόλουθα:

«Η λογιστική αποθήκης πρέπει να ανταποκρίνεται ανά πάσα στιγμή στην πραγματική κατάσταση του αποθέματος εμπορευμάτων που παραμένουν υπό καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης. Ο διαχειριστής της αποθήκης οφείλει να καταθέτει στο τελωνείου ελέγχου, εντός της προθεσμίας που καθορίζουν οι τελωνειακές αρχές, κατάσταση που να αναφέρει το εν λόγω απόθεμα.»

12

Το άρθρο 530, παράγραφος 3, του ίδιου κανονισμού έχει ως εξής:

«Η καταχώριση στη λογιστική αποθήκης που αφορά τη λήξη του καθεστώτος πραγματοποιείται το αργότερο κατά τη στιγμή της εξόδου των εμπορευμάτων από τους χώρους της αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης ή από τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης του δικαιούχου.»

13

Το άρθρο 859 του κανονισμού εφαρμογής ορίζει τα κάτωθι:

«Οι ακόλουθες παραλείψεις θεωρείται ότι δεν έχουν πραγματικές συνέπειες για την ορθή λειτουργία της προσωρινής εναπόθεσης ή του σχετικού τελωνειακού καθεστώτος, κατά την έννοια του άρθρου 204, παράγραφος 1, του [τελωνειακού] κώδικα, εφόσον:

δεν αποτελούν απόπειρα διαφυγής από την τελωνειακή επιτήρηση του εμπορεύματος,

δεν προϋποθέτουν προφανή αμέλεια εκ μέρους του ενδιαφερομένου,

έχουν διεκπεραιωθεί εκ των υστέρων όλες οι διατυπώσεις που απαιτούνται για τη διευθέτηση της κατάστασης του εμπορεύματος:

1)

η υπέρβαση της προθεσμίας, εντός της οποίας τα εμπορεύματα πρέπει να έχουν λάβει έναν από τους προορισμούς που προβλέπονται στο πλαίσιο της προσωρινής εναπόθεσης ή του σχετικού τελωνειακού καθεστώτος, εφόσον θα είχε χορηγηθεί παράταση της προθεσμίας, εάν είχε ζητηθεί εγκαίρως·

[...]

3)

όταν πρόκειται για εμπορεύματα που έχουν τεθεί υπό προσωρινή εναπόθεση ή υπό το καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης, η υποβολή των εν λόγω εμπορευμάτων σε εργασίες χωρίς την προηγούμενη άδεια των τελωνειακών υπηρεσιών, εφόσον οι εργασίες αυτές θα είχαν επιτραπεί εάν είχε υποβληθεί σχετική αίτηση·

[...]

5)

όταν πρόκειται για εμπορεύματα υπό προσωρινή εναπόθεση ή που έχουν υπαχθεί σε κάποιο τελωνειακό καθεστώς, η μη εγκεκριμένη μετακίνησή τους εφόσον αυτά μπορούν να προσκομιστούν στις τελωνειακές αρχές που θα το ζητήσουν·

6)

όταν πρόκειται για εμπορεύματα υπό προσωρινή εναπόθεση ή που έχουν υπαχθεί σε κάποιο τελωνειακό καθεστώς, η έξοδος από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας των εμπορευμάτων αυτών ή η είσοδός τους σε ελεύθερη ζώνη ελέγχου τύπου Ι κατά την έννοια του άρθρου 799 ή ελεύθερη αποθήκη χωρίς να έχουν τηρηθεί οι αναγκαίες διατυπώσεις·

[...]

10)

η υπέρβαση της προθεσμίας που έχει ταχθεί για την προσωρινή έξοδο από αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης, εφόσον θα είχε χορηγηθεί παράταση εάν αυτό είχε ζητηθεί εγκαίρως.»

14

Κατά το άρθρο 860 του κανονισμού εφαρμογής, «[ο]ι τελωνειακές αρχές θεωρούν ότι η τελωνειακή οφειλή γεννάται σύμφωνα με το άρθρο 204, παράγραφος 1, του [τελωνειακού] κώδικα, εκτός αν το πρόσωπο που ενδέχεται να είναι οφειλέτης αποδείξει ότι πληρούνται οι όροι του άρθρου 859».

Το ιστορικό της διαφοράς και το προδικαστικό ερώτημα

15

Η Eurogate έχει λάβει άδεια διαχείρισης ιδιωτικής αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης από το 2006. Η άδεια αυτή προβλέπει ότι η οικεία λογιστική αποθήκης τηρείται με τη βοήθεια προγράμματος πληροφορικής.

16

Ως διαχειρίστρια, η Eurogate αποθήκευσε στην εν λόγω ιδιωτική αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης μη κοινοτικά εμπορεύματα προερχόμενα από τους πελάτες της, προκειμένου να τα επανεξαγάγει εκτός του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατά την έξοδο των ως άνω εμπορευμάτων από τον χώρο της αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης, έγινε η σχετική τελωνειακή διασάφηση για την επανεξαγωγή τους.

17

Στο πλαίσιο τελωνειακού ελέγχου που πραγματοποιήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2007, διαπιστώθηκε ότι η έξοδος των επίδικων εμπορευμάτων είχε καταχωριστεί στη λογιστική αποθήκης μετά την πάροδο χρονικού διαστήματος 11 έως 126 ημερών, δηλαδή με υπερβολική καθυστέρηση λαμβανομένου υπόψη του συνδυασμού του άρθρου 105, πρώτο εδάφιο, του τελωνειακού κώδικα, με τις διατάξεις των άρθρων 529, παράγραφος 1, και 530, παράγραφος 3, του κανονισμού εφαρμογής.

18

Με πράξη που εξέδωσε την 1η Ιουλίου 2008, το Hauptzollamt επέβαλε εισαγωγικούς δασμούς για τα εμπορεύματα που καταχωρίστηκαν καθυστερημένα στη λογιστική αποθήκης. Η Eurogate υπέβαλε ένσταση κατά της πράξης αυτής.

19

Κατόπιν της διαγραφής μέρους των δασμών με απόφαση της 11ης Αυγούστου 2009, το Hauptzollamt εξέδωσε στις 8 Δεκεμβρίου 2009 απόφαση με την οποία απέρριψε, ως προς το υπόλοιπο των οφειλομένων δασμών, την ένσταση της Eurogate ως αβάσιμη, για τον λόγο ότι η καθυστερημένη καταχώριση στη λογιστική αποθήκης συνιστούσε παράβαση των υποχρεώσεων που υπείχε η Eurogate στο πλαίσιο του καθεστώτος τελωνειακής αποταμίευσης και ότι, κατά συνέπεια, η παράλειψη αυτή είχε ως αποτέλεσμα τη γένεση τελωνειακής οφειλής βάσει του άρθρου 204, παράγραφος 1, του τελωνειακού κώδικα. Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι, καθόσον η Eurogate επέδειξε προφανή αμέλεια, δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι η ως άνω παράλειψη υπήρξε άμοιρη συνεπειών για την ορθή λειτουργία του οικείου τελωνειακού καθεστώτος. Επομένως, δεν πληρούνται εν προκειμένω οι προϋποθέσεις του άρθρου 859 του κανονισμού εφαρμογής.

20

Η Eurogate άσκησε, κατόπιν τούτου, προσφυγή ενώπιον του Finanzgericht Hamburg, με αίτημα την ακύρωση της από 1 Ιουλίου 2008 πράξης επιβολής, όπως τροποποιήθηκε με την πράξη της 11ης Αυγούστου 2009 και επιβεβαιώθηκε με την απόφαση της 8ης Δεκεμβρίου 2009, υποστηρίζοντας ιδίως ότι η καθυστερημένη καταχώριση, στη λογιστική αποθήκης, της εξόδου των εμπορευμάτων από τον χώρο της αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης δεν συνιστά παράβαση των υποχρεώσεών της κατά την έννοια του άρθρου 204, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του τελωνειακού κώδικα, στο μέτρο που η υποχρέωση αυτή καταχώρισης, η οποία απορρέει από το άρθρο 105 του τελωνειακού κώδικα, σε συνδυασμό με το άρθρο 530, παράγραφος 3, του κανονισμού εφαρμογής, πρέπει να εκπληρώνεται μετά τη λήξη του καθεστώτος τελωνειακής αποταμίευσης.

21

Το Hauptzollamt απαντά σε αυτό το επιχείρημα αντιτείνοντας ότι η καταχώριση στη λογιστική αποθήκης δεν είναι μια υποχρέωση που πρέπει να εκπληρώνεται μετά τη λήξη του οικείου τελωνειακού καθεστώτος. Η εν λόγω καταχώριση πρέπει, αντιθέτως, να πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια της ισχύος του καθεστώτος τελωνειακής αποταμίευσης ή ταυτόχρονα με τη λήξη του καθεστώτος αυτού. Κατά το Hauptzollamt, η λήξη του καθεστώτος τελωνειακής αποταμίευσης επήλθε εν προκειμένω μετά την έξοδο των μη κοινοτικών εμπορευμάτων, συγκεκριμένα δε κατά τη στιγμή της παραλαβής τους προς υπαγωγή στο καθεστώς διαμετακόμισης υπό νέο τελωνειακό προορισμό.

22

Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι εγείρονται αμφιβολίες ως προς την ορθότητα της ερμηνείας των σχετικών διατάξεων υπό την έννοια ότι η παράβαση της υποχρέωσης άμεσης καταχώρισης της εξόδου των εμπορευμάτων στη λογιστική αποθήκης συνεπάγεται τη γένεση τελωνειακής οφειλής.

23

Επ’ αυτού, το αιτούν δικαστήριο υπογραμμίζει ότι, σύμφωνα με την άποψη που υποστηρίζεται από μερίδα της γερμανικής θεωρίας βάσει γραμματικής ερμηνείας του άρθρου 204, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του τελωνειακού κώδικα, θα μπορούσε να γίνει δεκτό ότι, εν προκειμένω, η παράβαση της υποχρέωσης καταχώρισης της εξόδου των εμπορευμάτων στη λογιστική αποθήκης τελείται «κατά τη διάρκεια» της χρησιμοποίησης του οικείου τελωνειακού καθεστώτος και δεν αποτελεί «συνέπεια» της χρησιμοποίησής του. Κατά συνέπεια, δεν έχει γεννηθεί οποιαδήποτε τελωνειακή οφειλή. Εξάλλου, εφόσον τα εμπορεύματα είχαν ήδη λάβει νέο τελωνειακό προορισμό κατά την έξοδό τους και, ως εκ τούτου, η παράβαση της ως άνω υποχρέωσης δεν επηρέαζε πλέον την κατάστασή τους, τίθεται το ερώτημα αν μπορούσε ακόμη να γεννηθεί τελωνειακή οφειλή και αν ορισμένες παραβάσεις του εν λόγω καθεστώτος θα έπρεπε ενδεχομένως να επισύρουν άλλου είδους κυρώσεις.

24

Το Finanzgericht Hamburg, εκτιμώντας ότι προς επίλυση της ενώπιόν του διαφοράς είναι αναγκαία η ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης, αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Έχει το άρθρο 204, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, [του τελωνειακού κώδικα] την έννοια ότι στην περίπτωση μη κοινοτικού εμπορεύματος, το οποίο βρισκόταν σε καθεστώς τελωνειακής αποταμιεύσεως και το οποίο με τη λήξη του καθεστώτος τελωνειακής αποταμιεύσεως έλαβε νέο τελωνειακό προορισμό, η παράβαση της υποχρεώσεως καταχωρίσεως της εξόδου του εμπορεύματος από την αποθήκη τελωνειακής αποταμιεύσεως στο προβλεπόμενο προς τούτο πρόγραμμα πληροφορικής ήδη με τη λήξη του καθεστώτος τελωνειακής αποταμιεύσεως –και όχι σε ουσιωδώς μεταγενέστερο χρονικό σημείο– συνεπάγεται τη γένεση τελωνειακής οφειλής για το εν λόγω εμπόρευμα;»

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

25

Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσία να διευκρινιστεί αν το άρθρο 204, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του τελωνειακού κώδικα πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, όταν πρόκειται για εμπόρευμα που δεν είναι κοινοτικό, η μη εκτέλεση της υποχρέωσης άμεσης καταχώρισης, στην προβλεπόμενη προς τούτο λογιστική αποθήκης, της εξόδου του εμπορεύματος από τον χώρο της αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης συνεπάγεται τη γένεση τελωνειακής οφειλής για το εν λόγω εμπόρευμα, σε περίπτωση που αυτό επανεξήχθη κατά τη λήξη του καθεστώτος τελωνειακής αποταμίευσης.

26

Κατά το άρθρο 204, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του τελωνειακού κώδικα, η μη εκτέλεση μίας εκ των υποχρεώσεων που συνεπάγεται, για υποκείμενο σε εισαγωγικούς δασμούς εμπόρευμα, η χρησιμοποίηση του τελωνειακού καθεστώτος υπό το οποίο έχει τεθεί το εμπόρευμα αυτό γεννά τελωνειακή οφειλή κατά την εισαγωγή.

27

Υπενθυμίζεται ότι, δυνάμει του καθεστώτος τελωνειακής αποταμίευσης, επιτρέπεται η αποθήκευση σε συγκεκριμένο χώρο μη κοινοτικών εμπορευμάτων, με αναστολή της επιβολής των σχετικών εισαγωγικών δασμών. Ειδικότερα, μολονότι τα εμπορεύματα αυτά βρίσκονται εντός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης, εντούτοις θεωρούνται μη κοινοτικά. Η αναγνώριση του πλεονεκτήματος του ως άνω καθεστώτος συνδέεται με την τήρηση ορισμένων υποχρεώσεων, ώστε να είναι οι τελωνειακές αρχές σε θέση να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή ποια είναι η κατάσταση του αποθέματος, όπως ορίζει το άρθρο 529, παράγραφος 1, του κανονισμού εφαρμογής. Η τήρηση λογιστικής αποθήκης, σύμφωνα με τα όσα προβλέπει το άρθρο 105 του τελωνειακού κώδικα, για τα εμπορεύματα τα οποία τίθενται υπό καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης καταλέγεται μεταξύ των βασικών υποχρεώσεων που συνδέονται με το εν λόγω καθεστώς (απόφαση της 27ης Οκτωβρίου 2011, C-402/10, Groupe Limagrain Holding, -Συλλογή 2011, σ. Ι-10827, σκέψεις 33 και 37). Τυχόν παράβαση της υποχρέωσης άμεσης καταχώρισης, στην προβλεπόμενη προς τούτο λογιστική αποθήκης, της εξόδου των εμπορευμάτων από τον οικείο χώρο θέτει σε κίνδυνο την τελωνειακή επιτήρηση.

28

Επιπλέον, η παρουσία μη κοινοτικών εμπορευμάτων στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης ενέχει τον κίνδυνο τα εμπορεύματα αυτά να ενσωματωθούν τελικώς, χωρίς να εκτελωνιστούν, στο οικονομικό κύκλωμα των κρατών μελών, έναν κίνδυνο στην πρόληψη του οποίου συμβάλλει το άρθρο 204 του τελωνειακού κώδικα, όπως παρατηρεί η Επιτροπή (βλ. απόφαση της 15ης Ιουλίου 2010, C-234/09, DSV Road, Συλλογή 2010, σ. I-7333, σκέψη 31).

29

Εν προκειμένω, η άδεια που χορηγήθηκε στη Eurogate για τη διαχείριση ιδιωτικής αποθήκης τελωνειακής αποταμίευσης περιελάμβανε ως όρο την τήρηση λογιστικής αποθήκης για όλα τα εμπορεύματα τα οποία τίθενται υπό καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης. Στην υπόθεση της κύριας δίκης, δεν αμφισβητείται ότι η Eurogate καταχώρισε με καθυστέρηση στη λογιστική αποθήκης την έξοδο εμπορευμάτων, τα οποία, κατά τα λοιπά, επανεξήχθησαν κανονικά.

30

Κατά τη Eurogate, η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης παράλειψη δεν μπορεί να γεννήσει τελωνειακή οφειλή βάσει του άρθρου 204 του τελωνειακού κώδικα κατά το μέτρο που, αφενός, κρίσιμος για την εκτέλεση της υποχρέωσης που δεν τηρήθηκε εν προκειμένω είναι ο χρόνος μετά τη λήξη του οικείου τελωνειακού καθεστώτος και, αφετέρου, η σχετική υποχρέωση δεν είναι μια ουσιαστική υποχρέωση η οποία συναρτάται με το καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης, οπότε η παράβασή της πρέπει να θεωρηθεί απλώς και μόνο ως τελωνειακή παρατυπία. Επ’ αυτού, η Επιτροπή θεωρεί ότι το καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης δεν είχε ακόμη λήξει κατά τη στιγμή που η Eurogate όφειλε να καταχωρίσει την έξοδο των εμπορευμάτων από τον χώρο της αποθήκης στην προβλεπόμενη προς τούτο λογιστική αποθήκης.

31

Συναφώς, το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι από καμία διάταξη του τελωνειακού κώδικα και του κανονισμού εφαρμογής του δεν προκύπτει ότι πρέπει, όσον αφορά τα αποτελέσματα που έχει η μη εκτέλεση μιας υποχρέωσης ως προς τυχόν γένεση τελωνειακής οφειλής βάσει του άρθρου 204 του τελωνειακού κώδικα, να γίνεται διάκριση ανάμεσα σε υποχρεώσεις οι οποίες πρέπει να εκπληρώνονται πριν τη λήξη του οικείου τελωνειακού καθεστώτος και σε υποχρεώσεις που πρέπει να εκπληρώνονται μετά από τη λήξη αυτή, ή διάκριση ανάμεσα σε «βασικές» και σε «δευτερεύουσες» υποχρεώσεις (βλ. απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2012, C-262/10, Döhler Neuenkirchen, σκέψη 38).

32

Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας με το σημείο 47 των προτάσεών του, η υποχρέωση καταβολής τελωνειακών δασμών σε μια τέτοια περίπτωση δεν συνιστά διοικητική, φορολογική ή ποινική κύρωση, αλλά αποτελεί απλώς συνέπεια της διαπιστώσεως ότι δεν συντρέχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για την απόκτηση του πλεονεκτήματος που απορρέει από την εφαρμογή του καθεστώτος τελωνειακής αποταμιεύσεως, όπερ σημαίνει ότι η αναστολή καθίσταται ανεφάρμοστη και δικαιολογείται, ως εκ τούτου, η επιβολή των τελωνειακών δασμών. Πράγματι, το εν λόγω καθεστώς συνεπάγεται την παροχή ενός πλεονεκτήματος υπό προϋποθέσεις, οπότε το πλεονέκτημα αυτό δεν χορηγείται αν οι σχετικές προϋποθέσεις δεν πληρούνται.

33

Εξάλλου, η καθυστερημένη καταχώριση στοιχείων στη λογιστική αποθήκης δεν περιλαμβάνεται στον εξαντλητικό κατάλογο του άρθρου 859 του κανονισμού εφαρμογής, όπου απαριθμούνται περιοριστικώς οι παραλείψεις οι οποίες ενδέχεται να είναι, στην πράξη, άμοιρες συνεπειών για την ορθή λειτουργία του οικείου τελωνειακού καθεστώτος.

34

Επί τούτου πρέπει να υπομνησθεί ότι το άρθρο 859 του κανονισμού εφαρμογής εγκύρως θεσπίζει σύστημα που ρυθμίζει εξαντλητικώς τις παραλείψεις, κατά την έννοια του άρθρου 204, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του τελωνειακού κώδικα, οι οποίες «δεν έχουν πραγματικές συνέπειες για την ορθή λειτουργία της προσωρινής εναπόθεσης ή του σχετικού τελωνειακού καθεστώτος» (απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 1999, C-48/98, Söhl & Söhlke, Συλλογή 1999, σ. I-7877, σκέψη 43).

35

Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 204, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του τελωνειακού κώδικα έχει την έννοια ότι, στην περίπτωση εμπορεύματος που δεν είναι κοινοτικό, η μη εκτέλεση της υποχρέωσης άμεσης καταχώρισης, στην προβλεπόμενη προς τούτο λογιστική αποθήκης, της εξόδου του εμπορεύματος από την οικεία αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης, το αργότερο κατά τη στιγμή της ως άνω εξόδου, συνεπάγεται τη γένεση τελωνειακής οφειλής για το εν λόγω εμπόρευμα, ακόμη και αν αυτό έχει επανεξαχθεί.

Επί των δικαστικών εξόδων

36

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 204, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 648/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Απριλίου 2005, έχει την έννοια ότι, στην περίπτωση εμπορεύματος που δεν είναι κοινοτικό, η μη εκτέλεση της υποχρέωσης άμεσης καταχώρισης, στην προβλεπόμενη προς τούτο λογιστική αποθήκης, της εξόδου του εμπορεύματος από την οικεία αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης, το αργότερο κατά τη στιγμή της ως άνω εξόδου, συνεπάγεται τη γένεση τελωνειακής οφειλής για το εν λόγω εμπόρευμα, ακόμη και αν αυτό έχει επανεξαχθεί.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.