12.2.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 46/5


Αναίρεση που άσκησε στις 26 Νοεμβρίου 2010 η Lagardère SCA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έκτο τμήμα) στις 13 Σεπτεμβρίου 2010 στην υπόθεση T-452/04, Éditions Jacob κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-554/10 P)

2011/C 46/08

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Lagardère SCA (εκπρόσωποι: A. Winckler, F. de Bure και J.-B. Pinçon, avocats)

Αντίδικοι κατ’ αναίρεση: Éditions Odile Jacob SAS, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Wendel Investissement SA

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2010 στην υπόθεση Τ-452/04, καθόσον ακυρώνει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 30ής Ιουλίου 2004, περί εγκρίσεως της Wendel Investissement SA ως αγοράστριας των στοιχείων του ενεργητικού στο πλαίσιο του ελέγχου της πράξεως συγκεντρώσεως αριθ. COMP/M.2978 — Lagardère/Natexis/VUΡ·

να απορρίψει την προσφυγή την οποία άσκησε η Odile Jacob ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου κατά της αποφάσεως της Επιτροπής·

να καταδικάσει την Odile Jacob στο σύνολο των δικαστικών εξόδων τόσον της ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου δίκης όσο και της παρούσας αναιρετικής διαδικασίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η αναιρεσείουσα, προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως, προβάλλει δύο λόγους.

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η Lagardère προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι υπέπεσε σε νομική πλάνη καθόσον επικαλέστηκε, στο πλαίσιο ενστάσεως, το παράνομο της αποφάσεως περί εγκρίσεως του εντολοδόχου προς στήριξη της ακυρώσεως της αποφάσεως της Επιτροπής.

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, ο οποίος περιλαμβάνει τέσσερα σκέλη, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομική πλάνη κρίνοντας ότι η παρουσία του εκπροσώπου του εντολοδόχου στο διοικητικό συμβούλιο της Editis ως ανεξάρτητου τρίτου μπορούσε να δικαιολογήσει την ακύρωση της αποφάσεως περί εγκρίσεως. Αυτό οφείλεται στην παραμόρφωση ορισμένων πραγματικών περιστατικών, προδήλως ελλιπή αιτιολογία και πλείονα νομικά σφάλματα: συγκεκριμένα, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομική πλάνη ερμηνεύοντας κατά τρόπο εσφαλμένο την έννοια της ανεξαρτησίας (πρώτο σκέλος)· το Γενικό Δικαστήριο δεν κατέδειξε με την αιτιολογία του ως προς τι οι δεσμοί που υπήρχαν μεταξύ του εκπροσώπου του εντολοδόχου και της Editis μπορούσαν να επηρεάσουν το περιεχόμενο της εκθέσεως που παρέδωσε ο εντολοδόχος στην Επιτροπή (δεύτερο σκέλος)· το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε τα πραγματικά περιστατικά και εξέδωσε απόφαση με προδήλως ελλιπή αιτιολογία θεωρώντας ότι η έκθεση του εντολοδόχου είχε ασκήσει «καθοριστική επιρροή» στην απόφαση περί εγκρίσεως (τρίτο σκέλος) και, τέλος, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομική πλάνη καταλήγοντας στην ακύρωση της αποφάσεως περί εγκρίσεως χωρίς να καταδείξει ως προς τι η απόφαση αυτή θα διέφερε αν δεν είχαν σημειωθεί οι προβαλλόμενες παρατυπίες (τέταρτο σκέλος).