27.3.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 80/19


Προσφυγή της 25ης Ιανουαρίου 2010 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Βασιλείου του Βελγίου

(Υπόθεση C-41/10)

2010/C 80/34

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: G. Rozet και N. Yerrell)

Καθού: Βασίλειο του Βελγίου

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι το Βασίλειο του Βελγίου, μεταφέροντας στο εσωτερικό δίκαιο εσφαλμένως και ελλιπώς τις οδηγίες 73/239/ΕΟΚ (1) και 92/49/ΕΟΚ (2), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει, μεταξύ άλλων, από τα άρθρα 6, 8, 15, 16 και 17 της πρώτης οδηγίας 73/239/ΕΟΚ, καθώς και από τα άρθρα 20, 21 και 22 της τρίτης οδηγίας 92/49/ΕΟΚ·

να καταδικάσει το Βασίλειο του Βελγίου στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με την προσφυγή της, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι τα βελγικά ταμεία αλληλασφαλίσεως, δεδομένου ότι οι δραστηριότητές τους στον τομέα της συμπληρωματικής ασφαλίσεως υγείας δεν αποτελούν τμήμα του εκ του νόμου συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως, δεν είναι σύμφωνα προς την πρώτη και την τρίτη οδηγία για την πρωτασφάλιση εκτός της ασφάλειας ζωής. Συγκεκριμένα, τα ταμεία αλληλασφαλίσεως, στον βαθμό που τελούν σε ανταγωνισμό, στον τομέα της συμπληρωματικής ασφαλίσεως υγείας, προς τις ασφαλιστικές εταιρίες, πρέπει να υπάγονται στο ίδιο νομικό καθεστώς με αυτές. Η προσφεύγουσα αμφισβητεί συναφώς τον ισχυρισμό του καθού ότι οι υπηρεσίες συμπληρωματικής ασφαλίσεως υγείας που προσφέρουν τα ταμεία αλληλασφαλίσεως εμπίπτουν στην εξαίρεση του άρθρου 2, παράγραφος 1, σημείο δ', της πρώτης οδηγίας και υποστηρίζει ότι η κάλυψη βάσει της συμπληρωματικής ασφαλίσεως υγείας δεν μπορεί να εξομοιώνεται με τις «ασφαλίσεις που περιλαμβάνονται σε σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων».

Η Επιτροπή τονίζει, πρώτον, ότι η διάταξη του άρθρου 6 της πρώτης οδηγίας προβλέπει ότι η ανάληψη δραστηριότητας πρωτασφάλισης υπόκειται σε προηγούμενη χορήγηση διοικητικής άδειας, την οποία πρέπει να ζητεί από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής η επιχείρηση που εγκαθιστά την έδρα της στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους. Τα βελγικά ταμεία αλληλασφαλίσεως όμως δεν έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη όσον αφορά τις δραστηριότητές τους συμπληρωματικής ασφαλίσεως υγείας.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα προσάπτει στο καθού την παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, σημείο α', της πρώτης οδηγίας, στον βαθμό που τα ταμεία αλληλασφαλίσεως δεν περιλαμβάνονται μεταξύ των νομικών μορφών που επιβάλλει ο νόμος για τις ασφαλιστικές εταιρίες στο Βέλγιο. Επιπλέον, επιτρέπεται στα ταμεία αλληλασφαλίσεως να ασκούν ένα μεγάλο φάσμα δραστηριοτήτων που δεν έχουν άμεση σχέση με τις ασφαλιστικές δραστηριότητές τους, ενώ το άρθρο 8, παράγραφος 1, σημείο β', προβλέπει ότι η επιχείρηση πρέπει να περιορίζει τον σκοπό της στην ασφαλιστική δραστηριότητα και στις εργασίες που προκύπτουν απ' ευθείας από αυτήν, εξαιρουμένης κάθε άλλης εμπορικής δραστηριότητος. Η βελγική νομοθεσία είναι επίσης προβληματική από την άποψη του άρθρου 8, παράγραφος 1, σημείο γ', στον βαθμό που αυτό προβλέπει ότι η επιχείρηση πρέπει να υποβάλλει ένα πρόγραμμα δραστηριοτήτων σύμφωνο προς το άρθρο 9 της οδηγίας. Κανένα όμως πρόγραμμα του είδους αυτού δεν έχει υποβληθεί από τα ταμεία αλληλασφαλίσεως όσον αφορά τις δραστηριότητές τους συμπληρωματικής ασφαλίσεως υγείας. Τέλος, τα βελγικά ταμεία αλληλασφαλίσεως δεν έχουν την υποχρέωση να κατέχουν το ελάχιστο κεφάλαιο εγγυήσεως, αντίθετα προς τα όσα απαιτεί το άρθρο 8, παράγραφος 1, σημείο δ', της πρώτης οδηγίας.

Τρίτον, η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι, δυνάμει των άρθρων 13 επ. της πρώτης οδηγίας (ιδίως των άρθρων 16, 16α και 17) καθώς και των άρθρων 15 και 20 έως 22 της τρίτης οδηγίας, τα ταμεία αλληλασφαλίσεως πρέπει να συνιστούν επαρκή τεχνικά αποθεματικά όσον αφορά τις δραστηριότητές τους συμπληρωματικής ασφαλίσεως υγείας καθώς και ένα επαρκές περιθώριο φερεγγυότητας όσον αφορά το σύνολο των δραστηριοτήτων τους. Στο Βέλγιο όμως, το περιθώριο φερεγγυότητας για τις συμπληρωματικές ασφαλίσεις θεσπίστηκε μόλις το 2002 και ο τρόπος υπολογισμού του περιθωρίου αυτού διαφέρει από αυτόν που προβλέπει η πρώτη οδηγία.


(1)  Πρώτη οδηγία 73/239/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1973, περί συντονισμού των νομοθετικών κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη δραστηριότητος πρωτασφαλίσεως, εκτός της ασφαλίσεως ζωής, και την άσκηση αυτής (ΕΕ ειδ. έκδ. 06/001 σ. 157).

(2)  Οδηγία 92/49/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση, εκτός της ασφάλειας ζωής και για την τροποποίηση των οδηγιών 73/239/ΕΟΚ και 88/357/ΕΟΚ (τρίτη οδηγία για την πρωτασφάλιση εκτός της ασφάλειας ζωής) (ΕΕ L 228, σ. 1).