12.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 220/27


Προσφυγή που ασκήθηκε στις 15 Ιουλίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Πορτογαλικής Δημοκρατίας

(Υπόθεση C-267/09)

2009/C 220/52

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: R. Lyal και G. Braga da Cruz)

Καθής: Πορτογαλική Δημοκρατία

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναγνωρίσει ότι η Πορτογαλική Δημοκρατία, θεσπίζοντας και διατηρώντας σε ισχύ τις νομοθετικές διατάξεις που περιέχονται στο άρθρο 130 του Código do Imposto sobre o Rendimento das Pessoas Singulares (CIRS), που υποχρεώνουν τους φορολογουμένους κατοίκους αλλοδαπής να ορίζουν αντίκλητο, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 18 και 56 της Συνθήκης ΕΚ και τα αντίστοιχα άρθρα της Συμφωνίας ΕΟΧ·

να καταδικάσει την Πορτογαλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή θεωρεί ότι το άρθρο 130 του Código do Imposto sobre o Rendimento das Pessoas Singulares (CIRS) [Κώδικα φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων] επιβάλλει στους κατοίκους αλλοδαπής γενικώς την υποχρέωση να ορίζουν αντίκλητο κάτοικο Πορτογαλίας, υποχρέωση που δεν συμβαδίζει με τις διατάξεις των άρθρων 18 και 56 ΕΚ και των αντιστοίχων άρθρων της Συμφωνίας ΕΟΧ:

α)

αφενός μεν υποχρέωση των κατοίκων αλλοδαπής, που αποκτούν μόνον εισοδήματα φορολογούμενα οριστικώς μέσω παρακρατήσεως στην πηγή, να ορίζουν αντίκλητο κάτοικο Πορτογαλίας·

β)

αφετέρου δε υποχρέωση των κατοίκων αλλοδαπής, που αποκτούν εισοδήματα συνεπαγόμενα την υποχρέωση υποβολής φορολογικής δηλώσεως, να ορίζουν αντίκλητο κάτοικο Πορτογαλίας.

Κατά την άποψη της Επιτροπής, μια γενική υποχρέωση όπως η προβλεπόμενη από το άρθρο 130 του CIRS αντιβαίνει προς την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και των κεφαλαίων, που καθιερώνεται στα άρθρα 18 και 56 ΕΚ και τις αντίστοιχες διατάξεις της Συμφωνίας ΕΟΧ, εφόσον δημιουργεί διακρίσεις (εις βάρος των κατοίκων αλλοδαπής) και ταυτόχρονα είναι δυσανάλογη προς τον επιδιωκόμενο σκοπό.

Δημιουργεί διακρίσεις κατά το μέτρο που, στην πράξη, η υποχρέωση αυτή αντιπροσωπεύει οικονομική επιβάρυνση των κατοίκων αλλοδαπής, δεδομένου ότι, στις πλείστες των περιπτώσεων, οι αντίκλητοι δεν θα παράσχουν τις υπηρεσίες τους δωρεάν. Εξ άλλου, και αν ακόμη οι υπηρεσίες αντικλήτου προσφερθούν δωρεάν, το γεγονός και μόνον ότι υφίσταται υποχρέωση ορισμού του αποτελεί, αφ’ εαυτού, εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και των κεφαλαίων· το εμπόδιο αυτό παύει να υφίσταται μόνον αν ο ίδιος ο φορολογούμενος αποφασίζει αν θέλει ή όχι να ορίσει αντίκλητο.

Πέραν τούτου, και αν ακόμη ο αντίκλητος δεν έχει καμία υποχρέωση ή ευθύνη για την καταβολή του φόρου, αλλ’ εκπληρώνει απλώς μια υποχρέωση τυπικού χαρακτήρα, το γεγονός και μόνον ότι υφίσταται υποχρέωση ορισμού του αποτελεί, αφ’ εαυτού, εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και των κεφαλαίων· το εμπόδιο αυτό παύει να υφίσταται μόνον αν ο ίδιος ο φορολογούμενος αποφασίζει αν θέλει ή όχι να ορίσει αντίκλητο.

Η επίμαχη υποχρέωση είναι επίσης δυσανάλογη, διότι ο επιδιωκόμενος σκοπός –που είναι η εξασφάλιση αποτελεσματικού φορολογικού ελέγχου και η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής–, αυτός καθαυτός θεμιτός, θα μπορούσε να επιδιωχθεί με λιγότερο επαχθείς μεθόδους.

Αφενός μεν, η οδηγία 2008/55/ΕΚ (1) του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2008, για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με ορισμένες εισφορές, δασμούς, φόρους και άλλα μέτρα, –που αποτελεί κωδικοποίηση της οδηγίας 76/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 1976– προβλέπει αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη φόρων, άρα και του φόρου εισοδήματος (βλ. άρθρο 2, στοιχείο ζ'), όπως είναι ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων. Αφετέρου δε, κατά την οδηγία 77/799/ΕΟΚ του Συμβουλίου (2), της 19ης Δεκεμβρίου 1977, περί της αμοιβαίας συνδρομής των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των αμέσων φόρων, η αρμόδια αρχή κράτους μέλους έχει πάντοτε τη δυνατότητα να ζητήσει από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους να της κοινοποιήσει τις αναγκαίες πληροφορίες προς καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.


(1)  ΕΕ 2008, L 150, σ. 28

(2)  ΕΕ 1977, L 336, σ. 15