Υπόθεση C-291/09

Francesco Guarnieri & Cie

κατά

Vandevelde Eddy VOF

(αίτηση του rechtbank van koophandel te Brussel

για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων – Άρθρο 34 ΣΛΕΕ – Cautio judicatum solvi – Εταιρία μονεγασκικού δικαίου – Άρθρο 18, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ»

Περίληψη της αποφάσεως

1.        Τελωνειακή ένωση – Τελωνειακό έδαφος της Ένωσης – Πριγκιπάτο του Μονακό

(Άρθρο 34 ΣΛΕΕ και 36 ΣΛΕΕ· κανονισμός 2913/92 του Συμβουλίου, άρθρο 3 § 2, στοιχείο β΄)

2.        Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων – Ποσοτικοί περιορισμοί – Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος

(Άρθρο 34 ΣΛΕΕ)

1.        Βάσει του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, του κανονισμού 2913/92, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, το έδαφος του Πριγκιπάτου του Μονακό θεωρείται μέρος του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης. Εφόσον στο εμπόριο μεταξύ του Μονακό και των κρατών μελών δεν μπορεί να εφαρμοσθεί δασμός ή φόρος ισοδυνάμου αποτελέσματος, κατ’ ακολουθία τα εμπορεύματα καταγωγής Μονακό, εξαγόμενα απευθείας σε κράτος μέλος, πρέπει να αντιμετωπίζονται ως αν ήσαν καταγωγής των κρατών μελών. Από την εξομοίωση αυτή προς τα προϊόντα καταγωγής των κρατών μελών προκύπτει ότι τα εμπορεύματα καταγωγής Μονακό υπάγονται στους κανόνες της Συνθήκης στον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων.

(βλ. σκέψη 14)

2.        Το άρθρο 34 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι δεν αντιβαίνει σε αυτό νομοθεσία κράτους μέλους η οποία απαιτεί την παροχή εγγυήσεως για την καταβολή των δικαστικών εξόδων εκ μέρους ενάγοντος μονεγασκικής ιθαγένειας ο οποίος άσκησε ενώπιον ορισμένου από τα πολιτικά δικαστήρια του κράτους αυτού αγωγή κατά υπηκόου του εν λόγω κράτους προκειμένου να επιτύχει την εξόφληση τιμολογίων εκδοθέντων για την παράδοση εμπορευμάτων τα οποία εξομοιώνονται με κοινοτικά εμπορεύματα, μολονότι τέτοια απαίτηση δεν επιβάλλεται στους υπηκόους του κράτους μέλους αυτού.

Ασφαλώς, το αποτέλεσμα ενός τέτοιου μέτρου είναι ότι οι επιχειρηματίες που επιθυμούν να ασκήσουν ένδικο βοήθημα υπάγονται σε διαφορετική δικονομική ρύθμιση ανάλογα με το αν έχουν ή όχι την ιθαγένεια του οικείου κράτους μέλους. Εντούτοις, το γεγονός ότι οι υπήκοοι άλλων κρατών μελών θα δίσταζαν εξ αυτού του λόγου να πωλήσουν εμπορεύματα σε αγοραστές εγκατεστημένους στο εν λόγω κράτος μέλος οι οποίοι έχουν την ιθαγένεια του κράτους αυτού έχει υπερβολικά υποθετικό και έμμεσο χαρακτήρα για να θεωρηθεί το επίμαχο εθνικό μέτρο ικανό να εμποδίσει το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών, με συνέπεια ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ενδεχόμενης αλλοιώσεως του ενδοκοινοτικού εμπορίου και της επίμαχης διαφορετικής μεταχειρίσεως να μη μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει αποδειχθεί.

(βλ. σκέψεις 17, 21 και διατακτ.)







ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

της 7ης Απριλίου 2011 (*)

«Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων – Άρθρο 34 ΣΛΕΕ – Cautio judicatum solvi – Εταιρία μονεγασκικού δικαίου – Άρθρο 18, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ»

Στην υπόθεση C‑291/09,

με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το rechtbank van koophandel te Brussel (Βέλγιο) με απόφαση της 17ης Ιουλίου 2009, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 27 Ιουλίου 2009, στο πλαίσιο της δίκης

Francesco Guarnieri & Cie

κατά

Vandevelde Eddy VOF,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. Tizzano, πρόεδρο τμήματος, J.-J. Kasel, A. Borg Barthet, E. Levits και M. Safjan (εισηγητή), δικαστές,

γενική εισαγγελέας: E. Sharpston

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Βελγική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον T. Materne,

–        η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους J.‑B. Laignelot και M. van Beek,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 14ης Σεπτεμβρίου 2010,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 28 ΕΚ έως 30 ΕΚ.

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Francesco Guarnieri & Cie (στο εξής: Guarnieri), εταιρίας μονεγασκικού δικαίου με έδρα το Μονακό, και της Vandevelde Eddy VOF (στο εξής: Vandevelde), η οποία εδρεύει στο Βέλγιο, με αντικείμενο την παράδοση διαφόρων εμπορευμάτων και την καταβολή του σχετικού τιμήματος.

 Το νομικό πλαίσιο

 Ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας

3        Το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302, σ. 1), το οποίο πλέον έχει αντικατασταθεί από το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του κανονισμού (ΕΚ) 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 145, σ. 1), προβλέπει:

«Τα ακόλουθα εδάφη που βρίσκονται εκτός του εδάφους των κρατών μελών, λόγω των συμβάσεων και συνθηκών που ισχύουν γι’ αυτά, θα θεωρούνται μέρος του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας:

[…]

β)      Γαλλία

Το έδαφος του Πριγκιπάτου του Μονακό, όπως καθορίζεται από την τελωνειακή σύμβαση που υπογράφηκε στο Παρίσι στις 18 Μαΐου 1963 [(Journal officiel de la République française (Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας) της 27ης Σεπτεμβρίου 1963, σ. 8679)]».

 Το βελγικό δίκαιο

4        Το άρθρο 851 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας (στο εξής: κώδικας πολιτικής δικονομίας) ορίζει:

«Ο αλλοδαπός ο οποίος έχει ασκήσει αγωγή ή παρέμβαση οφείλει, αν ο Βέλγος εναγόμενος προβάλει σχετική αίτηση κατά την έναρξη της δίκης, να παράσχει εγγύηση ως προς το ότι θα καταβάλει τα δικαστικά έξοδα στα οποία ενδέχεται να καταδικαστεί καθώς και την αποζημίωση η οποία ενδέχεται να επιδικαστεί εις βάρος του, εκτός αν τα κράτη, στο πλαίσιο διμερούς συμφωνίας, έχουν συνομολογήσει ότι οι υπήκοοί τους απαλλάσσονται από τη σχετική υποχρέωση. Ο εναγόμενος μπορεί να ζητήσει την παροχή εγγυήσεως το πρώτον κατ’ έφεση, αν έχει την ιδιότητα του εφεσίβλητου».

5        Από τη δικογραφία δεν προκύπτει ότι υφίσταται σύμβαση δυνάμει της οποίας οι εταιρίες μονεγασκικού δικαίου απαλλάσσονται από την υποχρέωση παροχής εγγυήσεως για την καταβολή των δικαστικών εξόδων (cautio judicatum solvi).

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

6        Η ανώνυμη εταιρία Fourcroy είχε παραγγείλει στη Vandevelde 21 000 «twister-glazen» (ποτήρια) καθώς και 100 000 κεριά τύπου ρεσό, με τα εξαρτήματά τους, στο πλαίσιο μιας διαφημιστικής εκστρατείας για την πώληση φιαλών «Mandarine Napoléon». Η Vandevelde είχε αναθέσει με υπεργολαβία την παραγγελία αυτή στην Guarnieri.

7        Κατά τη Vandevelde, η Guarnieri δεν εκπλήρωσε κατά τρόπο προσήκοντα την υποχρέωσή της περί παραδόσεως. Συγκεκριμένα, κατά τη Vandevelde, όχι μόνον η παράδοση έγινε με καθυστέρηση, αλλά επίσης δεν ανταποκρινόταν στην παραγγελία, καθόσον το 65 % των «twister-glazen» είχαν θραυσθεί, τα ποτήρια που παραδόθηκαν άθραυστα ήταν ιδιαιτέρως βρώμικα, οι πλαστικές συσκευασίες είχαν καταστραφεί (3 000 αντικείμενα) και το διαφημιστικό αυτοκόλλητο είχε τεθεί σε λάθος πλευρά. Στο πλαίσιο αυτό, η Vandevelde αρνήθηκε να εκπληρώσει την υποχρέωσή της περί καταβολής του τιμήματος.

8        Κατ’ ακολουθία, η Guarnieri άσκησε αγωγή ενώπιον του rechtbank van koophandel te Brussel (τμήμα εμπορικών διαφορών του Πρωτοδικείου των Βρυξελλών), με αντικείμενο, κυρίως, να υποχρεωθεί η Vandevelde να της καταβάλει την αξία των ανεξόφλητων τιμολογίων, πλέον τόκων υπερημερίας. Η Vandevelde, με ανταγωγή, ζήτησε να υποχρεωθεί η Guarnieri στην καταβολή αποζημιώσεως για την υλική ζημία που ισχυρίζεται ότι υπέστη και το διαφυγόν κέρδος, πλέον τόκων υπερημερίας.

9        Στη δίκη ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, η Vandevelde προέβαλε, in limine litis, την ένσταση παροχής εγγυήσεως για την καταβολή των δικαστικών εξόδων, που προβλέπεται στο άρθρο 851 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας, προκειμένου η Guarnieri να υποχρεωθεί να καταβάλει εγγύηση 2 500 ευρώ για τα δικαστικά έξοδα στα οποία ενδέχεται να καταδικαστεί.

10      Καθόσον η Guarnieri υποστήριξε ότι το να υποχρεωθεί σε παροχή εγγυήσεως για την καταβολή των δικαστικών εξόδων αντιβαίνει προς τα άρθρα 28 ΕΚ έως 30 ΕΚ, περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, το rechtbank van koophandel te Brussel έκρινε απαραίτητο, προκειμένου να μπορέσει να εκτιμήσει τη συμβατότητα του άρθρου 851 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας με το δίκαιο της Ένωσης, να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα: 

«Αποκλείουν τα άρθρα [28 ΕΚ, 29 ΕΚ και 30 ΕΚ] τη δυνατότητα ένας ενάγων μονεγασκικής ιθαγενείας ο οποίος άσκησε αγωγή στο Βέλγιο για την εξόφληση τιμολογίων που εκδόθηκαν για την παράδοση ποτηριών τύπου “twister” και κεριών τύπου ρεσό με τα εξαρτήματά τους να υποχρεωθεί, κατόπιν αιτήσεως εναγομένου βελγικής ιθαγενείας, να παράσχει εγγύηση για την καταβολή των δικαστικών εξόδων στα οποία ενδέχεται να καταδικαστεί καθώς και της αποζημιώσεως η οποία ενδέχεται να επιδικαστεί εις βάρος του;»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

11      Καταρχάς, διευκρινίζεται ότι από τα πραγματικά περιστατικά που εκθέτει το αιτούν δικαστήριο προκύπτει ότι η υπό κρίση υπόθεση δεν αφορά τα ρεύματα των εξαγωγών, αλλά μόνον την κυκλοφορία εμπορευμάτων με προορισμό το Βέλγιο. Επομένως, παρέλκει η εξέταση του ζητήματος της ερμηνείας του άρθρου 35 ΣΛΕΕ.

12      Όσον αφορά την εκτίμηση του μηχανισμού της παροχής εγγυήσεως για την καταβολή των δικαστικών εξόδων υπό το πρίσμα των άρθρων 34 ΣΛΕΕ και 36 ΣΛΕΕ, πρέπει καταρχάς να διευκρινισθεί το ζήτημα της δυνατότητας εφαρμογής των διατάξεων περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης η οποία αφορά την εισαγωγή σε κράτος μέλος από μονεγασκική εταιρία αγαθών καταγωγής Μονακό.

13      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά τα άρθρα 52 ΣΕΕ και 355 ΣΛΕΕ, το έδαφος του Πριγκιπάτου του Μονακό δεν περιλαμβάνεται στο «πεδίο εδαφικής εφαρμογής των Συνθηκών» και, επιπλέον, ότι ο αποκλεισμός από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας συνεπάγεται τη μη εφαρμογή των διατάξεων της Συνθήκης ΛΕΕ σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 23ης Σεπτεμβρίου 2003, C‑30/01, Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου, Συλλογή 2003, σ. I‑9481, σκέψη 60).

14      Εντούτοις, βάσει του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, του κανονισμού 2913/92, το έδαφος του Πριγκιπάτου του Μονακό θεωρείται μέρος του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης. Εφόσον στο εμπόριο μεταξύ του Μονακό και των κρατών μελών δεν μπορεί να εφαρμοσθεί δασμός ή φόρος ισοδυνάμου αποτελέσματος, κατ’ ακολουθία τα εμπορεύματα καταγωγής Μονακό, εξαγόμενα απευθείας σε κράτος μέλος, πρέπει να αντιμετωπίζονται ως αν ήσαν καταγωγής των κρατών μελών. Από την εξομοίωση αυτή προς τα προϊόντα καταγωγής των κρατών μελών προκύπτει ότι τα εμπορεύματα καταγωγής Μονακό υπάγονται στους κανόνες της Συνθήκης στον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας εμπορευμάτων (βλ., κατ’ αναλογία, αποφάσεις της 15ης Δεκεμβρίου 1976, 41/76, Donckerwolcke και Schou, Συλλογή τόμος 1976, σ. 719, σκέψεις 17 και 18, καθώς και Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου, προπαρατεθείσα, σκέψη 54).

15      Εν συνεχεία, όσον αφορά το ζήτημα κατά πόσον συνιστά εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων διάταξη κράτους μέλους η οποία υποχρεώνει κάθε αλλοδαπό υπήκοο, όπως τους Μονεγάσκους υπηκόους, σε παροχή εγγυήσεως για την καταβολή των δικαστικών εξόδων σε περίπτωση που ο αλλοδαπός αυτός υπήκοος προτίθεται να ασκήσει αγωγή κατά υπηκόου του οικείου κράτους μέλους, μολονότι τέτοια υποχρέωση δεν επιβάλλεται στους δικούς του υπηκόους, πρέπει να υπομνησθεί ότι κάθε εμπορική ρύθμιση των κρατών μελών δυνάμενη να παρακωλύσει, άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά, το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών θεωρείται μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό κατά την έννοια του άρθρου 34 ΣΛΕΕ (βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις της 11ης Ιουλίου 1974, 8/74, Dassonville, Συλλογή τόμος 1974, σ. 411, σκέψη 5, και της 9ης Δεκεμβρίου 2010, C‑421/09, Humanplasma, δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 26).

16      Όπως, όμως, επισήμανε η γενική εισαγγελέας με το σημείο 46 των προτάσεών της, εθνική ρύθμιση όπως η ένσταση παροχής εγγυήσεως για την καταβολή των δικαστικών εξόδων η οποία προβλέπεται στο άρθρο 851 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας είναι αμιγώς διαδικαστικού χαρακτήρα και δεν σκοπεί στη ρύθμιση των εμπορευματικών συναλλαγών. Επιπλέον, η εφαρμογή της εξαρτάται όχι από την καταγωγή του οικείου προϊόντος, αλλά από τη συνδρομή δύο σωρευτικών προϋποθέσεων, ήτοι, αφενός, πρέπει να πρόκειται για διαφορά από σύμβαση η οποία να οδηγήσει σε δίκη ενώπιον των βελγικών δικαστηρίων και, αφετέρου, ο εναγόμενος, στο πλαίσιο μιας τέτοιας δίκης, πρέπει να είναι Βέλγος υπήκοος ο οποίος επιλέγει να επικαλεστεί την επίμαχη διάταξη.

17      Ασφαλώς, το αποτέλεσμα ενός τέτοιου μέτρου είναι ότι οι επιχειρηματίες που επιθυμούν να ασκήσουν ένδικο βοήθημα υπάγονται σε διαφορετική δικονομική ρύθμιση ανάλογα με το αν έχουν ή όχι την ιθαγένεια του οικείου κράτους μέλους. Εντούτοις, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας με τα σημεία 46 και 47 των προτάσεών της, το γεγονός ότι οι υπήκοοι άλλων κρατών μελών θα δίσταζαν εξ αυτού του λόγου να πωλήσουν εμπορεύματα σε αγοραστές εγκατεστημένους στο εν λόγω κράτος μέλος οι οποίοι έχουν την ιθαγένεια του κράτους αυτού έχει υπερβολικά υποθετικό και έμμεσο χαρακτήρα για να θεωρηθεί το επίμαχο εθνικό μέτρο ικανό να εμποδίσει το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών (βλ., κατ’ αναλογία, τις αποφάσεις της 7ης Μαρτίου 1990, C-69/88, Krantz, Συλλογή 1990, σ. I-583, σκέψη 11· της 14ης Ιουλίου 1994, C‑379/92, Peralta, Συλλογή 1994, σ. I‑3453, σκέψη 24· της 5ης Οκτωβρίου 1995, C‑96/94, Centro Servizi Spediporto, Συλλογή 1995, σ. I‑2883, σκέψη 41, και της 22ας Ιουνίου 1999, C‑412/97, ED, Συλλογή 1999, σ. I‑3845, σκέψη 11). Κατά συνέπεια, ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ενδεχόμενης αλλοιώσεως του ενδοκοινοτικού εμπορίου και της επίμαχης διαφορετικής μεταχειρίσεως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει αποδειχθεί.

18      Επομένως, το άρθρο 34 ΣΛΕΕ δεν απαγορεύει εθνικό μέτρο όπως αυτό που θεσπίζεται με το άρθρο 851 του βελγικού κώδικα πολιτικής δικονομίας.

19      Κατόπιν τούτου, πρέπει να διευκρινιστεί, όπως υπενθυμίζει η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ότι το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι εθνική διάταξη όπως η επίμαχη στο πλαίσιο της κύριας δίκης, μολονότι δεν κάνει διάκριση ανάλογα με την καταγωγή των προϊόντων, εντούτοις συνιστά, έναντι των υπηκόων άλλων κρατών μελών, άμεση διάκριση στηριζόμενη στην ιθαγένεια του ενάγοντος, στο μέτρο που δεν απαιτεί παροχή εγγυήσεως από τους ημεδαπούς (αποφάσεις της 26ης Σεπτεμβρίου 1996, C-43/95, Data Delecta και Forsberg, Συλλογή 1996, σ. I-4661, σκέψεις 17 και 22, καθώς και της 20ής Μαρτίου 1997, C‑323/95, Hayes, Συλλογή 1997, σ. I-1711, σκέψη 19).

20      Εντούτοις, μια τέτοια διάκριση, απαγορευόμενη από το άρθρο 18, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, δεν διαπιστώνεται έναντι μονεγασκικής εταιρίας, όπως η ενάγουσα της κύριας δίκης, στο μέτρο που αυτή δεν μπορεί λυσιτελώς να επικαλεστεί την εν λόγω διάταξη της Συνθήκης (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 2ας Οκτωβρίου 1997, C‑122/96, Saldanha και MTS, Συλλογή 1997, σ. I‑5325, σκέψη 15· βλ. επίσης, στον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, απόφαση της 4ης Ιουνίου 2009, C‑22/08 και C‑23/08, Βάτσουρας και Κουπατάντζε, Συλλογή 2009, σ. I‑4585, σκέψη 52).

21      Κατόπιν των προεκτεθέντων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 34 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι δεν αντιβαίνει σε αυτό νομοθεσία κράτους μέλους η οποία απαιτεί την παροχή εγγυήσεως για την καταβολή των δικαστικών εξόδων εκ μέρους ενάγοντος μονεγασκικής ιθαγένειας ο οποίος άσκησε ενώπιον ορισμένου από τα πολιτικά δικαστήρια του κράτους αυτού αγωγή κατά υπηκόου του εν λόγω κράτους προκειμένου να επιτύχει την εξόφληση τιμολογίων εκδοθέντων για την παράδοση εμπορευμάτων τα οποία εξομοιώνονται με κοινοτικά εμπορεύματα, μολονότι τέτοια απαίτηση δεν επιβάλλεται στους υπηκόους του κράτους μέλους αυτού.

 Επί των δικαστικών εξόδων

22      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 34 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι δεν αντιβαίνει σε αυτό νομοθεσία κράτους μέλους η οποία απαιτεί την παροχή εγγυήσεως για την καταβολή των δικαστικών εξόδων εκ μέρους ενάγοντος μονεγασκικής ιθαγένειας ο οποίος άσκησε ενώπιον ορισμένου από τα πολιτικά δικαστήρια του κράτους αυτού αγωγή κατά υπηκόου του εν λόγω κράτους προκειμένου να επιτύχει την εξόφληση τιμολογίων εκδοθέντων για την παράδοση εμπορευμάτων τα οποία εξομοιώνονται με κοινοτικά εμπορεύματα, μολονότι τέτοια απαίτηση δεν επιβάλλεται στους υπηκόους του κράτους μέλους αυτού.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική.