26.4.2008 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 107/15 |
Προσφυγή της 12ης Φεβρουαρίου 2008 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Δημοκρατίας της Αυστρίας
(Υπόθεση C-53/08)
(2008/C 107/23)
Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: G. Braun και H. Støvlbæk)
Καθής: Δημοκρατία της Αυστρίας
Αιτήματα της προσφεύγουσας
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
— |
να αναγνωρίσει ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας, επιβάλλοντας, με το άρθρο 6, παράγραφος 1, του Notariatsordnung (του αυστριακού συμβολαιογραφικού κώδικα), την αυστριακή ιθαγένεια ως προϋπόθεση για την πρόσβαση στο επάγγελμα του συμβολαιογράφου, παρέβη τα άρθρα 43 ΕΚ και 45 ΕΚ, |
— |
να αναγνωρίσει ότι η Δημοκρατία της Αυστρίας, μη μεταφέροντας στην αυστριακή νομοθεσία την οδηγία 89/48/ΕΚ (και την οδηγία 2005/36/ΕΚ) σε σχέση με το επάγγελμα του συμβολαιογράφου, παρέβη την οδηγία αυτή και τα άρθρα 43 ΕΚ και 45 ΕΚ, |
— |
να καταδικάσει τη Δημοκρατία της Αυστρίας στα δικαστικά έξοδα. |
Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
Το άρθρο 43 ΕΚ απαγορεύει κάθε διάκριση λόγω ιθαγένειας που προκύπτει από τη νομοθεσία ως περιορισμός της ελευθερίας εγκατάστασης. Κατά το άρθρο 45, πρώτο εδάφιο, ΕΚ, οι διατάξεις του κεφαλαίου για το δικαίωμα εγκατάστασης δεν έχουν εφαρμογή στις δραστηριότητες που συνδέονται μόνιμα ή περιστασιακά με την άσκηση δημόσιας εξουσίας σε ένα κράτος μέλος.
Σύμφωνα με τον αυστριακό συμβολαιογραφικό κώδικα, ως συμβολαιογράφοι μπορούν να διορίζονται στην Αυστρία μόνο Αυστριακοί υπήκοοι. Η επίμαχη διάταξη εισάγει επομένως διακρίσεις ανάλογα με την ιθαγένεια και προσβάλλει την ελευθερία εγκατάστασης των υπηκόων των άλλων κρατών μελών, καθόσον δεν τους επιτρέπει την άσκηση του επαγγέλματος του συμβολαιογράφου.
Κατά την άποψη της Επιτροπής, οι δραστηριότητες των συμβολαιογράφων δεν εμπίπτουν στην εξαίρεση που προβλέπει το άρθρο 45 ΕΚ, πράγμα που σημαίνει ότι η ελευθερία εγκατάστασης έχει εφαρμογή και στο επάγγελμα του συμβολαιογράφου.
Κατά την Επιτροπή, για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα τι σημαίνει ο όρος «δημόσια εξουσία», όπως χρησιμοποιείται στο άρθρο 45 ΕΚ, πρέπει καταρχάς να λαμβάνεται υπόψη η κρατούσα στο συγκεκριμένο κράτος μέλος αντίληψη. Οι δραστηριότητες που δεν θεωρούνται σε ένα κράτος μέλος ως έκφραση δημόσιας εξουσίας δεν επιτρέπεται να θεωρούνται ως εμπίπτουσες στην εξαίρεση, έστω και αν οι ίδιες αυτές δραστηριότητες θεωρούνται ως έκφραση δημόσιας εξουσίας σε άλλα κράτη μέλη. Εξάλλου, για την ερμηνεία από την άποψη του άρθρου 45 ΕΚ, η έννοια και το περιεχόμενο του όρου «δημόσια εξουσία» πρέπει να προσδιοριστούν σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, το δε Δικαστήριο θα πρέπει να τον ερμηνεύσει ως αυτόνομη και ενιαία σε όλη την Κοινότητα έννοια. Το γεγονός ότι ο Αυστριακός νομοθέτης και τα αυστριακά δικαστήρια θεωρούν ότι οι συμβολαιογραφικές δραστηριότητες συνιστούν καταρχήν συμμετοχή στην άσκηση της κρατικής δημόσιας εξουσίας δεν σημαίνει ότι ο λόγος αυτός αρκεί για να επιτραπεί η εξαίρεση των δραστηριοτήτων αυτών από την ελευθερία εγκατάστασης σύμφωνα με τα αυστηρότερα κριτήρια που θέτει το κοινοτικό δίκαιο. Το άρθρο 45, πρώτο εδάφιο, ΕΚ πρέπει δηλαδή να ερμηνεύεται στενά, καθόσον αποτελεί εξαίρεση από θεμελιώδη ελευθερία.
Κατά την Επιτροπή, με βάση το παρόν στάδιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η επιβολή της προϋπόθεσης της ιθαγένειας για την άσκηση των συμβολαιογραφικών δραστηριοτήτων δύσκολα θα μπορούσε να στηριχθεί σε δικαιολογητικό λόγο σχετικό με το περιεχόμενο των δραστηριοτήτων αυτών. Καμία από τις δραστηριότητες αυτές, ακόμη και αν μπορούσε να αποτελεί πράξη δημόσιας εξουσίας, δεν προϋποθέτει την ύπαρξη ιδιαίτερου δεσμού με το κράτος, πράγμα που αποτελεί όμως το χαρακτηριστικό της ιθαγένειας. Εξάλλου, οι δραστηριότητες αυτές δεν ενέχουν ούτε τον κίνδυνο δημιουργίας προστριβών με τους ημεδαπούς λόγω άσκησης κυριαρχικών δικαιωμάτων και χρησιμοποίησης μέσων επιβολής της κρατικής εξουσίας.
Οι δραστηριότητες τις οποίες επικαλέστηκε η Δημοκρατία της Αυστρίας ως δικαιολογητικούς λόγους για την επιβολή της προϋπόθεσης της ιθαγένειας, δηλαδή η κατάρτιση νομικών πράξεων και συμφωνιών με δημόσιο έγγραφο, η περιαφή του εκτελεστήριου τύπου, η παροχή νομικών συμβουλών και η διενέργεια από τον συμβολαιογράφο ορισμένων πράξεων κατ' εντολή του δικαστή, δεν αρκούν ως δικαιολογητικός λόγος για την εφαρμογή του άρθρου 45 ΕΚ. Η συμμετοχή των συμβολαιογράφων στην άσκηση δημόσιας εξουσίας λόγω των δραστηριοτήτων αυτών, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι υπάρχει τέτοια συμμετοχή, είναι έμμεση και μόνο. Η άσκηση δημόσιας εξουσίας δεν πρέπει άλλωστε να συγχέεται με την άσκηση δραστηριοτήτων προς εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος. Οι δραστηριότητες κοινής ωφέλειας δεν εμπίπτουν οπωσδήποτε στην άσκηση δημόσιας εξουσίας· για την άσκηση των δραστηριοτήτων που εξυπηρετούν το γενικό καλό και όχι το συμφέρον συγκεκριμένων ατόμων δεν είναι οπωσδήποτε αναγκαία η μεταβίβαση δημόσιας εξουσίας. Ενώ δηλαδή επιτρέπεται να προβλέπεται προς το γενικό συμφέρον ότι η δημόσια εξουσία θα ασκείται πράγματι μόνο από ημεδαπούς, η άσκηση ορισμένης δραστηριότητας προς το γενικό συμφέρον μπορεί να διασφαλίζεται, όπως συμβαίνει π.χ. με τις πράξεις των υπό ευρεία έννοια δικαστικών υπαλλήλων, με την εφαρμογή ιδιαίτερων ρυθμίσεων και ιδιαίτερων ελέγχων για την πρόσβαση στο επάγγελμα και για τις επαγγελματικές υποχρεώσεις.
Η Επιτροπή φρονεί συνεπώς ότι καμία από τις δραστηριότητες των συμβολαιογράφων στην Αυστρία δεν συνιστά, αυτοτελώς ή ως μέρος του συνόλου των δραστηριοτήτων αυτών, άμεση και ειδική συγκεκριμένη συμμετοχή στην άσκηση δημόσιας εξουσίας κατά την έννοια της νομολογίας.