Λέξεις κλειδιά
Περίληψη

Λέξεις κλειδιά

1. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχρηστικές ρήτρες σε συμβάσεις που συνάπτονται με καταναλωτές – Οδηγία 93/13

(Οδηγία 93/13 του Συμβουλίου, άρθρα 4 § 2 και 8)

2. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχρηστικές ρήτρες σε συμβάσεις που συνάπτονται με καταναλωτές – Οδηγία 93/13

(Οδηγία 93/13 του Συμβουλίου, άρθρα 4 § 2 και 8)

3. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Καταχρηστικές ρήτρες σε συμβάσεις που συνάπτονται με καταναλωτές – Οδηγία 93/13

(Άρθρα 2 ΕΚ, 3 §1, στοιχείο ζ΄, ΕΚ, και 4 §1 ΕΚ· οδηγία 93/13 του Συμβουλίου, άρθρα 4 § 2, και 8)

Περίληψη

1. Τα άρθρα 3, παράγραφος 1, και 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, θέτουν από κοινού τα γενικά κριτήρια βάσει των οποίων εκτιμάται ο καταχρηστικός χαρακτήρας των συμβατικών ρητρών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της οδηγίας. Υπό το ίδιο πρίσμα, το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας αφορά αποκλειστικώς τον προσδιορισμό των λεπτομερειών και της εκτάσεως του ελέγχου της ουσίας των συμβατικών ρητρών, οι οποίες, χωρίς να έχουν αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως, περιγράφουν τις κύριες παροχές των συμβάσεων που συνάπτονται μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή. Επομένως, οι ρήτρες στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 4, παράγραφος 2, εμπίπτουν όντως στον τομέα τον οποίο ρυθμίζει η οδηγία και, ως εκ τούτου, το άρθρο 8 της οδηγίας έχει εφαρμογή και ως προς τη διάταξη αυτή.

(βλ. σκέψεις 33-35)

2. Τα άρθρα 4, παράγραφος 2, και 8 της οδηγίας 93/13, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, έχουν την έννοια ότι δεν απαγορεύουν εθνική ρύθμιση η οποία επιτρέπει τον δικαστικό έλεγχο του καταχρηστικού χαρακτήρα των συμβατικών ρητρών που αφορούν είτε τον καθορισμό του κύριου αντικειμένου της συμβάσεως είτε την αναλογία μεταξύ της τιμής και της αμοιβής, αφενός, και των υπηρεσιών ή αγαθών που θα παρασχεθούν ως αντάλλαγμα, αφετέρου, ακόμη και στην περίπτωση που είναι διατυπωμένες με τρόπο σαφή και κατανοητό.

Συγκεκριμένα, παρέχοντας τη δυνατότητα ασκήσεως πλήρους δικαστικού ελέγχου της καταχρηστικότητας των προβλεπομένων σε σύμβαση μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή ρητρών στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής, η οικεία εθνική ρύθμιση συμβάλλει στη διασφάλιση υπέρ του καταναλωτή, σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας, ενός επιπέδου προστασίας υψηλότερου, στην πράξη, από εκείνο που προβλέπει η ίδια η οδηγία.

(βλ. σκέψεις 42-44, διατακτ.)

3. Τα άρθρα 2 ΕΚ, 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζ΄, ΕΚ και 4, παράγραφος 1, ΕΚ δεν αποκλείουν την ερμηνεία των άρθρων 4, παράγραφος 2, και 8 της οδηγίας 93/13, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, υπό την έννοια ότι τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίσουν εθνική ρύθμιση η οποία να επιτρέπει τον δικαστικό έλεγχο του καταχρηστικού χαρακτήρα των συμβατικών ρητρών που αφορούν είτε τον καθορισμό του κυρίου αντικειμένου της συμβάσεως είτε την αναλογία μεταξύ της τιμής και της αμοιβής, αφενός, και των υπηρεσιών ή αγαθών που θα παρασχεθούν ως αντάλλαγμα, αφετέρου, ακόμη και αν οι ρήτρες αυτές είναι διατυπωμένες με τρόπο σαφή και κατανοητό.

Όσον αφορά κατ’ αρχάς τα άρθρα 2 ΕΚ και 4, παράγραφος 1, ΕΚ αρκεί η διαπίστωση ότι οι διατάξεις αυτές θέτουν γενικούς σκοπούς και γενικές αρχές που πρέπει, κατ’ ανάγκην, να συνδυαστούν με τα αντίστοιχα κεφάλαια της Συνθήκης ΕΚ, τα οποία αφορούν την εφαρμογή των ως άνω σκοπών και αρχών στην πράξη. Επομένως, δεν μπορεί να έχουν, αυτές καθαυτές, ως αποτέλεσμα τη γέννηση σαφών και ανεπιφύλακτων έννομων υποχρεώσεων εις βάρος των κρατών μελών.

Ομοίως, ούτε το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζ΄, ΕΚ επιβάλλει, αυτό καθαυτό, έννομες υποχρεώσεις στα κράτη μέλη. Πράγματι, η διάταξη αυτή αποτελεί απλώς έκφραση ενός σκοπού ο οποίος, όμως, πρέπει να διευκρινιστεί περαιτέρω με άλλες διατάξεις της Συνθήκης, ιδίως τις σχετικές με τους κανόνες του ανταγωνισμού

(βλ. σκέψεις 46-47, 49, διατακτ.)