Υπόθεση C-292/08

German Graphics Graphische Maschinen GmbH

κατά

Alice van der Schee, ως συνδίκου πτωχεύσεως της Holland Binding BV

(αίτηση του Hoge Raad der Nederlanden για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Αφερεγγυότητα — Εφαρμογή του δικαίου του κράτους μέλους ενάρξεως της διαδικασίας — Παρακράτηση της κυριότητας — Τόπος όπου βρίσκεται το περιουσιακό στοιχείο»

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 10ης Σεπτεμβρίου 2009   I ‐ 8424

Περίληψη της αποφάσεως

  1. Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Διεθνής δικαιοδοσία και εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις – Κανονισμός 44/2001 – Αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων – Αποφάσεις υπό την έννοια του άρθρου 25, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 1346/2000

    (Κανονισμοί του Συμβουλίου 1346/2000, άρθρο 25 §§ 1 και 2, και 44/2001)

  2. Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Διεθνής δικαιοδοσία και εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις – Κανονισμός 44/2001 – Πεδίο εφαρμογής – Εξαιρούμενες υποθέσεις – Πτωχεύσεις, πτωχευτικοί συμβιβασμοί και άλλες ανάλογες διαδικασίες – Έκταση

    (Κανονισμοί του Συμβουλίου 1346/2000, άρθρα 4 § 2, στοιχείο β’, και 7 § 1, και 44/2001, άρθρο 1 § 2, στοιχείο β’)

  1.  Το άρθρο 25, παράγραφος 2, του κανονισμού 1346/2000 περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η έκφραση «εφόσον [η Σύμβαση αυτή] τυγχάνει εφαρμογής» συνεπάγεται ότι, πριν μπορέσει να συναχθεί ότι οι κανόνες αναγνωρίσεως και εκτελέσεως που περιλαμβάνονται στον κανονισμό 44/2001 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις έχουν εφαρμογή επί άλλων αποφάσεων εκτός από εκείνες τις οποίες αφορά το άρθρο 25, παράγραφος 1, του κανονισμού 1346/2000, είναι αναγκαίο να εξακριβωθεί αν οι αποφάσεις αυτές εμπίπτουν στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 44/2001.

    Η εξακρίβωση αυτή είναι αναγκαία εφόσον δεν αποκλείεται ότι στις αποφάσεις τις οποίες αφορά το άρθρο 25, παράγραφος 2, του κανονισμού 1346/2000 οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού περιλαμβάνονται και αποφάσεις που δεν εμπίπτουν ούτε στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 44/2001. Εν προκειμένω, από το κείμενο του άρθρου 25, παράγραφος 2, προκύπτει ότι η εφαρμογή του κανονισμού 44/2001 επί μιας αποφάσεως υπό την έννοια της διατάξεως αυτής εξαρτάται από την προϋπόθεση η απόφαση αυτή να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του τελευταίου κανονισμού. Επομένως, αν η σχετική απόφαση δεν αφορά αστική ή εμπορική υπόθεση ή αν συντρέχει μια προβλεπόμενη από το άρθρο 1 του κανονισμού 44/2001 περίπτωση αποκλεισμού από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού, δεν μπορεί να εφαρμοστεί ο εν λόγω κανονισμός.

    (βλ. σκέψεις 17-18, 20, διατακτ. 1)

  2.  Η εξαίρεση του άρθρου 1, παράγραφος 2, στοιχείο β’, του κανονισμού 44/2001 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, σε συνδυασμό με το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 1346/2000 περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας, πρέπει να ερμηνευθεί, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 4, παράγραφος 2, στοιχείο β’, του τελευταίου κανονισμού, υπό την έννοια ότι δεν έχει εφαρμογή επί ενός ενδίκου βοηθήματος που ο πωλητής άσκησε βάσει ρήτρας παρακρατήσεως της κυριότητας κατά του πτωχού αγοραστή, όταν το περιουσιακό στοιχείο που αποτελεί το αντικείμενο της ρήτρας αυτής βρισκόταν στο κράτος μέλος ενάρξεως της διαδικασίας αφερεγγυότητας τη στιγμή της ενάρξεως της διαδικασίας αυτής κατά του εν λόγω αγοραστή.

    Συγκεκριμένα, ο βαθμός του συνδέσμου μεταξύ ενός τέτοιου ενδίκου βοηθήματος και της διαδικασίας αφερεγγυότητας είναι καθοριστικός για να κριθεί αν έχει εφαρμογή η εν λόγω εξαίρεση. Πάντως, εφόσον η εξαίρεση αυτή σκοπό έχει μόνο να διασφαλιστεί η εφαρμογή μιας ρήτρας παρακρατήσεως της κυριότητας, ο σύνδεσμος αυτός δεν είναι ούτε αρκούντως άμεσος ούτε αρκούντως στενός για να αποκλειστεί η εφαρμογή του κανονισμού 44/200. Επομένως, ένα τέτοιο ένδικο βοήθημα είναι αυτοτελές ένδικο βοήθημα, το οποίο δεν στηρίζεται στο δίκαιο των διαδικασιών αφερεγγυότητας και δεν απαιτεί ούτε την έναρξη τέτοιας διαδικασίας ούτε την επέμβαση συνδίκου. Απλώς και μόνον το γεγονός ότι ο σύνδικος είναι διάδικος δεν είναι επαρκές για να χαρακτηριστεί η δίκη αυτή ως δίκη που αποτελεί άμεση απόρροια της πτωχεύσεως και συνδέεται στενά με διαδικασία ρευστοποιήσεως περιουσιακών στοιχείων.

    (βλ. σκέψεις 29-33, 38, διατακτ. 2)