Υπόθεση C-246/08

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

κατά

Δημοκρατίας της Φινλανδίας

«Παράβαση κράτους μέλους — Έκτη οδηγία ΦΠΑ — Άρθρα 2, σημείο 1, και 4, παράγραφοι 1 και 2 — Έννοια της οικονομικής δραστηριότητας — Κρατικά γραφεία νομικής αρωγής — Υπηρεσίες νομικής αρωγής παρεχόμενες στο πλαίσιο διαδικασιών ενώπιον δικαστηρίων έναντι ιδίας συμμετοχής του δικαιούχου — Έννοια άμεσης σχέσεως μεταξύ παρεχόμενης υπηρεσίας και αντιπαροχής»

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα D. Ruiz-Jarabo Colomer της 7ης Ιουλίου 2009   I ‐ 10607

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 29ης Οκτωβρίου 2009   I ‐ 10625

Περίληψη της αποφάσεως

Φορολογικές διατάξεις – Εναρμόνιση των νομοθεσιών – Φόροι κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας – Oικονομικές δραστηριότητες κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, της έκτης οδηγίας

(Οδηγία 77/388 του Συμβουλίου, άρθρο 2, περίπτωση 1, και 4 §§ 1, 2 και 5)

Δεν παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2, σημείο 1, καθώς και 4, παράγραφοι 1, 2 και 5, της έκτης οδηγίας 77/388, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών κράτος μέλος που δεν υπάγει στον φόρο προστιθέμενης αξίας τις υπηρεσίες νομικής αρωγής που παρέχονται από κρατικά γραφεία νομικής αρωγής στο πλαίσιο διαδικασιών ενώπιον δικαστηρίων έναντι ιδίας συμμετοχής του δικαιούχου, καθόσον η σχέση μεταξύ παρεχόμενης υπηρεσίας και της καταβλητέας από τους δικαιούχους αντιπαροχής δεν έχει τον άμεσο χαρακτήρα που απαιτείται για να θεωρηθεί αυτή ως αμοιβή των εν λόγω υπηρεσιών και, επομένως, προκειμένου οι εν λόγω υπηρεσίες να θεωρηθούν ως οικονομικές δραστηριότητες κατά την έννοια των άρθρων 2, σημεία 1 και 4, παράγραφοι 1 και 2, της έκτης οδηγίας.

Συγκεκριμένα, επειδή το ποσό των ιδίων συμμετοχών που καταβλήθηκαν από τους δικαιούχους υπηρεσιών νομικής αρωγής για τις υπηρεσίες που παρέσχαν κρατικά γραφεία νομικής αρωγής στο πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών δεν υπολογίζεται αποκλειστικώς βάσει των αμοιβών, αλλά και των εισοδημάτων και των περιουσιακών στοιχείων των δικαιούχων, δεν υπάρχει τέτοια άμεση σχέση, εφόσον η εν λόγω ίδια συμμετοχή εξαρτάται μερικώς μόνον από την πραγματική αξία των παρεχόμενων υπηρεσιών, καθώς η εν λόγω σχέση είναι τόσο χαλαρότερη όσο χαμηλότερα και λιγότερα είναι αντιστοίχως τα εισοδήματα και τα περιουσιακά στοιχεία του δικαιούχου. Η διαπίστωση αυτή επιρρωννύεται από την ύπαρξη σημαντικής διαφοράς μεταξύ του ποσού των ιδίων συμμετοχών που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια ενός έτους από τους εν λόγω δικαιούχους και των κατά πολύ υψηλότερων καθαρών δαπανών λειτουργίας που παρουσίασαν τα γραφεία νομικής αρωγής, διαφορά που αφήνει να διαφανεί ότι η μερική αμοιβή που βαρύνει τους δικαιούχους ομοιάζει περισσότερο προς τέλος, η είσπραξη του οποίου δεν μπορεί καθαυτή να προσδώσει οικονομικό χαρακτήρα σε δεδομένη δραστηριότητα, παρά προς αμοιβή.

(βλ. σκέψεις 48-51)