Λέξεις κλειδιά
Περίληψη

Λέξεις κλειδιά

1. Ευρωπαϊκές Κοινότητες – Όργανα – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001

(Άρθρο 6 ΕΕ, κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 45/2001, άρθρο 45, στοιχείο β΄, και 1049/2001, άρθρο 4 § 1, στοιχείο β΄)

2. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων από θεσμικά όργανα και οργανισμοί της Κοινότητας – Κανονισμός 45/2001

(Κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 45/2001, άρθρα 2, στοιχείο α΄, και 8, στοιχείο β΄, και 1049/2001)

Περίληψη

1. Το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 1049/2001, σχετικά με την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, που προβλέπει εξαίρεση από την πρόσβαση σε έγγραφο στην περίπτωση που η γνωστοποίησή του θα έθιγε την προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου, ιδίως σύμφωνα με τη σχετική με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα νομοθεσία της Ένωσης, καθιερώνει ειδικό καθεστώς ενισχυμένης προστασίας των προσώπων, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των οποίων είναι δυνατόν, κατά περίπτωση, να γνωστοποιηθούν στο κοινό. Η εν λόγω διάταξη είναι αδιαίρετη διάταξη και επιτάσσει τυχόν προσβολή της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου να εξετάζεται και να εκτιμάται πάντοτε κατά τη σχετική με την προστασία των προσωπικών δεδομένων νομοθεσία της Ένωσης, και ιδίως κατά τον κανονισμό 45/2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών.

Αν, κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού 45/2001, το αντικείμενο αυτού είναι η διασφάλιση της «προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των φυσικών προσώπων, και ιδίως της ιδιωτικής τους ζωής, έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η διάταξη αυτή δεν καθιστά δυνατό τον διαχωρισμό των περιπτώσεων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε δύο κατηγορίες, ήτοι μια κατηγορία στο πλαίσιο της οποίας η επεξεργασία αυτή εξετάζεται μόνο βάσει του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και της συναφούς με το άρθρο αυτό νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και μια άλλη κατηγορία στην οποία η εν λόγω επεξεργασία υπόκειται στις διατάξεις του κανονισμού 45/2001. Συναφώς, από την πρώτη περίοδο της δέκατης πέμπτης αιτιολογικής σκέψεως του κανονισμού 45/2001 προκύπτει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης επισημαίνει την ανάγκη εφαρμογής του άρθρου 6 ΣEΕ και, μέσω αυτού, του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ, όταν η επεξεργασία αυτή διενεργείται από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας για την άσκηση δραστηριοτήτων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ιδίως εκείνων που προβλέπονται στους τίτλους V και VI της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως είχε πριν τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισσαβώνας, αντιθέτως, τέτοιου είδους παραπομπή δεν είναι αναγκαία για επεξεργασία που πραγματοποιείται κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού, δεδομένου ότι σε τέτοιου είδους περιπτώσεις τυγχάνει εφαρμογής προδήλως ο κανονισμός 45/2001 καθαυτός.

Επομένως, όταν αίτηση που βασίζεται στον κανονισμό 1049/2001 αποσκοπεί στην πρόσβαση σε έγγραφα που περιέχουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, οι διατάξεις του κανονισμού 45/2001 εφαρμόζονται πλήρως, συμπεριλαμβανομένων των άρθρων 8 και 18 αυτού, οι οποίες αποτελούν ουσιώδεις διατάξεις του καθεστώτος προστασίας που καθιερώνει ο εν λόγω κανονισμός.

(βλ. σκέψεις 57, 59-64)

2. Ο κατάλογος των μετεχόντων σε συνεδρίαση η οποία λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο διαδικασίας παραβάσεως που περιλαμβάνεται στα επίμαχα πρακτικά περιέχει επίσης δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο α΄, του κανονισμού 45/2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, καθόσον τα πρόσωπα που μπόρεσαν να μετάσχουν στη συνεδρίαση αυτή μπορούν να προσδιορισθούν.

Απαιτώντας από τα πρόσωπα που δεν είχαν δώσει τη ρητή συγκατάθεσή τους, να αποδείξουν την αναγκαιότητα διαβιβάσεως των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται στα εν λόγω πρακτικά, η Επιτροπή συμμορφώθηκε προς τις διατάξεις του άρθρου 8, στοιχείο β΄, του εν λόγω κανονισμού.

Ειδικότερα, όταν στο πλαίσιο αιτήσεως προσβάσεως στα εν λόγω πρακτικά δυνάμει του Κανονισμού 1049/2001, δεν προβάλλεται καμία ρητή και θεμιτή δικαιολογία ούτε κάποιο πειστικό επιχείρημα προκειμένου να αποδειχθεί η αναγκαιότητα διαβιβάσεως των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η Επιτροπή δεν μπορεί να εξισορροπήσει τα διάφορα διακυβευόμενα συμφέροντα των διαδίκων. Δεν μπορεί ακόμη να ελέγξει αν συντρέχει λόγος να γίνει δεκτό ότι η διαβίβαση αυτή μπορεί να θίξει τα έννομα συμφέροντα των υποκειμένων των δεδομένων, όπως ορίζει η δεύτερη περίοδος του άρθρου 8, στοιχείο β΄, του κανονισμού 45/2001.

(βλ. σκέψεις 70, 77-78)