8.3.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 64/50


Προσφυγή της 20ής Δεκεμβρίου 2007 — Compañia Española de Petróleos κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-497/07)

(2008/C 64/81)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Compañia Española de Petróleos (Cepsa) SA (Μαδρίτη, Ισπανία) (εκπρόσωποι: P. Pérez-Llorca Zamora, O Armengol i Gasull και A. Pascual Morcillo, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει τα άρθρα 1 έως 4 της απόφασης της Επιτροπής στο μέτρο που, αντιστοίχως, κρίνουν ότι η Compañia Española de Petróleos παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ, της επιβάλλουν πρόστιμο, την υποχρεώνουν να θέσει πάραυτα τέρμα στην παράβαση και την περιλαμβάνουν μεταξύ των αποδεκτών της απόφασης·

επικουρικώς, να μειώσει το πρόστιμο που επιβλήθηκε στην Compañia Española de Petróleos SA, και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφυγή βάλλει κατά της απόφασης της Επιτροπής C(2007) 4441 τελικό, της 3ης Οκτωβρίου 2007, στην υπόθεση COMP/38.710 — Άσφαλτος Ισπανίας. Με την προσβαλλόμενη απόφαση, η Επιτροπή έκρινε ότι η προσφεύγουσα, μεταξύ άλλων επιχειρήσεων, παρέβη το άρθρο 81 ΕΚ συμμετέχοντας, επί ορισμένο χρονικό διάστημα, σε ένα σύνολο συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών στην αγορά του εμποτισμένου σκυρόστρωτου, συνισταμένων σε συμφωνίες κατανομής της αγοράς και συντονισμού των τιμών. Για τις παραβάσεις αυτές, η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμο στην προσφεύγουσα ως αλληλεγγύως ευθυνόμενη με άλλη επιχείρηση.

Προς στήριξη των αιτημάτων της, η προσφεύγουσα επικαλείται, πρώτον νομική πλάνη της Επιτροπής, καθόσον η τελευταία τής καταλόγισε την παράβαση την οποία διέπραξε άλλη επιχείρηση, δυνάμει της νομολογίας περί «οικονομικής ενότητας». Εξάλλου, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτίμησης των πραγματικών περιστατικών απορρίπτοντας τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η προσφεύγουσακαι τα οποία αποδεικνύουν την αυτοτέλεια της επιχείρησης που διέπραξε την παράβαση, καθώς και εκτιμώντας την ύπαρξη πλειόνων στοιχείων από τα οποία προκύπτει η έλλειψη αυτοτέλειας της τελευταίας. Συναφώς, η προσφεύγουσα θεωρεί επίσης ότι η Επιτροπή δεν τήρησε την υποχρέωση αιτιολόγησης απορρίπτοντας αδικαιολόγητα τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας σχετικά με την αυτοτέλεια της επιχείρησης που διέπραξε την παράβαση.

Επικουρικώς, όσον αφορά τον υπολογισμό του ύψους του προστίμου, η προσφεύγουσα προσάπτει στην Επιτροπή παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης και προσβολή του δικαιώματός της σε δίκη χωρίς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις, καθόσον η Επιτροπή δεν εξέδωσε την ανακοίνωση των αιτιάσεων εντός εύλογης προθεσμίας λαμβανομένων υπόψη των διαθεσίμων πληροφοριών, παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και πρόδηλη πλάνη εκτίμησης, καθόσον η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της το γεγονός ότι η προσφεύγουσα είχε εφαρμόσει πρόγραμμα συμμόρφωσης.