ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (αναιρετικό τμήμα)

της 8ης Ιουλίου 2008

Υπόθεση T-56/07 P

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

κατά

Ιωάννη Οικονομίδη

«Αίτηση αναιρέσεως – Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Ακύρωση, πρωτοδίκως, της αποφάσεως της Επιτροπής περί διορισμού σε θέση προϊσταμένου μονάδας – Απόρριψη της υποψηφιότητας του προσφεύγοντος – Διορισμός άλλου υποψηφίου – Καθορισμός με την ανακοίνωση κενής θέσεως του επιπέδου της προς πλήρωση θέσεως – Αρχή του διαχωρισμού μεταξύ του βαθμού και των καθηκόντων – Βάσιμη αναίρεση – Διαφορά ώριμη προς εκδίκαση – Απόρριψη της προσφυγής»

Αντικείμενο: Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (δεύτερο τμήμα) της 14ης Δεκεμβρίου 2006, F‑122/05, Οικονομίδης κατά Επιτροπής (Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. I-A-1-179 και II-A-1-725).

Απόφαση: Η απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 14ης Δεκεμβρίου 2006, F‑122/05, Οικονομίδης κατά Επιτροπής, αναιρείται. Η προσφυγή που άσκησε ο Ιωάννης Οικονομίδης ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F-122/05 απορρίπτεται. Ο Ι. Οικονομίδης και η Επιτροπή φέρουν τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν τόσο στο πλαίσιο της δίκης ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης όσο και στο πλαίσιο της αναιρετικής διαδικασίας. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Ελεγκτικό Συνέδριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που παρενέβησαν υπέρ της Επιτροπής, φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Θέση – Αντιστοιχία μεταξύ βαθμού και καθηκόντων – Προϊστάμενοι μονάδας – Δεν υφίσταται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα I, σημείο A)

2.      Υπάλληλοι – Οργάνωση των υπηρεσιών – Καθορισμός του επιπέδου της προς πλήρωση θέσεως – Προϊστάμενοι μονάδας – Διακριτική ευχέρεια της διοικήσεως – Κριτήρια – Υποχρέωση καθορισμού του επιπέδου της θέσεως πριν από την εξέταση των υποψηφιοτήτων – Δεν υφίσταται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα I, σημείο A)

3.      Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Διαδικασίες – Επιλογή – Διακριτική ευχέρεια της διοικήσεως

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 29 § 1 και 45α)

1.      Ο Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής: ΚΥΚ) δεν καθιερώνει καμία αντιστοιχία μεταξύ των καθηκόντων του προϊσταμένου μονάδας και ενός συγκεκριμένου βαθμού. Αντιθέτως, όσον αφορά τα καθήκοντα του προϊσταμένου μονάδας, ρητώς αποσυνδέει τον βαθμό από τα καθήκοντα.

(βλ. σκέψη 59)

2.      Στο πλαίσιο διαδικασίας προσλήψεως σε θέση προϊσταμένου μονάδας που πρόκειται να καλυφθεί με μετάθεση, ο καθορισμός του επιπέδου της προς πλήρωση θέσεως, εφόσον δεν εξαρτάται από αυτοτελή απόφαση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής, αλλά απορρέει αυτομάτως από τον βαθμό του επιλεγομένου υποψηφίου και δεν αποτελεί, συνεπώς, κριτήριο για την επιλογή του υποψηφίου, δεν μετέβαλε την ανακοίνωση κενής θέσεως και έλαβε χώρα μετά την οριστική επιλογή του υποψηφίου, κατόπιν συγκριτικής εξετάσεως των προσόντων, σύμφωνα με τους όρους της ανακοινώσεως κενής θέσεως, δεν είναι ικανός να αποκλείσει υποψηφίους που πληρούσαν τις προϋποθέσεις της ανακοινώσεως κενής θέσεως ούτε να επηρεάσει την αντικειμενικότητα της διαδικασίας.

Το παράρτημα I, σημείο A, του ΚΥΚ προβλέπει ότι οι βαθμοί AD 9 έως AD 12 (A*9 έως A*12 κατά τη μεταβατική περίοδο) και οι βαθμοί AD 13 και AD 14 (A*13 και A*14 κατά τη μεταβατική περίοδο) μπορούν να αντιστοιχούν, χωρίς καμία διάκριση, στη θέση-τύπο του «υπαλλήλου διοικήσεως που εργάζεται ως προϊστάμενος μονάδας». Η βούληση του νομοθέτη είναι, συνεπώς, να παρασχεθεί στα όργανα ευρεία δυνατότητα επιλογής προς καθορισμό του κατάλληλου βαθμού κατά την πρόσληψη προϊσταμένου μονάδας.

Εξάλλου, μια διαδικασία προσλήψεως σε θέση προϊσταμένου τμήματος είναι αντικειμενική εφόσον επιτρέπει, σύμφωνα με το συμφέρον της υπηρεσίας, την επιλογή του πλέον κατάλληλου προσώπου για την άσκηση των συγκεκριμένων καθηκόντων. Αν υπήρχε υποχρέωση των οργάνων να καθορίζουν, με την ανακοίνωση κενής θέσεως, τον ακριβή βαθμό της προς πλήρωση θέσεως προϊσταμένου μονάδας, η υποχρέωση αυτή όχι μόνο δεν θα έβρισκε κανένα έρεισμα στις διατάξεις του ΚΥΚ, αλλά θα περιόριζε επίσης σημαντικά τον αριθμό των υποψηφιοτήτων για την εν λόγω θέση. Κατά συνέπεια, μια τέτοια υποχρέωση θα μπορούσε να εμποδίσει την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή να επιλέξει τον καλύτερο υποψήφιο μεταξύ όλων των υπαλλήλων που έχουν συγκρίσιμα και κατάλληλα προσόντα και ανήκουν σε ένα ευρύ φάσμα βαθμών, στο επίπεδο των οποίων μπορεί να πληρωθεί η θέση σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΥΚ.

(βλ. σκέψεις 66, 67, 81 και 85)

3.      Το άρθρο 29 του ΚΥΚ δεν επιβάλλει στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή καμία υποχρέωση να εξετάσει και τις τρεις δυνατότητες που προβλέπει η παράγραφος 1, στοιχείο α΄, ήτοι τις δυνατότητες μεταθέσεως, διορισμού σύμφωνα με το άρθρο 45α του ΚΥΚ και προαγωγής, προτού προβεί στην πλήρωση κενής θέσεως προϊσταμένου μονάδας, όταν κρίνει ότι μόνη η εξέταση των δυνατοτήτων μεταθέσεως επιτρέπει την ανεύρεση, για την εν λόγω θέση, υποψηφίου με τα υψηλότερα προσόντα ικανότητας, αποδόσεως και ακεραιότητας. Πράγματι, από το άρθρο 29, παράγραφος 1, του ΚΥΚ προκύπτει ότι μόνον όταν το όργανο κρίνει αναγκαίο να εξετάσει τις αιτήσεις μετατάξεως υπαλλήλων άλλων οργάνων ή να διοργανώσει εσωτερικό ή εξωτερικό διαγωνισμό οφείλει το όργανο αυτό να βεβαιωθεί προηγουμένως ότι η εξέταση των τριών δυνατοτήτων που προβλέπονται στην παράγραφο 1, στοιχείο α΄, του άρθρου αυτού δεν επιτρέπει την ανεύρεση, εντός του οργάνου, του πλέον κατάλληλου υποψηφίου για τη θέση αυτή.

(βλ. σκέψη 89)