Υπόθεση C-375/07

Staatssecretaris van Financiën

κατά

Heuschen & Schrouff Oriëntal Foods Trading BV

(αίτηση του Hoge Raad der Nederlanden για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Κύρος κανονισμού περί κατατάξεως εμπορευμάτων — Ερμηνεία του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) 1196/97 — Άρθρα 220 και 239 του τελωνειακού κώδικα — Άρθρα 871 και 905 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2454/93 — Αποξηραμένα φύλλα παρασκευασμένα με αλεύρι ρυζιού, αλάτι και νερό — Δασμολογική κατάταξη — Εκ των υστέρων είσπραξη εισαγωγικών δασμών — Διαδικασία διαγραφής — Σφάλμα τελωνειακών αρχών το οποίο λογικά θα μπορούσε να ανακαλυφθεί από τον οφειλέτη — Πρόδηλη αμέλεια εισαγωγέα»

Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα V. Trstenjak της 4ης Σεπτεμβρίου 2008   I ‐ 8694

Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 20ής Νοεμβρίου 2008   I ‐ 8716

Περίληψη της αποφάσεως

  1. Κοινό Δασμολόγιο – Δασμολογικές κλάσεις – Αποξηραμένα φύλλα παρασκευασμένα με αλεύρι ρυζιού, αλάτι και νερό

    (Κανονισμός 2658/87 του Συμβουλίου, παράρτημα Ι· κανονισμοί της Επιτροπής 1196/97 και 1624/97)

  2. ’Ίδιοι πόροι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων – Επιστροφή ή διαγραφή εισαγωγικών δασμών

    (Άρθρα 230, εδ. 5, 234 ΕΚ και 249 ΕΚ· κανονισμός 82/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου· κανονισμός 2913/92 του Συμβουλίου, άρθρα 220 και 239)

  1.  Φύλλα παρασκευασμένα με αλεύρι ρυζιού, αλάτι και νερό που έχουν αποξηρανθεί, αλλά δεν έχουν υποστεί θερμική επεξεργασία υπάγονται στη διάκριση 19059020 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας του παραρτήματος Ι του κανονισμού 2658/87 για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το Κοινό Δασμολόγιο, όπως έχει τροποποιηθεί από τον κανονισμό 1624/97.

    Συναφώς, αφενός, το κείμενο πλειόνων γλωσσικών αποδόσεων της διάκρισης 19059020 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας αναφέρεται ρητώς στο ριζόχαρτο («rice paper») ή στα «αποξηραμένα» προϊόντα, ενώ η κλάση 1901 έχει απλώς χαρακτήρα υπολοίπου, αφού αφορά αποκλειστικώς προϊόντα που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται σε άλλο τμήμα της Συνδυασμένης Ονοματολογίας. Αφετέρου, όπως προκύπτει από το κείμενο πλειόνων γλωσσικών αποδόσεων της Συνδυασμένης Ονοματολογίας και τις επεξηγηματικές σημειώσεις της Επιτροπής που παραπέμπουν στις επεξηγηματικές σημειώσεις της διεθνούς συμβάσεως για το εναρμονισμένο σύστημα περιγραφής και κωδικοποίησης των εμπορευμάτων, το γεγονός ότι ένα προϊόν είναι ψημένο δεν αποτελεί αναγκαίο χαρακτηριστικό για την ταξινόμησή του στη διάκριση 19059020.

    Εξάλλου, από το σύνολο των στοιχείων αυτών προκύπτει ότι δεν επηρεάζεται το κύρος του κανονισμού 1196/97 για κατάταξη εμπορευμάτων στη Συνδυασμένη Ονοματολογία.

    (βλ. σκέψεις 47-53, διατακτ. 1-2)

  2.  Οσάκις η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καλείται να αποφανθεί επί αιτήσεως κράτους μέλους περί διαγραφής εισαγωγικών δασμών σύμφωνα με το άρθρο 239 του κανονισμού 2913/92 περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, όπως έχει τροποποιηθεί από τον κανονισμό 82/97, και έχει εκδώσει απόφαση που περιλαμβάνει νομικές και πραγματικές εκτιμήσεις επί συγκεκριμένης περιπτώσεως εισαγωγών, οι εκτιμήσεις αυτές δεσμεύουν όλα τα όργανα του κράτους μέλους αποδέκτη της απόφασης αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 249 ΕΚ, συμπεριλαμβανομένων μάλιστα των δικαστηρίων του που καλούνται να αποφανθούν επί της ιδίας περιπτώσεως υπό το πρίσμα του άρθρου 220 του εν λόγω κανονισμού.

    Ειδικότερα, η ομοιόμορφη εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου, για την εξασφάλιση της οποίας έχει αποφασιστική αρμοδιότητα η Επιτροπή στον τομέα της εκ των υστέρων εισπράξεως των εισαγωγικών δεσμών, επιτάσσει, προκειμένου περί των ιδίων εισαγωγών ενός επιχειρηματία, η απόφαση της Επιτροπής περί της υπάρξεως «πρόδηλης αμέλειας» του επιχειρηματία αυτού να μην αναιρείται από μεταγενέστερη απόφαση εθνικού δικαστηρίου περί της εκ μέρους του επιχειρηματία αυτού «δυνατότητας διάγνωσης του σφάλματος» των εθνικών τελωνειακών αρχών. Επομένως, εθνικό δικαστήριο, που καλείται να κρίνει προσφυγή κατά πράξης επιβολής εισαγωγικών δασμών, οσάκις εν επιδικία λαμβάνει γνώση του γεγονότος ότι η Επιτροπή έχει επιληφθεί υποθέσεως δυνάμει των άρθρων 220 ή 239 του τελωνειακού κώδικα, πρέπει να αποφεύγει να εκδώσει απόφαση που θα αντέβαινε προς απόφαση που ενδέχεται να εκδώσει η Επιτροπή κατ’ εφαρμογή των εν λόγω άρθρων.

    Αν ο εισαγωγέας άσκησε, εντός της προθεσμίας του άρθρου 230, πέμπτο εδάφιο, ΕΚ, προσφυγή ακυρώσεως κατά της αποφάσεως της Επιτροπής επί αιτήσεως περί διαγραφής εισαγωγικών δασμών σύμφωνα με το άρθρο 239 του εν λόγω κανονισμού, στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να κρίνει αν πρέπει είτε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία έως ότου εκδοθεί οριστική απόφαση επί της εν λόγω προσφυγής ακυρώσεως, είτε να υποβάλει στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 62, 64-66, 68, διατακτ. 3)