Υπόθεση C-205/07

Ποινική δίκη

κατά

Lodewijk Gysbrechts

και

Santurel Inter BVBA

(αίτηση του hof van beroep te Gent για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Άρθρα 28 ΕΚ έως 30 ΕΚ — Οδηγία 97/7/ΕΚ — Προστασία των καταναλωτών σε θέματα συμβάσεων εξ αποστάσεως — Προθεσμία υπαναχώρησης — Απαγόρευση απαίτησης από τον καταναλωτή προκαταβολής ή πληρωμής πριν τη λήξη της προθεσμίας υπαναχώρησης»

Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα V. Trstenjak της 17ης Ιουλίου 2008   I ‐ 9949

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 16ης Δεκεμβρίου 2008   I ‐ 9979

Περίληψη της αποφάσεως

Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων – Ποσοτικοί περιορισμοί επί των εξαγωγών – Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος – Έννοια

(Άρθρο29 ΕΚ· οδηγία 97/7 του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 6)

Το άρθρο 29 ΕΚ δεν αντιτίθεται σε εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία απαγορεύει στον πωλητή, στο πλαίσιο διασυνοριακής πωλήσεως εξ αποστάσεως, να απαιτεί προκαταβολή ή οποιαδήποτε πληρωμή εκ μέρους του καταναλωτή πριν τη λήξη της προθεσμίας υπαναχώρησης, αλλά αντιτίθεται στο να απαγορεύεται, κατ’ εφαρμογή της ρυθμίσεως αυτής, να ζητείται, πριν τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, ο αριθμός της πιστωτικής κάρτας του καταναλωτή.

Συγκεκριμένα, μία τέτοια απαγόρευση που επιβάλλεται στον πωλητή, ακόμη και αν αυτός δεσμεύεται να μη χρησιμοποιήσει την κάρτα πληρωμής προς είσπραξη πριν τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, συνιστά μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό κατά την εξαγωγή. Έχει γενικώς σημαντικότερες επιπτώσεις στις διασυνοριακές πωλήσεις που πραγματοποιούνται απευθείας προς τους καταναλωτές, ειδικότερα, στις πωλήσεις μέσω διαδικτύου, και τούτο ιδίως λόγω των εμποδίων που παρουσιάζονται για να εναχθούν σε άλλο κράτος μέλος οι καταναλωτές που δεν εκπλήρωσαν τις υποχρεώσεις τους, κυρίως όταν πρόκειται για πωλήσεις που αφορούν μικρά σχετικώς ποσά. Μία τέτοια απαγόρευση, ακόμη και αν έχει εφαρμογή σε όλους τους επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στην ημεδαπή, επηρεάζει ωστόσο περισσότερο την έξοδο των προϊόντων από την αγορά του κράτους μέλους εξαγωγής παρά την εμπορία των προϊόντων στην εσωτερική αγορά του εν λόγω κράτους μέλους.

Όσον αφορά τη δικαιολόγηση ενός τέτοιου μέτρου από τον σκοπό της προστασίας των καταναλωτών, η απαγόρευση απαίτησης προκαταβολής φαίνεται ως κατάλληλη και ανάλογη για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής άσκησης του δικαιώματος υπαναχώρησης. Συναφώς, αφενός, στα κράτη μέλη εναπόκειται να καθορίσουν, τηρώντας το κοινοτικό δίκαιο, αφενός, τον τρόπο κατανομής αυτού του κινδύνου μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων μεταξύ του πωλητή και του καταναλωτή που υφίσταται στις συμβάσεις πωλήσεως εξ αποστάσεως λόγω της χρονικής διαφοράς μεταξύ της εκτέλεσης των συμβατικών υποχρεώσεων καθενός εκ των συμβαλλομένων. Αφετέρου, ακόμη και αν η απαγόρευση απαιτήσεως πληρωμής εντός της προθεσμίας υπαναχώρησης αυξάνει την αβεβαιότητα των πωλητών όσον αφορά την καταβολή του τιμήματος του παραδοθέντος εμπορεύματος, η απαγόρευση αυτή είναι ωστόσο αναγκαία για την εξασφάλιση του αυξημένου επιπέδου προστασίας του καταναλωτή. Συγκεκριμένα, ο καταναλωτής που έδωσε προκαταβολή στον πωλητή θα είναι λιγότερο πρόθυμος να ασκήσει το δικαίωμά του υπαναχώρησης, τούτο δε ακόμη και αν τα παραδοθέντα προϊόντα δεν ανταποκρίνονται εξ ολοκλήρου στις απαιτήσεις του.

Αντιθέτως, η μόνη χρησιμότητα της απαγόρευσης να ζητείται ο αριθμός της πιστωτικής κάρτας του καταναλωτή είναι η αποφυγή του κινδύνου εισπράξεως του τιμήματος από τον πωλητή πριν τη λήξη της προθεσμίας υπαναχώρησης. Πάντως, αν ο κίνδυνος αυτός επέλθει, η συμπεριφορά του πωλητή, καθαυτή, παραβιάζει την απαγόρευση απαίτησης πληρωμής πριν τη λήξη της προθεσμίας υπαναχώρησης, οπότε η επιβαλλόμενη στον πωλητή απαγόρευση απαιτήσεως του αριθμού της πιστωτικής κάρτας του καταναλωτή υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού.

(βλ. σκέψεις 42–43, 52, 54–56, 60–62 και διατακτ.)