ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (έκτο τμήμα)
της 7ης Οκτωβρίου 2009 ( *1 )
«Φυτοπροστατευτικά προϊόντα — Δραστική ουσία χλωροθαλονίλη — Καταχώριση στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ — Διαδικασία αξιολογήσεως — Οδηγία 2005/53/ΕΚ — Προσφυγή ακυρώσεως — Προσφυγή κατά παραλείψεως — Αγωγή αποζημιώσεως»
Στην υπόθεση T-420/05,
Vischim Srl, με έδρα το Cesano Maderno (Ιταλία), εκπροσωπούμενη από τους C. Mereu και K. Van Maldegem, δικηγόρους,
προσφεύγουσα-ενάγουσα,
κατά
Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένης από τους B. Doherty και L. Parpala,
καθής-εναγομένης,
με αντικείμενο αίτημα περί ακυρώσεως, όσον αφορά την καταχώριση της δραστικής ουσίας χλωροθαλονίλης, της οδηγίας 2005/53/ΕΚ της Επιτροπής, της 16ης Σεπτεμβρίου 2005, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου ώστε να καταχωρισθούν οι chlorothalonil, chlorotoluron, cypermethrin, daminozide και thiophanate-methyl ως δραστικές ουσίες (EE L 241, σ. 51), αίτημα περί ακυρώσεως της εκθέσεως επανεξετάσεως της χλωροθαλονίλης (έγγραφο SANCO/4343/2000 τελικό της ), αίτημα περί διαπιστώσεως παραλείψεως και αίτημα περί αποζημιώσεως,
ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (έκτο τμήμα),
συγκείμενο από τους A. W. H. Meij, πρόεδρο, F. Dehousse και V. Vadapalas (εισηγητή),
δικαστές, γραμματέας: Κ. Καντζά, υπάλληλος διοικήσεως,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 25ης Σεπτεμβρίου 2008,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
Nομικό πλαίσιο
1. H oδηγία 91/414/ΕΟΚ
1 |
Κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (EE L 230, σ. 1), «[τ]α κράτη μέλη φροντίζουν ώστε κάθε φυτοπροστατευτικό προϊόν να εγκρίνεται μόνον εφόσον οι δραστικές ουσίες περιλαμβάνονται στο παράρτημα I και πληρούνται οι όροι του εν λόγω παραρτήματος». |
2 |
Κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 91/414, «[μ]ε βάση τις τρέχουσες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, μία δραστική ουσία καταχωρείται στο παράρτημα Ι για μια αρχική περίοδο που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δέκα έτη, εφόσον μπορεί να αναμένεται ότι τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που την περιέχουν θα πληρούν τους […] όρους» που καθορίζονται ακολούθως και συνίστανται στην έλλειψη βλαπτικής επιδράσεως επί της υγείας των ανθρώπων και των ζώων καθώς και επί του περιβάλλοντος. |
3 |
Βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 4, πρώτη και δεύτερη περίπτωση, της ίδιας οδηγίας, η καταχώριση μπορεί να εξαρτάται από την εκπλήρωση απαιτήσεων που σχετίζονται με τον «ελάχιστο βαθμό καθαρότητας της δραστικής ουσίας» και με τη «φύση και [τη] μέγιστη περιεκτικότητα σε ορισμένα συνοδά της». |
4 |
Το άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 91/414 προβλέπει τα εξής: «Κατά παρέκκλιση του άρθρου 4 […], ένα κράτος μέλος μπορεί, επί περίοδο δώδεκα ετών από την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας οδηγίας, να εγκρίνει τη διάθεση στην αγορά, στην επικράτειά του, φυτοπροστατευτικών προϊόντων τα οποία περιέχουν δραστικές ουσίες που δεν αναφέρονται στο παράρτημα Ι και τα οποία διατίθενται ήδη στην αγορά δύο έτη μετά την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας οδηγίας. Μετά την έκδοση της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα αρχίσει πρόγραμμα εργασίας για την προοδευτική εξέταση των δραστικών αυτών ουσιών εντός της περιόδου των δώδεκα ετών που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο. Το πρόγραμμα αυτό μπορεί να επιβάλει στα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν όλα τα απαιτούμενα δεδομένα στην Επιτροπή και τα κράτη μέλη, εντός προθεσμίας που το ίδιο το πρόγραμμα ορίζει. Κανονισμός, που θα εκδοθεί με τη διαδικασία του άρθρου 19, θα προβλέπει όλες τις διατάξεις που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή του προγράμματος. […] Κατά τη δωδεκαετή περίοδο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο και αφού εξετασθεί μια τέτοια δραστική ουσία από την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 19, μπορεί να αποφασιστεί, με τη διαδικασία του ίδιου άρθρου 19, ότι η εν λόγω δραστική ουσία μπορεί να καταχωρηθεί στο παράρτημα Ι και υπό ποιους όρους ή, εάν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 5 ή δεν έχουν υποβληθεί οι απαιτούμενες πληροφορίες και δεδομένα εντός της οριζόμενης προθεσμίας, ότι δεν θα καταχωρηθεί. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, ανάλογα με την περίπτωση, οι σχετικές εγκρίσεις χορηγούνται, ανακαλούνται ή τροποποιούνται εντός της οριζόμενης προθεσμίας.» |
5 |
Το άρθρο 19 της οδηγίας 91/414, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 806/2003 του Συμβουλίου, της 14ης Απριλίου 2003 (EE L 122, σ. 1), προβλέπει ότι η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων επικουρείται από μια κανονιστική επιτροπή, τη μόνιμη επιτροπή για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων (στο εξής: επιτροπή). |
6 |
Όσον αφορά τη δραστική ουσία χλωροθαλονίλη, η περίοδος που μνημονεύεται στο άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 91/414, η οποία επρόκειτο να λήξει στις 26 Ιουλίου 2003, παρατάθηκε, αρχικώς μέχρι τις , με τον κανονισμό (ΕΚ) 2076/2002 της Επιτροπής, της (EE L 319, σ. 3), στη συνέχεια δε μέχρι τις , με τον κανονισμό (ΕΚ) 1335/2005 της Επιτροπής, της (EE L 211, σ. 6), υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα είχε ληφθεί, προ της ημερομηνίας αυτής, απόφαση για την καταχώρισή της στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414. |
2. Ο κανονισμός (ΕΟΚ) 3600/92
7 |
Ο κανονισμός (ΕΟΚ) 3600/92 της Επιτροπής, της 11ης Δεκεμβρίου 1992, σχετικά με τον καθορισμό των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του πρώτου σταδίου του προγράμματος εργασίας που αναφέρεται στο άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 91/414 (ΕΕ L 366, σ. 10), διοργανώνει τη διαδικασία αξιολογήσεως διαφόρων ουσιών ενόψει του ενδεχομένου καταχωρίσεώς τους στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414. Στις σχετικές ουσίες περιλαμβάνεται η χλωροθαλονίλη. |
8 |
Κατά το άρθρο 4, παράγραφος l, του κανονισμού 3600/92, «[ο]ι παραγωγοί που θέλουν να εξασφαλίσουν την καταχώριση κάποιας δραστικής ουσίας […] στο παράρτημα Ι της οδηγίας [91/414] θα πρέπει να προβούν σε σχετική κοινοποίηση στην Επιτροπή εντός έξι μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος κανονισμού». |
9 |
Δυνάμει του άρθρου 5 του κανονισμού 3600/92, η Επιτροπή, αφού εξετάσει τις κοινοποιήσεις, καταρτίζει, με κανονισμό, τον πίνακα των δραστικών ουσιών που πρόκειται να αξιολογηθούν, καθορίζει ένα κράτος μέλος ως εισηγούμενο κράτος μέλος για καθεμία από αυτές τις δραστικές ουσίες και μνημονεύει, για κάθε επιλεγείσα δραστική ουσία, τα ονόματα των παραγωγών που έχουν προβεί σε κοινοποίηση καθώς και την προθεσμία εντός της οποίας θα πρέπει να υποβληθούν στο εισηγούμενο κράτος μέλος οι φάκελοι που αναφέρονται στο άρθρο 6 του εν λόγω κανονισμού. |
10 |
Το άρθρο 6 του κανονισμού 3600/92, όπως συμπληρώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 2266/2000 της Επιτροπής, της 12ης Οκτωβρίου 2000 (EE L 259, σ. 27), προβλέπει ότι οι παραγωγοί που έχουν προβεί στην κοινοποίηση διαβιβάζουν στο εισηγούμενο κράτος μέλος, ατομικά ή συλλογικά, τον συνοπτικό φάκελο και τον πλήρη φάκελο, και διασαφηνίζει το περιεχόμενο των εν λόγω φακέλων. |
11 |
Το άρθρο 7, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 3600/92, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 1199/97 της Επιτροπής, της 27ης Ιουνίου 1997 (EE L 170, σ. 19), προβλέπει τα εξής: «1. Σχετικά με κάθε δραστική ουσία για την οποία έχει ορισθεί εισηγητής, το κράτος μέλος θα πρέπει:
2. Άμεσα μετά την έναρξη της εξέτασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το κράτος μέλος που εισηγείται μπορεί να καλέσει τους παραγωγούς που έχουν προβεί στην κοινοποίηση να επιφέρουν βελτιώσεις ή να προσθέσουν στοιχεία στους φακέλους τους […]». |
12 |
Δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 3600/92, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1199/97: «Αφού λάβει τον συνοπτικό φάκελο και την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή διαβιβάζει τον φάκελο και την έκθεση στην επιτροπή για εξέταση. […] Πριν ο φάκελος και η έκθεση διαβιβασθούν στην επιτροπή, μπορούν να διοργανώνονται διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και η Επιτροπή δύναται να συμβουλεύεται ορισμένους ή όλους τους κοινοποιούντες παραγωγούς […] σχετικά με την έκθεση ή μέρη της έκθεσης για τη σχετική δραστική ουσία.» |
13 |
Κατά το άρθρο 7, παράγραφος 3α, του κανονισμού 3600/92, όπως προστέθηκε με τον κανονισμό 1199/97: «Μετά από την εξέταση που προβλέπεται στην παράγραφο 3 […] η Επιτροπή πρέπει να παρουσιάσει στην επιτροπή:
[…]». |
14 |
Κατά το άρθρο 7, παράγραφος 6, του κανονισμού 3600/92, όπως προστέθηκε με τον κανονισμό 1199/97, «[σ]ε περίπτωση που η Επιτροπή παρουσιάζει σχέδιο οδηγίας ή σχέδιο απόφασης σύμφωνα με την παράγραφο 3α, ή σχέδιο απόφασης σύμφωνα με την παράγραφο 5, πρέπει ταυτοχρόνως να παρουσιάζει τα συμπεράσματα της εξέτασης της επιτροπής υπό τη μορφή μιας ενημερωμένης έκθεσης αναθεώρησης η οποία πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στα πρακτικά της συνεδρίασης». |
Ιστορικό της διαφοράς
15 |
Στις 8 Ιουλίου 1993, η προσφεύγουσα-ενάγουσα Vischim Srl, ιταλική εταιρία που παρασκευάζει χλωροθαλονίλη, ενημέρωσε την Επιτροπή σχετικά με το συμφέρον της για την καταχώριση της εν λόγω δραστικής ουσίας στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414. |
16 |
Με τον κανονισμό (ΕΚ) 933/94, της 27ης Απριλίου 1994, που αφορά τον καθορισμό των δραστικών ουσιών των φυτοπροστατευτικών προϊόντων και των εισηγουμένων κρατών μελών για την εφαρμογή του κανονισμού 3600/92 (EE L 107, σ. 8), η Επιτροπή κατήρτισε τον πίνακα των δραστικών ουσιών που πρόκειται να αξιολογηθούν στο πλαίσιο του πρώτου σταδίου του προγράμματος εργασίας που μνημονεύεται στο άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 91/414. Ως προς τη χλωροθαλονίλη, ο πίνακας αυτός αναφέρεται σε δεκαέξι κοινοποιούντες, στους οποίους συμπεριλαμβάνεται η προσφεύγουσα-ενάγουσα (στο εξής: προσφεύγουσα). Η προθεσμία για την υποβολή των φακέλων στο εισηγούμενο κράτος μέλος καθορίζεται στο άρθρο 2 του εν λόγω κανονισμού, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 2230/95 της Επιτροπής, της (EE L 225, σ. 1). |
17 |
Μόνο δύο παραγωγοί που έχουν προβεί σε κοινοποίηση σχετικά με τη χλωροθαλονίλη κατέθεσαν τον φάκελό τους εμπροθέσμως, ήτοι η εταιρία ISK Biotech Europe (στα δικαιώματα της οποίας υποκαταστάθηκε, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αξιολογήσεως, η εταιρία Zeneca Agrochemicals, που κατέστη η ίδια, μετέπειτα, εταιρία Syngenta) και η προσφεύγουσα. |
18 |
Στις 31 Ιανουαρίου 2000, το εισηγούμενο κράτος μέλος υπέβαλε στην Επιτροπή την έκθεσή του σχετικά με την αξιολόγηση των φακέλων. |
19 |
Μεταξύ Μαρτίου και Σεπτεμβρίου 2001, η έκθεση αυτή αποτέλεσε αντικείμενο διαβουλεύσεως εκ μέρους των εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών (στο εξής: αξιολόγηση εκ μέρους των ειδημόνων), την οποία διοργάνωσε ο φορέας που αποκαλείται European Community Co-Ordination (ECCO). |
20 |
Η εξέταση των φακέλων ανατέθηκε στην επιτροπή, κατά το άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 3600/92, και έλαβε χώρα μεταξύ του Ιουλίου 2001 και του Σεπτεμβρίου 2004. |
21 |
Κατόπιν της εξετάσεως αυτής, οι υπηρεσίες της Επιτροπής κατήρτισαν σχέδιο της εκθέσεως επανεξετάσεως της χλωροθαλονίλης (έγγραφο SANCO/4343/2000 αναθ. 3.1 της 20ής Ιανουαρίου 2005, στο εξής: σχέδιο της εκθέσεως επανεξετάσεως). Όσον αφορά την προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης, το παράρτημα I του σχεδίου της εκθέσεως επανεξετάσεως αναφέρεται στην προδιαγραφή την οποία ενέκρινε η FAO (Οργάνωση των Ηνωμένων Εθνών για τη Διατροφή και τη Γεωργία) το 1998, που καθορίζει τη μέγιστη περιεκτικότητα σε εξαχλωροβενζόλιο (HCB) σε 0,3 g/kg. Ωστόσο, το εν λόγω παράρτημα I περιέχει μια παρατήρηση κατά την οποία διασαφηνίζεται ότι η προδιαγραφή της FAO τελούσε υπό επαναξιολόγηση από το 2003. Το παράρτημα IIIA του ίδιου σχεδίου, που φέρει ημερομηνία , παραθέτει τον «κατάλογο των μελετών για τις οποίες ο κύριος προμηθευτής ζήτησε την προστασία των δεδομένων και οι οποίες […] κρίθηκαν ουσιώδεις για την αξιολόγηση», συμπεριλαμβανομένων των αναφορών στα στοιχεία που υπέβαλαν η Syngenta και η προσφεύγουσα. |
22 |
Με μήνυμα που απέστειλαν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις 8 Φεβρουαρίου 2005, οι αρχές του εισηγουμένου κράτους μέλους γνωστοποίησαν στην προσφεύγουσα το εν λόγω σχέδιο. |
23 |
Τον Φεβρουάριο του 2005, η FAO ενέκρινε, βάσει των πληροφοριακών στοιχείων που υπέβαλε η Syngenta, μία προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης που καθορίζει τη μέγιστη περιεκτικότητα σε HCB σε 0,01 g/kg. |
24 |
Στις 15 Φεβρουαρίου 2005, η επιτροπή διατύπωσε ευνοϊκή γνώμη ως προς το σχέδιο οδηγίας σχετικά με την καταχώριση της χλωροθαλονίλης στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414, το οποίο της είχε διαβιβασθεί από την Επιτροπή, και οριστικοποίησε την έκθεση επανεξετάσεως της χλωροθαλονίλης (έγγραφο SANCO/4343/2000 τελικό της , στο εξής: έκθεση επανεξετάσεως). Όσον αφορά την προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης, το παράρτημα I της εκθέσεως επανεξετάσεως αναφέρεται στην προδιαγραφή της FAO του Φεβρουαρίου 2005, που προσδιορίζει τη μέγιστη περιεκτικότητα σε HCB σε 0,01 g/kg. Το παράρτημα IIIA της εκθέσεως επανεξετάσεως, που φέρει ημερομηνία , αναφέρεται μόνο στα στοιχεία που υπέβαλε η Syngenta. |
25 |
Με έγγραφο της 19ης Φεβρουαρίου 2005, η προσφεύγουσα υπέβαλε στις αρχές του εισηγουμένου κράτους μέλους τις παρατηρήσεις της επί του σχεδίου της εκθέσεως επανεξετάσεως που έχει επισυναφθεί στο από μήνυμα μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. |
26 |
Με μήνυμα που απέστειλαν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις 15 Μαρτίου 2005, οι αρχές του εισηγουμένου κράτους μέλους απάντησαν στις παρατηρήσεις της προσφεύγουσας, επισημαίνοντας, ιδίως, ότι είχε αποφασισθεί να συνεχισθεί η αξιολόγηση της χλωροθαλονίλης με βάση τον φάκελο της Syngenta. |
27 |
Με έγγραφο της 14ης Απριλίου 2005, η προσφεύγουσα ζήτησε από την Επιτροπή να μην προβεί στην έκδοση της οδηγίας, εκτός αν η προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης τροποποιηθεί ώστε να λαμβάνει υπόψη και την προδιαγραφή του προϊόντος της. |
28 |
Η Επιτροπή απάντησε στην προσφεύγουσα στις 19 Μαΐου 2005, τονίζοντας ότι οι υπηρεσίες της «[συνέλεγαν] τις αναγκαίες πληροφορίες προκειμένου να εξετάσουν τις ανησυχίες που εκφράσθηκαν με την αίτησή [της] και δεν [θα παρέλειπαν] να [την] ενημερώσουν για τη γνώμη τους». |
29 |
Η προσφεύγουσα επανέλαβε το αίτημα αυτό με δύο άλλες επιστολές τις οποίες απηύθυνε στην Επιτροπή, στις 9 Ιουνίου και στις 14 Ιουλίου 2005, και στις οποίες η Επιτροπή δεν απάντησε. |
30 |
Στις 16 Σεπτεμβρίου 2005, η Επιτροπή εξέδωσε την οδηγία 2005/53/ΕΚ, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414 ώστε να καταχωρισθούν οι chlorothalonil, chlorotoluron, cypermethrin, daminozide και thiophanate-methyl ως δραστικές ουσίες (EE L 241, σ. 51, στο εξής: προσβαλλόμενη οδηγία). |
31 |
Δυνάμει του άρθρου 1 της προσβαλλομένης οδηγίας και του παραρτήματος αυτής, η χλωροθαλονίλη καταχωρίζεται με αριθμό 102 στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414. Στην τέταρτη στήλη του πίνακα αυτού, που τιτλοφορείται «Καθαρότητα», αναγράφεται: «Εξαχλωροβενζόλιο: όχι πάνω από 0,01 g/kg». |
32 |
Δυνάμει του άρθρου 3, παράγραφος 1, της προσβαλλομένης οδηγίας, τα κράτη μέλη όφειλαν, εφόσον ήταν αναγκαίο, να τροποποιούν ή να ανακαλούν υπάρχουσες εγκρίσεις για φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν χλωροθαλονίλη έως τις 31 Αυγούστου 2006, εξακριβώνοντας, αφενός, αν επληρούντο οι προϋποθέσεις του παραρτήματος I της οδηγίας 91/414 και, αφετέρου, αν ο κάτοχος της εγκρίσεως διέθετε φάκελο, ή είχε πρόσβαση σε φάκελο, ικανοποιούντα τις απαιτήσεις του παραρτήματος II της οδηγίας 91/414, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 13 της ίδιας οδηγίας. |
33 |
Η προσβαλλόμενη οδηγία τέθηκε σε ισχύ την 1η Μαρτίου 2006. Κατά το άρθρο της 2, πρώτο και δεύτερο εδάφιο, τα κράτη μέλη όφειλαν να θεσπίσουν και να δημοσιεύσουν τις αναγκαίες διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την εν λόγω οδηγία το αργότερο έως τις και να εφαρμόσουν τις διατάξεις αυτές από την . |
34 |
Τον Δεκέμβριο του 2005, η FAO δημοσίευσε, βάσει των πληροφοριών που υπέβαλε η προσφεύγουσα, νέα προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης αυξάνουσα τη μέγιστη περιεκτικότητα σε HCB έως 0,04 g/kg. |
35 |
Στις 22 Σεπτεμβρίου 2006, η Επιτροπή εξέδωσε την οδηγία 2006/76/ΕΚ, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414 όσον αφορά τις προδιαγραφές της δραστικής ουσίας χλωροθαλονίλης (EE L 263, σ. 9). |
36 |
Δυνάμει του άρθρου 1 της οδηγίας 2006/76, η προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης που προβλέπεται στο πλαίσιο της καταχωρίσεως στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414 αντικαθίσταται από τον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα. Στην τέταρτη στήλη του πίνακα αυτού, που τιτλοφορείται «Καθαρότητα», αναγράφεται: «Εξαχλωροβενζόλιο: όχι πάνω από 0,04 g/kg». |
37 |
Η οδηγία 2006/76 τέθηκε σε ισχύ στις 23 Σεπτεμβρίου 2006. Δυνάμει του άρθρου της 2, τα κράτη μέλη όφειλαν να θεσπίσουν τις αναγκαίες διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την εν λόγω οδηγία το αργότερο έως τις και να εφαρμόσουν τις διατάξεις αυτές από την . |
Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων
38 |
Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 25 Νοεμβρίου 2005, η προσφεύγουσα άσκησε την υπό κρίση προσφυγή-αγωγή (στο εξής: προσφυγή). |
39 |
Στο πλαίσιο της προσφυγής της, η προσφεύγουσα υπέβαλε δύο διαδοχικές αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων, που απορρίφθηκαν με διατάξεις του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 4ης Απριλίου 2006, T-420/05 R, Vischim κατά Επιτροπής (που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή), και της , T-420/05 R II, Vischim κατά Επιτροπής (Συλλογή 2006, σ. II-4085), η δε τελευταία αυτή διάταξη επικυρώθηκε με διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της , C-459/06 P(R), Vischim κατά Επιτροπής (που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή). |
40 |
Στο πλαίσιο των μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας, με έγγραφο της 18ης Οκτωβρίου 2006, η Επιτροπή, αφενός, προέβη σε διόρθωση ενός σφάλματος που εμφανίζεται σε έναν πίνακα που έχει επισυναφθεί στο υπόμνημά της ανταπαντήσεως και, αφετέρου, προβάλλει τις παρατηρήσεις της σχετικά με την έκδοση της οδηγίας 2006/76. |
41 |
Με έγγραφα της 14ης Δεκεμβρίου 2006 και της , η προσφεύγουσα ζήτησε να της επιτραπεί να προβάλει συμπληρωματικούς ισχυρισμούς και αιτήματα υπό το πρίσμα της εκδόσεως της οδηγίας 2006/76. Με τις παρατηρήσεις της, τις οποίες υπέβαλε στις , η Επιτροπή εναντιώθηκε στο αίτημα της προσφεύγουσας. |
42 |
Στο πλαίσιο των μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας, στις 20 Ιουλίου 2007, η προσφεύγουσα κατέθεσε τα αιτήματά της και τους ισχυρισμούς της, όπως προσαρμόσθηκαν μετά την έκδοση της οδηγίας 2006/76. Η Επιτροπή κατέθεσε τις παρατηρήσεις της στις . |
43 |
Κατόπιν τροποποιήσεως της συνθέσεως των τμημάτων του Πρωτοδικείου, ο εισηγητής δικαστής τοποθετήθηκε στο έκτο τμήμα, στο οποίο κατά συνέπεια ανατέθηκε η υπό κρίση υπόθεση. |
44 |
Λόγω κωλύματος ενός μέλους του τμήματος να μετάσχει στην εκδίκαση της υπό κρίση υποθέσεως, ο Πρόεδρος του Πρωτοδικείου όρισε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 32, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, άλλο δικαστή για τη συμπλήρωση του τμήματος. |
45 |
Κατόπιν ακροάσεως των διαδίκων, αποφασίσθηκε η συνεκδίκαση της υπό κρίση υποθέσεως και της υποθέσεως T-380/06 προς διευκόλυνση της προφορικής διαδικασίας. |
46 |
Κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή, το Πρωτοδικείο αποφάσισε να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία και, στο πλαίσιο των μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας, απηύθυνε εγγράφως ορισμένες ερωτήσεις στους διαδίκους, στις οποίες αυτοί απάντησαν με έγγραφα της 16ης Ιουνίου, της 7ης και της 14ης Ιουλίου 2008. |
47 |
Οι διάδικοι αγόρευσαν και απάντησαν στις ερωτήσεις που έθεσε το Πρωτοδικείο κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 25ης Σεπτεμβρίου 2008. |
48 |
Με το δικόγραφο της προσφυγής της, η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:
|
49 |
Η Επιτροπή ζητεί από το Πρωτοδικείο:
|
Σκεπτικό
1. Επί των αιτημάτων περί ακυρώσεως της προσβαλλομένης οδηγίας, καθόσον αφορά την προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης
Επί της προσαρμογής των αιτημάτων περί ακυρώσεως
50 |
Με το από 20 Ιουλίου 2007 υπόμνημά της, η προσφεύγουσα επιχειρεί να αντικαταστήσει το πρώτο εκ των αιτημάτων που είχε προβάλει με το δικόγραφο της προσφυγής με το αίτημα της ακυρώσεως του άρθρου 2, δεύτερο εδάφιο, και του άρθρου 3, παράγραφος 1, της προσβαλλομένης οδηγίας ή, επικουρικώς, της ακυρώσεως της προσβαλλομένης οδηγίας στο σύνολό της. Επιπλέον, η προσφεύγουσα τονίζει ότι, αν το Πρωτοδικείο αποφασίσει να απορρίψει τα νέα αιτήματα ως απαράδεκτα, αυτή θα εμμείνει στα αιτήματα που διατύπωσε με το δικόγραφο της προσφυγής της |
51 |
Η Επιτροπή διατείνεται ότι τα αιτήματα της 20ής Ιουλίου 2007 συνιστούν νέους λόγους, που είναι απαράδεκτοι δυνάμει του άρθρου 48, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας. |
52 |
Πρέπει να υπομνησθεί ότι η προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης, την οποία προβλέπει η προσβαλλόμενη οδηγία, αντικαταστάθηκε από την τροποποιημένη προδιαγραφή που εισήγαγε η οδηγία 2006/76. |
53 |
Κατά πάγια νομολογία, όταν η προσβαλλόμενη πράξη αντικαθίσταται, διαρκούσης της εκκρεμοδικίας, από πράξη με το ίδιο αντικείμενο, η πράξη αυτή πρέπει να θεωρηθεί ως νέο στοιχείο που παρέχει στον προσφεύγοντα τη δυνατότητα να προσαρμόσει τα αιτήματα και τους ισχυρισμούς του, δηλαδή να επεκτείνει τα αρχικά του αιτήματα και τους ισχυρισμούς στη μεταγενέστερη πράξη ή να αναπτύξει συμπληρωματικά αιτήματα και ισχυρισμούς κατά της πράξεως αυτής (απόφαση του Δικαστηρίου της 3ης Μαρτίου 1982, 14/81, Alpha Steel κατά Επιτροπής, Συλλογή 1982, σ. 749, σκέψη 8, και απόφαση του Πρωτοδικείου της , T-46/98 και T-151/98, CCRE κατά Επιτροπής, Συλλογή 2000, σ. II-167, σκέψη 33). |
54 |
Πάντως, εν προκειμένω, τα νέα αιτήματα που προέβαλε η προσφεύγουσα δεν στρέφονται κατά της μεταγενέστερης πράξεως, ήτοι της οδηγίας 2006/76, η οποία, εξάλλου, απετέλεσε αντικείμενο χωριστής προσφυγής (υπόθεση T-380/06). Τα εν λόγω αιτήματα αποσκοπούν, υπό διαφορετικό πρίσμα, στη μερική ή ολική ακύρωση της προσβαλλομένης οδηγίας, την οποία ήδη επεδίωκαν τα αιτήματα που είχαν προβληθεί με το δικόγραφο της προσφυγής. Επομένως, εφόσον τα εν λόγω νέα αιτήματα συνιστούν νέους ισχυρισμούς που δεν στηρίζονται σε νομικά ή πραγματικά στοιχεία προκύψαντα κατά τη διαδικασία, αυτά πρέπει να κριθούν απαράδεκτα κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 48, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας. |
55 |
Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να απορριφθούν τα νέα αιτήματα που προέβαλε η προσφεύγουσα στις 20 Ιουλίου 2007 και να αποφανθεί το Πρωτοδικείο επί των αιτημάτων που προβλήθηκαν με το δικόγραφο της προσφυγής. |
Επί του παραδεκτού
Επί του εννόμου συμφέροντος
56 |
Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η τροποποίηση της προδιαγραφής της χλωροθαλονίλης που απορρέει από την έκδοση της οδηγίας 2006/76 εξάλειψε το συμφέρον της προσφεύγουσας για την άσκηση προσφυγής ακυρώσεως της προσβαλλομένης οδηγίας. |
57 |
Η προσφεύγουσα επιβεβαιώνει ότι το προϊόν της είναι σύμφωνο προς την προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης που εισήγαγε η οδηγία 2006/76, αλλά υποστηρίζει ότι η προδιαγραφή, την οποία καθορίζει η προσβαλλόμενη οδηγία, παρήγαγε έννομα αποτελέσματα, τα οποία εξακολουθούν να υφίστανται παρά την τροποποίησή της και τα οποία δικαιολογούν τη διατήρηση του εννόμου συμφέροντός της. Συναφώς, η προσφεύγουσα τονίζει ότι ανεκλήθησαν εντός πλειόνων κρατών μελών οι εγκρίσεις για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα της που περιέχουν χλωροθαλονίλη. |
58 |
Πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, το συμφέρον για την ακύρωση μιας πράξεως είναι υπαρκτό μόνον εφόσον η ακύρωση αυτή είναι ικανή από μόνη της να έχει έννομες συνέπειες (απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Ιουνίου 1986, 53/85, AKZO Chemie κατά Επιτροπής, Συλλογή 1986, σ. 1965, σκέψη 21, και απόφαση του Πρωτοδικείου της , T-102/96, Gencor κατά Επιτροπής, Συλλογή 1999, σ. II-753, σκέψη 40). |
59 |
Εν προκειμένω, επισημαίνεται ότι η προσβαλλόμενη οδηγία, που εκδόθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 2005 και τέθηκε σε ισχύ την , υποχρέωσε τα κράτη μέλη να επανεξετάσουν τις υπάρχουσες εγκρίσεις για φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν χλωροθαλονίλη το αργότερο έως τις . Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, της προσβαλλομένης οδηγίας, η εν λόγω επανεξέταση συνεπήγετο, αφενός, την εξακρίβωση της τηρήσεως των προϋποθέσεων καταχωρίσεως της εν λόγω ουσίας στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414 και, αφετέρου, τον έλεγχο του αν πληρούται η υποχρέωση κατοχής φακέλου, ή προσβάσεως σε φάκελο, ο οποίος εκπληρώνει τις απαιτήσεις του παραρτήματος II της οδηγίας 91/414. |
60 |
Η προδιαγραφή, την οποία αφορά η προσβαλλόμενη οδηγία, αντικαταστάθηκε από την τροποποιημένη προδιαγραφή που προβλέπεται από την οδηγία 2006/76. Η τελευταία αυτή οδηγία, δυνάμει του άρθρου της 2, πρώτο εδάφιο, έπρεπε να μεταφερθεί στο εσωτερικό δίκαιο από τα κράτη μέλη αναδρομικώς έως τις 31 Αυγούστου 2006, ήτοι την ημερομηνία που προβλέπεται από το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της προσβαλλομένης οδηγίας για την ανάκληση ή την τροποποίηση των υπαρχουσών εθνικών εγκρίσεων που δεν ήσαν σύμφωνες προς τις προβλεπόμενες από την προσβαλλόμενη οδηγία προϋποθέσεις καταχωρίσεως της χλωροθαλονίλης στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414. Αντιθέτως, το εν λόγω αναδρομικό αποτέλεσμα της οδηγίας 2006/76 δεν εκτείνεται στην ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της προσβαλλομένης οδηγίας και, ως εκ τούτου, δεν είναι ικανό να εξαλείψει τις έννομες συνέπειες που παρήγαγε η προσβαλλόμενη οδηγία προ της . |
61 |
Εξ αυτών προκύπτει ότι η προσβαλλόμενη οδηγία ήταν ικανή να επηρεάσει τη νομική κατάσταση της προσφεύγουσας, κατά το μέτρο που αυτή δεν της παρείχε τη δυνατότητα να προβάλει ότι τα προϊόντα της πληρούσαν τις προϋποθέσεις καταχωρίσεως στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414 κατά τη διάρκεια της προβλεπομένης από την προσβαλλόμενη οδηγία προθεσμίας, της ταχθείσας προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα στους ενδιαφερομένους να προετοιμαστούν ενόψει της επανεξετάσεως των εθνικών εγκρίσεων. |
62 |
Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ότι το έννομο συμφέρον για την προβολή των υπό κρίση αιτημάτων περί ακυρώσεως διατηρείται καθόσον αποτελεί τη βάση για την προβολή, εκ μέρους της προσφεύγουσας, αιτημάτων περί αποζημιώσεως (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση του Δικαστηρίου της 31ης Μαρτίου 1998, C-68/94 και C-30/95, Γαλλία κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1988, σ. I-1375, σκέψη 74 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
63 |
Κατά συνέπεια, διατηρείται το έννομο συμφέρον της προσφεύγουσας για την προβολή των υπό κρίση αιτημάτων περί ακυρώσεως. |
Επί της ενεργητικής νομιμοποιήσεως της προσφεύγουσας
64 |
Αμυνόμενη, η Επιτροπή αμφισβητεί το παραδεκτό των αιτημάτων περί ακυρώσεως, επικαλούμενη τον νομοθετικό χαρακτήρα της προσβαλλομένης οδηγίας καθώς και την έλλειψη άμεσου και ατομικού επηρεασμού της προσφεύγουσας. |
65 |
Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι νομιμοποιείται ενεργητικώς, ιδίως, λόγω της συμμετοχής της στη διαδικασία αξιολογήσεως της χλωροθαλονίλης. |
66 |
Επισημαίνεται ότι η προσβαλλόμενη οδηγία είναι πράξη γενικής ισχύος που απευθύνεται στα κράτη μέλη. |
67 |
Συναφώς, το άρθρο 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ δεν αναφέρεται μεν ρητώς στο παραδεκτό των προσφυγών ακυρώσεως που ασκούνται από φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατά οδηγίας, πλην όμως από τη νομολογία προκύπτει ότι μόνον αυτό το στοιχείο δεν αρκεί για να κριθούν απαράδεκτες τέτοιες προσφυγές. Συγκεκριμένα, τα κοινοτικά όργανα δεν μπορούν να αποκλείσουν, με απλή επιλογή του τύπου της οικείας πράξεως, τη δικαστική προστασία που παρέχει στα άτομα η διάταξη αυτή της Συνθήκης (απόφαση του Πρωτοδικείου της 17ης Ιουνίου 1998, T-135/96, UEAPME κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1998, σ. II-2335, σκέψη 63, και διάταξη του Πρωτοδικείου της , T-223/01, Japan Tobacco και JT International κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, Συλλογή 2002, σ. II-3259, σκέψη 28). |
68 |
Επιπλέον, η γενική ισχύς της προσβαλλομένης πράξεως δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να αφορά άμεσα και ατομικά ορισμένα φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Σε μια τέτοια περίπτωση, μια κοινοτική πράξη μπορεί να έχει ταυτόχρονα γενικό χαρακτήρα και, ως προς ορισμένους επιχειρηματίες, χαρακτήρα αποφάσεως (βλ. αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 11ης Σεπτεμβρίου 2002, T-13/99, Pfizer Animal Health κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2002, σ. II-3305, σκέψη 84, και T-70/99, Alpharma κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2002, σ. II-3495, σκέψη 76 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
69 |
Επομένως, πρέπει να εξεταστεί αν η προσβαλλόμενη οδηγία επηρεάζει τη νομική κατάσταση της προσφεύγουσας κατά ατομικό και άμεσο τρόπο. |
70 |
Όσον αφορά, κατ’ αρχάς, τον ατομικό επηρεασμό, πρέπει να υπομνησθεί ότι το γεγονός ότι ένα πρόσωπο λαμβάνει μέρος στη διαδικασία εκδόσεως κοινοτικής πράξεως δεν είναι ικανό να το εξατομικεύσει σε σχέση με την εν λόγω πράξη παρά μόνον αν η εφαρμοστέα κοινοτική ρύθμιση του παρέχει ορισμένες διαδικαστικές εγγυήσεις (βλ. αποφάσεις Pfizer Animal Health κατά Συμβουλίου, προπαρατεθείσα, σκέψη 101, και Alpharma κατά Συμβουλίου, προπαρατεθείσα, σκέψη 93 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
71 |
Συναφώς, επισημαίνεται ότι η διαδικασία αξιολογήσεως την οποία προβλέπει το άρθρο 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 91/414 και η οποία αφορά τις δραστικές ουσίες που ήδη υπάρχουν στην αγορά δύο έτη μετά την ημερομηνία κοινοποιήσεως της εν λόγω οδηγίας άρχισε, σύμφωνα με τους κανόνες εφαρμογής που προβλέπονται από το άρθρο 4, παράγραφος 1, του κανονισμού 3600/92, κατόπιν της κοινοποιήσεως στην οποία προέβη ένας ενδιαφερόμενος παραγωγός. Δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, ο παραγωγός που προβαίνει σε κοινοποίηση οφείλει να υποβάλει τον φάκελο περιέχοντα τα απαιτούμενα για την αξιολόγηση της σχετικής δραστικής ουσίας στοιχεία. Επιπλέον, από το άρθρο 7, παράγραφοι 2 και 3, του ίδιου κανονισμού προκύπτει ότι ο ως άνω παραγωγός μετέχει στα διάφορα στάδια της εξετάσεως του φακέλου του και απολαύει, ως εκ τούτου, διαδικαστικών εγγυήσεων. |
72 |
Κατά συνέπεια, η πράξη της Επιτροπής με την οποία τερματίζεται η διαδικασία αφορά ατομικά τον παραγωγό που έχει προβεί σε κοινοποίηση και ο οποίος έχει υποβάλει φάκελο και έχει μετάσχει στη διαδικασία αξιολογήσεως. Συναφώς, η οδηγία με την οποία εγκρίνεται, υπό προϋποθέσεις, η δραστική ουσία αφορά τον ως άνω παραγωγό όπως ακριβώς θα τον αφορούσε μια απόφαση περί αρνήσεως της εγκρίσεως (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση του Πρωτοδικείου της 1ης Δεκεμβρίου 1999, T-125/96 και T-152/96, Boehringer κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, Συλλογή 1999, σ. II-3427, σκέψη 168). |
73 |
Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι η προσφεύγουσα είναι ο ένας εκ των δύο παραγωγών που έχουν προβεί σε κοινοποίηση και οι οποίοι έχουν υποβάλει φακέλους και έχουν μετάσχει στην αξιολόγηση της χλωροθαλονίλης. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη οδηγία αφορά ατομικά την προσφεύγουσα ως προς τη χλωροθαλονίλη. |
74 |
Όσον αφορά, εν συνεχεία, τον άμεσο επηρεασμό, η ύπαρξη του εν λόγω επηρεασμού απαιτεί, πρώτον, το προσβαλλόμενο μέτρο να παράγει άμεσα αποτελέσματα έναντι της νομικής καταστάσεως του προσφεύγοντος και να μην αφήνει καμία εξουσία εκτιμήσεως στους αποδέκτες του οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή του, όταν αυτή έχει καθαρά αυτόματο χαρακτήρα και απορρέει αποκλειστικά από την κοινοτική ρύθμιση, χωρίς την εφαρμογή άλλων παρεμβαλλομένων κανόνων (απόφαση του Δικαστηρίου της 5ης Μαΐου 1998, C-386/96 P, Dreyfus κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, σ. I-2309, σκέψη 43). |
75 |
Εν προκειμένω, με την έκδοση της προσβαλλομένης οδηγίας, η Επιτροπή έθεσε τέρμα στην αξιολόγηση της χλωροθαλονίλης, αποφασίζοντας να προβεί σε καταχώριση της εν λόγω δραστικής ουσίας στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414, υπό ορισμένες προϋποθέσεις που σχετίζονται, ιδίως, με τη μέγιστη περιεκτικότητα σε HCB. |
76 |
Δυνάμει του άρθρου 3, παράγραφος 1, της προσβαλλομένης οδηγίας, τα κράτη μέλη υποχρεώθηκαν να επανεξετάσουν τις εγκρίσεις των φυτοπροστατευτικών προϊόντων που περιέχουν χλωροθαλονίλη, εξακριβώνοντας, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, αν συμμορφώνονται προς τις προϋποθέσεις καταχωρίσεως της εν λόγω ουσίας στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414. |
77 |
Επισημαίνεται ότι η προσβαλλόμενη οδηγία, καθόσον προβλέπει τις προϋποθέσεις εμπορίας της χλωροθαλονίλης στην κοινοτική αγορά, παράγει άμεσα αποτελέσματα επί της νομικής καταστάσεως της προσφεύγουσας, ως εταιρίας που παρασκευάζει την εν λόγω δραστική ουσία. Επιπλέον, όσον αφορά τις εν λόγω προϋποθέσεις που προβλέπονται από την προσβαλλόμενη οδηγία, η δράση που έπρεπε να αναλάβουν τα κράτη μέλη είχε καθαρά αυτόματο χαρακτήρα. Ειδικότερα, όπως δέχεται η Επιτροπή με το υπόμνημά της ανταπαντήσεως, τα κράτη μέλη δεν διέθεταν κανένα περιθώριο εκτιμήσεως σε σχέση με τη μέγιστη περιεκτικότητα σε HCB. |
78 |
Επομένως, όσον αφορά την εν λόγω προϋπόθεση καταχωρίσεως, η προσβαλλόμενη οδηγία επηρεάζει άμεσα τη νομική κατάσταση της προσφεύγουσας και δεν παρέχει καμία εξουσία εκτιμήσεως στα κράτη μέλη. |
79 |
Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η προσφεύγουσα παραδεκτώς ζητεί την ακύρωση της προσβαλλομένης οδηγίας καθόσον αφορά τη χλωροθαλονίλη. |
Επί του αιτήματος με το οποίο επιδιώκεται η μεταρρύθμιση της επίδικης προδιαγραφής
80 |
Όσον αφορά το αίτημα που προέβαλε επικουρικώς η προσφεύγουσα, με το οποίο επιδιώκεται η εκ μέρους του Πρωτοδικείου τροποποίηση της προδιαγραφής την οποία προβλέπει η προσβαλλόμενη οδηγία, πρέπει να υπομνηστεί ότι, στο πλαίσιο του ελέγχου νομιμότητας που στηρίζεται στο άρθρο 230 ΕΚ, δεν εναπόκειται στον κοινοτικό δικαστή να απευθύνει διαταγές στα κοινοτικά όργανα ή να τα υποκαταστήσει (απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Δεκεμβρίου 2006, T-155/04, SELEX Sistemi Integrati κατά Επιτροπής, Συλλογή 2006, σ. II-4797, σκέψη 28). Κατά συνέπεια, το επικουρικό αυτό αίτημα είναι απαράδεκτο. |
Επί της ουσίας
81 |
Προς στήριξη των υπό κρίση αιτημάτων περί ακυρώσεως της προσβαλλομένης οδηγίας, η προσφεύγουσα προβάλλει, αφενός, τρεις λόγους που σχετίζονται με τη διαδικασία και οι οποίοι αφορούν, πρώτον, τον αποκλεισμό του φακέλου της από τη διαδικασία αξιολογήσεως, δεύτερον, την ύπαρξη παρατυπιών κατά τη διαδικασία ενώπιον της επιτροπής, τρίτον, τη μη τήρηση των διαδικαστικών εγγυήσεων καθώς και την προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως και, αφετέρου, τρεις λόγους ως προς την ουσία, οι οποίοι αφορούν, αντιστοίχως, παράβαση του άρθρου 5 της οδηγίας 91/414, παράβαση του άρθρου 13 της οδηγίας 91/414 καθώς και παραβίαση ορισμένων γενικών αρχών του κοινοτικού δικαίου. |
Επί του πρώτου λόγου, που αφορά τον προβαλλόμενο αποκλεισμό του φακέλου της προσφεύγουσας από τη διαδικασία αξιολογήσεως
— Επιχειρήματα των διαδίκων
82 |
Η προσφεύγουσα υποστηρίζει, κατ’ αρχάς, ότι η Επιτροπή την απέκλεισε παράνομα από τη διαδικασία αξιολογήσεως της χλωροθαλονίλης, αφενός, μη αναγνωρίζοντας στην προσφεύγουσα την ιδιότητα του «κύριου φορέα που προσκόμισε στοιχεία» και, αφετέρου, αποκλείοντας τα στοιχεία της και την προδιαγραφή του προϊόντος της. |
83 |
Κατά την έναρξη της διαδικασίας αξιολογήσεως, η προσφεύγουσα και η Syngenta θεωρήθηκαν από το εισηγούμενο κράτος μέλος ως «κύριοι φορείς που προσκόμισαν στοιχεία». Το γεγονός αυτό μνημονεύεται στην έκθεση επανεξετάσεως. Πάντως, από το ίδιο έγγραφο, η προσφεύγουσα πληροφορήθηκε ότι, κατά τη διάρκεια της αξιολογήσεως, αποφασίσθηκε να θεωρηθεί μόνον η Syngenta ως «κύριος φορέας που προσκόμισε στοιχεία». Η προσφεύγουσα ουδέποτε ενημερώθηκε για την απόφαση αυτή ούτε για τους λόγους του αποκλεισμού της. |
84 |
Πάντως, η υποβληθείσα από την προσφεύγουσα προδιαγραφή αξιολογήθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας και, κατά συνέπεια, έπρεπε να ληφθεί υπόψη κατά την έκδοση της προσβαλλομένης οδηγίας. |
85 |
Συγκεκριμένα, από την έκθεση αξιολογήσεως που συνέταξε το εισηγούμενο κράτος μέλος στις 31 Ιανουαρίου 2000 προκύπτει ότι τα προϊόντα της Syngenta και της προσφεύγουσας είχαν αποτελέσει αντικείμενο εξετάσεως σύμφωνα με τις κοινοτικές απαιτήσεις και ότι τα διαπιστωθέντα αποτελέσματα πληρούσαν τις απαιτήσεις αυτές. Το προϊόν της προσφεύγουσας αποτέλεσε, επίσης, αντικείμενο εξετάσεως στο πλαίσιο της αξιολογήσεως εκ μέρους των ειδημόνων. Δεδομένου ότι ζητήθηκαν συμπληρωματικές πληροφορίες, η προσφεύγουσα παρέσχε τις εν λόγω πληροφορίες τον Μάιο του 2002. Στις , διαπιστώθηκε ότι η προσφεύγουσα ανταποκρίθηκε ικανοποιητικά στην ως άνω αίτηση παροχής πληροφοριών. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από τον πίνακα αξιολογήσεως της χλωροθαλονίλης της (έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής SANCO/4342/2000 αναθ. 1-3). |
86 |
Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, η προσφεύγουσα υπέβαλε πολλές μελέτες, που απαριθμούνται στο παράρτημα IIIA του σχεδίου της εκθέσεως επανεξετάσεως. Οι μελέτες αυτές, που αφορούν τον φάκελό της, δεν εμφαίνονται, πλέον, στο τελικό κείμενο του παραρτήματος IIIA που φέρει ημερομηνία 15 Μαρτίου 2005. |
87 |
Συναφώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι ο φάκελός της ήταν ουσιώδης για την αξιολόγηση. Από τον πίνακα αξιολογήσεως της 28ης Ιανουαρίου 2004 προκύπτει ότι μόνον η προσφεύγουσα υπέβαλε όλα τα πληροφοριακά στοιχεία που αφορούν την προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης, καθόσον η Syngenta όφειλε, ακόμη, να αντιμετωπίσει το ζήτημα «της διαφοράς μεταξύ των δύο τιμών που αφορούν την κβαντική απόδοση» και εκπλήρωσε την απαίτηση αυτή μόνον «έπειτα από άλλο υπολογισμό των αποτελεσμάτων της Vischim». Έτσι, όσον αφορά την «ταυτότητα» της δραστικής ουσίας, ο φάκελος της Syngenta είναι πλήρης μόνο διά παραπομπής στον φάκελο της προσφεύγουσας. Επιπλέον, ορισμένες εκ των μελετών της προσφεύγουσας μνημονεύονται, προς στήριξη της επιστημονικής αξιολογήσεως, στο παράρτημα II, σελίδα 17, της εκθέσεως επανεξετάσεως. |
88 |
Έτσι, αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζει η Επιτροπή, η εξέταση της χλωροθαλονίλης δεν θα μπορούσε να ολοκληρωθεί βάσει μόνον του φακέλου της Syngenta. Όπως προκύπτει από το σημείο 4.9 του εγγράφου που συνέταξε το εισηγούμενο κράτος μέλος τον Απρίλιο 2004, ο φάκελος της Syngenta είχε ελλείψεις ως προς την οικοτοξικολογία, τη σχετική με τη μελέτη για τον γήινο σκώληκα. Εν συνεχεία, η τιμή «NOAEL» (No-Observed-Adverse-Effect Level, επίπεδο μη παρατήρησης δυσμενών επιδράσεων) που αφορά το ζήτημα της «χρόνιας τοξικότητας και του καρκινογόνου χαρακτήρα», που μνημονεύεται στο παράρτημα II της εκθέσεως επανεξετάσεως, υπολογίσθηκε με βάση τη μελέτη σχετικά με τους αρουραίους την οποία προσκόμισε η προσφεύγουσα. |
89 |
Εξάλλου, η καταχώριση μιας δραστικής ουσίας στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414 μπορεί να στηρίζεται σε μια «συρραφή» στοιχείων που υποβλήθηκαν από διάφορους παραγωγούς που έχουν προβεί σε κοινοποίηση, ανεξάρτητα από το ζήτημα αν οι ατομικοί φάκελοί τους ήσαν πλήρεις. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με ένα έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής (έγγραφο SANCO/10435/2004 της 15ης Απριλίου 2005), οι «επιτρεπόμενες μελέτες οι οποίες, εξεταζόμενες μεμονωμένα, δεν ανταποκρίνονται πλήρως σε μια απαίτηση ή σε μια ειδική μέριμνα που προσδιορίσθηκε στο πλαίσιο της καταχωρίσεως στο παράρτημα I, αλλά συμβάλλουν από κοινού σε μια σφαιρική προσέγγιση σχετικά με την απόδειξη […], θα έπρεπε να περιληφθούν, στο σύνολό τους, [στην έκθεση επανεξετάσεως]». |
90 |
Τέλος, η προσφεύγουσα αμφισβητεί τον ισχυρισμό της Επιτροπής ότι, από τον Μάιο του 2004, η αξιολόγηση συνεχίσθηκε βάσει μόνον του φακέλου της Syngenta, υποστηρίζοντας ότι, κατά το ως άνω χρονικό σημείο, η αξιολόγηση είχε ήδη ολοκληρωθεί. |
91 |
Η Επιτροπή αμφισβητεί το βάσιμο των λόγων που προβάλλει η προσφεύγουσα. |
— Εκτίμηση του Πρωτοδικείου
92 |
Στο πλαίσιο του υπό κρίση λόγου, η προσφεύγουσα βάλλει κατά του προβαλλομένου αποκλεισμού της από τη διαδικασία αξιολογήσεως υπό την ιδιότητα του «κύριου φορέα που προσκόμισε στοιχεία» και επικρίνει το γεγονός ότι η εν λόγω αξιολόγηση ολοκληρώθηκε μόνο βάσει του φακέλου της Syngenta, αποκλειομένων των στοιχείων και της προδιαγραφής της χλωροθαλονίλης που προέρχονται από τον φάκελό της. |
93 |
Πρέπει να υπομνησθεί, όσον αφορά τους κανόνες εφαρμογής της οικείας διαδικασίας, ότι, κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, του κανονισμού 3600/92, οι παραγωγοί που έχουν προβεί σε κοινοποίηση οφείλουν, ατομικά ή συλλογικά, να διαβιβάσουν στο εισηγούμενο κράτος μέλος τους φακέλους που περιέχουν τα απαιτούμενα στοιχεία για την αξιολόγηση της δραστικής ουσίας που αποτέλεσε αντικείμενο κοινοποιήσεως. Δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 2, του ίδιου κανονισμού, το εισηγούμενο κράτος μέλος μπορεί να καλέσει τους παραγωγούς που έχουν προβεί σε κοινοποίηση να επιφέρουν βελτιώσεις ή να προσθέσουν στοιχεία στους φακέλους τους. |
94 |
Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι, στο πλαίσιο της σχετικής διαδικασίας, ο παραγωγός που έχει προβεί σε κοινοποίηση και ο οποίος έχει υποβάλει ατομικό φάκελο οφείλει να παράσχει όλα τα αναγκαία στοιχεία για την αξιολόγηση της δραστικής ουσίας που αποτέλεσε αντικείμενο κοινοποιήσεως. |
95 |
Εν προκειμένω, επισημαίνεται, ευθύς εξ αρχής, ότι η εν λόγω διαδικασία αξιολογήσεως αφορούσε, αρχικώς, τους φακέλους που υπέβαλαν, μεμονωμένα, η προσφεύγουσα και η Syngenta. |
96 |
Συγκεκριμένα, κατά το σημείο 1 της εκθέσεως επανεξετάσεως, μόνον οι δύο αυτοί κοινοποιούντες υπέβαλαν εμπροθέσμως φακέλους που δεν εμφανίζουν ουσιώδεις ελλείψεις και θεωρήθηκαν ως «κύριοι φορείς που προσκόμισαν στοιχεία». Από το ίδιο έγγραφο προκύπτει ότι, κατά τη διάρκεια της αξιολογήσεως, αποφασίσθηκε να θεωρηθεί μόνον η Syngenta ως «κύριος φορέας που προσκόμισε στοιχεία». |
97 |
Όσον αφορά τον χαρακτηρισμό της Syngenta και της προσφεύγουσας ως «κύριων φορέων που προσκόμισαν στοιχεία», πρέπει να επισημανθεί ότι η εν λόγω έννοια δεν μνημονεύεται στην εφαρμοστέα ρύθμιση, αλλά προκύπτει από την πρακτική της Επιτροπής. Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι ο χαρακτηρισμός ενός παραγωγού ως «κύριου φορέα που προσκόμισε στοιχεία» κατά τη διάρκεια της αξιολογήσεως δεν μπορεί να προσδώσει στον ενδιαφερόμενο κοινοποιούντα ένα ειδικό νομικό καθεστώς, το επιχείρημα της προσφεύγουσας που αφορά την προβαλλομένη άρνηση να αναγνωρισθεί ότι αυτή υπάγεται στο εν λόγω καθεστώς καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας αξιολογήσεως είναι αλυσιτελές. |
98 |
Εν συνεχεία, ως προς το επιχείρημα της προσφεύγουσας που αφορά τον προβαλλόμενο αποκλεισμό του φακέλου της, η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι, κατά τη διάρκεια της αξιολογήσεως, προέκυψε ότι ο φάκελος της προσφεύγουσας εμφάνιζε σημαντικές ελλείψεις και, ως εκ τούτου, από τον Μάιο του 2004, αποφασίσθηκε να συνεχισθεί η αξιολόγηση βάσει μόνον του φακέλου της Syngenta. Συνεπώς, κατά την Επιτροπή, η αξιολόγηση της χλωροθαλονίλης που προηγήθηκε της εκδόσεως της προσβαλλομένης οδηγίας στηριζόταν μόνο στον φάκελο της Syngenta. |
99 |
Διαπιστώνεται ότι από έγγραφο που συνέταξε το εισηγούμενο κράτος μέλος τον Απρίλιο του 2004, το οποίο τιτλοφορείται «Επίπεδο 4 — Αίτηση παροχής συμπληρωματικών πληροφοριών» και επισυνάφθηκε από την Επιτροπή στο υπόμνημα αντικρούσεως, προκύπτει ότι, σε αυτό το προχωρημένο στάδιο της αξιολογήσεως, ο φάκελος της προσφεύγουσας εξακολουθούσε να εμφανίζει σημαντικές ελλείψεις. |
100 |
Όπως διευκρίνισε η Επιτροπή κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, χωρίς να υπάρξει αμφισβήτηση εκ μέρους της προσφεύγουσας, το εν λόγω έγγραφο εντοπίζει συνολικά, στον φάκελο της προσφεύγουσας, 42 ελλείπουσες μελέτες. Παραδείγματος χάρη, όσον αφορά τη στήλη που τιτλοφορείται «Τοξικολογία και μεταβολισμός», στο ως άνω έγγραφο επισημαίνεται ότι ο φάκελος της προσφεύγουσας δεν περιείχε πληροφορίες παρέχουσες τη δυνατότητα να προσδιορισθεί η τιμή «[NOAEL] που αφορά τα συστημικά αποτελέσματα», «πληροφορίες σχετικά με την υποξεία τοξικότητα από το στόμα», «πληροφορίες σχετικά με την τοξικότητα των προϊόντων μεταβολισμού», «στοιχεία αφορώντα τη συγκριτική απορρόφηση από το δέρμα» και «μελέτη in vitro σε δέρμα αρουραίου και σε ανθρώπινο δέρμα». Επιπλέον, το εισηγούμενο κράτος μέλος απαίτησε τη διεξαγωγή επιτόπιων μελετών σχετικά με τις διάφορες χρήσεις της χλωροθαλονίλης, καθώς και την προσκόμιση πληροφοριών «ως προς τα επιφανειακά κατάλοιπα στο έδαφος», «ως προς την οξεία δερματική τοξικότητα της χλωροθαλονίλης 500 g/l» και «ως προς την ακριβή σύνθεση της χλωροθαλονίλης 75 WG». |
101 |
Επιπλέον, με την από 16 Ιουνίου 2008 γραπτή απάντησή της στην ερώτηση που έθεσε το Πρωτοδικείο, η προσφεύγουσα δέχεται ότι δεν υπέβαλε στο εισηγούμενο κράτος μέλος τα στοιχεία που προσδιορίζονται στο εν λόγω έγγραφο παρά μόνο μεταξύ του μηνός Ιουλίου 2006 και του μηνός Αυγούστου 2007, ήτοι μετά την έκδοση της προσβαλλομένης οδηγίας. |
102 |
Από τα ως άνω στοιχεία προκύπτει ότι, στο πλαίσιο της διαδικασίας αξιολογήσεως, η προσφεύγουσα δεν υπέβαλε φάκελο περιέχοντα όλα τα απαιτούμενα στοιχεία για την αξιολόγηση της χλωροθαλονίλης. |
103 |
Η διαπίστωση αυτή δεν αναιρείται από το γεγονός ότι, κατά την έναρξη της διαδικασίας, ο φάκελος της προσφεύγουσας κρίθηκε ως μη παρουσιάζων εμφανείς ελλείψεις και ότι ο εν λόγω φάκελος εξετάστηκε στο πλαίσιο της εκθέσεως αξιολογήσεως, την οποία κατήρτισε το εισηγούμενο κράτος μέλος στις 31 Ιανουαρίου 2000, και στο πλαίσιο της αξιολογήσεως εκ μέρους των ειδημόνων, μεταξύ Μαρτίου και Σεπτεμβρίου 2001. |
104 |
Επισημαίνεται ότι οι λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής της εν λόγω διαδικασίας δεν απαιτούν να έχει γίνει, κατά την έναρξη της αξιολογήσεως, οριστική διαπίστωση ως προς την πληρότητα του φακέλου. Κατά συνέπεια, εν προκειμένω, η αρχική διαπίστωση, σύμφωνα με την οποία ο φάκελος της προσφεύγουσας δεν εμφάνιζε«ουσιώδεις ελλείψεις» δεν συνεπήγετο, όπως καταδεικνύει, επίσης, η επιλεγείσα διατύπωση, ότι ο φάκελος ήταν πλήρης από πάσης απόψεως. |
105 |
Η προσφεύγουσα δεν μπορεί να στηρίζεται στο επιχείρημα ότι οι παραπομπές στα υποβληθέντα κατά τη διάρκεια της αξιολογήσεως στοιχεία της εμφαίνονταν στο παράρτημα IIIA του σχεδίου της εκθέσεως επανεξετάσεως. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 4 και την εγγραφή 102 του πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα της προσβαλλομένης οδηγίας, το τελικό κείμενο της εκθέσεως επανεξετάσεως συντάχθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2005. Έτσι, αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζει η προσφεύγουσα, η εν λόγω αξιολόγηση συνεχίστηκε μέχρι την ως άνω ημερομηνία και δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως περατωθείσα κατά το στάδιο του σχεδίου της εκθέσεως επανεξετάσεως. Πάντως, το γεγονός και μόνον ότι οι παραπομπές στα στοιχεία της προσφεύγουσας περιελήφθησαν στο εν λόγω σχέδιο, αλλά απαλείφθηκαν από το οριστικό κείμενο της εκθέσεως, δεν αρκεί για να αποδειχθεί ότι ο φάκελος της προσφεύγουσας ήταν πλήρης. |
106 |
Εν συνεχεία, πρέπει να επισημανθεί ότι η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι ο φάκελος του ετέρου κοινοποιούντος ήταν ελλιπής και, ως εκ τούτου, έπρεπε να συμπληρωθεί, κατ’ ανάγκη, από στοιχεία αντλούμενα από τον φάκελο της προσφεύγουσας. |
107 |
Αφενός, το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι ο φάκελός της ήταν αναγκαίος προκειμένου να κριθεί κατά πόσον ο φάκελος της Syngenta πληρούσε τις προϋποθέσεις, από την άποψη των «τιμών που αφορούν την κβαντική απόδοση», αναιρείται από τα στοιχεία τα οποία προσκόμισε η Επιτροπή με την από 16 Ιουνίου 2008 γραπτή απάντησή της στην ερώτηση που έθεσε το Πρωτοδικείο και σύμφωνα με τα οποία η σχετική μελέτη της Syngenta έγινε δεκτή από το εισηγούμενο κράτος μέλος κατά την παραλαβή των συμπληρωματικών πληροφοριών. |
108 |
Αφετέρου, καίτοι η έκθεση επανεξετάσεως όντως αναφέρεται σε ορισμένα στοιχεία αντλούμενα από τον φάκελο της προσφεύγουσας, ήτοι στην τιμή NOAEL που υπολογίστηκε με βάση τη μελέτη της σχετικά με τους αρουραίους, καθώς και στη μελέτη της σχετικά με την αναπαραγωγή και την ανάπτυξη του γήινου σκώληκα που μνημονεύθηκε στο παράρτημα II της εν λόγω εκθέσεως, πρέπει να παρατηρηθεί ότι αυτή η παρεμπίπτουσα αναφορά στα στοιχεία που υπέβαλε η προσφεύγουσα δεν αποδεικνύει ότι ο φάκελος του ετέρου κοινοποιούντος δεν περιείχε επαρκείς πληροφορίες. |
109 |
Συναφώς, με την από 16 Ιουνίου 2008 γραπτή απάντησή της στην ερώτηση που έθεσε το Πρωτοδικείο, η Επιτροπή διευκρίνισε, χωρίς η προσφεύγουσα να αποδείξει το αντίθετο, ότι ο φάκελος της Syngenta περιείχε ισοδύναμες πληροφορίες και ότι οι παραπομπές σε τιμή προκύπτουσα από τις μελέτες που διεξήγαγε η προσφεύγουσα συμπεριελήφθησαν μόνο διότι το εισηγούμενο κράτος μέλος ήταν της γνώμης ότι η συγκεκριμένη αυτή τιμή ήταν πιο ενδεδειγμένη από επιστημονικής απόψεως. Η υποβολή συμπληρωματικών μελετών απαιτούνταν, εξάλλου, σε επίπεδο κρατών μελών (σημείο 7 της εκθέσεως επανεξετάσεως). |
110 |
Τέλος, πρέπει να απορριφθεί, επίσης, το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι δεν ήταν υποχρεωμένη να παράσχει πληροφορίες ισοδύναμες με εκείνες που υπέβαλε η Syngenta, κατά το μέτρο που, στο πλαίσιο μιας διαδικασίας στην οποία μετέχουν πολλοί κοινοποιούντες, η Επιτροπή μπορούσε να λάβει υπόψη το σύνολο των στοιχείων που αντλούνται από τους διαφόρους φακέλους. Συγκεκριμένα, έστω και αν υποτεθεί ότι μια τέτοια δυνατότητα παρέχεται στην Επιτροπή, γεγονός παραμένει ότι, όπως επισημάνθηκε στη σκέψη 94 ανωτέρω, στον βαθμό που οι κοινοποιούντες δεν υποβάλλουν κοινό φάκελο, εναπόκειται σε κάθε κοινοποιούντα να εξασφαλίσει ότι ο ατομικός φάκελός του είναι πλήρης. |
111 |
Συναφώς, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η προσφεύγουσα υποστήριξε ότι, το 1998, η Zeneca Agrochemicals και η ίδια είχαν συμφωνήσει ότι τα κατά την αξιολόγηση υποβαλλόμενα από καθεμία εξ αυτών στοιχεία επρόκειτο να θεωρηθούν ως εκπροσωπούντα την κοινή προσπάθειά τους. |
112 |
Προς στήριξη του επιχειρήματος αυτού, η προσφεύγουσα αναφέρεται, κατ’ αρχάς, στο απευθυνθέν στο εισηγούμενο κράτος μέλος έγγραφο της Zeneca Agrochemicals, της 16ης Απριλίου 1998, το οποίο επισυνάφθηκε στο δικόγραφο της προσφυγής και το οποίο αναφέρεται σε μια συνάντηση, στις , μεταξύ της Zeneca Agrochemicals, της ίδιας της προσφεύγουσας και του εισηγούμενου κράτους μέλους, κατά τη διάρκεια της οποίας το εν λόγω κράτος μέλος τους είχε ζητήσει να υποβάλουν κοινά σχόλια. |
113 |
Από το ως άνω έγγραφο προκύπτει ότι η Zeneca Agrochemicals είχε ζητήσει από το εισηγούμενο κράτος μέλος να επιβεβαιώσει εγγράφως ότι μόνον η προσφεύγουσα και η Zeneca Agrochemicals εθεωρούντο ως «κύριοι κάτοχοι στοιχείων», επισημαίνοντας ότι, κατόπιν της επιβεβαιώσεως αυτής, «επρόκειτο να έλθει σε επαφή με [την προσφεύγουσα] προκειμένου να προσδιοριστεί ο ενδεδειγμένος τρόπος με βάση τον οποίο θα έπρεπε να χειριστούν το εν λόγω ζήτημα [που αφορά την ενδεχόμενη υποβολή κοινών σχολίων]». Καίτοι προκύπτει εξ αυτού ότι η Zeneca Agrochemicals και η προσφεύγουσα είχαν αρχίσει διαπραγματεύσεις όσον αφορά τη δυνατότητα υποβολής κοινών σχολίων, απλώς και μόνον το έγγραφο αυτό δεν αποδεικνύει ότι αυτές είχαν όντως αποφασίσει να υποβάλουν στοιχεία από κοινού. |
114 |
Εν συνεχεία, η προσφεύγουσα αναφέρεται σε δύο συμφωνίες που συνήφθησαν μεταξύ αυτής και της Zeneca Agrochemicals στις 18 Ιουνίου 1998 και στις , με αντικείμενο την ανταλλαγή στοιχείων σχετικά με τη χλωροθαλονίλη. Κατά την προσφεύγουσα, δυνάμει των συμφωνιών αυτών, κάθε σχόλιο υποβαλλόμενο από τη Syngenta κατά τη διάρκεια της αξιολογήσεως έπρεπε να θεωρηθεί ως κοινό σχόλιο εκ μέρους τους. |
115 |
Πάντως, χωρίς να είναι αναγκαίο να αποφανθεί το Πρωτοδικείο επί των συνεπειών των εν λόγω συμφωνιών, των οποίων έγινε επίκληση για πρώτη φορά κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση και των οποίων το κύρος, σύμφωνα με τις διευκρινίσεις της ίδιας της προσφεύγουσας, δεν έχει αναγνωριστεί από τη Syngenta, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, όπως επισήμανε η Επιτροπή κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, χωρίς να αντικρουσθεί από την προσφεύγουσα, οι εν λόγω συμφωνίες δεν υποβλήθηκαν κατά τρόπον ώστε να περιέλθουν σε γνώση του εισηγούμενου κράτους μέλους ή της επιτροπής. |
116 |
Το γεγονός αυτό ενισχύεται από την έλλειψη οποιασδήποτε αναφοράς σε συλλογική παρουσίαση στοιχείων στα έγγραφα αξιολογήσεως τα οποία προσκόμισαν οι διάδικοι στο πλαίσιο των δικογράφων τους και στα οποία τα στοιχεία που υπέβαλαν η Syngenta και η προσφεύγουσα αποτελούν αντικείμενο χωριστών εκτιμήσεων. |
117 |
Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι τα στοιχεία, τα οποία αυτή και η Syngenta είχαν υποβάλει, έπρεπε να αποτελέσουν αντικείμενο αξιολογήσεως ως κοινός φάκελος που εκπροσωπεί τη συλλογική προσπάθειά τους. Κατά συνέπεια, η προσφεύγουσα εσφαλμένως υποστηρίζει ότι δεν ήταν υποχρεωμένη, δυνάμει της εφαρμοστέας ρυθμίσεως, να παράσχει τις απαιτούμενες πληροφορίες για την αξιολόγηση, κατά το μέτρο που ισοδύναμες πληροφορίες είχαν υποβληθεί από τη Syngenta. |
118 |
Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, πρέπει να κριθεί ότι η Επιτροπή δεν διέπραξε διαδικαστική παρατυπία ως εκ του ότι προέβη στην αξιολόγηση της χλωροθαλονίλης με βάση τον φάκελο της Syngenta, αποκλειομένων των στοιχείων και της προδιαγραφής της χλωροθαλονίλης που εμφαίνονται στον φάκελο που υπέβαλε η προσφεύγουσα, ο οποίος δεν περιείχε επαρκή στοιχεία. |
119 |
Κατά συνέπεια, ο υπό κρίση λόγος δεν μπορεί να ευδοκιμήσει. |
Επί του δευτέρου λόγου, που αφορά προβαλλόμενες παρατυπίες κατά τη διαδικασία ενώπιον της επιτροπής
— Επιχειρήματα των διαδίκων
120 |
Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η επιτροπή οριστικοποίησε την έκθεση επανεξετάσεως στις 15 Φεβρουαρίου 2005 και, ως εκ τούτου, δεν ήταν δυνατό να εγκρίνει τις τροποποιήσεις της εκθέσεως αυτής που εισήχθησαν στη συνέχεια και αφορούσαν την προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης και την απάλειψη της αναφοράς στις μελέτες που η προσφεύγουσα υπέβαλε. Το σχέδιο ημερήσιας διάταξης της επιτροπής, της , ουδόλως αναφέρεται στην έκθεση επανεξετάσεως. Με το υπόμνημά της απαντήσεως, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το σχέδιο της εκθέσεως επανεξετάσεως δεν υποβλήθηκε στην επιτροπή τρεις εβδομάδες πριν από τη σύσκεψη της , κατά παράβαση των κανόνων περί επιτροπών. |
121 |
Η Επιτροπή αμφισβητεί τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας. |
— Εκτίμηση του Πρωτοδικείου
122 |
Η προσφεύγουσα υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι η έκθεση επανεξετάσεως δεν οριστικοποιήθηκε δεόντως από την επιτροπή, καθόσον το κείμενο της εκθέσεως αυτής, όπως αυτό οριστικοποιήθηκε από την επιτροπή κατά τη σύσκεψη της 15ης Φεβρουαρίου 2005, τροποποιήθηκε στη συνέχεια. |
123 |
Πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά το άρθρο 7, παράγραφος 6, του κανονισμού 3600/92, όπως προστέθηκε με τον κανονισμό 1199/97, «[σ]ε περίπτωση που η Επιτροπή παρουσιάζει σχέδιο οδηγίας […] πρέπει ταυτοχρόνως να παρουσιάζει τα συμπεράσματα της εξέτασης της επιτροπής υπό τη μορφή μιας ενημερωμένης έκθεσης αναθεώρησης η οποία πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στα πρακτικά της συνεδρίασης.» Εξάλλου, όπως μνημονεύεται στην τέταρτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 1199/97, «είναι αναγκαίο, ένα σχέδιο οδηγίας ή σχέδιο απόφασης που διαβιβάζεται στην […] επιτροπή, να συνδέεται άμεσα με την έκθεση και την πρόταση του εισηγούμενου κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων όποιων τροποποιήσεων έχουν πραγματοποιηθεί μετά από τις διαβουλεύσεις». |
124 |
Επομένως, πρέπει να εξετασθεί αν, εν προκειμένω, η Επιτροπή εκπλήρωσε την υποχρέωσή της να υποβάλει στην επιτροπή, ταυτοχρόνως με το σχέδιο οδηγίας, την ενημερωμένη έκθεση επανεξετάσεως, εκθέτοντας τα συμπεράσματα της επί της ουσίας αξιολογήσεως του προτεινόμενου μέτρου. |
125 |
Συναφώς, από τα επιχειρήματα των διαδίκων προκύπτει ότι το περιεχόμενο της εκθέσεως επανεξετάσεως, που υποβλήθηκε στην επιτροπή κατά τη σύσκεψη της 15ης Φεβρουαρίου 2005, τροποποιήθηκε έπειτα από τη σύσκεψη αυτή όσον αφορά, πρώτον, τις προϋποθέσεις καταχωρίσεως στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414 που σχετίζονται με την καθαρότητα της χλωροθαλονίλης και, δεύτερον, την απάλειψη της αναφοράς στις μελέτες που υπέβαλε η προσφεύγουσα. Συγκεκριμένα, το παράρτημα I της εν λόγω εκθέσεως, που παρουσιάζει την προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης, καίτοι φέρει ημερομηνία , αναφέρεται στην προδιαγραφή του FAO που υιοθετήθηκε τον Φεβρουάριο του 2005. Επί πλέον, το παράρτημα IIIΑ αυτής, το οποίο περιέχει κατάλογο των μελετών, φέρει ημερομηνία . |
126 |
Συναφώς, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι εν λόγω δύο τροποποιήσεις, που προτάθηκαν από το εισηγούμενο κράτος μέλος στις 10 Φεβρουαρίου 2005, υποβλήθηκαν στην επιτροπή κατά τη σύσκεψη της και εγκρίθηκαν από αυτή, αλλά ενσωματώθηκαν στην έκθεση επανεξετάσεως μόνον έπειτα από τη σύσκεψη αυτή. |
127 |
Από τις ως άνω διευκρινίσεις, οι οποίες δεν αμφισβητούνται από την προσφεύγουσα, προκύπτει ότι οι σχετικές τροποποιήσεις της εκθέσεως επανεξετάσεως υποβλήθηκαν στην επιτροπή, η οποία, ως εκ τούτου, διέθετε, στις 15 Φεβρουαρίου 2005, όλες τις κρίσιμες πληροφορίες. |
128 |
Η διαπίστωση αυτή δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η έκθεση επανεξετάσεως ενημερώθηκε μόνον έπειτα από την ημερομηνία αυτή ώστε να ληφθούν υπόψη οι τροποποιήσεις που εγκρίθηκαν από την επιτροπή και ότι, κατά συνέπεια, ορισμένα παραρτήματα της εκθέσεως επανεξετάσεως φέρουν ημερομηνία μεταγενέστερη της 15ης Φεβρουαρίου 2005. |
129 |
Εξάλλου, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της συσκέψεως της επιτροπής της 15ης Απριλίου 2005, τα οποία προσκόμισε η προσφεύγουσα, κατά τη σύσκεψη αυτή, η επιτροπή «έλαβε γνώση» της «τροποποιημένης εκθέσεως επανεξετάσεως» σχετικά με τη χλωροθαλονίλη. |
130 |
Όσον αφορά τα όσα προβάλλει η προσφεύγουσα σχετικά με την υπερβολικά σύντομη, όπως υποστηρίζεται, προθεσμία για την προσκόμιση των εγγράφων στην επιτροπή, ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, κατά το μέτρο που η προσφεύγουσα δεν μπορεί να επικαλείται παράβαση των διαδικαστικών κανόνων που έχουν θεσπισθεί για την προστασία των συμφερόντων των κρατών μελών που συνεδριάζουν στο πλαίσιο της επιτροπής (βλ., υπό το πνεύμα αυτό και κατ’ αναλογίαν, απόφαση του Δικαστηρίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2007, C-443/05 P, Common Market Fertilizers κατά Επιτροπής, Συλλογή 2007, σ. I-7209, σκέψεις 144 και 145). |
131 |
Εν πάση περιπτώσει, από τον εσωτερικό κανονισμό, που εγκρίθηκε από την επιτροπή κατά το άρθρο 7 της αποφάσεως 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ L 184, σ. 23), προκύπτει ότι, ναι μεν τα έγγραφα πρέπει, κατά γενικό κανόνα, να είναι διαθέσιμα δεκατέσσερις ημέρες πριν από τη σύσκεψη της επιτροπής, πλην όμως είναι δυνατό να προτείνονται τροποποιήσεις εντός βραχύτερης προθεσμίας και μάλιστα κατά τη διάρκεια της συσκέψεως. |
132 |
Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι η ενώπιον της επιτροπής διαδικασία ήταν παράτυπη. |
133 |
Επομένως, ο υπό κρίση λόγος δεν μπορεί να γίνει δεκτός. |
Επί του τρίτου λόγου, που αφορά παράβαση των διαδικαστικών εγγυήσεων και προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως
— Επιχειρήματα των διαδίκων
134 |
Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το εισηγούμενο κράτος μέλος και η Επιτροπή παρέβησαν τις διαδικαστικές εγγυήσεις των οποίων απολαύει, καθόσον την απέκλεισαν από ορισμένες συσκέψεις και από ουσιώδεις ανταλλαγές απόψεων και καθόσον δεν της παρείχαν τις προβλεπόμενες από τον κανονισμό 3600/92 ανατροφοδότηση και υποστήριξη, όπως αυτές παρασχέθηκαν στη Syngenta. |
135 |
Το εισηγούμενο κράτος μέλος και η Επιτροπή παρέλειψαν να μεριμνήσουν ώστε η προσφεύγουσα να υποβάλει τον συνοπτικό φάκελό της προς τα άλλα κράτη μέλη, δεν προέβησαν σε διαβούλευση με την προσφεύγουσα ως προς την έκθεση αξιολογήσεως, δεν διαβίβασαν στην προσφεύγουσα τα πορίσματα της αξιολογήσεως εκ μέρους των ειδημόνων και δεν απηύθυναν στην προσφεύγουσα πρόσκληση για να μετάσχει στη σύσκεψη της 12ης Δεκεμβρίου 2002 με τη Syngenta. |
136 |
Η προσφεύγουσα υποστηρίζει, αναφερόμενη στις θεμελιώδεις αρχές του κοινοτικού δικαίου καθώς και στη νομολογία σχετικά με τα μέτρα αντιντάμπινγκ, ότι, στο πλαίσιο της επίμαχης διαδικασίας, είχε δικαιώματα άμυνας και δικαίωμα ακροάσεως, τα οποία προσέβαλε η Επιτροπή. |
137 |
Συναφώς, η προσφεύγουσα προσάπτει στην Επιτροπή, αφενός, ότι την απέκλεισε από τις συζητήσεις σχετικά με την προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης και, ιδίως, σχετικά με τη συνεκτίμηση της προδιαγραφής της FAO που εγκρίθηκε τον Φεβρουάριο του 2005 και, αφετέρου, ότι δεν της εξέθεσε τους λόγους του αποκλεισμού της από τη διαδικασία καθώς και της απόσυρσης των μελετών από την έκθεση επανεξετάσεως. |
138 |
Τέλος, οι παρατυπίες με τις οποίες βαρύνεται η διαδικασία αξιολογήσεως της χλωροθαλονίλης συνιστούν παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως. |
139 |
Η Επιτροπή αμφισβητεί τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας. Ισχυρίζεται, ιδίως, ότι η εφαρμοστέα επί της επίμαχης διαδικασίας ρύθμιση δεν προβλέπει διαδικαστικές εγγυήσεις υπέρ των κοινοποιούντων. |
— Εκτίμηση του Πρωτοδικείου
140 |
Εκ προοιμίου, πρέπει να υπομνηστεί ότι, στο πλαίσιο διαδικασίας που αφορά επαναξιολόγηση ενός υπαρκτού στην αγορά προϊόντος βάσει φακέλου υποβληθέντος από τον ενδιαφερόμενο παραγωγό, ο εν λόγω παραγωγός πρέπει να μετέχει ενεργώς στην αξιολόγηση και μπορεί να προβάλλει δικαίωμα πληροφορήσεως περί των κύριων ελλείψεων του φακέλου του που κωλύουν την έγκριση του προϊόντος του, λαμβανομένου υπόψη ότι η τήρηση τέτοιων διαδικαστικών εγγυήσεων υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο. Συγκεκριμένα, υπό το πρίσμα των αρχών της ασφαλείας δικαίου και της χρηστής διοικήσεως, εξαιρουμένων των επειγουσών καταστάσεων, η Επιτροπή δεν δύναται να αρνηθεί την έγκριση ενός υπαρκτού στην αγορά προϊόντος χωρίς να δώσει στον ενδιαφερόμενο τη δυνατότητα να προσκομίσει τα πρόσφορα στοιχεία για τη συμπλήρωση των ελλείψεων αυτών (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση του Πρωτοδικείου της 21ης Οκτωβρίου 2003, T-392/02, Solvay Pharmaceuticals κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2003, σ. II-4555, σκέψεις 186 έως 188). |
141 |
Οι ως άνω θεωρήσεις ισχύουν στο πλαίσιο της επίμαχης διαδικασίας, η οποία άρχισε διά της κοινοποιήσεως που υπέβαλε η προσφεύγουσα και της οποίας οι λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής προβλέπουν ότι ο κοινοποιών μετέχει στην αξιολόγηση του φακέλου του. Συγκεκριμένα, κατά το άρθρο 7, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 3600/92, το εισηγούμενο κράτος μέλος μπορεί να καλέσει τους κοινοποιούντες να επιφέρουν βελτιώσεις ή να προσθέσουν στοιχεία στους φακέλους τους και η Επιτροπή μπορεί, προτού διαβιβάσει στην επιτροπή τον συνοπτικό φάκελο και την έκθεση αξιολογήσεως που συνέταξε το εισηγούμενο κράτος μέλος, να προβεί σε διαβούλευση με τους κοινοποιούντες ως προς την εν λόγω έκθεση. |
142 |
Εξ αυτών προκύπτει ότι, στο πλαίσιο της επίμαχης διαδικασίας, ο κοινοποιών που υπέβαλε φάκελο προς αξιολόγηση εκ μέρους του εισηγουμένου κράτους μέλους και της Επιτροπής μπορεί να προβάλει δικαίωμα πληροφορήσεως περί των ενδεχομένων ελλείψεων του φακέλου του που κωλύουν την έγκριση της οικείας δραστικής ουσίας. |
143 |
Αντιθέτως, ελλείψει οποιασδήποτε σχετικής ρητής διαδικαστικής διατάξεως, η Επιτροπή δεν μπορεί να υποχρεωθεί να ενημερώσει τους κοινοποιούντες σχετικά με το περιεχόμενο του προτεινόμενου στην επιτροπή μέτρου. |
144 |
Υπό το πρίσμα των παρατηρήσεων αυτών, πρέπει να εξετασθούν τα επιχειρήματα που προέβαλε η προσφεύγουσα στο πλαίσιο του υπό κρίση λόγου. |
145 |
Πρώτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι δεν μετείχε στα διάφορα στάδια της αξιολογήσεως κατά τρόπο προσήκοντα και σύμφωνο προς τις ενδείξεις που περιέχονται στα έγγραφα εργασίας της Επιτροπής και, εν πάση περιπτώσει, κατά τον ίδιο τρόπο με τον άλλο κοινοποιούντα. |
146 |
Επισημαίνεται ότι η έκθεση επανεξετάσεως δεν αναφέρεται στη συμμετοχή της προσφεύγουσας σε ορισμένα στάδια της διαδικασίας. Συγκεκριμένα, το σημείο 1 της εκθέσεως αυτής, που αφορά τη διαδικασία που ακολουθήθηκε για την αξιολόγηση, αναφέρεται μόνο στην υποβολή του συνοπτικού φακέλου της Syngenta στις 31 Ιουλίου 2000, στην αποστολή της εκθέσεως αξιολογήσεως στη Syngenta στις , στην αποστολή των πορισμάτων της αξιολογήσεως εκ μέρους των ειδημόνων στον «κύριο φορέα που προσκόμισε στοιχεία» στις και στη σύσκεψη της με τη Syngenta. |
147 |
Ωστόσο, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει ότι, στην πραγματικότητα, η προσφεύγουσα μετέσχε στην αξιολόγηση κατά προσήκοντα τρόπο. |
148 |
Συγκεκριμένα, όσον αφορά την υποβολή του συνοπτικού φακέλου στα άλλα κράτη μέλη, από το έγγραφο της προσφεύγουσας της 27ης Ιουλίου 2000, που επισυνάφθηκε από την Επιτροπή στο υπόμνημά της αντικρούσεως, προκύπτει ότι η προσφεύγουσα υπέβαλε τον εν λόγω φάκελο κατόπιν αιτήματος του εισηγουμένου κράτους μέλους. |
149 |
Όσον αφορά τη διαβούλευση με τους κοινοποιούντες ως προς την έκθεση αξιολογήσεως που συνέταξε το εισηγούμενο κράτος μέλος στις 31 Ιανουαρίου 2000, επισημαίνεται ότι το άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 3600/92, το οποίο επικαλέσθηκε η προσφεύγουσα, δεν επιβάλλει να γίνει διαβούλευση με τους κοινοποιούντες πριν από τη σύνταξη του εγγράφου αυτού, αλλά περιορίζεται να προβλέψει μια απλή ευχέρεια της Επιτροπής να προβεί σε διαβούλευση με ορισμένους ή με όλους τους κοινοποιούντες ως προς το έγγραφο αυτό μετά τη σύνταξή του. Εν πάση περιπτώσει, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, με το δικόγραφο της προσφυγής της, ότι παρέλαβε την εν λόγω έκθεση, όπως και η Syngenta, στις . |
150 |
Όσον αφορά τη γνωστοποίηση των πορισμάτων της αξιολογήσεως εκ μέρους των ειδημόνων, η Επιτροπή επισήμανε ότι, κατά το εισηγούμενο κράτος μέλος, είχαν κοινοποιηθεί στην προσφεύγουσα και ότι αυτή είχε κληθεί να συμπληρώσει τον φάκελό της. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από την ίδια την προσφεύγουσα, η οποία τονίζει, με το δικόγραφο της προσφυγής της, ότι εκλήθη να παράσχει συμπληρωματικές πληροφορίες κατόπιν της αξιολογήσεως εκ μέρους των ειδημόνων και ότι ανταποκρίθηκε στο αίτημα αυτό τον Μάιο του 2002. |
151 |
Όσον αφορά τη σύσκεψη της 12ης Δεκεμβρίου 2002, η Επιτροπή τονίζει, χωρίς να αντικρουσθεί από την προσφεύγουσα, ότι η σύσκεψη αυτή ασχολήθηκε αποκλειστικά με τα αφορώντα τον φάκελο της Syngenta ζητήματα. |
152 |
Λαμβανομένων υπόψη όλων των ανωτέρω στοιχείων, διαπιστώνεται ότι, όσον αφορά τα στάδια της επίμαχης αξιολογήσεως, η προσφεύγουσα μετείχε στη διαδικασία κατά τον ίδιο τρόπο με τον άλλο κοινοποιούντα και, ως εκ τούτου, χωρίς να υπάρχει προσβολή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως. |
153 |
Δεύτερον, η προσφεύγουσα προσάπτει στην Επιτροπή ότι δεν την ενημέρωσε σχετικά με την απόφαση να συνεχισθεί η αξιολόγηση αποκλειστικώς βάσει του φακέλου του ετέρου κοινοποιούντος καθώς και σχετικά με τους λόγους της απάλειψης των παραπομπών στις μελέτες από την έκθεση επανεξετάσεως. |
154 |
Πρέπει να υπομνησθεί ότι, δυνάμει των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής της επίμαχης διαδικασίας, που εκτίθενται στις σκέψεις 93 και 94 ανωτέρω, η προσφεύγουσα όφειλε να υποβάλει πλήρη φάκελο, περιλαμβάνοντα το σύνολο των αναγκαίων για την αξιολόγηση στοιχείων. |
155 |
Συναφώς, από τη δικογραφία προκύπτει ότι, στις 5 Φεβρουαρίου 2004, οι αρχές του εισηγουμένου κράτους μέλους γνωστοποίησαν στην προσφεύγουσα τις τελευταίες προσθήκες στην έκθεση αξιολογήσεως, συμπεριλαμβανομένου του εγγράφου με τίτλο «Επίπεδο 4 — Αίτηση παροχής συμπληρωματικών πληροφοριών», που αντιστοιχεί στο έγγραφο με τον ίδιο τίτλο το οποίο συντάχθηκε από το εισηγούμενο κράτος μέλος τον Απρίλιο του 2004 (βλ. σκέψη 99 ανωτέρω) και στο οποίο μνημονεύονταν οι κύριες ελλείψεις που εξακολουθούσαν να υφίστανται στον φάκελο της προσφεύγουσας. Εξάλλου, με μήνυμα που απέστειλε η προσφεύγουσα μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στις , το οποίο επισυνάφθηκε από την Επιτροπή στο υπόμνημά της αντικρούσεως, η προσφεύγουσα επιβεβαίωσε ότι παρέλαβε τα ως άνω έγγραφα. |
156 |
Καίτοι, στο πλαίσιο της από 16 Ιουνίου 2008 γραπτής απαντήσεώς της στην ερώτηση που έθεσε το Πρωτοδικείο, η προσφεύγουσα υποστηρίζει, για πρώτη φορά, ότι ορισμένα από τα επίμαχα στοιχεία δεν προσδιορίστηκαν εγκαίρως από το εισηγούμενο κράτος μέλος, πρέπει να παρατηρηθεί ότι η προσφεύγουσα ουδόλως δικαιολογεί την εκπρόθεσμη προβολή του επιχειρήματος αυτού. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα δεν προέβαλε με το δικόγραφο της προσφυγής της –ούτε, εξάλλου, με το υπόμνημά της απαντήσεως– την επιχειρηματολογία σχετικά με την προβαλλομένη παράλειψη του εισηγουμένου κράτους μέλους να την ενημερώσει εγκαίρως σχετικά με τα αναγκαία για την αξιολόγηση στοιχεία, η επιχειρηματολογία αυτή πρέπει να θεωρηθεί ως νέος ισχυρισμός, που είναι απαράδεκτoς δυνάμει του άρθρου 48, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας. Εν πάση περιπτώσει, πρέπει να παρατηρηθεί ότι η επιχειρηματολογία αυτή αφορά μόνο μία από τις ελλείψεις που εντοπίσθηκαν με το έγγραφο που μνημονεύθηκε στην προηγούμενη σκέψη, ήτοι μια «μελέτη βάσει λυσιμέτρου», και, ως εκ τούτου, είναι επίσης αλυσιτελής. |
157 |
Κατά συνέπεια, η προσφεύγουσα ενημερώθηκε σχετικά με το γεγονός ότι ο φάκελός της δεν περιείχε επαρκή στοιχεία, ιδίως στο πλαίσιο των εγγράφων που κοινοποιήθηκαν στις 5 Φεβρουαρίου 2004. Λαμβανομένης υπόψη της ενημερώσεως αυτής, η προσφεύγουσα όφειλε να αναμείνει, με γνώμονα τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής της σχετικής διαδικασίας, ότι ο φάκελός της δεν επρόκειτο να αποτελέσει έρεισμα για την αξιολόγηση και ότι η αξιολόγηση επρόκειτο να συνεχισθεί με βάση τον πλήρη φάκελο του ετέρου κοινοποιούντος. Εξάλλου, από τη γραπτή απάντηση της Επιτροπής της στην ερώτηση που έθεσε το Πρωτοδικείο προκύπτει ότι, στην προσθήκη 13 της εκθέσεως αξιολογήσεως που συγκαταλέγεται μεταξύ των εγγράφων που κοινοποιήθηκαν στην προσφεύγουσα στις , επισημάνθηκε ότι «η Syngenta [εθεωρείτο] ως κύριος κοινοποιών [και ότι] μια πλήρης αξιολόγηση [επρόκειτο να] λάβει χώρα μόνον όσον αφορά τα στοιχεία του εν λόγω κοινοποιούντος». |
158 |
Όσον αφορά το γεγονός ότι οι παραπομπές στις μελέτες που υπέβαλε η προσφεύγουσα εξακολουθούσαν να εμφαίνονται στον πίνακα των μελετών που θεωρούνται ουσιώδεις για την από κοινού αξιολόγηση του σχεδίου της εκθέσεως επανεξετάσεως της 20ής Ιανουαρίου 2005 (βλ. σκέψη 21 ανωτέρω), το γεγονός αυτό, καίτοι είναι ενδεικτικό μιας ορισμένης ασυνέπειας, δεν μπορούσε εντούτοις, αυτό καθαυτό, να δημιουργήσει σοβαρή αμφιβολία ως προς την ακρίβεια των προγενεστέρων ενδείξεων, οι οποίες μνημονεύθηκαν στην προηγούμενη σκέψη και κατά τις οποίες ο φάκελος της προσφεύγουσας ήταν ελλιπής και δεν επρόκειτο να αποτελέσει έρεισμα για την αξιολόγηση. |
159 |
Εξάλλου, όσον αφορά την απάλειψη των παραπομπών στις μελέτες της προσφεύγουσας από το τελικό κείμενο του ίδιου εγγράφου, πρέπει να επισημανθεί ότι πρόκειται για ένα αμιγώς ενημερωτικό έγγραφο, το οποίο δεν είναι ικανό να παραγάγει δεσμευτικές έννομες συνέπειες. Επομένως, η αιτίαση που αντλείται από προβαλλομένη έλλειψη ενημέρωσης ως προς τους λόγους της απάλειψης των παραπομπών αυτών είναι αλυσιτελής (βλ. σκέψεις 214 έως 217 και 243 έως 249 κατωτέρω). Εν πάση περιπτώσει, η απάλειψη των εν λόγω παραπομπών ήταν, απλώς και μόνο, συνέπεια του γεγονότος ότι ο φάκελος της προσφεύγουσας, ο οποίος ήταν ελλιπής, δεν μπορούσε να αποτελέσει έρεισμα για την αξιολόγηση. |
160 |
Κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί η αιτίαση της προσφεύγουσας που αφορά την προβαλλόμενη έλλειψη ενημέρωσης σχετικά με το γεγονός ότι η αξιολόγηση συνεχιζόταν μόνο βάσει του φακέλου της Syngenta καθώς και σχετικά με τους λόγους της απόσυρσης των μελετών της προσφεύγουσας από τον πίνακα που έχει επισυναφθεί στην έκθεση επανεξετάσεως. |
161 |
Τρίτον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η Επιτροπή την απέκλεισε από τις συζητήσεις σχετικά με την προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης, που οδήγησαν στο να ληφθεί υπόψη η προδιαγραφή που δημοσιεύθηκε από την FAO τον Φεβρουάριο 2005. |
162 |
Επισημαίνεται ότι, όπως προκύπτει από τα επιχειρήματα των διαδίκων, οι διαδοχικές εκθέσεις που εγκρίθηκαν κατά τη διάρκεια της επίμαχης αξιολογήσεως αναφέρθηκαν στην προδιαγραφή που εγκρίθηκε από την FAO το 1998 και η οποία ήταν εφαρμοστέα μέχρι τη δημοσίευση της νέας προδιαγραφής τον Φεβρουάριο 2005. |
163 |
Ωστόσο, με το δικόγραφο της προσφυγής της, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι γνώριζε, τουλάχιστον από τον Μάιο του 2004, ότι η εν λόγω προδιαγραφή της FAO επρόκειτο να επανεξεταστεί με βάση τις πληροφορίες που υπέβαλε η Syngenta. Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η προσφεύγουσα δέχθηκε, επίσης, ότι ενημερώθηκε σχετικά με την ως άνω επανεξέταση εκ μέρους της FAO, κατά τη διάρκεια του έτους 2004, διευκρινίζοντας ότι αγνοούσε το ακριβές περιεχόμενο των συζητήσεων που διεξήχθησαν στο επίπεδο της FAO. |
164 |
Επιπλέον, καίτοι το σχέδιο της εκθέσεως επανεξετάσεως που κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα στις 8 Φεβρουαρίου 2005 εξακολουθούσε να αναφέρεται στην προδιαγραφή της FAO του 1998, πλην όμως στο εν λόγω σχέδιο εκθέσεως μνημονευόταν ότι η προδιαγραφή αυτή βρισκόταν υπό επανεξέταση εκ μέρους της FAO από το 2003. |
165 |
Πάντως, η προσφεύγουσα, εφόσον είχε ενημερωθεί σχετικά με τα στοιχεία αυτά, δεν μπορούσε να αναμένει ότι η αναθεωρηθείσα από την FAO προδιαγραφή δεν θα ελαμβάνετο υπόψη κατά τη διάρκεια της επίμαχης αξιολογήσεως. |
166 |
Κατά συνέπεια, η προσφεύγουσα δεν μπορεί να προσάπτει στην Επιτροπή ότι δεν την ενημέρωσε σχετικά με τους λόγους για τους οποίους αποφασίστηκε η καταχώριση της χλωροθαλονίλης με μνεία της προδιαγραφής που εγκρίθηκε από την FAO τον Φεβρουάριο 2005. |
167 |
Τέλος, όσον αφορά την εκ μέρους της προσφεύγουσας επίκληση της προσβολής του δικαιώματός της ακροάσεως, πρέπει να υπομνησθεί ότι η αρχή του σεβασμού των δικαιωμάτων άμυνας, η οποία τυγχάνει εφαρμογής σε κάθε διαδικασία που κινείται κατά ενός προσώπου και που είναι ικανή να καταλήξει σε βλαπτική πράξη, επιτάσσει να παρέχεται στους αποδέκτες αποφάσεων οι οποίες επηρεάζουν αισθητώς τα συμφέροντά τους η δυνατότητα να γνωστοποιήσουν λυσιτελώς την άποψή τους (απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Οκτωβρίου 1996, C-32/95 P, Επιτροπή κατά Lisrestal κ.λπ., Συλλογή 1996, σ. I-5373, σκέψη 21). |
168 |
Συναφώς, πρέπει να υπομνηστεί ότι, όπως ήδη διαπιστώθηκε (βλ. σκέψεις 155 έως 157 ανωτέρω), η προσφεύγουσα ενημερώθηκε σχετικά με τις ελλείψεις του φακέλου της που είχαν ως συνέπεια να μη μπορεί ο εν λόγω φάκελος να αποτελέσει τη βάση για την αξιολόγηση της χλωροθαλονίλης. Η προσφεύγουσα, αφού έλαβε την πληροφόρηση αυτή, η οποία περιλαμβάνεται ιδίως στα έγγραφα που κοινοποιήθηκαν στις 5 Φεβρουαρίου 2004, είχε τη δυνατότητα να γνωστοποιήσει την άποψή της, κατά τη διάρκεια της αξιολογήσεως, όσον αφορά τη διαπίστωση του ελλιπούς χαρακτήρα του φακέλου της. |
169 |
Υπό τις συνθήκες αυτές, η Επιτροπή δεν υπείχε υποχρέωση να καλέσει την προσφεύγουσα να υποβάλει τις παρατηρήσεις της σχετικά με το περιεχόμενο του μέτρου που προτάθηκε στην επιτροπή στις 15 Φεβρουαρίου 2005. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή ορθώς επισήμανε ότι μια τέτοια διαβούλευση δεν ήταν ενδεδειγμένη, δεδομένου ότι ο φάκελος της προσφεύγουσας παρέμενε ελλιπής και, ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για την επί της ουσίας αξιολόγηση του προτεινόμενου μέτρου. |
170 |
Εν πάση περιπτώσει, κατά πάγια νομολογία, διαδικαστική πλημμέλεια επιφέρει την ακύρωση μιας αποφάσεως μόνον αν έχει αποδειχθεί ότι, ελλείψει της πλημμέλειας αυτής, η εν λόγω απόφαση θα μπορούσε να έχει διαφορετικό περιεχόμενο (απόφαση του Πρωτοδικείου της 5ης Απριλίου 2006, T-279/02, Degussa κατά Επιτροπής, Συλλογή 2006, σ. II-897, σκέψη 416· βλ. επίσης, υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση του Δικαστηρίου της , 209/78 έως 215/78 και 218/78, Van Landewyck κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1980/ΙΙΙ, σ. 207, σκέψη 47). |
171 |
Πάντως, εν προκειμένω, δεδομένου ότι η προσφεύγουσα δεν εκπλήρωσε την υποχρέωσή της να υποβάλει πλήρη φάκελο, το γεγονός ότι δεν ζητήθηκε η γνώμη της κατά το τελικό στάδιο της διαδικασίας, ήτοι κατά το στάδιο της αποστολής των σχεδίων οδηγίας και της εκθέσεως επανεξετάσεως στην επιτροπή, δεν μπορούσε να έχει επίπτωση επί του περιεχομένου της επίδικης προδιαγραφής, η οποία εγκρίθηκε βάσει του φακέλου του ετέρου κοινοποιούντος και αφού ελήφθη υπόψη η προδιαγραφή που δημοσιεύθηκε από την FAO τον Φεβρουάριο 2005. |
172 |
Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι η επίμαχη διαδικασία εβαρύνετο με παράβαση των διαδικαστικών εγγυήσεών της ή του δικαιώματός της ακροάσεως δυναμένη να έχει ως συνέπεια την ακύρωση της προσβαλλομένης οδηγίας. |
173 |
Τέλος, πρέπει να απορριφθεί, επίσης, η αιτίαση της προσφεύγουσας που αφορά παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο του υπό κρίση λόγου, η προσφεύγουσα περιορίζεται να επικαλεσθεί τον παράτυπο χαρακτήρα της διαδικασίας που ακολουθήθηκε για την αξιολόγηση της χλωροθαλονίλης. Πάντως, από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η επίμαχη διαδικασία δεν εβαρύνετο με τέτοια πλημμέλεια. |
174 |
Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, ο υπό κρίση λόγος πρέπει να απορριφθεί. |
Επί του τετάρτου λόγου, που αφορά παράβαση του άρθρου 5 της οδηγίας 91/414
— Επιχειρήματα των διαδίκων
175 |
Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 91/414 καθόσον δεν συμπεριέλαβε, κατά το χρονικό σημείο της καταχωρίσεως της χλωροθαλονίλης στο παράρτημα I αυτής, την προδιαγραφή του προϊόντος της, ενώ, σύμφωνα με την έκθεση αξιολογήσεως που συνέταξε το εισηγούμενο κράτος μέλος στις 31 Ιανουαρίου 2000, το προϊόν αυτό πληρούσε τις προϋποθέσεις καταχωρίσεως. |
176 |
Η απόφαση της Επιτροπής να αποκλείσει την προδιαγραφή της προσφεύγουσας στηρίχθηκε μόνο στη νέα προδιαγραφή της FAO και όχι στα πορίσματα της αξιολογήσεώς της. Πάντως, οι προβλεπόμενες από το άρθρο 5 της οδηγίας 91/414 προϋποθέσεις καταχωρίσεως ουδόλως αναφέρονται στις προδιαγραφές της FAO. |
177 |
Επιπλέον, η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 91/414 καθόσον στηρίχθηκε στην προδιαγραφή της FAO, που δεν αντιστοιχούσε στις δραστικές ουσίες τις οποίες κοινοποίησαν η προσφεύγουσα και η Syngenta και οι οποίες αποτέλεσαν αντικείμενο αξιολογήσεως εκ μέρους του εισηγουμένου κράτους μέλους. |
178 |
Συγκεκριμένα, οι ουσίες που κοινοποιήθηκαν κατά την έναρξη της διαδικασίας έλαβαν υπόψη την προδιαγραφή της FAO του έτους 1998, στην οποία γινόταν λόγος για μέγιστη περιεκτικότητα σε HCB ανερχόμενη σε 0,3 g/kg. Το γεγονός ότι η Syngenta έδωσε λαβή για την επανεξέταση που οδήγησε στη δημοσίευση της νέας προδιαγραφής εκ μέρους της FAO, η οποία καθορίζει το όριο του HCB σε 0,01 g/kg, δεν μπορούσε να υπερισχύσει της κοινοτικής αξιολογήσεως, η οποία είχε ήδη ολοκληρωθεί κατά το χρονικό σημείο της δημοσιεύσεως αυτής τον Φεβρουάριο 2005. Η Επιτροπή δεν θα μπορούσε να λάβει υπόψη τη νέα αυτή προδιαγραφή, χωρίς να προβεί σε νέα αξιολόγηση του προϊόντος που αντιστοιχεί στην προδιαγραφή αυτή. |
179 |
Με το υπόμνημά της απαντήσεως, η προσφεύγουσα υπενθυμίζει ότι το προϊόν που αποτέλεσε αντικείμενο κοινοποιήσεως εκ μέρους της ISK Biotech Europe το 1995 περιείχε άνω του 0,01 g/kg HCB, στοιχείο το οποίο επιβεβαιώθηκε από το έγγραφο της Zeneca Agrochemicals της 11ης Ιουνίου 1998. Έτσι, κατά την έναρξη της διαδικασίας, ουδείς εκ των κοινοποιούντων είχε προβεί σε κοινοποίηση προϊόντος εντός του ορίου του 0,01 g/kg HCB, το οποίο είχε καθοριστεί από την προσβαλλόμενη οδηγία. |
180 |
Η προσφεύγουσα προσθέτει ότι η προδιαγραφή που εγκρίθηκε από την FAO τον Φεβρουάριο 2005 δεν απετέλεσε αντικείμενο αξιολογήσεως εκ μέρους του εισηγουμένου κράτους μέλους και δεν μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για τον καθορισμό του επιπέδου του HCB στην προσβαλλόμενη οδηγία. Τα κριτήρια της εκ μέρους της FAO αξιολογήσεως είναι διαφορετικά από εκείνα της οδηγίας 91/414. Η προσφεύγουσα δεν είχε καμία υποχρέωση να αποδείξει, στο πλαίσιο της κοινοτικής διαδικασίας, ότι το προϊόν της αντιστοιχούσε στη νέα προδιαγραφή της FAO. |
181 |
Επιπλέον, η μέγιστη περιεκτικότητα σε HCB, την οποία καθόρισε η προσβαλλόμενη οδηγία, δεν ήταν αναγκαία από επιστημονικής απόψεως και ήταν δυσανάλογη. Η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι, λίγο μετά την έκδοση της προσβαλλομένης οδηγίας, κατόρθωσε να επιτύχει τροποποίηση της προδιαγραφής της FAO, που περιήγαγε το όριο του HCB σε 0,04 g/kg. Συγκεκριμένα, η αξιολόγηση στην οποία προέβη το εισηγούμενο κράτος μέλος μετά την έκδοση της προσβαλλομένης οδηγίας απέδειξε ότι η χλωροθαλονίλη που περιέχει 0,04 g/kg HCB ήταν εξίσου ασφαλής με εκείνη που περιέχει 0,01 g/kg HCB. |
182 |
Τέλος, η Επιτροπή, αποκλείοντας από την εξέταση τις μελέτες που προσκόμισε η προσφεύγουσα, παρέβη την υποχρέωση, την οποία υπέχει από το άρθρο 95 ΕΚ και το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 91/414, να λάβει υπόψη το σύνολο των διαθεσίμων στοιχείων που αφορούν το παρόν στάδιο εξελίξεως των επιστημονικών και των τεχνικών γνώσεων. |
183 |
Η Επιτροπή αμφισβητεί τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας. |
— Εκτίμηση του Πρωτοδικείου
184 |
Πρέπει να υπομνησθεί ότι η επίδικη προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης εγκρίθηκε βάσει του φακέλου της Syngenta και, εξάλλου, εξαρτήθηκε από προϋποθέσεις αναγόμενες στην καθαρότητα, ιδίως δε στη μέγιστη περιεκτικότητα σε HCB. |
185 |
Πρώτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 5 της οδηγίας 91/414 καθόσον παρέλειψε να λάβει υπόψη, στο πλαίσιο της εκδόσεως της προσβαλλομένης οδηγίας, την προδιαγραφή του προϊόντος της. |
186 |
Συναφώς, πρέπει να παρατηρηθεί ότι η προβλεπόμενη από το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 91/414 έγκριση των δραστικών ουσιών εξαρτάται από την εκ μέρους της Επιτροπής αξιολόγησή τους στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπει η ίδια οδηγία. |
187 |
Πάντως, όπως προαναφέρθηκε στη σκέψη 118, η Επιτροπή δεν παρέβη τη διαδικασία αυτή επειδή δεν στήριξε τη σχετική με την καταχώριση της χλωροθαλονίλης στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414 απόφασή της στον φάκελο της προσφεύγουσας, ο οποίος δεν περιείχε επαρκή στοιχεία. |
188 |
Επιπλέον, λαμβανομένων υπόψη των λόγων που εκτέθηκαν στις σκέψεις 103 και 104 ανωτέρω, η διαπίστωση αυτή δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η προδιαγραφή του προϊόντος της προσφεύγουσας εξετάσθηκε στο πλαίσιο της εκθέσεως αξιολογήσεως που συνέταξε το εισηγούμενο κράτος μέλος στις 31 Ιανουαρίου 2000, δεδομένου ότι τα συμπεράσματα που εμφαίνονται στο προκαταρκτικό αυτό έγγραφο είναι δεκτικά αναθεωρήσεως κατά τη διάρκεια της αξιολογήσεως. |
189 |
Επομένως, η προσφεύγουσα δεν μπορεί να υποστηρίζει ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 5 της οδηγίας 91/414 επειδή δεν έλαβε υπόψη την προδιαγραφή του προϊόντος της προσφεύγουσας. |
190 |
Δεύτερον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 5 της οδηγίας 91/414 και παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας καθόσον καθόρισε την προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης με μνεία της προδιαγραφής της FAO που εγκρίθηκε τον Φεβρουάριο του 2005 και η οποία καθόρισε το όριο του HCB σε 0,01 g/kg. |
191 |
Συναφώς, κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή παρανόμως συνέδεσε την έγκριση της χλωροθαλονίλης με προϋπόθεση η οποία, πρώτον, καθορίστηκε μόνο διά παραπομπής στην προδιαγραφή της FAO, δεύτερον, δεν απέρρεε από τους φακέλους που αξιολογήθηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας και, τρίτον, δεν ήταν ούτε αναγκαία από επιστημονικής απόψεως ούτε ανάλογη. |
192 |
Πρώτον, πρέπει να υπομνηστεί ότι, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/414, η καταχώριση μιας δραστικής ουσίας στο παράρτημα I της ίδιας οδηγίας μπορεί να εξαρτάται από απαιτήσεις που σχετίζονται, ιδίως, με τον «ελάχιστο βαθμό καθαρότητας της δραστικής ουσίας» και με τη «φύση και [τη] μέγιστη περιεκτικότητα σε ορισμένα συνοδά της». |
193 |
Αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζει η προσφεύγουσα, το άρθρο 5 της οδηγίας 91/414 δεν περιορίζει την εκτίμηση της Επιτροπής όσον αφορά τη συνεκτίμηση, για τον προσδιορισμό των εν λόγω απαιτήσεων, των συνιστώμενων σε διεθνές επίπεδο προδιαγραφών. |
194 |
Επιπλέον, λαμβανομένων υπόψη των περίπλοκων τεχνικών αξιολογήσεως στις οποίες προβαίνει η Επιτροπή στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας, το ως άνω θεσμικό όργανο διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση του Δικαστηρίου της 18ης Ιουλίου 2007, C-326/05 P, Industrias Químicas del Vallés κατά Επιτροπής, Συλλογή 2007, σ. I-6557, σκέψη 75, και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
195 |
Λαμβανομένης υπόψη της ως άνω ευρείας εξουσίας εκτιμήσεως ως προς τα στοιχεία που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την αξιολόγηση των κριτηρίων που προβλέπονται από το άρθρο 5 της οδηγίας 91/414, η Επιτροπή ορθώς καθόρισε τις προϋποθέσεις καταχωρίσεως της χλωροθαλονίλης λαμβάνοντας υπόψη την προδιαγραφή της FAO. |
196 |
Δεύτερον, όσον αφορά το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το προβλεπόμενο από την προσβαλλόμενη οδηγία όριο του HCB δεν αντιστοιχούσε στις κοινοποιήσεις που έλαβαν χώρα κατά την έναρξη της σχετικής διαδικασίας, πρέπει να υπομνηστεί ότι η εν λόγω προϋπόθεση καθορίστηκε συννόμως διά παραπομπής στην προδιαγραφή της FAO που ίσχυε κατά το χρονικό σημείο της οριστικοποιήσεως της αξιολογήσεως. |
197 |
Επομένως, το επιχείρημα της προσφεύγουσας που αφορά το περιεχόμενο των προδιαγραφών, οι οποίες απετέλεσαν αντικείμενο κοινοποιήσεως εκ μέρους των ενδιαφερομένων, δεν αναιρεί τη νομιμότητα της ως άνω εκτιμήσεως. |
198 |
Εν πάση περιπτώσει, από τα επιχειρήματα των διαδίκων προκύπτει ότι η προδιαγραφή η οποία αφορά τον φάκελο της Syngenta και η οποία αξιολογήθηκε ενόψει της καταχωρίσεως της χλωροθαλονίλης στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414 ήταν σύμφωνη προς το προβλεπόμενο από την προσβαλλόμενη οδηγία όριο του HCB. |
199 |
Συγκεκριμένα, καίτοι η Επιτροπή δέχθηκε ότι, κατά την έναρξη της διαδικασίας, η κοινοποιηθείσα από τη Syngenta προδιαγραφή δεν ελάμβανε υπόψη το ως άνω όριο, εντούτοις από τις παρατηρήσεις της Επιτροπής, της 18ης Οκτωβρίου 2006, καθώς και από τη γραπτή απάντησή της, της , στην ερώτηση που έθεσε το Πρωτοδικείο προκύπτει ότι, κατά το χρονικό σημείο της οριστικοποιήσεως της αξιολογήσεως, τα στοιχεία που παρέσχε η Syngenta αφορούσαν το προϊόν της που αντιστοιχούσε στην προδιαγραφή της FAO που εγκρίθηκε τον Φεβρουάριο του 2005. Εξάλλου, το στοιχείο αυτό ενισχύεται από το γεγονός, ως προς το οποίο συμφωνούν οι διάδικοι, ότι η εν λόγω προδιαγραφή της FAO καθορίστηκε βάσει των στοιχείων της Syngenta. |
200 |
Λαμβανομένων υπόψη των ως άνω στοιχείων, πρέπει να απορριφθεί, επίσης, το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι η συνεκτίμηση της προδιαγραφής της FAO που εγκρίθηκε τον Φεβρουάριο του 2005 δεν ήταν δικαιολογημένη σε περίπτωση που δεν υφίστατο νέα αξιολόγηση των φακέλων. Συγκεκριμένα, η προσφεύγουσα δεν διευκρινίζει με ποιον τρόπο η συνεκτίμηση της εν λόγω προδιαγραφής, που αντιστοιχεί στο προϊόν που υπάγεται στον φάκελο της Syngenta κατά το χρονικό σημείο της οριστικοποιήσεως της αξιολογήσεως, θα μπορούσε να απαιτεί μια νέα αξιολόγηση του φακέλου αυτού. |
201 |
Τέλος, η προσφεύγουσα εσφαλμένως διατείνεται ότι, κατά το χρονικό σημείο της εγκρίσεως της προδιαγραφής της FAO τον Φεβρουάριο του 2005, η εν λόγω αξιολόγηση είχε ήδη ολοκληρωθεί. Συγκεκριμένα, η αξιολόγηση τερματίστηκε μόλις κατά το χρονικό σημείο της οριστικοποιήσεως της εκθέσεως επανεξετάσεως εκ μέρους της επιτροπής, στις 15 Φεβρουαρίου 2005. |
202 |
Κατά συνέπεια, η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι η συνεκτίμηση της εγκριθείσας από τη FAO τον Φεβρουάριο του 2005 προδιαγραφής είχε ως συνέπεια την παράβαση του άρθρου 5 της οδηγίας 91/414. |
203 |
Τρίτον, όσον αφορά την προβαλλομένη έλλειψη αναλογικού χαρακτήρα του εν λόγω μέτρου, πρέπει να υπομνηστεί ότι η αρχή της αναλογικότητας απαιτεί οι πράξεις των κοινοτικών οργάνων να μην υπερβαίνουν τα όρια αυτού που είναι κατάλληλο και αναγκαίο για την επίτευξη των θεμιτών σκοπών που επιδιώκει η σχετική ρύθμιση. Στο πλαίσιο του δικαστικού ελέγχου ως προς το αν εφαρμόστηκε η αρχή αυτή σε τομείς όπου τα θεσμικά όργανα διαθέτουν ευρεία εξουσία εκτιμήσεως, η νομιμότητα ενός μέτρου μπορεί να θιγεί μόνον όταν το μέτρο αυτό είναι προδήλως ακατάλληλο σε σχέση με τον σκοπό που επιδιώκει (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση του Δικαστηρίου της 9ης Μαρτίου 2006, C-174/05, Zuid-Hollandse Milieufederatie και Natuur en Milieu, Συλλογή 2006, σ. I-2443, σκέψεις 28 και 29 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
204 |
Εν προκειμένω, διαπιστώνεται ότι η συνεκτίμηση των συνιστώμενων ελάχιστων προτύπων σε διεθνές επίπεδο, όπως είναι οι προδιαγραφές της FAO, δεν μπορεί, αφ’ εαυτής, να θεωρηθεί προδήλως ακατάλληλη στον οικείο τομέα. |
205 |
Συναφώς, το γεγονός, το οποίο επικαλέσθηκε η προσφεύγουσα, ότι η FAO επανεξέτασε την εν λόγω προδιαγραφή μετά την έκδοση της προσβαλλομένης οδηγίας, αυξάνοντας το όριο του HCB σε 0,04 g/kg, και ότι το όριο αυτό έγινε δεκτό με την έκθεση που συνέταξε το εισηγούμενο κράτος μέλος τον Απρίλιο του 2006 δεν αποδεικνύει ότι η συνεκτίμηση της εγκριθείσας τον Φεβρουάριο του 2005 προδιαγραφής της FAO ήταν προδήλως ακατάλληλη. Πρέπει να παρατηρηθεί ότι, εν πάση περιπτώσει, τα πραγματικά περιστατικά, των οποίων έγινε επίκληση και τα οποία είναι μεταγενέστερα της εκδόσεως της προσβαλλομένης οδηγίας, δεν είναι ικανά να θέσουν υπό αμφισβήτηση τη νομιμότητά της υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας. |
206 |
Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 5 της οδηγίας 91/414 ή την αρχή της αναλογικότητας, όσον αφορά το όριο του HCB που προβλέπεται στο πλαίσιο της προσβαλλομένης οδηγίας. |
207 |
Τρίτον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η Επιτροπή παρέβη την υποχρέωση, την οποία υπέχει από το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 91/414, να λάβει υπόψη το σύνολο των σχετικών στοιχείων, κατά το μέτρο που το εν λόγω θεσμικό όργανο δεν στηρίχθηκε στα στοιχεία που υπέβαλε η προσφεύγουσα. |
208 |
Συναφώς, η προσφεύγουσα, επικαλούμενη στοιχεία πανομοιότυπα με εκείνα που εξετάσθηκαν στο πλαίσιο του πρώτου λόγου, υποστηρίζει ότι ο φάκελός της ήταν αναγκαίος για την αξιολόγηση, υπό το πρίσμα των προβαλλομένων ελλείψεων του φακέλου του ετέρου κοινοποιούντος. Πάντως, το επιχείρημα αυτό πρέπει να απορριφθεί για τους ίδιους λόγους με εκείνους που εκτέθηκαν στις σκέψεις 107 έως 109 ανωτέρω. |
209 |
Τέλος, όσον αφορά την εκ μέρους της προσφεύγουσας επίκληση του άρθρου 95 ΕΚ, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, ναι μεν η οδηγία 91/414 στηρίζεται στο άρθρο 43 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 37 ΕΚ), πλην όμως το άρθρο 5 της οδηγίας 91/414 επαναλαμβάνει εν μέρει το περιεχόμενο του άρθρου 95, παράγραφος 3, ΕΚ, απαιτώντας οι αποφάσεις να λαμβάνονται «με βάση τις τρέχουσες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις». |
210 |
Εν προκειμένω, η αιτίαση που αφορά την προβαλλομένη παράβαση του άρθρου 95 ΕΚ δεν στηρίζεται σε κανένα επιχείρημα διαφορετικό από εκείνα τα οποία σχετίζονται με την προβαλλομένη παράβαση του άρθρου 5 της οδηγίας 91/414 και τα οποία απορρίφθηκαν στις προηγούμενες σκέψεις. Υπό τις συνθήκες αυτές, η αιτίαση που αφορά παράβαση του άρθρου 95 ΕΚ πρέπει, επίσης, να απορριφθεί χωρίς να χρειάζεται να αποφανθεί το Πρωτοδικείο επί της δυνατότητας εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως εν προκειμένω. |
211 |
Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, ο υπό κρίση λόγος δεν μπορεί να γίνει δεκτός. |
Επί του πέμπτου λόγου, που αφορά παράβαση του άρθρου 13 της οδηγίας 91/414
— Επιχειρήματα των διαδίκων
212 |
Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι ζήτησε την προστασία των στοιχείων που υποβλήθηκαν κατά τη διαδικασία αξιολογήσεως της χλωροθαλονίλης, δυνάμει του άρθρου 13 της οδηγίας 91/414. Πάντως, το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν συμπεριέλαβε τις παραπομπές στα ως άνω στοιχεία εντός της εκθέσεως επανεξετάσεως είχε ως συνέπεια την προσβολή των δικαιωμάτων της προσφεύγουσας που απορρέουν από το άρθρο 13 της οδηγίας 91/414. |
213 |
Η Επιτροπή αμφισβητεί τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας. |
— Εκτίμηση του Πρωτοδικείου
214 |
Κατά την προσφεύγουσα, το γεγονός ότι οι παραπομπές στα στοιχεία της δεν συμπεριελήφθησαν στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα IIIA της εκθέσεως επανεξετάσεως είχε ως συνέπεια την παράβαση του άρθρου 13 της οδηγίας 91/414. |
215 |
Συναφώς, επισημαίνεται ότι η προβλεπομένη από το άρθρο 13, παράγραφος 3, της οδηγίας 91/414 προστασία των στοιχείων ουδόλως εξαρτάται από την αναγραφή τους σε πίνακα που καταρτίζει η Επιτροπή κατά τη θέσπιση των σχετικών με την καταχώριση μιας δραστικής ουσίας μέτρων (βλ. σκέψεις 243 έως 249 κατωτέρω) |
216 |
Επιπλέον, η προσβαλλόμενη οδηγία δεν περιέχει καμία αναφορά στον σχετικό πίνακα ο οποίος εμφαίνεται στο παράρτημα IIIA της εκθέσεως επανεξετάσεως. |
217 |
Κατά συνέπεια, ο υπό κρίση λόγος δεν μπορεί να έχει ως συνέπεια την ακύρωση της προσβαλλομένης οδηγίας και, επομένως, πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής. |
Επί του έκτου λόγου, που αφορά παραβίαση των αρχών της επικουρικότητας, της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της ασφαλείας δικαίου και της ίσης μεταχειρίσεως, προσβολή του δικαιώματος της προσφεύγουσας για την ελεύθερη άσκηση εμπορικής δραστηριότητας και του δικαιώματός της ιδιοκτησίας, καθώς και παράβαση του άρθρου 2 ΕΚ
— Επιχειρήματα των διαδίκων
218 |
Η προσφεύγουσα υποστηρίζει, αναφερόμενη στον σκοπό της οδηγίας 91/414, και ιδίως του άρθρου της 13, παράγραφος 5, ότι η Επιτροπή όφειλε να καθορίσει ένα ελάχιστο πρότυπο καθαρότητας της χλωροθαλονίλης, παρέχοντας ταυτοχρόνως στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να εκτιμήσουν τον ισοδύναμο χαρακτήρα των προερχομένων από διάφορες πηγές προϊόντων. Πάντως, η Επιτροπή στηρίχθηκε μόνο στην προδιαγραφή της Syngenta, επιβάλλοντας στα κράτη μέλη ένα μέγιστο πρότυπο καθαρότητας της χλωροθαλονίλης, κατά παραβίαση της αρχής της επικουρικότητας. |
219 |
Επιπλέον, η Επιτροπή, καταχωρίζοντας τη χλωροθαλονίλη βάσει μόνον της προδιαγραφής που κοινοποίησε η Syngenta, αποκλειομένης εκείνης την οποία κοινοποίησε η προσφεύγουσα και η οποία αξιολογήθηκε στο πλαίσιο της σχετικής διαδικασίας, παραβίασε τις αρχές της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της ασφαλείας δικαίου και της ίσης μεταχειρίσεως και προσέβαλε το δικαίωμα της προσφεύγουσας για την ελεύθερη άσκηση εμπορικής δραστηριότητας και το δικαίωμά της ιδιοκτησίας και, περαιτέρω, δημιούργησε μονοπώλιο της Syngenta στην κοινοτική αγορά της χλωροθαλονίλης, κατά παράβαση του άρθρου 2 ΕΚ. |
220 |
Η Επιτροπή αμφισβητεί τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας. |
— Εκτίμηση του Πρωτοδικείου
221 |
Όσον αφορά, κατ’ αρχάς, την αρχή της επικουρικότητας, πρέπει να επισημανθεί ότι η αρχή αυτή διατυπώνεται στο άρθρο 5, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ, κατά το οποίο η Κοινότητα, στους τομείς που δεν υπάγονται στην αποκλειστική της αρμοδιότητα, δρα μόνον εάν και στον βαθμό που οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται συνεπώς, λόγω των διαστάσεων ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο. |
222 |
Πρέπει να υπομνησθεί ότι το άρθρο 5 της οδηγίας 91/414 θεσπίζει μια κοινοτική διαδικασία εγκρίσεως των δραστικών ουσιών που περιέχονται στα φυτοπροστατευτικά προϊόντα. Επιπλέον, δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/414, η έγκριση μιας δραστικής ουσίας μπορεί να εξαρτάται από προϋποθέσεις που σχετίζονται με την καθαρότητα και με το επίπεδο των προσμείξεων. |
223 |
Εφόσον οι διατάξεις αυτές απονέμουν στα κοινοτικά όργανα αποκλειστική αρμοδιότητα για τον καθορισμό των δραστικών ουσιών που επιτρέπονται σε κοινοτικό επίπεδο και για τη θέσπιση των προϋποθέσεων που σχετίζονται με την καθαρότητά τους, το μέτρο που λαμβάνεται στο πλαίσιο της ασκήσεως της αρμοδιότητας αυτής δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της αρχής της επικουρικότητας. Επομένως, ο λόγος που αφορά παραβίαση της αρχής αυτής πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. |
224 |
Εν συνεχεία, όσον αφορά την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, κατά πάγια νομολογία, έχει το δικαίωμα να αξιώσει την εφαρμογή της αρχής αυτής οποιοσδήποτε ευρίσκεται σε κατάσταση από την οποία προκύπτει ότι η κοινοτική διοίκηση του δημιούργησε δικαιολογημένες προσδοκίες (βλ. απόφαση του Πρωτοδικείου της 7ης Ιουνίου 2006, T-213/01 και T-214/01, Österreichische Postsparkasse και Bank für Arbeit und Wirtschaft κατά Επιτροπής, Συλλογή 2006, σ. II-1601, σκέψη 210 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
225 |
Εν προκειμένω, πρώτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προδιαγραφή του προϊόντος της είχε εξετασθεί στο πλαίσιο της εκθέσεως αξιολογήσεως που συνέταξε το εισηγούμενο κράτος μέλος στις 31 Ιανουαρίου 2000 και ότι, ως εκ τούτου, μπορούσε να αναμένει θεμιτώς ότι η προδιαγραφή αυτή επρόκειτο να ληφθεί υπόψη κατά τη διαδικασία εγκρίσεως της χλωροθαλονίλης. |
226 |
Ωστόσο, το γεγονός ότι, αρχικώς, ο φάκελος της προσφεύγουσας κρίθηκε ότι δεν παρουσίαζε ελλείψεις σε ουσιώδη στοιχεία και ότι εξετάσθηκε σε ένα προκαταρκτικό στάδιο της αξιολογήσεως δεν μπορούσε να δημιουργήσει στην προσφεύγουσα οποιαδήποτε δικαιολογημένη προσδοκία ως προς το ότι η προδιαγραφή που αφορά τον φάκελό της θα αποτελούσε τη βάση για την καταχώριση της χλωροθαλονίλης στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414. Συγκεκριμένα, λαμβανομένων υπόψη των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής της εν λόγω διαδικασίας, που μνημονεύθηκαν στη σκέψη 104 ανωτέρω, το γεγονός ότι σε ένα προκαταρκτικό στάδιο της αξιολογήσεως ο φάκελος της προσφεύγουσας κρίθηκε ότι δεν εμφάνιζε ουσιώδεις ελλείψεις ουδόλως συνεπήγετο ότι ο εν λόγω φάκελος περιείχε όλα τα αναγκαία στοιχεία για να συναχθεί ότι το εν λόγω προϊόν πληρούσε τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 91/414. |
227 |
Δεύτερον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης εξαιτίας της εκ μέρους της συνεκτιμήσεως της προδιαγραφής της FAO που εγκρίθηκε τον Φεβρουάριο του 2005. Πάντως, πρέπει να υπομνησθεί ότι, όπως εκτέθηκε στις σκέψεις 163 έως 165 ανωτέρω, εφόσον η προσφεύγουσα είχε ενημερωθεί σχετικά με το γεγονός ότι η προδιαγραφή της FAO βρισκόταν υπό επανεξέταση, αυτή δεν μπορούσε να αναμένει ότι η νέα προδιαγραφή δεν θα ελαμβάνετο υπόψη κατά τη διαδικασία θεσπίσεως του οικείου μέτρου. |
228 |
Όσον αφορά την αρχή της ασφαλείας δικαίου, η οποία επιβάλλει να είναι σαφείς και επακριβείς οι κανόνες δικαίου και η οποία αποβλέπει στο να εξασφαλίζει το προβλέψιμο των καταστάσεων και των εννόμων σχέσεων τις οποίες διέπει το κοινοτικό δίκαιο (απόφαση του Δικαστηρίου της 15ης Φεβρουαρίου 1996, C-63/93, Duff κ.λπ., Συλλογή 1996, σ. I-569, σκέψη 20), πρέπει να παρατηρηθεί ότι, έστω και αν το άρθρο 5 της οδηγίας 91/414 δεν αναφέρεται στις προδιαγραφές της FAO, από τον σκοπό της διατάξεως αυτής προκύπτει σαφώς ότι οι εν λόγω προδιαγραφές μπορούν να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο της διαδικασίας αξιολογήσεως των δραστικών ουσιών. |
229 |
Εξάλλου, από τους κανόνες που αφορούν το περιεχόμενο των φακέλων που υποβάλλονται προς υποστήριξη της αιτήσεως καταχωρίσεως, και ιδίως από το παράρτημα II, μέρος A, σημείο 2, στοιχείο iii, της οδηγίας 91/414, όπως τροποποιήθηκε, προκύπτει σαφώς ότι οι προδιαγραφές της FAO αποτελούν στοιχεία που μπορούν να λαμβάνονται υπόψη κατά τη διαδικασία αξιολογήσεως των δραστικών ουσιών. Το γεγονός αυτό ενισχύεται από την πρακτική της Επιτροπής σχετικά με την έκδοση των οδηγιών περί καταχωρίσεως των δραστικών ουσιών στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414, η οποία μνημονεύθηκε από την Επιτροπή στο υπόμνημά της αντικρούσεως και σύμφωνα με την οποία η προδιαγραφή της εν λόγω ουσίας καθορίζεται σε σχέση με την προδιαγραφή της FAO, όταν υπάρχει τέτοια προδιαγραφή. |
230 |
Όσον αφορά την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι δεν μετείχε στη διαδικασία κατά τον ίδιο τρόπο με τον άλλο κοινοποιούντα, και ιδίως ότι δεν της παρασχέθηκαν οι ίδιες δυνατότητες να υπεραμυνθεί της θέσεώς της κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Πάντως, επ’ αυτού, η προσφεύγουσα δεν προβάλλει κανένα επιχείρημα διαφορετικό από εκείνα που προέβαλε στο πλαίσιο του τρίτου λόγου, τα οποία εξετάστηκαν και απορρίφθηκαν στις σκέψεις 147 έως 152 ανωτέρω. Επομένως, τα επιχειρήματα αυτά πρέπει να απορριφθούν. |
231 |
Τέλος, η προσφεύγουσα προσάπτει στην Επιτροπή ότι ενέκρινε την προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης, γεγονός που εμποδίζει την προσφεύγουσα να λάβει τις αναγκαίες εθνικές εγκρίσεις για να μπορέσει να συνεχίσει τη δραστηριότητά της και για να ασκήσει τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που σχετίζονται με τις επιστημονικές μελέτες που διενεργήθηκαν ενόψει της αξιολογήσεως. Επιπλέον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή δημιούργησε μονοπώλιο της Syngenta στην οικεία αγορά, αντιθέτως προς την αρχή του ελεύθερου ανταγωνισμού καθώς και προς τους στόχους της Κοινότητας τους οποίους καθιερώνει το άρθρο 2 ΕΚ. |
232 |
Συναφώς, πρέπει να επισημανθεί ότι, στον βαθμό που η προσβαλλόμενη οδηγία εξαρτά, κατά γενικό και αφηρημένο τρόπο, την έγκριση της χλωροθαλονίλης από προϋποθέσεις που καθορίζονται μέσω επαναλήψεως της προδιαγραφής της FAO που ίσχυε κατά το χρονικό σημείο της οριστικοποιήσεως της αξιολογήσεως, η εν λόγω οδηγία ουδόλως μπορεί να θεωρηθεί ότι αποβλέπει στην παροχή του δικαιώματος παρασκευής χλωροθαλονίλης σε οποιονδήποτε παραγωγό, εις βάρος της προσφεύγουσας. |
233 |
Επιπλέον, η προβλεπόμενη από την προσβαλλόμενη οδηγία προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης, η οποία εγκρίθηκε συννόμως υπό το πρίσμα του άρθρου 5 της οδηγίας 91/414 και της αρχής της αναλογικότητας, δεν μπορεί, επίσης, να θεωρηθεί ότι επάγεται μη προσήκοντα ή δυσανάλογο περιορισμό των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας της προσφεύγουσας, ούτε του δικαιώματός της για την ελεύθερη άσκηση επαγγέλματος. Εξάλλου, όπως επισημάνθηκε στις σκέψεις 214 έως 217 ανωτέρω, η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι η προσβαλλόμενη οδηγία μπορούσε να επηρεάσει τα δικαιώματά της σχετικά με την προστασία των μελετών που διενεργήθηκαν ενόψει της αξιολογήσεως της χλωροθαλονίλης. |
234 |
Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, ο υπό κρίση λόγος πρέπει να απορριφθεί. |
235 |
Κατά συνέπεια, τα αιτήματα περί ακυρώσεως της προσβαλλομένης οδηγίας πρέπει να απορριφθούν. |
2. Επί των αιτημάτων περί ακυρώσεως της εκθέσεως επανεξετάσεως
236 |
Η Επιτροπή αμφισβητεί το παραδεκτό των αιτημάτων περί ακυρώσεως της εκθέσεως επανεξετάσεως, επισημαίνοντας ότι πρόκειται για έγγραφο τεχνικής φύσεως, το οποίο δεν παράγει αυτοτελές, σε σχέση με την προσβαλλόμενη οδηγία, έννομο αποτέλεσμα. |
237 |
Κατά πάγια νομολογία, συνιστούν πράξεις που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως, κατά την έννοια του άρθρου 230 ΕΚ, τα μέτρα που παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα και ικανά να επηρεάσουν τα συμφέροντα του προσφεύγοντος, μεταβάλλοντας κατά τρόπο σαφή τη νομική του θέση. Κατ’ αρχήν, τα ενδιάμεσα μέτρα, σκοπός των οποίων είναι η προετοιμασία της τελικής αποφάσεως, δεν αποτελούν, ως εκ τούτου, πράξεις δεκτικές προσφυγής. Εντούτοις, από τη νομολογία προκύπτει ότι οι πράξεις ή οι αποφάσεις που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια προπαρασκευαστικής διαδικασίας, που συνιστούν οι ίδιες το πέρας μιας ειδικής διαδικασίας διαφορετικής από εκείνη η οποία έχει ως προορισμό να παράσχει τη δυνατότητα στην Επιτροπή να λάβει απόφαση επί της ουσίας της υποθέσεως και που παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα ικανά να επηρεάσουν τα συμφέροντα του προσφεύγοντος, μεταβάλλοντας κατά τρόπο σαφή τη νομική του θέση, αποτελούν πράξεις δεκτικές προσφυγής (απόφαση του Δικαστηρίου της 11ης Νοεμβρίου 1981, 60/81, IBM κατά Επιτροπής, Συλλογή 1981, σ. 2639, σκέψεις 9 έως 11, και απόφαση Österreichische Postsparkasse και Bank für Arbeit und Wirtschaft κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 65). |
238 |
Εν προκειμένω, από το άρθρο 7, παράγραφος 6, του κανονισμού 3600/92 προκύπτει ότι η έκθεση επανεξετάσεως αποτελεί ενδιάμεση πράξη η οποία εκδίδεται από την Επιτροπή, περιέχει τα πορίσματα της εξετάσεως εκ μέρους της επιτροπής και της οποίας ο στόχος έγκειται στην προετοιμασία της αποφάσεως σχετικά με την καταχώριση της οικείας δραστικής ουσίας στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414. |
239 |
Κατά συνέπεια, πρέπει να εξετασθεί αν, παρά τον ενδιάμεσο χαρακτήρα της, η έκθεση επανεξετάσεως παράγει, όπως υποστηρίζει η προσφεύγουσα, δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα ικανά να επηρεάσουν τα συμφέροντά της. |
240 |
Συναφώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η έκθεση επανεξετάσεως είναι βλαπτική γι’ αυτήν καθόσον η πράξη αυτή δεν τη μνημονεύει ως «κύριο φορέα που προσκόμισε στοιχεία» και δεν περιέχει τις παραπομπές στα στοιχεία της τα οποία υποβλήθηκαν ενόψει της αξιολογήσεως της χλωροθαλονίλης, γεγονός που επηρεάζει το δικαίωμά της για την προστασία των στοιχείων αυτών δυνάμει του άρθρου 13, παράγραφος 3, της οδηγίας 91/414. |
241 |
Πάντως, πρώτον, όσον αφορά την άρνηση να προσδοθεί στην προσφεύγουσα ο χαρακτηρισμός του «κύριου φορέα που προσκόμισε στοιχεία», πρέπει να υπομνηστεί ότι η εν λόγω έννοια δεν προβλέπεται από την εφαρμοστέα ρύθμιση και, επομένως, δεν είναι ικανή να απονείμει στον ενδιαφερόμενο κοινοποιούντα ένα ειδικό νομικό καθεστώς. Κατά συνέπεια, η ως άνω προβαλλομένη άρνηση δεν είναι βλαπτική για την προσφεύγουσα. |
242 |
Δεύτερον, όσον αφορά το γεγονός ότι οι παραπομπές στα στοιχεία της προσφεύγουσας δεν συμπεριελήφθησαν στο παράρτημα IIIA της εκθέσεως επανεξετάσεως, πρέπει να υπομνηστεί ότι, κατά το άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 91/414, τα κράτη μέλη απαιτούν από τον αιτούντα έγκριση φυτοπροστατευτικού προϊόντος να υποβάλει, μαζί με την αίτησή του, «φάκελο σύμφωνο με τις απαιτήσεις του παραρτήματος II [της ίδιας οδηγίας], με βάση τις τρέχουσες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις». Επιπλέον, το άρθρο 13, παράγραφος 3, της οδηγίας 91/414 απαγορεύει στα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εν λόγω παράρτημα II προς όφελος άλλων αιτούντων, κατά τις περιόδους που προβλέπει η εν λόγω διάταξη, εκτός αν ο πρώτος αιτών εξέφρασε τη συμφωνία του για τη χρήση τους. |
243 |
Αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζει η προσφεύγουσα, από τις ως άνω διατάξεις δεν προκύπτει ότι η απαγόρευση χρήσεως, προς όφελος άλλου αιτούντος, των πληροφοριών που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της αιτήσεως περί εγκρίσεως ενός φυτοπροστατευτικού προϊόντος εξαρτάται από την αναγραφή των εν λόγω πληροφοριών σε έγγραφο συντασσόμενο από την Επιτροπή κατά τη διαδικασία αξιολογήσεως της οικείας δραστικής ουσίας, όπως είναι η εν λόγω έκθεση επανεξετάσεως. |
244 |
Κατά συνέπεια, ελλείψει κανονιστικής διατάξεως εξουσιοδοτούσας την Επιτροπή να εκδώσει πράξη προσδιορίζουσα τα στοιχεία που υπόκεινται σε προστασία δυνάμει του άρθρου 13, παράγραφος 3, της οδηγίας 91/414, ο πίνακας που εμφαίνεται στο παράρτημα IIIA της εκθέσεως επανεξετάσεως μπορεί, να θεωρηθεί ότι έχει απλώς ενημερωτική αξία. |
245 |
Η διαπίστωση αυτή δεν αναιρείται από το γεγονός, το οποίο επικαλέσθηκε η προσφεύγουσα, ότι τα κράτη μέλη αναφέρονται στον σχετικό πίνακα στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 13, παράγραφος 3, της οδηγίας 91/414, δεδομένου ότι το γεγονός αυτό αποτελεί απλώς συνέπεια της συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών οργανισμών που είναι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή της κοινοτικής κανονιστικής ρυθμίσεως (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση του Πρωτοδικείου της 29ης Ιανουαρίου 2002, T-160/98, Van Parys και Pacific Fruit Company κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ. II-233, σκέψη 65). |
246 |
Ο ενημερωτικός χαρακτήρας του ως άνω πίνακα προκύπτει, εξάλλου, από το σημείο 8 της εκθέσεως επανεξετάσεως, κατά το οποίο η σχετική ενημέρωση «δεν επηρεάζει κανένα δικαίωμα ούτε υποχρέωση των κρατών μελών ή των παραγωγών όσον αφορά τη χρήση της στο πλαίσιο της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 13 της οδηγίας 91/414». |
247 |
Εν πάση περιπτώσει, έστω και αν γίνει δεκτό ότι, όπως υποστηρίζει η προσφεύγουσα, ο σχετικός πίνακας αποτελεί έγγραφο αναφοράς για τα κράτη μέλη, υπό την έννοια ότι καθορίζει τις συμπληρωματικές πληροφορίες οι οποίες ήσαν αναγκαίες για την πρώτη καταχώριση της χλωροθαλονίλης στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414 και οι οποίες υπόκεινται σε προστασία δυνάμει του άρθρου 13, παράγραφος 3, στοιχείο δʹ, της ίδιας οδηγίας, δεν προκύπτει εξ αυτού ότι ο εν λόγω πίνακας θα είχε ως έννομο αποτέλεσμα τον αποκλεισμό των μη περιλαμβανομένων σ’ αυτόν στοιχείων από την προστασία. |
248 |
Η διαπίστωση αυτή ουδόλως αναιρείται από το έγγραφο των αρχών του Ηνωμένου Βασιλείου της 30ής Ιανουαρίου 2006, το οποίο προσκόμισε η προσφεύγουσα και με το οποίο οι εν λόγω αρχές την ενημέρωσαν ότι επρόκειτο να παράσχουν στα υποβληθέντα προς υποστήριξη των εθνικών εγκρίσεων στοιχεία της προστασία ισοδύναμη με εκείνη που εφαρμόστηκε επί των στοιχείων της Syngenta, τα οποία αποτελούν αντικείμενο προστασίας δυνάμει του άρθρου 13, παράγραφος 3, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 91/414. |
249 |
Κατά συνέπεια, η έλλειψη αναφοράς, εντός του παραρτήματος IIIA της εκθέσεως επανεξετάσεως, στα στοιχεία της προσφεύγουσας δεν είναι ικανή να παραγάγει δεσμευτικές έννομες συνέπειες, όσον αφορά την εφαρμογή των διατάξεων που θεσπίσθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 13, παράγραφος 3, της οδηγίας 91/414. |
250 |
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω σκέψεων, η έκθεση επανεξετάσεως μπορεί να θεωρηθεί μόνον ως ενδιάμεση πράξη, η οποία δεν παράγει αυτοτελή έννομα αποτελέσματα ικανά να επηρεάσουν τα συμφέροντα της προσφεύγουσας. |
251 |
Κατά συνέπεια, τα υπό κρίση αιτήματα πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτα. |
3. Επί των αιτημάτων περί διαπιστώσεως παραλείψεως
252 |
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο να διαπιστώσει, δυνάμει του άρθρου 232 ΕΚ, ότι η Επιτροπή παρέλειψε να λάβει θέση επί του από 14 Απριλίου 2005 εγγράφου της, με το οποίο καλούσε την Επιτροπή να μην προβεί σε υιοθέτηση της προτάσεως που εγκρίθηκε από την επιτροπή στις , εκτός αν η προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης τροποποιηθεί ώστε να λαμβάνει υπόψη και την προδιαγραφή του προϊόντος της προσφεύγουσας. |
253 |
Από τη νομολογία προκύπτει ότι οι προϋποθέσεις του παραδεκτού μιας προφυγής κατά παραλείψεως, τις οποίες θέτει το άρθρο 232 ΕΚ, δεν πληρούνται όταν το καθού όργανο, κληθέν να ενεργήσει, έλαβε θέση επί του αιτήματος αυτού πριν από την άσκηση της προσφυγής (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση του Δικαστηρίου της 1ης Απριλίου 1993, C-25/91, Pesqueras Echebastar κατά Επιτροπής, Συλλογή 1993, σ. I-1719, σκέψη 11). |
254 |
Πάντως, εν προκειμένω, η Επιτροπή έλαβε θέση επί του περιεχομένου του εγγράφου της προσφεύγουσας της 14ης Απριλίου 2005, εκδίδοντας, στις , πριν από την άσκηση της υπό κρίση προσφυγής, την προσβαλλόμενη οδηγία. |
255 |
Το γεγονός ότι η θέση αυτή δεν ικανοποιεί την προσφεύγουσα δεν έχει σημασία. Συγκεκριμένα, το άρθρο 232 ΕΚ αφορά την παράλειψη οργάνου να εκδώσει απόφαση ή να λάβει θέση και όχι την έκδοση πράξεως διαφορετικής από εκείνη της οποίας την έκδοση επιδίωκαν ή θεωρούσαν αναγκαία οι ενδιαφερόμενοι (απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Νοεμβρίου 1992, C-15/91 και C-108/91, Buckl κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1992, σ. I-6061, σκέψεις 16 και 17). |
256 |
Κατά συνέπεια, τα υπό κρίση αιτήματα περί διαπιστώσεως παραλείψεως πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτα. |
4. Επί των αιτημάτων περί αποζημιώσεως
257 |
Με το αίτημά της αποζημιώσεως, η προσφεύγουσα ζητεί την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη λόγω της εκδόσεως της προσβαλλομένης οδηγίας. |
258 |
Με το από 20 Ιουλίου 2007 υπόμνημά της, που υποβλήθηκε στο πλαίσιο των μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας κατόπιν της εκδόσεως της οδηγίας 2006/76, η προσφεύγουσα επιχειρεί να προσαρμόσει το αίτημα αυτό, ζητώντας να υποχρεωθεί η Επιτροπή να καταβάλει στην προσφεύγουσα ένα ποσό οριζόμενο προσωρινώς σε 170940000 ευρώ, προς αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη λόγω της εκδόσεως της προσβαλλομένης οδηγίας, υπό το πρίσμα της οδηγίας 2006/76. |
259 |
Συναφώς, εφόσον με το ως άνω αίτημα η προσφεύγουσα αποβλέπει στο να προβάλει και νέα αιτήματα με τα οποία επιδιώκεται η αποκατάσταση της ζημίας που αυτή υπέστη λόγω της εκδόσεως της οδηγίας 2006/76, τα αιτήματα αυτά καθώς και οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν προς στήριξή τους είναι απαράδεκτοι, δυνάμει του άρθρου 48, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας. |
260 |
Ως προς την ουσία της αγωγής αποζημιώσεως, πρέπει να υπομνηστεί ότι, κατά πάγια νομολογία, τα αιτήματα περί αποκαταστάσεως ζημίας πρέπει να απορρίπτονται στον βαθμό που σχετίζονται στενά με αιτήματα περί ακυρώσεως, τα οποία έχουν επίσης απορριφθεί (βλ. απόφαση του Πρωτοδικείου της 4ης Ιουλίου 2002, T-340/99, Arne Mathisen κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2002, σ. II-2905, σκέψη 134 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
261 |
Εν προκειμένω, υφίσταται στενή σχέση μεταξύ των αιτημάτων περί ακυρώσεως και των αιτημάτων περί αποζημιώσεως, που στηρίζονται στα επιχειρήματα τα οποία αντλούνται από έλλειψη νομιμότητας της προσβαλλομένης οδηγίας λόγω παραβάσεως της οδηγίας 91/414 και του κανονισμού 3600/92, καθώς και λόγω παραβιάσεως των αρχών της χρηστής διοικήσεως και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, και τα οποία προβλήθηκαν στο πλαίσιο των αιτημάτων περί ακυρώσεως της προσβαλλομένης οδηγίας. Πάντως, από την εξέταση των επιχειρημάτων αυτών δεν προέκυψε η τέλεση καμίας παράνομης πράξεως εκ μέρους της Επιτροπής, η οποία θα ήταν ικανή να στοιχειοθετήσει την ευθύνη της Κοινότητας. |
262 |
Συνεπώς, τα αιτήματα περί αποζημιώσεως πρέπει να απορριφθούν λόγω της απορρίψεως των αιτημάτων περί ακυρώσεως με τα οποία σχετίζονται στενά. |
263 |
Εξάλλου, στον βαθμό που η προσφεύγουσα αναφέρεται, επικουρικώς, στη ζημία που προκλήθηκε, όπως υποστηρίζεται, από το ότι η Επιτροπή δεν έλαβε θέση, κατόπιν του εγγράφου της προσφεύγουσας της 14ης Απριλίου 2005, πρέπει να υπομνηστεί ότι η Επιτροπή έλαβε θέση επ’ αυτού εκδίδοντας την προσβαλλόμενη οδηγία. Πάντως, η προσφεύγουσα δεν επικαλείται καμία ζημία επελθούσα πριν από την έκδοση της προσβαλλομένης οδηγίας, που έθεσε τέρμα στην προβαλλόμενη παράλειψη. |
264 |
Κατά συνέπεια, τα αιτήματα περί αποζημιώσεως πρέπει επίσης να απορριφθούν, όσον αφορά την προβαλλομένη παράλειψη εκ μέρους της Επιτροπής. |
265 |
Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, η υπό κρίση προσφυγή-αγωγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της. |
Επί των δικαστικών εξόδων
266 |
Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπήρχε σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων και των εξόδων των διαδικασιών ασφαλιστικών μέτρων, σύμφωνα με τα αιτήματα της Επιτροπής. |
Για τους λόγους αυτούς, ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (έκτο τμήμα) αποφασίζει: |
|
|
Meij Dehousse Vadapalas Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 7 Οκτωβρίου 2009. (υπογραφές) |
Πίνακας περιεχομένων
Nομικό πλαίσιο |
|
1. H oδηγία 91/414/ΕΟΚ |
|
2. Ο κανονισμός (ΕΟΚ) 3600/92 |
|
Ιστορικό της διαφοράς |
|
Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων |
|
Σκεπτικό |
|
1. Επί των αιτημάτων περί ακυρώσεως της προσβαλλομένης οδηγίας, καθόσον αφορά την προδιαγραφή της χλωροθαλονίλης |
|
Επί της προσαρμογής των αιτημάτων περί ακυρώσεως |
|
Επί του παραδεκτού |
|
Επί του εννόμου συμφέροντος |
|
Επί της ενεργητικής νομιμοποιήσεως της προσφεύγουσας |
|
Επί του αιτήματος με το οποίο επιδιώκεται η μεταρρύθμιση της επίδικης προδιαγραφής |
|
Επί της ουσίας |
|
Επί του πρώτου λόγου, που αφορά τον προβαλλόμενο αποκλεισμό του φακέλου της προσφεύγουσας από τη διαδικασία αξιολογήσεως |
|
— Επιχειρήματα των διαδίκων |
|
— Εκτίμηση του Πρωτοδικείου |
|
Επί του δευτέρου λόγου, που αφορά προβαλλόμενες παρατυπίες κατά τη διαδικασία ενώπιον της επιτροπής |
|
— Επιχειρήματα των διαδίκων |
|
— Εκτίμηση του Πρωτοδικείου |
|
Επί του τρίτου λόγου, που αφορά παράβαση των διαδικαστικών εγγυήσεων και προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως |
|
— Επιχειρήματα των διαδίκων |
|
— Εκτίμηση του Πρωτοδικείου |
|
Επί του τετάρτου λόγου, που αφορά παράβαση του άρθρου 5 της οδηγίας 91/414 |
|
— Επιχειρήματα των διαδίκων |
|
— Εκτίμηση του Πρωτοδικείου |
|
Επί του πέμπτου λόγου, που αφορά παράβαση του άρθρου 13 της οδηγίας 91/414 |
|
— Επιχειρήματα των διαδίκων |
|
— Εκτίμηση του Πρωτοδικείου |
|
Επί του έκτου λόγου, που αφορά παραβίαση των αρχών της επικουρικότητας, της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της ασφαλείας δικαίου και της ίσης μεταχειρίσεως, προσβολή του δικαιώματος της προσφεύγουσας για την ελεύθερη άσκηση εμπορικής δραστηριότητας και του δικαιώματός της ιδιοκτησίας, καθώς και παράβαση του άρθρου 2 ΕΚ |
|
— Επιχειρήματα των διαδίκων |
|
— Εκτίμηση του Πρωτοδικείου |
|
2. Επί των αιτημάτων περί ακυρώσεως της εκθέσεως επανεξετάσεως |
|
3. Επί των αιτημάτων περί διαπιστώσεως παραλείψεως |
|
4. Επί των αιτημάτων περί αποζημιώσεως |
|
Επί των δικαστικών εξόδων |
( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.