Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία προσφυγής
(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρα 59 και 74 § 2)
Το τμήμα προσφυγών, όταν αποφαίνεται επί αποφάσεως περί απορρίψεως ανακοπής κατά της καταχωρίσεως στοιχείου ως κοινοτικού σήματος, απολαύει περιθωρίου εκτιμήσεως ώστε να αποφασίζει, αιτιολογώντας την απόφασή του επ’ αυτού, αν πρέπει ή δεν πρέπει να τα λάβει υπόψη, για την έκδοση της αποφάσεως που καλείται να λάβει, τα πραγματικά περιστατικά ή τα αποδεικτικά στοιχεία που ο ανακόπτων διάδικος προβάλλει το πρώτον με το υπόμνημα που καταθέτει προς στήριξη της προσφυγής του, πράγμα που σημαίνει, αφενός, ότι δεν οφείλει κατ’ ανάγκη να λάβει υπόψη τέτοια πραγματικά περιστατικά και αποδεικτικά στοιχεία αλλά και, αφετέρου, ότι δεν αποκλείεται αυτεπαγγέλτως η συνεκτίμηση αυτών των πραγματικών περιστατικών και αποδεικτικών στοιχείων.
Από το γράμμα του άρθρου 74, παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94, για το κοινοτικό σήμα, προκύπτει ότι το Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) μπορεί να μη λάβει υπόψη του πραγματικά περιστατικά που δεν προβλήθηκαν ή αποδεικτικά στοιχεία που δεν προσκομίστηκαν εμπροθέσμως από τους διαδίκους, ότι, κατά κανόνα και εκτός αντίθετης διατάξεως, οι διάδικοι εξακολουθούν να μπορούν να προβάλουν πραγματικά περιστατικά και να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία και μετά τη λήξη των προθεσμιών που τους τάσσουν οι διατάξεις του κανονισμού 40/94 και ότι ουδόλως απαγορεύεται στο ΓΕΕΑ να λάβει υπόψη του πραγματικά περιστατικά και αποδεικτικά στοιχεία που έχουν προβληθεί ή προσκομιστεί εκπροθέσμως. Εντούτοις, από την εν λόγω διάταξη προκύπτει επίσης ότι η εν λόγω εκπρόθεσμη προβολή πραγματικών περιστατικών ή προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων δεν γεννά αδιαμφισβήτητο δικαίωμα του διαδίκου που προβαίνει σ’ αυτή να ληφθούν τα εν λόγω περιστατικά και στοιχεία υπόψη από το ΓΕΕΑ.
Δεύτερον, κανένας λόγος αρχής συνδεόμενος με τη φύση της διαδικασίας που διεξάγεται ενώπιον του τμήματος προσφυγών ή με την αρμοδιότητα του οργάνου αυτού δεν αποκλείει τη δυνατότητα του εν λόγω τμήματος να λαμβάνει υπόψη του πραγματικά περιστατικά ή αποδεικτικά στοιχεία προβαλλόμενα το πρώτον στο στάδιο της προσφυγής αυτής, προκειμένου να αποφανθεί επ’ αυτής.
Τρίτον, το άρθρο 59 του κανονισμού 40/94, το οποίο διευκρινίζει τις προϋποθέσεις ασκήσεως προσφυγής ενώπιον του τμήματος προσφυγών δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι τάσσει στον προσφεύγοντα νέα προθεσμία προκειμένου να προβάλει πραγματικά περιστατικά και να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία προς στήριξη της ανακοπής του, οπότε δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αυτά τα πραγματικά περιστατικά και τα αποδεικτικά στοιχεία προσκομίστηκαν «εγκαίρως» κατά την έννοια του άρθρου 74, παράγραφος 2, του κανονισμού.
(βλ. σκέψεις 41-43, 49, 60-62, 64, 67-68)