Λέξεις κλειδιά
Περίληψη

Λέξεις κλειδιά

1. Γεωργία — Κοινή οργάνωση των αγορών — Επιστροφές κατά την εξαγωγή — Προϋποθέσεις χορηγήσεως — Προϊόντα υγιούς, ανόθευτης και σύμφωνης με τα συναλλακτικά ήθη ποιότητας — Έννοια — Κρέας μη δυνάμενο να διατεθεί στο εμπόριο υπό κανονικές συνθήκες — Αποκλείεται — Κρέας υποκείμενο σε απαγόρευση εξαγωγής από ορισμένο κράτος μέλος — Εθνική διοίκηση διαθέτουσα ενδείξεις σχετικά με την προέλευση προϊόντος από το κράτος αυτό — Σχετικές με την απόδειξη υποχρεώσεις του εξαγωγέα

(Κανονισμός 3665/87 της Επιτροπής, άρθρο 13)

2. Γεωργία — Κοινή οργάνωση των αγορών — Επιστροφές κατά την εξαγωγή — Στοιχεία παρεχόμενα σύμφωνα με τις διατάξεις περί του υπολογισμού της αιτουμένης επιστροφής και του εγγράφου που χρησιμοποιείται για τη χορήγηση της επιστροφής — Βεβαίωση περί της υγιούς, ανόθευτης και σύμφωνης με τα συναλλακτικά ήθη ποιότητας των προϊόντων στην αίτηση πληρωμής — Αποκλείεται — Βαρύτητα της βεβαιώσεως αυτής ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου

(Κανονισμός 3665/87 της Επιτροπής, άρθρα 3, 11 § 1, εδ. 2, και 13, πρώτη περίπτωση)

Περίληψη

1. Το άρθρο 13 του κανονισμού 3665/87, για κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα γεωργικά προϊόντα, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2945/94, έχει την έννοια ότι απαγορεύει το να μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι «ποιότητας υγιούς, ανόθευτης και σύμφωνης με τα συναλλακτικά ήθη» ένα βόειο κρέας το οποίο εμπίπτει σε απαγόρευση εξαγωγής προβλεπόμενη από το κοινοτικό δίκαιο, από ορισμένο κράτος μέλος προς τα λοιπά κράτη μέλη και τις τρίτες χώρες, και ότι απαιτεί, για τη χορήγηση των επιστροφών, την εκ μέρους του εξαγωγέα απόδειξη του ότι το εξαγόμενο προϊόν δεν προέρχεται από κράτος μέλος από το οποίο απαγορεύονται οι εξαγωγές, στην περίπτωση κατά την οποία η αρμόδια εθνική υπηρεσία διαθέτει ενδείξεις περί του ότι το προϊόν εμπίπτει σε απαγόρευση εξαγωγής.

Συγκεκριμένα, αφενός, ένα τέτοιο κρέας, δεδομένου ότι δεν μπορεί να διατεθεί στο εμπόριο υπό κανονικές συνθήκες, δεν πληροί τις ως άνω απαιτήσεις ποιότητας. Αφετέρου, στον βαθμό που ο εξαγωγέας, υποβάλλοντας αίτηση περί επιστροφής, βεβαιώνει πάντοτε ρητώς ή σιωπηρώς ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις χορηγήσεως της επιστροφής, συμπεριλαμβανομένης της υπάρξεως «υγιούς, ανόθευτης και σύμφωνης με τα συναλλακτικά ήθη ποιότητας», οφείλει να αποδείξει, σύμφωνα με τους περί αποδείξεως κανόνες του εθνικού δικαίου, ότι η προϋπόθεση αυτή όντως πληρούται σε περίπτωση που η δήλωση θα τεθεί εν αμφιβόλω από τις εθνικές αρχές.

(βλ. σκέψεις 20, 25, 32, 35, 37-38, διατακτ. 1)

2. Η παρεχόμενη με εθνική αίτηση πληρωμής βεβαίωση, που διαλαμβάνεται στο άρθρο 47 του κανονισμού 3665/87, για κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα γεωργικά προϊόντα, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2945/94, ότι ένα προϊόν είναι «ποιότητας υγιούς, ανόθευτης και σύμφωνης με τα συναλλακτικά ήθη», κατά την έννοια του άρθρου 13, πρώτη περίοδος, του εν λόγω κανονισμού, δεν περιλαμβάνεται στα στοιχεία που παρέχονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 3 του εν λόγω κανονισμού, που αφορούν αντιστοίχως τον υπολογισμό της αιτηθείσας επιστροφής και το έγγραφο που χρησιμοποιείται για τη χορήγηση της επιστροφής. Ωστόσο, το εθνικό δικαστήριο μπορεί να θεωρήσει τη βεβαίωση αυτή αποδεικτικό στοιχείο για την εκτίμηση της καταστάσεως του εξαγωγέα..

Συγκεκριμένα, κατ’ αρχάς, η αίτηση επιστροφής, κατά την έννοια του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κανονισμού 3665/87, δεν υποβάλλεται με την κατάθεση της αιτήσεως πληρωμής κατά την έννοια του άρθρου 47 του εν λόγω κανονισμού, καθόσον η αίτηση αυτή δεν συνιστά νομικό έρεισμα του δικαιώματος επί της πληρωμής αυτής. Επιπλέον, τα έγγραφα που διαλαμβάνονται στο άρθρο 3, παράγραφος 5, του ίδιου αυτού κανονισμού, ήτοι η διασάφηση εξαγωγής ή κάθε άλλο έγγραφο που χρησιμοποιήθηκε κατά την εξαγωγή, μπορούν, αφενός, να αποτελέσουν το νομικό έρεισμα μιας επιστροφής και, αφετέρου, να θέσουν σε κίνηση το σύστημα ελέγχου της αιτήσεως επιστροφής που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή κυρώσεως, σύμφωνα με το προπαρατεθέν άρθρο 11, παράγραφος 1.

(βλ. σκέψεις 40-41, 43, διατακτ. 2)