ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ
DÁMASO RUIZ-JARABO COLOMER
της 8ης Σεπτεμβρίου 2005 1(1)
Υπόθεση C-361/04 P
Claude Ruiz-Picasso,
Paloma Ruiz-Picasso,
Maya Widmaier-Picasso,
Marina Ruiz-Picasso,
Bernard Ruiz-Picasso,
κατά
Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς
(εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)
«Αίτηση αναιρέσεως ? Κοινοτικό σήμα ? Λεκτικό σήμα “PICARO” ? Ανακοπή του δικαιούχου του λεκτικού κοινοτικού σήματος “PICASSO” ? Απόρριψη της ανακοπής»
1. Η αίτηση αναιρέσεως ασκήθηκε κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 22ας Ιουνίου 2004 (2) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή ακυρώσεως κατά της αποφάσεως του τρίτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), με την οποία είχε απορριφθεί η ανακοπή των δικαιούχων του λεκτικού σήματος PICASSO, που είναι οι αναιρεσείοντες εν προκειμένω, κατά της καταχωρίσεως του λεκτικού σήματος PICARO για οχήματα.
2. Η διαφορά άπτεται του ζητήματος σχετικά με τον κίνδυνο συγχύσεως και κατά συνέπεια αφορά την εφαρμογή του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 (3). Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως προβάλλεται ένας μόνο λόγος που χωρίζεται σε τέσσερα σκέλη. Με το πρώτο σκέλος οι αναιρεσείοντες επικαλούνται αποφάσεις του Πρωτοδικείου κατά τις οποίες η σημασία που έχει το εννοιολογικό στοιχείο στην εκτίμηση του παρεμφερούς χαρακτήρα μπορεί να εξουδετερώσει τις ενδεχόμενες οπτικές και φωνητικές ομοιότητες· με το δεύτερο σκέλος οι αναιρεσείοντες επικαλούνται την ειδική προστασία που αναγνωρίζεται στα σήματα τα οποία παρουσιάζουν έντονο διακριτικό χαρακτήρα· το τρίτο και το τέταρτο σκέλος αναφέρονται σε ορισμένες πτυχές σχετικά με τον κίνδυνο συγχύσεως μετά την αγορά του προϊόντος από τον καταναλωτή.
3. Κατ’ αρχάς είναι απορίας άξιο ότι το όνομα του Pablo Ruiz Picasso εμπλέκεται σε μια αίτηση αναιρέσεως που δεν έχει καμία σχέση με τα έργα ζωγραφικής ή γλυπτικής του καλλιτέχνη αυτού (4), αλλά αφορά απλές δικαστικές διαδικασίες σχετικά με τη χρησιμοποίηση του δευτέρου οικογενειακού ονόματός του που τον προσδιορίζει ως καλλιτέχνη και με το οποίο υπέγραψε το μεγαλύτερο μέρος των έργων του. Είναι θλιβερή η διαπίστωση ότι ο μεγαλύτερος μύθος του ΧΧ αιώνα, κληρονομιά της ανθρωπότητας, καταλήγει να γίνεται εμπόρευμα. Ως προς το ότι υπάρχει εύλογο συμφέρον να προστατευθεί το όνομα αυτό από κάθε επίθεση που θα μπορούσε να το θίξει, όλα έχουν λεχθεί. Όμως και η άμετρη χρήση του για εμπορικούς σκοπούς εκτός των τομέων στους οποίους απέκτησε το γόητρό του θα μπορούσε να θίξει τον σεβασμό που αρμόζει στην εκπληκτική προσωπικότητα του ανθρώπου αυτού.
I – Ο κανονισμός 40/94
4. Ο κανονισμός 40/94 περιέχει τις διατάξεις που έχουν εφαρμογή για την επίλυση της διαφοράς αυτής.
5. Κατά το άρθρο 4 του κανονισμού αυτού, «μπορεί να αποτελέσει κοινοτικό σήμα οποιοδήποτε σημείο επιδεκτικό γραφικής παράστασης, ιδίως λέξεις, συμπεριλαμβανομένων των ονομάτων των προσώπων, σχέδια, γράμματα, αριθμοί, το σχήμα προϊόντος ή της συσκευασίας του, υπό την προϋπόθεση ότι τα σημεία αυτά είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων».
6. Το άρθρο 6, που απαριθμεί τους σχετικούς λόγους απαραδέκτου, ορίζει στην παράγραφο 1, σημείο β΄:
«1. Κατόπιν ανακοπής του δικαιούχου προγενέστερου σήματος, το αιτούμενο σήμα δεν γίνεται δεκτό για καταχώρηση:
α) […]·
β) εάν, λόγω του ταυτοσήμου του ή της ομοιότητας με το προγενέστερο σήμα και του ταυτοσήμου ή της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που προσδιορίζουν τα δύο σήματα, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού της εδαφικής περιοχής στην οποία απολαύει προστασίας το προγενέστερο σήμα. Ο κίνδυνος σύγχυσης περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισης με το προγενέστερο σήμα.»
II – Πραγματικά περιστατικά και προηγηθείσα διαδικασία
Α ? Τα πραγματικά περιστατικά που διαπιστώθηκαν πρωτοδίκως
7. Στις 11 Σεπτεμβρίου 1998 η εταιρία DaimlerChrysler AG, παρεμβαίνουσα στην πρωτοβάθμια δίκη, υπέβαλε στο ΓΕΕΑ αίτηση καταχωρίσεως ως κοινοτικού σήματος του σημείου PICARO.
8. Την καταχώριση αυτή ζήτησε για «μηχανοκίνητα οχήματα και μέρη αυτών, λεωφορεία», προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 12 του Διακανονισμού της Νίκαιας, σχετικά με την κατάταξη των προϊόντων ή των υπηρεσιών για την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως αυτός έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί (στο εξής: Διακανονισμός της Νίκαιας).
9. Αφού η αίτηση δημοσιεύθηκε νομοτύπως στο δελτίο κοινοτικών σημάτων, η «κληρονομία Picasso» (5) άσκησε βάσει του άρθρου 42, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94 ανακοπή για όλες τις κατηγορίες αγαθών που αναφέρονται στην αίτηση, επικαλούμενη τον κίνδυνο συγχύσεως κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94.
10. Η ανακοπή που ασκήθηκε βάσει του άρθρου 42 στηρίχθηκε στην προηγουμένη καταχώριση του κοινοτικού σήματος 614 867 υπέρ των κληρονόμων του καλλιτέχνη. Το λεκτικό σήμα PICASSO καταχωρίστηκε στις 26 Απριλίου 1999 για προϊόντα υπαγόμενα στην κλάση 12 του Διακανονισμού της Νίκαιας με την ακόλουθη περιγραφή: «οχήματα· μηχανήματα κινήσεως στο έδαφος, στον αέρα ή στο νερό, αυτοκίνητα, λεωφορεία, φορτηγά, τροχόσπιτα, ρυμουλκούμενα οχήματα».
11. Το αρμόδιο τμήμα του ΓΕΕΑ επέτρεψε την καταχώριση επισημαίνοντας την έλλειψη κινδύνου συγχύσεως μεταξύ των επιδίκων σημάτων. Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 59 του κανονισμού 40/94 η «κληρονομία Picasso» άσκησε προσφυγή ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ ζητώντας την ακύρωση της καταχώρισης και την απόρριψη της σχετικής αίτησης.
12. Με απόφαση της 18ης Μαρτίου 2002 (6) το τρίτο τμήμα προσφυγών δεν δέχτηκε το αίτημα αυτό και έκρινε ότι, λαμβανομένου υπόψη του υψηλού βαθμού προσοχής του ενδιαφερομένου κοινού, τα επίμαχα σήματα δεν ήταν παρεμφερή ούτε φωνητικώς ούτε οπτικώς. Επιπλέον έκρινε ότι η σημασία του εννοιολογικού στοιχείου του προγενεστέρου τμήματος μπορούσε να εξουδετερώσει οποιαδήποτε φωνητική ή οπτική ομοιότητα μεταξύ των δύο σημάτων.
13. Στις 13 Ιουνίου 2002 οι κληρονόμοι του Πικάσο κατέθεσαν στην Γραμματεία του Πρωτοδικείου προσφυγή με την οποία ζήτησαν την ακύρωση της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών.
Β ? Αναιρεσιβαλλομένη απόφαση
14. Η προσφεύγουσα προέβαλε δύο λόγους ακυρώσεως: ένα λόγο στηριζόμενο στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 και έναν άλλο συνιστάμενο στον ισχυρισμό ότι το τμήμα προσφυγών εξήλθε των ορίων της διαφοράς όπως προσδιορίστηκε από τους διαδίκους στο πλαίσιο της διαδικασίας ανακοπής.
15. Δεδομένου ότι η αίτηση αναιρέσεως δεν αφορά τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως δεν θα τον εξετάσω καθόλου.
16. Σχετικά με την παράβαση της προαναφερθείσας διάταξης του κανονισμού 40/94, το Πρωτοδικείο διατύπωσε σφαιρική εκτίμηση όσον αφορά τον κίνδυνο συγχύσεως υπό το φως των κριτηρίων που καθόρισε με την απόφαση της 9ης Ιουλίου 2003, Laboratorios RTB κατά ΓΕΕΑ ? Giorgio Beverly Hills (GIORGIO BEVERLY HILLS) (7). Αυτή η συνολική εκτίμηση ανέδειξε τον πανομοιότυπο ή τον εν μέρει παρεμφερή χαρακτήρα των προϊόντων που χαρακτηρίζουν τα επίδικα σήματα (8).
17. Στη συνέχεια, το Πρωτοδικείο, στηριζόμενο σε προηγούμενες αποφάσεις (9), εξέτασε τον βαθμό ομοιότητας μεταξύ των σημείων και διαπίστωσε οπτικές και φωνητικές ομοιότητες, καίτοι ασθενείς. Όσον αφορά την εννοιολογική ομοιότητα μεταξύ των επιδίκων σημάτων, το Πρωτοδικείο διαπίστωσε χτυπητές διαφορές μεταξύ, αφενός, του ονόματος του διασήμου ζωγράφου (10) και, αφετέρου, της λέξεως «pícaro» και τόνισε ότι, με εξαίρεση το ισπανόφωνο κοινό, η δεύτερη λέξη στερείται σημασιολογικού περιεχομένου (11), καίτοι δεν ανέλυσε την προέλευσή της (12).
18. Λόγω αυτών των εννοιολογικών διαφορών και λαμβανομένης υπόψη της σαφούς σημασίας του ονόματος εκείνου που ζωγράφισε τον πίνακα Les demoiselles d’Avignon (13), το Πρωτοδικείο έκρινε ότι το σημασιολογικό περιεχόμενο του σήματος ως σήματος για οχήματα δεν μπορεί να υπερκαλύψει το όνομα του ζωγράφου της Guernica (14) στην αντίληψη του μέσου καταναλωτή, ο οποίος ποτέ δεν θα συνδέσει το επώνυμο αυτό με μια μάρκα αυτοκινήτων. Το Πρωτοδικείο καταλήγει στην κρίση ότι οι εννοιολογικές διαφορές μεταξύ των επιδίκων σημείων υπερισχύουν των οπτικών και φωνητικών ομοιοτήτων (15).
19. Επικαλούμενοι τη φήμη του ονόματος PICASSO, οι κληρονόμοι του ζήτησαν τη διευρυμένη προστασία που παρέχει η νομολογία στα σήματα που παρουσιάζουν έντονο διακριτικό χαρακτήρα (16). Το Πρωτοδικείο αρνήθηκε να αναγνωρίσει την προστασία αυτή με το σκεπτικό ότι η μεγάλη φήμη του καλλιτέχνη δεν μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο συγχύσεως των επιδίκων προϊόντων (17).
20. Τέλος, το Πρωτοδικείο ανέλυσε τον βαθμό της προσοχής του ενδιαφερομένου κοινού κατά την αγορά, ενόψει της τεχνολογικής εξέλιξης και της τιμής αυτού του είδους προϊόντων, και τον χαρακτήρισε ως ιδιαίτερα υψηλό. Το Πρωτοδικείο όμως περιορίστηκε στο να αξιολογήσει το επίπεδο προσοχής κατά την αγορά και δεν το αξιολόγησε σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, ιδίως μετά την πώληση, ενώ οι περίοδοι αυτές μπορούν να είναι χρήσιμες για την εκτίμηση ενδεχόμενων κινδύνων συγχύσεως μετά την πώληση (18).
III – Διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου και ισχυρισμοί των διαδίκων
21. Η κοινωνία κληρονόμων Picasso κατέθεσε την αίτηση αναιρέσεως στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 19 Αυγούστου 2004 και το ΓΕΕΑ απάντησε στις 6 Δεκεμβρίου. Δεν κατατέθηκε υπόμνημα απαντήσεως ούτε υπόμνημα αντικρούσεως.
22. Οι εκπρόσωποι των δύο διαδίκων καθώς και οι εκπρόσωποι της εταιρίας DaimlerChrysler AG, παρεμβαίνουσα στην πρωτοβάθμια δίκη και στην αναιρετική διαδικασία, παρέστησαν στην επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 14ης Ιουλίου 2005.
23. Οι αναιρεσείοντες ζητούν από το Δικαστήριο:
– να ακυρώσει την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση·
– να ακυρώσει την απόφαση του τρίτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, της 18ης Μαρτίου 2002, στην υπόθεση R 0247/2001-3 στο μέτρο που απέρριψε την ανακοπή που είχαν ασκήσει οι αναιρεσείοντες κατά της αιτήσεως καταχωρίσεως ως κοινοτικού σήματος του λεκτικού σήματος PICARO που υπέβαλε η εταιρία DaimlerChrysler AG·
– να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά του έξοδα και στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων και στην πρωτοβάθμια δίκη και στο πλαίσιο της αναιρετικής διαδικασίας.
24. Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Δικαστήριο:
– να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως.
– να καταδικάσει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα.
25. Η παρεμβαίνουσα υποστηρίζει τα αιτήματα του ΓΕΕΑ.
IV – Ανάλυση του λόγου αναιρέσεως
26. Με την αίτηση αναιρέσεως οι αναιρεσείοντες προβάλλουν ένα μοναδικό λόγο αναιρέσεως που απαρτίζεται από τέσσερα σκέλη και στηρίζεται σε παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94.
Α ? Επί του πρώτου σκέλους
27. Οι κληρονόμοι του Picasso βάλλουν κατά των σκέψεων 56 έως 58 της αποφάσεως του Πρωτοδικείου με τις οποίες το Πρωτοδικείο κρίνει ότι οι εννοιολογικές διαφορές είναι ικανές να εξουδετερώσουν σε μεγάλο βαθμό τις οπτικές και φωνητικές ομοιότητες. Οι αναιρεσείοντες υποστηρίζουν ότι δεν είναι αναγκαίο το ένα τουλάχιστον από τα επίδικα σήματα να έχει, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, σαφή και συγκεκριμένη σημασία, ώστε να μπορεί το κοινό αυτό να το αντιληφθεί αμέσως (19).
28. Οι αναιρεσείοντες παρατηρούν ότι ο κανόνας αυτός, διατυπωμένος κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν είναι ορθός ακόμη και αν επαληθεύεται σε ορισμένες περιπτώσεις. Αμφισβητούν το γεγονός ότι ένα σήμα που αποκτά συγκεκριμένη έννοια εκτός του τομέα των προϊόντων τα οποία αντιπροσωπεύει καθιστά σημαντικότερη την εννοιολογική διαφορά με άλλα σημεία χωρίς να απαιτείται στην περίπτωση αυτή να εξεταστεί αν η διαφορά αυτή είναι αρκετά έντονη.
29. Επίσης, κατά την άποψή τους, το γεγονός ότι οι εννοιολογικές διαφορές αντισταθμίζουν τις οπτικές και φωνητικές ομοιότητες δεν ευσταθεί, εφόσον η λύση αυτή στηρίζεται αποκλειστικά στη φήμη του ζωγράφου της Μάλαγα (20) χωρίς να τη συνδέει με τα οικεία προϊόντα, κατά παράβαση της νομολογίας του Δικαστηρίου που προκύπτει από την απόφαση Lloyd Schuhfabrik Meyer (21).
30. Κατά το ΓΕΕΑ το γεγονός ότι δεν ελήφθη υπόψη η σχέση μεταξύ του σημείου και των αντικειμένων τα οποία καλύπτει νομικώς είναι ο μόνος ισχυρισμός των αναιρεσειόντων που είναι παραδεκτός στο πλαίσιο της αναιρετικής διαδικασίας. Συναφώς, το ΓΕΕΑ υποστηρίζει ότι, όσον αφορά την ομοιότητα των σημάτων, τα καλυπτόμενα προϊόντα και οι υπηρεσίες έχουν σημασία μόνον οσάκις επηρεάζουν αποφασιστικά τη βούληση του καταναλωτή.
31. Το ΓΕΕΑ αμφισβητεί την ύπαρξη κανόνα που ορίζει ότι η σημειολογική σύγκριση των σημάτων πρέπει να περιορίζεται στις έννοιες που έχουν κάποια σχέση με τα προϊόντα, εφόσον το ζήτημα είναι η διαμόρφωση σφαιρικής άποψης. Κατά συνέπεια φρονεί ότι η νομολογία την οποία αμφισβητεί η «κληρονομία Picasso» αποτελεί ακριβώς έκφραση της αρχής της σφαιρικής εντύπωσης που δημιουργεί στο κοινό αυτή η εμπορική ιδιοκτησία.
32. Η DaimlerChrysler AG φρονεί ότι το ιδιαίτερο ιδεολογικό περιεχόμενο της λέξης «Picasso» απομακρύνει κάθε κίνδυνο συγχύσεως και υποστηρίζει την άποψη ότι η χρήση του ονόματος αυτού είχε ακριβώς ως στόχο να δημιουργήσει σύνδεσμο μεταξύ των οχημάτων και του καλλιτέχνη, αντιληπτό από τους καταναλωτές.
33. Είναι η πρώτη φορά που το Πρωτοδικείο καλείται να αποφανθεί ως προς τη νομιμότητα αυτού του κανόνα αξιολογήσεως του κινδύνου συγχύσεως. Σκόπιμο είναι συνεπώς να αναφερθώ με συντομία στο νομολογιακό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται. Στην υπόθεση SABEL (22), το Δικαστήριο έκρινε ότι απαιτείται στάθμιση όλων των κρισίμων παραγόντων της συγκεκριμένης περίπτωσης και επισήμανε επίσης ότι η σφαιρική εκτίμηση πρέπει, όσον αφορά την οπτική, ακουστική και εννοιολογική ομοιότητα των οικείων σημάτων, να στηρίζεται στη σφαιρική εντύπωση που δημιουργούν τα σήματα (23), λαμβανομένων υπόψη μεταξύ άλλων των διακριτικών και κυρίαρχων σημείων τους (24).
34. Η εκτίμηση αυτή των οπτικών, φωνητικών και εννοιολογικών στοιχείων που θεωρούνται κυρίαρχα απόκειται, σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση, στο δικαστήριο που εκδικάζει τη διαφορά. Έχω διατυπώσει την άποψή μου με άλλη ευκαιρία (25) ως προς την έκταση του ελέγχου που ασκεί το Δικαστήριο σ’ αυτό το ζήτημα και συνεπώς αρκεί να παρατηρήσω ότι σύμφωνα με το άρθρο 58 του Οργανισμού του δεν μπορεί να εξετάσει τα πραγματικά ζητήματα.
35. Ο έλεγχος αυτός δεν είναι λυσιτελής παρά μόνον εάν ο αμφισβητούμενος κανόνας χρησιμοποιείται κατά τρόπο απόλυτο και a priori, δηλαδή πριν γίνει ιδιαίτερη ανάλυση των διαφόρων στοιχείων, πράγμα που σημαίνει αυτόματη εφαρμογή η οποία έρχεται σαφώς σε αντίθεση με την προαναφερθείσα νομολογία του Δικαστηρίου.
36. Με τις σκέψεις 54 και 55, η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση εξετάζει όλα τα στοιχεία σύμφωνα με τη νομολογία αυτή πριν επικεντρωθεί στο στοιχείο που κρίνει καθοριστικό, δηλαδή στο εννοιολογικό στοιχείο.
37. Η προκρινόμενη λύση δεν προκαλεί έκπληξη δεδομένου ότι η επιστήμη είχε διατυπώσει την αντίληψη ότι, καίτοι η ομοιότητα ενός των στοιχείων αρκεί να στοιχειοθετήσει τον κίνδυνο συγχύσεως (26), η σύγκριση των δύο ονομασιών στο εννοιολογικό επίπεδο μπορεί να καταλήξει σε εκ διαμέτρου αντίθετα αποτελέσματα: είτε να προκαλέσει τον κίνδυνο συγχύσεως είτε να εξουδετερώσει το αποτέλεσμα της φωνητικής αξιολόγησης των υπό σύγκριση σημάτων (27).
38. Οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στο Πρωτοδικείο ότι δεν αιτιολόγησε την απόφασή του με αναφορά στα οικεία προϊόντα και στις οικείες αγορές όπως επιβάλλει η νομολογία Lloyd Schuhfabrik Meyer. Ωστόσο, με τη σκέψη 27 της απόφασης αυτής το Δικαστήριο απαιτεί απλώς να λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία αυτά οσάκις το εκδικάζον Δικαστήριο διαπιστώνει ορισμένο βαθμό οπτικής, φωνητικής και εννοιολογικής ομοιότητας. Η προκειμένη περίπτωση δεν είναι τέτοια δεδομένου ότι το Πρωτοδικείο με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση αποφάνθηκε αρνητικά ως προς αυτό το σημείο και συνεπώς δεν χρειάστηκε να αξιολογήσει τη σημασία του ούτε αναλόγως της οικείας κατηγορίας προϊόντων ή υπηρεσιών ούτε αναλόγως των συνθηκών διαθέσεώς τους στο εμπόριο.
39. Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση δεν παραβιάζει το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 και το πρώτο σκέλος του λόγου αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο.
Β ? Επί του δευτέρου σκέλους
40. Με το δεύτερο σκέλος του λόγου αναιρέσεως οι κληρονόμοι ενός των πατέρων του κυβισμού (28) προσάπτουν στο Πρωτοδικείο ότι παρέβη τη νομολογία του Δικαστηρίου, κατά την οποία ο κίνδυνος συγχύσεως είναι τόσο μεγαλύτερος όσο ο διακριτικός χαρακτήρας του προγενεστέρου σήματος αποδεικνύεται σημαντικός (29), καθώς και τη νομολογία που ορίζει ότι τα σήματα που έχουν έντονο διακριτικό χαρακτήρα, είτε αφ’ εαυτών ή λόγω του ότι είναι γνωστά στην αγορά, απολαύουν ευρύτερης προστασίας (30).
41. Κατά τους αναιρεσείοντες, η λέξη «Picasso» έχει αυτοτελή διακριτικό χαρακτήρα και δεν περιέχει το παραμικρό στοιχείο περιγραφής αυτοκινήτων, και τα στοιχεία αυτά δεν ελήφθησαν υπόψη στην πρωτοβάθμια δίκη.
42. Κατά το ΓΕΕΑ το Πρωτοδικείο δεν αγνόησε τον κανόνα που διατύπωσε η προαναφερθείσα απόφαση SABEL, εφόσον στην πραγματικότητα αρνήθηκε να αναγνωρίσει στο επίδικο σήμα κάποιο διακριτικό χαρακτήρα.
43. Η εξέταση του ισχυρισμού αυτού απαιτεί εκτίμηση πραγματικού στοιχείου που το Δικαστήριο δεν μπορεί να πραγματοποιήσει και για τον λόγο αυτό η αιτίαση είναι απαράδεκτη. Μόνο αν υπήρχε νομικός κανόνας που αναγνώριζε υψηλό διακριτικό χαρακτήρα στη χρήση ενός φημισμένου ονόματος θα μπορούσε να γίνει δεκτό ότι το Πρωτοδικείο υπέπεσε σε πλάνη. Τέτοιος κανόνας όμως δεν υπάρχει στην κοινοτική νομολογία (31).
44. Η παρεμβαίνουσα υποστηρίζει ότι επειδή το όνομα Picasso δεν έχει υψηλό διακριτικό χαρακτήρα στον κόσμο του αυτοκινήτου, δεν θίγεται.
45. Αν θεωρηθεί ότι με αυτό το σκέλος του λόγου αναιρέσεως οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στο Πρωτοδικείο ότι δεν αναγνώρισε τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος PICASSO, η αιτίαση αυτή είναι απαράδεκτη, όπως υποστηρίζει το ΓΕΕΑ, διότι συνεπάγεται εκτίμηση πραγματικού στοιχείου που δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου.
46. Ωστόσο, από το δικόγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως προκύπτει ότι οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στο Πρωτοδικείο ότι δεν εφάρμοσε τον κανόνα που παρέχει ευρύτερη προστασία στα σήματα που έχουν έντονο διακριτικό χαρακτήρα.
47. Από τις σκέψεις 55, 57 και 61, όμως, της αναιρεσιβαλλομένης απόφασης προκύπτει ότι το λεκτικό σήμα PICASSO, ως εμπορικό σήμα αυτοκινήτων, δεν έχει αυτόν τον έντονο διακριτικό χαρακτήρα και συνεπώς δεν μπορεί να τύχει ευρύτερης προστασίας μόνο και μόνο επειδή είναι το όνομα ενός διασήμου ζωγράφου.
48. Κατά συνέπεια, η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση δεν συνιστά παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, σημείο β΄, του κανονισμού 40/94 και το δεύτερο σκέλος του λόγου αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο.
Γ ? Επί του τρίτου σκέλους
49. Με το τρίτο σκέλος του λόγου αναιρέσεως οι αναιρεσείοντες αμφισβητούν τη μέθοδο που χρησιμοποίησε το Πρωτοδικείο για να αξιολογήσει τον κίνδυνο συγχύσεως. Φρονούν ότι η μέθοδος αυτή που στηρίζεται στον βαθμό προσοχής του μέσου καταναλωτή κατά τον χρόνο που προετοιμάζει και πραγματοποιεί την καταναλωτική του επιλογή είναι πολύ περιοριστική εφόσον, αφενός, τα σήματα υποπίπτουν στην αντίληψη των πελατών ακόμα και σε στιγμές όπου αυτοί δεν υποχρεούνται να αποφασίσουν αν θα αγοράσουν ή όχι το προϊόν και, αφετέρου, όπως προκύπτει από την απόφαση Arsenal Football Club (32), τα σήματα λειτουργούν επίσης και μετά την πώληση των προϊόντων.
50. Συνεπώς, κατά τους κληρονόμους Picasso, το να λαμβάνεται υπόψη η προσοχή του μέσου καταναλωτή κατά το χρονικό σημείο της επιλογής στην οποία προβαίνει τη στιγμή της αγοράς, όπως δέχεται το Πρωτοδικείο με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, συνιστά παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, διότι δεν λαμβάνει υπόψη τον κανόνα ότι ο φορέας του δικαιώματος επί του σήματος πρέπει να προστατεύεται από ενδεχόμενη σύγχυση πριν και μετά την αγορά.
51. Κατά το ΓΕΕΑ, σε ορισμένες περιπτώσεις, δικαιολογείται να λαμβάνεται υπόψη η προσοχή του καταναλωτή μετά την πώληση, λόγου χάρη όταν πρόκειται για αγορά συσκευασμένων προϊόντων. Κατά γενικό κανόνα, όμως, το ενδιαφέρον του καταναλωτή αξιολογείται κατά τον χρόνο που επιλέγει ένα συγκεκριμένο αγαθό.
52. Η DaimlerChrysler AG στηρίζεται στην κρίση που διατυπώνει η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση σε επίρρωση του ισχυρισμού ότι ο βαθμός προσοχής των καταναλωτών είναι ιδιαίτερα υψηλός κατά τον χρόνο αγοράς ενός αυτοκινήτου. Αντιστρόφως, η προαναφερθείσα εταιρία δεν αναγνωρίζει κίνδυνο συγχύσεως μετά την πραγματοποίηση της συναλλαγής και προσθέτει ότι, δεδομένου ότι ο αγοραστής είναι ιδιαίτερα προσεκτικός και παρατηρητικός όταν λαμβάνει την απόφασή του, ο κίνδυνος αυτός πρέπει να εξετάζεται κατ’ αυτή τη χρονική στιγμή.
53. Δεδομένου ότι αυτό το σκέλος του ισχυρισμού στηρίζεται στην προαναφερθείσα απόφαση Arsenal Football Club, είναι απαραίτητο να εξεταστεί η απόφαση αυτή. Με τη σκέψη 57 το Δικαστήριο δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να θεωρήσουν ορισμένοι καταναλωτές ότι το σημείο προσδιορίζει την Arsenal FC ως επιχείρηση προελεύσεως των προϊόντων, ιδίως μετά την πώλησή τους από τον Reed, όταν δεν βρίσκονται πλέον στον τόπο όπου υπάρχει η ανακοίνωση κατά την οποία τα προϊόντα δεν έχουν σχέση με τον σύλλογο. Από τη σκέψη αυτή δεν προκύπτει κανένας γενικός κανόνας που επιβάλλει να παρακολουθείται η λειτουργία του σήματος μετά την πώληση των αντικειμένων που αντιπροσωπεύει.
54. Όπως παρατηρεί το ΓΕΕΑ με το υπόμνημα απαντήσεως, το Δικαστήριο επικαλέστηκε το επιχείρημα της σύγχυσης μετά την πώληση για να στηρίξει την κρίση ότι το δικαίωμα επί του σήματος είχε παραβιαστεί, παρά την ύπαρξη ενός πίνακα που είχε τοποθετήσει ο Reed στο περίπτερό του και που ανέφερε ότι τα προϊόντα δεν προέρχονται από την Arsenal FC. Επιπλέον, οι περισσότεροι συγγραφείς δεν δέχονται ότι το επιχείρημα της post sale confusion πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για την ανάλυση του κινδύνου συγχύσεως (33).
55. Βάσει των προεκτεθέντων δεν στοιχειοθετείται παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 και συνεπώς το τρίτο σκέλος του λόγου αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί και αυτό ως αβάσιμο.
Δ ? Επί του τετάρτου σκέλους
56. Με το τέταρτο σκέλος του λόγου αναιρέσεως οι αναιρεσείοντες αμφισβητούν τη διάκριση που γίνεται στη σκέψη 60 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως αναλόγως του αν ο κίνδυνος συγχύσεως εκτιμάται στο πλαίσιο διαδικασίας ανακοπής, βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού, ή στο πλαίσιο προσβολής του δικαιώματος επί του σήματος, βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, πράγμα που έρχεται σε αντίθεση με την κρίση που διατύπωσε το Δικαστήριο με την προαναφερθείσα απόφαση Arsenal Football Club.
57. Κατά την άποψή τους, αυτή η διαφορετική μεταχείριση δεν στηρίζεται ούτε στο κείμενο ούτε στην οικονομία του κανονισμού 40/94 στο μέτρο που οι δύο καταστάσεις απαιτούν ανάλυση της συγχύσεως μετά την πώληση, ιδίως όταν πρόκειται για προϊόντα, όπως τα μηχανοκίνητα αυτοκίνητα, που εκτίθενται διαρκώς στο κοινό κινούμενα στους δρόμους και στις διαφημίσεις οι οποίες μεταδίδονται με όλα τα μέσα ενημέρωσης.
58. Το ΓΕΕΑ υπογραμμίζει την προφανή διαφορά μεταξύ των πραγματικών περιστατικών της προαναφερθείσας υπόθεσης Arsenal Football Club και αυτών της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και όσον αφορά τη διαδικασία, τον ισχυρισμό περί παραβάσεως και την ανακοπή και όσον αφορά το επίδικο αντικείμενο. Στην πρώτη περίπτωση, τα προϊόντα και τα σημεία ήταν πανομοιότυπα, ενώ στη δεύτερη είναι απλώς παρεμφερή. Στο πλαίσιο αυτό η απόφαση Arsenal Football Club δεν αποφαίνεται ως προς τον κίνδυνο συγχύσεως, κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της πρώτης οδηγίας 89/104/ΕΟΚ (34), αλλά ως προς το εάν η επίδικη χρήση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης αυτής.
59. Κατά την παρεμβαίνουσα εταιρία αυτό το σημείο της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως σημαίνει απλώς ότι ορισμένες περιστάσεις που δεν ασκούν επιρροή στο πλαίσιο της διαδικασίας ανακοπής μπορεί να παρουσιάζουν σημασία στην περίπτωση διαδικασίας λόγω παραποιήσεως.
60. Με τη σκέψη 60 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως το Πρωτοδικείο κρίνει ότι το ζήτημα του βαθμού προσοχής του ενδιαφερομένου κοινού για την αξιολόγηση του κινδύνου συγχύσεως δεν ταυτίζεται με το ζήτημα αν οι μεταγενέστερες της αγοράς περιστάσεις μπορούν να ληφθούν υπόψη προκειμένου να ερευνηθεί αν συντρέχει προσβολή του δικαιώματος επί του σήματος, όπως έκρινε το Δικαστήριο με την προπαρατεθείσα απόφαση Arsenal Football Club, όσον αφορά τη χρήση πανομοιότυπου συμβόλου.
61. Υπό τις συνθήκες αυτές, ο ισχυρισμός αυτός απλώς υπογραμμίζει τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ, αφενός, της αξιολόγησης του βαθμού προσοχής του κοινού για την εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως μεταξύ των δύο σημείων που είναι κατ’ ανάγκη παρεμφερή, διότι αν ήσαν όμοια θα ήταν τότε προσβολή του δικαιώματος επί του σήματος, και, αφετέρου, της αξιολόγησης της σημασίας ορισμένων περιστάσεων μεταγενεστέρων της πωλήσεως, προκειμένου να ερευνηθεί αν συντρέχει προσβολή του δικαιώματος βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Από τη σκέψη 60 προκύπτει ότι το Πρωτοδικείο δεν κάνει καμία διάκριση μεταξύ της εξέτασης του κινδύνου συγχύσεως στο πλαίσιο διαδικασίας ανακοπής ή στο πλαίσιο προσβολής του δικαιώματος επί του σήματος.
62. Κατά συνέπεια, το τέταρτο σκέλος του λόγου αναιρέσεως είναι επίσης αβάσιμο.
63. Δεδομένου ότι όλες οι αιτιάσεις του μοναδικού λόγου αναιρέσεως είναι αβάσιμες, δεν μπορούν να γίνουν δεκτές και συνεπώς η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί.
V – Σύντομες τελικές παρενθέσεις
64. Στο πλαίσιο της αναιρετικής διαδικασίας ο νόμιμος εκπρόσωπος των κληρονόμων του Πικάσo διευκρίνισε την έκταση και τη συχνότητα που έχουν αποκτήσει τα χρησιμοποιούμενα ως σήματα κύρια ονόματα προσώπων που χαίρουν μεγάλης φήμης ή είναι πολύ δημοφιλή και ανέφερε γνωστά ιστορικά πρόσωπα όπως τον Ναπολέοντα, τον Τσόρτσιλ ή τον Γκορμπατσόφ, σχεδιαστές όπως τον Κριστιάν Ντιόρ ή τον Αλέσι, αθλητές όπως τον Μπόρις Μπέκερ ή τον Τάιγκερ Γούντς, και μουσικούς όπως τον Μότσαρτ. Αναφέρθηκε στον ρόλο που παίζει, ιδίως όσον αφορά τα ήδη γνωστά σημεία το ονομαζόμενο «merchandising» στην προώθηση άλλων προϊόντων που δεν έχουν καμία σχέση με το αρχικό προϊόν (35), όπως π.χ. τα σήματα Coca-Cola (αναψυκτικά) για ενδύματα και είδη χαρτοπωλείου, Marlboro (τσιγάρα) για ενδύματα, Davidoff (πούρα) για καλλυντικά πολυτελείας. Οι παρατηρήσεις αυτές μου εμπνέουν ορισμένες σκέψεις.
65. Αρχικώς, η χορήγηση άδειας από τους κληρονόμους του Picasso στην εταιρία κατασκευής αυτοκινήτων Citroën, όσον αφορά την ονομασία ενός μοντέλου Xara, προκάλεσε επικρίσεις ιδίως εκ μέρους του διευθυντή του μουσείου Picasso του Παρισιού που εξέφρασε τον φόβο ότι θα τρωθεί ανεπανόρθωτα η εικόνα του ζωγράφου (36) και ότι ίσως την τρίτη χιλιετία το όνομα Picasso θα είναι απλώς μια μάρκα αυτοκινήτου.
66. Καίτοι ο κοινοτικός νομοθέτης δίνει τη δυνατότητα καταχωρίσεως κυρίων ονομάτων ως σημάτων για ποικίλα προϊόντα και υπηρεσίες, θα πρέπει να διευκρινιστεί ο βαθμός προστασίας που αξίζουν ή που απέκτησαν με γνώμονα τη βασική λειτουργία του δικαιώματος βιομηχανικής ιδιοκτησίας.
67. Πολλές φορές παρατήρησα σε άλλα κείμενα ότι, κατά την άποψή μου, η προστασία της ακρίβειας των στοιχείων που παρέχει το καταχωρούμενο σημείο όσον αφορά την εμπορική προέλευση ορισμένων αγαθών (37) συνιστά αυτό τούτο το αντικείμενο του δικαιώματος επί του σήματος με την επιφύλαξη και άλλων λειτουργιών που μπορεί να αναπτύξει το σημείο (38).
68. Έχω επισημάνει επίσης (39) ότι το σήμα παρέχει στον κύριό του μονοπώλιο, ώστε κατ’ αρχήν μπορεί να εμποδίσει τη χρήση του από άλλα πρόσωπα. Δεδομένου ότι κανείς δεν είναι προφυλαγμένος από τον παρασιτισμό (40), η προστασία αυτή που παρέχεται ex lege είναι ακόμα περισσότερο δικαιολογημένη όταν πρόκειται για κύριο όνομα.
69. Ωστόσο πρέπει να κάνω δύο διευκρινίσεις σχετικά με την δικαιολογημένη άμυνα του οικογενειακού ονόματος υπό το οποίο κάποιο πρόσωπο γίνεται διάσημο. Πρώτον, όταν το όνομα αυτό παραχωρείται για να χρησιμοποιηθεί σε τομέα τελείως άσχετο με εκείνο στον οποίο απέκτησε τη φήμη του, δεν μπορεί να προβάλλεται η διευρυμένη προστασία που πρέπει να αναγνωρίζεται στα σήματα έντονου διακριτικού χαρακτήρα, διότι βασικά είναι απίθανο να πληροφορεί το σήμα όσον αφορά την εμπορική προέλευση των αγαθών ή των υπηρεσιών τουλάχιστον αμέσως. Δεύτερον υπάρχει θα έλεγα δημόσιο συμφέρον, στο πλαίσιο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, στην προστασία των ονομάτων μεγάλων καλλιτεχνών από την αχόρταγη εμπορική κερδοσκοπία, ώστε να μην θίγονται τα έργα τους με τη σχετικοποίηση. Είναι θλιβερό το ενδεχόμενο ο μετρίως πληροφορημένος και σε λογικό βαθμό προσεκτικός καταναλωτής, που δεν συνδέει πλέον τα ονόματα, όπως Opel, Renault, Ford ή Porsche, με τους φημισμένους μηχανικούς που έδωσαν το όνομά τους στα προϊόντα τους, να μπορεί να κάνει το ίδιο με το όνομα του Picasso στο δυστυχώς όχι πολύ απώτερο μέλλον.
VI – Επί των δικαστικών εξόδων
70. Κατά το άρθρο 122, σε συνδυασμό με το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας που έχει εφαρμογή στην αναιρετική διαδικασία βάσει του άρθρου 118, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Κατά συνέπεια, αν απορριφθεί, όπως προτείνω, ο μοναδικός λόγος αναιρέσεως που προβάλλουν οι αναιρεσείοντες, αυτοί θα πρέπει να καταδικαστούν στα δικαστικά έξοδα.
VII – Πρόταση
71. Βάσει των προεκτεθέντων προτείνω στο Δικαστήριο να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως που άσκησε η κοινωνία κληρονόμων Picasso κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 22ας Ιουνίου 2004, T-185/02, Ruiz-Picasso κ.λπ. κατά ΓΕΕΑ ? DaimlerChrysler (PICARO), και να καταδικάσει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα.
1 – Γλώσσα του πρωτοτύπου: η ισπανική.
2 – Υπόθεση T-185/02, Ruiz-Picasso κ.λπ. κατά ΓΕΕΑ ? DaimlerChrysler (PICARO) (που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, στο εξής: αναιρεσιβαλλομένη απόφαση).
3 – Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 3288/94 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, ενόψει εφαρμογής των συμφωνιών του κύκλου της Ουρουγουάης (ΕΕ L 349, σ. 83, στο εξής: κανονισμός 40/94).
4 – Οι πιο γνωστές καλλιτεχνικές πτυχές του ανεξάντλητου δημιουργού που ήταν ο Pablo Picasso (1881-1973) είναι οι δύο προαναφερθείσες τέχνες, πλην όμως πρέπει να σημειωθεί ότι ο Πικάσο ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνία και συγκεκριμένα με το θέατρο, καίτοι στον τομέα αυτό γνώρισε μικρότερη επιτυχία. Το έργο Lesquatrepetitesfilles σε έξι πράξεις που έγραψε το 1948 είναι ο καρπός της δραστηριότητας αυτής· δημοσιεύθηκε όμως μόλις το 1969 από τον οίκο Gallimard. Η ισπανική μετάφραση με τίτλο Lascuatroniñitas κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Aguilar σε μετάφραση María Teresa León, Μαδρίτη 1973. Ο Gustavino, Μ., και ο Michaël A., «L'écriture n'est pas un jeu» στο συλλογικό έργο Picasso, l'objetdumythe, École Nationale Supérieure des Beaux Arts de Paris, Παρίσι, 2005, σ. 109 και επ., αφιερώνουν ένα δοκίμιο στην ποιητική δραστηριότητα που ανέπτυσσε όταν εξασθενούσε ο πλαστικός του οίστρος ή όταν αντιμετώπιζε προβλήματα στην ιδιωτική του ζωή.
5 – Η λέξη αυτή υποδηλώνει ομάδα προσώπων, που είναι όλα μέλη της οικογένειας του ζωγράφου και συνιστούν κοινωνία συγκληρονόμων κατά την έννοια των άρθρων 815 και επ. του γαλλικού αστικού κώδικα, στην οποία κοινωνοί είναι οι αναιρεσείοντες εν προκειμένω.
6 – Υπόθεση R 247/2001-3.
7 – Υπόθεση T-162/01, Συλλογή 2003, σ. II-2821.
8 – Σκέψεις 49 έως 52 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.
9 – Ειδικότερα απόφαση της 14ης Οκτωβρίου 2003, T-292/01, Phillips-Van Heusen-Pash Textilvertrieb un Einzelhandel (BASS) κατά ΓΕΕΑ (Συλλογή 2003, σ. II-4335).
10 – Γενικά γίνεται δεκτό ότι το δεύτερο οικογενειακό όνομα του καλλιτέχνη είναι ιταλικής καταγωγής, κατά τη γέννησή του, όμως, οι Picasso ήταν εγκατεστημένοι στην Ανδαλουσία από πολλές γενεές. Όσο διέμενε στην Ισπανία υπέγραφε τους πίνακες και τα σχέδιά του πάντα με τα ίδια τρία ονόματα: Pablo Ruiz Picasso, P. Ruiz Picasso ή P. R. P. και μόνο όταν έφτασε στο Παρίσι έπαψε να χρησιμοποιεί το οικογενειακό όνομα Ruiz. Είναι πολύ πιθανό ότι σ’ αυτό οδήγησε η δυσκολία των Γάλλων να προφέρουν το πρώτο οικογενειακό όνομα. Αντιθέτως, το όνομα Picasso που προφέρεται εύκολα και τονίζεται στη λήγουσα δεν παρουσίαζε καμία δυσκολία στη γλώσσα του Μολιέρου. Lafuente Ferrari, E., «Prólogo», στο Huelin y Ruiz-Blasco, R., PabloRuizPicasso, Biblioteca de la Revista de Occidente, Μαδρίτη, 1976, σ. 12.
11 – Σκέψεις 53 έως 55 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως. Κατά το λεξικό της Real Academia Española, 21η έκδοση, Μαδρίτη 1992, «pícaro» είναι ο θρασύς, πανούργος, ευτράπελος και κακοήθης αλλά παρ’ όλα αυτά κάπως συμπαθητικός, πρόσωπο που εμφανίζεται στα αριστουργήματα της ισπανικής λογοτεχνίας του κλάδου picaresca. Το είδος αυτό έφθασε στο απόγειό του σε μυθιστορήματα όπως LavidadeLazarillodeTormes, ανωνύμου, που δημοσιεύθηκε το 1554· GuzmándeAlfarache του Mateo Alemán (1604), και ElBuscón (1604· πρώτη έκδοση το 1620) του Francisco de Quevedo. Ο R. Menéndez Pidal, Antologíadeprosistascastellanos, Μαδρίτη, 1917, σ. 117, παρατηρεί ότι το δεύτερο τρίτο του XVI αιώνα, καθώς και τις πρώτες δεκαετίες του XVII, έφτασε στο αποκορύφωμά της, στον πολιτισμένο κόσμο, η αίγλη της καστιλιάνικης πρόζας τόσο σε ποιότητα όσο και σε διάδοση με την πρωτότυπη μορφή δύο ειδών εκ διαμέτρου αντιθέτων: την έξοχη αλληγορική γλώσσα που μπορεί να καλύψει όλα τα μυστικά της φιλοσοφίας του θείου έρωτα και το πιο τυχοδιωκτικό είδος, ανελέητη σάτιρα της κάστας αυτών που είναι θιασώτες της απραξίας και γνώριμοι της πείνας. Η λέξη pícaro ίσως είχε γίνει αντιληπτή εκτός του πλαισίου της ισπανόφωνης κουλτούρας αν ο Hergé, ο δημιουργός του «Tintin», την είχε εξηγήσει στο τεύχος των περιπετειών αυτού του ήρωα κινουμένων σχεδίων «Tintin et les pícaros» (Εκδ. Casterman, Tournai, 1976). Δεν το έπραξε όμως και δεν μετέδωσε στους αγγλόφωνους, γερμανόφωνους ή γαλλόφωνους αναγνώστες του που συγκράτησαν τη λέξη αυτή την αληθινή έννοιά της και είναι πιθανό οι αναγνώστες αυτοί να τη συνδέουν με το αντάρτικο και, συγκεκριμένα, με την ομάδα ανταρτών του στρατηγού Alcázar.
12 – Η ετοιμολογία της λέξης pícaro είναι αβέβαιη. Εμφανίζεται για πρώτη φορά στη φάρσα Custodiadelhombre του Bartolomé Palau, που γράφτηκε μεταξύ 1541 και 1547. Κατά τον J. Corominas, Diccionario crítico etimológico de la lenguacastellana, εκδ. Gredos, Μαδρίτη, 1974, τόμος III, σ. 768, ίσως το «pícaro» και το παλαιό συνώνυμό του «picaño», λέξεις της αργκώ προερχόμενες από το ρήμα picar, χαρακτηρίζουν το έργο των pícaros (νεαρών βοηθών, π.χ. picador στις ταυρομαχίες). Αργότερα είχαμε την επιρροή της γαλλικής λέξης «picard», που δημιούργησε τη λέξη «picardie», σε σχέση με την γαλλική περιοχή Picardie, πολλοί κάτοικοι της οποίας, κυρίως στρατιώτες την εποχή εκείνη, ζούσαν ζωή μποέμικη, ήσυχη και αμέριμνη. Αρχικά η λέξη συνδέθηκε με τη λαϊκή παράδοση, πριν αποκτήσει λογοτεχνική έννοια.
13 – Πίνακας του 1907 που είχε ονομαστεί αρχικά Bordelphilosophique και σηματοδοτεί τη γέννηση του κυβισμού, ενός στυλ ζωγραφικής που συνίσταται στο ότι τα πρόσωπα ανάγονται στις πρωτογενείς μορφές τους με τη χρησιμοποίηση μιας αυτόνομης γεωμετρικής γλώσσας για την αναπαράστασή τους. Brihuega Sierra, J., «Die spanische Kunst zwischen 1900 und 1939», DieGeschichtederspanischenKunst, απόδοση στη γερμανική γλώσσα της Historia del arte de España, Lunwerg Editores, 1996, από τις εκδόσεις Könneman, Κολωνία, 1997, σ. 438.
14 – Ο πίνακας αυτός σκιαγραφεί τη φρίκη του βομβαρδισμού της φερώνυμης πόλης στις 26 Απριλίου 1937 από τη χιτλερική αεροπορία. Πέρα από την αυστηρά καλλιτεχνική αξία του, μαρτυρεί την ιστορική στράτευση του ζωγράφου που εγκαταλείπει τον χρυσό του πύργο για να ταυτιστεί με την ανθρωπότητα σε πνεύμα αλληλεγγύης. Brihuega Sierra, J., ό.π.π., σ. 460.
15 – Σκέψεις 56 έως 58 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως
16 – Αποφάσεις του Δικαστηρίου της 11ης Νοεμβρίου 1997, C-251/95, SABEL (Συλλογή 1997, σ. I-6191), σκέψη 24, και της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, C-39/97, Canon (Συλλογή 1998, σ. I-5507), σκέψη 18.
17 – Σκέψη 61 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.
18 – Σκέψεις 59 και 60 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως.
19 – Αποφάσεις Phillips-Van Heusen Pash Textilvertrieb und Einzelhandel (BASS) κατά ΓΕΕΑ, ό.π.π., σκέψη 54, και της 3ης Μαρτίου 2004, T-355/02, Mühlens κατά ΓΕΕΑ ? Zirth International (ZIRH) (που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή).
20 – Η αναφορά αυτή πρέπει να ληφθεί υπό ουδέτερη έννοια, δηλαδή σκοπεί αποκλειστικά την αποδεδειγμένη καταγωγή του ζωγράφου και δεν συνιστά τοποθέτηση στη συζήτηση, άλλωστε άγονη και τεχνητή, όσον αφορά τη γαλλική ή ισπανική ιθαγένειά του.
21 – Απόφαση της 22ας Ιουνίου 1999, C-342/97, Συλλογή 1999, σ. I-3819.
22 – Ό.π.π., σκέψη 22.
23 – Ό.π.π., σκέψη 23.
24 – Βλ. επίσης απόφαση Lloyd Schuhfabrik Meyer, ό.π.π., σκέψη 25.
25 – Προτάσεις της 14ης Μαΐου 2002 στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2002, DKV κατά ΓΕΕΑ (C-104/00 P, Συλλογή 2002, σ. I-7651, σκέψεις 58 έως 60).
26 – Βλ., π.χ., Bender, A., «Relative Eintragungshindernisse», στο Ekey, F., και Klipperl, D., Markenrecht, Heidelberg, 2003, σ. 930 και 931· βλ. επίσης απόφαση Lloyd Schuhfabrik Meyer, ό.π.π., σκέψη 28.
27 – Fernández-Nóvoa, C., Tratado sobre derecho de marcas, 2η έκδ., Μαδρίτη, 2004, σ. 301.
28 – Δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί η ακριβής προέλευση αυτής της καλλιτεχνικής τάσης, καίτοι η ιδέα αποδόσεως της φύσεως με κύβους, κώνους και κυλίνδρους προέρχεται από μια συμβουλή που διατύπωσε ο Cézanne σε μια επιστολή προς κάποιο νεαρό ζωγράφο στην οποία του προτείνει να συνθέσει τους πίνακές του ακολουθώντας τα πρότυπα που δίνουν αυτά τα βασικά σχήματα. Gombrich, E. H., Historiadelarte, ισπανική μετάφραση του Rafael Santos Torroella, Alianza editorial, 5η έκδοση, Μαδρίτη, 1987, σ. 481.
29 – Απόφαση SABEL, ό.π.π., σκέψη 24.
30 – Απόφαση Lloyd Schuhfabrik Meyer, ό.π.π., σκέψη 20.
31 – Όσον αφορά τα κριτήρια εκτιμήσεως του υψηλού διακριτικού χαρακτήρα, το ΓΕΕΑ επικαλείται τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της 4ης Μαΐου 1999, C-108/97 και C-109/97, Windsurfing Chiemsee (Συλλογή 1999, σ. I-2779, σκέψη 51), και Lloyd Schuhfabrik Meyer, ό.π.π., σκέψη 23.
32 – Απόφαση της 12ης Νοεμβρίου 2002, C-206/01, Συλλογή 2002, σ. I-10273, σκέψη 57.
33 – Baudenbacher, C., και Naumann, A., «Neueste Entwicklungen in der immaterialgüterrechtlichen Rechtsprechung der Europäischen Gerichtshöfe», στο Baudenbacher, C., και Simon, J., Neueste Entwicklungen im Europäischen und internationalen Immaterialgüterrecht, Βασιλεία, 2003, σ. 1 και επ., ιδίως σ. 47.
34 – Πρώτη οδηγία του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 1989, L 40, σ. 1).
35 – Σχετικά με την προαναφερθείσα απόφαση Arsenal Football Club, βλ., Kilbey, I., «The ironies of Arsenal v Reed», στο EuropeanIntellectualPropertyReview, 2004, σ. 479 και επ.
36 – Εφημερίδα ElMundo, τεύχος της Πέμπτης, 6 Ιανουαρίου 2000 που μπορείτε να βρείτε στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.elmundo.es/papel/hemeroteca/2000/01/06/cultura/793771.html.
37 – Βλ. προτάσεις στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της 21ης Νοεμβρίου 2002, C-23/01, Robelco (Συλλογή 2002, σ. I-10913, σκέψη 26).
38 – Όπως π.χ. η λειτουργία του σήματος ως στοιχείου προώθησης των πωλήσεων ή εμπορικής στρατηγικής· βλ. Grynfogel, C., «Le risque de confusion, une notion à géométrie variable en droit communautaire des marques», στο RevuedeJurisprudencedeDroitdesAffaires, αριθ. 6/2000, σ. 494 και σ. 500. Βλ. επίσης τις προτάσεις μου της 13ης Ιουνίου 2002 στην προαναφερθείσα υπόθεση Arsenal Football Club, και ιδίως τα σημεία 43 και 46 έως 49.
39 – Προτάσεις στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Νοεμβρίου 2003, C-283/01, Shield Mark (Συλλογή 2003, σ. I-14313, σκέψη 50).
40 – Θύμα παρασιτισμού υπήρξε ο Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής Pelé, το ψευδώνυμο του οποίου καταχωρήθηκε μεταξύ άλλων για ενδύματα και είδη σπορ χωρίς να έχει δοθεί άδεια· βλ. απόφαση 490/1999 του τμήματος ανακοπών του ΓΕΕΑ της 20ής Ιουλίου 1999, Pellet κατά Pelé.