Λέξεις κλειδιά
Περίληψη

Λέξεις κλειδιά

1. Προσέγγιση των νομοθεσιών — Διαφήμιση και χορηγία υπέρ των προϊόντων καπνού —Οδηγία 2003/33

(Οδηγία 2003/33 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 3, 4 και 8)

2. Προσέγγιση των νομοθεσιών — Διαφήμιση και χορηγία υπέρ των προϊόντων καπνού —Οδηγία 2003/33

(Οδηγία 2003/33 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 3 § 1)

3. Προσέγγιση των νομοθεσιών — Μέτρα που αποσκοπούν στη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς — Νομική βάση — Άρθρο 95 ΕΚ

(Άρθρα 95 ΕΚ και 152 ΕΚ)

4. Προσέγγιση των νομοθεσιών — Διαφήμιση και χορηγία υπέρ των προϊόντων καπνού —Οδηγία 2003/33

(Οδηγία 2003/33 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 3 και 4)

Περίληψη

1. Η απαγόρευση της διαφήμισης και της χορηγίας υπέρ των προϊόντων καπνού στα έντυπα μέσα ενημέρωσης, στις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας και στα ραδιοφωνικά προγράμματα, την οποία προβλέπουν τα άρθρα 3 και 4 της οδηγίας 2003/33, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τη διαφήμιση και τη χορηγία υπέρ των προϊόντων καπνού, θεσπίστηκε εγκύρως βάσει του άρθρου 95 ΕΚ.

Πράγματι, όσον αφορά τα προϊόντα του Τύπου και των άλλων έντυπων μέσων ενημέρωσης, κατά τον χρόνο έκδοσης της οδηγίας 2003/33 υπήρχαν διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαφήμιση των προϊόντων καπνού, οι οποίες ήσαν ικανές να παρακωλύουν την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Η ίδια διαπίστωση επιβάλλεται σε σχέση με τη διαφήμιση των προϊόντων καπνού στα ραδιοφωνικά προγράμματα και από τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας, καθώς και σε σχέση με τη χορηγία υπέρ τηλεοπτικών προγραμμάτων από τις επιχειρήσεις καπνού. Πολλά κράτη μέλη είχαν ήδη θεσπίσει ή επρόκειτο να θεσπίσουν νομοθετικές διατάξεις στους τομείς αυτούς. Λαμβανομένου υπόψη ότι το κοινό συνειδητοποιούσε όλο και περισσότερο τις επιβλαβείς για την υγεία συνέπειες της κατανάλωσης προϊόντων καπνού, ήταν πιθανό ότι θα προέκυπταν νέα εμπόδια στις συναλλαγές ή στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, λόγω της θέσπισης νέων κανόνων που θα αντικατόπτριζαν αυτή την εξέλιξη και θα αποσκοπούσαν στην αποτελεσματικότερη αποθάρρυνση της κατανάλωσης αυτών των προϊόντων.

Επιπλέον, σκοπός των άρθρων 3 και 4 της οδηγίας 2003/33 είναι πράγματι η βελτίωση των όρων λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Η απαγόρευση της διαφήμισης υπέρ των προϊόντων καπνού στον Τύπο και στα άλλα έντυπα μέσα ενημέρωσης, η οποία επιβάλλεται με το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, έχει σκοπό την αποφυγή του ενδεχομένου να παρακωλύεται η ενδοκοινοτική κυκλοφορία των προϊόντων του Τύπου από την εθνική νομοθεσία οποιουδήποτε κράτους μέλους. Τα δε άρθρα 3, παράγραφος 2, και 4, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, τα οποία απαγορεύουν τη διαφήμιση των προϊόντων καπνού από τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας και από το ραδιόφωνο, επιδιώκουν τη διευκόλυνση της ελεύθερης διάδοσης των ραδιοφωνικών προγραμμάτων και της ελεύθερης κυκλοφορίας των επικοινωνιών που εμπίπτουν στις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας. Ομοίως, σκοπός του άρθρου 4, παράγραφος 2, το οποίο απαγορεύει τη χορηγία υπέρ ραδιοφωνικών προγραμμάτων από επιχειρήσεις η κύρια δραστηριότητα των οποίων είναι η παρασκευή ή πώληση προϊόντων καπνού, είναι η αποφυγή της παρακώλυσης της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών από τις εθνικές ρυθμίσεις οποιουδήποτε κράτους μέλους. Εξάλλου, ο σκοπός της εν λόγω οδηγίας, δηλαδή η βελτίωση των όρων λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, εκφράζεται στο άρθρο 8 της οδηγίας αυτής, κατά το οποίο τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν ούτε περιορίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων ή υπηρεσιών που συμφωνούν με την εν λόγω οδηγία

Τέλος, η απαγόρευση που επιβάλλεται με τα άρθρα 3 και 4 της οδηγίας αφορά μόνο διάφορες μορφές διαφήμισης ή χορηγίας και δεν αποτελεί απαγόρευση γενικής ισχύος.

(βλ. σκέψεις 55, 61, 65, 71, 73-78, 87-88)

2. Ο όρος «έντυπα μέσα ενημέρωσης» που χρησιμοποιείται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/33, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τη διαφήμιση και τη χορηγία υπέρ των προϊόντων καπνού, καλύπτει μόνο τις εφημερίδες, τα περιοδικά και τις λοιπές περιοδικές εκδόσεις, ενώ τα άλλα είδη εντύπων δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της απαγόρευσης των διαφημίσεων που επιβάλλει η διάταξη αυτή. Η ορθότητα της ερμηνείας αυτής επιβεβαιώνεται από την τέταρτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, με την οποία τονίζεται ότι η κυκλοφορία, στην εσωτερική αγορά, εντύπων, όπως εφημερίδες, περιοδικά και λοιπές περιοδικές εκδόσεις, διατρέχει σημαντικό κίνδυνο να προσκρούσει σε φραγμούς, λόγω των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που απαγορεύουν ή ρυθμίζουν τη διαφήμιση του καπνού σ’ αυτά τα μέσα ενημέρωσης. Σύμφωνα με την ίδια αυτή αιτιολογική σκέψη, για να εξασφαλισθεί η ελεύθερη κυκλοφορία στην εσωτερική αγορά όλων αυτών των μέσων ενημέρωσης, είναι αναγκαίο να περιορισθεί η μέσω αυτών διαφήμιση του καπνού σε όσες περιοδικές εκδόσεις και περιοδικά δεν προορίζονται για το ευρύ κοινό.

(βλ. σκέψεις 84-86)

3. Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για την επιλογή του άρθρου 95 ΕΚ ως νομικής βάσης, ο κοινοτικός νομοθέτης δεν μπορεί να εμποδίζεται να στηριχθεί σ’ αυτή τη νομική βάση από το γεγονός ότι η προστασία της δημόσιας υγείας είναι καθοριστική για τις επιλογές που πρέπει να γίνουν.

Πράγματι, το άρθρο 95, παράγραφος 3, ΕΚ απαιτεί ρητά να διασφαλίζεται, κατά την πραγματοποιούμενη εναρμόνιση, υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας των ανθρώπων. Το άρθρο 152, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, ΕΚ προβλέπει ότι κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή όλων των πολιτικών και δράσεων της Κοινότητας εξασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας του ανθρώπου.

Τέλος, μολονότι το άρθρο 152, παράγραφος 4, στοιχείο γ΄, ΕΚ αποκλείει κάθε εναρμόνιση των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών που αποσκοπούν στην προστασία και στη βελτίωση της υγείας των ανθρώπων, η διάταξη αυτή δεν συνεπάγεται εντούτοις ότι τα μέτρα εναρμόνισης που θεσπίζονται βάσει άλλων διατάξεων της Συνθήκης δεν μπορούν να έχουν επιπτώσεις στην προστασία της υγείας του ανθρώπου.

(βλ. σκέψεις 92-95)

4. Τα άρθρα 3 και 4 της οδηγίας 2003/33, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών όσον αφορά τη διαφήμιση και τη χορηγία υπέρ των προϊόντων καπνού, δεν παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας, εφόσον μπορούν να θεωρηθούν ως μέτρα κατάλληλα για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, δηλαδή της εναρμόνισης των εθνικών νομοθεσιών των κρατών μελών που ρυθμίζουν τη διαφήμιση και τη χορηγία υπέρ των προϊόντων καπνού. Εξάλλου, αν ληφθεί υπόψη η υποχρέωση του κοινοτικού νομοθέτη να διασφαλίζει υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας των ανθρώπων, τα άρθρα αυτά δεν υπερβαίνουν το αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού μέτρο.

Πράγματι, πρώτον, η απαγόρευση της διαφήμισης των προϊόντων καπνού στα έντυπα μέσα ενημέρωσης, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας, δεν ισχύει για τα έντυπα που είτε προορίζονται για τους επαγγελματίες του εμπορίου καπνού είτε εκδίδονται σε τρίτες χώρες και δεν έχουν ως κύριο προορισμό την κοινοτική αγορά. Επιπλέον, ο κοινοτικός νομοθέτης δεν είχε τη δυνατότητα να θεσπίσει, ως λιγότερο επαχθές μέτρο, μια απαγόρευση διαφήμισης από την οποία να εξαιρούνται τα έντυπα που προορίζονται για τη στενά ή ευρύτερα τοπική αγορά, διότι η εξαίρεση αυτή θα καθιστούσε αβέβαια και τυχαία τα όρια του πεδίου εφαρμογής της απαγόρευσης της διαφήμισης των προϊόντων καπνού, πράγμα που θα εμπόδιζε την επίτευξη του επιδιωκόμενου από την οδηγία σκοπού.

Δεύτερον, η απαγόρευση της διαφήμισης των προϊόντων καπνού από τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας και στα ραδιοφωνικά προγράμματα, η οποία προβλέπεται στα άρθρα 3, παράγραφος 2, και 4, παράγραφος 1, της οδηγίας, δεν μπορεί να θεωρηθεί δυσανάλογη, ο δε δικαιολογητικός λόγος για την επιβολή της έγκειται στο γεγονός ότι, λόγω της σύγκλισης των μέσων ενημέρωσης, πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια αποφυγής του ενδεχομένου να χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο τα εν λόγω δύο μέσα ενημέρωσης με σκοπό να καταστρατηγείται η απαγόρευση που ισχύει για τα έντυπα μέσα ενημέρωσης.

Τρίτον, όσον αφορά την απαγόρευση της χορηγίας υπέρ των ραδιοφωνικών προγραμμάτων, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας, από τις αιτιολογικές σκέψεις της οδηγίας δεν προκύπτει ότι ο κοινοτικός νομοθέτης, μη περιορίζοντας την ισχύ του μέτρου αυτού στις δραστηριότητες ή εκδηλώσεις που έχουν διασυνοριακό αντίκτυπο, υπερέβη τα όρια της εξουσίας εκτίμησης που έχει στον οικείο τομέα.

Επιπλέον, τα μέτρα απαγόρευσης της διαφήμισης και της χορηγίας που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4 της οδηγίας δεν θίγουν ούτε το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης, το οποίο εγγυάται το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Συγκεκριμένα, ακόμη και αν υποτεθεί ότι τα μέτρα αυτά καταλήγουν σε έμμεση αποδυνάμωση της ελευθερίας έκφρασης, η ελευθερία έκφρασης των δημοσιογράφων δεν θίγεται καθόλου, πράγμα που σημαίνει ότι τα μέτρα αυτά δεν αφορούν τα δημοσιογραφικά άρθρα ή σχόλια.

(βλ. σκέψεις 146-152, 156-158)