Προσφυγή ακυρώσεως — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά — Κανονισμός σχετικά με την καταχώριση των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης — Προσφυγή των επιχειρήσεων που παράγουν το τυρί «φέτα» σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος προέλευσης του τυριού αυτού — Ρύθμιση του πρώτου κράτους με αντικείμενο τη χρήση της ονομασίας — Επιχειρήσεις που παράγουν σημαντικό μέρος της συνολικά παραγόμενης στην Ευρωπαϊκή Ένωση «φέτας» — Δεν συντρέχει — Απαράδεκτο της προσφυγής
(Άρθρο 230, εδάφιο 4, ΕΚ· κανονισμός του Συμβουλίου 2081/1992· κανονισμός της Επιτροπής 1829/2002)
Είναι απαράδεκτη η προσφυγή ακυρώσεως που ασκείται από τους δανούς παραγωγούς του τυριού φέτα κατά του κανονισμού 1829/2002, για την τροποποίηση του παραρτήματος του κανονισμού 1107/96 σχετικά με την καταχώριση των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προελεύσεως σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 17 του κανονισμού 2081/92, όσον αφορά την καταχώριση της ονομασίας «φέτα» ως προστατευόμενη ονομασία υπό τους τίτλους «Τυριά» και «Ελλάδα».
Συγκεκριμένα, ο προσβαλλόμενος κανονισμός αποτελεί μέτρο γενικής ισχύος, υπό την έννοια του άρθρου 249, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ. Εφαρμόζεται επί αντικειμενικώς προσδιοριζομένων καταστάσεων και παράγει έννομα αποτελέσματα έναντι κατηγοριών προσώπων, λαμβανομένων γενικώς και αφηρημένως.
Εξάλλου, ο εν λόγω κανονισμός δεν αφορά τις προσφεύγουσες παρά μόνον ως προς την ιδιότητά τους ως παραγωγών ή εμπόρων τυριού, και ιδίως αυτές που επίσης διέθεταν στο εμπόριο τα προϊόντα τους ως «φέτα» ή «dansk Feta», το οποίο δεν πληροί τις προϋποθέσεις για τη χρήση της προστατευόμενης ονομασίας προελεύσεως «φέτα» και θίγονται επομένως κατά τον ίδιο τρόπο με όλες τις άλλες επιχειρήσεις των οποίων τα προϊόντα επίσης δεν πληρούν τις απαιτήσεις των σχετικών κοινοτικών διατάξεων.
Συναφώς, οι προσφεύγουσες δεν μπορούν να επικαλεσθούν τη δανική ρύθμιση, που απαιτεί η παραγόμενη στο κράτος μέλος αυτό φέτα να φέρει ετικέτες που να προσδιορίζουν σαφώς «δανική φέτα», για να ισχυρισθούν ότι βρίσκονται σε ειδική κατάσταση που δικαιολογεί να αναγνωριστεί υπέρ αυτών δικαίωμα ασκήσεως προσφυγής κατά του προσβαλλόμενου κανονισμού σε αντίθεση με όλους τους άλλους παραγωγούς φέτας στην Κοινότητα. Συγκεκριμένα, αφενός, η ρύθμιση αυτή δεν τους παρέχει κανένα ειδικό δικαίωμα. Αφετέρου, ακόμη κι αν υποτεθεί ότι κατέχουν ειδικό δικαίωμα αναγνωρισμένο από το εθνικό δίκαιο, ο κανονισμός δεν τους αφορά ατομικά εφόσον η προβαλλόμενη ονομασία «dansk Feta» δεν αποτελεί προστατευόμενη ονομασία προελεύσεως ή προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη σύμφωνα με τον κανονισμό 2081/92. Πάντως, αντίθετα προς ό,τι ισχύει στα σήματα, όπου συνυπάρχει ένα οργανωμένο σύστημα προστασίας σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο, οι εν λόγω ονομασίες προελεύσεως ή γεωγραφικές ενδείξεις μπορούν να προστατεύονται σε κάθε κράτος μέλος μόνο στον βαθμό που έχουν καταχωρισθεί σε κοινοτικό επίπεδο σύμφωνα με τον βασικό κανονισμό.
Εξάλλου, ακόμη κι αν υποτεθεί ότι η εν λόγω δανική νομοθεσία μπορεί να θεωρηθεί ότι καθιερώνει επισήμανση ποιότητας, το γεγονός αυτό δεν αρκεί από μόνο του για να εξατομικεύσει τις προσφεύγουσες σε σχέση με κάθε άλλον παραγωγό φέτας που πληροί τις προδιαγραφές που θέτει η επίμαχη νομοθεσία.
Τέλος, η κατάσταση των προσφευγουσών δεν θα μπορούσε να εξατομικευθεί ούτε από το γεγονός ότι παράγουν σημαντικό μέρος της συνολικά παραγόμενης φέτας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, διότι το γεγονός ότι μια επιχείρηση κατέχει μεγάλο μερίδιο της οικείας αγοράς δεν αρκεί αφ’ εαυτού για να τη χαρακτηρίσει σε σχέση με κάθε άλλον επιχειρηματία τον οποίον αφορά ο προσβαλλόμενος κανονισμός. Ομοίως, το γεγονός ότι μία προσφεύγουσα βρίσκεται, κατά τον χρόνο εκδόσεως κανονισμού περί καταχωρίσεως ονομασίας προελεύσεως, σε κατάσταση που την υποχρεώνει να προβεί σε προσαρμογές στη διάρθρωση της παραγωγής της προκειμένου να πληροί τις εν λόγω προϋποθέσεις δεν αρκεί προκειμένου να θεωρηθεί ότι ο κανονισμός την αφορά ατομικά κατά τρόπο ανάλογο με εκείνον του αποδέκτη μιας πράξεως.
(βλ. σκέψεις 53, 55-56, 61, 63, 67, 69, 71, 76)