ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 9ης Νοεμβρίου 2004

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-285/02 και T-395/02

Eva Vega Rodríguez

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Υπάλληλοι – Γενικός διαγωνισμός – Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής – Ακρίβεια των απαντήσεων του εντύπου βάσει του οποίου γίνεται η διόρθωση – Δικαστικός έλεγχος – Όρια»

Πλήρες κείμενο στη γαλλική γλώσσα II - 0000

Αντικείμενο:         Προσφυγή έχουσα ως αντικείμενο, κυρίως, αιτήματα ακυρώσεως τόσο της αποφάσεως της εξεταστικής επιτροπής του διαγωνισμού COM/A/10/01, με την οποία η προσφεύγουσα βαθμολογήθηκε κατά τρόπο που σήμαινε αποκλεισμός αυτής και της δόθηκε αριθμός μονάδων που δεν ήταν αρκετός για να μπορέσει να συνεχίσει τον διαγωνισμό όσο και της αποφάσεως περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεώς της καθώς και, επικουρικώς, αιτήματα αποζημιώσεως.

Απόφαση:         Απορρίπτεται η προσφυγή. Έκαστος διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Περίληψη

1.     Υπάλληλοι – Προσφυγή – Βλαπτική πράξη – Απόφαση εκδοθείσα κατόπιν επανεξετάσεως προγενεστέρας αποφάσεως – Απόφαση ληφθείσα από εξεταστική επιτροπή διαγωνισμού κατόπιν επανεξετάσεως της καταστάσεως του υποψηφίου

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 § 2 και 91 § 1)

2.     Διαδικασία – Μέτρα οργανώσεως της διαδικασίας – Αίτημα προσκομίσεως εγγράφων σχετικών με το παραδεκτό της προσφυγής – Παραδεκτό των εγγράφων που προσκομίστηκαν μετά την εκπνοή της ταχθείσας από το Πρωτοδικείο προθεσμίας

(Κανονισμός Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, άρθρα 64 και 65)

3.     Υπάλληλοι – Προσφυγή – Συμφέρον για την άσκηση προσφυγής – Προσφυγή στρεφομένη κατά αποφάσεως εξεταστικής επιτροπής διαγωνισμού με την οποία ο ενδιαφερόμενος βαθμολογήθηκε κατά τρόπο συνεπαγόμενο αποκλεισμό αυτού – Υποψήφιος στον οποίο δεν θα είχε επιτραπεί να συνεχίσει τον διαγωνισμό ακόμη και σε περίπτωση διορθώσεως του βαθμού – Απαράδεκτο

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 91)

4.     Υπάλληλοι – Διαγωνισμός – Διαγωνισμός βάσει τίτλων και εξετάσεων – Περιεχόμενο των εξετάσεων – Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής – Εξουσία εκτιμήσεως της εξεταστικής επιτροπής – Δικαστικός έλεγχος – Όρια

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα III)

1.     Όταν ο υποψήφιος διαγωνισμού ζητεί την επανεξέταση μιας αποφάσεως της εξεταστικής επιτροπής, η απόφαση ακριβώς που έχει ληφθεί από την εν λόγω επιτροπή ύστερα από την επανεξέταση της καταστάσεώς του είναι αυτή που αποτελεί τη βλαπτική για αυτόν πράξη. Αυτή ακριβώς είναι και η απόφαση, έχουσα ληφθεί ύστερα από επανεξέταση, που κάνει να αρχίζει να τρέχει η προθεσμία διοικητικής ενστάσεως και προσφυγής, χωρίς να παρίσταται ανάγκη να ελεγχθεί αν, στο πλαίσιο μιας τέτοιας καταστάσεως, η εν λόγω απόφαση μπορεί ενδεχομένως να θεωρηθεί ως καθαρώς επιβεβαιωτική πράξη.

(βλ. σκέψη 18)

Παραπομπή: ΠΕΚ, 23 Ιανουαρίου 2002, T-386/00, Gonçalves κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 2002, σ. I-A-13 και II-55, σκέψη 39 και η εκεί παρατιθέμενη σχετικώς νομολογία

2.     Όταν το Πρωτοδικείο ζητεί, στο πλαίσιο των μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας, την προσκόμιση εγγράφου σχετικού με τους όρους παραδεκτού της προσφυγής, η εκπρόθεσμη εκ μέρους ενός διαδίκου προσκόμιση δεν μπορεί να συνεπάγεται το απαράδεκτο αυτού του εγγράφου. Πράγματι, αφενός, οι όροι παραδεκτού της προσφυγής πρέπει να εξετάζονται από τον κοινοτικό δικαστή, ενδεχομένως αυτεπαγγέλτως, ανά πάση στιγμή. Αφετέρου, σε περίπτωση μη συμμορφώσεως του οικείου διαδίκου, το Πρωτοδικείο θα δικαιούνταν να απαιτήσει την προσκόμιση του ζητηθέντος εγγράφου δυνάμει του άρθρου 65 του Κανονισμού του Διαδικασίας. Ως εκ τούτου, οι προθεσμίες προσκομίσεως αυτού του εγγράφου δεν είναι δυνατόν να αποτελούν αποσβεστικές προθεσμίες.

(βλ. σκέψη 24)

Παραπομπή: ΠΕΚ, 11 Μαΐου 1992, T-34/91, Whitehead κατά Επιτροπής, Συλλογή 1992, σ. II‑1723, σκέψη 19· ΠΕΚ, 13 Δεκεμβρίου 1996, T-128/96, Lebedef κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1996, σ. I-A-629 και II-1679, σκέψη 25

3.     Στο πλαίσιο προσφυγής ακυρώσεως με αντικείμενο την απόφαση εξεταστικής επιτροπής με την οποία ο προσφεύγων βαθμολογείται κατά τρόπο συνεπαγόμενο τον αποκλεισμό αυτού και του δίδεται αριθμός μονάδων που δεν του επιτρέπει να συνεχίσει τον διαγωνισμό, ο προσφεύγων στερείται εννόμου συμφέροντος για άσκηση προσφυγής εφόσον αποδεικνύεται ότι, έστω και αν υποτεθεί ότι θα είχε απαντήσει ορθώς στις επίμαχες ερωτήσεις, δεν θα του επιτρεπόταν να συνεχίσει τον διαγωνισμό.

(βλ. σκέψη 25)

4.     Η εξεταστική επιτροπή διαγωνισμού διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως όσον αφορά το λεπτομερές περιεχόμενο των εξετάσεων που προβλέπονται στο πλαίσιο ενός διαγωνισμού. Ο κοινοτικός δικαστής δικαιούται να επικρίνει το περιεχόμενο αυτό μόνο στην περίπτωση που το τελευταίο εξέρχεται του πλαισίου που μνημονεύεται στην προκήρυξη διαγωνισμού ή βρίσκεται σε δυσαναλογία με τους σκοπούς των εξετάσεων του διαγωνισμού.

Στο πλαίσιο εξετάσεων που συνίστανται σε ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής, δεν δικαιούται το Πρωτοδικείο να υποκαταστήσει με τη δική του διόρθωση αυτήν της εξεταστικής επιτροπής του διαγωνισμού. Θα επιτρεπόταν να επικρίνει μια ερώτηση, ενδεχομένως ενόψει των προτεινομένων από αυτήν απαντήσεων, μόνον εάν προέκυπτε ότι η ερώτηση αυτή ήταν προδήλως ακατάλληλη από πλευράς του σκοπού του εν λόγω διαγωνισμού. Αυτό ακριβώς θα συνέβαινε αν από τις εξηγήσεις της εξεταστικής επιτροπής του διαγωνισμού προέκυπτε ότι οι διάφορες προτεινόμενες όσον αφορά μια ερώτηση απαντήσεις δεν καθιστούσαν δυνατό να προσδιοριστεί η μόνη ορθή απάντηση, και τούτο αντίθετα προς τις δοθείσες στους υποψηφίους ειδικές κατά την έννοια αυτή οδηγίες. Συναφώς, το γεγονός ότι μια ερώτηση είναι εξαιρετικά δύσκολη δεν αποτελεί ένδειξη περί της ακαταλληλότητας της σχετικής ερωτήσεως. Πράγματι, η εξεταστική επιτροπή ενός διαγωνισμού έχει την ευχέρεια να επιλέγει ερωτήσεις που κλιμακώνονται από άποψη βαθμού σε ένα ευρύ φάσμα δυσχερειών προκειμένου να διασφαλιστεί ο κύριος σκοπός ενός διαγωνισμού, δηλαδή να εξασφαλιστεί η πρόσληψη υπαλλήλων διαθετόντων τις μεγαλύτερες ικανότητες.

(βλ. σκέψεις 35 και 36)

Παραπομπή: ΔΕΚ, 8 Μαρτίου 1988, 64/86, 71/86 έως 73/86 και 76/86, Sergio κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1988, σ. 1399, σκέψη 22· ΠΕΚ, 21 Μαΐου 1996, T‑153/95, Kaps κατά Δικαστηρίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 1996, σ. I-A-233 και II-663, σκέψη 37