Λέξεις κλειδιά
Περίληψη

Λέξεις κλειδιά

1. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων – Οδηγία 89/665 – Υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέψουν διαδικασία προσφυγής – Πρόσβαση στις διαδικασίες προσφυγής – Μη συμμετοχή επιχειρήσεως στη διαδικασία συνάψεως δημοσίας συμβάσεως λόγω προδιαγραφών προβαλλομένων ως εισαγουσών δυσμενείς διακρίσεις – Παράλειψη ασκήσεως προσφυγής κατά των εν λόγω προδιαγραφών – Στέρηση του δικαιώματος προσβάσεως στις διαδικασίες προσφυγής – Επιτρέπεται

(Οδηγία 89/665 του Συμβουλίου, άρθρα 1 § 3, και 2 § 1, στοιχ. β΄)

2. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες προσφυγής στον τομέα της συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων – Οδηγία 89/665 – Υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέψουν διαδικασία προσφυγής – Πρόσβαση στις διαδικασίες προσφυγής – Απώλεια του συμφέροντος για τη σύναψη δημοσίας συμβάσεως λόγω της παραλείψεως προσφυγής σε επιτροπή φιλικού διακανονισμού – Δεν επιτρέπεται

(Οδηγία 89/665 του Συμβουλίου, άρθρο 1 § 3)

Περίληψη

1. Τα άρθρα 1, παράγραφος 3, και 2, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, έχουν την έννοια ότι δεν αποκλείουν να θεωρηθεί ως στερούμενο του δικαιώματος κινήσεως της διαδικασίας προσφυγής που προβλέπει η εν λόγω οδηγία, μετά τη σύναψη μιας δημοσίας συμβάσεως, πρόσωπο το οποίο δεν μετέσχε στη διαδικασία συνάψεως αυτής της συμβάσεως, επειδή δεν ήταν σε θέση να παράσχει το σύνολο των παροχών που αποτελούσαν το αντικείμενο του διαγωνισμού, λόγω της υπάρξεως, στα τεύχη δημοπρατήσεως, προδιαγραφών προβαλλομένων ως εισαγουσών δυσμενείς διακρίσεις και δεν άσκησε, παρά ταύτα, προσφυγή κατά των εν λόγω προδιαγραφών πριν από τη σύναψη της συγκεκριμένης συμβάσεως.

Όσον αφορά τη μη συμμετοχή στη διαδικασία συνάψεως δημοσίας συμβάσεως, θα ήταν, πράγματι, υπερβολικό να απαιτείται από επιχείρηση η οποία προβάλλει ότι ζημιώνεται από εισάγουσες δυσμενείς διακρίσεις διατάξεις των τευχών δημοπρατήσεως να έχει καταθέσει, πριν μπορέσει να ασκήσει το δικαίωμα προσφυγής που προβλέπει η οδηγία 89/665 κατά αυτών των διατάξεων, προσφορά στο πλαίσιο του συγκεκριμένου διαγωνισμού, όταν μάλιστα οι πιθανότητες να της ανατεθεί το αντικείμενο της συμβάσεως είναι μηδαμινές, λόγω ακριβώς της υπάρξεως αυτών των διατάξεων, πριν μάλιστα ολοκληρωθεί η διαδικασία συνάψεως της σχετικής δημοσίας συμβάσεως.

Αντιθέτως, η παράλειψη ασκήσεως μιας τέτοιας προσφυγής και η αναμονή της κοινοποιήσεως της αποφάσεως περί συνάψεως της συμβάσεως πριν την προσβολή της αποφάσεως αυτής ενώπιον της αρμοδίας αρχής, με το επιχείρημα, ακριβώς, ότι οι προδιαγραφές αυτές εισάγουν δυσμενείς διακρίσεις, δεν ανταποκρίνεται στον σκοπό της ταχύτητας και της αποτελεσματικότητας που θέτει η οδηγία 89/665. Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, η άρνηση αναγνωρίσεως συμφέροντος για τη σύναψη της συγκεκριμένης συμβάσεως και, επομένως, δικαιώματος κινήσεως των διαδικασιών προσφυγής που προβλέπει η οδηγία δεν περιορίζει την πρακτική αποτελεσματικότητα της εν λόγω οδηγίας.

(βλ. σκέψεις 28-29, 37, 39-40, διατακτ. 1)

2. Καίτοι το άρθρο 1, παράγραφος 3, της οδηγίας 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, επιτρέπει ρητώς στα κράτη μέλη να καθορίζουν τον τρόπο παροχής του δικαιώματος κινήσεως των διαδικασιών προσφυγής που προβλέπει η εν λόγω οδηγία σε κάθε πρόσωπο το οποίο έχει ή είχε συμφέρον προς σύναψη της συγκεκριμένης δημοσίας συμβάσεως και το οποίο ζημιώθηκε ή ενδέχεται να ζημιωθεί από την προβαλλόμενη παράβαση, εντούτοις δεν επιτρέπει στα κράτη μέλη να δίνουν στην έννοια του «συμφέροντος προς σύναψη δημοσίας συμβάσεως» ερμηνεία η οποία μπορεί να θίγει την πρακτική αποτελεσματικότητα της εν λόγω οδηγίας. Η εξάρτηση, όμως, της δυνατότητας κινήσεως των διαδικασιών προσφυγής που προβλέπει η οδηγία από την προηγούμενη προσφυγή σε επιτροπή φιλικού διακανονισμού αντιβαίνει προς τις επιδιώξεις ταχύτητας και αποτελεσματικότητας αυτής της οδηγίας.

Κατά συνέπεια, η διάταξη αυτή έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει πρόσωπο το οποίο μετέσχε σε διαδικασία συνάψεως δημοσίας συμβάσεως να θεωρείται ως μη έχον πλέον συμφέρον από τη σύναψη αυτής της συμβάσεως, επειδή, πριν κινήσει τη διαδικασία που προβλέπει η εν λόγω οδηγία, παρέλειψε να προσφύγει σε επιτροπή φιλικού διακανονισμού.

(βλ. σκέψεις 42-43, διατακτ. 2)