62001B0151

Διάταξη του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 15ης Νοεμβρίου 2001. - Der Grüne Punkt - Duales System Deutschland AG κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. - Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων - Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης - Άρθρο 82 ΕΚ - Δικαίωμα επί του σήματος - Fumus boni juris - Επείγον - Στάθμιση των συμφερόντων. - Υπόθεση T-151/01 R.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2001 σελίδα II-03295


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


1. Ασφαλιστικά μέτρα - Αναστολή εκτελέσεως - Αναστολή εκτελέσεως αποφάσεως με την οποία μια επιχείρηση υποχρεώνεται να παύσει την παραβίαση των κανόνων ανταγωνισμού - ροϋποθέσεις χορηγήσεως - «Fumus boni juris» - Εξέταση πολύπλοκων νομικών ζητημάτων από τον δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων - Όρια

(Άρθρο 242 ΕΚ· Κανονισμός Διαδικασίας του ρωτοδικείου, άρθρο 104 § 2)

2. Ασφαλιστικά μέτρα - Αναστολή εκτελέσεως - ροσωρινά μέτρα - ροϋποθέσεις χορηγήσεως - Σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία - Βάρος αποδείξεως - Χρηματική ζημία

(Άρθρα 242 ΕΚ και 243 ΕΚ· Κανονισμός Διαδικασίας του ρωτοδικείου, άρθρο 104 § 2)

3. Ασφαλιστικά μέτρα - Αναστολή εκτελέσεως - ροσωρινά μέτρα - ροϋποθέσεις χορηγήσεως - Επείγον - Στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη

(Άρθρα 242 ΕΚ και 243 ΕΚ· Κανονισμός Διαδικασίας του ρωτοδικείου, άρθρο 104 § 2)

Περίληψη


1. Το ζήτημα του κατά πόσον οι συμβατικοί όροι που επιβάλλει μια επιχείρηση στους συμμετέχοντες στο σύστημά της, όταν η χρήση ενός σήματος δεν συμπίπτει με την πραγματική προσφυγή στις υπηρεσίες που αυτή προσφέρει, είναι απαραίτητοι για την προστασία της βασικής λειτουργίας του εν λόγω σήματος ή καταχρηστικοί, ως μη δίκαιοι κατά την έννοια του άρθρου 82, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο α_, ΕΚ, είναι σύνθετο. Η ανάλυση σε βάθος, που απαιτείται για την επίλυση των προβλημάτων που παρουσιάζει, δεν μπορεί να γίνει από τον δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων στο πλαίσιο της εξετάσεως του, εκ πρώτης όψεως, βασίμου της κύριας προσφυγής.

( βλ. σκέψη 185 )

2. Το επείγον μιας αιτήσεως για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να εκτιμάται σε σχέση προς την ανάγκη που υφίσταται για την έκδοση προσωρινής αποφάσεως προκειμένου να αποφευχθεί η πρόκληση σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας στον διάδικο ο οποίος ζητεί το προσωρινό μέτρο. Στον διάδικο αυτόν εναπόκειται να αποδείξει ότι δεν μπορεί να αναμείνει την έκβαση της κύριας δίκης χωρίς να υποστεί ζημία τέτοιας φύσεως. Το ότι επίκειται ζημία δεν χρειάζεται να αποδειχθεί με απόλυτη βεβαιότητα, αλλά αρκεί, ιδίως όταν η επέλευση της ζημίας εξαρτάται από τη συνδρομή πλειόνων παραγόντων, να μπορεί να προβλεφθεί με επαρκή πιθανότητα. Εντούτοις, ο διάδικος που ζητεί την αναστολή εκτελέσεως ή τη λήψη προσωρινού μέτρου υποχρεούται να αποδείξει τα πραγματικά περιστατικά επί των οποίων στηρίζεται η πιθανολόγηση αυτής της σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας.

Εξάλλου, μια χρηματική ζημία δεν μπορεί, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, να θεωρηθεί ανεπανόρθωτη ή έστω δυσχερώς επανορθώσιμη, εφόσον μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο μεταγενέστερης χρηματικής αντισταθμίσεως. Κατ' εφαρμογή των αρχών αυτών, το προσωρινό μέτρο θα εδικαιολογείτο αν φαινόταν ότι, σε περίπτωση μη χορηγήσεως του μέτρου αυτού, ο διάδικος που το ζητεί θα περιερχόταν σε κατάσταση ικανή να θέσει σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξή του πριν από την έκδοση της απόφασης που θα θέσει τέρμα στη διαδικασία της κύριας δίκης.

( βλ. σκέψεις 187-188, 214 )

3. Το επείγον για τη λήψη προσωρινού μέτρου πρέπει να προκύπτει από τα αποτελέσματα της προσβαλλομένης πράξεως. Δεν είναι κρίσιμες, στο πλαίσιο της εκτίμησης αυτής, η απήχηση που είχε στον Τύπο η απόφαση της οποίας η αναστολή εκτελέσεως ζητείται και οι ενδεχόμενες επιζήμιες συνέπειες για τον αιτούντα.

( βλ. σκέψη 200 )

Διάδικοι


Στην υπόθεση T-151/01 R,

Der Grüne Punkt - Duales System Deutschland AG, με έδρα την Κολωνία (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τους δικηγόρους W. Deselaers, B. Meyring, E. Wagner και C. Weidemann, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

αιτούσα,

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από τον S. Rating, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

καθής,

υποστηριζόμενης από τις

Vfw AG, με έδρα την Κολωνία, εκπροσωπούμενη από τον δικηγόρο H. F. Wissel, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

Landbell AG, με έδρα το Mainz (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τον δικηγόρο A. Rinne, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

και

BellandVision GmbH, με έδρα το Pegnitz (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τον A. Rinne, δικηγόρο, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

παρεμβαίνουσες,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση περί αναστολής εκτελέσεως του άρθρου 3 της αποφάσεως 2001/463/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Απριλίου 2001, σχετικά με διαδικασία κινηθείσα βάσει του άρθρου 82 της Συνθήκης ΕΚ (Υπόθεση COMP D3/34493 - DSD) (ΕΕ L 166 σ. 1), καθώς και των άρθρων 4, 5, 6 και 7 της αποφάσεως αυτής στο μέτρο που τα άρθρα αυτά αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο 3,

Ο ΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΤΩΝ ΕΥΡΩΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

εκδίδει την ακόλουθη

Διάταξη

Σκεπτικό της απόφασης


Το νομικό πλαίσιο

Η γερμανική νομοθετική ρύθμιση

1 Στις 12 Ιουνίου 1991 η Γερμανική Κυβέρνηση εξέδωσε το Verordnung über die Vermeidung von Verpackungsabfällen [διάταγμα για την αποφυγή των απορριμμάτων από συσκευασίες (BGBl. 1991 Ι, σ. 1234, στο εξής: διάταγμα)], το τροποποιηθέν κείμενο του οποίου τέθηκε σε ισχύ στις 28 Αυγούστου 1998. Σύμφωνα με το διάταγμα, που αποσκοπεί στην αποτροπή ή τον περιορισμό των επιπτώσεων που έχουν για το περιβάλλον τα απορρίμματα από συσκευασίες, οι παραγωγοί και οι διανομείς υπέχουν υποχρεώσεις ανάληψης και ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων συσκευασιών πώλησης εκτός του δημοσίου συστήματος διαχείρισης απορριμμάτων. Οι συσκευασίες πώλησης - οι μόνες κρίσιμες για την παρούσα υπόθεση - είναι αυτές που αποτελούν, στα σημεία πώλησης, είδος απευθυνόμενο στον τελικό καταναλωτή, καθώς και αυτές που χρησιμοποιούνται από τα εμπορικά καταστήματα, τα εστιατόρια και άλλες επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών για να καταστήσουν δυνατή ή να διευκολύνουν τη μεταβίβαση των εμπορευμάτων στον τελικό καταναλωτή, καθώς επίσης τα πιατικά και μαχαιροπίρουνα μιας χρήσεως. Αποτελούν διακεκριμένη κατηγορία σε σχέση με τις συσκευασίες μεταφοράς και τις πρόσθετες συσκευασίες.

2 Κατά την έννοια του διατάγματος, ως παραγωγός νοείται όποιος παράγει συσκευασίες, υλικά συσκευασίας ή άλλα προϊόντα από τα οποία παράγονται άμεσα συσκευασίες, καθώς και όποιος εισάγει συσκευασίες στο έδαφος που καλύπτει η ισχύς του διατάγματος. Ως διανομέας νοείται όποιος εμπορεύεται συσκευασίες, υλικά συσκευασίας ή άλλα προϊόντα από τα οποία παράγονται άμεσα συσκευασίες ή συσκευασμένα εμπορεύματα, χωρίς να έχει σημασία το στάδιο εμπορίας. Οι εταιρίες πωλήσεως δι' αλληλογραφίας αποτελούν επίσης διανομείς κατά την έννοια του διατάγματος. Τέλος, ως τελικός καταναλωτής νοείται το πρόσωπο το οποίο δεν μεταπωλεί το εμπόρευμα στη μορφή στην οποία του παραδόθηκε.

3 Οι οικείες επιχειρήσεις μπορούν να πληρούν με δύο τρόπους τις υποχρεώσεις που υπέχουν οι παραγωγοί και οι διανομείς.

4 Αφενός, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφοι 1 και 2, του διατάγματος, οι παραγωγοί και οι διανομείς είναι υποχρεωμένοι να δέχονται δωρεάν από τους τελικούς καταναλωτές τις χρησιμοποιημένες συσκευασίες πώλησης, στο σημείο πώλησης ή σε άμεσα γειτνιάζοντα τόπο και να φροντίζουν για την ανακύκλωσή τους σύμφωνα με τις ποσοτικές απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα του διατάγματος (στο εξής: σύστημα ιδίας διάθεσης). Σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, ένατο εδάφιο: «Αν οι διανομείς δεν πληρούν τις υποχρεώσεις που υπέχουν από το πρώτο εδάφιο, αναλαμβάνοντας τις συσκευασίες στον τόπο παράδοσης, πρέπει να το πράξουν μέσω ενός [συλλογικού] συστήματος.» Εξάλλου, οι παραγωγοί και οι διανομείς μπορούν να χρησιμοποιούν τρίτους για την εκπλήρωση του συνόλου των υποχρεώσεων ανάληψης και ανακύκλωσης που υπέχουν (άρθρο 11 του διατάγματος). Εξάλλου, το διάταγμα προβλέπει ότι, στην περίπτωση συστήματος ιδίας διάθεσης, «ο διανομέας οφείλει να ενημερώνει τον ιδιώτη τελικό καταναλωτή, με αναγραφή κειμένου το οποίου πρέπει να γίνεται αντιληπτό με ευχέρεια και να είναι ευανάγνωστο, για τη δυνατότητα επιστροφής της συσκευασίας» (άρθρο 6, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο).

5 Αφετέρου, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του διατάγματος, η υποχρέωση ανάληψης και ανακύκλωσης δεν ισχύει στην περίπτωση των παραγωγών και των διανομέων οι οποίοι συμμετέχουν σε σύστημα με το οποίο διενεργείται στο σύνολο της περιοχής πωλήσεων του διανομέα η τακτική αποκομιδή των χρησιμοποιημένων συσκευασιών πώλησης από την κατοικία ή από χώρους κοντινούς στην κατοικία του τελικού καταναλωτή (στο εξής: συλλογικό σύστημα). Το συλλογικό σύστημα περιορίζεται στις συσκευσίες πώλησης που χρησιμοποιούνται από ιδιώτες καταναλωτές, δηλαδή τα νοικοκυριά και παρόμοιους χρήστες συσκευασιών, όπως εστιατόρια, ξενοδοχεία, κυλικεία, διοικητικές υπηρεσίες, στρατόπεδα, νοσοκομεία, εκπαιδευτικά και φιλανθρωπικά ιδρύματα και γραφεία ελεύθερων επαγγελματιών, καθώς επίσης γεωργικές εκμεταλλεύσεις και βιοτεχνικές μονάδες, εξαιρουμένων των τυπογραφείων και των λοιπών επιχειρήσεων επεξεργασίας χάρτου.

6 Οι επιχειρήσεις που δεν συμμετέχουν σε συλλογικό σύστημα εξακολουθούν να υπέχουν την ατομική υποχρέωση ανάληψης.

7 Για να εγκριθεί ένα συλλογικό σύστημα από τις αρμόδιες αρχές πρέπει να πληρούνται πολλές προϋποθέσεις, όπως ένα ποσοστό καλύψεως που πρέπει να εκτείνεται σε ένα τουλάχιστον ομόσπονδο κράτος (Land), η γειτνίαση με τους καταναλωτές, η τακτική αποκομιδή, οι συμφωνίες με τους τοπικούς φορείς που είναι επιφορτισμένοι με τη συλλογή των απορριμμάτων.

8 Το διάταγμα επιβάλλει επίσης την αναγραφή ένδειξης επί των συσκευασιών που συλλέγονται στο πλαίσιο συλλογικών συστημάτων. Σύμφωνα με το σημείο 4, παράγραφος 2, του παραρτήματος Ι του άρθρου 6 του διατάγματος, οι παραγωγοί και οι διανομείς οφείλουν να γνωστοποιούν τη συμμετοχή τους σε ένα σύστημα βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 3, του διατάγματος με «αναγραφή σχετικής ένδειξης στη συσκευσία ή με άλλον κατάλληλο τρόπο».

9 Από 1ης Ιανουαρίου 2000 τόσο οι φορείς συλλογικών συστημάτων, όσον αφορά τις συσκευασίες των συμμετεχόντων στα συστήματα αυτά, όσο και οι παραγωγοί και οι διανομείς που επιλέγουν το σύστημα ιδίας διάθεσης είναι υποχρεωμένοι να τηρούν τα ίδια ποσοστά ανακύκλωσης, ανάλογα με το υλικό.

10 Η τήρηση των υποχρεώσεων ανάληψης και ανακύκλωσης εξασφαλίζεται, ανάλογα με την περίπτωση, με τη χορήγηση βεβαιώσεων από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες ή βάσει επαληθεύσιμων στοιχείων σχετικά με τις συλλεγείσες και ανακυκλωθείσες ποσότητες συσκευασιών.

Το συλλογικό σύστημα που θέσπισε η DSD

11 Από το 1991, η Der Grüne Punkt - Duales System Deutschland AG (στο εξής: αιτούσα ή DSD) είναι η μόνη εταιρία που εκμεταλλεύεται, στο σύνολο της γερμανικής επικράτειας, ένα συλλογικό σύστημα. Για τον σκοπό αυτό η DSD έλαβε, στις αρχές του 1993, την έγκριση των αρμοδίων αρχών όλων των ομοσπόνδων κρατών.

12 Το σύστημα που θέσπισε η DSD (στο εξής: σύστημα της DSD) χαρακτηρίζεται ως διττό, στο μέτρο που η αποκομιδή και ανακύκλωση των συσκευασιών πραγματοποιούνται από ιδιωτική επιχείρηση, ανεξάρτητα από το σύστημα διαχειρίσεως απορριμμάτων της τοπικής αυτοδιοικήσεως.

13 Η χρηματοδότηση εξασφαλίζεται από τα τέλη που της καταβάλλουν οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν στο σύστημα. Οι επιχειρήσεις αυτές συμμετέχουν στο σύστημα υπογράφοντας με την DSD σύμβαση που τους παρέχει, έναντι καταβολής τέλους, το δικαίωμα να χρησιμοποιούν το σήμα «Der Grüne Punkt» («το πράσινο σημείο»). Είναι υποχρεωμένες να θέτουν το σήμα «Der Grüne Punkt« στις συσκευασίες πώλησής τους. Η DSD είναι δικαιούχος του καταχωρημένου συλλογικού σήματος «Der Grüne Punkt».

14 Έτσι, οι συσκευασίες πώλησης που φέρουν το σήμα «Der Grüne Punkt» συλλέγονται, αναλόγως του υλικού από το οποίο είναι κατασκευασμένες, σε ειδικούς κάδους (μέταλλα, πλαστικά και σύνθετα υλικά) ή σε δοχεία εγκατεστημένα κοντά στις κατοικίες (ειδικά το χαρτί και το γυαλί), ενώ τα υπολείμματα πετιούνται στους κάδους των δημοσίων οργανισμών αποκομιδής απορριμμάτων.

15 Η DSD δεν συλλέγει όμως η ίδια τις χρησιμοποιημένες συσκευασίες πώλησης, αλλά αναθέτει το έργο αυτό σε τοπικές επιχειρήσεις οι οποίες είναι επιφορτισμένες αποκλειστικά με την αποκομιδή και διαλογή των χρησιμοποιημένων συσκευασιών πώλησης σε συγκεκριμένη ζώνη.

16 Μετά τη διαλογή, τα υλικά μεταφέρονται σε ένα κέντρο ανακύκλωσης είτε από την ίδια την επιχείρηση αποκομιδής είτε από τρίτους, ή παραδίδονται σε εταιρίες που ανέλαβαν έναντι της DSD την υποχρέωση να φροντίσουν για την ανακύκλωση των χρησιμοποιημένων συσκευασιών.

17 Το σύστημα που εκμεταλλεύεται η DSD δεν εξασφαλίζει την αποκομιδή του συνόλου των συσκευασιών πώλησης κατά την έννοια του διατάγματος (βλ. πιο πάνω σημείο 1), αλλά μόνον των συσκευασιών των νοικοκυριών και των καταναλωτών που εξομοιώνονται με τα νοικοκυριά, ανεξάρτητα από το υλικό από το οποίο είναι κατασκευασμένες.

18 Υπάρχουν και άλλες επιχειρήσεις που ασχολούνται με την ανάληψη και ανακύκλωση ορισμένων συσκευασιών πώλησης. Εντούτοις, πρόκειται για συστήματα συλλογής και ανακύκλωσης που δεν διαθέτουν επαρκές ποσοστό κάλυψης κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, του διατάγματος. Οι επιχειρήσεις αυτές αναπτύσσουν τη δραστηριότητά τους ως τρίτοι, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφοι 1 και 2, του διατάγματος σε συνδυασμό με το άρθρο 11 του ίδιου διατάγματος (βλ. πιο πάνω σημείο 4), δηλαδή αναλαμβάνουν ευθέως την υποχρέωση ανάληψης και ανακύκλωσης του παραγωγού ή του διανομέα.

Συμβατικές διατάξεις

19 Οι σχέσεις μεταξύ της DSD και των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στο σύστημά της διέπονται από τη σύμβαση για τη χρήση του σήματος «Der Grüne Punkt» (στο εξής: σύμβαση).

20 Η σύμβαση ορίζει ότι, για να συμμετάσχει στο σύστημα, μια επιχείρηση πρέπει να λάβει από την DSD, έναντι αμοιβής, την άδεια να χρησιμοποιεί το σήμα «Der Grüne Punkt» (άρθρο 1, παράγραφος 1, της συμβάσεως).

21 Η DSD εγγυάται στη συμβεβλημένη επιχείρηση ότι θα εξασφαλίζει την αποκομιδή, τη διαλογή και την ανακύκλωση των χρησιμοποιημένων συσκευασιών πώλησής της, απαλλάσσοντάς την έτσι από τις υποχρεώσεις της ανάληψης και ανακύκλωσης των εν λόγω συσκευασιών (άρθρο 2 της συμβάσεως).

22 Ο αντισυμβαλλόμενος υποχρεούται να επιθέτει το σήμα «Der Grüne Punkt» σε όλες τις συσκευασίες που έχει δηλώσει και οι οποίες προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση, σεβόμενος μία συγκεκριμένη μορφή και μέθοδο και κατά τρόπο εμφανή για τον τελικό καταναλωτή. Η DSD δύναται να απαλλάξει τον αντισυμβαλλόμενο από την υποχρέωση αυτή (άρθρο 3, παράγραφος 1, της συμβάσεως).

23 Σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1, της συμβάσεως:

«Η επιχείρηση που χρησιμοποιεί το σήμα καταβάλλει στην DSD τέλος εκμετάλλευσης για όλες τις συσκευασίες με το σήμα "Der Grüne Punkt" τις οποίες διαθέτει στη γερμανική επικράτεια, στο πλαίσιο της παρούσας συμβάσεως. Οποιαδήποτε εξαίρεση από αυτόν τον κανόνα προϋποθέτει γραπτή ειδική συμφωνία.»

24 Το ύψος του τέλους εκμετάλλευσης υπολογίζεται βάσει δύο στοιχείων, δηλαδή, αφενός, βάσει του βάρους της συσκευασίας και του είδους του χρησιμοποιούμενου υλικού και, αφετέρου, βάσει του όγκου ή του εμβαδού της επιφανείας της συσκευασίας.

25 Το τέλος εκμετάλλευσης μπορεί να αναπροσαρμοσθεί με απόφαση της DSD. Η αύξηση ή η μείωση του τέλους εκμετάλλευσης αποφασίζεται επί τη βάσει των ακόλουθων θεμελιωδών αρχών: για τον υπολογισμό του τέλους εκμετάλλευσης δεν εφαρμόζεται προσαύξηση κέρδους· αποκλειστικός σκοπός του τέλους είναι η κάλυψη των δαπανών που απαιτούνται για το έργο της αποκομιδής, της διαλογής και της ανακύκλωσης, καθώς και των αναγκαίων διοικητικών εξόδων (άρθρο 4, παράγραφος 3, της συμβάσεως). Τα έξοδα λειτουργίας του συστήματος πρέπει να καταλογίζονται στο μέτρο του δυνατού στις επιμέρους κατηγορίες υλικών ανάλογα με το ποσοστό που αντιπροσωπεύουν τα υλικά αυτά.

26 Σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 1, της συμβάσεως:

«Για όλες τις συσκευασίες που φέρουν το σήμα "Der Grüne Punkt" και διανέμονται από την επιχείρηση που χρησιμοποιεί το σήμα στην επικράτεια της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας εκδίδεται απόδειξη [...].»

27 Τέλος το σημείο 5 του κανονισμού χρήσης του συλλογικού σήματος (Markensatzung), που υιοθέτησε η DSD, προβλέπει:

«Τα συλλογικά σήματα δημιουργήθηκαν, κατ' αρχήν, για να επιτρέπουν στους καταναλωτές και στο εμπόριο την αναγνώριση των προϊόντων, η συσκευασία των οποίων καλύπτεται από το σύστημα της DSD και για τα οποία είναι δυνατή η ανάληψη και η ανακύκλωση εκτός του συστήματος δημόσιας αποκομιδής απορριμμάτων, και τη διάκρισή τους από άλλα προϊόντα, στη συνέχεια, για να ωθήσουν τους καταναλωτές να αποθέτουν τις συσκευασίες αυτές στις εγκαταστάσεις αποκομιδής του συστήματος της DSD, και τέλος για να δηλώσουν τις υπηρεσίες ανάληψης και ανακύκλωσης των δευτερουσών πρώτων υλών που παρέχονται στο πλαίσιο του συστήματος της DSD.»

Το ιστορικό της διαφοράς

28 Στις 2 Σεπτεμβρίου 1992, η DSD κοινοποίησε στην Επιτροπή, εκτός από το καταστατικό της, μια σειρά από συμφωνίες - σύμβαση υπηρεσιών, σύμβαση για τη χρήση του σήματος και σύμβαση εγγυήσεως - επιδιώκοντας να λάβει αρνητική πιστοποίηση ή, επικουρικώς, απαλλαγή από την απαγόρευση των συμπράξεων.

29 Μετά τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ 1997, C 100, σ. 4) της ανακοίνωσης σύμφωνα με το άρθρο 19, παράγραφος 3, του κανονισμού 17 του Συμβουλίου, της 6ης Φεβρουαρίου 1962, πρώτου κανονισμού εφαρμογής των άρθρων [81 ΕΚ] και [82 ΕΚ] της Συνθήκης (ΕΕ ειδ. έκδ. 08/001, σ. 25), με την οποία η Επιτροπή γνωστοποιούσε την πρόθεσή της να αξιολογήσει θετικά τις κοινοποιηθείσες συμφωνίες, η Επιτροπή έλαβε τις παρατηρήσεις τρίτων ενδιαφερομένων που αφορούσαν, ιδίως, ζητήματα σχετικά με την εφαρμογή της σύμβασης για τη χρήση του σήματος. Ειδικότερα, κατήγγελλαν πιθανή διαστρέβλωση του ανταγωνισμού οφειλόμενη στην καταβολή διπλού τέλους στην περίπτωση συμμετοχής στο σύστημα της DSD και στο σύστημα άλλου παρέχοντος υπηρεσίες.

30 Στις 15 Οκτωβρίου 1998, η DSD υπέβαλε στην Επιτροπή δεσμεύσεις με σκοπό την αποφυγή καταβολής διπλού τέλους σε περίπτωση συμμετοχής σε συλλογικό σύστημα που λειτουργεί σε περιφερειακό επίπεδο.

31 Στις 3 Νοεμβρίου 1999, η Επιτροπή θεώρησε ότι οι δεσμεύσεις αυτές, που αφορούσαν μόνο τα συλλογικά συστήματα, έπρεπε να καλύπτουν επίσης τα συστήματα ιδίας διάθεσης που χρησιμοποιούνται για μέρος των συσκευασιών πώλησης.

32 Στις 15 Νοεμβρίου 1999, ορισμένοι καταγγέλλοντες υπέβαλαν νέες παρατηρήσεις στην Επιτροπή.

33 Με επιστολή της 13ης Μαρτίου 2000, η DSD γνωστοποίησε στην Επιτροπή την ανάληψη δύο πρόσθετων δεσμεύσεων.

34 Στις 20 Απριλίου 2001, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση 2001/463/ΕΚ, σχετικά με διαδικασία κινηθείσα βάσει του άρθρου 82 της Συνθήκης ΕΚ (Υπόθεση COMP D3/34493 - DSD) (ΕΕ L 166, σ. 1, στο εξής: επίδικη απόφαση).

35 Από την επίδικη απόφαση προκύπτει ότι οι δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν σχετικά με τη σύμβαση αφορούν αρκετές περιπτώσεις.

36 Μια δέσμευση αφορά την περίπτωση κατά την οποία, παράλληλα με το σύστημα της DSD, θα δημιουργούνταν συλλογικά συστήματα, περιοριζόμενα σε ένα ή περισσότερα ομόσπονδα κράτη. Στην περίπτωση αυτή, η ανάληψη συσκευασιών του ίδιου του τύπου θα μπορούσε να γίνεται, σε αυτά τα ομόσπονδα κράτη, από μια από τις επιχειρήσεις των νέων συστημάτων και στα άλλα ομόσπονδα κράτη από την DSD. Για τη συγκεκριμένη κατηγορία περιπτώσεων, η DSD ανέλαβε την ακόλουθη δέσμευση (αιτιολογική σκέψη 59 της επίδικης απόφασης):

«Σε περίπτωση που συγκροτηθούν εναλλακτικά συστήματα περιφερειακής εμβέλειας τα οποία θα ανταγωνίζονται το υφιστάμενο σύστημα "Duales System" και τα οποία θα έχουν εγκριθεί επίσημα από τις αρμόδιες ανώτατες ομόσπονδες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3, του διατάγματος για τις συσκευασίες, η [DSD] δέχεται να εφαρμόσει τη σύμβαση για τη χρήση του σήματος κατά τέτοιον τρόπο ώστε να παρέχεται στις επιχειρήσεις στις οποίες παραχωρείται το σήμα η δυνατότητα να συμμετέχουν στα συστήματα αυτά με επιμέρους ποσότητες από τις συσκευασίες που διακινούν. Για τις συσκευασίες που αποδεδειγμένα εισάγονται σε ένα τέτοιο εναλλακτικό σύστημα η [DSD] δεν θα απαιτεί την πληρωμή τέλους εκμετάλλευσης επί τη βάσει της σύμβασης για τη χρήση του σήματος. Μία πρόσθετη προϋπόθεση για την απαλλαγή από την υποχρέωση καταβολής τέλους εκμετάλλευσης σε σχέση με τις συσκευασίες που φέρουν το σήμα "Der Grüne Punk" είναι η μη υπαγωγή σε περιορισμούς της προστασίας του εν λόγω σήματος.»

37 Η DSD ανέλαβε επίσης την ακόλουθη δέσμευση για την περίπτωση κατά την οποία ένας παραγωγός ή διανομέας εφαρμόζει σύστημα ιδίας διάθεσης για επιμέρους ποσότητες συσκευασιών πώλησης και μετέχει για τις υπόλοιπες επιμέρους ποσότητες στο σύστημα της DSD (αιτιολογική σκέψη 61 της επίδικης απόφασης):

«Στο βαθμό που ένας διανομέας ή παραγωγός φροντίζει για την ανάληψη και ανακύκλωση επιμέρους προσοτήτων συσκευασιών πώλησης οι οποίες διακινούνται στο έδαφος στο οποίο εφαρμόζεται το διάταγμα για τις συσκευασίες σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, ή/και παράγραφος 2 (ενδεχομένως σε συνδυασμό με το άρθρο 11) και μετέχει για τις υπόλοιπες επιμέρους ποσότητες στο σύστημα της DSD (άρθρο 6, παράγραφος 1, σημείο 9), η [DSD] δεν θα απαιτεί την πληρωμή τέλους εκμετάλλευσης επί τη βάσει της σύμβασης για τη χρήση του σήματος για τις επιμέρους ποσότητες συσκευασιών πώλησης που αποδεδειγμένα ανακτώνται σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, ή/και παράγραφος 2 του διατάγματος για τις συσκευασίες. Για την απόδειξη ισχύουν τα προβλεπόμενα στο παράρτημα Ι, σημείο 2, του διατάγματος για τις συσκευασίες.»

38 Κατά τη συζήτηση ενώπιον του δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων (πιο κάτω σημείο 58), διευκρινίστηκε ότι η δέσμευση αυτή έχει την έννοια ότι οι επί μέρους ποσότητες συσκευασιών πώλησης που ανακτώνται σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, και/ή 2, δεν φέρουν το σήμα «Der Grüne Punkt».

39 Στο τμήμα της επίδικης απόφασης που αφορά τη νομική αξιολόγηση, η Επιτροπή κατέληξε, κατ' αρχάς, στην ύπαρξη δεσπόζουσας θέσης της DSD.

40 Για τον σκοπό αυτό οριοθέτησε προηγουμένως την οικεία αγορά. Έπειτα από μια ανάλυση της οικείας αγοράς προϊόντων και της γεωγραφικής αγοράς, κατέληξε ότι «η υπό την ευρύτερη έννοια αγορά είναι η αγορά της οργάνωσης της ανάληψης και ανακύκλωσης χρησιμοποιημένων συσκευασιών πώλησης στο επίπεδο των ιδιωτών τελικών καταναλωτών στη Γερμανία» (αιτιολογική σκέψη 92 της επίδικης απόφασης).

41 Αφού συγκεκριμενοποίησε με τον τρόπο αυτό την αγορά, εξέτασε την οικονομική ισχύ της DSD. Υπογραμμίζει ότι η τελευταία είναι η μοναδική επιχείρηση που προσφέρει στη Γερμανία συλλογικό σύστημα ανάληψης των απορριμμάτων συσκευασίας και επισημαίνει ότι το μερίδιό της στην οικεία αγορά - όπως αυτή συγκεκριμενοποιήθηκε στην προηγούμενη σκέψη - φθάνει τουλάχιστον το 82 % (αιτιολογική σκέψη 95). Εξάλλου, τα σοβαρά εμπόδια που φράζουν την είσοδο στην αγορά συμβάλλουν επίσης στην οικονομική ισχύ της DSD (αιτιολογική σκέψη 96 της επίδικης απόφασης).

42 Στη συνέχεια εξέτασε το ζήτημα της κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης.

43 Η εκτίμηση της Επιτροπής στηρίζεται, σχετικά, στο δεδομένο ότι «κατά την DSD η βάσει της σύμβασης χρέωση τελών δεν εξαρτάται από την αξίωση για παροχή της υπηρεσίας απαλλαγής από την υποχρέωση ανάληψης και ανακύκλωσης σύμφωνα με το άρθρο 2 της σύμβασης, αλλά αποκλειστικά και μόνο από τη χρήση του σήματος "Der Grüne Punkt" στη συσκευασία πώλησης» και στη διαπίστωση ότι «η αντισυμβαλλόμενη επιχείρηση υποχρεούται έναντι της DSD να επιθέτει το εν λόγω σήμα σε όλες τις συσκευασίες που έχει κοινοποιήσει και οι οποίες προορίζονται για διακίνηση στο εσωτερικό της χώρας», πλην εξαιρέσεων που αφήνονται στη διακριτική ευχέρεια της DSD (αιτιολογισκή σκέψη 100 της επίδικης απόφασης). Από αυτό η Επιτροπή συνάγει ότι η DSD προβαίνει σε κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της κάθε φορά που «η υπόχρεη επιχείρηση αξιώνει από την DSD να της παράσχει την υπηρεσία της απαλλαγής μόνο για επιμέρους ποσότητες ή παραιτούνταν ολωσδιόλου από την παροχή της υπηρεσίας αυτής από την DSD στη Γερμανία» (αιτιολογική σκέψη 101 της επίδικης απόφασης). ράγματι η DSD, επιβάλλοντας δυσανάλογες τιμές και συναλλακτικούς όρους σε περιπτώσεις αναντιστοιχίας μεταξύ της χρήσης του σήματος και της πραγματικής προσφυγής στις υπηρεσίες της DSD για την απαλλαγή από την υποχρέωση αποκομιδής των απορριμμάτων, παραβιάζει το άρθρο 82, παράγραφος 2, στοιχείο α_, ΕΚ. Η Επιτροπή διευκρινίζει ότι «οι συνέπειες της συμβατικής υποχρέωσης χρήσης του σήματος σε συνδυασμό με τις συνέπειες της εξάρτησης του ύψους του οφειλόμενου τέλους από τη χρήση του σήματος καθιστούν αναπόδραστη την ανάγκη συγκρότησης ξεχωριστών γραμμών συσκευασίας και δικτύων διανομής» (αιτιολογική σκέψη 112 της επίδικης απόφασης).

44 εριγράφοντας ειδικότερα τη συνιστάμενη στο οφειλόμενο σύμφωνα με τη σύμβαση τέλος κατάχρηση με τη βοήθεια διαφόρων περιπτώσεων, η Επιτροπή διακρίνει, συγκεκριμένα, την περίπτωση περιστολής του ανταγωνισμού μεταξύ της DSD και των λοιπών συλλογικών συστημάτων (κατηγορία περιπτώσεων Ι) από αυτή της περιστολής του ανταγωνισμού μεταξύ της DSD και των συστημάτων ιδίας διάθεσης (κατηγορία περιπτώσεων ΙΙ).

45 Η Επιτροπή διευκρινίζει ότι οι διατάξεις που διέπουν το τέλος δεν δικαιολούνται ούτε από το προβαλλόμενο ασυμβίβαστο προς το διάταγμα της χρησιμοποιήσεως του σήματος «Der Grüne Punkt» για τις επιμέρους ποσότητες συσκευασιών για τις οποίες δεν προσφέρεται υπηρεσία απαλλαγής από την υποχρέωση αποκομιδής των απορριμμάτων (αιτιολογικές σκέψεις 136 έως 142), ούτε από την ανάγκη διατηρήσεως της διακριτικής ισχύος του συστήματος «Der Grüne Punkt» (αιτιολογικές σκέψεις 143 έως 153). Ως προς το τελευταίο αυτό σημείο, η Επιτροπή θεωρεί ότι «η βασική λειτουργία του σήματος "Der Grüne Punkt" εκπληρώνεται όταν σηματοδοτεί στον καταναλωτή ότι υπάρχει η δυνατότητα διάθεσης της συσκευασίας από την DSD», καταλήγοντας ότι «ως εκ τούτου η λειτουργία του σήματος "Der Grüne Punkt" δεν συνεπάγεται υποχρεωτικά ότι, όταν η συμμετοχή στο σύστημα της DSD είναι μερική, μόνο ένα μέρος των συσκευασιών φέρει το σήμα» (αιτιολογική σκέψη 145).

46 Η Επιτροπή, αφού διαπίστωσε ότι η κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης ενδέχεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών, εξετάζει, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 17, τον τρόπο με τον οποίο η DSD πρέπει να υποχρεωθεί να θέσει τέρμα στις καταγγελθείσες παραβάσεις.

47 Ως προς το ζήτημα αυτό, η αιτιολογική σκέψη 165 είναι δατυπωμένη ως εξής:

«ροκειμένου να αποφευχθεί η επανάληψη των παραβάσεων που διαπιστώθηκαν, η DSD είναι απαραίτητο να αναλάβει έναντι όλων των μερών της σύμβασης για τη χρήση του σήματος να μην χρεώνει τέλη αδείας για τις επιμέρους ποσότητες συσκευασιών πώλησης που φέρουν το σήμα "Der Grüne Punkt" και κυκλοφορούν στην αγορά της Γερμανίας αλλά για τις οποίες δεν χρησιμοποιείται η υπηρεσία απαλλαγής στην οποία αναφέρεται το άρθρο 2 της σύμβασης για τη χρήση του σήματος. Η δέσμευση αυτή αντικαθιστά μια παρέκκλιση στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 4, παράγραφος 1, της σύμβασης για τη χρήση του σήματος.»

48 Το διατακτικό της επίδικης απόφασης είναι διατυπωμένο ως εξής:

«Άρθρο 1

Η συμπεριφορά της εταιρείας Der Grüne Punkt - Duales System Deutschland AG (στο εξής: DSD) να ζητά, βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 1, και του άρθρου 5, παράγραφος 1, σημείο 1, της σύμβασης για τη χρήση του σήματος, την καταβολή τελών αδείας χρήσεως του σήματος για το σύνολο των συσκευασιών πώλησης που φέρουν το σήμα "Der Grüne Punkt" και κυκλοφορούν στην αγορά της Γερμανίας δεν συμβιβάζεται με την κοινή αγορά, όταν οι επιχειρήσεις που εμπίπτουν στις διατάξεις του διατάγματος για τις συσκευασίες:

α) προσφεύγουν στις υπηρεσίες απαλλαγής της DSD σύμφωνα με το άρθρο 2 της σύμβασης για τη χρήση του σήματος για μέρος μόνον των ποσοτήτων συσκευασιών ή δεν κάνουν καθόλου χρήση αυτών των υπηρεσιών, θέτουν όμως σε κυκλοφορία στη Γερμανία ομοιόμορφη συσκευασία η οποία κυκλοφορεί και σε άλλες χώρες μέλη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και συμμετέχουν σε σύστημα ανάληψης που χρησιμοποιεί το σήμα "Der Grüne Punkt", και

β) αποδεικνύουν ότι, ως προς το σύνολο ή το μέρος της ποσότητας συσκευασιών για τις οποίες δεν χρησιμοποιούν την υπηρεσία απαλλαγής, πληρούν τις υποχρεώσεις που υπέχουν βάσει του διατάγματος για τις συσκευασίες χρησιμοποιώντας ανταγωνιστικά συστήματα απαλλαγής ή συστήματα ιδίας διάθεσης.

Άρθρο 2

Η DSD παύει αμελλητί την παράβαση στην οποία αναφέρεται το άρθρο 1.

Η DSD απέχει από το να συνεχίσει τη συμπεριφορά που περιγράφεται στο άρθρο 1, να την επαναλάβει ή να λάβει μέτρα με ισοδύναμα αποτελέσματα.

Επιπλέον η DSD πληροί τις διατάξεις των άρθρων 3 έως 7.

Άρθρο 3

Η DSD αναλαμβάνει έναντι όλων των αντισυμβαλλομένων στη σύμβαση για τη χρήση του σήματος την υποχρέωση να μη χρεώνει τέλη αδείας για μέρος των ποσοτήτων συσκευασιών πώλησης που φέρουν το σήμα "Der Grüne Punkt" και κυκλοφορούν στην αγορά της Γερμανίας, για τις οποίες δεν χρησιμοποιείται η υπηρεσία απαλλαγής στην οποία αναφέρεται το άρθρο 2 της σύμβασης για τη χρήση του σήματος και ως προς τις οποίες οι υποχρεώσεις που απορρέουν από το διάταγμα για τις συσκευασίες εκπληρώνονται αποδεδειγμένα κατ' άλλον τρόπο.

Η υποχρέωση δυνάμει του πρώτου εδαφίου αντικαθιστά την παρέκκλιση του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 2, της σύμβασης για τη χρήση του σήματος.

Άρθρο 4

1. Στην περίπτωση συσκευασιών που διατίθενται και ανακυκλώνονται σε άλλο κράτος μέλος στο πλαίσιο συστήματος το οποίο χρησιμοποιεί το σήμα "Der Grüne Punkt" και κυκλοφορούν στην αγορά χρησιμοποιώντας το σήμα αυτό στην επικράτεια που καλύπτεται από το διάταγμα για τις συσκευασίες, η DSD δεν επιτρέπεται να χρεώνει τέλη χρήσης του σήματος όταν οι υποχρεώσεις που απορρέουν από το διάταγμα για τις συσκευασίες εκπληρώνονται αποδεδειγμένα κατ' άλλον τρόπο πλην της συμμετοχής στο σύστημα που δημιούργησε η DSD βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 3 του διατάγματος για τις συσκευασίες.

2. Η DSD μπορεί να ζητήσει ως προϋπόθεση για τη μη επιβολή του τέλους αδείας στη συσκευασία δυνάμει της παραγράφου 1 να επισημαίνεται κοντά στο σήμα "Der Grüne Punkt" με κείμενο ή άλλο κατάλληλο για τον τελικό καταναλωτή τρόπο, ότι η συσκευασία δεν συμμετέχει στο σύστημα που καθιέρωσε η DSD βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 3 του διατάγματος για τις συσκευασίες.

3. Στην περίπτωση ασυμφωνίας ως προς την αναγνώριση των αποδεικτικών, τα ενδιαφερόμενα μέρη οφείλουν εντός μίας εβδομάδας από τη μονομερή ή από κοινού διαπίστωση της ασυμφωνίας να ζητήσουν από την Επιτροπή να διορίσει έναν εμπειρογνώμονα.

Ο εμπειρογνώμονας αναλαμβάνει να διαπιστώσει εντός τεσσάρων εβδομάδων αν η διαμόρφωση της επισήμανσης που συζητήθηκε από τα μέρη ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 λαμβανομένων υπόψη των βασικών λειτουργιών της συσκευασίας.

Το κόστος του εμπειρογνώμονα αναλαμβάνουν εξ ημισείας τα μέρη.

Άρθρο 5

1. Ως απόδειξη για την κατ' άλλον τρόπο εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το διάταγμα για τις συσκευασίες απαιτείται, στις περιπτώσεις μερικής ή ολικής συμμετοχής σε ανταγωνιστικό σύστημα απαλλαγής, βεβαίωση του φορέα λειτουργίας του εν λόγω συστήματος ότι η σχετική ποσότητα συσκευασιών συμμετέχει στο ανταγωνιστικό σύστημα.

2. Στις περιπτώσεις μερικής ή ολικής συμμετοχής σε σύστημα ίδιας διάθεσης, απαιτείται η κατάθεση, εκ των υστέρων, πιστοποιητικού ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα ότι έχουν εκπληρωθεί οι υποχρεώσεις ανάληψης και ανακύκλωσης για το αντίστοιχο μέρος της ποσότητας συσκευασιών. Το πιστοποιητικό αυτό μπορεί να καλύπτει μεμονωμένους κατασκευαστές ή διανομείς ή ακόμη και κοινοπραξίες ίδιας διάθεσης.

3. Η DSD δεν δύναται, σε καμία περίπτωση, να ζητήσει την υποβολή του πιστοποιητικού νωρίτερα από το χρόνο τον οποίο προβλέπει το διάταγμα για τις συσκευασίες.

4. Ανεξάρτητα από την εκάστοτε ισχύουσα έκδοση του διατάγματος για τις συσκευασίες αρκεί ως απόδειξη έναντι της DSD ότι το πιστοποιητικό βεβαιώνει έναντι του αντισυμβαλλομένου ότι έχουν εκπληρωθεί οι υποχρεώσεις ανάληψης και ανακύκλωσης όσον αφορά δεδομένη ποσότητα συσκευασιών.

5. Καθόσον το πιστοποιητικό περιέχει άλλα στοιχεία, το στοιχεία αυτά διαγράφονται.

6. Τόσο η βεβαίωση του φορέα εκμετάλλευσης του συστήματος όσο και το πιστοποιητικό του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα μπορούν να αντικατασταθούν από βεβαίωση οικονομικού ελεγκτή, με την οποία βεβαιώνεται εκ των υστέρων ότι εκπληρώθηκαν οι υποχρεώσεις που επιβάλλει το διάταγμα για τις συσκευασίες ως προς δεδομένο όγκο συσκευασιών.

7. Δεν επιτρέπεται η εφαρμογή άλλων όρων της σύμβασης για τη χρήση του σήματος κατά τρόπο που να οδηγεί σε αυστηρότερες προϋποθέσεις όσον αφορά την έναντι της DSD απαιτούμενη απόδειξη.

Άρθρο 6

1. Η DSD τηρεί έναντι όλων των αντισυμβαλλομένων στη σύμβαση για τη χρήση του σήματος τις διατάξεις των άρθρων 3, 4 και 5 από την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας απόφασης και το γνωστοποιεί σε όλους τους εν λόγω αντισυμβαλλόμενους εντός δύο μηνών από την κοινοποίησή της.

2. Οι διατάξεις της σύμβασης για τη χρήση του σήματος δεν επιτρέπεται να εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να οδηγούν σε παρέλκυση της άμεσης εκπλήρωσης της υποχρέωσης δυνάμει της παραγράφου 1.

Άρθρο 7

Η DSD ενημερώνει την Επιτροπή εντός τριών μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων δυνάμει των άρθρων 3 έως 6.»

Η διαδικασία

49 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του ρωτοδικείου στις 5 Ιουλίου 2001, η DSD άσκησε, δυνάμει του άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ, προσφυγή ζητώντας την ακύρωση της επίδικης απόφασης.

50 Με χωριστό δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του ρωτοδικείου την ίδια ημέρα, υπέβαλε επίσης, δυνάμει του άρθρου 242 ΕΚ, αίτηση περί αναστολής εκτελέσεως του άρθρου 3 της απόφασης αυτής, καθώς και των άρθρων 4, 5, 6 και 7 στο μέτρο που τα άρθρα αυτά αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο 3, μέχρις ότου το ρωτοδικείο αποφανθεί επί της ουσίας της προσφυγής.

51 Λόγω του μεγάλου όγκου της επιχειρηματολογίας που περιέχει η προαναφερθείσα αίτηση και της ανάγκης να εκδοθεί γρήγορα απόφαση στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ζητήθηκε από την αιτούσα να καταθέσει μια νέα εκδοχή της αιτήσεως αυτής, μη υπερβαίνουσα τις 30 σελίδες. Το συντετμημένο κείμενο κατατέθηκε στη Γραμματεία του ρωτοδικείου στις 13 Ιουλίου 2001.

52 Το συντετμημένο κείμενο της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή στις 16 Ιουλίου 2001.

53 Με δικόγραφα που πρωτοκολλήθηκαν στη Γραμματεία του ρωτοδικείου, στις 16, 19 και 20 Ιουλίου 2001, αντιστοίχως, οι Vfw AG, Landbell AG και BellandVision GmbH ζήτησαν να παρέμβουν υπέρ της Επιτροπής στην παρούσα διαδικασία.

54 Οι αιτήσεις παρεμβάσεως κοινοποιήθηκαν στους διαδίκους.

55 Η Επιτροπή υπέβαλε τις γραπτές της παρατηρήσεις επί της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων στις 28 Αυγούστου 2001.

56 Η DSD και η Επιτροπή δήλωσαν εγγράφως ότι δεν αντιτίθενται στις πρόσθετες παρεμβάσεις. Η DSD εντούτοις ζήτησε ορισμένα παραρτήματα της αιτήσεως των ασφαλιστικών μέτρων να θεωρηθούν εμπιστευτικά έναντι των παρεμβαινουσών.

57 Το μη εμπιστευτικό συντετμημένο κείμενο της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων και οι παρατηρήσεις της Επιτροπής κοινοποιήθηκαν στις 5 Σεπτεμβρίου 2001 στις παρεμβαίνουσες. Την ίδια ημέρα αυτές κλήθηκαν να παραστούν στο ακροατήριο.

58 Η διαδικασία ενώπιον του δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων έλαβε χώρα στις 21 Σεπτεμβρίου 2001.

59 Κατά τη συζήτηση αυτή ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων, θεωρώντας ότι οι παρεμβαίνουσες έχουν έννομο συμφέρον στην επίλυση της διαφοράς, σύμφωνα με το άρθρο 37, δεύτερο εδάφιο, του Οργανισμού ΕΚ του Δικαστηρίου, που εφαρμόζεται στο ρωτοδικείο δυνάμει του άρθρου 46, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού αυτού, επέτρεψε τις τρεις παρεμβάσεις στην παρούσα διαδικασία.

60 Επίσης, κατά το στάδιο της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων, υπήγαγε στο καθεστώς των εμπιστευτικών εγγράφων τις πληροφορίες που περιέχουν τα παραρτήματα της προσφυγής που άσκησε η DSD, στο μέτρο που οι πληροφορίες αυτές μπορούν, εκ πρώτης όψεως, να θεωρηθούν ως απόρρητες ή εμπιστευτικές κατά την έννοια του άρθρου 116, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, πράγμα που δεν αμφισβητήθηκε από την Επιτροπή.

61 Η Επιτροπή δήλωσε επίσης κατά τη συζήτηση ότι δεν εμμένει στην ένσταση απαραδέκτου που είχε υποβάλει με τις παρατηρήσεις της, οπότε δεν χρειάζειται να αποφανθεί το ρωτοδικείο επί της ενστάσεως αυτής.

Σκεπτικό

62 Δυνάμει των συνδυασμένων διατάξεων του άρθρου 242 ΕΚ και του άρθρου 4 της αποφάσεως 88/591/ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1988, για την ίδρυση ρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 319, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 93/350/Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 1993 (ΕΕ L 144, σ. 21), το ρωτοδικείο δύναται, αν κρίνει ότι το επιβάλλουν οι περιστάσεις, να διατάξει την αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλομένης πράξεως.

63 Το άρθρο 104, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας προβλέπει ότι οι αιτήσεις που αφορούν προσωρινά μέτρα πρέπει να προσδιορίζουν τα περιστατικά από τα οποία προκύπτει το επείγον της υποθέσεως, καθώς και τους πραγματικούς και νομικούς ισχυρισμούς που δικαιολογούν, εκ πρώτης όψεως (fumus boni juris), τη λήψη των μέτρων που ζητούνται. Οι προϋποθέσεις αυτές ισχύουν σωρευτικώς, οπότε η αίτηση περί αναστολής εκτελέσεως πρέπει να απορρίπτεται εφόσον δεν συντρέχει μία από αυτές [διατάξεις του ροέδρου του Δικαστηρίου της 14ης Οκτωβρίου 1996, C-286/96 P(R), SCK και FNK κατά Επιτροπής, Συλλογή 1996, σ. Ι-4971, σκέψη 30, και του ροέδρου του ρωτοδικείου της 1ης Φεβρουαρίου 2001, T-350/00 R, Free Trade Foods κατά Επιτροπής, Συλλογή 2001, σ. ΙΙ-493, σκέψη 32]. Ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων προβαίνει επίσης, κατά περίπτωση, στη στάθμιση των εμπλεκομένων συμφερόντων (διάταξη του ροέδρου του Δικαστηρίου της 23ης Φεβρουαρίου 2001, C-445/00 R, Αυστρία κατά Συμβουλίου, Συλλογή 2001, σ. Ι-1461, σκέψη 73).

64 Το αιτούμενο μέτρο πρέπει εξάλλου να είναι προσωρινό υπό την έννοια ότι δεν προδικάζει τα επίδικα νομικά ή πραγματικά ζητήματα ούτε εξουδετερώνει εκ των προτέρων τις συνέπειες της μεταγενέστερης αποφάσεως επί της κυρίας δίκης [διάταξη του ροέδρου του Δικαστηρίου της 19ης Ιουλίου 1995, C-149/95 P(R), Επιτροπή κατά Atlantic Container Line κ.λπ., Συλλογή 1995, σ. Ι-2165, σκέψη 22].

1. Τα επιχειρήματα των διαδίκων

Επιχειρήματα της DSD

Επί του fumus boni juris

65 Ως προκαταρκτικές παρατηρήσεις, η DSD οριοθετεί, κατ' αρχάς, την έκταση εφαρμογής του άρθρου 3 της επίδικης απόφασης, διευκρινίζοντας ότι το άρθρο αυτό αφορά την περίπτωση του χρησιμοποιούντος το σήμα «Der Grüne Punkt» που θα επιθυμούσε να συμμετέχει στο σύστημα ανταγωνιστή για ένα τμήμα, ελεύθερα καθοριζόμενο από τον ίδιο, της παραγωγής συγκεκριμένης συσκευασίας, να συμμετέχει στο σύστημα της DSD για το υπόλοιπο και να επιθέσει, χωρίς διάκριση, και στα δύο τμήματα της παραγωγής το σήμα «Der Grüne Punkt».

66 Στη συνέχεια επισημαίνει ότι το σήμα «Der Grüne Punkt» έχει διπλή λειτουργία. Καθιστά, αφενός, δυνατή τη διάκριση των συσκευασιών των παραγωγών και των διανομέων οι οποίες, λόγω της συμμετοχής των τελευταίων στο σύστημα της DSD, αποκομίζονται από το σύστημα αυτό· πρόκειται για τη λειτουργία δηλώσεως της προελεύσεως. Αφετέρου, υποδηλώνει στον καταναλωτή ότι η εν λόγω συσκευασία πρέπει να απορριφθεί στις εγκαταστάσεις συλλογής της DSD· πρόκειται για τη λειτουργία σήμανσης.

67 Η DSD θεωρεί, εξάλλου, ότι το άρθρο 3 της επίδικης απόφασης έχει ως νομική συνέπεια να την υποχρεώνει να χορηγεί άδειες για τη χρήση του σήματος «Der Grüne Punkt», ενώ οι συσκευασίες που φέρουν το σήμα αυτό θα μπορούν να αποκομίζοναι από ανταγωνιστικό σύστημα, και να απέχει από την είσπραξη οποιουδήποτε τέλους για την παροχή αδείας γι' αυτό το τμήμα των συσκευασιών. Η αιτούσα θα έπρεπε συνεπώς να χορηγεί δωρεάν υποχρεωτικές άδειες για το σήμα «Der Grüne Punkt», όπως αναγνώρισε εξάλλου η Επιτροπή σε επιστολή της 1ης Σεπτεμβρίου 2000.

68 ρος υποστήριξη της απόψεως ότι το καθεστώς καταβολής τέλους που προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, της συμβάσεως δεν είναι καταχρηστικό κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ, η DSD επικαλείται τέσσερα επιχειρήματα.

69 ρώτον, η αιτούσα επικαλείται ότι θίγεται το ειδικό αντκείμενο του σήματος, που τυγχάνει νόμιμης προστασίας τόσο δυνάμει του εθνικού όσο και δυνάμει του κοινοτικού δικαίου.

70 Δυνάμει του εθνικού δικαίου, το «Der Grüne Punkt» αποτελεί συλλογικό σήμα, κατά την έννοια του άρθρου 97, παράγραφος 1, του Gesetz über den Schutz von Marken und sonstigen Kennzeichnungen, (γερμανικού νόμου περί προστασίας των σημάτων και λοιπών διακριτικών σημείων, BGBl. 1994 Ι, σ. 3082, στο εξής: Markengesetz), που προβλέπει ότι μπορεί να καταχωρισθεί ως συλλογικό σήμα «κάθε σήμα, δυνάμενο να προστατευθεί ως σήμα κατά την έννοια του άρθρου 3 [του Markengesetz], που μπορεί να διακρίνει τα εμπορεύματα ή τις υπηρεσίες των επιχειρήσεων του δικαιούχου του συλλογικού σήματος από αυτά άλλων επιχειρήσεων όσον αφορά την εμπορική ή γεωγραφική προέλευση, το είδος, την ποιότητα ή άλλες ιδιότητες». Το εν λόγω σήμα καταχωρίσθηκε νόμιμα το 1991 στο Deutschen Patent- und Markenamt (γερμανική υπηρεσία διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και σημάτων), δυνάμει του άρθρου 17 του Warenzeichengesetz, νόμου που ίσχυε την εποχή εκείνη. Εντεύθεν, η αιτούσα συνάγει ότι αναγνωρίστηκε αναγκαστικά η διακριτική λειτουργία προέλευσης του σήματος.

71 Στις 18 Σεπτεμβρίου 1996, το Bundespatentgericht (ομοσπονδιακό δικαστήριο διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας) έκρινε ότι το σήμα «Der Grüne Punkt» δηλώνει την περιβαλλοντική δέσμευση των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στο σύστημα της DSD και δεικνύει ότι το σύστημα της DSD είναι σύμφωνο προς τις νόμιμες απαιτήσεις στον τομέα αποκομιδής απορριμμάτων. Στις 23 Δεκεμβρίου 1996, το Landgericht Hamburg (περιφερειακό δικαστήριο του Αμβούργου) αποφάνθηκε ότι το σήμα «Der Grüne Punkt» περιέχει μια συγκεκριμένη πληροφορία, «δηλαδή την πληροφορία της ανακύκλωσης από το διττό σύστημα» και ότι «το τμήμα του κοινού που είναι ευαισθητοποιημένο σε ζητήματα περιβάλλοντος εκτιμά το γεγονός αυτό και επίσης εκτιμά ιδιαίτερα τις συσκευασίες που διακρίνονται με τον τρόπο αυτό».

72 Αν και μεταγενέστερα αναιρέθηκε από το Bundesgerichtshof, μια απόφαση του Oberlandesgerichts Köln (εφετείου της Κολωνίας), της 8ης Μα_ου 1998, αναφέρεται στην «πρωταρχική σημασία» που έχει αποκτήσει το σήμα «Der Grüne Punkt».

73 Δυνάμει του κοινοτικού δικαίου, όπως αυτό ερμηνεύεται από το Δικαστήριο, το ειδικό αντικείμενο του δικαιώματος επί του σήματος συνίσταται στο να παρασχεθεί στον καταναλωτή ή τελικό χρήστη η εγγύηση ότι το σεσημασμένο προϊόν έχει συγκεκριμένη προέλευση (απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Οκτωβρίου 1978, 3/78, Centrafarm, Συλλογή 1978, σ. 567, σκέψη 12), να προστατευθεί ο δικαιούχος του σήματος από κινδύνους συγχύσεως (απόφαση του Δικαστηρίου της 30ης Νοεμβρίου 1993, C-317/91, Deutsche Renault, Συλλογή 1993, σ. Ι-6227, σκέψη 30) και να προστατευθεί από τους ανταγωνιστές που θα ήθελαν να εκμεταλλευθούν τη θέση και τη φήμη του σήματος, πωλώντας προϊόντα επί των οποίων έχει τεθεί παρανόμως το εν λόγω σήμα (αποφάσεις του Δικαστηρίου της 11ης Ιουλίου 1996, C-232/94, MPA Pharma, Συλλογή 1996, σ. Ι-3571, σκέψη 17, και της 23ης Φεβρουαρίου 1999, C-63/97, BMW, Συλλογή 1999, σ. Ι-905, σκέψη 52). Με την επίθεση του σήματος «Der Grüne Punkt» στις συσκευασίες πώλησης, είτε αυτές συμμετέχουν στο σύστημα της DSD είτε όχι, είναι προφανές ότι οι ανταγωνιστές της DSD μπορούν να επωφεληθούν της καλής φήμης και της σημασίας του σήματος αυτού.

74 Στην επίδικη απόφαση η Επιτροπή θεωρεί ότι το σήμα «Der Grüne Punkt» υποδηλώνει την ύπαρξη δυνατότητας αποκομιδής, στηριζόμενη σε μια φράση μιας αποφάσεως του Kammergericht του Βερολίνου (Εφετείου του Βερολίνου) της 14ης Ιουνίου 1994. Η φράση όμως αυτή παρατίθεται χωρίς συσχετισμό με τα συμφραζόμενα. ράγματι, είναι αλήθεια, όπως υποστηρίζει η αιτούσα, ότι το δικαστήριο αυτό έκρινε ότι το σήμα «Der Grüne Punkt» δεν έχει, για το κοινό στο οποίο απευθύνεται, άλλη σημασία πλην του ότι η αποκομιδή του προϊόντος, επί του οποίου έχει τεθεί, μπορεί να γίνει στο πλαίσιο του συστήματος DSD, το δικαστήριο όμως επιβεβαίωσε προηγουμένως τη λειτουργία δήλωσης της προέλευσης που επιτελεί το εν λόγω σήμα και στη συνέχεια περιορίστηκε να εξηγήσει τον λόγο για τον οποίο το σήμα «Der Grüne Punkt» δεν αποτελεί περιβαλλοντικό σήμα.

75 Τέλος, η Επιτροπή παραδέχθηκε έμμεσα αυτή την προσβολή της λειτουργίας δήλωσης της προέλευσης στο άρθρο 4, παράγραφος 2, της επίδικης απόφασης (πιο πάνω σκέψη 48).

76 Δεύτερον, η DSD υποστηρίζει ότι η χορήγηση υποχρεωτικής αδείας για ένα σήμα δεν μπορεί να γίνει δεκτή, διότι, αντίθετα προς όλα τα άλλα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, το σήμα χαρακτηρίζεται κατ' αρχήν από τον διακριτικό του χαρακτήρα. Ως προς το ζήτημα αυτό, το άρθρο 21 της συμφωνίας για τα δικαιώματα επί των προϊόντων της διανοίας στον τομέα του εμπορίου (στο εξής: Συμφωνία TRIP), που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1 Γ της Συμφωνίας για την ίδρυση του αγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, που εγκρίθηκε εξ ονόματος της Κοινότητας, κατά το μέρος που αφορά θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της, με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994 (ΕΕ L 336, σ. 1), προβλέπει, χωρίς εξαιρέσεις, ότι «δεν επιτρέπεται η χορήγηση υποχρεωτικών αδειών για τα εμπορικά σήματα». Ομοίως, το Δικαστήριο, με τη γνωμοδότησή του 1/94, της 15ης Νοεμβρίου 1994 (Συλλογή 1994, σ. Ι-5267), έκρινε ότι το καθεστώς αυτό, που δεσμεύει και την Επιτροπή, απαγορεύει τις υποχρεωτικές άδειες για τα σήματα.

77 Τρίτον, η χορήγηση υποχρεωτικής αδείας για το σήμα «Der Grüne Punkt» δεν δικαιολογείται από σημαντικά συμφέροντα του ανταγωνισμού. Ως προς το ζήτημα αυτό, η DSD υπενθυμίζει ότι η άρνηση του δικαιούχου δικαιώματος προϊόντων της διανοίας ή υποδείγματος να παραχωρήσει άδεια δεν συνιστά, αυτή καθεαυτή, κατάχρηση κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ (αποφάσεις του Δικαστηρίου της 5ης Οκτωβρίου 1988, 238/87, Volvo, Συλλογή 1988, σ. 6211, σκέψη 8, και της 26ης Σεπτεμβρίου 2000, C-23/99, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Συλλογή 2000, σ. Ι-7653, σκέψεις 37 επ.· απόφαση του ρωτοδικείου της 16ης Δεκεμβρίου 1999, T-198/98, Micro Leader κατά Επιτροπής, Συλλογή 1999, σ. ΙΙ-3989, σκέψη 56), δεδομένου ότι η υποχρεωτική άδεια θα ισοδυναμούσε με στέρηση του αποκλειστικού δικαιώματος (απόφαση Volvo, προαναφερθείσα, σκέψη 8). Μια παρέμβαση τόσο έντονη όσο η υποχρεωτική άδεια δεν θα μπορούσε συνεπώς, κατ' αρχήν, να είναι δυνατή παρά μόνον υπό «εξαιρετικές περιστάσεις» που καθορίζονται στην απόφαση του Δικαστηρίου της 6ης Απριλίου 1995, C-241/91 P και C-242/91 P, RTE και ITP κατά Επιτροπής (Συλλογή 1995, σ. Ι-743, σκέψη 50).

78 Στην τελευταία αυτή απόφαση το κρίσιμο ζήτημα ήταν το κατά πόσον μια επιχείρηση που κατέχει δεσπόζουσα θέση μπορεί να υποχρεωθεί να χορηγήσει άδεια εκμετάλλευσης σε ανταγωνιστή. Στην προκειμένη περίπτωση, το κρίσιμο ζήτημα είναι το κατά πόσο η DSD είναι υποχρεωμένη να χορηγήσει άδεια εκμετάλλευσης σε πελάτη για να διευκολύνει την προσφυγή του στις υπηρεσίες ανταγωνιστικών συστημάτων. Και στις δύο περιπτώσεις πρέπει να καθοριστεί εάν και, σε καταφατική περίπτωση, υπό ποιες προϋποθέσεις μια επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση μπορεί να υποχρεωθεί, δυνάμει του άρθρου 82 ΕΚ, να προωθήσει ενεργά, με τη χορήγηση αδείας εκμετάλλευσης, τον ανταγωνισμό τον οποίο υφίσταται.

79 Στην προκειμένη περίπτωση, η επίθεση του σήματος «Der Grüne Punkt» στις συσκευασίες δεν είναι απαραίτητη για να μπορέσει ένας παραγωγός/διανομέας να επιλέξει ανταγωνιστικά συστήματα. Απλώς, «σε όχι αμελητέο αριθμό περιπτώσεων», κατά την έκφραση της Επιτροπής, θα ήταν πιο ευχάριστο ή πιο εύκολο για τους πελάτες να χρησιμοποιήσουν, δωρεάν, το σήμα της αιτούσας (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 103 έως 105 και 115 της επίδικης απόφασης).

80 Εξάλλου, η εμπορία μιας συσκευασίας που δεν φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» δεν θα συναντούσε δυσκολίες. Η DSD προσθέτει ότι, ακόμη και η επιλεκτική σήμανση ομοιόμορφης συσκευασίας, που φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» ή όχι, αποτελεί τρέχουσα πρακτική σε ορισμένους τομείς. Η αιτούσα αναφέρει για παράδειγμα την επίθεση σήματος στις φυάλες κρασιού, στις συσκευασίες των οικοδομικών υλικών, των υπολογιστών και των τροφίμων.

81 Η χρήστες του σήματος μπορούν να προβούν σε επιλεκτική χρήση του σήματος «Der Grüne Punkt» ανάλογα με τις προβλέψεις αναγκών. Εξάλλου, η έλλειψη αδείας εκμετάλλευσης δεν αποτέλεσε εμπόδιο για την εμφάνιση σαράντα περίπου ομίλων επιχειρήσεων που συμμετέχουν σε σύστημα ιδίας διάθεσης.

82 Τέλος, η DSD, αντίθετα προς την Επιτροπή (αιτιολογική σκέψη 106 της επίδικης απόφασης), θεωρεί ότι ο «συγκεκριμένος έλεγχος» των ποσοτήτων συσκευασιών είναι δυνατός λόγω της συνεργασίας παραγωγών και διανομέων. Έτσι, κατά την άποψή της, ο τελικός διανομέας Α μπορεί να παραγγείλει συγκεκριμένη ποσότητα συσκευασιών χωρίς το σήμα «Der Grüne Punkt» (είτε απευθείας από τον παραγωγό είτε από χονδρέμπορο ο οποίος διαβιβάζει την παραγγελία στον παραγωγό), διότι επιθυμεί να γίνει ανάληψη των συσκευασιών αυτών στο κατάστημα, ενώ ο διανομέας Β παραγγέλλει συγκεκριμένη ποσότητα με το σήμα «Der Grüne Punkt» (είτε απευθείας από τον παραγωγό είτε από χονδρέμπορο), διότι δεν επιθυμεί να γίνει η ανάληψη των συσκευασιών αυτών στο κατάστημα. Οι τελικοί διανομείς Α και Β θα μπορούσαν συνεπώς να ελέγχουν με ακρίβεια, σε συνεργασία με τις επιχειρήσεις των προηγουμένων σταδίων εμπορίας, «τη διαδρομή που διατρέχει στο εκάστοτε δίκτυο πωλήσεων μια συσκευασία που φέρει ειδικό σήμα» (αιτιολογική σκέψη 106 της επίδικης απόφασης), όπως και πράττουν εξάλλου στην πράξη.

83 Τέταρτον, η DSD θεωρεί ότι οι διατάξεις του άρθρου 4, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της σύμβασης, που δεν προβλέπει εξαίρεση για τις περιπτώσεις στις οποίες η εθνική αγορά είναι κατανεμημένη, είναι, για πολλούς λόγους, εύλογες και συνεπώς δεν συνιστούν κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης.

84 Ο πρώτος λόγος έγκειται στο συμφέρον της DSD να προστατευθεί από τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού λόγω απατηλής επιθέσεως σήματος, αντίθετης προς την υποχρέωση διαφάνειας που προβλέπει το διάταγμα. Η DSD υπογραμμίζει σχετικά ότι το γεγονός ότι μια συσκευασία φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt», παρά τη μη συμμετοχή στο σύστημα της DSD, αποτελεί παράβαση της υποχρεώσεως επιθέσεως επί των συσκευασιών σημάτων μη δημιουργούντων σύγχυση, που θεσπίζει το διάταγμα (σε περίπτωση συμμετοχής σε συλλογικό σύστημα, βλ. σημείο 4, παράγραφος 2, του παραρτήματος Ι, του άρθρου 6, του διατάγματος που αναφέρεται πιο πάνω στη σκέψη 8· σε περίπτωση συμμετοχής σε σύστημα ιδίας διάθεσης, βλ. το άρθρο 6, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, που αναφέρεται πιο πάνω στη σκέψη 4). Η υποχρέωση αυτή αποσκοπεί να δώσει τόσο στους καταναλωτές όσο και στις αρχές τη δυνατότητα να διαπιστώνουν οποτεδήποτε, με αντικειμενικά και σαφή κριτήρια, με ποιο σύστημα πρέπει να γίνει η αποκομιδή «της συγκεκριμένης συσκευασίας του ρυπαίνοντος» και, ειδικότερα, ποιας συσκευασίας η ανάληψη πρέπει να γίνει από το κατάστημα και ποιας όχι.

85 Το άρθρο 3 της επίδικης απόφασης παραβλέπει σε μεγάλο βαθμό αυτή την υποχρέωση διαφάνειας, επιτρέποντας να δίνονται στον καταναλωτή πληροφορίες αντιφατικές και μη ανταποκρινόμενες στην πραγματικότητα όσον αφορά το δίκτυο αποκομιδής για το οποίο προορίζεται η συσκευασία. Η υπόθεση που προβάλλει η Επιτροπή, σύμφωνα με την οποία ένας χρήστης του σήματος μπορεί, με απλή δήλωση και παρά τη χρήση του σήματος «Der Grüne Punkt», να επιλέξει τη συμμετοχή σε ανταγωνιστικό σύστημα, δεν συμβιβάζεται συνεπώς με τη γενική οικονομία του διατάγματος.

86 Ο δεύτερος λόγος έγκειται στην απαραίτητη προστασία της λειτουργίας σήμανσης που επιτελεί το σήμα. ράγματι, η τήρηση των ποσοστών ανακύκλωσης εξαρτάται από την οικειοθελή συνεργασία των τελικών καταναλωτών κατά τη διαλογή των συσκευασιών πώλησης. Κατά συνέπεια, όταν η ανάληψη μιας συσκευασίας που φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» γίνεται, παρ' όλ' αυτά, από τον διανομέα, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, του διατάγματος, ο καταναλωτής πλανάται, αφενός, όσον αφορά το δικαίωμά του να επιστρέψει τη συσκευασία στο κατάστημα παρά το ανακριβές σήμα που φέρει, και, αφετέρου, λόγω της εντύπωσης που του δημιουργείται ότι πρόκειται για συσκευασία πώλησης που θα συλλεγεί στους κάδους απορριμμάτων/δοχεία του συστήματος της DSD.

87 Το άρθρο 3 της επίδικης απόφασης έχει ως συνέπεια την εξουδετέρωση της λειτουργίας σήμανσης που επιτελεί το σήμα «Der Grüne Punkt», εφόσον, σε περίπτωση που η εθνική αγορά είναι κατανεμημένη, ο τελικός καταναλωτής δεν είναι πλέον σε θέση να γνωρίζει αν πρέπει να πετάξει μια συσκευασία πώλησης που φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» στα δοχεία αποκομιδής της DSD ή σε αυτά κάποιου τρίτου.

88 Ο τρίτος λόγος στηρίζεται στο γεγονός ότι η υποχρέωση χρησιμοποίησης του σήματος «Der Grüne Punkt» είναι απαραίτητη για την καλή λειτουργία του συσήματος της DSD. ράγματι, δεν είναι δυνατό, για να δικαιολογηθεί η αιτίαση της κατάχρησης, να γίνεται επίκληση της συμβατικής υποχρέωσης των συμμετεχόντων στο σύστημα DSD να χρησιμοποιούν το σήμα σε όλες τις συσκευασίες τους (αιτιολογική σκέψη 112 της επίδικης απόφασης), την οποία η Επιτροπή δεν χαρακτηρίζει καταχρηστική, εφόσον η υποχρέωση αυτή είναι απαραίτητη για τη λειτουργία του συστήματος της DSD. Η DSD εξηγεί ότι ένα σύστημα αποκομιδής που στηρίζεται στη συνεργασία των καταναλωτών δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς ένα ομοιόμορφο και χαρακτηριστικό διακριτικό γνώρισμα που να επιτρέπει στους καταναλωτές να διακρίνουν αμέσως το σύστημα στο οποίο υπάγεται η συσκευασία και το κατάλληλο δοχείο. Διαφορετικά η επίτευξη των ποσοστών ανακύκλωσης θα ήταν αδύνατη.

89 Ο τέταρτος λόγος συνίσταται στην ανάγκη χρησιμοποιήσεως ενός κριτηρίου τιμολογήσεως των υπηρεσιών της DSD, δυναμένου να εφαρμοστεί στην πράξη και να ελεγχθεί.

90 Κατ' αρχάς, αντίθετα προς ό,τι υποστηρίζει η Επιτροπή στην αιτιολογική σκέψη 111 της επίδικης απόφασης, το καθεστώς καταβολής τέλους που προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, της σύμβασης δεν συνεπάγεται «εμφανή δυσαναλογία» μεταξύ των εκατέρωθεν παροχών, δηλαδή μεταξύ του δικαιώματος χρήσης του σήματος και της διάθεσης ενός συστήματος αποκομιδής με ολική εδαφική κάλυψη κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, του διατάγματος για όλα τα απορρίμματα συσκευασιών που φέρουν το σήμα «Der Grüne Punkt», και της αντιπαροχής που συνίσταται στην καταβολή τέλους εκμετάλλευσης για όλες τις συσκευασίες που φέρουν το σήμα αυτό και βρίσκονται στα χέρια του τελικού καταναλωτή.

91 Το Oberlandesgericht Düsseldorf (Εφετείο του Düsseldorf), με απόφασή του της 11ης Αυγούστου 1998, δέχθηκε τον εύλογο και μη καταχρηστικό χαρακτήρα του καθεστώτος που προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, της σύμβασης.

92 Εξάλλου, η DSD υποστηρίζει ότι δεν μπορεί να καθορίσει με ακρίβεια σε ποιο μέτρο οι συσκευασίες ενός χρήστη του σήματος εναποτίθενται στα δοχεία συλλογής και αποκομιδής της, παρά μόνο με πολύ δαπανηρές αναλύσεις διαλογής, στις οποίες μόνον κατ' εξαίρεση μπορεί να προβεί. Αυτό εξηγεί γιατί η DSD αναφέρεται στον αριθμό των συσκευασιών που έχουν διατεθεί στο εμπόριο με το σήμα «Der Grüne Punkt» για να υπολογίσει τις υπηρεσίες αποκομιδής που πράγματι προσέφερε, δεδομένου ότι αυτό είναι το μοναδικό κριτήριο τιμολογήσεως που μπορεί να εφαρμοστεί και να ελεγχθεί στην πράξη. Αυτή η κατ' αποκοπή τιμολόγηση λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι τα απορρίμματα συσκευασιών πώλησης παράγονται κατά γενικό κανόνα κοντά στα νοικοκυριά και ότι στη Γερμανία, λόγω της λειτουργίας σήμανσης που επιτελεί το σήμα «Der Grüne Punkt», οι καταναλωτές έχουν συνηθίσει να εναποθέτουν τις συσκευασίες που φέρουν το σήμα αυτό στα δοχεία αποκομιδής της DSD.

Επί του στοιχείου του επείγοντος

93 Η αιτούσα υποστηρίζει ότι πληρούται στην προκειμένη περίπτωση η προϋπόθεση του επείγοντος, λόγω του ότι η άμεση εκτέλεση του άρθρου 3 της επίδικης απόφασης θα έχει ως συνέπεια μια σημαντική και μη δυνάμενη να ανατραπεί μεταβολή του πλαισίου εντός του οποίου ασκείται η δραστηριότητά της (στο πνεύμα αυτό, διατάξεις του ροέδρου του Δικαστηρίου της 11ης Μα_ου 1989, 76/89, 77/89 και 91/89 R, RTE κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1989, σ. 1141, σκέψεις 15 και 18, και της 13ης Ιουνίου 1989, C-56/89 R, Publishers Association κατά Επιτροπής, Συλλογή 1989, σ. 1693, σκέψεις 34 και 35· διατάξεις του ροέδρου του ρωτοδικείου της 16ης Ιουνίου 1992, T-24/92 R και T-28/92 R, Langnese-Iglo και Schöller Lebensmittel κατά Επιτροπής, Συλλογή 1992, σ. ΙΙ-1839, σκέψη 29, της 16ης Ιουλίου 1992, T-29/92 R, SPO κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1992, σ. ΙΙ-2161, σκέψη 31, της 10ης Μαρτίου 1995, T-395/94 R, Atlantic Container κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1995, σ. ΙΙ-595, σκέψη 55, και της 7ης Ιουλίου 1998, T-65/98 R, Van den Bergh Foods κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, σ. ΙΙ-2641, σκέψη 66).

94 Για να υποστηρίξει την πιο πάνω άποψη, η αιτούσα αναπτύσσει μια επιχειρηματολογία στηριζόμενη σε δύο ισχυρισμούς, σύμφωνα με τους οποίους, πρώτον, η άμεση εκτέλεση της επίδικης απόφασης θα έθιγε τη λειτουργία δήλωσης της προέλευσης και τη λειτουργία σήμανσης που επιτελεί το σήμα και, δεύτερον, η προκαλούμενη με τον τρόπο αυτό ζημία δεν θα μπορούσε να υπολογιστεί.

- ροσβολή της λειτουργίας δήλωσης της προέλευσης και της λειτουργίας σήμανσης που επιτελεί το σήμα

95 Η αιτούσα εκθέτει ότι, σε περίπτωση που η εθνική αγορά είναι κατανεμημένη, η επίθεση, χωρίς διάκριση, του σήματος «Der Grüne Punkt» σε όλες τις συσκευασίες, ως αποτέλεσμα της εκτέλεσης της επίδικης απόφασης, θα έθιγε αναπόφευκτα τη λειτουργία δήλωσης της προέλευσης που επιτελεί το σήμα, αφού ο τελικός καταναλωτής δεν θα ήταν πλέον σε θέση να γνωρίζει αν μια συσκευασία που φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» συμμετέχει στο σύστημα της DSD ή στο σύστημα κάποιου τρίτου.

96 Αυτή η προσβολή της λειτουργίας δήλωσης της προέλευσης θα μπορούσε να οδηγήσει στη διαγραφή του σήματος «Der Grüne Punkt», λόγω απώλειας του διακριτικού χαρακτήρα, και, κατά συνέπεια, στην αδυναμία αντιτάξεώς του προς τους τρίτους που χρησιμοποιούν το εν λόγω σήμα χωρίς να τους έχει δοθεί άδεια προς τον σκοπό αυτό. Ως προς το τελευταίο αυτό σημείο, η DSD υπογραμμίζει ότι μπόρεσε να αμυνθεί κατά ενός ανταγωνιστή, της Vfw, που επιδίωκε σαφώς να αναφερθεί στις υπηρεσίες αποκομιδής απορριμμάτων της DSD, χρησιμοποιώντας την ομοιότητα ονομασίας και εικόνας μεταξύ του σήματος «Der Grüne Pfeil» και του σήματος «Der Grüne Punkt», ασκώντας απλώς αγωγή για την παύση της προσβολής δυνάμει του άρθρου 14 του Markengesetz. Η εκτέλεση όμως της επίδικης απόφασης θα καθιστούσε δυσχερέστερες τις αγωγές για διαγραφή, παύση της προσβολής ή αποζημίωση στο μέτρο που ο εναγόμενος θα μπορούσε να αμυνθεί, προβάλλοντας την ένσταση ότι το σήμα «Der Grüne Punkt» απώλεσε το διακριτικό του χαρακτήρα.

97 Η επίθεση του σήματος σε όλες τις συσκευασίες χωρίς διάκριση θα έθιγε επίσης, κατά τρόπο μη αναστρέψιμο, τη λειτουργία σήμανσης που επιτελεί το σήμα, διότι ο τελικός καταναλωτής δεν θα ήταν πλέον, στο εξής, σε θέση να διακρίνει αν η αποκομιδή μιας συσκευασίας που φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» πρέπει να γίνει μέσω των δοχείων συλλογής της DSD ή τρίτου.

98 Η σύγχυση που θα εδημιουργείτο με τον τρόπο αυτό στους τελικούς καταναλωτές θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη λειτουργία του συστήματος της DSD, όπως επισήμανε το Verwaltungsgerichtshof Kassel (διοικητικό εφετείο του Kassel) με διάταξη της 20ής Αυγούστου 1999, δεδομένου ότι το σύστημα αυτό εξαρτάται στενά από τη συνεργασία των καταναλωτών. Η προσβολή της λειτουργίας σήμανσης θα οδηγούσε σε μειωτικές τάσεις όσον αφορά τα προβλεπόμενα στον νόμο ποσοστά ανακύκλωσης, οπότε η επίτευξή τους θα ήταν πλέον αβέβαιη. Στην περίπτωση όμως αυτή θα μπορούσε να ανακληθεί η άδεια του συστήματος της DSD (άρθρο 6, παράγραφος 4, του διατάγματος). Στο πλαίσιο αυτό η DSD υπογραμμίζει ότι το 2000 υπερέβη μόλις κατά 5 % το νόμιμο ποσοστό ανακύκλωσης των συνθέτων υλών που ήταν 60 %. Αυτός ο κίνδυνος ανακλήσεως της αδείας του συστήματος αποτελεί μια από τις ουσιώδεις διαφορές μεταξύ της DSD και των συστημάτων ιδίας διάθεσης. ράγματι, όταν τα συστήματα ιδίας διάθεσης δεν φθάνουν τα νόμιμα ποσοστά ανακύκλωσης, αρκεί να λάβουν μια νέα άδεια από την DSD (άρθρο 6, παράγραφος 1, ένατο εδάφιο, του διατάγματος).

99 Αντίθετα, όλες οι συσκευασίες που συλλέγονται από την DSD πρέπει να ανακυκλωθούν, ακόμη και πέρα από τα επιβαλλόμενα ποσοστά (σημείο 1, παράγραφος 5, πρώτο εδάφιο, του παραρτήματος Ι του άρθρου 6 του διατάγματος). Στο μέτρο που το κόστος αποκομιδής σε μικρή απόσταση από τα νοικοκυριά υπερβαίνει κατά γενικό κανόνα τα έσοδα από την πώληση των ανακυκλωμένων προϊόντων, είναι σημαντικό, σύμφωνα με την αιτούσα, να μην υπάρχει μεγάλη υπέρβαση των ποσοστών αυτών. Η αιτούσα αντιμετωπίζει ήδη το πρόβλημα αυτό όσον αφορά το χαρτί και το χαρτόνι, ενώ δεν είναι ακόμη υποχρεωμένη να χορηγήσει υποχρεωτική άδεια.

100 Είναι, κατά συνέπεια, σημαντικό να συνεχίσει η DSD να ελέγχει τις αποκομιζόμενες ποσότητες, ούτως ώστε να επιτυγχάνονται τα επιβαλλόμενα ποσοστά ανακύκλωσης, χωρίς όμως να σημειώνεται υπερβολική υπέρβασή τους. Η DSD υπογραμμίζει ότι το μόνο μέσο ελέγχου είναι η συνεργασία με τον τελικό καταναλωτή, δεδομένου ότι το σύστημα αποκομιδής που έχει θεσπίσει σε όλη τη γερμανική επικράτεια δεν μπορεί να τροποποιηθεί.

101 Η DSD προσθέτει ότι η λειτουργία δήλωσης της προέλευσης και η λειτουργία σήμανσης που επιτελεί το σήμα έχουν ήδη θιγεί λόγω της προβολής της επίδικης απόφασης από τα μέσα ενημέρωσης στη Γερμανία.

102 Εξάλλου, η ταυτόχρονη συμμετοχή στο σύστημα της DSD και σε ένα άλλο διττό σύστημα, όπως το σύστημα Landbell στο ομόσπονδο κράτος της Έσσης, ή σε σύστημα ιδίας διάθεσης θα είχε ως αναπόφευκτη συνέπεια να θιγεί η λειτουργία δήλωσης προέλευσης και η λειτουργία σήμανσης που επιτελεί το σήμα.

103 Υπογραμμίζοντας, στην πρώτη περίπτωση, ότι επίκειται η χορήγηση αδείας από τις αρχές του ομόσπονδου κράτους της Έσσης στο διττό σύστημα Landbell, η DSD υποστηρίζει ότι ένα προϊόν που αναλαμβάνεται από το σύστημα Landbell στο κράτος αυτό και, εκτός του κράτους αυτού, αναλαμβάνεται από το σύστημα της DSD θα πρέπει να φέρει σε ομοσπονδιακό επίπεδο και κατά τρόπο ομοιόμορφο το σήμα «Der Grüne Punkt» και το «Landbell-Baum» (δένδρο καλούμενο «Landbell»). Η επίθεση αυτών των δύο σημάτων στο ίδιο προϊόν θα δημιουργούσε αναπόφευκτα σύγχυση στον καταναλωτή του ομόσπονδου κράτους της Έσσης και στον καταναλωτή που κατοικεί εκτός αυτού.

104 Όσον αφορά τη δεύτερη περίπτωση, την της ατομικής ανάληψης συσκευασιών πώλησης που φέρουν το σήμα «Der Grüne Punkt», η αιτούσα αναφέρεται στις συνέπειες της επίδικης απόφασης. Έτσι, μια αλυσίδα φαρμακείων κάλεσε η ίδια τους προμηθευτές της σε επώνυμα προϊόντα, όπως Procter & Gamble ή Glaxo SmithKline, που φέρουν το σήμα «Der Grüne Punkt», να φροντίσουν για την αποκομιδή των συσκευασιών τους μέσω συστήματος ιδίας διάθεσης.

105 Η DSD θεωρεί ότι οι παραγωγοί αυτοί θα προβούν στις σχετικές ενέργειες σύντομα, δεδομένου ότι μπορούν για πρώτη φορά να εκμεταλλευθούν δύο κύρια πλεονεκτήματα του σήματος «Der Grüne Punkt», χωρίς συμμετοχή στο σύστημα της DSD. ρώτον, η ιδιαίτερη εκτίμηση της οποίας απολαύει μια συσκευασία (όπως έκρινε το Landgericht του Αμβούργου) που φέρει το σήμα αποτελεί για τους παραγωγούς επωνύμων προϊόντων σημαντικό πλεονέκτημα. Δεύτερον, οι παραγωγοί και οι διανομείς μπορούν να θεωρήσουν ως δεδομένο ότι, λόγω της λειτουργίας σήμανσης που επιτελεί το σήμα «Der Grüne Punkt», ένα σημαντικό ποσοστό των καταναλωτών δεν θα επιστρέψει τη συσκευασία στο κατάστημα, λόγω του απατηλού σήματος, ενώ η αποκομιδή της συσκευασίας θα έπρεπε να γίνει μέσω ομίλου επιχειρήσεων που συμμετέχουν σε σύστημα ιδίας διάθεσης σε μικρή απόσταση από τα καταστήματα. Η «σώρευση απορριμμάτων στο κατάστημα», ανεπιθύμητη για τους παραγωγούς και τους διανομείς επωνύμων προϊόντων, θα μπορούσε έτσι να αποφευχθεί με τη βοήθεια μιας αντικειμενικά εσφαλμένης και απατηλής επιθέσεως σήματος, που παραβιάζει το διάταγμα.

106 Άλλοι διανομείς, όπως η Aldi, Tengelmann ή Rewe, είναι έτοιμοι να ακολουθήσουν το παράδειγμα αυτό λόγω των ελκυστικών τιμών που εφαρμόζουν τα συστήματα ιδίας διάθεσης.

107 Το αποτέλεσμα θα είναι ότι, βραχυπρόθεσμα, οι καταναλωτές θα αντιμετωπίσουν το γεγονός ότι θα αγοράζουν - όπως έπρεπε μέχρι τώρα - σε μεγάλες αλυσίδες λιανικού εμπορίου προϊόντα που φέρουν το σήμα «Der Grüne Punkt», αλλά θα πληροφορούνται, για πρώτη φορά, στο κατάστημα, από «επιγραφές ευδιάκριτες και ευανάγνωστες», ότι η συσκευασία πρέπει να επιστραφεί στο κατάστημα. ράγματι, η υποχρέση δηλώσεως που επιβάλλει το άρθρο 6, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, του διατάγματος ισχύει και όταν μια συσκευασία, παρά την (εσφαλμένη) επίθεση του σήματος «Der Grüne Punkt», δεν συμμετέχει στο σύστημα DSD και η αποκομιδή της πρέπει να γίνει μέσω ομίλου επιχειρήσεων που συμμετέχουν σε σύστημα ιδίας διάθεσης. Η DSD θεωρεί ότι αυτή η αντιφατική πληροφόρηση του καταναλωτή θα οδηγήσει βραχυπρόθεσμα σε πλήρη αποδυνάμωση του σήματος και θα το καταστήσει μια απλή «ένδειξη της δυνατότητας διάθεσης» (αιτιολογική σκέψη 146 της επίδικης απόφασης) χωρίς λειτουργία δήλωσης προέλευσης ούτε λειτουργία σήμανσης ως προς τη διαδικασία αποκομιδής της συγκεκριμένης συσκευασίας.

108 Τέλος, κατ' εκτέλεση του άρθρου 5, παράγραφοι 2 και 3, της επίδικης απόφασης, η DSD υπογραμμίζει ότι δεν θα μπορεί να ζητήσει απόδειξη ότι έχουν πληρωθεί τα ποσοστά ανακύκλωσης «με τον ένα ή τον άλλο τρόπο», σύμφωνα με την ορολογία της Υπουργού εριβάλλοντος του ομόσπονδου κράτους της Ρηνανίας-αλατινάτου, για τις ποσότητες συσκευασιών που φέρουν το σήμα «Der Grüne Punkt», των οποίων η αποκομιδή έγινε με σύστημα ιδίας διάθεσης, παρά μόνον την 1η Μα_ου του έτους που έπεται της ανακοινώσεως περί της πληρώσεως των εν λόγω ποσοστών. Η αυθαιρεσία στην οποία εκτίθεται, με τον τρόπο αυτό, η DSD αποδεικνύεται επίσης από τις πρώτες επιστολές που ανακοινώνουν την έξοδο από το σύστημα.

- Αδυναμία υπολογισμού της ζημίας

109 Η άμεση εφαρμογή του άρθρου 3 της επίδικης απόφασης θα είχε σοβαρές και ανεπανόρθωτες συνέπειες, δεδομένου ότι δεν θα μπορούσε να προσδιοριστεί ποσοτικώς η εντεύθεν περιουσιακή και μη περιουσιακή ζημία (διάταξη Van den Bergh Foods κατά Επιτροπής, που προαναφέρθηκε, σκέψη 65), ιδίως αυτή που αφορά την εξουδετέρωση της λειτουργίας δήλωσης της προέλευσης και της λειτουργίας σήμανσης που επιτελεί το σήμα Der «Grüne Punkt».

110 Εξάλλου, θα ήταν πολύ δύσκολο να αποδειχθεί, διότι η ανάκληση της αδείας, οφειλόμενη στη μείωση των αποτελεσμάτων της αποκομιδής, αποτελεί συνέπεια της απατηλής σήμανσης και της αποδυνάμωσης του σήματος.

Επί της σταθμίσεως των συμφερόντων

111 Η DSD θεωρεί ότι η Επιτροπή δεν έχει υπέρτερο συμφέρον να παύσουν αμέσως οι διαπιστωθείσες παραβάσεις στην περίπτωση που η εθνική αγορά έχει κατανεμηθεί.

112 ράγματι, ο κανόνας που θεσπίζει το άρθρο 4, παράγραφος 1, της σύμβασης προβλέπεται από το 1991 και η Επιτροπή, που γνώριζε τον κανόνα αυτό από τότε που κοινοποιήθηκε, δηλαδή από τις 2 Σεπτεμβρίου 1992, έδωσε ευνοϊκή γνώμη (βλ. πιο πάνω σκέψη 29), πράγμα που πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά τη στάθμιση των συμφερόντων (διάταξη Van den Bergh Foods κατά Επιτροπής, που προαναφέρθηκε σκέψη 69).

113 Εξάλλου, η επίδικη απόφαση γεννά δύσκολα ερωτήματα όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 82, η εξέταση των οποίων εμπίπτει στην αρμοδιότητα του ρωτοδικείου που θα αποφανθεί επί της υποθέσεως κατ' ουσίαν (προπαρατεθείσα διάταξη RTE κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 14). Έτσι, στο ανακοινωθέν τύπου που αφορούσε την επίδικη απόφαση, η Επιτροπή παραδέχθηκε ότι «δεν ήταν εύκολο για την DSD να εκτιμήσει, υπό το πρίσμα των προηγουμένων αποφάσεων της Επιτροπής ή του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, κατά πόσον η συμπεριφορά της συμβιβαζόταν προς τους κανόνες ανταγωνισμού της Συνθήκης».

114 Η επίδικη απόφαση είναι αντίθετη προς την απόφαση του αρμόδιου για τις συμπράξεις τμήματος του Oberlandesgericht του Düsseldorf, της 11ης Αυγούστου 1998, με την οποία απορρίφθηκε ρητώς η αιτίαση ότι υπάρχει παράβαση του κανόνα που αναφέρει η Επιτροπή, λόγω του ότι το ανταποδοτικό σύστημα λαμβάνει υπόψη τα έννομα συμφέροντα των συμβαλλομένων. Σε τέτοιες περιπτώσεις, το συμφέρον της αιτούσας για αναστολή υπερέχει κατ' αρχήν, ώστε να αποφευχθεί, μέχρι την περάτωση της κύριας δίκης, η δημιουργία κατάστασης «αβεβαιότητας περί το δίκαιο» (διάταξη Van den Bergh Foods κατά Επιτροπής, που προαναφέρθηκε, σκέψη 74).

115 Τέλος, οι χρήστες του σήματος «Der Grüne Punkt» έχουν, επιτρεπτώς, τη δυνατότητα να προσφύγουν στις υπηρεσίες αποκομιδής των ανταγωνιστών της DSD χωρίς να χρησιμοποιούν το σήμα της. Το γενικό συμφέρον συνηγορεί υπέρ της μη καταστροφής του σήματος, που είναι σημαντικό για την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκει το διάταγμα, δηλαδή την πρόληψη παραγωγής απορριμμάτων και την ανακύκλωση των απορριμμάτων, καθώς και τη μείωση επιβάρυνσης του δημόσιου συστήματος αποκομιδής απορριμμάτων.

Επιχειρήματα της Επιτροπής και των υπέρ αυτής παρεμβάντων

Επί του fumus boni juris

116 Ως προκαταρκτική παρατήρηση η Επιτροπή επισημαίνει ότι η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων επικεντρώνεται στις υποτιθέμενες συνέπειες της άμεσης εκτέλεσης της επίδικης απόφασης επί της νομικής θέσης της DSD ως δικαιούχου του σήματος «Der Grüne Punkt».

117 Η διάρθρωση της επιχειρηματολογίας της Επιτροπής περιλαμβάνει τέσσερα σημεία. Η Επιτροπή υποστηρίζει, πρώτον, ότι η πρακτική της αιτούσας δεν συμβιβάζεται προς το άρθρο 82 ΕΚ, δεύτερον, ότι η επίδικη απόφαση δεν εμποδίζει την καλή λειτουργία του συστήματος της DSD, τρίτον ότι η επίδικη απόφαση δεν περιορίζει τα δικαιώματα της DSD επί του σήματος «Der Grüne Punkt» και, τέταρτον, ότι η προβαλλόμενη λειτουργία σήμανσης που επιτελεί το σήμα δεν είναι σημαντική.

118 Η Επιτροπή υπενθυμίζει, πρώτον, ότι την κατάχρηση συνιστούν οι διέποντες το τέλος όροι της σύμβασης. Ειδικότερα, η κατάχρηση συνίσταται στο γεγονός ότι η αιτούσα υποχρεώνει τους συμμετέχοντες στο σύστημά της να επιθέτουν το σήμα της επί των συσκευασιών που μπορεί να επωφεληθούν της υπηρεσίας της για ανάληψη της υποχρεώσεως αποκομιδής, εισπράττοντας όμως τέλος για όλες τις συσκευασίες που φέρουν το σήμα της, έστω και αν δεν ζητηθούν οι υπηρεσίες της για ορισμένες ποσότητες των συσκευασιών αυτών. Έτσι, η αιτούσα εκμεταλλεύεται καταχρηστικά τη δεσπόζουσα θέση της, τιμολογώντας στις επιχειρήσεις που υπάγονται στο σύστημα μια υπηρεσία που δεν τους προσφέρει.

119 Η αιτούσα εμποδίζει επίσης, με τρόπο καταχρηστικό, την είσοδο ανταγωνιστών στην αγορά, δεδομένου ότι, θεσπίζοντας υποχρέωση καταβολής τέλους για όλες τις συσκευασίες που φέρουν το σήμα της, καθιστά οικονομικά ασύμφορη την προσφυγή στις υπηρεσίες ανταγωνιστριών εταιριών για ορισμένες ποσότητες συσκευασιών: πράγματι, είτε η επιχείρηση που υπάγεται στο σύστημα πληρώνει δύο φορές γι' αυτές τις ποσότητες συσκευασιών, είτε πρέπει να προβλέπει διαφορετικές συσκευασίες και διαφορετικά δίκτυα διανομής. Στην περίπτωση αυτή δεν θα μπορεί να εκμεταλλευθεί τη δυνατότητα που αντιπροσωπεύει για την εσωτερική αγορά η ενιαία συσκευασία σε ευρωπαϊκή κλίμακα.

120 Το άρθρο 3 της επίδικης απόφασης απαγορεύει στην DSD να εισπράττει τέλος για τις ποσότητες συσκευασιών για τις οποίες δεν ζητείται η υπηρεσία ανάληψης της υποχρέωσης αποκομιδής που προσφέρει η αιτούσα, έστω και αν οι συσκευασίες αυτές φέρουν το σήμα «Der Grüne Punkt». Η λύση αυτή απορρέει από τους όρους είσπραξης του τέλους που καθόρισε η αιτούσα. Κάθε διορθωτικό μέτρο θα πρέπει να λάβει υπόψη το γεγονός ότι η DSD υποχρεώνει τους συμμετέχοντες στο σύστημά της να χρησιμοποιούν το σήμα «Der Grüne Punkt» και ότι στηρίζεται στο εύρος της χρησιμοποίησης αυτής για να υπολογίσει το τέλος. Η επίδικη απόφαση στηρίζεται μάλιστα στη σύμβαση που προβλέπει, στο άρθρο 4, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ότι είναι δυνατές εξαιρέσεις από την υποχρέωση καταβολής τέλους, ακόμα και σε περίπτωση χρησιμοποιήσεως του σήματος.

121 Η ύπαρξη καταχρήσεως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ο πολλαπλασμός των δικτύων διανομής και των συσκευασιών δεν είναι αποδοτικός στις περιπτώσεις που αφορά η επίδικη απόφαση. Οι αντιρρήσεις της αιτούσας στο σημείο αυτό δεν είναι βάσιμες, στο μέτρο που τα παραδείγματα που παραθέτει δεν καλύπτονται από την επίδικη απόφαση. Εξάλλου, ένας τέτοιος πολλαπλασιασμός είναι παράλογος ενόψει του σκοπού του διατάγματος, αφού καθίσταται αδύνατος ο έλεγχος της χρήσης της μιας ή της άλλης συσκευασίας από τον τελικό καταναλωτή.

122 Σε περίπτωση ομοιόμορφων συσκευασιών, η ίδια η αιτούσα αναγνωρίζει ότι δεν είναι δυνατή η επιλεκτική σήμανση. Έτσι, στη συμπληρωματική της σύμβαση σε συμφωνία που αφορά τις συσκευασίες πώλησης ειδών γραφείου περιέχεται η ακόλουθη παρατήρηση:

«Οι συσκευασίες που φέρουν το σήμα "Der Grüne Punkt" βρίσκονται τόσο στον ιδιώτη τελικό καταναλωτή, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 10, του διατάγματος [...], όσο και στο ειδικό χονδρικό εμπόριο (ιδίως στα εμπορικά κέντρα που ειδικεύονται στις προμήθειες γραφείων, στις τεχνικές εταιρίες πληροφορικής, στους ειδικούς σε μηχανές γραφείων ή στα καταστήματα επίπλων γραφείων) και στους άμεσους διανομείς. Ο συμμετέχων στο σύστημα δεν δύναται, για λόγους τεχνικούς και λογιστικούς, να οργανώσει τη σήμανση και την εμπορία των συσκευασιών του κατά τρόπον ώστε η χρήση του σήματος να ανταποκρίνεται, στον βαθμό που το επιθυμεί, στον τόπο εναπόθεσης των χρησιμοποιημένων συσκευασιών.»

123 Δεύτερον, η Επιτροπή αμφισβητεί τον ισχυρισμό της αιτούσας ότι το τέλος ενδείκνυται να συνδεθεί με τον αριθμό των συσκευασιών που φέρουν το σήμα και όχι με τον αριθμό των συσκευασιών που πράγματι αποκομίστηκαν, με αποτέλεσμα ο κανόνας αυτός να μη συνιστά κατάχρηση.

124 Κατ' αρχάς, κανένα από τα δύο επιχειρήματα, των οποίων γίνεται επίκληση για να αποδειχθεί η προβαλλόμενη αδυναμία εκτέλεσης της επίδικης απόφασης, δεν είναι πειστικό.

125 Όσον αφορά τον πρώτο επιχείρημα ότι ο υφιστάμενος κανόνας για την επίθεση του σήματος εμποδίζει τη δημιουργία σύγχυσης, η Επιτροπή αντιτάσσει ότι η επίδικη απόφαση ουδόλως θίγει την υποχρέωση διαφάνειας που θεσπίζει το διάταγμα. Ως προς το ζήτημα αυτό, η Επιτροπή, που επισημαίνει ότι τα όσα εκθέτει η αιτούσα αναφέρονται αποκλειστικά στην περίπτωση ΙΙ της εν λόγω απόφασης (δηλαδή στην ύπαρξη ανταγωνιστικών συστημάτων ιδίας διάθεσης), υπογραμμίζει ότι η απορρέουσα από το διάταγμα αρχή ότι ο ρυπαίνων πληρώνει εφαρμόζεται σε ποσότητες συσκευασιών και όχι σε συγκεκριμένες συσκευασίες. Εκείνο που έχει σημασία είναι να αποδειχθεί ότι ορισμένες ποσότητες συσκευασιών αποτελούν αντικείμενο ανακύκλωσης. Για να αιτιολογήσει τον εσφαλμένο ισχυρισμό της, σύμφωνα με τον οποίο η υποχρέωση σήμανσης των συσκευασιών, την οποία θεωρεί υφιστάμενη, απορρέει από το διάταγμα, η αιτούσα στηρίζεται σε αποσπάσματα διαφόρων εγγράφων που αφορούν την εφαρμοζόμενη ρύθμιση, τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε σφάλματα.

126 Όσον αφορά το δεύτερο επιχείρημα, σχετικά με το κριτήριο τιμολόγησης των υπηρεσιών, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι ο ρητός σκοπός του συστήματος καταβολής τέλους που εφαρμόζει η αιτούσα έγκειται αποκλειστικά και μόνον στην κάλυψη του κόστους που συνδέεται με τη λειτουργία του συστήματος (άρθρο 5 της σύμβασης). Στις περιπτώσεις όμως που αφορά η επίδικη απόφαση υπάρχει ήδη ανισορροπία στη σχέση μεταξύ της παροχής και του τέλους, για τον απλό λόγο ότι υπάρχει ένα τμήμα των συσκευασιών για τις οποίες η αιτούσα δεν παρέχει την υπηρεσία ανάληψης της υποχρέωσης αποκομιδής, αλλά παρ' όλ' αυτά εισπράττει τέλος. Η αιτούσα δεν προβάλλει κανένα πειστικό επιχείρημα που να εξηγεί για ποιο λόγο δεν μπορεί να υπολογίσει το τέλος ανάλογα με την ποσότητα των συσκευασιών, για τις οποίες πράγματι της ζητείται να παράσχει υπηρεσία ανάληψης της υποχρέωσης αποκομιδής των εν λόγω συσκευασιών.

127 Η αιτούσα ισχυρίζεται μόνον ότι η Επιτροπή επιβάλλει μια τιμολόγηση στηριζόμενη στην πράγματι παρασχεθείσα υπηρεσία αποκομιδής. Ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί, διότι η επίδικη απόφαση προβλέπει τιμολόγηση στηριζόμενη στην ποσότητα συσκευασιών, για την οποία ο συμμετέχων στο σύστημα προσφεύγει στην υπηρεσία ανάληψης της υποχρέωσης αποκομιδής. Μια τέτοια ποσότητα μπορεί εύκολα να καθοριστεί. ράγματι, η υπαγόμενη στο σύστημα επιχείρηση πρέπει να ενημερώνει την αιτούσα σχετικά με την ποσότητα συσκευασιών για την οποία ζητεί να της παρασχεθούν οι υπηρεσίες ανάληψης της υποχρέωσης αποκομιδής. Οι πρακτικοί λόγοι δεν δικαιολογούν συνεπώς την υιοθέτηση τιμολόγησης που στηρίζεται στην ποσότητα συσκευασιών που φέρουν το σήμα «Der Grüne Punkt».

128 Στη συνέχεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι είναι αβάσιμοι οι ισχυρισμοί σχετικά με το δίκαιο των σημάτων, που επίσης επικαλείται η αιτούσα για να αποδείξει ότι το καθεστώς καταβολής τέλους δεν συνιστά κατάχρηση. Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι το σήμα χρησιμεύει για να διακρίνει ή να εξατομικεύει την προέλευση του εμπορεύματος ή της υπηρεσίας μεταξύ μιας πληθώρας προσφορών της ίδιας φύσης και ότι, στο πλαίσιο αυτής της διακριτικής λειτουργίας, το σήμα επιτελεί διάφορες υπολειτουργίες. ράγματι, τα σήματα μπορούν να χρησιμεύσουν για τη διάκριση των εμπορευμάτων όχι μόνον ανάλογα με την προέλευσή τους (διακριτική λειτουργία όσον αφορά την εμπορική προέλευση), αλλά και ανάλογα με την ποιότητά τους, δίνοντας στον καταναλωτή μια εντύπωση σταθερής ποιότητας, την οποία μπορεί να εμπιστευθεί κατά τις αγορές του (λειτουργία εγγύησης ή εμπιστοσύνης στο σήμα). Αυτή η τελευταία λειτουργία είναι κρίσιμη για τα συλλογικά σήματα, αφού είναι αδύνατο να καθοριστεί με ακρίβεια η προέλευση του εμπορεύματος που φέρει το σήμα αυτό. Εξάλλου, το σήμα μπορεί, κατά τρόπο σχετικά ανεξάρτητο από το συγκεκριμένο εμπόρευμα, να ασκεί στον αγοραστή μια δύναμη έλξης που αποτελεί ίδιον του σήματος, λόγω των χαρακτηριστικών και της φήμης του (διαφημιστική λειτουργία του σήματος).

129 Για να εκτιμηθεί η ενδεχόμενη προσβολή των δικαιωμάτων του δικαιούχου σήματος, πρέπει να εξακριβωθεί το ακριβές αντικείμενο της εν λόγω προστασίας. Η κοινοτική νομολογία, που επικαλείται η αιτούσα, εγγυάται την προστασία της λειτουργίας δήλωσης της προέλευσης που επιτελεί το σήμα. Ως προς το ζήτημα αυτό, η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτή η λειτουργία του σήματος θίγεται στην περίπτωση που ο καταναλωτής ή ο τελικός χρήστης αποδίδει εσφαλμένα την υπηρεσία που έλαβε στον δικαιούχο του μη νομοτύπως επιτεθέντος σήματος. Αντίθετα, δεν θίγεται η λειτουργία δήλωσης της προέλευσης όταν αποκλείεται κάθε εξαπάτηση του τελικού αποδέκτη της υπηρεσίας.

130 Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η υπηρεσία που προσφέρει η DSD συνίσταται στην ελευθέρωση των παραγωγών και των διανομένων από την ατομική τήρηση των υποχρεώσεων ανάληψης και ανακύκλωσης των απορριμμάτων συσκευασιών. Οι ρήτρες που αφορούν τη χρήση του σήματος «Der Grüne Punkt» δεν εμπίπτουν συνεπώς στο κύριο αντικείμενο της σύμβασης. Η Επιτροπή υπογραμμίζει σχετικά ότι το ύψος του τέλους καθορίζεται αποκλειστικά ανάλογα με το βάρος ή την ποσότητα των συσκευασιών που καλύπτονται από τη σύμβαση. Τα τέλη εισπράττονται συνήθως με κερδοσκοπικό σκοπό σε αντάλλαγμα για την παραχώρηση χρήσης ενός άυλου δικαιώματος και όχι σε αντάλλαγμα της παροχής υπηρεσίας. ράγματι, όταν μια παροχή υπηρεσιών αμείβεται, ο καθορισμός του τέλους δεν συνδέεται άμεσα με την παραχώρηση χρήσης σήματος. Μια σύμβαση παραχώρησης αδείας, «που ελευθερώνει τη συμμετέχουσα στο σύστημα επιχείρηση από τις υποχρεώσεις ανάληψης και ανακύκλωσης που υπέχει δυνάμει του διατάγματος για τις συσκευασίες», έχει συνεπώς εκτραπεί από το φυσιολογικό της αντικείμενο.

131 Η Επιτροπή αντικρούει τους ισχυρισμούς της αιτούσας, σύμφωνα με τις οποίες το άρθρο 3 της επίδικης απόφασης έχει ως συνέπεια να της επιβάλει την υποχρεωτική παραχώρηση αδείας και να εξουδετερώνει τη λειτουργία δήλωσης της προέλευσης και τη λειτουργία εγγύησης του σήματός της «Der Grüne Punkt».

132 Αφενός, η Επιτροπή θεωρεί ότι το άρθρο 3 της επίδικης απόφασης δεν υποχρεώνει την αιτούσα να παραχωρεί υποχρεωτική άδεια αντίθετη προς το άρθρο 21 της συμφωνίας TRIP και προς τη νομολογία του Δικαστηρίου. ράγματι, η επίδικη απόφαση δεν έχει καμία επίπτωση στον αριθμό αυτών στους οποίους η αιτούσα παραχωρεί άδεια· μόνον οι παραγωγοί και οι διανομείς που έχουν συνάψει σύμβαση με την αιτούσα θα μπορούν να επιθέτουν το σήμα «Der Grüne Punkt» στις συσκευασίες τους. Σε κάθε περίπτωση, από τον συνδυασμό των άρθρων 21 και 40, παράγραφος 2, της συμφωνίας TRIP προκύπτει ότι επιτρέπεται η εξισορρόπηση των συμφερόντων του δικαιούχου του σήματος και του γενικού συμφέροντος που συνεπάγεται ανταγωνισμό χωρίς στρεβλώσεις.

133 Εξάλλου, η Επιτροπή αμφισβητεί ότι το άρθρο 3 της επίδικης απόφασης υποχρεώνει την αιτούσα να παραχωρεί άδεια χωρίς αμοιβή. ράγματι, ως αντάλλαγμα της αδείας για τη χρήση του σήματος, ο παραχωρησιούχος καταβάλλει τέλος, το ύψος του οποίου μπορεί να καθοριστεί ανάλογα με τον αριθμό των προϊόντων που τίθενται σε κυκλοφορία, ως ποσοστό επί του κύκλου εργασιών ή σύμφωνα με ανάλογα κριτήρια, που επιτρέπουν την εκτίμηση της οικονομικής χρήσης του σήματος από τον παραχωρησιούχο. Αυτός ο υπολογισμός μπορεί να γίνει εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων. Κατά συνέπεια, σε πολλές μεθόδους υπολογισμού, δεν λαμβάνονται υπόψη όλα τα προϊόντα που φέρουν το σήμα για τον καθορισμό του ύψους του τέλους.

134 Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός της αιτούσας, σύμφωνα με τον οποίο η απόφαση οδηγεί σε υποχρεωτική άδεια χωρίς την καταβολή αμοιβής, θα ήταν κρίσιμος μόνον αν μπορούσε να γίνει διάκριση στην άδεια αναλόγως του αν οι οικείες συσκευασίες καλύπτονται πράγματι από το συλλογικό σύστημα ανάληψης ή όχι. Αυτό θα μπορούσε να γίνει μόνον αν ήταν δυνατό να καθοριστεί εκ των προτέρων ποιες συσκευασίες συλλέγονται από το σύστημα της αιτούσας και ποιες δεν συλλέγονται από αυτό. Ο καταναλωτής όμως είναι ο μόνος που αποφασίζει για την τύχη κάθε συσκευασίας και η διαπίστωση της πραγματικής χρήσης των συσκευασιών που τέθηκαν στο εμπόριο δεν είναι δυνατή παρά μόνον εκ των υστέρων.

135 Επομένως, δεν είναι ακόμη δυνατό να καθοριστεί, όσον αφορά την παραχώρηση της αδείας, ποιες συσκευασίες πράγματι συλλέγονται από την αιτούσα. Η χρησιμοποίηση ή μη χρησιμοποίηση της υπηρεσίας αποκομιδής της αιτούσας μπορεί να ληφθεί υπόψη μόνο στο στάδιο του καθορισμού του ύψους του τέλους. Δεν μπορεί συνεπώς να γίνει λόγος περί δωρεάν αδείας για ορισμένες συσκευασίες· μπορεί το πολύ να θεωρηθεί ότι ένα τμήμα των συσκευασιών που φέρουν, κατόπιν παροχής αδείας, το σήμα αποκλείεται από τον υπολογισμό του τέλους.

136 Αφετέρου, όσον αφορά τη λειτουργία δήλωσης προέλευσης που επιτελεί το σήμα, η Επιτροπή θεωρεί ότι η άποψη της αιτούσας είναι υπερβολικά ευρεία. Η αιτούσα παραλείπει να διευκρινίσει ότι οι τελικοί αποδέκτες της υπηρεσίας που προσφέρει δεν είναι σε καμία περίπτωση οι τελικοί καταναλωτές του συσκευασμένου προϊόντος, αλλά οι παραγωγοί ή οι διανομείς της συσκευασίας, οι οποίοι ουδόλως εξαπατώνται. Όσον αφορά την εξαπάτηση των τελικών καταναλωτών προϊόντων των οποίων η συσκευασία φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt», οι αιτιολογίες της αιτούσας δεν είναι πειστικές. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η προβαλλόμενη εξαπάτηση δεν αποτελεί προσβολή της λειτουργίας δήλωσης της προέλευσης που επιτελεί το σήμα «Der Grüne Punkt». Η επιρροή ενός σήματος αποτελεί συνάρτηση της αντίληψης που έχει για το σήμα αυτό η ομάδα στην οποία το σήμα απευθύνεται, εν προκειμένω οι τελικοί καταναλωτές καταναλωτικών αγαθών, των οποίων οι συσκευασίες αποκομίζονται μέσω διαφόρων συστημάτων. Για τον μέσο τελικό καταναλωτή, η αντίληψη του σήματος επικεντρώνεται στην ένδειξη ότι είναι δυνατόν η αποκομιδή της συσκευασίας να γίνει από το σύστημα της DSD.

137 Η διαπίστωση αυτή στηρίζεται στην παρατηρηθείσα συμπεριφορά των καταναλωτών στο ζήτημα της αποκομιδής των απορριμμάτων, που επιβεβαιώνεται καθημερινά, καθώς και στη σχετική εκτίμηση της ίδιας της αιτούσας στον κανονισμό της περί χρήσης του συλλογικού σήματος, που αφορά την επιρροή του σήματος «Der Grüne Punkt» (πιο πάνω σκέψη 27). Όσον αφορά το μόνο ζήτημα το οποίο αφορά η επίδικη απόφαση, δηλαδή το ζήτημα του κατά πόσον οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν στο σύστημα κατέβαλαν τέλος ανάλογο προς το μέγεθος της αποκομιδής των απορριμμάτων που προκλήθηκαν από τις συσκευασίες τους, ο καταναλωτής ενδιαφέρεται βεβαίως γι' αυτό τόσο όσο και για άλλες λεπτομέρειες της οργάνωσης του εν λόγω συστήματος ή άλλων συστημάτων.

138 Εξάλλου, οι εκτιμήσεις για το σήμα, στις οποίες προέβησαν διάφορα γερμανικά δικαστήρια, σε συνδυασμό με τα συμφραζόμενα, διαφέρουν από τον τρόπο με τον οποίο τις παρουσίασε η αιτούσα.

139 Όσον αφορά τις προβαλλόμενες συνέπειες επί της λειτουργίας «εγγύησης» ή εμπιστοσύνης που επιτελεί το σήμα, η Επιτροπή εκτιμά ότι το γεγονός ότι, σε ορισμένες περιοχές, μια δυνατότητα αποκομιδής των απορριμμάτων συσκευασιών προστίθεται σε μια άλλη δεν αφαιρεί από τον καταναλωτή τη δυνατότητα να εναποθέσει τη συσκευασία που φέρει το σήμα στα δοχεία αποκομιδής που έχει τοποθετήσει η αιτούσα. Η λειτουργία εγγύησης που επιτελεί το σήμα θα εξουδετερωνόταν μόνον αν η αποκομιδή των συσκευασιών που καλύπτοναι από άλλο σύστημα δεν γινόταν σε καμία περίπτωση από την αιτούσα. Όμως, για πρακτικούς λόγους, αυτό δεν συμβαίνει. Κατά την άποψη της Επιτροπής, η αιτούσα θα συνεχίσει να αποκομίζει τις συσκευασίες που φέρουν το σήμα «Der Grüne Punkt» εφόσον ο καταναλωτής επιλέγει τη λύση αυτή. Για τον καταναλωτή δεν μεταβάλλεται, συνεπώς, η λειτουργία εγγύησης που επιτελεί το σήμα.

140 Τέλος, η «λειτουργία σήμανσης» που επιτελεί το σήμα «Der Grüne Punkt» δεν έχει σχέση με το δίκαιο των σημάτων.

Επί του στοιχείου του επείγοντος

141 Η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν πληρούται η προϋπόθεση που αφορά το επείγον.

142 Η Επιτροπή παρατηρεί κατ' αρχάς ότι η αιτούσα δεν απαντά στο ερώτημα σε τί συνίσταται ακριβώς η ζημία που προβάλλει. Η προβαλλόμενη ζημία συνίσταται σε μια μη περιουσιακή ζημία, οφειλόμενη στη δήθεν μείωση των λειτουργιών που επιτελεί το σήμα, και σε μια περιουσιακή ζημία οφειλόμενη στον κίνδυνο απώλειας της αδείας. Η τελευταία στερείται κάθε ερείσματος. ράγματι, μια μείωση των ποσοτήτων απορριμμάτων συσκευασιών που συλλέγησαν σημαίνει μειωμένη προσφυγή στις υπηρεσίες της DSD για ανάληψη των υποχρεώσεων ανάληψης και ανακύκλωσης των εν λόγω απορριμμάτων. Δεδομένου ότι το ποσοστό ανακύκλωσης που πρέπει να επιτευχθεί καθορίζεται σε σχέση με την ποσότητα συσκευασιών που καλύπτονται από το σύστημα της DSD, η εκτέλεση της επίδικης απόφασης δεν μειώνει τις δυνατότητες επιτεύξεως του ποσοστού αυτού.

143 Οι δημόσιες δηλώσεις της αιτούσας διαψεύδουν τον ισχυρισμό της ότι η εκτέλεση της επίδικης απόφασης οδηγεί σε ανεπανόρθωτη καταστροφή του σήματός της και, εκτός αυτού, θέτει σε κίνδυνο την εν γένει καλή λειτουργία του συστήματός της. ράγματι, σε ένα κείμενο με τίτλο «Hintergrundinformationen zur Auseinandersetzung zwischen der EU-Kommission und der Duales System Deutschland AG» («Ενημερωτικά στοιχεία για τη διαφορά μεταξύ της Επιτροπής και της Duales System Deutschland AG»), που κυκλοφόρησε στο Internet και απευθυνόμενο στους συμμετέχοντες στο σύστημά της, η αιτούσα αναφέρει, σχετικά με τις συνέπειες της απόφασης, τα ακόλουθα:

«Η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι ένα τέλος χωρίς περιορισμούς βαρύνει όλες τις συσκευασίες που φέρουν το σήμα "Der Grüne Punkt" και συμμετέχουν στο σύστημα DSD και ότι, εξάλλου, το τέλος αυτό δεν αμφισβητείται. Αυτό αφορά ιδίως όλες τις συσκευασίες που πωλούνται σε τελικούς καταναλωτές, οι οποίες αντιπροσωπεύουν, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, περισσότερο από το 85 % των συσκευασιών που συμμετέχουν στο σύστημα DSD. Κατά συνέπεια, διατηρείται η βασική οικονομική δραστηριότητα της DSD.»

144 Μια τέτοια πεποίθηση της αιτούσας αποδεικνύει ότι το σήμα δεν μπορεί να έχει κεφαλαιώδη σημασία για την εκμετάλλευση του συστήματος. Σε κάθε περίπτωση, δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός ότι το σήμα «Der Grüne Punkt» είναι το μοναδικό μέσο που διαθέτει η αιτούσα για να επηρεάσει τη συμπεριφορά του τελικού καταναλωτή στο ζήτημα της αποκομιδής των συσκευασιών. Ο ισχυρισμός αυτός δεν αποδείχθηκε, όπως δεν αποδείχθηκαν και οι λοιποί ισχυρισμοί της αιτούσας, σύμφωνα με τους οποίους η επίδικη απόφαση επηρεάζει τις ποσότητες συσκευασιών που συλλέγονται, η απήχηση δε της υποθέσεως στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, και όχι η ίδια η απόφαση, είχε «ως συνέπεια τον κλονισμό της εμπιστοσύνης του καταναλωτή και την εξασθένηση, με τον τρόπο αυτό, του σήματος».

145 Όσον αφορά το παράρτημα που επέλεξε η αιτούσα, δηλαδή το σύστημα που προβλέπει η Landbell στο ομόσπονδο κράτος της Έσσης, δεν γεννά το πρόβλημα της δήθεν σύγχυσης των καταναλωτών λόγω της επιθέσεως δύο σημάτων στο ίδιο προϊόν, έστω και για τον μοναδικό λόγο ότι η Landbell σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τα ίδια δοχεία αποκομιδής με την αιτούσα. Εντούτοις, ακόμη και εκτός του ομόσπονδου κράτους της Έσσης, η Επιτροπή δηλώνει ότι δεν αντιλαμβάνεται για ποιο λόγο η επίθεση ενός επιπλέον σήματος, το οποίο δεν έχει αλλού καμία σημασία στην πράξη, θα έπρεπε να δημιουργεί «σύγχυση». Η Επιτροπή θεωρεί ότι από μια τέτοια κατάσταση δεν μπορεί να συναχθεί ότι ο καταναλωτής θα πετάξει μια συσκευασία από χαρτόνι στα υπόλοιπα απορρίμματα αντί να την πετάξει στο ειδικό δοχείο για το χαρτί και το χαρτόνι. Αν ο αναπόδεικτος αυτός ισχυρισμός της αιτούσας ευσταθούσε, θα υπήρχε ο κίνδυνος κάθε άλλο σήμα, που θα χρησιμοποιούνταν επιπλέον του σήματος «Der Grüne Punkt», να οδηγήσει σε εξασθένηση του τελευταίου αυτού σήματος. Αρκεί εντούτοις η θέα μιας τρέχουσας συσκευασίας προς αντίκρουση του ισχυρισμού περί επιδράσεως της πολλαπλότητας των σημάτων στη συμπεριφορά του καταναλωτή στο ζήτημα της αποκομιδής των απορριμμάτων. Για τον επηρεασμό της συμπεριφοράς αυτής υπάρχουν άλλες δυνατότητες πλην του σήματος, όπως τα ενημερωτικά έγγραφα σαν αυτά που διανέμουν οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης.

146 Η Επιτροπή προσθέτει ότι τα ποσοστά ανακύκλωσης που επιτυγχάνονται σε κάθε περίπτωση δεν αντικατοπτρίζουν αναγκαστικά τα ποσοστά αποκομιδής, αλλά μόνο μια οικονομική πραγματικότητα. ράγματι, οι πρώτες ύλες δευτέρας τάξεως, που παράγονται από σύνθετα υλικά, μπορούν να πωληθούν μόνον επί ζημία. Κατά συνέπεια, ούτε η αιτούσα ούτε οι επιχειρήσεις αποκομιδής έχουν συμφέρον να υπερβούν σημαντικά το ποσοστό ανακύκλωσης. Αντίθετα, οι τιμές της αγοράς είναι θετικές για το χαρτί ή το χαρτόνι. Χάρη στο περιεχόμενο των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών που έχει συνάψει με τις επιχειρήσεις αποκομιδής, η αιτούσα δεν θίγεται οικονομικά από την υπέρβαση του ποσοστού, διότι οι αμοιβές που καταβάλλονται στις επιχειρήσεις αυτές είναι περιορισμένες. Δεδομένου ότι οι τιμές της αγοράς είναι θετικές, ούτε οι επιχειρήσεις αποκομιδής θα έπρεπε να υφίστανται οικονομικές κυρώσεις.

147 Στο πλαίσιο των παρατηρήσεών της σχετικά με το στοιχείο του επείγοντος, η αιτούσα επανέλαβε τον ισχυρισμό της ότι η εκτέλεση της επίδικης απόφασης θίγει το σήμα της «Der Grüne Punkt». Στηρίζεται στο γεγονός ότι ο καθένας θα μπορούσε, «ελεύθερα» και ανεξάρτητα από τη συμμετοχή στο σύστημά της, να χρησιμοποιεί το σήμα «Der Grüne Punkt». Αυτό όμως δεν συμβαίνει. Είναι προφανές, κατά την άποψη της Επιτροπής, ότι το σήμα δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί «ελεύθερα» και ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί παρά μόνο στις σαφώς καθορισμένες περιπτώσεις στις οποίες, όταν υπάρχει ομοιόμορφη παρουσίαση των συσκευασιών, η αιτούσα αποκομίζει ένα τμήμα των συσκευασιών, ενώ για το υπόλοιπο τμήμα ισχύουν υποχρεώσεις πιστοποίησης. Όπως επισημάνθηκε, η ίδια η αιτούσα εκτιμά ότι η απόφαση θα αφορά το 15 % των συσκευασιών για τις οποίες συνήψε συμβάσεις.

148 Στο μέτρο που η επιχειρηματολογία της αιτούσας που εκτίθεται στο πλαίσιο της προϋπόθεσης του επείγοντος αφορά την προβαλλόμενη έλλειψη κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης, η Επιτροπή παραπέμπει στις αναπτύξεις της σχετικά με την έλλειψη του fumus boni juris.

149 Η Επιτροπή δέχεται ότι η χρήση του σήματος από πρόσωπα που δεν συμμετέχουν στο σύστημα της αιτούσας ή στα οποία η αιτούσα δεν παραχώρησε άδεια μπορεί να θίξει το σήμα. Εντούτοις, η επίδικη απόφαση δεν συνεπάγεται μια τέτοια χρήση του σήματος ούτε εμποδίζει την αιτούσα, αντίθετα προς τους ισχυρισμούς της, να λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση κάθε καταχρηστικής χρησιμοποίησης του σήματος.

150 Όσον αφορά τον κίνδυνο διαγραφής του σήματος, που επικαλείται η αιτούσα, αυτός είναι ανύπαρκτος στο μέτρο που η επίδικη απόφαση δεν θίγει τη λειτουργία δήλωσης της προέλευσης ως ειδικό δικαίωμα προστασίας, ούτε τη λειτουργία εγγύησης που επιτελεί το σήμα. Το μήνυμα που μεταφέρει το σήμα δεν μεταβάλλεται.

151 Οι παρεμβαίνουσες θεωρούν ότι η DSD δεν θα υποστεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία αν δεν ανασταλεί η εκτέλεση της επίδικης απόφασης.

152 Συμμερίζονται την ανάλυση της Επιτροπής, επικαλούμενες το έγγραφο που κυκλοφόρησε η αιτούσα στο Internet.

153 Ειδικότερα, η Landbell αναφέρει ότι δεν θα ασκήσει άμεσα τις δραστηριότητές της παρά μόνο στο ομόσπονδο κράτος της Έσσης και ότι η εμφάνισή της στην αγορά θα έχει περιορισμένη επίδραση στον ανταγωνισμό. Υπογραμμίζει ότι ο πληθυσμός του εν λόγω ομόσπονδου κράτους αντιπροσώπευε στις 31 Δεκεμβρίου 1999 το 7,31 % περίπου του πληθυσμού της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και ότι η αναλογία των χρησιμοποιημένων συσκευασιών πώλησης, τις οποίες αφορά το σύστημά της, δεν θα υπερβαίνει το 10 % του συνόλου των απορριμμάτων συσκευασιών.

154 Η BellandVision υποστηρίζει ότι η δυνατότητα ατομικής ανάληψης περιορίζεται σε συγκεκριμένο όγκο. Δυνάμει του άρθρο 6, παράγραφος 1, του διατάγματος η ανάληψη των συσκευασιών πρέπει, πράγματι, να πραγματοποιείται στον τόπο παράδοσής τους στον τελικό καταναλωτή. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι δυνατή η αποκομιδή σε μικρή απόσταση από τα νοικοκυριά, μέσω «κίτρινων κάδων». Η ανάληψη στο πλαίσιο συστήματος ιδίας διάθεσης περιορίζεται συνεπώς στις περιπτώσεις στις οποίες η ανάληψη των συσκευασιών στον πραγματικό τόπο παράδοσής τους στον καταναλωτή είναι δυνατή, πράγμα που αντιπροσωπεύει το 10 έως 15 % του συνολικού όγκου συσκευασιών.

155 Η Landbell και BellandVision υποστηρίζουν επίσης ότι η επίδικη απόφαση δεν είναι ικανή να επιφέρει στην DSD απώλειες κερδών.

156 ράγματι, μια περιορισμένη μείωση του κύκλου εργασιών της DSD μπορεί να αποτελεί συνέπεια του ανταγωνισμού, αποκλείεται όμως, αντίθετα, η απώλεια κερδών. ράγματι, η DSD διαθέτει συμβατική εγγύηση για την είσπραξη αμοιβής καλύπτουσα στο κόστος. Δεσμεύθηκε μάλιστα να μην πραγματοποιήσει κέρδος από τη δραστηριότητά της. Τέλος, μια μείωση των ποσοτήτων συσκευασιών που υπάγονται στο σύστημα DSD θα οδηγούσε αυτόματα σε μείωση της αμοιβής των επιχειρήσεων που έχουν επιφορτισθεί με την αποκομιδή των απορριμμάτων.

157 Η δραστηριότητα της DSD δεν αποσκοπεί στην πραγματοποίηση κερδών. Δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 3, της σύμβασης, για τον υπολογισμό του τέλους εκμετάλλευσης δεν εφαρμόζεται προσαύξηση κέρδους. Αποκλειστικός σκοπός του τέλους είναι, σύμφωνα με τη διατύπωση της σύμβασης, η κάλυψη των δαπανών που απαιτούνται για το έργο της αποκομιδής, της διαλογής και της ανακύκλωσης, καθώς και των διοικητικών εξόδων (κόστος του συστήματος). Σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 3, της σύμβασης, τα τέλη μπορούν εξάλλου να αυξηθούν ή να μειωθούν «έτσι ώστε τα έξοδα λειτουργίας του συστήματος να καλογίζονται στο μέτρο του δυνατού με βάση τα γενεσιουργά τους αίτια στις επί μέρους κατηγορίες υλικών».

158 Ενώ από πλευράς εσόδων η DSD έχει εγγύηση για την κάλυψη του κόστους, από πλευράς εξόδων κάθε μείωση των ποσοτήτων συσκευασιών που υπάγονται στο σύστημα DSD συνεπάγεται τη μείωση της υποχρέωσης πληρωμής των επιχειρήσεων που είναι επιφορτισμένες με την αποκομιδή των απορριμμάτων. Σύμφωνα με το άρθρο 7.3 των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών που έχουν συναφθεί με τις διάφορες επιχειρήσεις που είναι επιφορτισμένες με την αποκομιδή των απορριμμάτων, οι ποσότητες συσκευασιών που πρέπει να συλλεγούν και να ανακυκλωθούν εκτός του διττού συστήματος πρέπει αυτόματα να αφαιρούνται από την ποσότητα, για την οποία οφείλεται αμοιβή. Οι επιτυχίες των ανταγωνιστών της DSD ως προς την αύξηση της πελατείας τους μειώνουν έτσι αυτόματα κατά αντίστοιχο ποσό την επιβάρυνση της DSD με δαπάνες.

159 Τέλος, η Landbell και η BellandVision υπογραμμίζουν ότι, σε περίπτωση που γίνει δεκτή η προσφυγή της κύριας δίκης, η DSD θα συγκαλύψει τη μονοπωλιακή θέση της στην αγορά.

Επί της σταθμίσεως των συμφερόντων

160 Η Επιτροπή αμφισβητεί τους λόγους που προβάλλει η αιτούσα για να αποδείξει ότι υπάρχει υπέρτερο συμφέρον να ανασταλεί η εκτέλεση της επίδικης απόφασης.

161 ρώτον, απαντώντας στο επιχείρημα ότι το καθεστώς καταβολής τέλους υφίσταται από το 1991, η Επιτροπή αναφέρει ότι έχει καταστήσει γνωστές τις ανησυχίες της ως προς το ζήτημα αυτό από το 1997.

162 Δεύτερον, η αιτούσα αβασίμως επικαλείται την επιτυχία των ανταγωνιστών της, αφού αυτοί έχουν μικρότερη οικονομική σημασία σε σχέση με την αιτούσα. Αντίθετα, η ήδη επισφαλής ανταγωνιστικότητα των συστημάτων ιδίας διάθεσης κινδυνεύει διότι, σε περίπτωση αναστολής, οι πιθανοί πελάτες θα παραμείνουν πιστοί στην αιτούσα λόγω του κινδύνου καταβολής διπλού τέλους. Όσον αφορά το πρώτο ανταγωνιστικό συλλογικό σύστημα, το μέλλον του εξαρτάται από την εκτέλεση της επίδικης απόφασης.

163 Τρίτον, η επίδικη απόφαση δεν είναι αντίθετη προς την απόφαση που εξέδωσε το Oberlandesgericht Düsseldorf. Εάν αυτό συνέβαινε, δεν έχει διευκρινιστεί για ποιο λόγο αυτό θα δικαιολογούσε την αναστολή (απόφαση του Δικαστηρίου της 14ης Δεκεμβρίου 2000, C-344/98, Masterfoods και HB, Συλλογή 2000, σ. Ι-11369, σκέψεις 48 και 53). Εξάλλου, η απόφαση αυτή δεν είναι εκτελεστή και αφορά πραγματικά περιστατικά ξένα προς την επίδικη απόφαση, δηλαδή την επεξεργασία ενός τμήματος συσκευασιών στη βιομηχανία.

164 Η Vfw και η BellandVision υποστηρίζουν ότι η αναστολή εκτελέσεως της επίδικης απόφασης θα έπληττε σημαντικά την ανταγωνιστική τους θέση, αφού θα είχε ως συνέπεια τη διατήρηση του κινδύνου διπλής τιμολόγησης, λόγω της αμοιβής των υπηρεσιών που προσφέρει στους πελάτες κάθε μία από τις παρεμβαίνουσες και τη διατήρηση της υποχρέωσης καταβολής αμοιβής στην DSD για τον μοναδικό λόγο της επίθεσης του σήματος «Der Grüne Punkt» στις συσκευασίες.

165 Όσον αφορά τη Landbell, η αναστολή της άμεσης εκτέλεσης της επίδικης απόφασης θα εμπόδιζε την είσοδό της στην οικεία αγορά.

2. Η εκτίμηση του δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων

Επί του fumus boni juris

166 Η επιταγή που περιέχεται στο άρθρο 3, πρώτο εδάφιο, της επίδικης απόφασης, διάταξη της οποίας κατά κύριο λόγο ζητείται η αναστολή εκτέλεσης, έχει ως εξής:

«Η DSD αναλαμβάνει έναντι όλων των αντισυμβαλλομένων στη σύμβαση για τη χρήση του σήματος την υποχρέωση να μη χρεώνει τέλης αδείας για μέρος των ποσοτήτων συσκευασιών πώλησης που φέρουν το σήμα "Der Grüne Punkt" και κυκλοφορούν στην αγορά της Γερμανίας, για τις οποίες δεν χρησιμοποιείται η υπηρεσία απαλλαγής στην οποία αναφέρεται το άρθρο 2 της σύμβασης για τη χρήση του σήματος και ως προς τις οποίες οι υποχρεώσεις που απορρέουν από το διάταγμα για τις συσκευασίες εκπληρώνονται αποδεδειγμένα κατ' άλλον τρόπο.»

167 Το άρθρο 3 της επίδικης απόφασης υιοθετήθηκε κατ' εφαρμογή του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 17 (αιτιολογική σκέψη 161 της επίδικης απόφασης). Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, η Επιτροπή, αν διαπιστώσει παράβαση του άρθρου 82 της Συνθήκης ΕΚ, δυνάται να υποχρεώσει, εκδίδοντας απόφαση, τις οικείες επιχειρήσεις να παύσουν τη διαπιστωθείσα παράβαση.

168 Κατά πάγια νομολογία, η εφαρμογή του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 17 μπορεί να συνεπάγεται απαγόρευση εξακολουθήσεως ορισμένων δραστηριοτήτων, πρακτικών ή καταστάσεων που έχουν κριθεί παράνομες (αποφάσεις του Δικαστηρίου της 6ης Μαρτίου 1974, 6/73 και 7/73, Istituto Chemioterapico Italiano και Commercial Solvents κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1974, σ. 113, σκέψη 45, και RTE και ITP κατά Επιτροπής, προαναφερθείσα, σκέψη 90), αλλά και απαγόρευση παρόμοιας συμπεριφοράς στο μέλλον (απόφαση του ρωτοδικείου της 6ης Οκτωβρίου 1994, Τ-83/91, Tetra Pak κατά Επιτροπής, Συλλογή 1994, σ. ΙΙ-755, σκέψη 220).

169 Επί πλέον, κατά το μέτρο που η εφαρμογή του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 17 πρέπει να γίνεται σε συνάρτηση προς τη διαπιστωθείσα παράβαση, η Επιτροπή έχει την εξουσία να καθορίζει την έκταση των υποχρεώσεων τις οποίες υπέχουν οι εμπλεκόμενες επιχειρήσεις προκειμένου να τερματίζεται η εν λόγω παράβαση. Οι βαρύνουσες, όμως, κατ' αυτόν τον τρόπο τις επιχειρήσεις υποχρεώσεις δεν πρέπει να υπερβαίνουν το μέτρο που είναι ενδεδειγμένο και αναγκαίο για να επιτευχθεί ο επιδιωκόμενος σκοπός, δηλαδή η αποκατάσταση της νομιμότητας σε σχέση με τους κανόνες που παραβιάστηκαν (προαναφερθείσα απόφαση RTE και ITP κατά Επιτροπής, σκέψη 93· βλ., στην ίδια κατεύθυνση, αποφάσεις του ρωτοδικείου της 8ης Ιουνίου 1995, T-7/93, Langnese-Iglo κατά Επιτροπής, Συλλογή 1995, σ. ΙΙ-1533, σκέψη 209, και T-9/93, Schöller κατά Επιτροπής, Συλλογή 1995, σ. ΙΙ-1611, σκέψη 163).

170 Στην προκειμένη περίπτωση, το άρθρο 1 της επίδικης απόφασης πρέπει να ερμηνευθεί υπό το πρίσμα των αιτιολογικών της σκέψεων (απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Δεκεμβρίου 1975, 40/73 έως 48/73, 50/73, 54/73 έως 56/73, 111/73, 113/73 και 114/73, Suiker Unie κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1975, σ. 507, σκέψη 122) και ιδίως υπό το πρίσμα της αιτιολογικής σκέψης 163 της επίδικης απόφασης, σύμφωνα με την οποία:

«Οι παραβάσεις συνίστανται στο γεγονός ότι, βάσει του πρώτου εδαφίου του άρθρου 4, παράγραφος 1, και του πρώτου εδαφίου του άρθρου 5, παράγραφος 1, της σύμβασης για τη χρήση του σήματος, η DSD απαιτεί την καταβολή τέλους αδείας για το σύνολο των ποσοτήτων συσκευασιών πώλησης που φέρουν το σήμα "Der Grόne Punkt" και κυκλοφορούν στην αγορά της Γερμανίας, ακόμη και όταν η υπηρεσία απαλλαγής στην οποία αναφέρεται το άρθρο 2 της σύμβασης για τη χρήση του σήματος δεν εφαρμόζεται καθόλου ή εφαρμόζεται μόνον για επιμέρους ποσότητες συσκευασιών. αρότι το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 4, παράγραφος 1, της σύμβασης για τη χρήση του σήματος επιτρέπει ορισμένες παρεκκλίσεις, η DSD αρνήθηκε να προτείνει δεσμεύσεις για τις κατηγορίες Ι και ΙΙ οι οποίες θα έθεταν τέλος στην κατάχρηση και θα εφαρμόζονταν ως παρεκκλίσεις στο πλαίσιο της συμφωνίας.»

171 Στη διαπίστωση αυτής της παραβάσεως υπολανθάνει ο συνδυαμός των διατάξεων της σύμβασης που ορίζουν, αφενός, ότι οι παραγωγοί και/ή οι διανομείς που συμμετέχουν στο σύστημα της DSD είναι υποχρεωμένοι να επιθέτουν το σήμα «Der Grüne Punkt» στις συσκευασίες πώλησης που προορίζονται για την εσωτερική κατανάλωση (άρθρο 2, παράγραφος 1, της σύμβασης) και, αφετέρου, ότι η υποχρέωση καταβολής αμοιβής στην DSD γεννάται από μόνο το γεγονός της επιθέσεως του σήματος «Der Grüne Punkt» στις συσκευασίες (άρθρο 4, παράγραφος 1, της σύμβασης) ακόμη και όταν, για συγκεκριμένο τμήμα των συσκευασιών τους, οι πελάτες δεν προσφεύγουν στις υπηρεσίες της DSD για ανάληψη της υποχρεώσεως αποκομιδής των απορριμμάτων.

172 Δεδομένου όμως ότι η DSD είναι ο μόνος επιχειρηματίας που εκμεταλλεύεται συλλογικό σύστημα που καλύπτει όλη την γερμανική επικράτεια, οι παραγωγοί και/ή διανομείς είναι υποχρεωμένοι να προσφεύγουν στο σύστημα αυτό. Είναι, κατά συνέπεια, επίσης υποχρεωμένοι να επιθέτουν το σήμα «Der Grüne Punkt» σε όλες τις συσκευασίες τους. Εξάλλου, οικονομικοί και τεχνικοί λόγοι, καθώς και λόγοι που αφορούν τη διανομή, εμποδίζουν τους παραγωγούς και/ή τους διανομείς, που θα επιθυμούσαν να προσφύγουν στις υπηρεσίες άλλου συλλογικού συστήματος, αν υπήρχε τέτοιο σύστημα, ή στις υπηρεσίες συστήματος ιδίας διάθεσης για ένα τμήμα των συσκευασιών τους, να επιθέσουν το σήμα «Der Grüne Punkt» μόνο στο τμήμα των συσκευασιών των οποίων η αποκομιδή προορίζεται να γίνει μέσω του συστήματος της DSD.

173 Εφόσον η υποχρέωση καταβολής αμοιβής στην DSD γεννάται από μόνη της σήμανση της συσκευασίας πώλησης, και όχι από την πράγματι παρασχεθείσα υπηρεσία ανάληψης της υποχρέωσης αποκομιδής των απορριμμάτων, οι παραγωγοί και/ή διανομείς είναι υποχρεωμένοι να καταβάλουν δύο τέλη σε περίπτωση ταυτόχρονης συμμετοχής στο σύστημα της DSD και σε σύστημα ιδίας διάθεσης ή σε ανταγωνιστικό συλλογικό σύστημα, αν υπήρχε τέτοιο σύστημα.

174 Η αιτούσα, όπως ρητώς αναφέρει στην αίτησή της, αμφισβητεί την ίδια την ύπαρξη κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης που της επιρρίπτεται, ενώ με την αίτησή της δεν ζητεί την αναστολή εκτέλεσης του άρθρου 1 της επίδικης απόφασης.

175 ρέπει συνεπώς να εξεταστεί η νομιμότητα των υποχρεώσεων που το άρθρο 3 της επίδικης απόφασης επιβάλλει στην αιτούσα υπό το πρίσμα της διαπίστωσης της κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης. Για τον σκοπό αυτό πρέπει κατ' αρχάς να εξακριβωθεί η έκταση των εν λόγω υποχρεώσεων.

176 Από τη διατύπωση του άρθρου 3 της επίδικης απόφασης προκύπτει ότι, πρώτον, οι συμβαλλόμενοι παραγωγοί ή διανομείς επιθέτουν το σήμα «Der Grüne Punkt» σε όλες τις συσκευασίες πώλησής τους, δεύτερον, ότι αυτοί οι παραγωγοί ή διανομείς μπορούν να προσφύγουν σε σύστημα ιδίας διάθεσης ή σε συλλογικό σύστημα που ανταγωνίζεται το σύστημα που θέσπισε η DSD για την αποκομιδή των συσκευασιών πώλησής τους και, τρίτον, ότι το τέλος που εισπράττει η DSD πρέπει να ανταποκρίνεται στις υπηρεσίες που πράγματι παρέχει. Κατά συνέπεια, το άρθρο 3 της επίδικης απόφασης επιτρέπει στους συμμετέχοντες στο σύστημα της DSD να επιθέτουν το σήμα «Der Grüne Punkt» στις συσκευασίες πώλησής τους, έστω και αν η αποκομιδή των συσκευασιών αυτών δεν πρόκειται να γίνει μέσω του συστήματος της DSD.

177 Αυτή η δυνατότητα επιθέσεως του σήματος «Der Grüne Punkt» επί συσκευασιών πώλησης που δεν θα αναληφθούν από το σύστημα της DSD και για τις οποίες κανένα τέλος δεν θα καταβληθεί στην αιτούσα αποκρυσταλλώνει την αμφισβήτηση της αιτούσας, της οποίας η επιχειρηματολογία συνίσταται, κατ' ουσίαν, στον ισχυρισμό ότι το καθεστώς καταβολής τέλους δικαιολογείται από λόγους που αφορούν το δίκαιο των σημάτων, έτσι ώστε να μην υφίσταται η προβαλλόμενη κατάχρηση. Ελλείψει κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης, το άρθρο 3 της επίδικης απόφασης θα εστερείτο ερείσματος. Ειδικότερα, η αιτούσα θεωρεί ότι η δυνατότητα αδιάκριτης επίθεσης του σήματος «Der Grüne Punkt» θα έθιγε τη λειτουργία δήλωσης της προέλευσης και τη λειτουργία σήμανσης που επιτελεί το σήμα αυτό και την απαίτηση σαφούς εξατομίκευσης που επιβάλλει το διάταγμα. Η επίδικη απόφαση θα είχε συνεπώς ως αποτέλεσμα να εμποδίζει τον τελικό καταναλωτή να γνωρίζει αν η συσκευασία που φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» υπάγεται στο σύστημα αποκομιδής της DSD, ή στο σύστημα ενός τρίτου, και συνεπώς να γνωρίζει αν η αποκομιδή της συσκευασίας αυτής πρέπει να γίνει μέσω των δοχείων της DSD ή των δοχείων ενός τρίτου.

178 Η Επιτροπή θεωρεί ότι η επίδικη απόφαση ουδόλως θίγει τη λειτουργία δήλωσης της προέλευσης που επιτελεί το σήμα στο μέτρο που το σήμα έχει ως μοναδικό σκοπό να δηλώνει στον τελικό καταναλωτή ότι υπάρχει η δυνατότητα αποκομιδής της συσκευασίας πώλησης που φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» μέσω του συστήματος της DSD. Δεδομένου ότι το καθεστώς καταβολής τέλους δεν δικαιολογείται, υφίσταται κατάχρηση, στην οποία πρέπει να τεθεί τέρμα.

179 Λαμβάνοντας υπόψη την επιχειρηματολογία των διαδίκων στο σύνολό της, ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων θεωρεί ότι αυτή η υπόθεση θέτει κατά κύριο λόγο το ερώτημα του κατά πόσον το καθεστώς καταβολής τέλους που επιβάλλει ο δικαιούχος του δικαιώματος επί του σήματος δικαιολογείται από την ανάγκη προστασίας του ειδικού αντικειμένου του δικαιώματος αυτού ή, με διαφορετική διατύπωση, το ερώτημα του κατά πόσον, υπό τις συνθήκες της συγκεκριμένης περιπτώσεως, το δικαίωμα επί του σήματος χρησιμοποιείται από την DSD ως μέσο για την καταχρηστική εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσης της. ρέπει συνεπώς να εκτιμηθεί κατά πόσον η Επιτροπή απέδειξε ότι η συμπεριφορά της αιτούσας δεν είναι σύμφωνη προς την αρχή της αναλογικότητας.

180 Επομένως, μόνον αν αποδειχθεί ότι οι διατάξεις της σύμβασης κατά των οποίων βάλλει η Επιτροπή υπερβαίνουν το μέτρο του αναγκαίου για τη διατήρηση της κύριας λειτουργίας του δικαιώματος επί του σήματος θα μπορεί να θεωρηθεί ως κραυγαλέα η κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης που επιρρίπτεται στην DSD έναντι των συμμετεχόντων στο σύστημά της.

181 ρέπει σχετικά να επισημανθεί, κατ' αρχάς, ότι το άρθρο 295 ΕΚ προβλέπει ότι «η παρούσα Συνθήκη δεν προδικάζει με κανένα τρόπο το καθεστώς της ιδιοκτησίας στα κράτη μέλη.»

182 Εξάλλου, δεδομένου ότι το δικαίωμα επί του σήματος είναι αποκλειστικό, ο δικαιούχος του μπορεί να παραχωρήσει ή να αρνηθεί να παραχωρήσει άδεια εκμεταλλεύσεως του δικαιώματός του σε τρίτον και, στην πρώτη περίπτωση, να επιτρέψει την εκμετάλλευση έναντι καταβολής τέλους. Ο δικαιούχος δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας έχει επομένως τη δυνατότητα να περιορίσει τον ανταγωνισμό για να προστατεύσει την ίδια την ουσία του αποκλειστικού του δικαιώματος. Έτσι, στην απόφαση Volvo, που προαναφέρθηκε, το Δικαστήριο έκρινε (σκέψη 8) ότι η άρνηση κατασκευαστή αυτοκινήτων να παραχωρήσει άδεια σε τρίτους, που ήθελαν να τον ανταγωνιστούν όσον αφορά την παραγωγή και πώληση προστατευομένων αμαξωμάτων, δεν μπορεί να συνιστά, αυτή καθαυτή, καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης. Διαφορετική ερμηνεία θα έθιγε, πράγματι, το ειδικό αντικείμενο του εν λόγω δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.

183 ρέπει ακόμη να υπενθυμιστεί ότι το δικαίωμα επί του σήματος αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του συστήματος ανόθευτου ανταγωνισμού που σκοπεί να εγκαθιδρύσει και να διατηρήσει η Συνθήκη (απόφαση του Δικαστηρίου της 17ης Οκτωβρίου 1990, C-10/89, Hag GF, αποκαλούμενη «Hag ΙΙ», Συλλογή 1990, σ. Ι-3711, σκέψη 13). Στο πλαίσιο αυτού του συστήματος, οι επιχειρήσεις πρέπει να είναι σε θέση να προσελκύουν την πελατεία με την ποιότητα των προϊόντων τους ή των υπηρεσιών τους, πράγμα που είναι δυνατό μόνο χάρη στην ύπαρξη διακριτικών γνωρισμάτων που εξατομικεύουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες αυτές (απόφαση του Δικαστηρίου της 11ης Νοεμβρίου 1997, C-349/95, Loendersloot, Συλλογή 1997, σ. Ι-6227, σκέψη 22).

184 Υπό το πρίσμα αυτό, η βασική λειτουργία του σήματος είναι να εγγυάται στον καταναλωτή ή τον τελικό χρήστη την ταυτότητα προελεύσεως του φέροντος το σήμα προϊόντος ή υπηρεσίας, αφού του δίνει τη δυνατότητα να διακρίνει, χωρίς κίνδυνο συγχύσεως, το εν λόγω προϊόν ή την υπηρεσία από αυτά που έχουν άλλη προέλευση (βλ., ιδίως, τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της 23ης Μα_ου 1978, 102/77, Hoffmann-La Roche, Συλλογή τόμος 1978, σ. 351, σκέψη 7, της 10ης Οκτωβρίου 1978, 3/78, Centrafarm, Συλλογή τόμος 1978, σ. 567, σκέψεις 11 και 12, και της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, C-39/97, Canon, Συλλογή 1998, σ. Ι-5507, σκέψη 28).

185 Εντούτοις, το ζήτημα του κατά πόσον οι συμβατικοί όροι που επιβάλλει η DSD στους συμμετέχοντες στο σύστημά της, όταν η χρήση του σήματος «Der Grüne Punkt» δεν συμπίπτει με την πραγματική προσφυγή στις υπηρεσίες της για την ανάληψη της υποχρέωσης αποκομιδής των απορριμμάτων, είναι απαραίτητοι για την προστασία της βασικής λειτουργίας του σήματος «Der Grüne Punkt», όπως ισχυρίζεται η αιτούσα, ή καταχρηστικοί, ως μη δίκαιοι κατά την έννοια του άρθρου 82, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο α_, ΕΚ, όπως ισχυρίζεται η Επιτροπή (αιτιολογικές σκέψεις 111 έως 113 της επίδικης απόφασης), είναι σύνθετο. Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό, πρέπει, κατά κύριο λόγο, να εξακριβωθεί αν οι συσκευασίες πώλησης που φέρουν το σήμα αυτό συνδέονται πράγματι, κατά την αντίληψη του τελικού καταναλωτή, με την υπηρεσία αποκομιδής των απορριμμμάτων συσκευασιών που έχει οργανώσει η DSD. Η ανάλυση σε βάθος, που απαιτείται για την επίλυση των ζητημάτων αυτών, δεν μπορεί όμως να γίνει από τον δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων στο πλαίσιο της εξετάσεως του, εκ πρώτης όψεως, βασίμου της κύριας προσφυγής.

186 Σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι οι πραγματικοί και νομικοί ισχυρισμοί που προβάλλει η αιτούσα στερούνται, εκ πρώτης όψεως, κάθε ερείσματος.

Επί του στοιχείου του επείγοντος και της σταθμίσεως των συμφερόντων

187 Κατά πάγια νομολογία, το επείγον μιας αιτήσεως για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να εκτιμάται σε σχέση προς την ανάγκη που υφίσταται για την έκδοση προσωρινής αποφάσεως προκειμένου να αποφευχθεί η πρόκληση σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας στον διάδικο ο οποίος ζητεί το προσωρινό μέτρο. Στον διάδικο αυτόν εναπόκειται να αποδείξει ότι δεν μπορεί να αναμείνει την έκβαση της κύριας δίκης χωρίς να υποστεί ζημία που θα έχει σοβαρές και ανεπανόρθωτες συνέπειες (διάταξη του ροέδρου του ρωτοδικείου της 15ης Ιουλίου 1998, Τ-73/98 R, Prayon-Rupel κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, σ. ΙΙ-2769, σκέψη 36, και διάταξη του προέδρου του Δικαστηρίου της 12ης Οκτωβρίου 2000, C-278/00 R, Συλλογή 2000, σ. Ι-8787, σκέψη 14).

188 Το ότι επίκειται ζημία δεν χρειάζεται να αποδειχθεί με απόλυτη βεβαιότητα, αλλά αρκεί, ιδίως όταν η επέλευση της ζημίας εξαρτάται από τη συνδρομή πλειόνων παραγόντων, να μπορεί να προβλεφθεί με επαρκή πιθανότητα (διάταξη Επιτροπή κατά Atlantic Container Line κ.λπ., προαναφερθείσα, σκέψη 38, και διάταξη του ροέδρου του ρωτοδικείου της 8ης Δεκεμβρίου 2000, Τ-237/99 R, BP Nederland κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 2000, σ. ΙΙ-3849, σκέψη 49). Εντούτοις, ο αιτών υποχρεούται να αποδείξει τα πραγματικά περιστατικά επί των οποίων στηρίζεται η πιθανολόγηση αυτής της σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας [διάταξη του προέδρου του Δικαστηρίου της 14ης Δεκεμβρίου 1999, C-335/99 P(R), HFB κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1999, σ. Ι-8705, σκέψη 67].

189 Στην προκειμένη περίπτωση, η άμεση εκτέλεση του άρθρου 3 της επίδικης απόφασης έχει ως αποτέλεσμα ότι οι συμμετέχοντες στο σύστημα της DSD δεν είναι πλέον υποχρεωμένοι να της καταβάλουν τέλος για τις ποσότητες συσκευασιών πώλησης που κυκλοφορούν στην αγορά της Γερμανίας με το σήμα «Der Grüne Punkt», για τις οποίες δεν χρησιμοποιείται η υπηρεσία απαλλαγής από τις υποχρεώσεις ανάληψης και ανακύκλωσης των απορριμμάτων που επιβάλλει το διάταγμα και ως προς τις οποίες οι υποχρεώσεις αυτές εκπληρώνονται κατ' άλλο τρόπο.

190 Κατά την άποψη της αιτούσας, η μη χορήγηση αναστολής θα βλάψει σοβαρά και ανεπανόρθωτα το σήμα της και, κατά συνέπεια, θα θέσει σε κίνδυνο το συλλογικό σύστημα που θέσπισε. Η αιτούσα υποστηρίζει επίσης ότι η προκαλούμενη ζημία δεν μπορεί να υπολογιστεί και, κατά συνέπεια, είναι ανεπανόρθωτη.

191 Εντούτοις, δεν αποδείχθηκε, στην προκειμένη περίπτωση, ότι το σύστημα της DSD τίθεται σε κίνδυνο. ράγματι, κανένα από τα στοιχεία, των οποίων έγινε επίκληση για να υποστηριχθεί ο ισχυρισμός αυτός, δεν αποδείχθηκε επαρκώς.

192 ρώτον, δεν μπορεί να γίνει δεκτός ο ισχυριμός της αιτούσας ότι ο κίνδυνος διαγραφής του σήματος «Der Grüne Punkt», που συνδέεται με την απώλεια του διακριτικού χαρακτήρα του εν λόγω σήματος, παρουσιάζει επαρκή βαθμό βεβαιότητας. ράγματι, η επέλευση ενός τέτοιου κινδύνου εξαρτάται από αρκετούς παράγοντες και, ιδίως, από την ένταση του ανταγωνισμού που θα συναντήσει η DSD στην αγορά της οργάνωσης της ανάληψης και ανακύκλωσης των χρησιμοποιημένων συσκευασιών πώλησης, που συλλέγονται από τους ιδιώτες καταναλωτές στη Γερμανία. Στο στάδιο αυτό, η εν λόγω ζημία έχει, συνεπώς, υποθετικό χαρακτήρα. Εξάλλου, ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων δεν μπορεί να υποκαταστήσει, με την εκτίμησή του, τις εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για τον καθορισμό, βάσει του εθνικού δικαίου, που είναι το μόνο εφαρμοστέο, του κατά πόσον πληρούνται ή θα πληρωθούν οι προϋποθέσεις για τη διαγραφή του συλλογικού σήματος.

193 Δεύτερον, κατά την άποψη της DSD, υπάρχει κίνδυνος να απολεσθεί, κατά τρόπο ανεπανόρθωτο, το δικαίωμα επί του σήματος. Η DSD δεν θα έχει πλέον τη δυνατότητα να αμυνθεί, στο πεδίο του δικαίου των σημάτων, κατά των επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν το σήμα «Der Grüne Punkt» χωρίς να τους έχουν χορηγηθεί οι σχετικές άδειες.

194 ρέπει σχετικά να υπογραμμιστεί ότι η εκτέλεση της επίδικης απόφασης δεν μπορεί να προκαλέσει το καταγγελλόμενο αποτέλεσμα, στο μέτρο που η Επιτροπή ουδόλως αμφισβητεί ότι μόνον όσοι έχουν συνάψει σύμβαση με την DSD έχουν το δικαίωμα να επιθέτουν το σήμα «Der Grüne Punkt» στις συσκευασίες πώλησής τους. Κατά συνέπεια, η επίδικη απόφαση δεν επιτρέπει στους παραγωγούς ή στους διανομείς που δεν συμμετέχουν στο σύστημα της DSD να χρησιμοποιούν το σήμα «Der Grüne Punkt».

195 Επιπλέον, η αιτούσα δεν αποδεικνύει για ποιο λόγο η επίδικη απόφαση θα της στερούσε το δικαίωμα να προβεί σε δικαστικές ενέργειες προκειμένου να τεθεί τέρμα στη θέση του σήματός της από τρίτον ο οποίος δεν έχει συνάψει σύμβαση μαζί της.

196 Τρίτον, η αδιάκριτη επίθεση του σήματος στις συσκευασίες πώλησης θα έθιγε κατά τρόπο ανεπανόρθωτο τη λειτουργία σήμανσης που επιτελεί το σήμα, αφού ο τελικός καταναλωτής δεν θα ήταν, στο εξής, σε θέση να διακρίνει αν η αποκομιδή μιας συσκευασίας που φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» πρέπει να γίνει μέσω των δοχείων αποκομιδής της DSD ή των δοχείων εντός τρίτου. Η προσβολή της λειτουργίας σήμανσης θα είχε αρνητικές συνέπειες επί των ποσοστών ανακύκλωσης που προβλέπει το διάταγμα, έτσι ώστε η επίτευξη των ποσοστών αυτών θα καθίστατο πλέον αβέβαιη. Στην περίπτωση όμως αυτή θα μπορούσε να ανακληθεί η άδεια του συστήματος της DSD (άρθρο 6, παράγραφος 4, του διατάγματος).

197 Ο έλεγχος των ποσοστήτων των απορριμμάτων των συσκευασιών που συλλέγονται, που εξαρτώνται από τη συνεργασία του τελικού καταναλωτή, είναι σημαντικός για την επίτευξη των επιβαλλομένων ποσοστών ανακύκλωσης, χωρίς όμως την υπερβολική υπέβασή τους.

198 Η αιτούσα προσθέτει ότι η λειτουργία δήλωσης της προέλευσης και η λειτουργία σήμανσης που επιτελεί το σήμα έχουν ήδη θιγεί από την κάλυψη της επίδικης απόφασης από τα μέσα ενημέρωσης στη Γερμανία.

199 Εξάλλου, η ταυτόχρονη συμμετοχή στο σύστημα της DSD και σε ένα άλλο διττό σύστημα, όπως αυτό της Landbell στο ομόσπονδο κράτος της Έσσης, ή σε σύστημα ιδίας διάθεσης, θα είχε ως συνέπεια να θιγούν ανεπανόρθωτα η λειτουργία δήλωσης της προέλευσης και η λειτουργία σήμανσης που επιτελεί το σήμα.

200 Κατ' αρχάς, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι το επείγον για τη λήψη προσωρινού μέτρου πρέπει να προκύπτει από τα αποτελέσματα της προσβαλλομένης πράξεως (βλ., ιδίως, τη διάταξη Free Trade Foods κατά Επιτροπής, προαναφερθείσα, σκέψη 59). Κατά συνέπεια, δεν είναι κρίσιμες, στο πλαίσιο της παρούσας εκτίμησης, η απήχηση που είχε η επίδικη απόφαση στον γερμανικό τύπο και οι ενδεχόμενες επιζήμιες συνέπειες για την αιτούσα.

201 Εξάλλου, η αιτούσα δεν έχει εκθέσει επαρκώς την προβαλλόμενη ζημία, ώστε να γίνει δεκτή η ύπαρξη επείγοντος. Δεν αποδείχθηκε ότι ο καταναλωτής θα θιγεί από την επίδικη απόφαση κατά τρόπον ώστε, πριν εκδοθεί η απόφαση στην υπόθεση της κύριας δίκης, να μην είναι πλέον σε θέση να γνωρίζει σε ποιο δοχείο αποκομιδής πρέπει να εναποθέσει τις συσκευασίες. Ως προς το ζήτημα αυτό, πρέπει να εξεταστούν διαδοχικά οι δύο περιπτώσεις τις οποίες αφορά η επίδικη απόφαση.

202 Στην περίπτωση που το προϊόν που φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» αναλαμβάνεται από σύστημα ιδίας διάθεσης, ο διανομέας οφείλει, σύμφωνα με το διάταγμα, να ενημερώσει τον καταναλωτή για την ανάληψη της συσκευασίας στο σημείο πώλησης ή σε άμεσα γειτνιάζον σημείο «με επιγραφές ευδιάκριτες και ευανάγνωστες» (άρθρο 6, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, του διατάγματος). Επ' αυτού, η DSD υποστηρίζει ότι μια τέτοια πληροφορία για την ανάληψη της συσκευασίας πώλησης που φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» μπορεί να δημιουργήσει σύγχυση στον καταναλωτή. Ο ισχυρισμός όμως αυτός δεν αρκεί για να αποδείξει το προβαλλόμενο πραγματικό περιστατικό. ράγματι, τίποτα δεν αποκλείει ο καταναλωτής να κατανοήσει και να συμμορφωθεί προς την πληροφορία που δηλώνουν με σαφήνεια οι επιγραφές. Μπορεί με την ίδια ακρίβεια να υποστηριχθεί ότι, αντίθετα, η δήλωση στο κατάστημα της δυνατότητας ανάληψης της συσκευασίας που φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» στο σημείο πώλησης ή σε άμεσα γειτνιάζον σημείο αποδεικνύεται καθοριστική, με τη διευκρίνιση ότι είναι πάντοτε προς το συμφέρον του διανομέα να είναι καθοριστική η πληροφορία που είναι από τον νόμο υπόχρεος να παρέχει στον καταναλωτή.

203 Όσον αφορά την περίπτωση κατά την οποία η συσκευασία που φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» αναλαμβάνεται από άλλο συλλογικό σύστημα, οι ισχυρισμοί της αιτούσας δεν είναι καθόλου πειστικοί. ρέπει σχετικά να υπογραμμιστεί ότι, στο στάδιο αυτό, ο κίνδυνος σύγχυσης για τον καταναλωτή είναι ανύπαρκτος, στο μέτρο που σήμερα δεν λειτουργεί κανένα ανταγωνιστικό συλλογικό σύστημα. Όπως υπενθυμίστηκε κατά τη συζήτηση, το συλλογικό σύστημα της Landbell, η εδαφική κάλυψη του οποίου περιορίζεται μόνον στο ομόσπονδο κράτος της Έσσης, δεν έχει ακόμη τύχει αδείας από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3, του διατάγματος. Εξάλλου, δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός της αιτούσας ότι η επίθεση δύο σημάτων στο ίδιο προϊόν θα δημιουργήσει σύγχυση στους καταναλωτές του ομόσπονδου κράτους της Έσσης, «διότι δεν θα [μπορούν] να αντιληφθούν ότι αυτή η συσκευασία, που φέρει σε κάθε περίπτωση και το σήμα "Der Grüne Punkt", δεν συμμετέχει στο σύστημα DSD και, συνεπώς, δεν πρέπει να εναποτεθεί στα δοχεία αποκομιδής της DSD (απώλεια της αρνητικής λειτουργίας κλήσεως του σήματος)» (σημείο 88 της αίτησης). Στο σημείο αυτό η Επιτροπή, υποστηριζόμενη από τις παρεμβαίνουσες, έδειξε σαφώς ότι είναι απόλυτα δυνατή η συνύπαρξη δύο συλλογικών συστημάτων στον ίδιο δήμο. Σε μια τέτοια περίπτωση, η Επιτροπή και οι παρεμβαίνουσες, χωρίς να εναντιωθεί η αιτούσα, υποστήριξαν, αφενός, ότι μπορεί να υπάρξει ένα μόνο δίκτυο αποκομιδής για τα δύο συλλογικά συστήματα - η ίδια επιχείρηση αποκομιδής θα ενεργούσε στην περίπτωση αυτή επ' ονόματι και για λογαριασμό των εντολέων της - και, αφετέρου, ότι η εναπόθεση των συσκευασιών, που θα έφεραν το σήμα «Der Grüne Punkt» και το σήμα του άλλου συλλογικού συστήματος, θα γινόταν στην περίπτωση αυτή στους ίδιους κάδους ή δοχεία. Το τελευταίο αυτό μπορεί να αποκλείσει, για τον καταναλωτή του ομόσπονδου κράτους της Έσσης, κάθε κίνδυνο δισταγμού κατά την απόρριψη των συσκευασιών. Η Επιτροπή, στις παρατηρήσεις της, και η παρεμβαίνουσα Vfw, κατά τη συζήτηση, υποστήριξαν ότι ο κίνδυνος δισταγμού είναι μικρότερος λόγω του ότι η πράξη της απόρριψης εξαρτάται, κατά κύριο λόγο, από το εν λόγω υλικό, πράγμα που επιβεβαιώνεται από τον πολύ μεγάλο αριθμό κάδων που δεν φέρουν το σήμα «Der Grüne Punkt», αλλά μόνον την ένδειξη της φύσης του υλικού που πρέπει να εναποτίθεται σ' αυτούς.

204 Όσον αφορά την προβαλλόμενη σύγχυση των καταναλωτών που κατοικούν εκτός του ομόσπονδου κράτους της Έσσης, η αιτούσα υποστηρίζει ότι «δεν θα γνωρίζουν αν μια συσκευασία που φέρει (δίπλα στο σήμα "Der Grüne Punkt") ένα άλλο σήμα - που τους είναι άγνωστο - (Landbell-Baum) συμμετέχει στο σύστημα DSD και πρέπει συνεπώς να εναποτεθεί στα δοχεία αποκομιδής της DSD (και να μην απορριφθεί με τα υπόλοιπα απορρίμματα)» (σημείο 88 της αίτησης). Αρκεί όμως να επισημανθεί ότι οι καταναλωτές που κατοικούν εκτός του ομόσπονδου κράτους της Έσσης δεν θα μπορούν να αμφιβάλλουν ότι το προϊόν που φέρει το σήμα «Der Grüne Punkt» πρέπει να εναποτεθεί σε κάδο που υπάγεται στο σύστημα της DSD, εφόσον το ανταγωνιστικό συλλογικό σύστημα, αφού έτυχε εγκρίσεως, δεν θα προσφέρει υπηρεσία απαλλαγής από τις υποχρεώσεις ανάληψης και ανακύκλωσης των απορριμμάτων συσκευασιών εκτός του εν λόγω ομόσπονδου κράτους, τουλάχιστον προς το παρόν.

205 Δεδομένου ότι δεν εκτέθηκαν επαρκώς τα στοιχεία που στοιχειοθετούν την προβαλλόμενη σύγχυση, δεν χρειάζεται να εκτιμηθεί η επίπτωση της σύγχυσης αυτής στα ποσοστά ανακύκλωσης κατά υλικό, που πρέπει να τηρεί η DSD. ρέπει όμως να διατυπωθούν δύο παρατηρήσεις. Αφενός, η συνεργασία του καταναλωτή, στην οποία στηρίζεται η λειτουργία του συλλογικού συστήματος, μπορεί να επιτευχθεί όχι μόνο με την επίθεση του σήματος «Der Grüne Punkt» στις συσκευασίες πώλησης, αλλά και με άλλα μέσα, όπως με τη μετάδοση πληροφοριών που απευθύνονται στον καταναλωτή. Αφετέρου, η τήρηση των ποσοστών ανακύκλωσης εκ μέρους της DSD μπορεί να εξακριβωθεί για τις συσκευασίες που προέρχονται από τους παραγωγούς ή διανομείς που συμμετέχουν στο σύστημά της (σημείο 1, παράγραφος 1, του παραρτήματος Ι του άρθρου 6 του διατάγματος), έτσι ώστε η συμμετοχή των τελευταίων στο εν λόγω σύστημα για μικρότερη ποσότητα των συσκευασιών τους έχει ως συνέπεια ότι το ποσοστό ανακύκλωσης που πρέπει να τηρεί η DSD θα εκτιμηθεί λαμβανομένης υπόψη μόνον της ποσότητας αυτής.

206 Τέταρτον, η αιτούσα υποστηρίζει ότι, αν δεν ανασταλεί η εκτέλεση της επίδικης απόφασης, θα αντιμετωπίσει αυθαίρετες αποφάσεις των συμμετεχόντων στο σύστημά της, εφόσον αυτοί θα μπορούν να αποφασίσουν ελεύθερα ποιας ποσότητας συσκευασιών η αποκομιδή πρέπει να γίνει μέσω του συστήματός της.

207 Εντούτοις, οι υποχρεώσεις που επιβάλλει το διάταγμα στους παραγωγούς ή διανομείς που επιθυμούν να οργανώσουν, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφοι 1 και/ή 2 του διατάγματος, την ανάληψη και την ανακύκλωση ενός τμήματος των συσκευασιών πωλήσεώς τους εμποδίζουν το συμπέρασμα ότι η DSD βρίσκεται στην κατάσταση νομικής αβεβαιότητας που περιγράφει. ράγματι, ο παραγωγός ή διανομέας που θα επιθυμούσε να περιορίσει την προσφυγή στην υπηρεσία απαλλαγής από την υποχρέωση αποκομιδής των συσκευασιών πώλησης σε συγκεκριμένο ποσοστό των προϊόντων αυτών είναι υποχρεωμένος, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφοι 1 και/ή 2, του διατάγματος, να εξασφαλίσει την ανάληψη και ανακύκλωση για το υπόλοιπο ποσοστό των προϊόντων. Στην περίπτωση αυτή, μια ιδιαίτερη υποχρέωση βαρύνει όσους μεσολαβούν στο δίκτυο διανομής και, τελικώς, τον πωλητή, ο οποίος οφείλει να δηλώσει, με την κατάλληλη σήμανση, ότι η ανάληψη του προϊόντος γίνεται στον τόπο παράδοσής του. Εναπόκειται, πράγματι, στον παραγωγό να υποχρεώσει συμβατικά τους διανομείς του να αναλαμβάνουν τις συσκευασίες πώλησης. Εξάλλου, ο παραγωγός ή ο διανομέας που πραγματοποιεί την ανάληψη και ανακύκλωση των συσκευασιών υπόκειται στην τήρηση των ποσοστών ανακύκλωσης, κύρωση δε για τη μη τήρησή τους αποτελεί η νόμιμη υποχρέωση προσφυγής σε συλλογικό σύστημα (άρθρο 6, παράγραφος 1, ένατο εδάφιο, και άρθρο 6, παράγραφος 2, τελευταίο εδάφιο, του διατάγματος).

208 Τέλος, εφόσον η επιχειρηματολογία της αιτούσας μπορεί να έχει την έννοια ότι υπάρχει κίνδυνος κατάχρησης εκ μέρους των συμμετεχόντων στο σύστημά της, στο μέτρο που η ανάληψη των συσκευασιών τους θα συνέχιζε να γίνεται στο πλαίσιο του συστήματός της πέρα από το συμφωνηθέν ποσοστό, πρέπει να επισημανθεί ότι, παρά τη νόμιμη υποχρέωση τήρησης των ποσοστών ανακύκλωσης στις οποίες υπάγονται οι παραγωγοί και διανομείς που εξασφαλίζουν την αποκομιδή των συσκευασιών τους σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφοι 1 και 2, του διατάγματος, είναι πιθανό η DSD να επιβαρυνθεί πράγματι με την αποκομιδή πλεονάζουσας ποσότητας συσκευασιών πώλησης. Εντούτοις, από αυτό δεν μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η DSD δεν θα αμειφθεί για την παρεχόμενη υπηρεσία αποκομιδής αυτής της πλεονάζουσας ποσότητας.

209 ράγματι, η μη τήρηση των ποσοστών ανακύκλωσης από τους παραγωγούς και τους διανομείς, που εξασφαλίζουν την αποκομιδή των συσκευασιών τους σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφοι 1 και 2, του διατάγματος, έχει ως συνέπεια, με την παρούσα κατάσταση ανταγωνισμού που επικρατεί στην αγορά, ότι η αποκομιδή της ποσότητας συσκευασιών που δεν συνέλεξαν αυτοί πραγματοποιήθηκε μέσω του συστήματος της DSD. Από το σημείο 3, παράγραφος 5, του παραρτήματος Ι του άρθρου 6 του διατάγματος προκύπτει όμως ότι «ο εκμεταλλευόμενος το [συλλογικό] σύστημα μπορεί να τιμολογεί στους παραγωγούς και τους διανομείς που δεν συμμετέχουν στο σύστημα το κόστος διαλογής, ανακύκλωσης ή αποκομιδής των συσκευασιών που αυτοί έθεσαν στην αγορά και των οποίων η αποκομιδή έγινε μέσω του συστήματος». Επιπλέον, η επίδικη απόφαση προβλέπει ότι ο συμμετέχων στο σύστημα της DSD μπορεί να υποχρεωθεί, έπειτα από αίτημα της DSD, να αποδείξει ότι πράγματι προσφεύγει στις υπηρεσίες της DSD μόνο για το δηλωθέν ποσοστό (αιτιολογική σκέψη 167 και άρθρο 5 του διατακτικού). Ελλείψει αποδείξεως ότι οι υποχρεώσεις που απορρέουν από το διάταγμα πληρούνται με άλλο τρόπο, όσον αφορά τις συσκευασίες πώλησης που κυκλοφορούν στη Γερμανία με το σήμα «Der Grüne Punkt», για τις οποίες δεν ζητείται από την αιτούσα να προσφέρει υπηρεσία απαλλαγής, η οικεία επιχείρηση θα έπρεπε λογικά να καταβάλει το οφειλόμενο αντίτιμο στην DSD. Τέλος, ένας επιπλέον τρόπος να ελεγχθεί ότι οι συμμετέχοντες στο σύστημα της DSD δεν χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες της τελευταίας παρά μόνο για το συμφωνηθέν ποσοστό προβλέπεται ρητώς στη σύμβαση. Στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 8 της σύμβασης, που φέρει τον τίτλο «δυνατότητες ελέγχου του Duales System», ορίζεται ότι:

«(1) Το Duales System μπορεί, σε περίπτωση δικαιολογημένων αμφιβολιών ως προς την ακρίβεια ή την πληρότητα των πληροφοριών ή των καταβολών εκ μέρους του χρήστη του σήματος, κατόπιν προηγούμενης συμφωνίας ως προς την ημερομηνία, να ελέγξει, με τη βοήθεια ελεγκτή, ορκωτού λογιστή-πραγματογνώμονα ή οικονομικού συμβούλου, στον οποίο έχει δοθεί η σχετική εντολή και ο οποίος υπόκειται στην υποχρέωση τηρήσης του απορρήτου, τις δηλώσεις και καταβολές που πραγματοποίησε ο χρήστης του σήματος κατά τη λογιστική περίοδο των δύο τελευταίων ετών. Ο έχων τη σχετική εντολή δικαιούται επίσης να προβεί σε έλεγχο σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις όταν ο χρήστης του σήματος δεν πραγματοποίησε δήλωση ή καταβολή.

(2) Ο εντολοδόχος του Duales System δικαιούται να εισέρχεται στις εγκαταστάσεις του χρήστη του σήματος και να εξετάζει όλα τα απαραίτητα έγγραφα. Ο χρήστης του σήματος πρέπει να επιβάλλει στους συνεργάτες του την υποχρέωση να παρέχουν στον εντολοδόχο πλήρεις και ορθές απαντήσεις. Ο χρήστης του σήματος πρέπει να θέτει στη διάθεση του εντολοδόχου τα κατάλληλα πρόσωπα για σύνδεσμο.»

210 Κατά τη συζήτηση, η DSD υποστήριξε επίσης ότι, ελλείψει αναστολής, η κατάστασή της θα χειροτερεύσει λόγω του συνδυασμού δύο παραγόντων, δηλαδή της μειώσεως των τελών, αφενός, και, αφετέρου, της διατηρήσεως του κόστους σε υψηλά επίπεδα λόγω της αμοιβής των εταιριών αποκομιδής για τις υπηρεσίες που εξασφαλίζουν, έστω και αν τα συλλεγόμενα απορρίμματα δεν εμπίπτουν στο σύστημα αποκομιδής της.

211 ρέπει εντούτοις να επισημανθεί, όσον αφορά το πρώτο σκέλος του πιο πάνω ισχυρισμού, ότι το μέγεθος της μειώσεως των τελών εξαρτάται από την ένταση του ανταγωνισμού που θα συναντήσει η DSD στην οικεία αγορά από τα συστήματα ιδίας διάθεσης και ενδεχόμενα άλλα συλλογικά συστήματα, πράγμα που δεν μπορεί τώρα να προβλεφθεί με επαρκή βεβαιότητα. Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος του ισχυρισμού, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η αιτούσα δεν προσκόμισε πειστικά στοιχεία και οι παρεμβαίνουσες ισχυρίστηκαν, κατά τη συζήτηση, χωρίς να αντικρουστούν από την αιτούσα, ότι οι διατάξεις των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών που συνήψε η DSD με τις οικείες επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών προβλέπουν ότι η αμοιβή που τους καταβάλλεται μπορεί να τροποποιηθεί σε περίπτωση αποδεδειγμένης μεταβολής των ποσοτήτων των συλλεγομένων απορριμμάτων.

212 Ενόψει όσων προηγήθηκαν, πρέπει να γίνει δεκτό ότι δεν εκτέθηκαν επαρκώς οι προϋποθέσεις επελεύσεως της ζημίας που αφορά τη θέση της λειτουργίας του συστήματος της DSD εν αμφιβόλω. Αν και πρέπει να ερμηνευθούν υπό το πρίσμα του επιδιωκόμενου σκοπού, οι δημόσιες δηλώσεις της αιτούσας που αφορούν τις συνέπειες της επίδικης απόφασης (πιο πάνω σκέψη 143) ενισχύουν το συμπέρασμα αυτό.

213 Τέλος, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, αν γίνει δεκτή η κύρια προσφυγή, η DSD θα ανακτήσει τη θέση που είχε στην αγορά πριν από την έκδοση της επίδικης απόφασης. Δεν μπορεί συνεπώς να θεωρηθεί ότι η κατάσταση που δημιουργεί η εν λόγω απόφαση στην αγορά δεν δύναται να ανατραπεί.

214 Εξάλλου, η μείωση των τελών που θα μπορούσε να αποτελεί συνέπεια της εκτέλεσης της επίδικης απόφασης - ως προς την οποία διαπιστώθηκε ότι δεν εκτέθηκε επαρκώς - αποτελεί χρηματική ζημία. Μια τέτοια όμως ζημία δεν μπορεί, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, να θεωρηθεί ανεπανόρθωτη ή έστω δυσχερώς επανορθώσιμη, εφόσον μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο μεταγενέστερης χρηματικής αντισταθμίσεως [διατάξεις του προέδρου του Δικαστηρίου της 18ης Οκτωβρίου 1991, C-213/91 R, Abertal κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1991, σ. Ι-5109, σκέψη 24, και της 11ης Απριλίου 2001, C-471/00 P(R), Επιτροπή κατά Cambridge Healthcare Supplies, Συλλογή 2001, σ. Ι-2865, σκέψη 113· διάταξη του προέδρου του ρωτοδικείου της 15ης Ιουνίου 2001, Τ-339/00 R, Bactria Industriehygiene-Service κατά Επιτροπής, που δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 94]. Κατ' εφαρμογή των αρχών αυτών, το προσωρινό μέτρο θα εδικαιολογείτο αν φαινόταν ότι, σε περίπτωση μη χορηγήσεως του μέτρου αυτού, η αιτούσα θα περιερχόταν σε κατάσταση ικανή να θέσει σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξή της πριν από την έκδοση της απόφασης που θα θέσει τέρμα στη διαδικασία της κύριας δίκης (μεταξύ άλλων, διάταξη του ροέδρου του ρωτοδικείου της 28ης Μα_ου 2001, T-53/01 R, Poste Italiane κατά Επιτροπής, που δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 120). Στην προκειμένη όμως περίπτωση, η αιτούσα δεν κατόρθωσε να αποδείξει ότι η οικονομική της κατάσταση θα θιγόταν σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην της επιτραπεί να συνεχίσει τη δραστηριότητά της μέχρι την έκδοση της απόφασης που θα θέσει τέρμα στη διαδικασία της κύριας δίκης. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει επίσης να υπογραμμιστεί ότι, σύμφωνα με το καταστατικό της, η DSD «έχει ως μόνο σκοπό την πραγματοποίηση των κρατικών στόχων που αποσκοπούν στην αποφυγή και μείωση των απορριμμάτων» και δεν μπορεί να διανείμει κέρδη, πράγμα που ενισχύεται από το άρθρο 4, παράγραφος 3, πρώτη περίπτωση, της σύμβασης (πιο πάνω σκέψη 25). Τέλος, πρέπει να προστεθεί ότι η χρηματική ζημία, που συνίσταται στη μείωση των τελών, μπορεί να υπολογιστεί από τη διαφορά μεταξύ του ποσού των τελών που οφείλονται στην DSD για το σύνολο των συσκευασιών πώλησης που φέρουν το σήμα «Der Grüne Punkt» και κυκλοφορούν στη Γερμανία κατά την περίοδο που εκτείνεται από την ημερομηνία έκδοσης της επίδικης απόφασης μέχρι την ενδεχόμενη απόφαση ακύρωσης της απόφασης αυτής και του ποσού των τελών που πράγματι εισέπραξε η DSD, σύμφωνα με την επίδικη απόφαση, κατά την ίδια περίοδο.

215 Από τα προηγούμενα προκύπτει ότι η αιτούσα δεν κατόρθωσε να αποδείξει ότι, αν δεν χορηγηθεί το αιτούμενο προσωρινό μέτρο, θα υποστεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία.

216 Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν οι προβαλλόμενες ζημίες συνιστούσαν σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία, η στάθμιση, αφενός, του συμφέροντος της αιτούσας για τη χορήγηση του αιτούμενου προσωρινού μέτρου και, αφετέρου, του δημοσίου συμφέροντος που συνδέεται με την εκτέλεση αποφάσεως της Επιτροπής που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 82 ΕΚ και των συμφερόντων των παρεμβαινουσών, τις οποίες θα έθιγε άμεσα η ενδεχόμενη αναστολή της επίδικης απόφασης, οδηγεί στην απόρριψη της κρινόμενης αίτησης.

217 Βέβαια, δεν ήταν εύκολο να εκτιμηθεί κατά πόσον η συμπεριφορά της DSD συμβιβάζεται με τις διατάξεις του άρθρου 82 ΕΚ, όπως παραδέχθηκε η Επιτροπή στο ανακοινωθέν τύπου της 20ής Απριλίου 2001 σχετικά με την επίδικη απόφαση και όπως διαπίστωσε προηγουμένως ο ίδιος ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων. Αυτή η δυσκολία εκτιμήσεως επιβεβαιώνεται αναμφίβολα από την ευνοϊκή άποψη που είχε εκφράσει αρχικώς η Επιτροπή σχετικά με τη σύμβαση, δηλώνοντας σε ανακοίνωση που έγινε σύμφωνα με το άρθρο 19, παράγραφος 3, του κανονισμού 17 την πρόθεσή της να αξιολογήσει θετικά τις συμφωνίες που της είχε κοινοποιήσει η DSD (πιο πάνω σκέψη 29).

218 Αντίθετα, δεν θα ήταν πρόσφορη η εκ μέρους της αιτούσας επίκληση της διάταξης Van den Bergh Foods κατά Επιτροπής, που προαναφέρθηκε, στην οποία ο δικαστής των ασφαλιστικλών μέτρων έλαβε υπόψη τη γενική αρχή της ασφάλειας δικαίου για να περιορίσει όσο είναι δυνατό την αντίφαση που υπήρχε στην εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού της Συνθήκης από τον εθνικό δικαστή και από την Επιτροπή. ράγματι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι η απόφαση του Oberlandesgericht Düsseldorf, της 11ης Αυγούστου 1998, που επικαλέστηκε η αιτούσα και η επίδικη απόφαση αφορούν τα ίδια πραγματικά περιστατικά, πράγμα που αμφισβητεί η Επιτροπή, το Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή δεν μπορεί, προκειμένου να εκπληρώσει την αποστολή που της έχει ανατεθεί από τη Συνθήκη, να δεσμευθεί από απόφαση του εθνικού δικαστηρίου κατ' εφαρμογή των άρθρων 81, παράγραφος 1, ΕΚ και 82 ΕΚ (απόφαση Masterfoods και HB, προαναφερθείσα στη σκέψη 48).

219 Όσον αφορά την προβαλλόμενη προσβολή του δικαιώματος επί του σήματος από την επίδικη απόφαση, αυτή, στην προκειμένη περίπτωση, δεν προκαλείται από την υποχρέωση παραχώρησης αδείας εκμετάλλευσης του σήματος «Der Grüne Punkt» σε επιχειρηματίες που ανταγωνίζονται την DSD στην οικεία αγορά, αλλά από την επίθεση του σήματος αυτού στις συσκευασίες πώλησης των επιχειρήσεων που συνήψαν σύμβαση με την DSD και που, παρ' όλ' αυτά, θα μπορούσαν να μην προσφύγουν στις υπηρεσίες απαλλαγής από την υποχρέωση αποκομιδής των απορριμμάτων που αυτή προσφέρει.

220 Υπό τις πολύ ιδιαίτερες αυτές συνθήκες, το δημόσιο συμφέρον που συνδέεται με το σεβασμό του δικαιώματος ιδιοκτησίας, γενικώς, και των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, ειδικότερα, όπως εκφράζεται στα άρθρα 30 ΕΚ και 295 ΕΚ, δεν μπορεί να υπερέχει του συμφέροντος της Επιτροπής να θέσει αμέσως τέρμα στην παράβαση του άρθρου 82 ΕΚ που θεωρεί ότι διαπίστωσε και να δημιουργήσει, με τον τρόπο αυτό, ευνοϊκές συνθήκες για την είσοδο ανταγωνιστών της DSD στην οικεία αγορά.

221 Σχετικά με το τελευταίο αυτό σημείο, πρέπει να επισημανθεί ότι ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα συστήματα ιδίας διάθεσης - για τα οποία ενδιαφέρονται άμεσα η Vfw και η Bellandvision, η οποία είναι επιφορτισμένη με την υπηρεσία αποκομιδής ως βοηθός εκτελέσεως κατά την έννοια του άρθρου 11 του διατάγματος - και στο σύστημα της DSD είναι περιορισμένος. ράγματι, στην περίπτωση των συστημάτων ιδίας διάθεσης, τα ποσοστά ανακύκλωσης που επιβάλλει το διάταγμα δεν μπορούν να επιτευχθούν παρά μόνο με την ανάληψη των συσκευασιών στο σημείο πώλησης ή σε άμεσα γειτνιάζον προς αυτό σημείο, πράγμα που επιβεβαιώθηκε στις 20 Αυγούστου 1999 από το Verwaltungsgerichtshof Kassel.

222 Στη συνέχεια, διαπιστώνεται ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ συλλογικών συστημάτων είναι σήμερα ανύπαρκτος. Όσον αφορά την εμφάνιση ενός δευτέρου «διττού» συστήματος (του συστήματος της Landbell), του οποίου επίκειται η έγκριση, η εμφάνιση αυτή εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εκτέλεση της επίδικης απόφασης.

223 Τέλος, η επιλεκτική σήμανση των συσκευασιών ανάλογα με τον προορισμό τους, που συνίσταται στην επίθεση του σήματος «Der Grüne Punkt» σε ορισμένες συσκευασίες ενός προϊόντος και στη μη επίθεσή του σε άλλες συσκευασίες του ίδιου προϊόντος, φαίνεται ότι δεν είναι πάντοτε δυνατή, όπως πιστοποιείται από μια τουλάχιστον συμφωνία που συνήψε η DSD και ένας από τους συμμετέχοντες στο σύστημά της (πιο πάνω σκέψη 122).

224 Δεδομένου ότι δεν πληρούται η προϋπόθεση του επείγοντος και ότι η στάθμιση των συμφερόντων κλίνει υπέρ της μη αναστολής της επίδικης απόφασης, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

Ο ΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ

διατάσσει:

1) Απορρίπτει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.

2) Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.