62001C0206

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Ruiz-Jarabo Colomer της 13ης Ιουνίου 2002. - Arsenal Football Club plc κατά Matthew Reed. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: High Court of Justice (England & Wales), Chancery Division - Ηνωμένο Βασίλειο. - Προσέγγιση των νομοθεσιών - Σήματα - Οδηγία 89/104/ΕΟΚ - Άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο α΄- Έκταση του αποκλειστικού δικαιώματος του δικαιούχου του σήματος. - Υπόθεση C-206/01.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2002 σελίδα I-10273


Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα


1. Μπορεί ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος να εμποδίζει την οποιαδήποτε χρήση, κατά τις συναλλαγές, σημείων πανομοιότυπων για τα ίδια προϊόντα ή τις ίδιες υπηρεσίες, διαφορετική από αυτές που προβλέπονται στο άρθρο 6 της πρώτης οδηγίας για τα σήματα (στο εξής: οδηγία ή πρώτη οδηγία) ; Ή, αντιθέτως, η αποκλειστικότητα που προβλέπει το άρθρο 5 αφορά μόνον τη χρήση που υποδηλώνει την προέλευση του σήματος, δηλαδή, τη σχέση που υπάρχει μεταξύ του δικαιούχου και των προϊόντων ή των υπηρεσιών που φέρουν το σήμα; Σε περίπτωση που θα δοθεί καταφατική απάντηση στο δεύτερο αυτό ερώτημα, υποδηλώνει η χρήση που εκφράζει συναίσθημα υποστηρίξεως, πίστεως ή προσηλώσεως για τον δικαιούχο του σήματος τον εν λόγω δεσμό;

2. Αυτά είναι τα ερωτήματα που το High Court of Justice (England & Wales), Chancery Division (Ηνωμένο Βασίλειο) - στο εξής: High Court - υπέβαλε στο Δικαστήριο στο πλαίσιο της διαδικασίας για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.

Ι - Τα πραγματικά περιστατικά της κυρίας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

3. Η Arsenal Football Club plc (στο εξής: Arsenal) είναι φημισμένος αγγλικός ποδοσφαιρικός σύλλογος, ιδρυθείς το 1886, ο οποίος είναι επίσης γνωστός με την επωνυμία Τhe Gunners.

4. Από το 1989 έχει καταχωρίσει δύο λεκτικά σήματα, «Arsenal» και «Arsenal Gunners», καθώς και δύο εικονιστικά σήματα, το The Crest Device και το The Cannon Device, για προϊόντα ενδύσεως, αθλητικά ενδύματα και υποδήματα, προϊόντα που εντάσσονται στην 25η κατηγορία της διεθνούς ονοματολογίας σημάτων.

5. Ο Μ. Reed είναι έμπορος που, από το 1970, πωλεί αναμνηστικά και άλλα αντικείμενα σχετικά με τον προσφεύγοντα σύλλογο στον χώρο έξω από το ποδοσφαιρικό γήπεδο του Highbury, που είναι το γήπεδο της ομάδας. Τα εν λόγω αντικείμενα φέρουν τα σημεία που ο σύλλογος έχει καταχωρίσει ως σήματα.

6. Ειδικότερα, εμπορεύεται κασκόλ στα οποία αναγράφεται καθαρά η λέξη «Arsenal». Ο Μ. Reed, για να δηλώσει τον μη επίσημο χαρακτήρα των προϊόντων αυτών, ανάρτησε στα καταστήματα όπου ασκεί τη δραστηριότητά του μεγάλη πινακίδα με το εξής κείμενο:

«Η λέξη ή ο (οι) λογότυπος(-οι) που φέρουν τα διατιθέμενα προς πώληση προϊόντα αποτελούν μόνο διακοσμητικά στοιχεία και δεν υπονοούν ούτε εμφαίνουν την ύπαρξη οποιασδήποτε σχέσεως με τους κατασκευαστές ή τους διανομείς άλλων αντικειμένων. Μόνον τα προϊόντα που φέρουν τα επίσημα σήματα της Arsenal αποτελούν επίσημα προϊόντα της Arsenal».

7. Η Arsenal άσκησε δύο αγωγές κατά του Μ. Reed. Οι δύο αγωγές, η πρώτη για παράνομη χρήση του σήματος (passing off) και η δεύτερη για προσβολή του δικαιώματος επί του σήματος, ενώθηκαν και συνεκδικάσθηκαν. Το High Court απέρριψε την πρώτη αγωγή με το αιτιολογικό ότι, κατ' ουσίαν, ο εν λόγω σύλλογος δεν απέδειξε την ύπαρξη πραγματικής συγχύσεως για τους καταναλωτές και, ειδικότερα, δεν απέδειξε ότι το κοινό θεωρούσε ως προϊόντα της Arsenal ή εγκεκριμένα από αυτήν όλα τα μη επίσημα προϊόντα που πωλούσε ο εναγόμενος της κυρίας δίκης.

8. Ως προς τη δεύτερη αγωγή, το High Court απέρριψε το επιχείρημα της Arsenal ότι η χρήση που έκανε ο Μ. Reed των ενδείξεων και των σημείων που έχουν καταχωρισθεί ως σήματα εκλαμβανόταν από τους καταναλωτές ως υποδηλώνουσα την προέλευση των προϊόντων («badge of origin») και αποτελούσε συνεπώς χρήση των σημείων αυτών «ως σημάτων» («trademark use»).

9. Κατά το βρετανικό δικαστήριο, τα σημεία που υπήρχαν στα προϊόντα του ενάγοντος εκλαμβάνονταν από το κοινό ως μαρτυρίες υποστηρίξεως, πίστεως ή προσηλώσεως («badge of support, loyalty or affiliation»).

10. Με βάση τα ανωτέρω, το High Court υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1. Οσάκις ένα σήμα έχει καταχωρισθεί εγκύρως και

α) ένας τρίτος χρησιμοποιεί στις συναλλαγές σημείο πανομοιότυπο με το σήμα αυτό, για προϊόντα πανομοιότυπα με αυτά για τα οποία έχει καταχωρισθεί το σήμα, και

β) ο τρίτος δεν μπορεί να επικαλεσθεί κάποιον από τους λόγους του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/104/ΕΟΚ [...] προκειμένου να δικαιολογήσει την παράνομη χρήση του σήματος,

μπορεί ο τρίτος να δικαιολογήσει την παράνομη χρήση του σήματος επικαλούμενος το γεγονός ότι η προσαπτομένη χρήση δεν εμφαίνει εμπορική προέλευση (δηλαδή ότι δεν δημιουργείται, στο πλαίσιο των συναλλαγών, η εντύπωση ότι υπάρχει σχέση μεταξύ των προϊόντων και του δικαιούχου του σήματος);

2. Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, αποτελεί επαρκή σχέση το γεγονός ότι η εν λόγω χρήση μπορεί να θεωρηθεί εκδήλωση υποστηρίξεως, αφοσιώσεως ή αλληλεγγύης προς τον δικαιούχο του σήματος;»

ΙΙ - Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

11. Κατά την παρούσα διαδικασία, η Arsenal, ο Μ. Reed, η Επιτροπή και η Εποπτεύουσα Αρχή της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελευθέρων Συναλλαγών κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις εντός της προθεσμίας του άρθρου 20 του Κανονισμού ΕΚ του Δικαστηρίου.

12. Οι διάδικοι της κυρίας δίκης και η Επιτροπή παρέστησαν κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, που έλαβε χώρα στις 14 Μα_ου 2002, για να αναπτύξουν προφορικά τους ισχυρισμούς τους.

ΙΙΙ - Το νομικό πλαίσιο

1. Το κοινοτικό δίκαιο: η πρώτη οδηγία

13. Η οδηγία «σκοπεί στην προσέγγιση των νομοθεσιών περί σημάτων των κρατών μελών, με σκοπό την κατάργηση των διαφορών που μπορεί να παρεμποδίζουν την ελευθερία κυκλοφορίας των εμπορευμάτων και την ελευθερία παροχής υπηρεσιών ή να στρεβλώσουν τις συνθήκες του ανταγωνισμού στην κοινή αγορά. Εντούτοις, η εναρμόνιση αυτή είναι μόνο μερική, ώστε η παρέμβαση του κοινοτικού νομοθέτη περιορίζεται σε συγκεκριμένους τομείς σχετικούς με τα καταχωρισθέντα σήματα» .

14. Το άρθρο 2 ορίζει ότι:

«Το σήμα μπορεί να συνίσταται από οποιαδήποτε σημεία επιδεχόμενα γραφικής παράστασης, ιδίως δε από λέξεις, συμπεριλαμβανομένου του ονόματος προσώπων, από εικόνες, γράμματα, αριθμούς, το σχήμα του προϊόντος ή της συσκευασίας του, εφόσον τα σημεία αυτά μπορούν από τη φύση τους να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα αντίστοιχα άλλων επιχειρήσεων».

15. Το άρθρο 5, που φέρει τον τίτλο «Δικαιώματα που παρέχει το σήμα», καθορίζει τα διαφορετικά επίπεδα έννομης προστασίας που η οδηγία παρέχει στους δικαιούχους του εν λόγω είδους βιομηχανικής ιδιοκτησίας .

Α - Η παράγραφος 1 του άρθρου 5

16. Με την παράγραφο 1, παρέχεται στον δικαιούχο η δυνατότητα να ενταντιώνεται σε κάθε τρίτον που χρησιμοποιεί το σήμα κατά τις συναλλαγές. Διακρίνονται δύο περιπτώσεις χρήσεως και, συνεπώς, δύο διαφορετικά επίπεδα προστασίας.

17. Το πρώτο επίπεδο συνίσταται στη χρήση ενός σημείου πανομοιότυπου για τα ίδια προϊόντα ή τις ίδιες υπηρεσίες (στοιχείο α_). Περιλαμβάνει τις περιπτώσεις απομιμήσεως και αντιποιήσεως. Το εν λόγω στοιχείο παρέχει προστασία κατά των απομιμήσεων, όπως επισήμανε ρητώς η Εποπτεύουσα Αρχή της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών με τις γραπτές της παρατηρήσεις. Η προστασία είναι απόλυτη και άνευ όρων , πλην των ορίων που τίθενται με το άρθρο 6 της οδηγίας.

18. Το στοιχείο β_ περιλαμβάνει τρεις περιπτώσεις: την ταυτότητα μεταξύ σημείων και την ομοιότητα μεταξύ προϊόντων και υπηρεσιών· αντιστρόφως, την ομοιότητα των ενδείξεων και την ταυτότητα των προϊόντων ή των υπηρεσιών· και, τέλος, την ταυτότητα των σημείων και των προϊόντων και υπηρεσιών. Στις περιπτώσεις αυτές, η προστασία εξαρτάται από την ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως, περιλαμβανομένης της δυνατότητας συσχετίσεως .

19. Κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, οι παραστάντες συζήτησαν αν το δικαίωμα του δικαιούχου εκτείνεται μέχρι της απαγορεύσεως της χρήσεως του σήματος ή, γενικότερα, του σημείου που το υποδηλώνει. Η συζήτηση αποτελεί βυζαντινισμό. Το αντικείμενο της οδηγίας είναι τα καταχωρισθέντα σήματα , ήτοι τα σήματα που, επιδεχόμενα γραφικής αναπαραστάσεως, μπορούν να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχειρήσεως από αυτά άλλων επιχειρήσεων . Έτσι, στην περίπτωση της ταυτότητας των συμβόλων , ο παράνομος χρήστης του σήματος χρησιμοποιεί το σήμα ως σήμα (το καταχωρισμένο σημείο) και, αντιθέτως, στην περίπτωση της ομοιότητας, ο παράνομος χρήστης χρησιμοποιεί παρόμοιες ενδείξεις, οι οποίες όμως, εξ ορισμού, δεν αποτελούν σήμα .

20. Το αποφασιστικό στοιχείο είναι ότι ο δικαιούχος μπορεί να εμποδίσει τρίτον στη χρήση του σήματος, για τα ίδια ή για διαφορετικά προϊόντα και υπηρεσίες, ή να του απαγορεύσει να χρησιμοποιεί σημεία και ενδείξεις που, όταν εκτιμώνται συνολικά , μπορούν να δημιουργήσουν σύγχυση στους καταναλωτές λόγω της ομοιότητάς τους με τα καταχωρισμένα.

Β - Οι παράγραφοι 2 και 5 του άρθρου 5

21. Η οδηγία επιδιώκει τη μερική εναρμόνιση. Αφορά μόνον τα καταχωρισμένα σήματα . Ως ένα βαθμό, αποτελεί μια ελάχιστη νομοθετική παρέμβαση , η οποία δεν εμποδίζει, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη να διευρύνουν την προστασία που προβλέπει ο κοινοτικός κανόνας.

22. Μία των περιπτώσεων αυτών είναι η αφορώσα τα σήματα που χαίρουν φήμης , τα οποία αφορά η παράγραφος 2 του άρθρου 5, σύμφωνα με την οποία οι εθνικές έννομες τάξεις μπορούν να προχωρούν περισσότερο από τον κοινοτικό νομοθέτη και μπορούν να απαγορεύουν τη χρήση παρόμοιου σήματος, ακόμη και για προϊόντα ή υπηρεσίες μη παρόμοιες με εκείνες για τις οποίες το σήμα έχει καταχωριστεί. Πρόκειται για συγκεκριμένη, συμπληρωματική και προαιρετική εθνική προστασία .

23. Εξάλλου, η οδηγία δεν επηρεάζει τις διατάξεις των κρατών μελών που, βασιζόμενες σε άλλους τομείς της έννομης τάξεως, προστατεύουν από τη χρήση σημείο καταχωρισμένο ως σήμα για σκοπούς διαφορετικούς από τους σχετικούς με τη διάκριση των προϊόντων και των υπηρεσιών που αυτό καλύπτει. Η εν λόγω διάταξη, διατυπωμένη στην έκτη αιτιολογική σκέψη , περιλαμβάνεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 5.

24. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, η προστασία εξακολουθεί να εξαρτάται από το αν ο παραβάτης μπορεί να εκμεταλλευθεί παρανόμως τη φήμη του σήματος ή αν θίγονται ο διακριτικός χαρακτήρας αυτού και η φήμη του. Ο σκοπός είναι η προστασία να εγγυάται στον δικαιούχο του διακριτικού σήματος το δικαίωμα να διατηρεί τη φήμη και την πελατεία του (goodwill) , προστατεύοντάς τον από τον αθέμιτο ανταγωνισμό .

Γ - Τα άρθρα 6 και 7

25. Οι διατάξεις αυτές αποτελούν τη μια όψη ενός νομίσματος - η άλλη όψη του οποίου είναι το άρθρο 5 - και σκοπούν να συμβιβάσουν τα δικαιώματα του δικαιούχου καταχωρισμένου σήματος με το γενικό συμφέρον, το οποίο επιβάλλει την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών εντός της κοινής αγοράς .

26. Αμφότερα τα άρθρα οριοθετούν τη δυνατότητα του δικαιούχου του καταχωρισμένου σήματος και αριθμούν τις περιπτώσεις στις οποίες δεν μπορεί να απαγορευθεί σε τρίτον η χρήση του σήματος είτε διότι πρόκειται για ιδιαίτερα σημεία ή γιατί αυτό χρησιμοποιείται για συγκεκριμένους σκοπούς (άρθρο 6), είτε διότι λόγοι εμπορικής πολιτικής επιβάλλουν να αποφεύγεται η πολυδιάσπαση του ενδοκοινοτικού εμπορίου με την παρεμβολή εμποδίων στις ελευθερίες που ανέφερα προηγουμένως (άρθρο 7).

2. Το δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου

27. Ο Trade Marks Act 1994, ο οποίος αντικατέστησε τον προηγούμενο νόμο που ίσχυε από το 1938, ενσωματώνει την πρώτη οδηγία στη βρετανική έννομη τάξη.

28. Το άρθρο 10 της προαναφερθείσας νομοθεσίας ορίζει ότι:

«1. Πρόσωπο παραποιεί καταχωρισμένο σήμα εάν κάνει χρήση κατά τις συναλλαγές ενός σημείου πανομοιότυπου προς το σήμα για πανομοιότυπα προϊόντα ή υπηρεσίες προς εκείνα για τα οποία έχει καταχωρισθεί το εν λόγω σήμα.

2. Ένα πρόσωπο παραποιεί καταχωρισμένο σήμα εφόσον κάνει χρήση κατά τις συναλλαγές ενός σημείου, για το οποίο, λόγω

[...]

b) της ομοιότητάς του με το σήμα και της ομοιότητας των προϊόντων ή των υπηρεσιών που καλύπτονται από το σήμα και το σημείο,

υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως του κοινού, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου συσχετίσεως του σημείου με το σήμα.»

IV - Ανάλυση των προδικαστικών ερωτημάτων

29. Το High Court απευθύνεται στο Δικαστηρίο στο πλαίσιο δίκης μεταξύ δικαιούχου σήματος και τρίτου, ο οποίος εμπορεύεται την ίδια κατηγορία προϊόντων για τα οποία έχει καταχωρισθεί το σήμα, προϊόντων που φέρουν πανομοιότυπο προς το σήμα σημείο, καίτοι ενημερώνει ότι η χρήση του διακριτικού αυτού σημείου δεν υποδηλώνει καμία προέλευση ή σχέση με τον δικαιούχο του σήματος.

30. Τα ερωτήματα του βρετανικού δικαιοδοτικού οργάνου αφορούν, συνεπώς, την ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο α_, της οδηγίας. Εντούτοις, η απάντηση που θα δώσει το Δικαστήριο πρέπει να στηρίζεται σε συνολική ανάλυση του εν λόγω άρθρου και των με αυτό συνδεομένων.

1. Το πρώτο προδικαστικό ερώτημα

Α - Η συστηματική ερμηνεία των άρθρων 5, 6 και 7 της οδηγίας

31. Η οδηγία οριοθετεί τα δικαιώματα του δικαιούχου καταχωρισμένου σήματος θετικά και αρνητικά.

32. Από την ανωτέρω ανάλυση συνάγω, πρώτον, ότι, ως προς τη θετική οριοθέτηση, η οδηγία επιδιώκει (παράγραφος 1 του άρθρου 5) την εναρμόνιση των δικαιωμάτων του δικαιούχου του σήματος, των σχετικών με την απαγόρευση χρήσεως όμοιων ή παρόμοιων σημείων για τη διάκριση ομοίων ή παρομοίων προϊόντων, απαιτώντας, για τις περιπτώσεις ομοιότητας, την ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως. Όπως επισήμανε η Εποπτεύουσα Αρχή της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών, το κοινοτικό δίκαιο διέπει την προστασία κατά των απομιμήσεων και κατά της συγχύσεως.

33. Η μη προαιρετική προστασία των σημάτων που χαίρουν φήμης κατά της χρήσεως από τρίτους για τη διάκριση πανομοιότυπων ή παρομοίων προϊόντων εμπίπτει επίσης στο κοινοτικό δίκαιο (παράγραφος 2 του άρθρου 5). Η προστασία αυτή πρέπει να παρέχεται ακόμη και όταν δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως, διαφορετικά τα εν λόγω σήματα θα προστατεύονταν λιγότερο όταν πρόκειται για παρόμοια προϊόντα απ' ό,τι όταν τα εν λόγω προϊόντα δεν παρουσιάζουν καμία ομοιότητα .

34. Φρονώ ότι το άρθρο 5, παράγραφος 3, έχει την έννοια ότι τα γνωστά σήματα πρέπει να προστατεύονται σε κάθε περίπτωση, ανεξαρτήτως του κινδύνου συγχύσεως . Ως προς την εν λόγω μεταχείριση των σημάτων, η οδηγία επιβάλλει την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών, αφήνοντάς τους τη δυνατότητα να τα προστατεύουν ακόμη και όταν τα οικεία προϊόντα ή οι οικείες υπηρεσίες διαφέρουν. Η μόνη απαίτηση σε αμφότερες τις περιπτώσεις είναι ο τρίτος που χρησιμοποιεί παρανόμως το γνωστό σήμα να προσπορίζεται, αδικαιολογήτως, όφελος ή να βλάπτει τον διακριτικό χαρακτήρα ή την αίγλη ή τη φήμη του εν λόγω σήματος.

35. Η εναρμόνιση, συνεπώς, που επιδιώκει η οδηγία δεν αφορά ούτε την προστασία των γνωστών σημάτων όταν τα προϊόντα δεν είναι παρόμοια ούτε το καθεστώς που διέπει συγκεκριμένες χρήσεις του συμβόλου, με τις οποίες δεν επιδιώκεται η διάκριση ορισμένων προϊόντων ή υπηρεσιών (παράγραφοι 2 και 5 του άρθρου 5).

36. Το κοινοτικό δίκαιο προσδιορίζει όλα τα αρνητικά όρια, ακόμη και όταν ένα από αυτά (το προβλεπόμενο στην παράγραφο 2 του άρθρου 6) προσδιορίζεται βάσει της αναγνωρίσεως ορισμένων δικαιωμάτων από τις έννομες τάξεις των κρατών μελών.

37. Τα πραγματικά περιστατικά της κυρίας δίκης αφορούν τη χρήση σημείου καταχωρισμένου ως σήματος για να διακρίνει ίδια προϊόντα. Συνεπώς, διέπονται κατ' αρχάς από το στοιχείο α_, του άρθρου 5, παράγραφος 1, και υπόκεινται, ως εκ τούτου, στην οδηγία και στην εναρμόνιση που αυτή επιδιώκει.

38. Η δεύτερη συνέπεια της συστηματικής αναλύσεως των διαφόρων παραγράφων του άρθρου 5 είναι ότι, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να εμποδίσει μόνον τη χρήση του σημείου που σκοπεί στη διάκριση των προϊόντων ή των υπηρεσιών που το φέρουν από προϊόντα ή υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων . Διαφορετικά, η παράγραφος 5 δεν έχει λόγο υπάρξεως.

39. Με άλλα λόγια, η παράγραφος 1 προσταστεύει την ακρίβεια της πληροφορίας που παρέχει το καταχωρισμένο σήμα ως προς τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που χαρακτηρίζει και, συνεπώς, τη δυνατότητα ταυτοποιήσεώς τους. Η παράγραφος 2 προστατεύει τους δικαιούχους του σήματος κατά της εκμεταλλεύσεώς του από τρίτους, πέρα από τη συνδετική αυτή λειτουργία, επιτρέποντας στα κράτη μέλη να επεκτείνουν την προστασία στις περιπτώσεις όπου πρόκεινται διαφορετικά προϊόντα ή υπηρεσίες. Και, τέλος, η παράγραφος 5 αποκλείει από την οδηγία την προστασία κατά της χρήσεως ενός σήματος για λόγους άλλους από αυτούς της διακρίσεως των προϊόντων και των υπηρεσιών. Συνεπώς, γεγονός συνιστάμενο στη χρήση ενός σημείου για σκοπό διάφορο της διακρίσεως αγαθού ή υπηρεσίας από άλλα δεν εμπίπτει στην παράγραφο 1 του άρθρου 5.

40. Έτσι, επομένως, σύμφωνα με την ως άνω παράγραφο 1, ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος μπορεί να εναντιωθεί στη χρήση από τρίτον σήματος ή σημείων που του μοιάζουν, για τη διάκριση των ιδίων ή παρομοίων προϊόντων και υπηρεσιών, πράγμα που, επιπλέον, συνάδει προς τον ορισμό του σήματος κατά το άρθρο 2 της οδηγίας . Με άλλα λόγια, για να χρησιμοποιήσω τους όρους του High Court και των παραστάντων στην παρούσα διαδικασία, ο δικαιούχος μπορεί να εναντιώνεται στην από τρίτον χρήση του σήματός του ως σήματος .

Β - Η ερμηνεία των αόριστων νομικών εννοιών «χρήση του σήματος για διάκριση» ή «χρήση ως σήματος»

41. Η διαπίστωση ότι ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος μπορεί να εμποδίσει τρίτον από τη χρήση του «σήματος ως σήματος» δεν σημαίνει τίποτα. Επιβάλλεται, συνεπώς, να προσδιορισθεί η εν λόγω αόριστη νομική έννοια και, για το σκοπό αυτό, κεντρική θέση έχουν οι λειτουργίες του σήματος .

42. Υπό άλλες περιστάσεις και σε διαφορετικό πλαίσιο , διαπίστωσα ότι, δεδομένου ότι το σήμα έχει ως λειτουργία να διακρίνει τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προέρχονται από διαφορετικές επιχειρήσεις για να εγγυάται στον χρήστη ή στον καταναλωτή την ταυτότητα της προελεύσεώς τους, ο εν λόγω άμεσος και ειδικός σκοπός των σημάτων είναι μόνον ένας σταθμός στην πορεία για την επίτευξη του απώτερου στόχου, που έγκειται στην εγγύηση ενός συστήματος πραγματικού ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά .

43. Για να επιτευχθεί ο εν λόγω στόχος, καθώς και το υποχρεωτικό πέρασμα από τον προαναφερθέντα ενδιάμεσο σταθμό, η διαδρομή μπορεί να γίνει με διαφορετικά ή ποικίλα οχήματα ταυτόχρονα. Έχοντας τον εν λόγω μόνιμο σκοπό να διακρίνει μεταξύ των προϊόντων και των υπηρεσιών διαφορετικών επιχειρήσεων, το διακριτικό σημείο μπορεί να υποδηλώνει την προέλευση, αλλά και την ποιότητα , το όνομα ή τη φήμη αυτών που τα παράγουν ή τα παρέχουν, δεδομένου ότι το σήμα μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται για διαφημιστικούς σκοπούς για να ενημερώσει ή να πείσει τον καταναλωτή .

44. Οι τρόποι αυτοί χρήσεως του σήματος αποτελούν χρήσεις που σκοπούν στον προαναφερθέντα σκοπό, υπό την έννοια ότι διευκολύνουν τον καταναλωτή να διακρίνει μεταξύ προϊόντων και υπηρεσιών που του προσφέρουν διαφορετικές επιχειρήσεις, επιτρέποντάς του να επιλέγει ελεύθερα μεταξύ των πολλών επιλογών που διαθέτει και ευνοώντας τον ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά . Όλες είναι χρήσεις του «σήματος ως σήματος», δυνάμενες να απογορευθούν από τον δικαιούχο, εφόσον δεν υφίσταται καμία εκ των περιπτώσεων που, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7 της οδηγίας, επισύρουν απώλεια του δικαιώματος.

45. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγω και αν, μεταβάλλοντας την οπτική μου γωνία, προσεγγίσω το ζήτημα από την πλευρά των δικαιωμάτων του δικαιούχου και όχι από την πλευρά του χρήστη του σήματος. Η οδηγία παρέχει στον δικαιούχο καταχωρισμένου σήματος πλειάδα δικαιωμάτων και δυνατοτήτων ώστε, μέσω της αποκλειστικής χρήσεως του διακριτικού σημείου και τη συνεπαγόμενη ταυτοποίηση των προϊόντων και των υπηρεσιών που το φέρουν, να δημιουργηθεί στην κοινή αγορά ένα σύστημα θεμιτού ανταγωνισμού, χωρίς στρεβλώσεις, από το οποίο εξοστρακίζονται οι εκμεταλλευτές και οι σφετεριστές ξένου σήματος, και για τον λόγο αυτό τέτοια νομικά πλεονεκτήματα πρέπει να παρέχονται μόνον εφόσον είναι απολύτως αναγκαία προς πλήρωση του ως άνω σκοπού. Είναι προφανές ότι δεν πρέπει να παρέχεται στον δικαιούχο συγκεκριμένου διακριτικού σημείου αποκλειστική χρήση έναντι όλων και σε κάθε περίπτωση, αλλά μόνον έναντι όσων επιδιώκουν να ωφεληθούν από τη θέση και τη φήμη του , σφετεριζόμενοι ή εκμεταλλευόμενοι το εν λόγω σημείο κατά τρόπο που να προκαλεί σύγχυση στους καταναλωτές ως προς την προέλευσή του, καθώς και ως προς την ποιότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών που το φέρουν.

46. Αποτελεί, νομίζω, υπεραπλούστευση το να περιορίζεται η λειτουργία του σήματος μόνο στην ένδειξη της επιχειρήσεως προελεύσεως. Η Επιτροπή, με τις γραπτές της παρατηρήσεις, φαίνεται να συμφωνεί με το ανωτέρω. Η εμπειρία καταδεικνύει ότι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, ο χρήστης δεν γνωρίζει ποιος παράγει τα προϊόντα που αυτός καταναλώνει. Το σήμα αποκτά δική του ζωή, σαφή, υποδηλώνοντας, όπως παρατήρησα ήδη, ορισμένη ποιότητα, φήμη, καθώς και, σε ορισμένες περιπτώσεις, συγκεκριμένη κοσμοθεωρία.

47. Τα μηνύματα που φέρει το σήμα είναι, εξάλλου, αυτόνομα. Το διακριτικό σημείο μπορεί να υποδηλώνει ταυτόχρονα τη βιομηχανική προέλευση, τη φήμη του δικαιούχου του και την ποιότητα των προϊόντων που το φέρουν, αλλά τίποτε δεν εμποδίζει τον καταναλωτή, ο οποίος αγνοεί τον κατασκευαστή των προϊόντων ή τον παρέχοντα τις υπηρεσίες που φέρουν το σήμα , να αποκτά τα ανωτέρω διότι τα εκλαμβάνει ως εμβλήματα γοήτρου ή εγγυήσεις ποιότητας. Όταν παρατηρώ την τρέχουσα λειτουργία της αγοράς και τη συμπεριφορά του μέσου καταναλωτή, δεν βρίσκω κανένα λόγο που να εξαιρεί τις ανωτέρω λοιπές λειτουργίες του σήματος από την προστασία και που να προστατεύει μόνον τη λειτουργία ταυτοποιήσεως της βιομηχανικής προελεύσεως των προϊόντων και των υπηρεσιών .

48. Επιπλέον, όπως διαπιστώνει η Εποπτεύουσα Αρχή της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις οι καταναλωτές ενδιαφέρονται περισσότερο για το σήμα αυτό καθ' αυτό παρά για τα προϊόντα που το φέρουν.

49. Σ' αυτό το σημείο, προτείνω στο Δικαστήριο να δώσει ως απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα του High Court ότι, σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο α_, της οδηγίας, ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος δικαιούται να απαγορεύει σε κάθε τρίτον να χρησιμοποιεί, για προϊόντα και υπηρεσίες πανομοιότυπες με εκείνες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί το σήμα, πανομοιότυπα με αυτό σημεία δυνάμενα να δημιουργήσουν σύγχυση ως προς την προέλευση, κατασκευή, ποιότητα ή φήμη τους .

50. Για να ακολουθήσω την αρνητική και πλέον περιορισμένη διατύπωση του ερωτήματος του High Court, όποιος χρησιμοποιεί ξένο σήμα μπορεί να αντιτάξει στον δικαιούχο ότι η χρήση του σήματος στην οποία προβαίνει δεν υποδηλώνει την προέλευση των προϊόντων ή των υπηρεσιών ούτε δημιουργεί σύγχυση ως προς την ποιότητα και τη φήμη τους.

51. Αντίθετα προς την υπερβολικά διασταλτική επιχειρηματολογία της Arsenal και της Επιτροπής, σύμφωνα με την οποία, σε περίπτωση όπως αυτή της κυρίας δίκης και ελλείψει των συνθηκών που προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας, ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να απαγορεύσει σε όλους τη χρήση του, συντάσσομαι με τη γνώμη της Εποπτεύουσας Αρχής της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών. Η θέση μου βασίζεται, συνεπώς, στις σκέψεις που εξέθεσα προηγουμένως και, επιπλέον, στη συλλογιστική που η εν λόγω Αρχή ανέπτυξε στο σημείο 19 των γραπτών της παρατηρήσεων. Ήτοι: όταν η οδηγία λέει ότι στις περιπτώσεις ταυτότητας η προστασία είναι απόλυτη , πρέπει να νοείται ότι, λαμβανομένων υπόψη του αντικειμένου και του σκοπού του δικαίου των σημάτων, ο όρος «απόλυτη» σημαίνει ότι η προστασία παρέχεται στον δικαιούχο ανεξαρτήτως του κινδύνου συγχύσεως, διότι στις εν λόγω καταστάσεις λειτουργεί τεκμήριο υπέρ αυτού και όχι, αντιθέτως, ότι η προστασία παρέχεται στον δικαιούχο έναντι όλων σε κάθε περίπτωση.

Γ - Τεκμήριο «χρήσεως ως σήματος»

52. Μόλις επισήμανα ότι, στις περιπτώσεις ταυτότητας, ο κίνδυνος συγχύσεως τεκμαίρεται. Ο ίδιος λόγος που δικαιολογεί το εν λόγω τεκμήριο επιτρέπει το συμπέρασμα ότι, σε τέτοιες περιπτώσεις ταυτότητας, ο τρίτος χρησιμοποιεί το σήμα ως σήμα. Το εν λόγω τεκμήριο, που είναι iuris tantum, μπορεί να ανατραπεί με την απόδειξη του αντιθέτου. Συνεπώς, υπάρχει η δυνατότητα, έστω και απομακρυσμένη, ότι σε συγκεκριμένη περίπτωση, ο δικαιούχος δεν μπορεί να απαγορεύσει τη χρήση ενός σημείου πανομοιότυπου προς έτερο καταχωρισμένο βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο α_, της οδηγίας.

Δ - Η εκτίμηση των περιστάσεων κάθε περιπτώσεως απόκειται στο εθνικό δικαστήριο

53. Το πότε η χρήση σήματος από τρίτον αποτελεί χρήση ως σήματος αποτελεί πραγματικό ζήτημα, αρμοδιότητα για τον καθορισμό του οποίου έχει το εθνικό δικαστήριο, βάσει των στοιχείων που διαθέτει για την επίλυση της διαφοράς. Υπάρχουν περιπτώσεις, όπως η διαφορά μεταξύ Μ. Reed και Arsenal, στις οποίες, δεδομένης της διπλής ταυτότητας των σημείων και των προϊόντων ή των υπηρεσιών, υπάρχει το τεκμήριο της «χρήσεως του σήματος ως σήματος», σε πολλές άλλες, όμως, η κατάσταση δεν είναι τόσο σαφής και θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η φύση των εν λόγω αγαθών και υπηρεσιών, η κατάσταση των πιθανών αποδεκτών τους, η διάρθρωση του εμπορίου, η εδραίωση του δικαιούχου του σήματος, έρευνα που βαίνει πέραν της αρμοδιότητας του Δικαστηρίου.

54. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, προτείνω στο Δικαστήριο να δώσει την ακόλουθη απάντηση στο πρώτο των προδικαστικών ερωτημάτων:

1) To άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο α_, της οδηγίας, πρέπει να ερμηνεύεται ως παρέχον στον δικαιούχο καταχωρισμένου σήματος το δικαίωμα να απαγορεύει σε κάθε τρίτον να χρησιμοποιεί, για προϊόντα και υπηρεσίες πανομοιότυπες με εκείνες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί το σήμα, πανομοιότυπα με αυτό σημεία δυνάμενα να δημιουργήσουν σύγχυση ως προς την προέλευση, κατασκευή, ποιότητα ή φήμη τους.

2) Στις εν λόγω περιπτώσεις ταυτότητας υπάρχει τεκμήριο iuris tantum ότι η χρήση του σήματος από τρίτον γίνεται με την προαναφερθείσα σκοπιμότητα.

3) Το πότε τρίτος χρησιμοποιεί διακριτικό σημείο «ως σήμα» αποτελεί πραγματικό ζήτημα, το οποίο είναι αρμόδιο να επιλύσει το εθνικό δικαστήριο, βάσει των στοιχείων που διαθέτει.

2. Το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα

Α - Οι χρήσεις που είναι άσχετες προς την καθαυτή λειτουργία των σημάτων. Οι μη εμπορικές χρήσεις

55. Δεδομένου του περιεχομένου που πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να αναγνωρισθεί στα δικαιώματα που έχει ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος και, συνεπώς, των ορίων που δεν μπορούν να υπερβούν οι τρίτοι κατά τη χρήση του καταχωρισμένου συμβόλου ή παρόμοιων σημείων, απομένει να δοθεί απάντηση στο δεύτερο από τα ερωτήματα που υπέβαλε το High Court, το οποίο, επιπλέον, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της προς επίλυση διαφοράς.

56. Στο σημείο αυτό, θα ακολουθήσω πορεία αντίθετη προς αυτήν που ακολούθησα για να προτείνω την απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, όπου εκκίνησα από την έννοια του σήματος και των λειτουργιών του για να διαγράψω το περιθώριο των δυνατοτήτων του δικαιούχου του σήματος, ορίζοντας τι αποτελεί «χρήση ως σήματος». Εν προκειμένω, θα προσεγγίσω τις εφαρμογές των σημείων που συνιστούν βιομηχανικά σήματα, οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με τη χαρακτηριστική λειτουργία της εν λόγω μορφής άυλης ιδιοκτησίας. Με αυτόν τον τρόπο, θα περιγράψω το ερώτημα, περιορίζοντας την ασάφεια από την οποία πρέπει να αντληθεί η απάντηση σ' αυτό.

57. Κατ' αρχάς, υπάρχει ένα πρώτο εξωτερικό όριο στην ιδέα της «χρήσεως ως σήματος» που ενυπάρχει στην ίδια την έννοια του διακριτικού σήματος. Ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος δεν μπορεί, κατ' αρχήν, να εναντιώνεται στη χρήση από τρίτους του καταχωρισμένου συμβόλου ή ενδείξεως, αν αυτό δεν έπρεπε να είχε καταχωρισθεί διότι δεν συγκέντρωνε τις απαραίτητες προϋποθέσεις του σήματος ή διότι ενέπιπτε σε μία των απαγορεύσεων της οδηγίας . Αποτελεί διαφορετικό ζήτημα, εφόσον η καταχώριση δεν έχει ακυρωθεί, αν παράγει αποτελέσματα και παρέχει στον δικαιούχο επαρκή νομική επίφαση για να εναντιώνεται στην από τρίτους χρήση του σήματος.

58. Αυτή είναι η περίπτωση στην υπόθεση C-299/99, όπου ανέπτυξα προτάσεις στις 23 Ιανουαρίου 2001 και όπου, κατά τη γνώμη μου, το σήμα που η Philips Electronics NV αντιτάσσει στην κυρία δίκη κατά της Remington Consumer Products Limited δεν συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις που θέτει η κοινοτική έννομη τάξη προκειμένου να καταχωρισθεί ένα σημείο ως σήμα. Η ίδια συλλογιστική ακολουθείται στη διαφορά μεταξύ Arsenal και Μ. Reed, όπου αυτός αντιτάσσει την ακυρότητα των καταχωρισθέντων σημείων του ποδοσφαιρικού συλλόγου, για τον λόγον ότι αυτά στερούνται διακριτικού χαρακτήρα. Ο λόγος αυτός εναντιώσεως απορρίφθηκε από το High Court.

59. Ως προς τα σημεία που νομίμως μπορούν να αποτελέσουν εμπορικά σήματα, ο δικαιούχος δεν δύναται να εναντιώνεται, βάσει της οδηγίας, στη χρήση τους από τρίτους έξω από τις «συναλλαγές» , ήτοι στο περιθώριο κάθε εμπορικής δραστηριότητας, η οποία συνίσταται στην παραγωγή και την παροχή αγαθών και υπηρεσιών στο εμπόριο.

60. Η οδηγία παρέχει στον δικαιούχο καταχωρισμένου σήματος μονοπώλιο επί του σημείου που έχει καταχωρισθεί ως σήμα, αυτή όμως η αποκλειστικής διαθέσεως εξουσία είναι, όπως ήδη επισήμανα, σχετική, διότι υπηρετεί ένα σκοπό που την υπερβαίνει. Εφόσον οι καταναλωτές πρέπει να μπορούν να επιλέγουν τα αγαθά και τις υπηρεσίες εντός της ανοιχτής αγοράς, διεπόμενης από τον ελεύθερο ανταγωνισμό, οι χρήσεις που ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να απαγορεύσει στους τρίτους είναι, ακριβώς, αυτές που εμφανίζονται σε τέτοιες περιπτώσεις και που, κατά συνέπεια, δύνανται να επηρεάσουν τον ως άνω σκοπό.

61. Το δίκαιο των σημάτων δέχεται τελευταία δυνατές πιέσεις για να εντάξει στην έννοια των σημείων που μπορούν να αποτελέσουν αυτό το είδος βιομηχανικής ιδιοκτησίας όχι μόνον τα σημεία που μπορούν να γίνουν αντιληπτά με την όραση , αλλά επίσης αυτά που μπορούν να γίνουν αντιληπτά και με άλλες αισθήσεις, όπως η όσφρηση ή η ακοή . Η πιθανή αυτή διεύρυνση του καταλόγου των σημείων που μπορούν να αποτελέσουν σήματα πρέπει να συνοδεύεται από ακριβή οριοθέτηση των δικαιωμάτων που παρέχονται στον δικαιούχο του. Θα ήταν παράλογο, αν όχι κωμικό, να υποστηριχθεί ότι, επειδή κάποιος καταχώρισε ως σήμα το τυρκουάζ χρώμα, οι καλλιτέχνες θα έπρεπε στη συνέχεια να παύσουν να χρησιμοποιούν το εν λόγω χρώμα για τα δημιουργήματά τους.

62. Η τελευταία αυτή διαπίστωση, με την οποία είμαι βέβαιος ότι συμφωνούν οι πάντες, μου επιτρέπει να διευκρινίσω την έννοια των «εμπορικών συναλλαγών». Η χρήση που μπορεί να απαγορεύσει ο δικαιούχος του σήματος δεν είναι οποιαδήποτε παρέχει οικονομικό πλεονέκτημα στον χρήστη ούτε είναι αυτή που μπορεί να αποδοθεί με οικονομικούς όρους, αλλά μόνον, όπως ορθότερα διευκρινίζουν τα λοιπά κείμενα πλην του ισπανικού, αυτή που λαμβάνει χώρα στο εμπόριο, στις συναλλαγές που έχουν ως αντικείμενο τη διοχέτευση και την παροχή των αγαθών και των υπηρεσιών στην αγορά. Πρόκειται, με λίγα λόγια, για την εμπορική χρήση .

63. Φαίνεται ότι εξίσου νόμιμη είναι η ιδιωτική χρήση από κάποιον του σήματος BMW που είναι τυπωμένο σε θήκη για κλειδιά, από την οποία αυτός δεν αντλεί κανένα οικονομικό όφελος παρά την άνεση να φυλάει τα κλειδιά που χρησιμοποιεί συνήθως στην εν λόγω κλειδοθήκη, καθώς και η χρήση που, κατά τη δεκαετία του '70 του προηγούμενου αιώνα, έκανε ο Andy Warhol του σήματος της σούπας Campbell σε πολλούς καμβάδες του , χρήση που, προφανώς, του απέφερε οικονομικό όφελος . Η δραστική διεύρυνση του περιεχομένου των δικαιωμάτων του δικαιούχου του σήματος μπορούσε να είχε στερήσει τη σύγχρονη τέχνη από ορισμένους ιδιαίτερα εκφραστικούς πίνακες, ιδιαίτερα χαρακτηριστικούς της «pop art». Άλλες, μη εμπορικές χρήσεις, όπως αυτές που γίνονται για εκπαιδευτικούς σκοπούς παραμένουν επίσης στο περιθώριο της προστασίας που παρέχεται στον δικαιούχο.

64. Έτσι, ο δικαιούχος ενός σήματος δεν δύναται να εναντιώνεται στη χρήση από τρίτους του συμβόλου ή της ενδείξεως που έχει οικειοποιηθεί, εφόσον πρόκειται για σημείο που δεν μπορεί να αποτελέσει σήμα ή, αν, εφόσον είναι τέτοιο, η χρήση που του επιφυλάσσουν οι τρίτοι δεν αποσκοπεί στην εμπορική του εκμετάλλευση.

Β - Οι χρήσεις που υποδηλώνουν προσχώρηση, προσήλωση ή υποστήριξη στον δικαιούχο του σήματος αποτελούν, κατ' αρχήν, χρήσεις του σήματος «ως σήματος»

65. Εισέρχομαι έτσι στην περιοχή του ημίφωτος, στην «σκιά της αβεβαιότητας», όπου βρίσκεται η απάντηση στο ερώτημα που υποβάλλει το High Court.

66. Φρονώ ότι οι χρήσεις στις οποίες αναφέρεται ο βρετανός δικαστής με το δεύτερο ερώτημα αποτελούν τρόπους χρήσεως του σήματος, οι οποίοι, όπως αναγνωρίζει ο ίδιος Βρετανός δικαστής, εκφράζουν τη σχέση μεταξύ των προϊόντων, του σημείου και του δικαιούχου του, μεταξύ των κασκόλ που φέρουν τα επίμαχα σήματα και της Arsenal . Η διασταλτική αυτή ερμηνεία που πρότεινα για να δοθεί απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα επιτρέπει την εν λόγω διαπίστωση.

67. Η φύση ή η ποιότητα της σχέσεως αυτής δεν ασκούν επιρροή στο δίκαιο των σημάτων. Δεδομένων των λειτουργιών των διακριτικών αυτών σημείων και του σκοπού που επιδιώκει η οδηγία, το αποφασιστικό στοιχείο δεν είναι το «αίσθημα» που ο καταναλωτής, ο οποίος αγοράζει τα αγαθά που χαρακτηρίζει το σήμα, αλλά και ο τρίτος που το χρησιμοποιεί, τρέφει για τον δικαιούχο του καταχωρισμένου σήματος, αλλά το γεγονός ότι, δεδομένου ότι τα προϊόντα φέρουν το σημείο, αυτοί τα αποκτούν διότι ταυτίζουν το προϊόν με το σήμα, ανεξαρτήτως της εκτιμήσεως που τρέφουν προς αυτό, ή, εν προκειμένω, προς τον ιδιοκτήτη.

68. Δεν έχει σημασία αν η απόφαση καταναλώσεως του προϊόντος οφείλεται στο ότι ο αποκτών εκλαμβάνει το σήμα ως διακριτικό σημείο ή ως εγγύηση ποιότητας ή αν, αντιθέτως, διαπράττει πράξη επαναστατική, προσχωρώντας στην παράταξη της ασχήμιας. Για την επίλυση της προκειμένης διαφοράς, τελικά, δεν έχει σημασία αν ένας οπαδός του ποδοσφαίρου αγοράζει τη φανέλα συγκεκριμένης ομάδας, την οποία καλύπτει το αντίστοιχο σήμα, διότι είναι ο αγαπημένος του ποδοσφαιρικός όμιλος και επιθυμεί να τη φορά, ή διότι, λόγω του μίσους που τρέφει για την αντίπαλη ομάδα, επιθυμεί να την κάψει. Το κλειδί βρίσκεται στο ότι αποφάσισε να την αποκτήσει επειδή το κατάστημα ταυτίζεται με το σήμα και, μέσω αυτού, με τον δικαιούχο του, δηλαδή, με την ομάδα.

69. Η συζήτηση πρέπει να μεταφερθεί σε άλλον τομέα. Δεδομένου ότι είναι προφανές ότι, στις περιπτώσεις ταυτίσεως, ο καταναλωτής αποκτά το αγαθό διότι αυτό ενσωματώνει το σήμα, η προσέγγιση που διευκολύνει την απάντηση στο ερώτημα του High Court είναι η προσέγγιση αυτού που εκμεταλλεύεται το σήμα χωρίς να είναι ο δικαιούχος. Δεν χρειάζεται να ερευνήσω τους λόγους για τους οποίους κάποιος αγοράζει ένα αγαθό ή χρησιμοποιεί μια υπηρεσία, αλλά τους λόγους που οδήγησαν κάποιον που δεν είναι ο δικαιούχος του σήματος να εμπορευθεί το προϊόν ή να παράσχει την υπηρεσία, χρησιμοποιώντας το ίδιο διακριτικό σημείο. Αν, ασχέτως του λόγου που τον ωθεί, επιχειρεί να το εκμεταλλευθεί εμπορικά, τότε το χρησιμοποιεί «ως σήμα» και ο δικαιούχος μπορεί να εναντιωθεί εντός των ορίων του άρθρου 5 της οδηγίας.

70. Είναι προφανές ότι ο δικαιούχος ενός σήματος μπορεί να επικρίνει τη χρήση του σήματος από τρίτον, εφόσον το καταχώρισε για να το χρησιμοποιεί ως σήμα. Αν δεν το εκμεταλλεύεται εμπορικά, δεν κάνει «αποτελεσματική χρήση» του διακριτικού σήματος και τα δικαιώματά του θα βρίσκονται κάτω από τη «δαμόκλειο σπάθη» της ακυρότητας και της απώλειας της δυνατότητας εναντιώσεως σε μεταγενέστερη καταχώριση σημάτων .

71. Δεδομένων των ανωτέρω σκέψεων και της εικασίας που υποκρύπτεται στα προδικαστικά ερωτήματα που υπέβαλε ο Βρετανός δικαστής, επιβάλλεται το ερώτημα αν, όταν μια ποδοσφαιρική ομάδα - ή, γενικά, ένας αθλητικός σύλλογος - καταχωρίζει ένα σήμα, το πράττει μόνο για να διανείμει στους οπαδούς της προϊόντα με τα διακριτικά σημεία της, με σκοπό να αποκτήσει τη συμπαράστασή τους οδεύοντας προς την αθλητική επιτυχία ή αν, αντιθέτως, πρόκειται για άλλη μία επιχειρηματική δραστηριότητα, σκοπούσα στην αύξηση των εσόδων της επιχειρήσεως.

72. Είναι προφανές ότι η απάντηση δεν μπορεί να συναχθεί από την έρευνα των προθέσεων του κάθε αθλητικού συλλόγου (εν προκειμένω, της Arsenal), αλλά από την αντικειμενική ανάλυση της θέσεως που οι εταιρίες και άλλοι φορείς που διαχειρίζονται τις μεγάλες ποδοσφαιρικές ομάδες καταλαμβάνουν στη σημερινή κοινωνία και οικονομία.

Γ - Το ποδόσφαιρο ως οικονομικό φαινόμενο

73. Το ποδόσφαιρο παίζει σημαντικό ρόλο στον σύγχρονο κόσμο. Από της δημιουργίας του στο αγγλικό πανεπιστήμιο του ΧΙΧ αιώνα έως σήμερα, το εν λόγω άθλημα μπόρεσε να προσαρμοσθεί πολύ επιτυχώς στα σημεία των καιρών και να μετατραπεί, χάρη στη διάδοσή του από τα μέσα ενημερώσεως, σε μαζικό φαινόμενο που υπερβαίνει τα γεωγραφικά, πολιτιστικά, θρησκευτικά και κοινωνικά όρια. Το κλειδί της επιτυχίας του ποδοσφαίρου - καθώς και του μυστηρίου της εν λόγω επιτυχίας, για όσους δεν είναι οπαδοί του αθλήματος - βρίσκεται στην τεράστια ικανότητά του να γεννά πάθη , η πηγή της οποίας εντοπίζεται στη βαθιά ταύτιση μεταξύ των ομάδων, συνδεδεμένων με συγκεκριμένη πόλη ή χώρα, και των οπαδών τους .

74. Για δεκαετίες, το ποδόσφαιρο χαρακτηριζόταν από την κοινωνική του σημασία, ενώ η οικονομική του σημασία παρέμενε δευτερεύουσα. Παραδόξως, μια δραστηριότητα που κινεί το ενδιαφέρον εκατομμυρίων ατόμων στον κόσμο δεν αποτελούσε αντικείμενο οικονομικής εκμεταλλεύσεως και παρέμενε ξένη, για παράδειγμα, προς το πρότυπο διαχειρίσεως των μεγάλων επαγγελματικών ομάδων της Βόρειας Αμερικής , η ανάπτυξη των οποίων κατά τη δεκαετία του '70 συνδυάστηκε με την πώληση των αποκλειστικών τηλεοπτικών δικαιωμάτων και την άσκηση ελέγχου από μεγάλους επιχειρηματίες .

75. Η κατάσταση αυτή ανατράπηκε ριζικά στις αρχές της δεκαετίας του '90, όταν άρχισαν να εμφανίζονται οι πραγματικές εμπορικές δυνατότητες του ποδοσφαίρου . Ακολουθώντας το παράδειγμα του Αυστραλού μεγαλοεπιχειρηματία Rupert Murdoch, ιδιοκτήτη του τηλεοπτικού σταθμού Sky, που αποκόμισε τεράστια έσοδα από την αποκλειστική εκμετάλλευση των δικαιωμάτων αναμεταδόσεως του αγγλικού ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος, οι κυριότερες ευρωπαϊκές ραδιοτηλεοπτικές επιχειρήσεις πραγματοποίησαν μεγάλες επενδύσεις για να αποκτήσουν τα τηλεοπτικά δικαιώματα πλειόνων εθνικών και διεθνών αγώνων , συμβάλλοντας αποφασιστικά στη μείζονα μεταμόρφωση που υπέστη το εν λόγω άθλημα από της δημιουργίας του .

76. Εντός μιας σχετικά σύντομης περιόδου, το επαγγελματικό ποδόσφαιρο μετατράπηκε σε κανονική βιομηχανία που κινεί χρηματικά ποσά αδιανόητα τα προηγούμενα έτη και που δημιουργεί χιλιάδες θέσεις εργασίας και δραστηριότητες σε ποικίλους τομείς . Είναι δύσκολο να παρουσιασθούν ακριβή στοιχεία, αλλά υπολογίζεται ότι στην Ιταλία, μία από τις χώρες που η ποδοσφαιρική δραστηριότητα ασκείται με τον πλέον επαγγελματικό τρόπο, το εν λόγω άθλημα έχει κύκλο εργασιών γύρω στα 4 500 εκατομμύρια ευρώ ετησίως και αποτελεί τη δέκατη τέταρτη βιομηχανία της χώρας . Στην περίπτωση της Ισπανίας, υπολογίζεται ότι η εν λόγω δραστηριότητα αποφέρει, αμέσως ή εμμέσως, γύρω στα 3 000 εκατομμύρια ευρώ και απασχολεί περίπου 100 000 άτομα .

77. Στο πλαίσιο αυτό, οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι των κυριοτέρων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων προέβησαν σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις οργανωτικής φύσεως. Πλην εξαιρέσεων, απώλεσαν την αμιγώς αθλητική φυσιογνωμία τους για να μετατραπούν σε εμπορικές εταιρίες, οι οποίες, συνεχώς αυξανόμενες σε αριθμό, εισάγονται στο χρηματιστήριο . Δεν αποτελεί έκπληξη, συνεπώς, ότι εντός ολίγων ετών οι προϋπολογισμοί των ομάδων αυξήθηκαν εντυπωσιακά έτσι ώστε ορισμένες από τις πλέον φημισμένες ομάδες στην Ευρώπη να έχουν προϋπολογισμούς που υπερβαίνουν τα 100 εκατομμύρια ευρώ, ποσό συγκρίσιμο με τον προϋπολογισμό μιας μέσης ισπανικής πόλεως .

78. Το πλέον επαινετό πρότυπο διαχειρίσεως είναι αυτό της Manchester United, η οποία είναι πιθανώς η πλουσιότερη ομάδα στον κόσμο . Η διοίκηση πολλών από τους καλύτερους ευρωπαϊκούς ομίλους ανήκει σε επιτυχημένους επιχειρηματίες, των οποίων η αντίληψη περί ποδοσφαίρου αντανακλά την πραγματική αλλαγή των καιρών. Έτσι, για παράδειγμα, ο Sergio Cragnotti, πρόεδρος της Lazio της Ρώμης, φρονεί ότι «το ποδόσφαιρο είναι η σημαντικότερη επιχειρηματική δραστηριότητα σε μια διαρκώς παγκοσμιοποιούμενη οικονομία»· κατά τη γνώμη του, συνεπώς, «δεν πρέπει να θεωρείται μόνον ως άθλημα, αλλά ως βιομηχανία του θεάματος» . Παρόμοια άποψη εκφράζει ο Florentino Pérez, πρόεδρος της Real Μαδρίτης, ο οποίος, αναφερόμενος στις οικονομικές προοπτικές του ομίλου που διοικεί, έκανε λόγω για «Walt Disney χωρίς την εκμετάλλευση» .

79. Η εν λόγω εικόνα υποκρύπτει μια λιγότερο κολακευτική πραγματικότητα για την πλειονότητα των επαγγελματικών ομάδων, πολλές εκ των οποίων συσσωρεύουν τεράστια χρέη. Πράγματι, σύμφωνα με την ανάλυση της επιθεωρήσεως The Economist , αυτήν την εποχή, χαρακτηριζόμενη από τη μεγάλη αύξηση των αμοιβών των παικτών και του κόστους των μεταγραφών , οι ομάδες υπόκεινται σε μία δυναμική που τους επιβάλλει να δαπανούν μεγάλο μέρος των εσόδων τους, χωρίς να τίθεται θέμα κακοδιαχειρίσεως. Η κατάσταση αυτή εξηγεί, για παράδειγμα, το ότι στην Ιταλία, όπου το ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα προσελκύει πολυάριθμες επενδύσεις, το σύνολο των χρεών των συλλόγων ανέρχεται στην πραγματικότητα σε άνω των 1 000 εκατομμυρίων ευρώ .

80. Είναι σαφές ότι οι πηγές χρηματοδοτήσεως των συλλόγων αυξήθηκαν τα τελευταία έτη. Τα παραδοσιακά κέρδη από πωλήσεις εισιτηρίων ή από τις εισφορές των μελών έχουν υποχωρήσει έναντι μιας άλλης κατηγορίας περισσοτέρων εσόδων, όπως αυτά που προέρχονται από τις τηλεοπτικές αναμεταδόσεις, την πώληση των προϊόντων που συνδέονται με την ομάδα, την εκμετάλλευση των δικαιωμάτων της εικόνας των παικτών και το Ίντερνετ . Οι ευρωπαϊκές ομάδες λαμβάνουν επίσης χρηματοδότηση από άλλες πηγές, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν τα έπαθλα που κερδίζουν από τη συμμετοχή σε πρωταθλήματα που οργανώνει η Ευρωπαϊκή Ένωση Ποδοσφαιρικών Ομίλων (UEFA), από την οργάνωση φιλικών παιχνιδιών ή από τη διαχείριση των εγκαταστάσεων (καταστημάτων, αναψυκτηρίων, αίθουσες συνεδριάσεων).

81. Μεταξύ των εσόδων που απέκτησαν ιδιαίτερη σημασία τα τελευταία έτη συγκαταλέγεται η πώληση των προϊόνων που συνδέονται με την ομάδα, δραστηριότητα που είναι κοινώς γνωστή ως «merchandising» . Η εν λόγω εμπορική δραστηριότητα, που σκοπεί στην πώληση, αμέσως ή μέσω ενδιαμέσων επιχειρήσεων, κασκόλ, καπέλων, ενδυμάτων ή οποιωνδήποτε άλλων προϊόντων που υποδηλώνουν την ομάδα, αποδείχθηκε από τις πλέον επικερδείς , ώστε να έχει καταστεί προτεραιότητα για τους διαχειριστές της οικονομικής πτυχής των επιχειρήσεων . Κατά τον διευθυντή μάρκετινγκ της Real Μαδρίτης, ένας από τους λόγους που εξηγούν την επιτυχία του «merchandising» είναι απλός: «η προσήλωση στις ποδοσφαιρικές ομάδες είναι πολύ μεγάλη. Η σχέση ενός οπαδού με την ομάδα του είναι τόσο στενή ώστε αποτελεί όνειρο για τα σήματα οποιουδήποτε άλλου τομέα, που υφίστανται πολύ περισσότερο τους κλυδωνισμούς του εμπορίου» .

82. Οι προβλέψεις για την αύξηση των εσόδων από την εν λόγω πηγή είναι σαφείς. Η μετάδοση του ποδοσφαίρου μέσω της τηλεοράσεως και του Ίντερνετ επιτρέπει στις ευρωπαϊκές ομάδες να επεκτείνουν την εμπορική τους δραστηριότητα σε άλλα μέρη του κόσμου, ειδικότερα στην Ασία, όπου η αγάπη για το εν λόγω άθλημα έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία έτη, εν μέρει χάρη στη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2002 στην Ιαπωνία και την Κορέα . Ορισμένες ευρωπαϊκές ομάδες αποφάσισαν να ανοίξουν καταστήματα σε πόλεις της ασιατικής ηπείρου για να πωλούν απευθείας τα προϊόντα τους .

83. Η επιτυχία του «merchandising» ανέδειξε τις τεράστιες δυνατότητες του ποδοσφαίρου ως εμπορικής δραστηριότητας, γεγονός που εξηγεί το ότι η αμοιβή των παικτών, πραγματικών πρωταγωνιστών του θεάματος, δεν εξαρτάται μόνον από την απόδοσή τους στο γήπεδο, αλλά και από τα έσοδα που η εικόνα τους μπορεί να αποφέρει στην ομάδα, ως διαφήμηση ή μέσω της πωλήσεως προϊόντων που συνδέονται με τον αθλητή. Κατά τα τελευταία έτη, έλαβαν χώρα σημαντικές μεταγραφές ποδοσφαιριστών, που επιβεβαιώνουν το ανωτέρω, όπως η μεταγραφή του Ιάπωνα ποδοσφαιριστή Nakata στην ομάδα της Parma και, ειδικότερα, αυτή του Γάλλου Zinedine Zidane στη Real Μαδρίτης - η ακριβότερη στην ιστορία - που προσέγγισε τα 70 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία η ομάδα αναμένει να ανακτήσει από την πώληση Τ-shirts .

84. Οι μεγάλες ομάδες, όπως είναι η Arsenal, πρόσφατη νικήτρια στο αγγλικό πρωτάθλημα, δεν είναι απλοί αθλητικοί σύλλογοι με σκοπό το ποδόσφαιρο, αλλά αυθεντικοί «έμποροι», οι οποίοι, σκοπώντας την επαγγελματική άσκηση του ποδοσφαίρου, αναπτύσσουν πρώτης τάξεως οικονομική δραστηριότητα. Όταν καταχωρίζουν ένα σημείο για να το χρησιμοποιήσουν ως εμπορικό σήμα και για να διαθέσουν στο εμπόριο, αμέσως ή μέσω εντεταλμένων διανομέων, συγκεκριμένα αγαθά και υπηρεσίες που ταυτίζονται με αυτό, κάνουν αποτελεσματική χρήση της άυλης ιδιοκτησίας και μπορούν να εναντιώνονται στη χρήση παρόμοιας ενδείξεως από τρίτους, με την πρόθεση να την εκμεταλλευτούν εμπορικά και να αντλήσουν οικονομικό όφελος, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα που τους παρέχει η έννομη τάξη, συμπεριλαμβανομένων των πλέον δραστικών .

85. Εν τέλει, και για να δοθεί απάντηση στα ερωτήματα που υποβάλλει το High Court, φρονώ ότι η χρήση που μπορεί να απαγορεύσει ο δικαιούχος του σήματος σε τρίτους είναι αυτή που σκοπεί την εμπορική εκμετάλλευση, έννοια που περιλαμβάνει τη χρήση των διακριτικών σημείων που οι εταιρίες ιδιοκτήτριες ομάδων ποδοσφαίρου καταχωρούν ως σήματα για να εμπορευματοποιήσουν ενδύματα και προϊόντα σχετικά με τον αθλητικό σύλλογο.

86. Οι λόγοι για τους οποίους ο καταναλωτής επιλέγει το προϊόν δεν ασκούν επιρροή στο ζήτημα αυτό. Το αποφασιστικό στοιχείο είναι ότι ο αποδέκτης το αποκτά και το καταναλώνει διότι αυτό φέρει το διακριτικό σημείο.

87. Οι ανωτέρω διαπιστώσεις, καθώς και η απάντηση που προτείνω στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, δεν ακολουθούν κατά γράμμα τη διατύπωση των ερωτημάτων του High Court, αλλά, ερμηνεύοντας την οδηγία, μπορούν να διευκολύνουν την εύρεση λυσιτελούς και επαρκούς απαντήσεως ώστε το Δικαστήριο να αποφανθεί επί του θέματος που καλείται να επιλύσει .

V - Πρόταση

88. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων προτείνω στο Δικαστήριο να δώσει τις εξής απαντήσεις στα προδικαστικά ερωτήματα του High Court:

«1) Το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο α_, της οδηγίας 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988 [πρώτη οδηγία], για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων, πρέπει να ερμηνεύεται ως παρέχον στον δικαιούχο καταχωρισμένου σήματος το δικαίωμα να απαγορεύει σε κάθε τρίτον να χρησιμοποιεί, για προϊόντα και υπηρεσίες πανομοιότυπες με εκείνες για τις οποίες το σήμα έχει καταχωρισθεί, πανομοιότυπα με αυτό σημεία δυνάμενα να δημιουργήσουν σύγχυση ως προς την προέλευση, κατασκευή, ποιότητα ή φήμη τους.

2) Το πότε τρίτος χρησιμοποιεί διακριτικό σημείο "ως σήμα" αποτελεί πραγματικό ζήτημα, το οποίο είναι αρμόδιο να επιλύσει το εθνικό δικαστήριο, βάσει των στοιχείων που διαθέτει. Εντούτοις, στις περιπτώσεις ταυτότητας σημείων και προϊόντων ή υπηρεσιών, υπάρχει τεκμήριο iuris tantum ότι η χρήση του σήματος από τρίτον γίνεται με την προαναφερθείσα σκοπιμότητα.

3) Η χρήση που ο δικαιούχος μπορεί να απαγορεύσει σε τρίτους είναι αυτή που σκοπεί στην εμπορική εκμετάλλευση του σήματος, έννοια που περιλαμβάνει τη χρήση των διακριτικών σημείων που οι εταιρίες ιδιοκτήτριες ομάδων ποδοσφαίρου καταχωρούν ως σήματα για να εμπορευματοποιήσουν ενδύματα και προϊόντα σχετικά με τον αθλητικό σύλλογο.

4) Οι λόγοι για τους οποίους ο καταναλωτής επιλέγει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες δεν ασκούν επιρροή στο ζήτημα αυτό. Το αποφασιστικό στοιχείο είναι ότι ο αποδέκτης τα επιλέγει και τα καταναλώνει διότι φέρουν το διακριτικό σημείο.»