Λέξεις κλειδιά
Περίληψη

Λέξεις κλειδιά

1. Διαδικασία - Εισαγωγικό δικόγραφο της δίκης - Τυπικές προϋποθέσεις - ροσδιορισμός του αντικειμένου της διαφοράς - Συνοπτική έκθεση των ισχυρισμών - Αγωγή σκοπούσα την αποκατάσταση ζημιών τις οποίες φέρεται ότι προκάλεσε κοινοτικό όργανο

[Οργανισμός ΕΚ του Δικαστηρίου, άρθρα 19 και 46, εδ. 1· Κανονισμός Διαδικασίας του ρωτοδικείου, άρθρο 44 § 1, στοιχ. γ_)

2. Αγωγή αποζημιώσεως - Αγωγή στρεφόμενη κατά οργάνου το οποίο φέρεται ότι προκάλεσε την ευθύνη της Κοινότητας - αραδεκτό - Φύση της πράξεως που προσάπτεται στο όργανο - Δεν έχει σημασία

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 178 και 215, εδ. 2 (νυν άρθρα 235 ΕΚ και 288, εδ. 2, ΕΚ)]

3. Αγωγή αποζημιώσεως - Αυτονομία σε σχέση με την προσφυγή ακυρώσεως - Όρια - Αγωγή με την οποία ζητείται η ανάκληση ατομικής αποφάσεως η οποία έχει καταστεί απρόσβλητη - Απαράδεκτη

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 178 και 215, εδ. 2 (νυν άρθρα 235 ΕΚ και 288, εδ. 2, ΕΚ)]

4. Εξωσυμβατική ευθύνη - ροϋποθέσεις - Κατάφωρη παραβίαση υπέρτερου κανόνα δικαίου που προστατεύει τους ιδιώτες - ράξη που αφορά διαδικασία αντιντάμπινγκ, αλλά δεν περιλαμβάνει καμία επιλογή οικονομικής πολιτικής - Αρκεί απλή παράβαση του κοινοτικού δικαίου

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 215 (νυν άρθρο 288 ΕΚ)]

5. Εξωσυμβατική ευθύνη - ροϋποθέσεις - αράνομος χαρακτήρας - Ζημία - Αιτιώδης σύνδεσμος - Έννοια - Βάρος αποδείξεως

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 215, εδ. 2 (νυν άρθρο 288, εδ. 2, ΕΚ)]

6. Εξωσυμβατική ευθύνη - ροϋποθέσεις - ταίσμα του οργάνου - Έλλειψη επιμέλειας για την άρση πλημμέλειας την οποία γνώριζε η αρμόδια υπηρεσία

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 215, εδ. 2 (νυν άρθρο 288, εδ. 2, ΕΚ)]

Περίληψη

1. Κατά το άρθρο 19 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, το οποίο έχει εφαρμογή στην ενώπιον του ρωτοδικείου διαδικασία δυνάμει του άρθρου 46, πρώτο εδάφιο, του ίδιου Οργανισμού, και κατά το άρθρο 44, παράγραφος 1, στοιχείο γ_, του Κανονισμού Διαδικασίας του ρωτοδικείου, το δικόγραφο της αγωγής πρέπει, μεταξύ άλλων, να περιέχει το αντικείμενο της διαφοράς και συνοπτική έκθεση των ισχυρισμών των οποίων γίνεται επίκληση. Για να πληροί τις ανωτέρω προϋποθέσεις, το δικόγραφο με το οποίο ζητείται η αποκατάσταση ζημιών τις οποίες φέρεται ότι προκάλεσε κοινοτικό όργανο πρέπει να περιλαμβάνει τα στοιχεία που επιτρέπουν την εξατομίκευση της συμπεριφοράς την οποία ο ενάγων προσάπτει στο θεσμικό όργανο, τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της συμπεριφοράς και της ζημίας που ισχυρίζεται ότι υπέστη, καθώς και τον χαρακτήρα και την έκταση της εν λόγω ζημίας.

( βλ. σκέψη 30 )

2. Ο κανονιστικός ή διοικητικός χαρακτήρας της πράξεως που προσάπτεται σε κοινοτικό όργανο δεν επηρεάζει το παραδεκτό μιας αγωγής αποζημιώσεως. Το στοιχείο αυτό επηρεάζει αποκλειστικώς, στο πλαίσιο μιας τέτοιας αγωγής, την επί της ουσίας εκτίμηση, όταν πρόκειται να καθοριστεί το κριτήριο της βαρύτητας του πταίσματος κατά την εξέταση της εξωσυμβατικής ευθύνης της Κοινότητας.

( βλ. σκέψη 38 )

3. Η στηριζόμενη στο άρθρο 215, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης (νυν άρθρο 288, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ) αγωγή αποτελεί αυτοτελές μέσο παροχής έννομης προστασίας, το οποίο επιτελεί ιδιαίτερη λειτουργία στο πλαίσιο των μέσων παροχής έννομης προστασίας, η δε άσκησή της εξαρτάται από προϋποθέσεις που έχουν τεθεί ενόψει του ειδικού της αντικειμένου. Η εν λόγω αγωγή διαφέρει από την προσφυγή ακυρώσεως, καθόσον αποσκοπεί όχι στην εξαφάνιση κάποιου συγκεκριμένου μέτρου αλλά στην αποκατάσταση της ζημίας την οποία προκάλεσε ένα κοινοτικό όργανο.

Από τη νομολογία δεν μπορεί να συναχθεί ότι η άσκηση αγωγής αποζημιώσεως εξαρτάται από την προηγούμενη άσκηση προσφυγής ακυρώσεως κατά της πράξεως που προβάλλεται ως αιτία της προβαλλομένης ζημίας. ράγματι, μπορεί ένας διάδικος να ασκήσει αγωγή αποζημιώσεως χωρίς να του επιβάλλει οποιαδήποτε διάταξη την υποχρέωση να επιδιώξει την ακύρωση της παράνομης πράξεως που του προκάλεσε τη ζημία.

Μια αγωγή αποζημιώσεως πρέπει να κρίνεται απαράδεκτη όταν επιδιώκει, στην πράξη, την ανάκληση ατομικής πράξεως που έχει καταστεί απρόσβλητη και η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα, αν γινόταν δεκτή, την εξαφάνιση των εννόμων αποτελεσμάτων της εν λόγω πράξεως.

( βλ. σκέψεις 45, 49-50 )

4. Οι πράξεις του Συμβουλίου και της Επιτροπής που εκδίδονται στο πλαίσιο διαδικασίας η οποία μπορεί να καταλήξει ενδεχομένως στη λήψη μέτρων αντιντάμπινγκ πρέπει, κατ' αρχήν, να θεωρούνται ως νομοθετικές πράξεις συνεπαγόμενες επιλογές οικονομικής πολιτικής, ώστε η ευθύνη της Κοινότητας να μην μπορεί να θεμελιωθεί λόγω τέτοιων πράξεων παρά μόνον εφόσον συντρέχει κατάφωρη παράβαση υπέρτερου κανόνα δικαίου που προστατεύει τους ιδιώτες. Εντούτοις, όταν η σχετική πράξη, διοικητικής φύσεως, δεν περιλαμβάνει καμία επιλογή οικονομικής πολιτικής, παρέχει δε στην Επιτροπή σημαντικά περιορισμένο, έως ανύπαρκτο, περιθώριο εκτιμήσεως, η απλή παράβαση του κοινοτικού δικαίου αρκεί να στοιχειοθετήσει την εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας. Ειδικότερα, η διαπίστωση μιας πλημμέλειας που δεν θα είχε διαπράξει, υπό ανάλογες περιστάσεις, μια διοικητική αρχή επιδεικνύουσα τη συνήθη φρόνηση και επιμέλεια επιτρέπει το συμπέρασμα ότι η συμπεριφορά του οργάνου συνιστά παρανομία δυνάμενη να στοιχειοθετήσει ευθύνη της Κοινότητας βάσει του άρθρου 215 της Συνθήκης (νυν άρθρου 288 ΕΚ).

( βλ. σκέψεις 57, 61 )

5. Αιτιώδης σύνδεσμος, κατά την έννοια του άρθρου 215, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης (νυν άρθρου 288, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ), γίνεται δεκτός οσάκις υφίσταται άμεσος σύνδεσμος μεταξύ του πταίσματος του οικείου οργάνου και της προβαλλομένης ζημίας, σύνδεσμος η απόδειξη του οποίου βαρύνει τον ενάγοντα. Η Κοινότητα δεν υπέχει ευθύνη παρά μόνο για τη ζημία που προκύπτει κατά τρόπο επαρκώς άμεσο από την πλημμελή συμπεριφορά του οικείου οργάνου.

Κατά την εξέταση του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ του πταίσματος που προσάπτεται στο όργανο και της προβαλλομένης από τον ενάγοντα ζημίας πρέπει να εξετάζεται αν αυτός επέδειξε την εύλογη επιμέλεια που απαιτείται προς περιορισμό της εκτάσεως της ζημίας που προβάλλει ότι υπέστη.

( βλ. σκέψεις 118-121 )

6. Όταν η προκληθείσα από την πλημμελή συμπεριφορά του οργάνου ζημία ενέχει εξελικτικό χαρακτήρα, το κοινοτικό όργανο διαπράττει πταίσμα αν δεν λάβει τα αναγκαία και χρήσιμα μέτρα, που μόνο οφείλει να λάβει, προκειμένου να περιορίσει την έκταση της ζημίας.

( βλ. σκέψεις 131-132 )