Απόφαση του Δικαστηρίου της 15ης Φεßρουαρίου 2000. - Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας. - Κοινωνική ασφάλιση - Χρηματοδότηση - Εφαρμοστέα νομοθεσία. - Υπόθεση C-34/98.
Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2000 σελίδα I-00995
Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό
Κοινωνική ασφάλιση διακινουμένων εργαζομένων - Ίση μεταχείριση - Επιβολή, εκ μέρους κράτους μέλους, μιας «εισφοράς για την εξόφληση του κοινωνικοασφαλιστικού χρέους» στα πρόσωπα που κατοικούν εντός του κράτους αυτού, αλλά εργάζονται εντός άλλου κράτους μέλους - Ανεπίτρεπτο
[Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 48 και 52 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρα 39 ΕΚ και 43 ΕΚ)· κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρο 13]
$$Παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 13 του κανονισμού 1408/71, καθώς και από τα άρθρα 48 και 52 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρα 39 ΕΚ και 43 ΕΚ), ένα κράτος μέλος που επιβάλλει μια «εισφορά για την εξόφληση του κοινωνικοασφαλιστικού χρέους», προοριζόμενη για την εκκαθάριση των ελλειμμάτων του γενικού συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως, στα εισοδήματα από επαγγελματική δραστηριότητα και στα υποκατάστατα εισοδήματα των μισθωτών και των ελευθέρων επαγγελματιών που κατοικούν στο κράτος αυτό αλλά εργάζονται εντός άλλου κράτους μέλους και οι οποίοι, δυνάμει του εν λόγω κανονισμού, δεν υπόκεινται στη νομοθεσία κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους κατοικίας.
Συγκεκριμένα, εφόσον η εισφορά αυτή προορίζεται ειδικά και άμεσα για τη χρηματοδότηση του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους αυτού, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1408/71 και συνιστά επιβάρυνση την οποία αφορά η απαγόρευση διττής καταβολής εισφορών που προβλέπεται στο άρθρο 13 του κανονισμού, καθώς και οι προπαρατεθείσες διατάξεις της Συνθήκης τις οποίες θέτει σε εφαρμογή το άρθρο αυτό.
Ούτε οι συγκεκριμένοι τρόποι διαθέσεως των εισπραττομένων ποσών ούτε το γεγονός ότι η καταβολή της εισφοράς δεν παρέχει δικαίωμα επί ουδεμιάς αντιπαροχής, υπό τη μορφή άμεσης και προσδιορίσιμης παροχής, ούτε ο περιορισμένος αριθμός των εργαζομένων τους οποίους αφορά η εισφορά ή ο πολύ μικρός συντελεστής της μπορούν να θέσουν εν αμφιβόλω τη διαπίστωση αυτή.
(βλ. σκέψεις 36, 38-39, 48-49, 51, και διατακτικό)
Στην υπόθεση C-34/98,
Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον P. Hillenkamp, νομικό σύμβουλο, και την H. Michard, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον C. Gσmez de la Cruz, μέλος της ίδιας υπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg,
προσφεύγουσα,
κατά
Γαλλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπουμένης από την K. Rispal-Bellanger, υποδιευθύντρια στη διεύθυνση νομικών υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, και τον C. Chavance, σύμβουλο εξωτερικών υποθέσεων στην ίδια διεύθυνση,
καθής,
"που έχει ως αντικείμενο να αναγνωριστεί ότι η Γαλλική Δημοκρατία, επιβάλλοντας την εισφορά για την εξόφληση του κοινωνικοασφαλιστικού χρέους στα εισοδήματα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας καθώς και στα υποκατάστατα εισοδήματα των μισθωτών εργαζομένων και των ελευθέρων επαγγελματιών οι οποίοι κατοικούν μεν στη Γαλλία, αλλά εργάζονται εντός άλλου κράτους μέλους και οι οποίοι, δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητος, όπως τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 118/97 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 1996 (ΕΕ 1997, L 28, σ. 1), δεν υπόκεινται στη γαλλική νομοθεσία περί κοινωνικής ασφαλίσεως, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 48 και 52 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρα 39 ΕΚ και 43 ΕΚ) και από το άρθρο 13 του προπαρατεθέντος κανονισμού,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,
συγκείμενο από τους G. C. Rodrνguez Iglesias, Πρόεδρο, J. C. Moitinho de Almeida (εισηγητή), D. A. O. Edward, L. Sevσn και R. Schintgen, προέδρους τμήματος, C. Gulmann, J.-P. Puissochet, G. Hirsch, P. Jann, H. Ragnemalm και M. Wathelet, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: A. La Pergola
γραμματέας: H. von Holstein, βοηθός γραμματέας,
έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,
αφού άκουσε τις αγορεύσεις των διαδίκων κατά τη συνεδρίαση της 4ης Μαου 1999,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 7ης Σεπτεμβρίου 1999,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 12 Φεβρουαρίου 1998, η Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων άσκησε, δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρου 226 ΕΚ), προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ότι η Γαλλική Δημοκρατία, επιβάλλοντας την εισφορά για την εξόφληση του κοινωνικοασφαλιστικού χρέους (στο εξής: CRDS) στα εισοδήματα από την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας καθώς και στα υποκατάστατα εισοδήματα των μισθωτών εργαζομένων και των ελευθέρων επαγγελματιών οι οποίοι κατοικούν μεν στη Γαλλία, αλλά εργάζονται εντός άλλου κράτους μέλους και οι οποίοι, δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητος, όπως τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 118/97 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 1996 (ΕΕ 1997, L 28, σ. 1, στο εξής: κανονισμός 1408/71), δεν υπόκεινται στη γαλλική νομοθεσία περί κοινωνικής ασφαλίσεως, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 48 και 52 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρα 39 ΕΚ και 43 ΕΚ) και από το άρθρο 13 του προπαρατεθέντος κανονισμού.
Η κοινοτική νομοθεσία
2 Το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 1408/71 ορίζει τα εξής:
«1. Ο παρών κανονισμός ισχύει για όλες τις νομοθεσίες που αφορούν τους ακόλουθους κλάδους κοινωνικής ασφαλίσεως:
α) παροχές ασθενείας και μητρότητος·
β) παροχές αναπηρίας, περιλαμβανομένων εκείνων που προορίζονται για τη διατήρηση ή βελτίωση της ικανότητας βιοπορισμού·
γ) παροχές γήρατος·
δ) παροχές επιζώντων·
ε) παροχές εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών·
στ) επιδόματα λόγω θανάτου·
ζ) παροχές ανεργίας·
η) οικογενειακές παροχές.
2. Ο παρών κανονισμός ισχύει για τα γενικά και ειδικά συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως, με ή χωρίς συνεισφορά, καθώς και για τα συστήματα σχετικά με τις υποχρεώσεις του εργοδότη ή του πλοιοκτήτη εν σχέσει προς τις παροχές που προβλέπονται στην παράγραφο 1.»
3 Στο άρθρο 1, στοιχείο ιι, του κανονισμού 1408/71 προβλέπεται ότι ο όρος «νομοθεσία» προσδιορίζει, «για κάθε κράτος μέλος, τους υφισταμένους ή μελλοντικούς νόμους, τις κανονιστικές πράξεις, κανονισμούς και κάθε άλλο μέτρο εφαρμογής, που αφορούν τους κλάδους και τα συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως που προβλέπονται στο άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, ή τις ειδικές παροχές χωρίς συνεισφορά που προβλέπονται στην παράγραφο 2α του άρθρου 4».
4 Το άρθρο 13 του ίδιου κανονισμού ορίζει τα εξής:
«1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 14γ, τα πρόσωπα για τα οποία ισχύει ο παρών κανονισμός υπόκεινται στη νομοθεσία ενός μόνου κράτους μέλους. Η νομοθεσία αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος τίτλου.
2. Με την επιφύλαξη των άρθρων 14 έως 17:
α) το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος κράτους μέλους υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους αυτού, ακόμη και αν κατοικεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους ή αν η επιχείρηση ή ο εργοδότης που το απασχολεί έχει την έδρα της ή την κατοικία του στο έδαφος άλλου κράτους μέλους·
β) το πρόσωπο που ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος κράτους μέλους υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους αυτού, ακόμη και αν κατοικεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους·
(...)».
Η εθνική νομοθεσία
5 Η CRDS θεσπίστηκε με το άρθρο 14-Ι της κανονιστικής πράξεως (ordonnance) 96-50, της 24ης Ιανουαρίου 1996, περί της εξοφλήσεως του κοινωνικοασφαλιστικού χρέους (JORF της 25ης Ιανουαρίου 1996, σ. 1226, στο εξής: κανονιστική πράξη).$
6 Στην CRDS υπόκεινται, ιδίως όσον αφορά τα εισοδήματά τους από επαγγελματική δραστηριότητα ή τα υποκατάστατα εισοδήματά τους, όλα τα φυσικά πρόσωπα που έχουν τη φορολογική κατοικία τους στη Γαλλία όσον αφορά τον καθορισμό του φόρου εισοδήματος.
7 Υπό την έννοια του άρθρου 4 Β του γενικού φορολογικού κώδικα, θεωρούνται ότι έχουν τη φορολογική κατοικία τους στη Γαλλία τα πρόσωπα που έχουν στη Γαλλία την κατοικία τους ή τον τόπο κύριας διαμονής τους, τα πρόσωπα που ασκούν στη Γαλλία μισθωτή ή άλλη επαγγελματική δραστηριότητα, εκτός αν αποδεικνύουν ότι η δραστηριότητα αυτή ασκείται στη Γαλλία δευτερευόντως, καθώς και τα πρόσωπα που έχουν στη Γαλλία το κέντρο των οικονομικών δραστηριοτήτων τους.
8 Η βάση υπολογισμού της CRDS, της οποίας ο συντελεστής είναι 0,5 %, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, όσον αφορά τα εισοδήματα από επαγγελματική δραστηριότητα και τα υποκατάστατα εισοδήματα, τους μισθούς, τις συντάξεις γήρατος και αναπηρίας, τα επιδόματα ανεργίας, τα επαγγελματικά εισοδήματα και τις εκ του νόμου οικογενειακές παροχές.
9 Δυνάμει του άρθρου 15-ΙΙΙ, σημείο 1, της κανονιστικής πράξεως και με την επιφύλαξη των διεθνών συμβάσεων προς αποφυγή της διπλής φορολογίας, τα εισοδήματα από επαγγελματική δραστηριότητα και τα υποκατάστατα εισοδήματα αλλοδαπής πηγής τα οποία υπόκεινται στη Γαλλία σε φόρο εισοδήματος υπόκεινται επίσης στην CRDS. Οι φορολογικές δηλώσεις που αφορούν τα εισοδήματα αυτά πρέπει να υποβάλλονται στην αρμόδια φορολογική υπηρεσία, προκειμένου να προσδιορίζεται και να εισπράττεται η αναλογούσα εισφορά.
10 Σύμφωνα με το άρθρο 6-Ι της κανονιστικής πράξεως, το προϋόν της CRDS διατίθεται στο Caisse d'amortissement de la dette sociale (ταμείο αποσβέσεως του κοινωνικοασφαλιστικού χρέους, στο εξής: Cades), το οποίο είναι δημόσιος οργανισμός ιδρυθείς από την ίδια αυτή κανονιστική πράξη και τεθείς υπό τη διττή διοικητική εποπτεία του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Κοινωνικής Ασφαλίσεως. Το Cades έχει ως κύρια αποστολή την εκκαθάριση του χρέους, ύψους 137 δισεκατομμυρίων γαλλικών φράγκων (FRF), του Agence centrale des organismes de sιcuritι sociale (κεντρικού φορέα των οργανισμών κοινωνικής ασφαλίσεως, στο εξής: ACOSS) προς το Caisse des dιpτts et consignations (ταμείο παρακαταθηκών, στο εξής: CDC), το οποίο μεταβιβάστηκε στο Cades από 1ης Ιανουαρίου 1996. Το χρέος αυτό αντιστοιχεί στην εκ μέρους του CDC χρηματοδότηση των ελλειμμάτων που είχε συσσωρεύσει το 1994 και το 1995 το γενικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως και του προβλεπομένου ελλείμματός του για το οικονομικό έτος 1996. Το Cades κατέβαλε επίσης για το έτος 1996 και μόνον το ποσόν των 3 δισεκατομμυρίων FRF στο Caisse nationale d'assurance maladie et maternitι des travailleurs non salariιs des professions non agricoles (εθνικό ταμείο ασφαλίσεως ασθενείας και μητρότητας των μη μισθωτών εργαζομένων που ασκούν μη γεωργικά επαγγέλματα).
11 Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 4-ΙΙΙ της κανονιστικής πράξεως, το Cades οφείλει να προβεί, για έκαστο των ετών 1996 έως 2008, σε πληρωμές προς τον γενικό προϋπολογισμό του κράτους ύψους 12,5 δισεκατομμυρίων FRF. Από την αφορώσα την κανονιστική πράξη έκθεση του Προέδρου της Δημοκρατίας προκύπτει ότι οι πληρωμές αυτές αντισταθμίζουν πληρωμές ισοδυνάμου ποσού που βάρυναν προηγουμένως το Fonds de solidaritι vieillesse (ταμείο αλληλεγγύης προς την τρίτη ηλικία) προκειμένου να εκκαθαριστεί ένα προηγούμενο χρέος του ACOSS.
12 Τα κεφάλαια που επιτρέπουν στο Cades να εκπληρώνει την αποστολή του προέρχονται από το προϋόν της CRDS, η οποία επιβάλλεται όχι μόνον επί των εισοδημάτων από επαγγελματική δραστηριότητα και επί των υποκατάστατων εισοδημάτων, αλλά και επί άλλων κατηγοριών εισοδημάτων, όπως εκείνα που προέρχονται από περιουσιακά στοιχεία, ή επί των πωλήσεων ορισμένων πολυτίμων μετάλλων, καθώς και επί άλλων προϋόντων, όπως εκείνων που προέρχονται από τη διαχείριση και την πώληση της ακίνητης περιουσίας των οργανισμών κοινωνικής ασφαλίσεως και από την έκδοση ομολογιών.
Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία
13 Με έγγραφο οχλήσεως της 6ης Δεκεμβρίου 1996, η Επιτροπή ζήτησε από τη Γαλλική Κυβέρνηση να διατυπώσει τις παρατηρήσεις της επί του συμβατού προς το κοινοτικό δίκαιο της επιβολής της CRDS επί των εισοδημάτων από άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας και επί των υποκατάστατων εισοδημάτων των εργαζομένων που κατοικούν στη Γαλλία, αλλά εργάζονται εντός άλλου κράτους μέλους, και οι οποίοι δεν υπόκεινται στη γαλλική νομοθεσία κοινωνικής ασφαλίσεως, σύμφωνα με τον κανονισμό 1408/71.
14 Κατά την Επιτροπή, αντιβαίνει προς τον κανόνα της μιας και μόνης εφαρμοστέας νομοθεσίας η επιβολή της CRDS επί εισοδημάτων στα οποία έχει επιβληθεί το σύνολο των κοινωνικοασφαλιστικών επιβαρύνσεων εντός του κράτους μέλους απασχολήσεως, το οποίο είναι αποκλειστικώς αρμόδιο στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως βάσει του άρθρου 13 του κανονισμού 1408/71. Η επιβολή της CRDS επί των εισοδημάτων αυτών συνιστά περαιτέρω δυσμενή διάκριση ασύμβατη προς τις ελευθερίες τις οποίες εγγυώνται τα άρθρα 48 και 52 της Συνθήκης.
15 Με έγγραφο της 3ης Μαρτίου 1997, οι γαλλικές αρχές απάντησαν ότι η θέση της Επιτροπής δεν λαμβάνει υπόψη τα χαρακτηριστικά και το αντικείμενο της CRDS. Ειδικότερα, οι υποκείμενοι στην CRDS δεν τυγχάνουν καμιάς αντιπαροχής υπό μορφή παροχής κοινωνικής ασφαλίσεως. Κατά τις γαλλικές αρχές, η CRDS πρέπει να χαρακτηρισθεί ως φόρος από την άποψη της νομολογίας του Δικαστηρίου.
16 Με την αιτιολογημένη γνώμη της 23ης Ιουλίου 1997, η Επιτροπή ενέμεινε στην επιχειρηματολογία της, διευκρινίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι η γνώμη αυτή αφορά αποκλειστικά τα εισοδήματα από επαγγελματική δραστηριότητα και τα υποκατάστατα εισοδήματα των μισθωτών εργαζομένων ή των ελευθέρων επαγγελματιών που ασκούν τη δραστηριότητά τους εντός άλλου κράτους μέλους. Η Επιτροπή κάλεσε συνεπώς τη Γαλλική Δημοκρατία να συμμορφωθεί με αυτή την αιτιολογημένη γνώμη εντός δύο μηνών από της κοινοποιήσεώς της.
17 Με έγγραφο της 21ης Οκτωβρίου 1997, οι γαλλικές αρχές επανέλαβαν τη θέση τους ότι η CRDS, δεδομένου ότι έχει φορολογικό χαρακτήρα, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1408/71 και, στον βαθμό που αφορά και τους μεθοριακούς εργαζομένους, δεν παραβιάζει την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων.
18 Δεδομένου ότι οι γαλλικές αρχές δεν συμμορφώθηκαν με την αιτιολογημένη γνώμη εντός της ταχθείσας προθεσμίας, η Επιτροπή αποφάσισε να ασκήσει την υπό κρίση προσφυγή.
Επί της προσφυγής
19 Η υπό κρίση προσφυγή αφορά την είσπραξη της CRDS μόνο στον βαθμό που αυτή επιβάλλεται επί των εισοδημάτων από άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας και επί των υποκατάστατων εισοδημάτων που αποκτούν οι μισθωτοί ή οι ελεύθεροι επαγγελματίες οι οποίοι κατοικούν στη Γαλλία και υπάγονται φορολογικώς στο εν λόγω κράτος μέλος σε σχέση με την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας εντός άλλου κράτους μέλους και οι οποίοι, ως εκ τούτου, υπόκεινται στο σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως αυτού του κράτους απασχολήσεώς τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού 1408/71.
20 Κατά την Επιτροπή, η ως άνω είσπραξη της CRDS συνιστά διπλή κοινωνικοασφαλιστική επιβάρυνση αντίθετη τόσο προς το άρθρο 13 του κανονισμού 1408/71 όσο και προς τα άρθρα 48 και 52 της Συνθήκης.
Επί της αιτιάσεως που αφορά παράβαση του άρθρου 13 του κανονισμού 1408/71
21 Κατά την Επιτροπή, η CRDS, η οποία αποσκοπεί στο να συμβάλει στη χρηματοδότηση του συνόλου των κλάδων του γαλλικού γενικού συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως και συνεπώς καλύπτει τους διάφορους κλάδους κοινωνικής ασφαλίσεως που απαριθμούνται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, συνιστά εισφορά κοινωνικής ασφαλίσεως εμπίπτουσα στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού.
22 Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το γεγονός ότι, πρώτον, η CRDS προορίζεται εν μέρει να καλύψει το κοινωνικοασφαλιστικό χρέος που προκλήθηκε από τη χρηματοδότηση παροχών οι οποίες χορηγήθηκαν κατά τη διάρκεια παρελθόντων ετών, δεύτερον, ότι η είσπραξη της CRDS πραγματοποιείται, όσον αφορά τους εργαζομένους τους οποίους αφορά η παρούσα προσφυγή, μέσω φορολογικών καταλόγων όπως στην περίπτωση του φόρου εισοδήματος και όχι απευθείας από τους οργανισμούς που είναι αρμόδιοι για την είσπραξη των εισφορών του γενικού συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως και, τρίτον, ότι τα συλλεγόμενα ποσά διατίθενται στο Cades δεν μπορεί να συνεπάγεται την εξαίρεση της επίμαχης επιβαρύνσεως από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1408/71.
23 Συνεπώς, η Γαλλική Δημοκρατία, επιβάλλοντας την CRDS επί των εισοδημάτων από επαγγελματική δραστηριότητα και επί των υποκατάστατων εισοδημάτων των μισθωτών ή των ελεύθερων επαγγελματιών που κατοικούν στη Γαλλία, αλλά ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα εντός κράτους μέλους, παραβαίνει τον κανόνα περί μιας και μόνης εφαρμοστέας νομοθεσίας, τον οποίο περιέχει το άρθρο 13 του κανονισμού 1408/71, στον βαθμό που στα ίδια αυτά εισοδήματα έχει ήδη επιβληθεί το σύνολο των κοινωνικοασφαλιστικών επιβαρύνσεων εντός του κράτους μέλους απασχολήσεως, του οποίου η νομοθεσία είναι η μόνη εφαρμοστέα βάσει του εν λόγω άρθρου 13.
24 Η Γαλλική Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι το δικαίωμα επί της κοινωνικής προστασίας αποτελεί ένα από τα θεμελιώδη δικαιώματα του πολίτη. Η προστασία αυτή πρέπει, αφενός, να καλύπτει το σύνολο του πληθυσμού και να είναι υψηλού επιπέδου και, αφετέρου, το κόστος της πρέπει να κατανέμεται κατά δίκαιο τρόπο μεταξύ των πολιτών.
25 Η Γαλλική Κυβέρνηση φρονεί ότι η επίτευξη του τελευταίου αυτού σκοπού δεν πρέπει να διασφαλίζεται με χρηματοδότηση στηριζόμενη στις εισφορές κοινωνικής ασφαλίσεως που βαρύνουν μόνο τα εισοδήματα από την εργασία, αλλά πρέπει να αφορά το σύνολο των εισοδημάτων των υποκειμένων στην επιβάρυνση. Η CRDS, όπως και η γενική εισφορά κοινωνικής ασφαλίσεως, η οποία αποτελεί το αντικείμενο μιας άλλης αποφάσεως εκδιδομένης σήμερα, ήτοι της C-169/98, Επιτροπή κατά Γαλλίας, συνιστούν μέτρα ληφθέντα στο πλαίσιο προοδευτικής «φορολογικοποιήσεως» της κοινωνικής ασφαλίσεως.
26 Συγκεκριμένα, λόγω των χαρακτηριστικών της και του σκοπού της, η CRDS πρέπει να χαρακτηρισθεί ως φόρος ο οποίος δεν εμπίπτει, ως εκ τούτου, στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1408/71 και ο οποίος εξακολουθεί συνεπώς να υπάγεται στις αποκλειστικές αρμοδιότητες των κρατών μελών στον τομέα της δημοσιονομικής και κοινωνικής πολιτικής.
27 Προς στήριξη της θέσεώς της, η Γαλλική Κυβέρνηση τονίζει, μεταξύ άλλων, ότι η CRDS οφείλεται με βάση το κριτήριο και μόνον της φορολογικής κατοικίας στη Γαλλία, ανεξάρτητα από την επαγγελματική κατάσταση ή το σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως στο οποίο υπάγεται ο ενδιαφερόμενος. Επιπλέον, τα υποκείμενα στην CRDS πρόσωπα δεν τυγχάνουν καμιάς παροχής κοινωνικής ασφαλίσεως ως αντιπαροχής για την επιβάρυνση αυτή, οπότε δεν υφίσταται κανένας σύνδεσμος μεταξύ της καταβολής της CRDS, αφενός, και των συγκεκριμένων παροχών των οποίων έτυχαν οι κάτοικοι Γαλλίας κατά το παρελθόν ή τις οποίες θα μπορούσαν να διεκδικήσουν στο μέλλον, αφετέρου. Όσον αφορά το Cades, στο οποίο καταβάλλονται τα ποσά που προκύπτουν από την είσπραξη της CRDS, αυτό αποτελεί οργανισμό χρηματοοικονομικού χαρακτήρα και όχι οργανισμό κοινωνικής ασφαλίσεως, του οποίου η αποστολή συνίσταται στην εκκαθάριση του χρέους ενός δημοσίου οργανισμού, ήτοι του ACOSS, ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με τη διαχείριση των παροχών ή την είσπραξη των εισφορών και δεν χρηματοδοτεί καμία κοινωνική παροχή.
28 Η Γαλλική Κυβέρνηση διευκρινίζει ότι ο κανονισμός 1408/71 δεν περιέχει κανέναν ορισμό των όρων «εισφορές κοινωνικής ασφαλίσεως» και αφήνει στα κράτη μέλη την επιλογή των διαφόρων τρόπων οργανώσεως και χρηματοδοτήσεως των συστημάτων τους κοινωνικής ασφαλίσεως.
29 Αν, όπως τονίζει η Επιτροπή, το σύστημα χρηματοδοτήσεως της κοινωνικής ασφαλίσεως που υφίσταται στη Δανία και το οποίο στηρίζεται κυρίως στον φόρο είναι συμβατό προς το κοινοτικό δίκαιο, η ίδια λύση επιβάλλεται και στην περίπτωση της CRDS. Η CRDS αποτελεί μέτρο έμμεσης είσπραξης κρατικών φόρων, καθόσον τροφοδοτεί το Cades το οποίο εν συνεχεία τροφοδοτεί τον κρατικό προϋπολογισμό. Θα ήταν βεβαίως δυνατό να διασφαλιστεί η χρηματοδότηση του Cades με ετήσια επιδότηση από τον προϋπολογισμό, χρηματοδοτούμενη μέσω αυξήσεως του φόρου εισοδήματος ή του φόρου προστιθεμένης αξίας, στον οποίο υπόκεινται, μεταξύ άλλων, οι μεθοριακοί εργαζόμενοι που κατοικούν στη Γαλλία. Η Γαλλική Δημοκρατία δεν επέλεξε ένα τέτοιο σύστημα το οποίο θα στερούνταν «ευκρίνειας» έναντι των φορολογουμένων και συνεπώς θα ενείχε τον κίνδυνο να παραβλεφθεί σε μεγάλο βαθμό ο επιδιωκόμενος σκοπός.
30 Τέλος, η Γαλλική Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η CRDS δεν συνιστά μέτρο που σκοπό έχει να αντισταθμίσει τη μη υπαγωγή στο γαλλικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως των μεθοριακών εργαζομένων και συνεπώς την εκ μέρους των εργαζομένων αυτών μη καταβολή των σχετικών εισφορών κατ' εφαρμογήν του κανονισμού 1408/71. Συγκεκριμένα, ο συντελεστής της CRDS είναι 0,5 %, ενώ το σύνολο των επιβαρύνσεων που αφορούν τις εισφορές κοινωνικής ασφαλίσεως ανέρχεται στο 42 % του μισθού των υποκειμένων στην εισφορά.
31 Πρέπει να τονιστεί συναφώς ότι, όπως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου, το γεγονός ότι επιβάλλονται στον εργαζόμενο, για το ίδιο εισόδημα, επιβαρύνσεις κοινωνικής ασφαλίσεως απορρέουσες από την εφαρμογή διαφόρων εθνικών νομοθεσιών, ενώ δεν μπορεί να έχει την ιδιότητα του ασφαλισμένου παρά μόνον έναντι μιας και μόνον από τις νομοθεσίες αυτές, έχει σαν αποτέλεσμα να εκτίθεται ο εργαζόμενος αυτός σε διπλή καταβολή εισφοράς, αντίθετης προς τις διατάξεις του άρθρου 13 του κανονισμού 1408/71 (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 5ης Μαου 1977, 102/76, Perenboom, Συλλογή τόμος 1977, σ. 259, σκέψη 13, και της 29ης Ιουνίου 1994, C-60/93, Aldewereld, Συλλογή 1994, σ. Ι-2991, σκέψη 26).
32 Δεν αμφισβητείται όμως ότι στα πρόσωπα τα οποία αφορά η υπό κρίση προσφυγή λόγω παραβάσεως, ήτοι στους κοινοτικούς υπηκόους οι οποίοι κατοικούν στη Γαλλία αλλά εργάζονται εντός άλλου κράτους μέλους και οι οποίοι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 του κανονισμού 1408/71, έχουν την ιδιότητα του ασφαλισμένου έναντι της νομοθεσίας του κράτους απασχολήσεως και μόνον, επιβάλλονται, με την επιφύλαξη ενδεχομένων συμβάσεων προς αποφυγή της διπλής φορολογίας που έχει συνάψει η Γαλλική Δημοκρατία, όσον αφορά τα εισοδήματα που αντιστοιχούν στην επαγγελματική δραστηριότητά τους εντός του κράτους μέλους απασχολήσεως, όχι μόνον οι επιβαρύνσεις κοινωνικής ασφαλίσεως που απορρέουν από την εφαρμογή της νομοθεσίας κοινωνικής ασφαλίσεως του τελευταίου αυτού κράτους, αλλά και επιβαρύνσεις κοινωνικής ασφαλίσεως, ήτοι εν προκειμένω η CRDS, απορρέουσες από την εφαρμογή της νομοθεσίας του κράτους μέλους κατοικίας.
33 Η θέση της Γαλλικής Κυβερνήσεως ότι η CRDS, στον βαθμό που πρέπει στην πραγματικότητα να χαρακτηριστεί ως φόρος, εκφεύγει του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού 1408/71 και, συνεπώς, της απαγορεύσεως της σωρεύσεως των εφαρμοστέων νομοθεσιών δεν μπορεί να γίνει δεκτή.
34 Συγκεκριμένα, το γεγονός ότι μια επιβάρυνση χαρακτηρίζεται ως φόρος από μια εθνική νομοθεσία δεν σημαίνει ότι, από πλευράς κανονισμού 1408/71, δεν μπορεί η ίδια αυτή επιβάρυνση να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού και ότι, συνεπώς, διέπεται από τον κανόνα της απαγορεύσεως της σωρεύσεως των εφαρμοστέων νομοθεσιών.
35 Όπως έχει κρίνει το Δικαστήριο, μεταξύ άλλων, με την απόφαση της 18ης Μαου 1995, C-327/92, Rheinhold & Mahla (Συλλογή 1995, σ. Ι-1223, σκέψη 15), το άρθρο 4 του κανονισμού 1408/71 καθορίζει το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του εν λόγω κανονισμού με διατύπωση από την οποία προκύπτει ότι υπόκεινται στην εφαρμογή των κανόνων του κοινοτικού δικαίου τα συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως στο σύνολό τους. Στη σκέψη 23 της ίδιας αυτής αποφάσεως, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι το αποφασιστικό στοιχείο για την εφαρμογή του κανονισμού 1408/71 συνίσταται στη σχέση που πρέπει να έχει η οικεία διάταξη με τους νόμους που διέπουν τους κλάδους κοινωνικής ασφαλίσεως που απαριθμούνται στο άρθρο 4 του ίδιου κανονισμού, σχέση που πρέπει να είναι άμεση και αρκούντως ουσιαστική.
36 Όπως ορθώς τονίζει η Επιτροπή, η CRDS έχει μια τέτοια άμεση και αρκούντως ουσιαστική σχέση με το γαλλικό γενικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί επιβάρυνση την οποία αφορά η απαγόρευση διπλής καταβολής εισφορών.
37 Πράγματι, όπως τόνισε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 25 και 27 των προτάσεών του, η CRDS, αντίθετα προς τις επιβαρύνσεις που αποσκοπούν στην κάλυψη των γενικών εξόδων των δημοσίων αρχών, έχει ως ειδικό και άμεσο σκοπό την εκκαθάριση των ελλειμμάτων του γαλλικού γενικού συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως και εντάσσεται στο πλαίσιο γενικής μεταρρυθμίσεως της κοινωνικής προστασίας στη Γαλλία που αποσκοπεί στη διασφάλιση της μελλοντικής χρηματοοικονομικής ισοστάθμισης του συστήματος αυτού, του οποίου οι κλάδοι δεν αμφισβητείται ότι περιλαμβάνονται μεταξύ εκείνων τους οποίους αφορά το άρθρο 4, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71.
38 Ο σύνδεσμος αυτός δεν μπορεί να αναιρεθεί από την επιλογή των συγκεκριμένων τρόπων διαθέσεως των σχετικών ποσών προκειμένου να χρηματοδοτηθεί το γαλλικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως, καθόσον διαφορετικά η απαγόρευση της σωρεύσεως των εφαρμοστέων νομοθεσιών θα στερούνταν κάθε πρακτικής αποτελεσματικότητας. Κατά συνέπεια, ούτε το γεγονός ότι το προϋόν της CRDS καταβάλλεται στο Cades και όχι απευθείας στους οργανισμούς κοινωνικής ασφαλίσεως ούτε το γεγονός ότι η είσπραξη της CRDS πραγματοποιείται, όσον αφορά τους εργαζομένους τους οποίους αφορά η παρούσα προσφυγή, μέσω φορολογικών καταλόγων, όπως στην περίπτωση του φόρου εισοδήματος, και όχι απευθείας από τους οργανισμούς που είναι αρμόδιοι για την είσπραξη των εισφορών του γενικού συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως δεν μπορούν να ανατρέψουν την καθοριστική διαπίστωση ότι η CRDS διατίθεται ειδικώς και ευθέως για τη χρηματοδότηση του γαλλικού συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως και κατά συνέπεια εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1408/71.
39 Ομοίως, η διαπίστωση αυτή δεν μπορεί να ανατραπεί ούτε από το γεγονός ότι η καταβολη της CRDS δεν παρέχει δικαίωμα επί ουδεμιάς αντιπαροχής, υπό τη μορφή άμεσης και προσδιορίσιμης παροχής, ούτε από το γεγονός ότι προορίζεται εν μέρει για την εκκαθάριση χρέους του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως που προήλθε από τη χρηματοδότηση παροχών χορηγηθεισών κατά το παρελθόν.
40 Αφενός, όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 13 του κανονισμού 1408/71, το αποφασιστικό κριτήριο είναι εκείνο της ειδικής χρησιμοποιήσεως μιας εισφοράς για τη χρηματοδότηση του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως ενός κράτους μέλους. Επομένως, είναι συναφώς αδιάφορο αν υφίσταται ή όχι αντιπαροχή υπό τη μορφή παροχών.
41 Αφετέρου, το να γίνει δεκτό το επιχείρημα ότι το γεγονός ότι η CRDS αποσκοπεί στη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων παρελθόντων ετών πρέπει να συνεπάγεται τον αποκλεισμό της από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1408/71 θα ισοδυναμούσε με το να επιτραπεί στα κράτη μέλη να καταστρατηγούν την απαγόρευση της διπλής καταβολής εισφοράς με απλή μετάθεση της περιόδου της χρηματοδοτήσεως των ελλειμμάτων του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως. Υπό τις συνθήκες αυτές, θα υπήρχε κίνδυνος να εκμηδενιστεί η αποτελεσματικότητα της απαγορεύσεως αυτής.
42 Κατόπιν των προεκτεθέντων, πρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η πρώτη αιτίαση της Επιτροπής είναι βάσιμη.
Επί της αιτιάσεως που αφορά παράβαση των άρθρων 48 και 52 της Συνθήκης
43 Κατά την Επιτροπή, οι υποκείμενοι στην εισφορά που κατοικούν στη Γαλλία και υπάγονται στο γαλλικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως τελούν σε διαφορετική κατάσταση από εκείνη των υποκειμένων στην εισφορά που κατοικούν μεν εντός του κράτους μέλους αυτού, πλην όμως έχουν ασκήσει τα δικαιώματά τους επί της ελεύθερης κυκλοφορίας και επί της ελευθερίας εγκαταστάσεως που προβλέπονται αντιστοίχως στα άρθρα 48 και 52 της Συνθήκης, οπότε οφείλουν να συνεισφέρουν στη χρηματοδότηση του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως άλλου κράτους μέλους κατ' εφαρμογήν του κανονισμού 1408/71. Η Γαλλική Δημοκρατία, μη λαμβάνοντας υπόψη αυτή τη διαφορετική κατάσταση, παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως που καθιερώνουν οι εν λόγω διατάξεις.
44 Αντιθέτως, για τη Γαλλική Κυβέρνηση, οι εργαζόμενοι που αποικτούν εισοδήματα από επαγγελματική δραστηριότητα ή υποκατάστατα εισοδήματα εντός άλλου κράτους μέλους τίθενται από πλευράς CRDS σε κατάσταση παρεμφερή με εκείνη των εργαζομένων που αποκτούν τέτοια εισοδήματα στη Γαλλία, οπότε δεν υφίσταται δυσμενής διάκριση έναντι των πρώτων. Κατ' αρχάς, ο συντελεστής και η βάση υπολογισμού της CRDS είναι οι ίδιοι για όλους τους κατοίκους της Γαλλίας, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους, οι οποίοι υπόκεινται σε φόρο επί των εισοδημάτων τους αλλοδαπής πηγής. Κατά την κυβέρνηση αυτή, η CRDS αποτελεί συνεπώς αναπόσπαστο τμήμα ενός φορολογικού συστήματος το οποίο είναι απολύτως συνεπές έναντι των κατοίκων Γαλλίας οι οποίοι φορολογούνται εντός του κράτους αυτού. Εν συνεχεία, η CRDS εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διμερών συμβάσεων προς αποφυγή της διπλής φορολογίας που έχει συνάψει η Γαλλική Δημοκρατία και οι οποίες παρέχουν δικαίωμα σε πιστώσεις φόρου ή σε απαλλαγή των εισοδημάτων αλλοδαπής πηγής, προκειμένου να εξαλειφθεί κάθε διπλή φορολογία. Τέλος, η Γαλλική Κυβέρνηση τονίζει τον χαμηλό συντελεστή της επίμαχης επιβαρύνσεως.
45 Συναφώς, πρέπει να τονιστεί ότι, μολονότι είναι αληθές ότι η CRDS εφαρμόζεται κατά τον ίδιο τρόπον σε όλους τους κατοίκους Γαλλίας, όσοι εργάζονται εντός άλλου κράτους μέλους και, σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού 1408/71, συνεισφέρουν στη χρηματοδότηση της κοινωνικής ασφαλίσεως του κράτους αυτού οφείλουν επιπλέον να χρηματοδοτούν, έστω και εν μέρει, την κοινωνική ασφάλιση του κράτους κατοικίας, ενώ οι λοιποί κάτοικοι οφείλουν αποκλειστικά να καταβάλλουν εισφορές στο σύστημα της τελευταίας αυτής κοινωνικής ασφαλίσεως.
46 Σκοπός όμως του κανόνα της μιας και μόνης εφαρμοστέας νομοθεσίας στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως, που περιέχει το άρθρο 13 του κανονισμού 1408/71, είναι ακριβώς η κατάργηση της άνισης μεταχείρισης που θα συνεπαγόταν η μερική ή πλήρης σώρευση των εφαρμοστέων νομοθεσιών.
47 Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τη δέκατη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 1408/71, σκοπός της αρχής της μιας και μόνης εφαρμοστέας νομοθεσίας είναι να διασφαλιστεί «καλλίτερα η ισότητα μεταχείρισης όλων των εργαζομένων που απασχολούνται στο έδαφος ενός κράτους μέλους».
48 Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι, όπως τόνισε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 35 των προτάσεών του, η Επιτροπή, διατυπώνοντας την αιτίαση αυτή, απλώς προβάλλει, υπό το πρίσμα των άρθρων 48 και 52 της Συνθήκης, την ίδια παράβαση με εκείνη που διαπιστώθηκε στο πλαίσιο του άρθρου 13 του κανονισμού 1408/71. Δεδομένου ότι το καθεστώς της CRDS προκαλεί άνιση μεταχείριση αντίθετη προς το άρθρο αυτό, συνιστά εξ ίσου παράβαση των διατάξεων της Συνθήκης, στην εφαρμογή των οποίων αποβλέπει το άρθρο 13. Συγκεκριμένα, η ως άνω διαπιστωθείσα άνιση μεταχείριση συνιστά εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, ως προς την οποία, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 13 του κανονισμού 1408/71, καμία δικαιολογία δεν μπορεί να γίνει δεκτή.
49 Όσον αφορά την επιχειρηματολογία της Γαλλικής Κυβερνήσεως ότι η CRDS δεν πλήττει, εν πάση περιπτώσει, παρά περιορισμένο αριθμό μεταξύ των εργαζομένων τους οποίους αφορά η υπό κρίση προσφυγή, λόγω των διμερών συμβάσεων προς αποφυγή της διπλής φορολογίας που έχει συνάψει η Γαλλική Κυβέρνηση, και ότι ο συντελεστής της επίδικης εισφοράς είναι πολύ μικρός, αρκεί να τονιστεί ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, τα άρθρα της Συνθήκης σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων συνιστούν θεμελιώδεις διατάξεις της Κοινότητας και κάθε εμπόδιο στην ελευθερία αυτή, έστω και επουσιώδες, απαγορεύεται (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 1989, C-49/89, Corsica Ferries France, Συλλογή 1989, σ. 4441, σκέψη 8).
50 Επομένως, η δεύτερη αιτίαση της Επιτροπής είναι και αυτή βάσιμη.
51 Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι η Γαλλική Δημοκρατία, επιβάλλοντας την CRDS στα εισοδήματα από επαγγελματική δραστηριότητα και στα υποκατάστατα εισοδήματα των μισθωτών και των ελευθέρων επαγγελματιών που κατοικούν στη Γαλλία, αλλά εργάζονται εντός άλλου κράτους μέλους και οι οποίοι, δυνάμει του κανονισμού 1408/71, δεν υπόκεινται στη γαλλική νομοθεσία κοινωνικής ασφαλίσεως, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 13 του εν λόγω κανονισμού, καθώς και από τα άρθρα 48 και 52 της Συνθήκης.
Επί των δικαστικών εξόδων
52 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπήρχε σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Επιτροπή ζήτησε την καταδίκη της Γαλλικής Δημοκρατίας στα δικαστικά έξοδα και η τελευταία αυτή ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.
Για τους λόγους αυτούς,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
αποφασίζει:
1) Η Γαλλική Δημοκρατία, επιβάλλοντας την εισφορά για την εξόφληση του κοινωνικοασφαλιστικού χρέους στα εισοδήματα από επαγγελματική δραστηριότητα και στα υποκατάστατα εισοδήματα των μισθωτών και των ελευθέρων επαγγελματιών που κατοικούν στη Γαλλία, αλλά εργάζονται εντός άλλου κράτους μέλους και οι οποίοι, δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητος, όπως τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 118/97 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 1996, δεν υπόκεινται στη γαλλική νομοθεσία κοινωνικής ασφαλίσεως, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 13 του εν λόγω κανονισμού, καθώς και από τα άρθρα 48 και 52 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρα 39 ΕΚ και 43 ΕΚ).
2) Καταδικάζει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.