1 Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Ελευθερία εγκαταστάσεως - Εργαζόμενοι - Αναγνώριση των διπλωμάτων και των τίτλων - Πεδίο εφαρμογής των οδηγιών 89/48 και 92/51 - Νομοθετικώς κατοχυρωμένη επαγγελματική δραστηριότητα - Έννοια - Έκταση εφαρμογής - Δραστηριότητα διεπόμενη από τις διατάξεις συλλογικής συμβάσεως - Προϋποθέσεις υπαγωγής στην έννοια - Ρύθμιση της επαγγελματικής δραστηριότητας κατά γενικό τρόπο
(Οδηγίες του Συμβουλίου 89/48 και 92/51)
2 Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Ελευθερία εγκαταστάσεως - Εργαζόμενοι - σκηση επαγγέλματος στο πλαίσιο δημόσιου οργανισμού διεπόμενου από τις διατάξεις συλλογικής συμβάσεως - Απαίτηση κατοχής τίτλου ή διπλώματος πιστοποιούντος επαγγελματικά προσόντα αναγνωρισμένα από τις αρχές του κράτους μέλους - Επιτρέπεται - Υποχρέωση των αρχών του κράτους μέλους να εξετάζουν την αντιστοιχία μεταξύ των διπλωμάτων, γνώσεων και προσόντων που απαιτούνται από το εθνικό δίκαιο και εκείνων που έχουν αποκτηθεί εντός άλλων κρατών μελών
[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 48 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 39 ΕΚ)· οδηγίες του Συμβουλίου 89/48 και 92/51)
1 Οι διατάξεις συλλογικής συμβάσεως που διέπει, κατά γενικό τρόπο, την πρόσβαση σε ορισμένο επάγγελμα ή την άσκησή του είναι δυνατόν να συνιστούν «νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις» υπό την έννοια των άρθρων 1, στοιχείο δδ, της οδηγίας 89/48, σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών, και 1, στοιχείο σττ, της οδηγίας 92/51, σχετικά με ένα δεύτερο γενικό σύστημα αναγνώρισης της επαγγελματικής εκπαίδευσης, και μπορούν, συνεπώς, να χαρακτηριστούν ως νομοθετική κατοχύρωση μιας επαγγελματικής δραστηριότητας κατά την έννοια των οδηγιών αυτών.
Το πεδίο εφαρμογής μιας συλλογικής συμβάσεως μπορεί να θεωρηθεί αρκετά γενικό ώστε να χαρακτηριστούν οι διατάξεις της ως νομοθετική κατοχύρωση ενός επαγγέλματος αν οι διατάξεις συμβάσεως που έχει συναφθεί μεταξύ ενός δημοσίου οργανισμού και των εκπροσώπων των υπαλλήλων του απαντώνται σε άλλες συλλογικές συμβάσεις που έχουν συναφθεί αυτοτελώς από άλλους δημοσίους οργανισμούς του αυτού είδους και, επιπλέον, αν οι διατάξεις των συμβάσεων αυτών απορρέουν από ενιαία διοικητική πολιτική που έχει καθοριστεί σε εθνικό επίπεδο. Αντιθέτως, αυτό δεν συμβαίνει συνήθως με τις διατάξεις συλλογικής συμβάσεως η οποία ρυθμίζει μόνο τις σχέσεις μεταξύ εργοδότη και εργαζομένων εντός ενός και μόνου δημοσίου οργανισμού.
2 Το άρθρο 48 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 39 ΕΚ) έχει την έννοια ότι:
- δεν απαγορεύει διατάξεις συλλογικής συμβάσεως ισχύουσας σε δημόσιο οργανισμό κράτους μέλους οι οποίες επιφυλάσσουν το δικαίωμα ασκήσεως, εντός του δημοσίου αυτού οργανισμού, ορισμένου επαγγέλματος το οποίο δεν είναι νομοθετικώς κατοχυρωμένο κατά την έννοια των οδηγιών 89/48, σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών, και 92/51, σχετικά με ένα δεύτερο γενικό σύστημα αναγνώρισης της επαγγελματικής εκπαίδευσης, το οποίο συμπληρώνει την οδηγία 89/48, μόνο στους κατόχους τίτλου σπουδών χορηγηθέντος από εκπαιδευτικό ίδρυμα αυτού του κράτους μέλους ή κάθε άλλου τίτλου αποκτηθέντος στην αλλοδαπή και αναγνωρισθέντος ως ισοτίμου από τις αρμόδιες αρχές του ιδίου αυτού κράτους μέλους·
- ωστόσο, οι αρχές αυτού του κράτους μέλους που είναι αρμόδιες να αναγνωρίζουν την ισοτιμία ή να επικυρώνουν τα αλλοδαπά διπλώματα ή, αν δεν έχει καθιερωθεί καμία γενική διαδικασία αναγνωρίσεως της ισοτιμίας ή η διαδικασία αυτή δεν είναι σύμφωνη με τις επιταγές του κοινοτικού δικαίου, ο ίδιος ο δημόσιος οργανισμός υποχρεούνται, προκειμένου για διπλώματα που έχουν αποκτηθεί σε άλλο κράτος μέλος, να εξετάζουν κατά πόσον οι γνώσεις και τα προσόντα που πιστοποιούνται με το δίπλωμα που έχει αποκτήσει ο ενδιαφερόμενος αντιστοιχούν στα απαιτούμενα από τη νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής. Όταν υφίσταται μερική μόνον αντιστοιχία, στις αρμόδιες εθνικές αρχές ή, κατά περίπτωση, στον ίδιο τον δημόσιο οργανισμό εναπόκειται να εκτιμήσουν αν ο ενδιαφερόμενος μπορεί να επικαλεστεί τις γνώσεις που απέκτησε στο πλαίσιο είτε ενός κύκλου σπουδών είτε πρακτικής εξασκήσεως προκειμένου να αποδείξει ότι διαθέτει τις γνώσεις που δεν πιστοποιούνται από το αλλοδαπό δίπλωμα.