61997J0210

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 19ης Νοεμβρίου 1998. - Haydar Akman κατά Oberkreisdirektor des Rheinisch-Bergischen-Kreises. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Verwaltungsgericht Köln - Γερμανία. - Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας - Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων - Άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως - Δικαίωμα του τέκνου Τούρκου εργαζομένου να αποδεχθεί κάθε προσφορά εργασίας εντός του κράτους μέλους υποδοχής στο οποίο περάτωσε την επαγγελματική του εκπαίδευση - Κατάσταση του τέκνου που περατώνει την εκπαίδευσή του σε χρόνο κατά τον οποίο ο πατέρας του, ο οποίος εργάσθηκε νομίμως εντός του κράτους μέλους υποδοχής για διάστημα άνω των τριών ετών, επέστρεψε στην Τουρκία. - Υπόθεση C-210/97.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1998 σελίδα I-07519


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


Διεθνείς συμφωνίες - Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας - Συμβούλιο Συνδέσεως που συστάθηκε με τη Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας - Απόφαση σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων - Πρόσβαση στην εργασία τέκνων Τούρκων εργαζομένων - Προϋποθέσεις - Νόμιμη εργασία ή κατοικία ενός από τους γονείς στο κράτος μέλος υποδοχής τη στιγμή της προσβάσεως στην αγορά εργασίας - Δεν υφίσταται

(Απόφαση 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας, άρθρο 7, εδ. 2)

Περίληψη


Το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι Τούρκος υπήκοος, τέκνο Τούρκου διακινούμενου εργαζομένου, ο οποίος έλαβε άδεια να εισέλθει στο έδαφος κράτους μέλους για να σπουδάσει εκεί και ο οποίος, μετά την περάτωση των σπουδών του, ζητεί άδεια παραμονής ώστε να του παρασχεθεί η δυνατότητα να αποδεχθεί προσφορά εργασίας εντός του κράτους μέλους υποδοχής, δικαιούται να αποδεχθεί οποιαδήποτε προσφορά εργασίας εντός του κράτους μέλους αυτού αφού περατώσει εκεί την επαγγελματική του εκπαίδευση και να λάβει, κατά συνέπεια, άδεια παραμονής, όταν ένας από τους γονείς του εργάστηκε νομίμως στο παρελθόν στο έδαφος του κράτους αυτού επί τρία τουλάχιστον έτη.

Αντιθέτως, δεν απαιτείται ο γονέας αυτός να εξακολουθεί να εργάζεται ή να διαμένει στο ως άνω κράτος μέλος καθ' όν χρόνο το τέκνο του επιθυμεί να ενταχθεί στην αγορά εργασίας.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-210/97,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Verwaltungsgericht Kφln (Γερμανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Haydar Akman

και

Oberkreisdirektor des Rheinisch-Bergischen-Kreises,

παρισταμένου του Vertreter des φffentlichen Interesses beim Verwaltungsgericht Kφln,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80, της 19ης Σεπτεμβρίου 1980, όσον αφορά την προώθηση της συνδέσεως, την οποία εξέδωσε το Συμβούλιο Συνδέσεως που συστάθηκε με τη Συμφωνία Συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

(έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους P. J. G. Kapteyn, πρόεδρο τμήματος, G. F. Mancini, H. Ragnemalm, R. Schintgen (εισηγητή) και K. M. Ιωάννου, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Lιger,

γραμματέας: H. A. Rόhl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

- ο Akman, εκπροσωπούμενος από τον R. Gutmann, δικηγόρο Στουτγάρδης,

- η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον E. Rφder, Ministerialrat στο Oμοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας, και τον C.-D. Quassowski, Regierungsdirektor στο ίδιο Υπουργείο,

- η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις Α. Σαμώνη-Ράντου, βοηθό ειδικό νομικό σύμβουλο στην ειδική νομική υπηρεσία Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων του Υπουργείου Εξωτερικών, και τη Λ. Πνευματικού, ειδική επιστημονική συνεργάτιδα στην ίδια υπηρεσία,

- η Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους P. J. Kuijper και P. Hillenkamp, νομικούς συμβούλους,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις του Akman, εκπροσωπουμένου από τον R. Gutmann, της Γερμανικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπουμένης από τον C.-D. Quassowski, της Αυστριακής Κυβερνήσεως, εκπροσωπουμένης από τον G. Hesse, Magister στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο Εξωτερικών, και της Επιτροπής, εκπροσωπουμένης από τον P. Hillenkamp, κατά τη συνεδρίαση της 14ης Μαου 1998,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 9ης Ιουλίου 1998,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με διάταξη της 6ης Μαου 1997, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 2 Ιουνίου 1997, το Verwaltungsgericht Kφln υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, ένα προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως, της 19ης Σεπτεμβρίου 1980, όσον αφορά την προώθηση της συνδέσεως (στο εξής: απόφαση 1/80). Το Συμβούλιο Συνδέσεως συστάθηκε με τη Συμφωνία Συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας, η οποία υπογράφηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 1963 στην Άγκυρα μεταξύ, αφενός, της Τουρκικής Δημοκρατίας και, αφετέρου, των κρατών μελών της ΕΟΚ και της Κοινότητας και η οποία συνάφθηκε, εγκρίθηκε και επικυρώθηκε εξ ονόματος της Κοινότητας με την απόφαση 64/732/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Δεκεμβρίου 1963 (ΕΕ ειδ. έκδ. 11/001, σ. 48).

2 Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του Akman, Τούρκου υπηκόου, και του Oberkreisdirektor des Rheinisch-Bergischen-Kreises, σχετικά με την άρνηση χορηγήσεως αδείας παραμονής αόριστης διάρκειας στη Γερμανία.

3 Από τον φάκελο της υποθέσεως της κύριας δίκης προκύπτει ότι το 1979 χορηγήθηκε στον Akman άδεια να εισέλθει στη Γερμανία, όπου έλαβε άδεια παραμονής περιορισμένης διάρκειας για σπουδές μηχανικού.

4 Αρχικά, ο ενδιαφερόμενος κατοικούσε στο Gross Gerau (Γερμανία) μαζί με τον πατέρα του, ο οποίος εργαζόταν νομίμως εντός αυτού του κράτους μέλους από τις 21 Μαου 1971 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1985. Την 1η Φεβρουαρίου 1986, μετά τη λήξη της συμβάσεως εργασίας του στη Γερμανία, ο πατέρας του Akman επέστρεψε στην Τουρκία.

5 Το 1981 ο Akman μετακόμισε στο Remscheid (Γερμανία), λόγω της μεγάλης αποστάσεως του Gross Gerau από το εκπαιδευτικό ίδρυμα στο οποίο φοιτούσε.

6 Η ισχύς της άδειάς του παραμονής ανανεώθηκε επανειλημμένα ώστε να του δοθεί η δυνατότητα να συνεχίσει τις σπουδές του στη Γερμανία.

7 Στις 16 Ιανουαρίου 1991 ο Akman έλαβε στη Γερμανία άδεια εργασίας η οποία δεν περιελάμβανε κανένα περιορισμό όσον αφορά τη διάρκειά της ή κάποια άλλη προϋπόθεση.

8 Έκτοτε απασχολήθηκε σε δύο διαδοχικούς εργοδότες σε διάφορες θέσεις εργασίας με μειωμένο ωράριο, δεν αμφισβητείται όμως ότι δεν τηρεί τις προϋποθέσεις να επικαλεστεί τα δικαιώματα που προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80.

9 Η διάταξη αυτή, που περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο ΙΙ («Κοινωνικές διατάξεις»), τμήμα 1 («Ζητήματα σχετικά με την απασχόληση και την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων»), ορίζει τα ακόλουθα:

«Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7 περί ελεύθερης προσβάσεως των μελών της οικογένειας του στην απασχόληση, ο Τούρκος εργαζόμενος που είναι ενταγμένος στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους,

- εφόσον έχει απασχοληθεί νομίμως επί ένα έτος στο κράτος αυτό, δικαιούται ανανεώσεως της αδείας εργασίας του στον ίδιο εργοδότη, αν εξακολουθεί να κατέχει θέση εργασίας·

- εφόσον έχει απασχοληθεί νομίμως επί τρία έτη, και υπό την επιφύλαξη της αποδοτέας στους εργαζομένους των κρατών μελών της Κοινότητας προτεραιότητας, δικαιούται να αποδεχθεί, κατ' επιλογή του, άλλη προσφορά εργασίας, στο ίδιο επάγγελμα, που του γίνεται υπό συνήθεις συνθήκες από άλλο εργοδότη και έχει καταγραφεί από τις υπηρεσίες απασχολήσεως του οικείου κράτους μέλους·

- εφόσον έχει απασχοληθεί νομίμως επί τέσσερα έτη, έχει ελεύθερη πρόσβαση σε οποιαδήποτε έμμισθη δραστηριότητα της επιλογής του εντός αυτού του κράτους μέλους.»

10 Στις 6 Απριλίου 1993 ο Akman περάτωσε με επιτυχία τις σπουδές μηχανικού στη Γερμανία.

11 Στις 24 Ιουνίου 1993 ζήτησε να λάβει άδεια παραμονής αόριστης διάρκειας.

12 Με απόφαση της 25ης Αυγούστου 1993 οι γερμανικές αρχές, ωστόσο, του χορήγησαν μόνο προσωρινή άδεια παραμονής, ισχύουσα μέχρι τις 25 Αυγούστου 1994, για να του παράσχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσει εντός αυτού του κράτους μέλους ένα συμπληρωματικό κύκλο σπουδών.

13 Ο Akman προσέφυγε κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Verwaltungsgericht Kφln, επικαλούμενος το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80.

14 Το άρθρο 7, που περιλαμβάνεται στο ίδιο τμήμα 1 του κεφαλαίου ΙΙ της αποφάσεως 1/80, ορίζει τα εξής:

«Τα μέλη της οικογένειας Τούρκου εργαζομένου ενταγμένου στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους, στα οποία έχει επιτραπεί να ζήσουν μαζί του,

- εφόσον διαμένουν στο κράτος αυτό νομίμως επί τρία τουλάχιστον έτη, και υπό την επιφύλαξη της αποδοτέας στους εργαζομένους των κρατών μελών της Κοινότητας προτεραιότητας, δικαιούνται να αποδεχθούν οποιαδήποτε προσφορά εργασίας·

- εφόσον διαμένουν νομίμως στο κράτος αυτό επί πέντε τουλάχιστον έτη, έχουν ελεύθερη πρόσβαση σε οποιαδήποτε έμμισθη δραστηριότητα.

Τα τέκνα Τούρκων εργαζομένων που έχουν ολοκληρώσει την επαγγελματική τους κατάρτιση εντός της χώρας υποδοχής μπορούν, ανεξαρτήτως της διαρκείας διαμονής τους στο συγκεκριμένο κράτος μέλος, να αποδεχθούν οποιαδήποτε προσφορά εργασίας εντός αυτού, υπό τον όρο ότι ο ένας από τους γονείς έχει ασκήσει νόμιμη εργασία επί τρία τουλάχιστον έτη εντός του εν λόγω κράτους μέλους.»

15 Κατά τον Akman, το δεύτερο εδάφιο του άρθρου αυτού του παρέχει το δικαίωμα, εντός του κράτους μέλους στο οποίο περάτωσε τις σπουδές του και στο οποίο ο πατέρας του εργάστηκε νομίμως άνω της τριετίας, να αποδεχθεί οποιαδήποτε προσφορά εργασίας και να λάβει άδεια παραμονής εντός του κράτους μέλους υποδοχής με σκοπό να απασχοληθεί πράγματι σε θέση εργασίας.

16 Η καθής διοίκηση διατείνεται, αντιθέτως, ότι οι προϋποθέσεις που θέτει η διάταξη αυτή δεν πληρούνται εν προκειμένω, λόγω του γεγονότος ότι, αν και ο πατέρας του ενδιαφερομένου εργάστηκε νομίμως εντός του ως άνω κράτους μέλους επί δεκατέσσερα και πλέον έτη, αυτός δεν εργαζόταν πλέον στο έδαφος του κράτους αυτού όταν ο γιός του θέλησε να ενταχθεί εκεί στην αγορά εργασίας.

17 Το Verwaltungsgericht Kφln έκρινε ότι ο Akman δεν είχε κανένα δικαίωμα να λάβει άδεια παραμονής αόριστης διάρκειας βάσει του γερμανικού δικαίου. Διερωτήθηκε εντούτοις αν από το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80 μπορεί να απορρέει ευνοϋκότερη για τον ενδιαφερόμενο λύση.

18 Συναφώς, το ως άνω δικαστήριο διερωτήθηκε ως προς το αν η εν λόγω διάταξη σημαίνει ότι ο εργαζόμενος γονέας πρέπει να εξακολουθεί να ευρίσκεται, καθόν χρόνο το τέκνο περατώνει την επαγγελματική του εκπαίδευση και επιθυμεί να αποδεχθεί προσφορά εργασίας, στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής, και μάλιστα να εργάζεται ακόμη εκεί ως μισθωτός, ή αν αρκεί, αντιθέτως, ο Τούρκος γονέας να έχει εργαστεί νομίμως στο παρελθόν εντός του κράτους αυτού για τρία τουλάχιστον έτη. Κατά το Verwaltungsgericht Kφln, η διατύπωση της εν λόγω διατάξεως («έχει ασκήσει») συνηγορεί μάλλον υπέρ της δεύτερης ερμηνείας.

19 Εκτιμώντας όμως ότι η λύση της διαφοράς απαιτεί ερμηνεία της ως άνω διατάξεως της αποφάσεως 1/80, το Verwaltungsgericht Kφln ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων της 5ης Οκτωβρίου 1994 στην υπόθεση C-355/93, Εroglu, προϋποθέτει η απορρέουσα από το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας, σχετικά με την προώθηση της συνδέσεως, αξίωση τέκνου Τούρκου εργαζομένου για παράταση της αδείας παραμονής του ότι πρέπει να εξακολουθεί να διαμένει στην επικράτεια της Ομοσπονδιακής Γερμανίας ή ακόμη ότι πρέπει να διατηρεί τη σχέση μισθωτής εργασίας ο εργαζόμενος γονέας καθόν χρόνο το τέκνο έχει ολοκληρώσει την επαγγελματική του εκπαίδευση και επιθυμεί να αποδεχθεί προσφορά εργασίας ή αρκεί για την πλήρωση των προϋποθέσεων της διατάξεως αυτής το ότι ο Τούρκος γονέας είχε στο παρελθόν νόμιμη απασχόληση επί τρία τουλάχιστον έτη;»

20 Πρέπει να σημειωθεί εκ προοιμίου ότι η απόφαση 1/80 αποσκοπεί, κατά την τρίτη αιτιολογική σκέψη της, στη βελτίωση, στον κοινωνικό τομέα, του καθεστώτος στο οποίο υπάγονται οι εργαζόμενοι και τα μέλη της οικογενείας τους σε σχέση με το καθεστώς που προέβλεπε η απόφαση 2/76 την οποία εξέδωσε στις 20 Δεκεμβρίου 1976 το Συμβούλιο Συνδέσεως που συστάθηκε με τη Συμφωνία Συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας. Οι διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙ, τμήμα 1, της αποφάσεως 1/80 αποτελούν, επομένως, ένα επιπλέον βήμα προς την πραγματοποίηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων κατά το πνεύμα των άρθρων 48, 49 και 50 της Συνθήκης ΕΚ (βλ., ιδίως, τις αποφάσεις της 6ης Ιουνίου 1995, C-434/93, Bozkurt, Συλλογή 1995, σ. Ι-1475, σκέψεις 14 και 19, και της 23ης Ιανουαρίου 1997, C-171/95, Tetik, Συλλογή 1997, σ. Ι-329, σκέψη 20).

21 Κατά το σύστημα της αποφάσεως 1/80, το ως άνω τμήμα διέπει, μεταξύ άλλων, τα δικαιώματα στον τομέα της απασχολήσεως των Τούρκων εργαζομένων εντός του κράτους μέλους υποδοχής. Συναφώς, οι σχετικές διατάξεις προβλέπουν διάκριση μεταξύ της καταστάσεως των Τούρκων εργαζομένων που εργάστηκαν νομίμως εντός του οικείου κράτους μέλους για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (άρθρο 6) και εκείνης των μελών της οικογένειας των εργαζομένων αυτών στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής (άρθρο 7). οΟσον αφορά, ειδικότερα, αυτή τη δεύτερη κατηγορία ατόμων, γίνεται διάκριση μεταξύ των μελών της οικογένειας στα οποία επιτρέπεται να εγκατασταθούν μαζί με τον εργαζόμενο στο κράτος μέλος υποδοχής και τα οποία διέμειναν νομίμως εκεί για ορισμένο χρόνο, αφενός (άρθρο 7, πρώτο εδάφιο), και των τέκνων του εργαζομένου αυτού τα οποία περάτωσαν σπουδές επαγγελματικής εκπαιδεύσεως εντός του οικείου κράτους μέλους, αφετέρου (άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο).

22 Το υποβαλλόμενο από το Verwaltungsgericht Kφln ερώτημα αφορά την κατάσταση Τούρκου υπηκόου ο οποίος, ως τέκνο Τούρκου διακινούμενου εργαζομένου που εργάστηκε νομίμως επί δεκατέσσερα περίπου έτη ως μισθωτός εντός κράτους μέλους, έλαβε άδεια να εισέλθει στο έδαφος του ως άνω κράτους για να σπουδάσει εκεί και ο οποίος, μετά την περάτωση των σπουδών του, ζητεί άδεια παραμονής, βάσει του άρθρου 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80, ώστε να του παρασχεθεί η δυνατότητα να αποδεχθεί προσφορά εργασίας εντός του κράτους μέλους υποδοχής. Πράγματι, το αιτούν δικαστήριο διαπίστωσε ότι ο ενδιαφερόμενος, αν και εργάστηκε ο ίδιος για ορισμένο χρόνο εντός του εν λόγω κράτους μέλους, δεν μπορεί να επικαλεστεί τα δικαιώματα τα οποία το άρθρο 6 της αποφάσεως αυτής παρέχει στον ήδη ενταγμένο στην αγορά εργασίας κράτους μέλους Τούρκο εργαζόμενο, για τον λόγο ότι δεν πληροί τις προϋποθέσεις της διατάξεως αυτής.

23 Όσον αφορά το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, το οποίο αποτελεί το αντικείμενο του προδικαστικού ερωτήματος, πρέπει να υπομνησθεί, πρώτον, ότι το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, όπως τα άρθρα 6, παράγραφος 1 (βλ., ως πρώτη απόφαση, την απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 1990, C-192/89, Sevince, Συλλογή 1990, σ. Ι-3461, σκέψη 26), και 7, πρώτο εδάφιο (βλ. την απόφαση της 17ης Απριλίου 1997, C-351/95, Kadiman, Συλλογή 1997, σ. I-2133, σκέψη 28), το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80 παράγει άμεσο αποτέλεσμα εντός των κρατών μελών, οπότε οι Τούρκοι υπήκοοι που πληρούν τις προϋποθέσεις του μπορούν να επικαλούνται απευθείας τα δικαιώματα που τους αναγνωρίζει η διάταξη αυτή (απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 1994, C-355/93, Eroglu, Συλλογή 1994, σ. Ι-5113, σκέψη 17).

24 Δεύτερον, πρέπει να σημειωθεί ότι τα δικαιώματα τα οποία το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, παρέχει στο τέκνο Τούρκου εργαζομένου όσον αφορά την απασχόληση εντός του οικείου κράτους μέλους συνεπάγονται κατ' ανάγκη την ύπαρξη σχετικού δικαιώματος παραμονής του δικαιούχου, γιατί διαφορετικά θα εστερείτο κάθε περιεχομένου το δικαίωμα προσβάσεως στην αγορά εργασίας και της πραγματικής ασκήσεως μισθωτής δραστηριότητας (προπαρατεθείσα απόφαση Eroglu, σκέψεις 20 και 23).

25 Τρίτον, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, όπως προκύπτει από το ίδιο το γράμμα του, εξαρτά το παρεχόμενο στο τέκνο Τούρκου εργαζομένου δικαίωμα να αποδεχθεί οποιαδήποτε προσφορά εργασίας εντός του κράτους μέλους υποδοχής από δύο προϋποθέσεις, ήτοι ότι το τέκνο του ενδιαφερόμενου εργαζομένου περάτωσε την επαγγελματική του εκπαίδευση εντός του οικείου κράτους μέλους και ότι ένας από τους γονείς του εργάστηκε νομίμως εντός αυτού του κράτους μέλους επί τρία τουλάχιστον έτη.

26 Η Γερμανική και η Ελληνική Κυβέρνηση αμφισβήτησαν εξαρχής την ιδιότητα του τέκνου Τούρκου εργαζομένου, υπό την έννοια του άρθρου 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80, όσον αφορά Τούρκο υπήκοο που ευρίσκεται στην κατάσταση του Akman, ισχυριζόμενες κατ' ουσίαν ότι ο πατέρας του ενδιαφερομένου είχε οριστικά εγκαταλείψει την αγορά εργασίας του κράτους μέλους υποδοχής τον χρόνο κατά τον οποίο ο γιος του θέλησε να επικαλεστεί δικαιώματα απορρέοντα από τη συγγενική του σχέση με Τούρκο εργαζόμενο.

27 Συναφώς, αρκεί να σημειωθεί ότι, εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι ο πατέρας του Akman εργάστηκε νομίμως ως μισθωτός στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής επί δεκατέσσερα και πλέον έτη, οπότε πρέπει να θεωρηθεί ως εργαζόμενος υπό την έννοια της εν λόγω διατάξεως. Υπό τις συνθήκες αυτές, ο ισχυρισμός που προβάλλουν η Γερμανική και η Ελληνική Κυβέρνηση δεν μπορεί να γίνει δεκτός.

28 Στη συνέχεια, όσον αφορά τις δύο προϋποθέσεις περί των οποίων γίνεται λόγος στη σκέψη 25 της παρούσας αποφάσεως, διαπιστώνεται ότι, σε περίπτωση όπως αυτή του προσφεύγοντος της κύριας δίκης, η πρώτη από τις προϋποθέσεις αυτές πληρούται αναμφισβήτητα, εφόσον ο ενδιαφερόμενος περάτωσε κύκλο σπουδών μηχανικού εντός του κράτους μέλους υποδοχής.

29 Όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση, πρέπει να προσδιοριστεί αν η αναγνώριση του δικαιώματος προσβάσεως στην αγορά εργασίας και του συνακόλουθου δικαιώματος διαμονής, βάσει του άρθρου 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80, εξαρτάται από την παρουσία του γονέα στο κράτος μέλος υποδοχής ή και την εκ μέρους του εργασία καθόν χρόνο το τέκνο, μετά την ολοκλήρωση της επαγγελματικής του εκπαιδεύσεως, επιθυμεί να αποδεχθεί προσφορά εργασίας ή, αντιθέτως, αν αρκεί να έχει ασκήσει στο παρελθόν ο γονέας αυτός νομίμως μισθωτή δραστηριότητα επί τρία τουλάχιστον έτη εντός του εν λόγω κράτους μέλους, χωρίς να απαιτείται αυτός να ευρίσκεται ακόμη στο εν λόγω κράτος όταν το τέκνο του επιθυμεί να εργαστεί εκεί.

30 Συναφώς, επιβάλλεται εξαρχής η διαπίστωση ότι, όπως το ίδιο το αιτούν δικαστήριο σημειώνει, το σχετικό με την επίμαχη προϋπόθεση ρήμα χρησιμοποιείται σε ιστορικό χρόνο στις περισσότερες από τις γλωσσικές αποδόσεις στις οποίες υφίσταται η απόφαση 1/80 [(«beschδftigt war» στη γερμανική, «ait (...) exercι» στη γαλλική, «abbia (...) esercitato» στην ιταλική, «heeft gewerkt» στην ολλανδική], ενώ το πρώτο εδάφιο του άρθρου 7 χρησιμοποιεί τον ενεστώτα στις ως άνω γλωσσικές αποδόσεις [«ihren (...) Wohnsitz haben», «rιsident», «risiedono», «wonen»]. ςΕτσι, η διατύπωση αυτή αποτελεί ένδειξη ότι η εν λόγω προϋπόθεση που προβλέπει το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, πρέπει να έχει πληρωθεί σε μια οποιαδήποτε χρονική περίοδο πριν από την ημερομηνία της εκ μέρους του τέκνου περατώσεως της επαγγελματικής του εκπαιδεύσεως.

31 Εντούτοις, υφίσταται κάποια αμφιβολία λόγω της προθέσεως που χρησιμοποιείται σε ορισμένες γλωσσικές αποδόσεις. Πράγματι, ενώ η χρησιμοποιούμενη στα ολλανδικά λέξη «gedurende» έχει μάλλον την έννοια του «κατά τη διάρκεια», οι λέξεις «depuis» στη γαλλική και «seit» στη γερμανική απόδοση θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι εννοούν, αντιθέτως, ότι η εργασία του γονέα, η οποία άρχισε στο παρελθόν, συνεχίζεται ακόμη τη στιγμή κατά την οποία το τέκνο πληροί την άλλη προϋπόθεση σχετικά με την ολοκλήρωση της επαγγελματικής εκπαιδεύσεως.

32 Επομένως, δεδομένου ότι η γραμματική ερμηνεία του κειμένου αυτού δεν μπορεί να δώσει σαφή απάντηση στο υποβαλλόμενο ερώτημα, το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, πρέπει να εξεταστεί σε σχέση με το γενικό πλαίσιο στο οποίο αυτό εντάσσεται και να ερμηνευθεί σε συνάρτηση με το πνεύμα και τον σκοπό του.

33 Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, όπως προκύπτει ήδη από τη σκέψη 21 της παρούσας αποφάσεως, το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 1/80 διέπει ειδικά το δικαίωμα προσβάσεως στην αγορά εργασίας των τέκνων Τούρκου εργαζομένου.

34 Ως μέλη της οικογένειας Τούρκου εργαζομένου, τα τέκνα αυτά μπορούν να επικαλούνται επίσης δικαιώματα στον τομέα της απασχολήσεως τα οποία αναγνωρίζονται από το άρθρο 7, πρώτο εδάφιο.

35 Εντούτοις, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι προϋποθέσεις τις οποίες θέτει η τελευταία αυτή διάταξη για κάθε άτομο που μπορεί να επικαλείται την ιδιότητα του μέλους της οικογένειας είναι περιοριστικότερες από τις προβλεπόμενες στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου αυτού όσον αφορά τα τέκνα και μόνον.

36 Έτσι, τα δικαιώματα στον τομέα της εργασίας των μελών της οικογένειας αποτελούν συνάρτηση της περιόδου διαμονής στο κράτος μέλος υποδοχής, ενώ, σ' ένα πρώτο στάδιο, οι εργαζόμενοι των κρατών μελών της Κοινότητας έχουν προτεραιότητα όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Αντιθέτως, ουδεμία σχετική προϋπόθεση επιβάλλεται στα τέκνα βάσει του άρθρου 7, δεύτερο εδάφιο. Πράγματι, η τελευταία αυτή διάταξη προβλέπει μάλιστα ρητά ότι τα δικαιώματα τα οποία παρέχει στα τέκνα εργαζομένου δεν εξαρτώνται από τη διάρκεια της διαμονής τους στο οικείο κράτος μέλος. Επιπλέον, από τη διατύπωση του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 προκύπτει ότι το άρθρο 7 παρέχει στα μέλη της οικογένειας και, κατά συνέπεια, ιδίως στα τέκνα δικαίωμα «ελεύθερης προσβάσεως στην εργασία» εντός του κράτους μέλους υποδοχής του Τούρκου εργαζομένου.

37 Επιπλέον, το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, σε αντίθεση με το πρώτο εδάφιο του ίδιου άρθρου, δεν απαιτεί να έχει επιτραπεί στα τέκνα να έλθουν να κατοικήσουν με τον γονέα τους εντός του κράτους υποδοχής (βλ. επίσης, σχετικά, την προαναφερθείσα απόφαση Eroglu, σκέψη 22).

38 Εξ αυτού προκύπτει ότι, όπως συνάγεται ήδη από τη σκέψη 20 της παρούσας αποφάσεως, το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 7 αποτελεί, σε σχέση με το πρώτο εδάφιο του εν λόγω άρθρου, ευνοϋκότερη διάταξη τείνουσα να επιφυλάξει, μεταξύ των μελών της οικογένειας των Τούρκων εργαζομένων, ειδική μεταχείριση στα τέκνα, σκοπούσα στη διευκόλυνση της εντάξεώς τους στην αγορά εργασίας μετά την περάτωση επαγγελματικής εκπαιδεύσεως, ώστε να πραγματοποιηθεί προοδευτικά η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, σύμφωνα με τον σκοπό της αποφάσεως 1/80.

39 Υπό τις συνθήκες αυτές, η ως άνω διάταξη δεν πρέπει να ερμηνεύεται περιοριστικά και δεν μπορεί να νοείται, ελλείψει σαφών σχετικών ενδείξεων, υπό την έννοια ότι επιτάσσει ότι ο Τούρκος διακινούμενος εργαζόμενος πρέπει να εξακολουθεί να εργάζεται εντός του κράτους μέλους υποδοχής καθόν χρόνο το τέκνο του επιθυμεί να ενταχθεί εκεί στην αγορά εργασίας.

40 Όπως εξέθεσε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 56 των προτάσεών του, η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνεται από το άρθρο 9 της αποφάσεως 1/80, κατά το οποίο «τα τουρικής ιθαγένειας τέκνα, τα οποία κατοικούν νομίμως εντός κράτους μέλους της Κοινότητας με τους γονείς τους, οι οποίοι απασχολούνται ή έχουν απασχοληθεί νομίμως στο κράτος αυτό, γίνονται δεκτά εντός αυτού του κράτους μέλους στα μαθήματα γενικής εκπαιδεύσεως, μαθητείας και επαγγελματικής καταρτίσεως βάσει των ίδιων κριτηρίων αποδοχής ως προς την κατάρτιση που ισχύουν για τα τέκνα των υπηκόων αυτού του κράτους μέλους. Δικαιούνται να απολαύουν, εντός αυτού του κράτους μέλους, των ωφελημάτων που προβλέπονται στον τομέα αυτόν από την εθνική νομοθεσία».

41 Πράγματι, η διάταξη αυτή, η οποία αναγνωρίζει στα τουρκικής ιθαγενείας τέκνα δικαίωμα προσβάσεως χωρίς διακρίσεις στην εκπαίδευση εντός του κράτους μέλους υποδοχής ήδη προ του δικαιώματος εργασίας βάσει του άρθρου 7, δεύτερο εδάφιο, δεν επιβάλλει ένας από τους γονείς τους να εργάζεται νομίμως στο εν λόγω κράτος καθόν χρόνο τα τέκνα αυτά επιθυμούν να επικαλεστούν τα δικαιώματα που τους παρέχονται με τον τρόπο αυτό, αλλά προβλέπει, αντιθέτως, ρητά ότι το γεγονός ότι οι γονείς δεν εργάζονται πλέον εντός του οικείου κράτους δεν μπορεί να στερήσει τα τέκνα από τα δικαιώματα τα οποία αντλούνται από την ως άνω διάταξη.

42 Κατά μείζονα λόγο, δεν μπορεί να επιβάλλεται η υποχρέωση να εξακολουθεί να εργάζεται ο γονέας καθόν χρόνο το τέκνο περατώνει την επαγγελματική του εκπαίδευση, ειδάλλως πλήττεται σοβαρά η συνοχή του συστήματος που προβλέπει το κεφάλαιο ΙΙ, τμήμα 1, της αποφάσεως 1/80.

43 Επιπλέον, από τη σκέψη 37 της παρούσας αποφάσεως προκύπτει ότι, σε αντίθεση με το πρώτο εδάφιο (προαναφερθείσα απόφαση Κadiman, ιδίως σκέψη 36), το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 7 δεν έχει ως σκοπό τη δημιουργία ευνοϋκών προϋποθέσεων για τη συγκέντρωση της οικογένειας στο κράτος μέλος υποδοχής.

44 Επομένως, η αποτελούσα το αντικείμενο του προδικαστικού ερωτήματος διάταξη δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εξαρτά το δικαίωμα του τέκνου να αποδεχθεί οποιαδήποτε προσφορά εργασίας από προϋπόθεση διαμονής του γονέα εντός του οικείου κράτους μέλους καθόν χρόνο το τέκνο επιθυμεί να εργαστεί εκεί μετά την περάτωση της επαγγελματικής του εκπαιδεύσεως.

45 Όπως υποστήριξε η Επιτροπή με πειστικά επιχειρήματα, το τέκνο Τούρκου διακινουμένου εργαζομένου ο οποίος απασχολήθηκε νομίμως επί τρία τουλάχιστον έτη σε κράτος μέλος, το οποίο διαμένει νομίμως στο έδαφος του κράτους αυτού, περάτωσε σ' αυτό την εκπαίδευσή του και στο οποίο παρέχεται η δυνατότητα να ασκήσει επαγγελματική δραστηριότητα εντός του ως άνω κράτους, δεν πρέπει να θεωρείται πλέον ότι εξαρτάται από την παρουσία ενός από τους γονείς του, καθόσον ο ενδιαφερόμενος δεν είναι πλέον συντηρούμενο από αυτούς τέκνο όταν εισέρχεται στην αγορά εργασίας, αλλά είναι σε θέση να καλύψει ο ίδιος τις ανάγκες του.

46 Δεδομένου ότι το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, δεν αποσκοπεί στη συγκέντρωση της οικογένειας των διακινούμενων εργαζομένων, θα ήταν παράλογο να απαιτείται, σε περιπτώσεις όπως αυτή της κύριας δίκης, όπως ο Τούρκος διακινούμενος εργαζόμενος εξακολουθεί να διαμένει στο κράτος μέλος υποδοχής και μετά τη λύση της σχέσεως εργασίας του εντός του κράτους αυτού, γιατί διαφορετικά διακυβεύονται τα δικαιώματα στον τομέα της εργασίας του τέκνου του το οποίο περάτωσε την εκπαίδευσή του και το οποίο, αποδεχόμενο προσφορά εργασίας, έχει τη δυνατότητα να καταστεί ανεξάρτητο.

47 Επομένως, ενόψει του πνεύματος και του σκοπού της εν λόγω διατάξεως, καθώς και του πλαισίου στο οποίο αυτή εντάσσεται, η δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80 δεν μπορεί παρά να νοηθεί υπό την έννοια ότι περιορίζεται στην επιβολή της υποχρεώσεως να έχει ασκήσει νομίμως μισθωτή δραστηριότητα ο γονέας επί τρία τουλάχιστον έτη εντός του κράτους μέλους υποδοχής σε μια οποιαδήποτε χρονική περίοδο πριν από την ημερομηνία κατά την οποία το τέκνο του περατώνει εκεί την επαγγελματική του εκπαίδευση.

48 Πρέπει να προστεθεί ότι η άποψη την οποία υποστήριξε κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση η Γερμανική Κυβέρνηση, ότι το τέκνο Τούρκου εργαζομένου ο οποίος έχει ήδη επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του όταν το τέκνο έχει τη δυνατότητα προσβάσεως στην αγορά εργασίας δεν μπορεί να ασκήσει μισθωτή δραστηριότητα εντός του κράτους μέλους υποδοχής παρά μόνον εφόσον πληρούνται οι αυστηρές προϋποθέσεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, παραγνωρίζει το γεγονός ότι η παράγραφος αυτή εφαρμόζεται υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7 σχετικά με την ελεύθερη πρόσβαση των μελών της οικογένειας στην εργασία.

49 Εξάλλου, μια τέτοια ερμηνεία θα είχε ως αποτέλεσμα να αναιρέσει πλήρως την πρακτική αποτελεσματικότητα του άρθρου 7, δεύτερο εδάφιο, στερώντας παρανόμως τα τουρκικής ιθαγενείας τέκνα που έχουν περατώσει την επαγγελματική τους κατάρτιση στο έδαφος κράτους μέλους από δικαιώματα τα οποία μπορούν να επικαλούνται απευθείας κατ' εφαρμογήν ειδικής διατάξεως, σκοπούσας ακριβώς στην πρόβλεψη ευνοϋκότερων προϋποθέσεων υπέρ αυτών στον τομέα της απασχολήσεως εντός του ιδίου κράτους.

50 Πράγματι, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του δικαίου, το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 δεν θίγει την εξουσία των κρατών μελών να αρνούνται σε Τούρκο υπήκοο το δικαίωμα να εργαστεί για πρώτη φορά στο έδαφός τους, όπως και δεν εμποδίζει, καταρχήν, τα κράτη μέλη αυτά να προβλέπουν τις προϋποθέσεις για μια τέτοια εργασία μέχρι τη συμπλήρωση του έτους το οποίο προβλέπεται στην πρώτη περίπτωση της διατάξεως αυτής. ςΕτσι, οι τρεις περιπτώσεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, εξαρτούν την παροχή των δικαιωμάτων τα οποία προβλέπουν σταδιακά υπέρ του Τούρκου διακινουμένου εργαζόμενου, σε συνάρτηση με τον χρόνο ασκήσεως μισθωτής δραστηριότητας, από την προϋπόθεση ο ενδιαφερόμενος να έχει ήδη ενταχθεί νομίμως στην αγορά εργασίας του οικείου κράτους μέλους. Αντιθέτως, όπως σημειώθηκε ήδη στη σκέψη 36 της παρούσας αποφάσεως, το άρθρο 7 προβλέπει το δικαίωμα ελεύθερης προσβάσεως στην εργασία για τους Τούρκους υπηκόους που διαμένουν νομίμως εντός του κράτους μέλους υποδοχής, είτε υπέρ των μελών της οικογένειας γενικά, μετά ορισμένη περίοδο νόμιμης διαμονής στο πλαίσιο της συγκεντρώσεως της οικογένειας Τούρκου εργαζομένου (πρώτο εδάφιο), είτε υπέρ των τέκνων ενός τέτοιου εργαζομένου, ανεξάρτητα από την περίοδο διαμονής τους, κατόπιν όμως της περατώσεως επαγγελματικής εκπαιδεύσεως εντός του κράτους στο οποίο οι γονείς του εργάστηκαν για ορισμένο χρόνο (δεύτερο εδάφιο).

51 Ενόψει του συνόλου των προηγουμένων σκέψεων, στο ερώτημα του Verwaltungsgericht Kφln πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80 πρέπει να ερμηνευθεί ως ακολούθως:

Τούρκος υπήκοος, όπως ο προσφεύγων της κύριας δίκης, δικαιούται να αποδεχθεί οποιαδήποτε προσφορά εργασίας εντός του κράτους μέλους υποδοχής αφού περατώσει εκεί την επαγγελματική του εκπαίδευση και να λάβει, κατά συνέπεια, άδεια παραμονής, όταν ένας από τους γονείς του εργάστηκε νομίμως στο παρελθόν στο έδαφος του κράτους αυτού επί τρία τουλάχιστον έτη.

Αντιθέτως, δεν απαιτείται ο γονέας αυτός να εξακολουθεί να εργάζεται ή να διαμένει στο ως άνω κράτος μέλος καθόν χρόνο το τέκνο του επιθυμεί να ενταχθεί στην αγορά εργασίας.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

52 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Γερμανική, η Ελληνική και η Αυστριακή Κυβέρνηση, καθώς και η Επιτροπή, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

(έκτο τμήμα),

κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε με διάταξη της 6ης Μαου 1997 το Verwaltungsgericht Kφln, αποφαίνεται:

Το άρθρο 7, δεύτερο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80, της 19ης Σεπτεμβρίου 1980, όσον αφορά την προώθηση της συνδέσεως, την οποία εξέδωσε το Συμβούλιο Συνδέσεως που συστάθηκε με τη Συμφωνία Συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας, πρέπει να ερμηνευθεί ως ακολούθως:

Τούρκος υπήκοος, όπως ο προσφεύγων της κύριας δίκης, δικαιούται να αποδεχθεί οποιαδήποτε προσφορά εργασίας εντός του κράτους μέλους υποδοχής αφού περατώσει εκεί την επαγγελματική του εκπαίδευση και να λάβει, κατά συνέπεια, άδεια παραμονής, όταν ένας από τους γονείς του εργάστηκε νομίμως στο παρελθόν στο έδαφος του κράτους αυτού επί τρία τουλάχιστον έτη.

Αντιθέτως, δεν απαιτείται ο γονέας αυτός να εξακολουθεί να εργάζεται ή να διαμένει στο ως άνω κράτος μέλος καθόν χρόνο το τέκνο του επιθυμεί να ενταχθεί στην αγορά εργασίας.