61996J0098

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 30ης Σεπτεμβρίου 1997. - Kasim Ertanir κατά Land Hessen. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Verwaltungsgericht Darmstadt - Γερμανία. - Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας - Απόφαση του Συμβουλίου Συνδέσεως - Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων - Έννοιες του ανήκοντος στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους και της νόμιμης απασχολήσεως - Άδεια παραμονής περιοριζόμενη στην προσωρινή άσκηση του επαγγέλματος του ειδικευμένου μαγείρου σε κατονομαζόμενο εργοδότη - Περίοδοι μη καλυπτόμενες από άδεια εργασίας ή/και παραμονής - Υπολογισμός των περιόδων απασχολήσεως. - Υπόθεση C-98/96.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1997 σελίδα I-05179


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


1 Διεθνείς συμφωνίες - Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας - Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Εργαζόμενοι - Αρμοδιότητα χορηγούμενη στα κράτη μέλη να αποκλείουν με εθνική κανονιστική ρύθμιση ολόκληρες κατηγορίες εργαζομένων από τις ευεργετικές διατάξεις αποφάσεως του Συμβουλίου Συνδέσεως - Δεν υφίσταται

(Απόφαση 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας, άρθρο 6 § 3)

2 Διεθνείς συμφωνίες - Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας - Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Εργαζόμενοι - Έννοια του ανήκοντος στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους Τούρκου εργαζομένου που ασκεί την επαγγελματική δραστηριότητα του ειδικευμένου μαγείρου στην υπηρεσία ενός και του αυτού εργοδότη - Συνέπειες - Ανανέωση της αδείας παραμονής - Δραστηριότητα του ειδικευμένου μαγείρου στην υπηρεσία ενός και του αυτού εργοδότη - Περιλαμβάνεται

(Απόφαση 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας, άρθρο 6 § 1)

3 Διεθνείς συμφωνίες - Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας - Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Εργαζόμενοι - Πρόσβαση των Τούρκων υπηκόων σε μισθωτή δραστηριότητα της επιλογής τους εντός κράτους μέλους και συνακόλουθο δικαίωμα παραμονής - Προϋποθέσεις - Προηγούμενη νόμιμη απασχόληση - Περίοδοι που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της νόμιμης απασχολήσεως - Περίοδοι που δεν καλύπτονται από άδεια παραμονής ή εργασίας, οι οποίες όμως δεν θεωρήθηκαν από τις εθνικές αρχές ως περίοδοι παράτυπης παραμονής - Περιλαμβάνονται

(Απόφαση 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας, άρθρο 6 §§ 1 και 2)

Περίληψη


4 Το άρθρο 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει σε κράτος μέλος να θεσπίζει εθνική ρύθμιση η οποία στερεί άνευ ετέρου ολόκληρες κατηγορίες Τούρκων διακινούμενων εργαζομένων, όπως οι ειδικευμένοι μάγειροι, από δικαιώματα που τους παρέχουν οι τρεις περιπτώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.

5 Ένας Τούρκος εργαζόμενος, ο οποίος άσκησε νομίμως, εντός κράτους μέλους κατά τη διάρκεια περιόδου άνω του έτους χωρίς διακοπή, το επάγγελμα του ειδικευμένου μαγείρου στην υπηρεσία ενός και του αυτού εργοδότη, ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας του κράτους αυτού και εργάζεται εκεί νομίμως, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας. Ο εν λόγω Τούρκος εργαζόμενος μπορεί έτσι να ζητήσει την ανανέωση της αδείας παραμονής του εντός του κράτους μέλους υποδοχής, έστω και αν είχε προειδοποιηθεί τη στιγμή της χορηγήσεως των αδειών εργασίας και παραμονής ότι αυτές του χορηγούνται για τρία μόνον έτη κατ' ανώτατο όριο για την άσκηση συγκεκριμένης δραστηριότητας, όπως αυτή του ειδικευμένου μαγείρου, στην υπηρεσία κατονομαζόμενου εργοδότη.

6 Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας έχει την έννοια ότι επιβάλλει να λαμβάνονται υπόψη, για τον υπολογισμό των περιόδων νόμιμης απασχολήσεως που μνημονεύονται στη διάταξη αυτή, οι μικρής διάρκειας περίοδοι κατά τις οποίες ο Τούρκος εργαζόμενος δεν διέθετε εντός του κράτους μέλους υποδοχής ισχύουσα άδεια παραμονής ή εργασίας και οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 2, της αποφάσεως αυτής, όταν οι αρμόδιες αρχές δεν αμφισβήτησαν για τον λόγο αυτό τη νομιμότητα της παραμονής του εργαζομένου στην εθνική επικράτεια αλλά, αντιθέτως, του χορήγησαν νέα άδεια παραμονής ή εργασίας.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-98/96,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Verwaltungsgericht Darmstadt (Γερμανία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Kasim Ertanir

και

Land Hessen,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 6 της αποφάσεως 1/80, της 19ης Σεπτεμβρίου 1980, για την προώθηση της συνδέσεως, την οποία έλαβε το Συμβούλιο Συνδέσεως που συστήθηκε με τη Συμφωνία Συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητος και της Τουρκίας,$

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

(έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους G. F. Mancini, πρόεδρο τμήματος, J. L. Murray, P. J. G. Kapteyn, H. Ragnemalm και R. Schintgen (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. B. Elmer

γραμματέας: H. A. Rόhl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

- η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπουμένη από τον E. Rφder, Ministerialrat στο ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας, και την S. Maass, Regierungsrδtin zur Anstellung στο ίδιο Υπουργείο,

- η Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένη από τον J. Sack, νομικό σύμβουλο, και την B. Brandtner, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις του Κ. Ertanir, εκπροσωπουμένου από τον B. Mόnch, δικηγόρο Ξαϋδελβέργης, της Γερμανικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπουμένης από τον E. Rφder, και της Επιτροπής, εκπροσωπουμένης από τους J. Sack και B. Brandtner, κατά τη συνεδρίαση της 6ης Μαρτίου 1997,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 29ης Απριλίου 1997,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με διάταξη της 29ης Φεβρουαρίου 1996, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 26 Μαρτίου 1996, το Verwaltungsgericht Darmstadt υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, τρία προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 6 της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως, της 19ης Σεπτεμβρίου 1980, για την προώθηση της συνδέσεως (στο εξής: απόφαση 1/80). Το Συμβούλιο Συνδέσεως συστάθηκε με τη Συμφωνία Συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας, η οποία υπογράφηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 1963 στην Άγκυρα από τη Δημοκρατία της Τουρκίας, αφενός, και από τα κράτη μέλη της ΕΟΚ και την Κοινότητα, αφετέρου, και η οποία συνήφθη, εγκρίθηκε και έγινε δεκτή εξ ονόματος της Κοινότητας με την απόφαση 64/732/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Δεκεμβρίου 1963 (ΕΕ ειδ. έκδ. 11/001, σ. 48).

2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του Ertanir, Τούρκου υπηκόου, και του Land Hessen (ομόσπονδου κράτους της Έσσης) σχετικά με την άρνηση παρατάσεως της ισχύος της αδείας παραμονής του στη Γερμανία.

3 Από τη δικογραφία προκύπτει ότι ο Ertanir έλαβε τον Απρίλιο του 1991 άδεια να εισέλθει στη Γερμανία, όπου και έλαβε προσωρινή άδεια παραμονής, ισχύουσα μέχρι την 1η Αυγούστου 1991, για να μπορέσει να ασκήσει τη δραστηριότητα του ειδικευμένου στην παρασκευή τουρκικών εδεσμάτων μαγείρου στο εστιατόριο Ratskeller στην πόλη Weinheim.

4 Παρά το γεγονός ότι ο Ertanir έλαβε άδεια εργασίας ισχύουσα μέχρι τον Απρίλιο του 1992, οι αρμόδιες αρχές αρνήθηκαν να παρατείνουν την ισχύ της αδείας παραμονής του, με την αιτιολογία ότι, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 4, του Arbeitsaufenthaltverordnung της 18ης Δεκεμβρίου 1990 (BGBl. I, σ. 2994), οι ειδικευμένοι μάγειροι που λαμβάνουν άδεια να εργαστούν στη Γερμανία πρέπει να έχουν την ιθαγένεια της χώρας στην κουζίνα της οποίας ειδικεύεται το εστιατόριο και ότι το εν λόγω εστιατόριο ειδικευόταν τότε στην ελληνική κουζίνα.

5 Εντούτοις, στη συνέχεια οι γερμανικές αρχές δέχθηκαν να απασχοληθεί εκ νέου ο Ertanir ως ειδικευμένος μάγειρος στο ίδιο εστιατόριο. Τότε, ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος είχε στο μεταξύ επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, επανήλθε στη Γερμανία στις 14 Απριλίου 1992. Δεν αμφισβητείται ότι του επιστήθηκε επανειλημμένα η προσοχή στο γεγονός ότι η οικεία γερμανική ρύθμιση προβλέπει ότι η παραμονή στη Γερμανία ειδικευμένων μαγείρων δεν μπορεί να υπερβαίνει συνολικώς την τριετία.

6 Ο Ertanir παρέμεινε στη Γερμανία καταρχάς βάσει προξενικής θεωρήσεως εισόδου ισχύουσας επί τρίμηνο, στη συνέχεια δε, βάσει αδείας παραμονής, η ισχύς της οποίας έληξε στις 13 Απριλίου 1993, παραταθείσας μέχρι τις 13 Απριλίου 1994. Ωστόσο, ο Ertanir ζήτησε μόλις στις 19 Απριλίου 1994 νέα παράταση της ισχύος της αδείας παραμονής του.

7 Παρά την καθυστέρηση αυτή των έξι ημερών, οι αρμόδιες αρχές παρέτειναν την ισχύ της αδείας παραμονής του μέχρι τις 14 Απριλίου 1995, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι η συνολική περίοδος παραμονής στην ημεδαπή του ενδιαφερομένου δεν μπορούσε να υπερβεί το όριο των τριών ετών που προβλέπεται από τη γερμανική ρύθμιση για τους ειδικευμένους μαγείρους.

8 Όλες οι χορηγηθείσες στον Ertanir άδειες παραμονής περιείχαν την ένδειξη ότι η ισχύς της αδείας παραμονής στη Γερμανία έληγε με την παύση της απασχολήσεώς του ως ειδικευμένου μαγείρου στο εστιατόριο που τον προσέλαβε.

9 Ο Ertanir άσκησε τη δραστηριότητά του στο εστιατόριο Ratskeller στο Weinheim βάσει αδείας εργασίας ισχύουσας αρχικά μέχρι τις 23 Απριλίου 1993. Στις 13 Μαου 1993 η ισχύς της αδείας αυτής παρατάθηκε για την περίοδο από 24 Απριλίου 1993 μέχρι τις 23 Απριλίου 1994. Στις 6 Μαου 1994 ανανεώθηκε για την περίοδο από 24 Απριλίου 1994 μέχρι τις 23 Απριλίου 1996.

10 Στις 13 Απριλίου 1995 ο Ertanir ζήτησε παράταση της ισχύος της αδείας παραμονής του για δύο έτη.

11 Το αίτημα αυτό απορρίφθηκε στις 17 Ιουλίου 1995 με την αιτιολογία ότι, σύμφωνα με το γερμανικό δίκαιο, η άδεια παραμονής για ειδικευμένους μαγείρους μπορεί να χορηγείται μόνο για μέγιστο διάστημα τριών ετών και ότι, δυνάμει αποφάσεως της 3ης Φεβρουαρίου 1995 του Υπουργείου Εσωτερικών του ομόσπονδου κράτους της Έσσης, η απόφαση 1/80 δεν έχει εφαρμογή στους ειδικευμένους μαγείρους.

12 Επιληφθέν της διαφοράς, το Verwaltungsgericht Darmstadt εκτιμά ότι ο Ertanir ανάλωσε το δικαίωμα παραμονής για μέγιστο διάστημα τριών ετών το οποίο είχε βάσει του προαναφερθέντος άρθρου 4, παράγραφος 4, του Arbeitsaufenthaltverordnung της 18ης Δεκεμβρίου 1990 και ότι καμία άλλη διάταξη του γερμανικού δικαίου δεν επιτρέπει την παράταση της ισχύος της αδείας παραμονής του. Διερωτάται εντούτοις μήπως ο Ertanir μπορεί να έχει δικαίωμα παραμονής δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80.

13 Το άρθρο 6, το οποίο ανήκει στο κεφάλαιο ΙΙ (Κοινωνικές διατάξεις), τμήμα 1 (Ζητήματα αφορώντα την απασχόληση και την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων), της αποφάσεως 1/80, έχει ως εξής:

«1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7, περί ελεύθερης προσβάσεως στην απασχόληση των μελών της οικογενείας του, Τούρκος εργαζόμενος που απασχολείται νομίμως στην αγορά εργασίας κράτους μέλους:

- έχει, εντός του κράτους αυτού, μετά από ένα έτος νόμιμης εργασίας, δικαίωμα ανανεώσεως της αδείας εργασίας στον ίδιο εργοδότη, εφόσον ήδη εργάζεται·

- έχει, εντός του κράτους αυτού, μετά από τρία έτη νόμιμης απασχολήσεως και υπό την επιφύλαξη της προτεραιότητας που πρέπει να παρέχεται στους εργαζομένους των κρατών μελών της Κοινότητας, το δικαίωμα να ανταποκρίνεται σε πρόταση απασχολήσεως, στον ίδιο επαγγελματικό κλάδο και σε εργοδότη της επιλογής του, νομίμως διατυπούμενη και καταχωρούμενη στις υπηρεσίες απασχολήσεως του εν λόγω κράτους μέλους·

- έχει, εντός του κράτους αυτού, μετά από τέσσερα έτη νόμιμης απασχολήσεως, ελεύθερη πρόσβαση σε οποιαδήποτε μισθωτή δραστηριότητα της επιλογής του.

2. Οι περίοδοι της κανονικής αδείας και οι απουσίες λόγω μητρότητας, εργατικών ατυχημάτων ή ασθένειας μικρής διάρκειας εξομοιώνονται προς περιόδους νόμιμης απασχολήσεως. Οι περίοδοι μη ηθελημένης ανεργίας, δεόντως διαπιστωνόμενες από τις αρμόδιες αρχές, και οι απουσίες λόγω ασθένειας μεγάλης διάρκειας, χωρίς να εξομοιώνονται προς περιόδους νόμιμης απασχολήσεως, δεν θίγουν τα κεκτημένα βάσει της προηγούμενης περιόδου απασχολήσεως δικαιώματα.

3. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των παραγράφων 1 και 3 καθορίζονται με διατάξεις που εκδίδει κάθε κράτος μέλος.»

14 Συναφώς, το Verwaltungsgericht Darmstadt διερωτάται καταρχάς αν οι περίοδοι παραμονής στην ημεδαπή χωρίς σχετική άδεια ή οι περίοδοι χωρίς άδεια εργασίας, οι οποίες συμπληρώνονται μετά το πρώτο στάδιο που προβλέπεται από το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτη περίπτωση, της αποφάσεως 1/80, οι οποίες όμως δεν εξομοιώνονται προς περιόδους νόμιμης απασχολήσεως βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 2, της αποφάσεως αυτής, έχουν ως αποτέλεσμα ότι η περίοδος κατά την οποία διαμορφώνονται τα δικαιώματα του ενδιαφερομένου σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, συνεχίζεται όταν η παραμονή στην ημεδαπή επιτρέπεται εκ νέου ή όταν η ισχύς αδείας εργασίας παρατείνεται χωρίς να θίγονται τα ήδη γεννηθέντα δικαιώματα ή αν, αντιθέτως, οι περίοδοι αυτές προκαλούν απόσβεση των γεννηθέντων ως τότε δικαιωμάτων. Πράγματι, η ισχύς της αδείας εργασίας του Ertanir παρατάθηκε δύο φορές αναδρομικά μετά τη λήξη της, ο δε ενδιαφερόμενος παρέλειψε επιπλέον να ζητήσει εμπρόθεσμα τον Απρίλιο του 1994 παράταση της ισχύος της αδείας παραμονής του. Στο πλαίσιο αυτό, το Verwaltungsgericht Darmstadt σημειώνει ότι στη Γερμανία ο εργοδότης έχει την εξουσία να μεριμνά ώστε να υποβάλλεται στις αρμόδιες αρχές εμπρόθεσμα η αίτηση παρατάσεως της ισχύος της αδείας εργασίας, συνηθίζεται δε, ακόμα και σε περίπτωση νομότυπης υποβολής της αιτήσεως, η ισχύς της αδείας αυτής να παρατείνεται αναδρομικά μετά τη λήξη της περιόδου για την οποία ίσχυε η άδεια. Αντιθέτως, εναπόκειται αποκλειστικά στον αλλοδαπό να μεριμνά για την εμπρόθεσμη παράταση της ισχύος της αδείας παραμονής του.

15 Στη συνέχεια, το Verwaltungsgericht Darmstadt διερωτάται αν ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους και εργάζεται νομίμως, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, ο Τούρκος εργαζόμενος, κάτοχος αδείας εργασίας και παραμονής οι οποίες του χορηγήθηκαν για να εργαστεί ως ειδικευμένος μάγειρος, όταν ήδη από την αρχή της παραμονής του στο οικείο κράτος μέλος γνώριζε ότι η άδεια παραμονής τού χορηγήθηκε μόνο για επαγγελματική δραστηριότητα σε κατονομαζόμενο εργοδότη, οι δε αρμόδιες αρχές τον είχαν πληροφορήσει ότι η ισχύς της αδείας παραμονής του δεν μπορούσε να παραταθεί για διάστημα υπερβαίνον τα τρία έτη.

16 Τέλος, ενόψει της σκέψεως 25 της αποφάσεως της 16ης Δεκεμβρίου 1992, C-237/91, Kus (Συλλογή 1992, σ. Ι-6781), κατά την οποία η απόφαση 1/80 δεν θίγει την αρμοδιότητα των κρατών μελών να ρυθμίζουν τόσο την είσοδο στην επικράτειά τους των Τούρκων υπηκόων όσο και τις προϋποθέσεις της πρώτης τους απασχολήσεως, το δικαστήριο αυτό διερωτάται αν το άρθρο 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως αυτής επιτρέπει στα κράτη μέλη να δημιουργούν δικαιώματα παραμονής τα οποία, εξαρχής, δεν παρέχουν στον ενδιαφερόμενο τη δυνατότητα επικλήσεως των διατάξεων του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80.

17 Εκτιμώντας ότι η λύση της διαφοράς απαιτεί ερμηνεία του ως άνω άρθρου, το Verwaltungsgericht Darmstadt ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα τρία προδικαστικά ερωτήματα:

«1) Ποιες συνέπειες έχουν για την ισχύ της αδείας παραμονής και εργασίας οι περίοδοι διακοπής της νόμιμης παραμονής ή οι περίοδοι απασχολήσεως χωρίς άδεια εργασίας όσον αφορά ήδη υφιστάμενα δικαιώματα, απορρέοντα από το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας, περί της προωθήσεως της συνδέσεως, σε περίπτωση που οι περίοδοι αυτές δεν εξομοιώνονται, δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 2, της εν λόγω αποφάσεως, με περιόδους νόμιμης απασχολήσεως;

2) Ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας ενός κράτους μέλους, υπό την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, ένας Τούρκος εργαζόμενος, κάτοχος αδείας εργασίας και παραμονής, βάσει των οποίων έχει δικαίωμα ασκήσεως της επαγγελματικής δραστηριότητας του ειδικευμένου μαγείρου, ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία γνώριζε, πριν από την έναρξη της παραμονής του στο οικείο κράτος μέλος, ότι του χορηγείται άδεια παραμονής με συνολική διάρκεια ισχύος τρία μόνον έτη και αποκλειστικά για την άσκηση συγκεκριμένης δραστηριότητας στην υπηρεσία κατονομαζόμενου εργοδότη;

3) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει ότι η διαλαμβανόμενη στο δεύτερο ερώτημα κατηγορία προσώπων ανήκει στη νόμιμη αγορά ενός κράτους μέλους: Παρέχει η βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως 1/80 εξουσιοδότηση προς τα κράτη μέλη τη δυνατότητα δημιουργίας δικαιωμάτων παραμονής στην ημεδαπή, για τα οποία εξ υπαρχής δεν έχουν εφαρμογή οι ευεργετικές διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως;»

18 Πρέπει να σημειωθεί εκ προοιμίου ότι το πρώτο προδικαστικό ερώτημα προϋποθέτει ότι ένας Τούρκος διακινούμενος εργαζόμενος, όπως ο προσφεύγων της κύριας δίκης, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6 της αποφάσεως 1/80. Επειδή το πρόβλημα αυτό αποτελεί το αντικείμενο του δευτέρου και του τρίτου ερωτήματος, πρέπει να δοθεί καταρχάς απάντηση σ' αυτά τα ερωτήματα. Εξάλλου, δεδομένου ότι το δεύτερο και το τρίτο ερώτημα συνδέονται μεταξύ τους, πρέπει να εξετασθούν ταυτόχρονα.

Επί του δευτέρου και του τρίτου ερωτήματος

19 Με το δεύτερο και το τρίτο ερώτημα το αιτούν δικαστήριο ερωτά καταρχάς αν το άρθρο 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως 1/80 έχει την έννοια ότι επιτρέπει σε ένα κράτος μέλος να θεσπίσει εθνική ρύθμιση η οποία στερεί από ολόκληρες κατηγορίες Τούρκων διακινούμενων εργαζομένων, όπως οι ειδικευμένοι μάγειροι, τη δυνατότητα επικλήσεως των δικαιωμάτων που παρέχονται από τις τρεις περιπτώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού. Στη συνέχεια, ερωτά αν ένας Τούρκος υπήκοος ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους και αν εργάζεται εκεί νομίμως, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, οπότε μπορεί να ζητήσει την ανανέωση της αδείας παραμονής του στο κράτος μέλος υποδοχής, όταν είχε ειδοποιηθεί τη στιγμή της χορηγήσεως των αδειών εργασίας και παραμονής ότι αυτές του χορηγηγούνται για μέγιστο διάστημα τριών ετών και αποκλειστικά για την άσκηση συγκεκριμένης δραστηριότητας, εν προκειμένω εκείνης του ειδικευμένου μαγείρου, σε κατονομαζόμενο εργοδότη.

20 Πρέπει να υπογραμμιστεί, εκ προοιμίου, ότι η απόφαση 1/80 αποσκοπεί, βάσει της τρίτης αιτιολογικής της σκέψεως, στη βελτίωση, στον κοινωνικό τομέα, του καθεστώτος που προβλέπεται για τους εργαζομένους και τα μέλη της οικογενείας τους σε σχέση με το καθεστώς που θεσπίστηκε με την απόφαση 2/76, την οποία έλαβε στις 20 Δεκεμβρίου 1976 το Συμβούλιο Συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας.

21 Οι διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙ, μέρος 1, της αποφάσεως 1/80, του οποίου μέρος αποτελεί το άρθρο 6, αποτελούν έτσι ένα επιπλέον βήμα προς την πραγματοποίηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων κατά το πνεύμα των άρθρων 48, 49 και 50 της Συνθήκης ΕΚ. Συνεπώς, το Δικαστήριο έκρινε απαραίτητο να εφαρμόσει, στο μέτρο του δυνατού, υπέρ των Τούρκων εργαζομένων που απολαύουν των δικαιωμάτων τα οποία αναγνωρίζει η απόφαση 1/80, τις αρχές που γίνονται δεκτές στο πλαίσιο των άρθρων αυτών της Συνθήκης (βλ. τις αποφάσεις της 6ης Ιουνίου 1995, C-434/93, Bozkurt, Συλλογή 1995, σ. Ι-1475, σκέψεις 14, 19 και 20, και της 23ης Ιανουαρίου 1997, C-171/95, Tetik, Συλλογή 1997, σ. Ι-329, σκέψη 20).

22 Εντούτοις, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του δικαίου, οι Τούρκοι υπήκοοι δεν έχουν το δικαίωμα να κυκλοφορούν ελεύθερα στο εσωτερικό της Κοινότητας, αλλά έχουν μόνον ορισμένα δικαιώματα στο κράτος μέλος υποδοχής, στο έδαφος του οποίου εισήλθαν και εργάστηκαν νομίμως κατά τη διάρκεια ορισμένης περιόδου (προαναφερθείσα απόφαση Tetik, σκέψη 29).

23 Ομοίως, από πάγια νομολογία (βλ. ιδίως την προαναφερθείσα απόφαση Kus, σκέψη 25) προκύπτει ότι η απόφαση 1/80 δεν θίγει την αρμοδιότητα των κρατών μελών να ρυθμίζουν τόσο την είσοδο στην επικράτειά τους των Τούρκων υπηκόων όσο και τις προϋποθέσεις της πρώτης τους απασχολήσεως, αλλά ρυθμίζει απλώς, στο άρθρο 6, την κατάσταση των Τούρκων εργαζομένων που έχουν ήδη ενταχθεί νομίμως στην αγορά εργασίας του κράτους μέλους υποδοχής.

24 Συναφώς, πρέπει να υπογραμμιστεί, πρώτον, ότι, από της εκδόσεως της αποφάσεως της 20ής Σεπτεμβρίου 1990, C-192/89, Sevince (Συλλογή 1990, σ. Ι-3461), το Δικαστήριο δέχεται παγίως ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 έχει άμεσο αποτέλεσμα εντός των κρατών μελών, οπότε οι Τούρκοι υπήκοοι που πληρούν τις προϋποθέσεις του μπορούν να επικαλούνται ευθέως τα δικαιώματα που τους παρέχουν οι διάφορες περιπτώσεις της διατάξεως αυτής (απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 1994, C-355/93, Eroglu, Συλλογή 1994, σ. Ι-5113, σκέψη 11).

25 Όπως προκύπτει από τις τρεις περιπτώσεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, τα δικαιώματα αυτά διαφέρουν μεταξύ τους και εξαρτώνται από προϋποθέσεις που διαφέρουν σε συνάρτηση με τη διάρκεια ασκήσεως νόμιμης εργασίας στο οικείο κράτος μέλος (βλ. την προαναφερθείσα απόφαση Eroglu, σκέψη 12).

26 Δεύτερον, πρέπει να υπομνησθεί επίσης η πάγια νομολογία κατά την οποία τα δικαιώματα τα οποία οι τρεις περιπτώσεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, παρέχουν στον Τούρκο εργαζόμενο, όσον αφορά την απασχόληση, σημαίνουν κατ' ανάγκη την ύπαρξη δικαιώματος παραμονής στην ημεδαπή του ενδιαφερομένου, άλλως το δικαίωμα προσβάσεως στην αγορά εργασίας και ασκήσεως κάποιου επαγγέλματος θα εστερείτο κάθε αποτελέσματος (προαναφερθείσες αποφάσεις Sevince, σκέψη 29, Kus, σκέψεις 29 και 30, και Bozkurt, σκέψη 28).

27 Το δεύτερο και το τρίτο ερώτημα του Verwaltungsgericht Darmstadt πρέπει να εξετασθούν ενόψει των αρχών αυτών.

28 Όσον αφορά το πρώτο από αυτά τα προδικαστικά ερωτήματα, όπως αναδιατυπώνονται στη σκέψη 19 της παρούσας αποφάσεως, σχετικά με το περιεχόμενο του άρθρου 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως 1/80, κατά το οποίο ο τρόπος εφαρμογής της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού καθορίζεται από τις οικείες εθνικές ρυθμίσεις, από πάγια νομολογία (προαναφερθείσες αποφάσεις Sevince, σκέψη 22, και Kus, σκέψη 31) προκύπτει ότι η διάταξη αυτή απλώς διευκρινίζει την υποχρέωση των κρατών μελών για τη λήψη των διοικητικής φύσεως μέτρων που συνεπάγεται, ενδεχομένως, η εφαρμογή του άρθρου 6, χωρίς ωστόσο να παρέχει στα κράτη αυτά την ευχέρεια να εξαρτούν από όρους ή να περιορίζουν την άσκηση του συγκεκριμένου και ανεπιφυλάκτου δικαιώματος που αναγνωρίζει στους Τούρκους εργαζομένους.

29 Επιπλέον, με την προαναφερθείσα απόφαση Kus, σκέψη 25, το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι η απόφαση 1/80 ρυθμίζει απλώς, στο άρθρο 6, την κατάσταση των Τούρκων εργαζομένων οι οποίοι έχουν ήδη ενταχθεί νομίμως στην αγορά εργασίας των κρατών μελών, οπότε δεν δικαιολογείται να στερούνται δικαιώματα παρεχόμενα από την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού οι Τούρκοι εργαζόμενοι που έχουν ήδη, από πλευράς εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους, άδεια εργασίας και δικαίωμα παραμονής, αν αυτό απαιτείται.

30 Από αυτό προκύπτει ότι, έστω και αν, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του δικαίου, η απόφαση 1/80 ουδόλως θίγει την εξουσία των κρατών μελών να αρνούνται σε Τούρκο υπήκοο το δικαίωμα να εισέλθει στο έδαφός τους και να εργαστεί εκεί για πρώτη φορά ως μισθωτός, όπως δεν εμποδίζει, καταρχήν, και τον εκ μέρους των κρατών μελών καθορισμό των προϋποθέσεων απασχολήσεώς του μέχρις ότου παρέλθει το διάστημα ενός έτους που προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτη περίπτωση, της αποφάσεως αυτής, η παράγραφος 3 του άρθρου 6 περιορίζεται στην πρόβλεψη της εξουσίας των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών να θεσπίζουν τις εθνικές διατάξεις που ενδεχομένως απαιτούνται για να έχουν πρακτικό αποτέλεσμα τα δικαιώματα τα οποία οι παράγραφοι 1 και 2 της διατάξεως αυτής παρέχουν στους Τούρκους εργαζομένους.

31 Αντιθέτως, η εν λόγω παράγραφος 3 δεν μπορεί να ερμηνεύεται κατά τρόπον ώστε να επιφυλάσσεται υπέρ των κρατών μελών η ευχέρεια να επηρεάζουν κατά βούληση το σύστημα που διέπει τους ήδη ενταγμένους στην αγορά τους εργασίας Τούρκους εργαζομένους, παρέχοντας στα κράτη αυτά τη δυνατότητα να λαμβάνουν μονομερώς μέτρα ικανά να στερούν ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων, όταν αυτοί πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, από τα σταδιακά διευρυνόμενα δικαιώματα που προβλέπουν οι τρεις περιπτώσεις της παραγράφου αυτής.

32 Μια τέτοια ερμηνεία θα είχε ως αποτέλεσμα να στερηθεί της ουσίας της η απόφαση 1/80 και να αναιρεθεί πλήρως η πρακτική αποτελεσματικότητά της. Έτσι, ο σκοπός της αποφάσεως αυτής δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί αν περιορισμοί επιβαλλόμενοι από κράτος μέλος μπορούσαν να έχουν ως αποτέλεσμα τη στέρηση των Τούρκων εργαζομένων από δικαιώματα τα οποία τους αναγνωρίζονται σταδιακά βάσει των τριών περιπτώσεων του άρθρου 6, παράγραφος 1, κατόπιν της ασκήσεως στο κράτος μέλος υποδοχής μισθωτής δραστηριότητας ορισμένης διαρκείας.

33 Κατά τα λοιπά, η διατύπωση του άρθρου 6, παράγραφος 1, είναι γενική και ανεπιφύλακτη, καθόσον δεν δίδει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη ούτε να στερούν ορισμένες κατηγορίες Τούρκων εργαζομένων από τα δικαιώματα τα οποία η διάταξη αυτή τους παρέχει απευθείας ούτε να περιορίζουν ή να εξαρτούν από όρους τα δικαιώματα αυτά.

34 Υπό τις συνθήκες αυτές, εθνική ρύθμιση ορίζουσα ότι η εργασία και η παραμονή ορισμένων Τούρκων υπηκόων στο οικείο κράτος μέλος περιορίζονται στην άσκηση καθορισμένης δραστηριότητας σε συγκεκριμένο εργοδότη και ότι οι άδειες αυτές δεν μπορούν να υπερβούν σε καμία περίπτωση τα τρία έτη πρέπει να θεωρηθεί ασυμβίβαστη προς το σύστημα και τον σκοπό της αποφάσεως αυτής και, επομένως, δεν μπορεί να θεσπιστεί βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 3.

35 Πράγματι, η ρύθμιση αυτή θίγει τη συνοχή του συστήματος της βαθμιαίας ενσωματώσεως των Τούρκων εργαζομένων στην αγορά εργασίας του κράτους μέλους υποδοχής, που έχει θεσπιστεί με τις τρεις περιπτώσεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, καθόσον στερεί ορισμένους από τους εργαζόμενους αυτούς - οι οποίοι, όπως ο προσφεύγων της κύριας δίκης, έχουν εισέλθει νομίμως στο έδαφος του κράτους αυτού και έχουν λάβει άδεια να ασκήσουν εκεί μισθωτή δραστηριότητα - όχι μόνον από τη δυνατότητα να συνεχίσουν να εργάζονται στην υπηρεσία του ίδιου εργοδότη μετά το χρονικό όριο που επέβαλε μονομερώς το οικείο κράτος μέλος, αλλά ακόμα και από το δικαίωμα να ανταποκρίνονται, μετά από τρία έτη νόμιμης απασχολήσεως, σε πρόταση απασχολήσεως εκ μέρους άλλου εργοδότη στον ίδιο επαγγελματικό κλάδο (δεύτερη περίπτωση), καθώς και να έχουν πρόσβαση, μετά τέσσερα έτη νόμιμης απασχολήσεως, σε οποιαδήποτε μισθωτή δραστηριότητα της επιλογής τους (τρίτη περίπτωση).

36 Το συμπέρασμα αυτό επιβάλλεται, κατά μείζονα λόγο, σε περιπτώσεις όπως αυτή της κύριας δίκης, όπου η οικεία εθνική ρύθμιση προβλέπει όχι μόνον ορισμένους περιορισμούς ικανούς να στερήσουν τους Τούρκους εργαζομένους από δικαιώματα που τους παρέχει το άρθρο 6, παράγραφος 1, αλλά ορίζει επιπλέον ότι η απόφαση 1/80 δεν έχει εφαρμογή στο σύνολο ενός επαγγελματικού κλάδου, εν προκειμένω στους ειδικευμένους μαγείρους.

37 Επομένως, στο πρώτο από τα ερωτήματα αυτά, όπως αναδιατυπώθηκαν, πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως 1/80 έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει σε κράτος μέλος να θεσπίζει εθνική ρύθμιση η οποία στερεί άνευ ετέρου ολόκληρες κατηγορίες Τούρκων διακινούμενων εργαζομένων, όπως οι ειδικευμένοι μάγειροι, από δικαιώματα που τους παρέχουν οι τρεις περιπτώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.

38 Όσον αφορά το δεύτερο από τα ερωτήματα αυτά, ως προς την ερμηνεία των εννοιών του ανήκοντος στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους και της νόμιμης απασχολήσεως, που χρησιμοποιούνται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, σχετικά με την κατάσταση Τούρκου εργαζομένου ο οποίος έλαβε άδεια να ασκεί εντός του κράτους μέλους υποδοχής μόνο τη δραστηριότητα του ειδικευμένου μαγείρου σε συγκεκριμένο εστιατόριο για τρία έτη κατ' ανώτατο όριο και στον οποίο επιστήθηκε ρητά η προσοχή επί της υπάρξεως των περιορισμών αυτών, πρέπει να σημειωθεί εξαρχής ότι ο ενδιαφερόμενος έλαβε άδεια να εισέλθει στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους και άσκησε εκεί νομίμως, βάσει των απαιτούμενων εθνικών αδειών και χωρίς διακοπή για διάστημα άνω του έτους, μισθωτή δραστηριότητα στον ίδιο εργοδότη.

39 Προκειμένου να κριθεί αν ένας τέτοιος εργαζόμενος μπορεί να θεωρηθεί ως ανήκων στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους, κατά πάγια νομολογία (προαναφερθείσα απόφαση Bozkurt, σκέψεις 22 και 23), πρέπει να εξεταστεί καταρχάς αν η έννομη εργασιακή σχέση του ενδιαφερομένου αναπτύσσει τα αποτελέσματά της στο έδαφος κράτους μέλους ή αν συνδέεται αρκετά στενά με το εν λόγω έδαφος, λαμβάνοντας κυρίως υπόψη τον τόπο προσλήψεως του Τούρκου υπηκόου, το έδαφος επί του οποίου ή από το οποίο ασκείται η μισθωτή δραστηριότητα και την εθνική νομοθεσία που εφαρμόζεται στους τομείς του εργατικού δικαίου και του δικαίου της κοινωνικής ασφαλίσεως.

40 Όμως, σε μια τέτοια κατάσταση όπως αυτή του προσφεύγοντος της κύριας δίκης, η προϋπόθεση αυτή πληρούται αδιαμφισβήτητα.

41 Στη συνέχεια, αντίθετα με τους ισχυρισμούς της Γερμανικής Κυβερνήσεως, δεν μπορεί να λεχθεί ότι δεν ανήκουν στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους οι ειδικευμένοι μάγειροι που έχουν λάβει άδεια εισόδου στην εθνική επικράτεια με την αιτιολογία ότι τα άτομα που ασκούν το επάγγελμα αυτό διακρίνονται από τους άλλους εργαζομένους γενικά λόγω του ότι πρέπει να είναι υπήκοοι της χώρας στην κουζίνα της οποίας ειδικεύεται το εστιατόριο που τους απασχολεί.

42 Όπως πειστικά υποστήριξε η Επιτροπή, η φύση του επαγγέλματος που ασκεί ο ειδικευμένος μάγειρος δεν έχει αντικειμενικές ιδιαιτερότητες σε σχέση με τα επαγγέλματα που ανήκουν σε άλλους κλάδους της οικονομίας, ώστε να είναι δυνατόν οι Τούρκοι εργαζόμενοι που ασκούν νόμιμα το επάγγελμα αυτό εντός του κράτους μέλους υποδοχής να αποκλείονται από τη νόμιμη αγορά εργασίας του κράτους μέλους αυτού, περί της οποίας γίνεται λόγος στο άρθρο 6, παράγραφος 1, με μόνη αιτιολογία ότι ασκούν το επάγγελμα του ειδικευμένου μαγείρου.

43 Πράγματι, ο ειδικευμένος μάγειρος, δεδομένου ότι παρέχει προς όφελος άλλου ατόμου και υπό την καθοδήγησή του υπηρεσίες έναντι των οποίων λαμβάνει αμοιβή, έχει συνάψει δεσμούς σχέσεως εργασίας που συνεπάγεται την άσκηση πραγματικής και ουσιαστικής οικονομικής δραστηριότητας.

44 Υπό τις συνθήκες αυτές, η νομική κατάσταση ενός ειδικευμένου μαγείρου όπως ο Ertanir δεν διαφέρει σε τίποτα από εκείνη του συνόλου των Τούρκων διακινούμενων εργαζομένων που εργάζονται στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής.

45 Το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος επιβάλλει σε όλους τους ασκούντες το επάγγελμα του ειδικευμένου μαγείρου Τούρκους υπηκόους περιορισμό ως προς τη διάρκεια της παραμονής τους στο οικείο κράτος μέλος, καθώς και απαγόρευση αλλαγής εργοδότη, όπως συμβαίνει στην υπόθεση της κύριας δίκης, δεν είναι ικανό να επηρεάσει την ερμηνεία αυτή.

46 Πράγματι, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 31 έως 35 της παρούσας αποφάσεως, τέτοιοι περιορισμοί των δικαιωμάτων που παρέχει η απόφαση 1/80 πρέπει να θεωρούνται ασυμβίβαστοι προς αυτήν και, επομένως, δεν μπορούν να λαμβάνονται υπόψη όσον αφορά την ερμηνεία της εν λόγω αποφάσεως.

47 Όσον αφορά την έννοια της νόμιμης εργασίας, που χρησιμοποιείται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, πρέπει να υπενθυμιστεί η πάγια νομολογία (προαναφερθείσες αποφάσεις Sevince, σκέψη 30, Kus, σκέψεις 12 και 22, και Bozkurt, σκέψη 26), κατά την οποία ο νόμιμος χαρακτήρας της απασχολήσεως προϋποθέτει μια σταθερή και όχι πρόσκαιρη κατάσταση στην αγορά εργασίας ενός κράτους μέλους και ότι υπάρχει προς τούτο μη αμφισβητούμενο δικαίωμα παραμονής.

48 Έτσι, με την προαναφερθείσα απόφαση Sevince, σκέψη 31, το Δικαστήριο έκρινε ότι ένας Τούρκος εργαζόμενος δεν βρισκόταν σε κατάσταση σταθερή και όχι πρόσκαιρη στην αγορά εργασίας ενός κράτους μέλους την περίοδο κατά την οποία ίσχυε υπέρ αυτού το ανασταλτικό αποτέλεσμα που συνεπάγεται η προσφυγή που είχε ασκήσει κατά της αποφάσεως με την οποία οι αρχές αρνήθηκαν να του χορηγήσουν άδεια παραμονής και του επετράπη προσωρινώς, μέχρι πέρατος της σχετικής δίκης, να διαμένει στο εν λόγω κράτος μέλος και να εργάζεται.

49 Ομοίως, με την προαναφερθείσα απόφαση Kus, τo Δικαστήριο έκρινε ότι δεν πληροί την προϋπόθεση αυτή ο Τούρκος εργαζόμενος στον οποίο αναγνωρίστηκε μεν δικαίωμα παραμονής, πλην όμως μόνο βάσει εθνικής ρυθμίσεως που επιτρέπει την παραμονή στη χώρα υποδοχής κατά τη διάρκεια της διαδικασίας χορηγήσεως της άδειας παραμονής, με το σκεπτικό ότι είχε απλώς χορηγηθεί στον ενδιαφερόμενο το δικαίωμα να διαμένει και να εργάζεται στη χώρα αυτή προσωρινώς, εν αναμονή οριστικής αποφάσεως επί του ενδεχομένου δικαιώματός του παραμονής (σκέψη 13).

50 Πράγματι, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν μπορούν να θεωρηθούν νόμιμες, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, οι περίοδοι εργασίας που συμπλήρωσε ο ενδιαφερόμενος εφόσον δεν είχε αποδειχθεί οριστικά ότι, κατά την περίοδο αυτή, είχε νομίμως το δικαίωμα παραμονής, ειδάλλως, η δικαστική απόφαση που του αρνείται οριστικά το δικαίωμα αυτό θα καθίστατο κενή περιεχομένου και θα μπορούσε ο ενδιαφερόμενος να αποκτήσει τα δικαιώματα που προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 1, κατά τη διάρκεια περιόδου κατά την οποία δεν πληρούσε τις σχετικές προϋποθέσεις (προπαρατεθείσα απόφαση Kus, σκέψη 16).

51 Τέλος, με την απόφαση της 5ης Ιουνίου 1997, C-285/95, Kol (μη δημοσιευθείσα ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 27), το Δικαστήριο έκρινε ότι οι περίοδοι εργασίας που συμπλήρωσε ο Τούρκος υπήκοος υπό την κάλυψη άδειας παραμονής την οποία έλαβε μόνον αφού ο ενδιαφερόμενος μετήλθε απάτη, για την οποία και καταδικάστηκε, δεν στηρίζονται σε σταθερή κατάσταση, αλλά πρέπει να θεωρηθεί ότι εμφανίζουν το στοιχείο του προσκαίρου λόγω του ότι, κατά τις περιόδους αυτές, ο ενδιαφερόμενος δεν είχε νομίμως δικαίωμα παραμονής.

52 Αντιθέτως, σε μια περίπτωση όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το δικαίωμα παραμονής του Τούρκου εργαζομένου στο κράτος μέλος υποδοχής ουδόλως αμφισβητήθηκε και ότι ο ενδιαφερόμενος δεν βρισκόταν σε πρόσκαιρη κατάσταση, που να μπορεί να θιγεί ανά πάσα στιγμή, καθόσον, τον Απρίλιο του 1992, είχε λάβει άδεια να ασκήσει αδιαλείπτως επί τριετία πραγματική και ουσιαστική μισθωτή δραστηριότητα στο κράτος αυτό, οπότε η νομική του κατάσταση ήταν εξασφαλισμένη καθ' όλη την περίοδο αυτή.

53 Κατά συνέπεια, ο εργαζόμενος υπό τέτοιες συνθήκες εντός κράτους μέλους πρέπει να θεωρείται ότι εργάστηκε εκεί νομίμως κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, οπότε, εφόσον πληροί τις σχετικές προϋποθέσεις, μπορεί να επικαλεστεί τα δικαιώματα που του παρέχουν οι διάφορες περιπτώσεις της διατάξεως αυτής.

54 Συναφώς, δεν μπορεί να αντιταχθεί ότι ο οικείος εργαζόμενος είχε λάβει εντός του κράτους μέλους υποδοχής μόνο προσωρινές και υπό όρους άδειες παραμονής ή/και εργασίας.

55 Πράγματι, κατά πάγια νομολογία, τα παρεχόμενα από το άρθρο 6, παράγραφος 1, στους Τούρκους εργαζομένους δικαιώματα αναγνωρίζονται από την εν λόγω διάταξη υπέρ των δικαιούχων ανεξαρτήτως της εκ μέρους των αρμοδίων αρχών χορηγήσεως ειδικού διοικητικού εγγράφου, όπως είναι η άδεια εργασίας ή η άδεια παραμονής (βλ. επ' αυτού την προαναφερθείσα απόφαση Bozkurt, σκέψεις 29 και 30).

56 Επιπλέον, αν το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος εξαρτά την παραμονή ή/και την εργασία του Τούρκου υπηκόου από ορισμένες προϋποθέσεις ή ορισμένους περιορισμούς αρκούσε για να παύσει να έχει νόμιμο χαρακτήρα η εργασία που εκτελεί ο ενδιαφερόμενος χωρίς να υποπίπτει σε κάποια παράβαση, τα κράτη μέλη θα είχαν τη δυνατότητα να στερούν αδίκως τους Τούρκους εργαζομένους, στους οποίους τα κράτη αυτά επέτρεψαν την είσοδο στο έδαφός τους και οι οποίοι άσκησαν εκεί νομίμως οικονομική δραστηριότητα χωρίς διακοπή κατά τη διάρκεια περιόδου πλέον του έτους, από δικαιώματα τα οποία αυτοί αντλούν απευθείας από το άρθρο 6, παράγραφος 1 (βλ. σκέψεις 31 έως 35 της παρούσας αποφάσεως).

57 Όμως, από το γράμμα, το σύστημα και τον σκοπό της διατάξεως αυτής προκύπτει ότι τα κράτη μέλη δεν έχουν τη δυνατότητα να εξαρτούν από προϋποθέσεις ή να περιορίζουν την εφαρμογή συγκεκριμένων και ανεπιφύλακτων δικαιωμάτων τα οποία οι Τούρκοι υπήκοοι που πληρούν τους σχετικούς όρους αντλούν από την απόφαση 1/80 (βλ. σκέψεις 28, 32, 33 και 35 της παρούσας αποφάσεως).

58 Περαιτέρω, το γεγονός ότι είχε γνωστοποιηθεί στον εργαζόμενο ήδη από της χορηγήσεως της αδείας εισόδου στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής ότι η παραμονή και η απασχόλησή του εξαρτώνταν από την τήρηση ορισμένων χρονικών και ουσιαστικών προϋποθέσεων δεν είναι τέτοιας φύσεως ώστε να επηρεάζει την ως άνω ερμηνεία.

59 Πράγματι, ο όρος «νόμιμη απασχόληση» που χρησιμοποιείται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, αποτελεί έννοια κοινοτικού δικαίου, η οποία πρέπει να προσδιορίζεται αντικειμενικώς και ενιαίως, λαμβάνοντας υπόψη το πνεύμα και τον σκοπό της εν λόγω διατάξεως.

60 Όμως, τα σταδιακά διευρυνόμενα δικαιώματα τα οποία οι τρεις περιπτώσεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, παρέχουν στους Τούρκους εργαζομένους απορρέουν απευθείας από την απόφαση 1/80, οπότε οι δικαιούχοι των εν λόγω δικαιωμάτων δεν μπορούν να τα στερηθούν για τον προβαλλόμενο λόγο ούτε μπορεί να αμφισβητηθεί η διεκδίκησή τους σε περιστάσεις όπως αυτές της υπό κρίση υποθέσεως.

61 Υπό τις συνθήκες αυτές, η ερμηνεία του ως άνω όρου δεν εξαρτάται από υποκειμενικές περιστάσεις, όπως η εκ μέρους του ενδιαφερομένου γνώση περιορισμών ικανών να του στερήσουν δικαιώματα που αυτός έχει δυνάμει της αποφάσεως 1/80, από τους οποίους οι εθνικές αρχές εξάρτησαν την παραμονή ή/και την εργασία του εντός του κράτους μέλους υποδοχής.

62 Ενόψει του συνόλου των ανωτέρω σκέψεων, στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, όπως αναδιατυπώνεται στη σκέψη 19 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ένας Τούρκος υπήκοος, ο οποίος άσκησε νομίμως, εντός κράτους μέλους κατά τη διάρκεια περιόδου άνω του έτους χωρίς διακοπή, το επάγγελμα του ειδικευμένου μαγείρου στην υπηρεσία ενός και του αυτού εργοδότη, ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας του κράτους αυτού και εργάζεται εκεί νομίμως, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80. Ο εν λόγω Τούρκος υπήκοος μπορεί έτσι να ζητήσει την ανανέωση της αδείας παραμονής του εντός του κράτους μέλους υποδοχής, έστω και αν είχε προειδοποιηθεί τη στιγμή της χορηγήσεως των αδειών εργασίας και παραμονής ότι αυτές του χορηγούνται για τρία μόνον έτη κατ' ανώτατο όριο και αποκλειστικά για την άσκηση συγκεκριμένης δραστηριότητας, όπως αυτή του ειδικευμένου μαγείρου, στην υπηρεσία κατονομαζόμενου εργοδότη.

Επί του πρώτου ερωτήματος

63 Με το ερώτημα αυτό το αιτούν δικαστήριο ερώτά στην ουσία αν το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 έχει την έννοια ότι επιβάλλει να λαμβάνονται υπόψη, όσον αφορά τον υπολογισμό των περιόδων νόμιμης απασχολήσεως περί των οποίων γίνεται λόγος στη διάταξη αυτή, οι μικρής διάρκειας περίοδοι κατά τις οποίες ο Τούρκος εργαζόμενος δεν διέθετε εντός του κράτους μέλους υποδοχής ισχύουσα άδεια παραμονής και εργασίας, όταν οι περίοδοι αυτές δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 2, της εν λόγω αποφάσεως.

64 Για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό, πρέπει να σημειωθεί καταρχάς ότι η απόφαση 1/80 δεν διευκρινίζει αν οι περίοδοι δραστηριότητας τις οποίες συμπλήρωσε ο Τούρκος εργαζόμενος χωρίς να διαθέτει ισχύουσα άδεια εργασίας ή παραμονής έχουν συνέπειες επί του υπολογισμού των περιόδων νόμιμης απασχολήσεως που προβλέπονται στις τρεις περιπτώσεις της παράγράφου 6, παράγραφος 1.

65 Πράγματι, η απόφαση αυτή απλώς ρυθμίζει, στο άρθρο 6, παράγραφος 2, την επίπτωση επί του υπολογισμού των περιόδων νόμιμης απασχολήσεως που μνημονεύονται στις τρεις περιπτώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού ορισμένων περιόδων διακοπής της απασχολήσεως του Τούρκου εργαζομένου οι οποίες εξομοιώνονται προς περιόδους νόμιμης απασχολήσεως κατά την έννοια της παραγράφου 1, οπότε αυτές δεν οδηγούν σε απώλεια δικαιωμάτων του ενδιαφερόμενου εργαζομένου που κτήθηκαν βάσει προηγούμενων περιόδων νόμιμης απασχολήσεως (βλ. επ' αυτού ειδικότερα την προαναφερθείσα απόφαση Tetik, σκέψεις 36 έως 39).

66 Στη συνέχεια πρέπει να υπομνησθεί ότι, ναι μεν η απόφαση 1/80 δεν θίγει την αρμοδιότητα των κρατών μελών να ρυθμίζουν τόσο την είσοδο στο έδαφός τους των Τούρκων υπηκόων όσο και τις προϋποθέσεις της πρώτης τους απασχολήσεως (σκέψεις 23 και 30 της παρούσας αποφάσεως), ωστόσο, κατά πάγια νομολογία, τα προβλεπόμενα από το άρθρο 6, παράγραφος 1, δικαιώματα αναγνωρίζονται από την εν λόγω διάταξη υπέρ των δικαιούχων ανεξαρτήτως της εκ μέρους των αρχών του κράτους μέλους υποδοχής χορηγήσεως ειδικού διοικητικού εγγράφου, όπως είναι η άδεια εργασίας ή η άδεια παραμονής (σκέψη 55 της παρούσας αποφάσεως).

67 Τέλος, επιβάλλεται η παρατήρηση ότι, στην περίπτωση της διαφοράς της κύριας δίκης, αφενός, οι περίοδοι κατά τις οποίες ο ενδιαφερόμενος Τούρκος εργαζόμενος δεν διέθετε εντός του κράτους μέλους υποδοχής ισχύουσα άδεια παραμονής ή εργασίας αφορούν μερικές μόνον ημέρες και ότι, αφετέρου, ο ενδιαφερόμενος ελάμβανε κάθε φορά νέα άδεια, η διάρκεια της ισχύος της οποίας εξάλλου παρατάθηκε δύο φορές αναδρομικά από την ημερομηνία λήξεώς της, χωρίς οι αρμόδιες αρχές να αμφισβητήσουν για τον λόγο αυτό τη νομιμότητα της παραμονής του εργαζομένου στην εθνική επικράτεια.

68 Υπό τις περιστάσεις αυτές, το μικρό χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο ενδιαφερόμενος δεν κατείχε ισχύουσα άδεια παραμονής ή εργασίας δεν είναι ικανό να επηρεάσει τη συμπλήρωση των περιόδων νόμιμης απασχολήσεως περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80.

69 Ενόψει των προεκτεθέντων, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 έχει την έννοια ότι επιβάλλει να λαμβάνονται υπόψη, για τον υπολογισμό των περιόδων νόμιμης απασχολήσεως που μνημονεύονται στη διάταξη αυτή, οι μικρής διάρκειας περίοδοι κατά τις οποίες ο Τούρκος εργαζόμενος δεν διέθετε εντός του κράτους μέλους υποδοχής ισχύουσα άδεια παραμονής ή εργασίας και οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 2, της αποφάσεως αυτής, όταν οι αρμόδιες αρχές δεν αμφισβήτησαν για τον λόγο αυτόν τη νομιμότητα της παραμονής του εργαζομένου στην εθνική επικράτεια αλλά, αντιθέτως, του χορήγησαν νέα άδεια παραμονής ή εργασίας.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

70 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Γερμανική Κυβέρνηση και η Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

(έκτο τμήμα)

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με διάταξη της 29ης Φεβρουαρίου 1996 το Verwaltungsgericht Darmstadt, αποφαίνεται:

1) Το άρθρο 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως 1/80, της 19ης Σεπτεμβρίου 1980, για την προώθηση της συνδέσεως, την οποία έλαβε το Συμβούλιο Συνδέσεως που συστάθηκε με τη Συμφωνία Συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητος και της Τουρκίας, έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει σε κράτος μέλος να θεσπίζει εθνική ρύθμιση η οποία στερεί άνευ ετέρου ολόκληρες κατηγορίες Τούρκων διακινούμενων εργαζομένων, όπως οι ειδικευμένοι μάγειροι, από δικαιώματα που τους παρέχουν οι τρεις περιπτώσεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.

2) Ένας Τούρκος υπήκοος, ο οποίος άσκησε νομίμως, εντός κράτους μέλους κατά τη διάρκεια περιόδου άνω του έτους χωρίς διακοπή, το επάγγελμα του ειδικευμένου μαγείρου στην υπηρεσία ενός και του αυτού εργοδότη, ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας του κράτους αυτού και εργάζεται εκεί νομίμως, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80. Ο εν λόγω Τούρκος υπήκοος μπορεί έτσι να ζητήσει την ανανέωση της αδείας παραμονής του εντός του κράτους μέλους υποδοχής, έστω και αν είχε προειδοποιηθεί τη στιγμή της χορηγήσεως των αδειών εργασίας και παραμονής ότι αυτές του χορηγούνται για τρία μόνον έτη κατ' ανώτατο όριο και αποκλειστικά για την άσκηση συγκεκριμένης δραστηριότητας, όπως αυτή του ειδικευμένου μαγείρου, στην υπηρεσία κατονομαζόμενου εργοδότη.

3) Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 έχει την έννοια ότι επιβάλλει να λαμβάνονται υπόψη, για τον υπολογισμό των περιόδων νόμιμης απασχολήσεως που μνημονεύονται στη διάταξη αυτή, οι μικρής διάρκειας περίοδοι κατά τις οποίες ο Τούρκος εργαζόμενος δεν διέθετε εντός του κράτους μέλους υποδοχής ισχύουσα άδεια παραμονής ή εργασίας και οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 2, της αποφάσεως αυτής, όταν οι αρμόδιες αρχές δεν αμφισβήτησαν για τον λόγο αυτόν τη νομιμότητα της παραμονής του εργαζομένου στην εθνική επικράτεια αλλά, αντιθέτως, του χορήγησαν νέα άδεια παραμονής ή εργασίας.