61995J0395

Απόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Απριλίου 1997. - Geotronics SA κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. - Πρόγραμμα PHARE - Περιορισμένη πρόσκληση για την υποβολή προσφορών - Προσφυγή ακυρώσεως - Συμφωνία ΕΟΧ - Δυσμενής διάκριση - Αγωγή αποζημιώσεως. - Υπόθεση C-395/95 P.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1997 σελίδα I-02271


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


1 Προϋπολογισμός των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων - Δημοσιονομικός κανονισμός - Διατάξεις εφαρμοζόμενες επί των ενισχύσεων εξωτερικού - Διαδικασία αναθέσεως δημοσίων έργων χρηματοδοτουμένων από το πρόγραμμα PHARE - Ρόλος του δικαιούχου κράτους και της Επιτροπής αντίστοιχα - Αρμοδιότητα του δικαιούχου κράτους σχετικά με τη σύναψη των συμβάσεων δημοσίων έργων - Απόφαση της Επιτροπής να απορρίψει την προσφορά που υπέβαλε επιχείρηση ως μη σύννομη προς τις προϋποθέσεις της κοινοτικής χρηματοδοτήσεως - Πράξη αποσυνδεόμενη από τη συμβατική διαδικασία που καταλήγει στη σύναψη της συμβάσεως δημοσίων έργων - Πράξη δυνάμενη να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως

(Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 173 § 4)

2 Διεθνείς συμφωνίες - Συμφωνία περί δημιουργίας του Ευρωπαϋκού Οικονομικού Ξώρου - Διαχρονική εφαρμογή - Μη εφαρμογή στις γεγεννημένες πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας έννομες καταστάσεις - Διαδικασία συνάψεως συμβάσεως δημοσίων έργων κινηθείσα προ αλλά περατωθείσα μετά την 1η Ιανουαρίου 1994 - Ανεφάρμοστο

Περίληψη


3 H πράξη με την οποία η Επιτροπή ενημερώνει, στο πλαίσιο διαδικασίας συνάψεως συμβάσεως δημοσίων έργων χρηματοδοτουμένων από το πρόγραμμα PHARE, την υποβαλούσα προσφορά επιχείρηση ότι απορρίπτει την προσφορά της με την αιτιολογία ότι δεν πληροί τις προϋποθέσεις που θέτει η προκήρυξη για την υποβολή προσφορών με σκοπό την κοινοτική χρηματοδότηση, εντάσσεται μεν στο πλαίσιο διαδικασίας συμβατικής φύσεως που καταλήγει κατ' ανάγκη στη σύναψη εθνικής συμβάσεως εκ μέρους του δικαιούχου κράτους, δεν συνδέεται όμως προς αυτήν στον βαθμό που, αφενός, η πράξη εκδίδεται από την Επιτροπή κατά την άσκηση των ιδίων αρμοδιοτήτων της και που, αφετέρου, αφορά συγκεκριμένη επιχείρηση, η οποία, από το γεγονός απλώς και μόνον της εκδόσεως της εν λόγω πράξεως, στερείται οριστικά κάθε δυνατότητας να της ανατεθεί το έργο. Επομένως, η απόφαση της Επιτροπής να αποκλείσει την εν λόγω επιχείρηση από το πλεονέκτημα της κοινοτικής χρηματοδοτήσεως παράγει αφ' εαυτής δεσμευτικά έναντι της επιχειρήσεως έννομα αποτελέσματα και υπό την έννοια αυτή είναι δυνατόν να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως.

4 Το νομικό πλαίσιο της διαδικασίας συνάψεως των χρηματοδοτουμένων από το πρόγραμμα PHARE δημοσίων έργων καθορίζεται με τους γενικούς όρους που παρατίθενται στην περιορισμένη πρόσκληση προς υποβολή προσφορών. Δεδομένου ότι οι προσφορές υποβλήθηκαν και η διαδικασία της προσκλήσεως περατώθηκε οριστικά το 1993 υπό το κράτος των εν λόγω γενικών όρων, η συμφωνία περί δημιουργίας του Ευρωπαϋκού Οικονομικού Ξώρου, η οποία άρχισε να ισχύει από 1ης Ιανουαρίου 1994, δεν εφαρμοζόταν ratione temporis επί της διαδικασίας αυτής. Πράγματι, η εν λόγω συμφωνία δεν μπορεί να συνεπαχθεί, χωρίς να παραβιάζεται η αρχή της ασφαλείας δικαίου, την τροποποίηση των προϋποθέσεων υπό τις οποίες έλαβε χώρα η πρόσκληση προς υποβολή προσφορών και με βάση τις οποίες υποβλήθηκαν οι προσφορές ή την υποχρέωση της εκ νέου κινήσεως διαδικασίας συνάψεως της συμβάσεως.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-395/95 P,

Geotronics SA, εταιρία γαλλικού δικαίου, με έδρα τη Lognes (Γαλλία), εκπροσωπούμενη από τον Tommy Pettersson, δικηγόρο Σουηδίας, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο το δικηγορικό γραφείο των Arendt και Medernach, 8-10, rue Mathias Hardt,

αναιρεσείουσα,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως που εξέδωσε στις 26 Οκτωβρίου 1995 το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων στην υπόθεση T-185/94, Geotronics κατά Επιτροπής (Συλλογή 1995, σ. ΙΙ-2797), με την οποία ζητείται η αναίρεση της αποφάσεως αυτής, η Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον John Forman, νομικό σύμβουλο, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Carlos Gσmez de la Cruz, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους G. C. Rodrνguez Iglesias, Πρόεδρο, J. C. Moitinho de Almeida, J. L. Murray και L. Sevσn, προέδρους τμήματος, Κ. Ν. Κακούρη, P. J. G. Kapteyn, C. Gulmann, G. Hirsch, P. Jann, H. Ragnemalm και M. Wathelet (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: G. Tesauro

γραμματέας: H. von Holstein, βοηθός γραμματέας,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις αγορεύσεις των διαδίκων κατά τη συνεδρίαση της 3ης Δεκεμβρίου 1996,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 30ής Ιανουαρίου 1997,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 18 Δεκεμβρίου 1995, η Geotronics SA (στο εξής: Geotronics) άσκησε, δυνάμει του άρθρου 49 του Οργανισμού ΕΚ του Δικαστηρίου, αναίρεση κατά της αποφάσεως της 26ης Οκτωβρίου 1995 στην υπόθεση Τ-185/94, Geotronics κατά Επιτροπής (Συλλογή 1995, σ. ΙΙ-2795, στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), με την οποία το Πρωτοδικείο απέρριψε την προσφυγή-αγωγή της αναιρεσείουσας, αντικείμενο της οποίας ήταν, αφενός, η ακύρωση, δυνάμει του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ, της αποφάσεως της Επιτροπής της 10ης Μαρτίου 1994, περί απορρίψεως της προσφοράς που είχε υποβάλει η Geotronics, στα πλαίσια του προγράμματος PHARE, για την προμήθεια ηλεκτρονικών ταχυμέτρων, αφετέρου, η αποκατάσταση, δυνάμει των άρθρων 178 και 215 της Συνθήκης ΕΚ, της ζημίας που φέρεται ότι υπέστη η Geotronics συνεπεία της επίδικης αποφάσεως.

Τα πραγματικά περιστατικά

2 Με την προσβαλλόμενη απόφαση το Πρωτοδικείο προέβη στις ακόλουθες διαπιστώσεις:

«1 Το πρόγραμμα PHARE, το οποίο βασίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) 3906/89 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1989, σχετικά με την οικονομική ενίσχυση υπέρ της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας και της Λαϋκής Δημοκρατίας της Πολωνίας (ΕΕ L 375, της 23ης Δεκεμβρίου 1989, σ. 11, στο εξής: κανονισμός 3906/89), που τροποποιήθηκε από τους κανονισμούς (ΕΟΚ) 2698/90 του Συμβουλίου, της 17ης Σεπτεμβρίου 1990 (ΕΕ L 257, σ. 1), 3800/91 του Συμβουλίου, της 23ης Δεκεμβρίου 1991 (ΕΕ L 357, σ. 10), και 2334/92 του Συμβουλίου, της 7ης Αυγούστου 1992 (ΕΕ L 227, σ. 1), με σκοπό την επέκταση της οικονομικής ενισχύσεως σε άλλες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, αποτελεί το πλαίσιο μέσω του οποίου η Ευρωπαϋκή Κοινότητα διοχετεύει την οικονομική ενίσχυση στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης για την πραγματοποίηση δράσεων με σκοπό την ενίσχυση της διαδικασίας της οικονομικής και κοινωνικής μεταρρυθμίσεως που έχει αρχίσει στις χώρες αυτές.

2 Στις 9 Ιουλίου 1993, η Επιτροπή, "επ' ονόματι της Ρουμανικής Κυβερνήσεως", και το ρουμανικό Υπουργείο Γεωργίας και Βιομηχανίας Τροφίμων άρχισαν από κοινού τη διαδικασία προσκλήσεως υποβολής προσφορών, μέσω της "EC/PHARE Programme Management UNIT-Bucharest" (Μονάδα του Βουκουρεστίου για τη διαχείριση του προγράμματος ΕΚ/PHARE, στο εξής: Μονάδα Βουκουρεστίου), η οποία είναι αρχή αντιπροσωπεύουσα το Ρουμανικό Δημόσιο και στην οποία έχει ανατεθεί το πρόγραμμα, για την προμήθεια ηλεκτρονικών ταχυμέτρων (total stations) στο ρουμανικό Υπουργείο Γεωργίας και Βιομηχανίας Τροφίμων, για να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο του προγράμματος μεταρρυθμίσεως του κτηματολογίου στη Ρουμανία. Δυνάμει του άρθρου 2 των γενικών όρων της περιορισμένης προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών, ο εν λόγω εξοπλισμός έπρεπε να είναι καταγωγής των κρατών μελών της Ευρωπαϋκής Κοινότητας ή των κρατών που αφορά το πρόγραμμα PHARE.

3 Στις 16 Ιουλίου 1993, η εταιρία γαλλικού δικαίου Geotronics SA (στο εξής: Geotronics ή προσφεύγουσα), η οποία είναι θυγατρική κατά το 100 % της σουηδικής εταιρίας Geotronics AB, υπέβαλε προσφορά για την προμήθεια 80 πλήρων εγκαταστάσεων τύπου Geodimeter 510 N (electronic total stations with inbuilt memory for data storage).

4 Με τηλεομοιοτυπία της 18ης Οκτωβρίου 1993, η Μονάδα Βουκουρεστίου ανακοίνωσε στην προσφεύγουσα ότι η προσφορά της είχε γίνει δεκτή και ότι θα υποβαλλόταν στην αρμόδια αρχή (contracting authority) μια σύμβαση προς έγκριση.

5 Με τηλεομοιοτυπία της 19ης Νοεμβρίου 1993, η Επιτροπή ανακοίνωσε στην προσφεύγουσα ότι η επιτροπή αξιολογήσεως (evaluation committee) της είχε συστήσει να αναθέσει στην προσφεύγουσα την επίδικη αγορά, αλλά ότι αμφέβαλε ως προς την καταγωγή των προτεινομένων από την Geotronics προϋόντων και ότι θα επιθυμούσε να έχει σχετικές διευκρινίσεις.

6 Με επιστολή της 14ης Δεκεμβρίου 1993, η Geotronics παρέσχε στην Επιτροπή διευκρινίσεις επί της συναρμολογήσεως των ταχυμέτρων και την πληροφόρησε ότι τα ταχύμετρα κατασκευάζονταν στο Ηνωμένο Βασίλειο.

7 Στις 2 Μαρτίου 1994, η προσφεύγουσα γνωστοποίησε στην Επιτροπή ότι είχε πληροφορηθεί ότι η προσφορά της θα απερρίπτετο με την αιτιολογία ότι ο προταθείς εξοπλισμός ήταν σουηδικής καταγωγής. Επειδή έκρινε ότι, από την έναρξη ισχύος την 1η Ιανουαρίου 1994 της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϋκό Οικονομικό Ξώρο (ΕΕ L 1, σ. 3, στο εξής: συμφωνία ΕΟΞ), η κατάσταση είχε μεταβληθεί όσον αφορά τα κριτήρια σχετικά με την καταγωγή των προϋόντων, η προσφεύγουσα προέτεινε στην Επιτροπή να κινήσει εκ νέου τη διαδικασία της περιορισμένης προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών.

8 Με τηλεομοιοτυπία της 10ης Μαρτίου 1994 η οποία απευθύνθηκε στην προσφεύγουσα, η Επιτροπή απέρριψε την προσφορά της με την αιτιολογία ότι, αντιθέτως προς τις προϋποθέσεις που ισχύουν για την περιορισμένη πρόσκληση προς υποβολή προσφορών, ο προταθείς από την Geotronics εξοπλισμός δεν ήταν καταγωγής των κρατών μελών της Κοινότητας ή κράτους που αφορά το πρόγραμμα PHARE.

9 Στις 11 Μαρτίου 1994, η Επιτροπή πληροφόρησε τη Μονάδα Βουκουρεστίου ότι, μετά την εξέταση των δύο προσφορών που υποβλήθηκαν κατά τη διαδικασία της περιορισμένης προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών για τα ηλεκτρονικά ταχύμετρα, θεωρούσε ότι μόνον η προσφορά μιας γερμανικής επιχειρήσεως πληρούσε τις απαιτούμενες εντός του πλαισίου της περιορισμένης προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών προϋποθέσεις και ότι η προσφορά αυτή ήταν αποδεκτή. Συνεπώς, η Επιτροπή ζήτησε από τη Μονάδα Βουκουρεστίου να έρθει σε επαφή με τη γερμανική αυτή επιχείρηση προκειμένου να οριστικοποιηθεί η σύμβαση.

10 Υπό τις συνθήκες αυτές, με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 29 Απριλίου 1994, η προσφεύγουσα άσκησε την παρούσα προσφυγή.

11 Με χωριστό δικόγραφο που πρωτοκολλήθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου αυθημερόν, η προσφεύγουσα υπέβαλε, βάσει του άρθρου 185 της Συνθήκης, αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων με αντικείμενο την αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως.

12 Στις 17 Μαου 1994, η Μονάδα Βουκουρεστίου πληροφόρησε την Επιτροπή ότι το Ρουμανικό Υπουργείο Γεωργίας και Βιομηχανίας Τροφίμων, έλαβε στις 15 Απριλίου 1994, ως αρμοδία αρχή, την απόφαση να κατακυρώσει τη σύμβαση υπέρ της γερμανικής επιχειρήσεως.

13 Την ίδια ημέρα, η Μονάδα Βουκουρεστίου πληροφόρησε την προσφεύγουσα ότι, λόγω του ότι η προσφορά της δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις σχετικά με τα κριτήρια καταγωγής που καθορίζονταν στην περιορισμένη πρόσκληση προς υποβολή προσφορών, οι ρουμανικές αρχές αδυνατούσαν να κατακυρώσουν υπέρ αυτής την εν λόγω σύμβαση.»

3 Με διάταξη της 7ης Ιουλίου 1994 στην υπόθεση Τ-185/94 R, Geotronics κατά Επιτροπής (Συλλογή 1994, σ. ΙΙ-519), ο Πρόεδρος του Πρωτοδικείου απέρριψε την αίτηση λήψεως ασφαλιστικών μέτρων που είχε υποβάλει η Geotronics παράλληλα με την άσκηση της προσφυγής-αγωγής της.

Η απόφαση του Πρωτοδικείου

4 υΟπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, η Geotronics ζήτησε, κυρίως, την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής περί απορρίψεως της προσφοράς της Geotronics, η οποία κοινοποιήθηκε στην τελευταία με τηλεομοιοτυπία της 10ης Μαρτίου 1994, και, επικουρικώς, να υποχρεωθεί η Επιτροπή να αποκαταστήσει τη ζημία που της προξένησε εκδίδοντας την προπαρατεθείσα απόφαση.

Επί του παραδεκτού της προσφυγής ακυρώσεως

5 Το Πρωτοδικείο απέρριψε ως απαράδεκτη την προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως που περιείχε το έγγραφο της 10ης Μαρτίου 1994, στηριζόμενο στο ακόλουθο σκεπτικό:

«27 Προκαταρκτικώς, υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τον βασικό κανονισμό του προγράμματος PHARE, οι ενισχύσεις χορηγούνται από την Κοινότητα, είτε αυτοτελώς, είτε με συγχρηματοδότηση των κρατών μελών, της Ευρωπαϋκής Τράπεζας Επενδύσεων, των τρίτων χωρών ή πολυμελών οργανισμών ή των ιδίων των κρατών που αφορά το πρόγραμμα.

28 Στη συνέχεια, πρέπει να σημειωθεί ότι οι ενισχύσεις που χορηγούνται στο πλαίσιο του προγράμματος PHARE χρηματοδοτούνται από τον γενικό προϋπολογισμό, σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό, όπως τροποποιήθηκε μεταξύ άλλων, από τον κανονισμό 610/90, του οποίου οι διατάξεις του τίτλου ΙΞ εφαρμόζονται στις εξωτερικές ενισχύσεις.

29 Δυνάμει των άρθρων 107 και 108, παράγραφος 2, του κανονισμού 610/90, η εφαρμογή των δράσεων και σχεδίων που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο της πολιτικής συνεργασίας της Κοινότητας πραγματοποιείται από το δικαιούχο κράτος σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, η οποία, ως διαχειριστής της ενισχύσεως, χορηγεί τα κονδύλια και έχει το καθήκον να διασφαλίζει την ισότητα των όρων συμμετοχής στην υποβολή προσφορών, την εξάλειψη των διακρίσεων και την επιλογή της οικονομικά συμφερότερης προσφοράς.

30 Εντούτοις, δυνάμει του άρθρου 109, παράγραφος 2, του ιδίου κανονισμού, το δικαιούχο κράτος αρχίζει τη διαδικασία προσκλήσεως υποβολής προσφορών, λαμβάνει τις προσφορές, προεδρεύει στη διαδικασία αναλύσεώς τους και εγκρίνει τα αποτελέσματα της όλης διαδικασίας υποβολής προσφορών. Το δικαιούχο κράτος υπογράφει επίσης τις συμβάσεις, τροποποιήσεις και προϋπολογισμούς δαπανών και τις κοινοποιεί εν συνεχεία στην Επιτροπή. Προκύπτει εντεύθεν ότι η εξουσία κατακυρώσεως μιας συμβάσεως ανήκει στο δικαιούχο κράτος το οποίο αφορά το πρόγραμμα PHARE. Κατά τη δημόσια συνεδρίαση, ο εκπρόσωπος της προσφεύγουσας δέχθηκε επ' αυτού ότι, εν προκειμένω, η Ρουμανική Κυβέρνηση ήταν ελεύθερη να αναθέσει την προμήθεια στην Geotronics, παρά την άρνηση της Επιτροπής να της χορηγήσει την ενίσχυση της Κοινότητας.

31 Από αυτήν την κατανομή αρμοδιοτήτων προκύπτει ότι οι συμβάσεις που χρηματοδοτούνται από το πρόγραμμα PHARE πρέπει να θεωρούνται ως εθνικές συμβάσεις που συνδέουν μόνον το δικαιούχο κράτος με τον επιχειρηματία. Πράγματι, η προετοιμασία, η διαπραγμάτευση και η σύναψη των συμβάσεων διενεργούνται μόνον μεταξύ των δύο αυτών εταίρων.

32 Αντιθέτως, καμία έννομη σχέση δεν δημιουργείται μεταξύ των υποβαλλόντων προσφορές και της Επιτροπής, εφόσον η Επιτροπή περιορίζεται να λαμβάνει, επ' ονόματι της Κοινότητας, τις αποφάσεις χρηματοδοτήσεως και οι πράξεις της δεν μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα να αντικαθίσταται, έναντι αυτών, η απόφαση του κράτους το οποίο αφορά το πρόγραμμα PHARΕ από κοινοτική απόφαση. Συνεπώς, εν προκειμένω, δεν υφίσταται, ως προς τους προσφέροντες, πράξη της Επιτροπής δυναμένη να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής δυνάμει του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΚ (στο εξής: Συνθήκη· βλ., κατ' αναλογίαν, τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της 10ης Ιουλίου 1984 στην υπόθεση 126/83, SΤS κατά Επιτροπής, Συλλογή 1984, σ. 2769, σκέψεις 18 και 19, της 10ης Ιουλίου 1985 στην υπόθεση 118/83, CΜC κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1985, σ. 2325, σκέψεις 28 και 29, [της 14ης Ιανουαρίου 1993] στην υπόθεση C-257/90, Italsolar κατά Επιτροπής, [Συλλογή 1993, σ. Ι-9, σκέψεις 22 και 26], και [της 29ης Απριλίου 1993] στην υπόθεση C-182/91, Forafrique Burkinabe κατά Επιτροπής, [Συλλογή 1993, σ. Ι-2161, σκέψη 23)].

33 Συνεπώς, η επιστολή της 10ης Μαρτίου 1994, με την οποία η Επιτροπή πληροφόρησε την προσφεύγουσα ότι ήταν αναγκασμένη να απορρίψει την προσφορά της λόγω της μη κοινοτικής καταγωγής του προτεινομένου εξοπλισμού, δεν μπορεί, παρά τη διατύπωση που χρησιμοποίησε η Επιτροπή, να θεωρηθεί ως πράξη της Επιτροπής που παρήγαγε έννομα αποτελέσματα δεσμευτικά και ικανά να επηρεάσουν τη νομική κατάσταση της προσφεύγουσας.

34 Εξάλλου, είναι χρήσιμο να προστεθεί ότι, εν πάση περιπτώσει, ενδεχόμενη ακύρωση της επιστολής της Επιτροπής της 10ης Μαρτίου 1994 δεν μπορεί να ωφελήσει την προσφεύγουσα δεδομένου ότι δεν μπορεί, ως εκ της φύσεώς της, να θέσει υπό αμφισβήτηση το θέμα της συμβάσεως η οποία συνδέει τη Ρουμανική Κυβέρνηση με τη γερμανική επιχείρηση στην οποία ανατέθηκε η προμήθεια.

35 Επομένως, τα αιτήματα περί ακυρώσεως της επιστολής της Επιτροπής της 10ης Μαρτίου 1994 πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτα.»

Επί της αγωγής αποζημιώσεως

6 Αφού υπενθύμισε ότι

«το απαράδεκτο της προσφυγής ακυρώσεως δεν επιφέρει το απαράδεκτο της αγωγής αποζημιώσεως, εφόσον η αγωγή αποζημιώσεως συνιστά αυτοτελές ένδικο βοήθημα (βλ. την απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 1986 στην υπόθεση 175/84, Krohn κατά Επιτροπής, Συλλογή 1986, σ. 753, σκέψη 32)», (σκέψη 38),

το Πρωτοδικείο έκρινε ότι έπρεπε να ελέγξει αν η Επιτροπή, στην οποία είχε ανατεθεί η ευθύνη της χρηματοδοτήσεως των σχεδίων στο πλαίσιο του προγράμματος PHARE, υπέπεσε σε πταίσμα ικανό να στοιχειοθετήσει την ευθύνη της, κατά την έννοια του άρθρου 215, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης, και να εξετάσει συναφώς αν η Επιτροπή είχε ενεργήσει κατά παράβαση της συμφωνίας ΕΟΞ (σκέψεις 39 και 40).

7 Μετά το πέρας του ελέγχου αυτού, το Πρωοτοδικείο αναγνώρισε ότι η αγωγή αποζημιώσεως ήταν απορριπτέα για τους ακόλουθους λόγους:

«48 Καταρχάς, το Πρωτοδικείο σημειώνει ότι, ελλείψει μεταβατικών διατάξεων, η συμφωνία ΕΟΞ παράγει όλα τα αποτελέσματά της από την έναρξη της ισχύος της, δηλαδή από 1ης Ιανουαρίου 1994, και επομένως εφαρμόζεται στις έννομες καταστάσεις που δημιουργήθηκαν μετά την έναρξη ισχύος της.

49 Στη συνέχεια, το Πρωτοδικείο διαπιστώνει ότι, εν προκειμένω, η περιορισμένη πρόσκληση προς υποβολή προσφορών, στην οποία προέβη η Επιτροπή επ' ονόματι της Ρουμανικής Κυβερνήσεως, στις 9 Ιουλίου 1993, καθόρισε το νομικό πλαίσιο της διαδικασίας συνάψεως της συμβάσεως, ιδιαίτερα όσον αφορά την προϋπόθεση σχετικά με την καταγωγή των επιδίκων προϋόντων.

50 νΟμως, τόσον η Επιτροπή, καθορίζοντας τους γενικούς όρους της προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών της 9ης Ιουλίου 1993, όσο και η προσφεύγουσα, υποβάλλοντας την προσφορά της στις 16 Ιουλίου 1993, έπρεπε ευλόγως να αναμένουν ότι η απόφαση περί αναθέσεως της προμηθείας από την Κοινότητα βάσει των όρων αυτών θα μπορούσε να συντελεστεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 1994, ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος της συμφωνίας ΕΟΞ.

51 Επιβάλλεται πάντως η διαπίστωση ότι η προσφεύγουσα, όσον αφορά τις αμφιβολίες που διατύπωσε η Επιτροπή στην επιστολή που της απηύθυνε στις 19 Νοεμβρίου 1993 περί της κοινοτικής καταγωγής των προτεινομένων προϋόντων, ισχυρίστηκε στην από 14 Δεκεμβρίου 1993 απάντησή της ότι τα προϋόντα που αυτή πρότεινε είχαν κατασκευαστεί στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μόνον χάρη στις επαφές που έγιναν ανάμεσα στην προσφεύγουσα και στην Επιτροπή μετά την 1η Ιανουαρίου 1994, επιβεβαιώθηκαν οι αμφιβολίες της τελευταίας, εφόσον αποδείχθηκε η σουηδική κατά βάση καταγωγή των προτεινομένων προϋόντων.

52 Εξάλλου, ο εκπρόσωπος της προσφεύγουσας δέχθηκε κατά τη δημόσια συνεδρίαση ότι η καθυστέρηση που σημειώθηκε στη διαδικασία οφείλεται στην προσφεύγουσα λόγω του ότι, χωρίς κακοπιστία, περιήγαγε σε πλάνη την Επιτροπή όσον αφορά την καταγωγή των προϋόντων. Αναγνώρισε επίσης ότι η προσφεύγουσα δεν θα μπορούσε να εγείρει παραδεκτώς το θέμα της εφαρμογής της συμφωνίας ΕΟΞ στη διαδικασία συνάψεως της συμβάσεως που προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή στην περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή εξέδιδε την απόφασή της πριν την 1η Ιανουαρίου 1994.

53 Συνεπώς, το Πρωτοδικείο θεωρεί ότι ορθώς η Επιτροπή βασίστηκε επί των γενικών όρων που η ίδια όρισε στην περιορισμένη πρόσκληση προς υποβολή προσφορών και τους οποίους αποδέχθηκε η προσφεύγουσα πριν από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας ΕΟΞ για να πληροφορήσει, στις 10 Μαρτίου 1994, την προσφεύγουσα ότι η προσφορά της ήταν απορριπτέα με την αιτιολογία ότι, αντιθέτως προς τους όρους που εφαρμόζονται επί της προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών, ο προτεινόμενος από την προσφεύγουσα εξοπλισμός δεν ήταν καταγωγής των κρατών μελών της Κοινότητας ή κράτους που αφορά το πρόγραμμα PHARE.

54 Πράγματι, η επιστολή της 10ης Μαρτίου 1994 δεν αποτελεί παρά την εφαρμογή των όρων που καθορίζονται στην περιορισμένη πρόσκληση προς υποβολή προσφορών και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει δημιουργήσει νέα έννομη κατάσταση σε σχέση με την απορρέουσα από την περιορισμένη πρόσκληση προς υποβολή προσφορών. Συνεπώς, το γεγονός ότι η εφαρμογή αυτή έγινε σε μια χρονική στιγμή όπου το νομικό πλαίσιο είχε αλλάξει, λόγω της ενάρξεως της ισχύος της συμφωνίας ΕΟΞ, δεν μπορεί να θίγει το νομικό πλαίσιο που καθορίζεται στην πρόσκληση προς υποβολή προσφορών και να χορηγεί στην προσφεύγουσα δικαιώματα των οποίων δεν μπορεί να γίνει επίκληση κατά τη στιγμή ενάρξεως της διαδικασίας προσκλήσεως προς υποβολή προσφορών.

55 Επιπροσθέτως και εν πάση περιπτώσει, η συμφωνία ΕΟΞ δεν μπορεί να εφαρμοσθεί επί συμβάσεων που συνάπτονται στα πλαίσια εννόμων σχέσεων στις οποίες μετέχει κράτος το οποίο δεν υπέγραψε τη συμφωνία ΕΟΞ. Πράγματι, αντίθετα προς την άποψη της προσφεύγουσας σύμφωνα με την οποία, στο πλαίσιο του προγράμματος PHARE, στην πραγματικότητα η Επιτροπή αγοράζει τα προτεινόμενα προϋόντα για να τα μεταπωλήσει στη συνέχεια στα δικαιούχα κράτη, από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι οι επίδικες συμβάσεις είναι εθνικές συμβάσεις οι οποίες εμπίπτουν αποκλειστικά στη σφαίρα των εννόμων σχέσεων που δημιουργούνται μεταξύ του προσφέροντος και του δικαιούχου κράτους, εν προκειμένω, της Ρουμανίας, η οποία δεν αποτελεί μέρος της συμφωνίας ΕΟΞ.

56 Επομένως, προκύπτει ότι δεν μπορεί να προσαφθεί στην Επιτροπή ότι δεν εφάρμοσε τη συμφωνία ΕΟΞ στην παρούσα διαδικασία συνάψεως συμβάσεων.

57 Συνεπώς, εν απουσία οποιασδήποτε παράνομης συμπεριφοράς εκ μέρους της Επιτροπής, τα αιτήματα περί αποζημιώσεως πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.

58 Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.»

Η αίτηση αναιρέσεως

Επί της απορρίψεως της προσφυγής ακυρώσεως

8 Κατά την Geotronics, το Πρωτοδικείο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, εκτιμώντας ότι η περιλαμβανόμενη στο έγγραφο της 10ης Μαρτίου 1994 απόφαση δεν μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής δυνάμει του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης. Η Geotronics ισχυρίστηκε συναφώς ότι η εν λόγω σύμβαση θα της είχε ανατεθεί χωρίς αμφιβολία αν η Επιτροπή δεν είχε απορρίψει την προσφορά της και ότι η επίδικη απόφαση, προσδιορίζοντας με τον τρόπο αυτό την έκβαση της διαδικασίας προσκλήσεως για την υποβολή προσφορών, παρήγαγε δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα έναντι αυτής και έθιξε καταφώρως την έννομη κατάστασή της.

9 Πρέπει να υπομνησθεί ότι, δυνάμει του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δύναται να ασκεί προσφυγή κατά των αποφάσεων που απευθύνονται σ' αυτό, καθώς και κατά αποφάσεων που, αν και εκδίδονται ως αποφάσεις που απευθύνονται σε άλλο πρόσωπο, το αφορούν άμεσα και ατομικά.

10 Επιπλέον, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, συνιστούν πράξεις ή αποφάσεις δυνάμενες να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως, κατά την έννοια του άρθρου 173 της Συνθήκης, μόνον τα μέτρα που παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα ικανά να θίξουν τα συμφέροντα του προσφεύγοντος (βλ., ιδίως, απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 1981 στην υπόθεση 60/81, ΙΒΜ κατά Επιτροπής, Συλλογή 1981, σ. 2639, σκέψη 9).

11 Εν προκειμένω, το Πρωτοδικείο, αφού αναφέρθηκε στην κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ του δικαιούχου κράτους και της Επιτροπής στα πλαίσια της διαδικασίας αναθέσεως των συμβάσεων που χρηματοδοτούνται από το πρόγραμμα PHARE, έκρινε, με τη σκέψη 33 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι, παρά τη διατύπωση που χρησιμοποίησε η Επιτροπή, το έγγραφο της 10ης Μαρτίου 1994 δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως πράξη παράγουσα δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα ικανά να επηρεάσουν την έννομη κατάσταση της Geotronics, με αποτέλεσμα η προσφυγή ακυρώσεως κατά του εν λόγω εγγράφου να έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτη.

12 Γεγονός είναι ότι, όπως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου σε θέματα αναθέσεως συμβάσεων δημοσίων έργων που χρηματοδοτεί το Ευρωπαϋκό Ταμείο Αναπτύξεως, οι παρεμβάσεις των εκπροσώπων της Επιτροπής, είτε πρόκειται για έγκριση ή άρνηση εγκρίσεως είτε για θεώρηση ή άρνηση θεωρήσεως, αποσκοπούν αποκλειστικά στο να διαπιστώνουν κατά πόσο συντρέχουν ή όχι οι προϋποθέσεις της κοινοτικής χρηματοδοτήσεως και δεν έχουν, αλλ' ούτε μπορούν να έχουν, ως αποτέλεσμα να θίξουν την αρχή ότι οι εν λόγω συμβάσεις παραμένουν εθνικές συμβάσεις, για την προετοιμασία, τη διαπραγμάτευση και τη σύναψη των οποίων αποκλειστικά υπεύθυνα είναι τα δικαιούχα κράτη (βλ., ιδίως, προαναφερθείσα απόφαση στην υπόθεση STS κατά Επιτροπής, σκέψη 16). Πράγματι, κατά τη νομολογία αυτή, οι επιχειρήσεις που υπέβαλαν προσφορές ή κατέστησαν ανάδοχοι των εν λόγω έργων δεν διατηρούν έννομες σχέσεις παρά μόνον με το δικαιούχο κράτος που είναι υπεύθυνο για το έργο, ενώ οι πράξεις των εκπροσώπων της Επιτροπής δεν μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα την υποκατάσταση μέσω κοινοτικής αποφάσεως της αποφάσεως του κράτους ΑΚΕ, μόνου αρμοδίου να συνάπτει και να υπογράφει παρόμοια σύμβαση (προαναφερθείσα απόφαση στην υπόθεση STS κατά Επιτροπής, σκέψη 18· βλ. επίσης αποφάσεις στις προαναφερθείσες υποθέσεις CMC κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 28, Italosar κατά Επιτροπής, σκέψη 22, Forafrique Burkinabe κατά Επιτροπής, σκέψη 23).

13 Πάντως, η συλλογιστική στην οποία στηρίζεται η νομολογία αυτή δεν μπορούσε να εφαρμοστεί άνευ ετέρου και στην αχθείσα ενώπιον του Πρωτοδικείου υπόθεση προς δικαιολόγηση του απαραδέκτου της προσφυγής ακυρώσεως.

14 Πράγματι, όπως προκύπτει από τη σκέψη 8 της προσβαλλομένης αποφάσεως, με το έγγραφο της 10ης Μαρτίου 1994, η Επιτροπή πληροφόρησε την Geotronics ότι απέρριψε την προσφορά της με την αιτιολογία ότι ο προταθείς εξοπλισμός δεν ήταν καταγωγής των κρατών μελών της Κοινότητας ή κράτους δικαιούχου του προγράμματος ΡΗΑRE. Η επίδικη πράξη, η οποία απευθυνόταν τυπικά στην Geotronics, ελήφθη επομένως από την Επιτροπή αφού προηγουμένως αυτή είχε ελέγξει αν η προσφορά της εν λόγω εταιρίας πληρούσε ή όχι τις προϋποθέσεις που προέβλεπε η προκήρυξη για την υποβολή προσφορών με σκοπό την κοινοτική χρηματοδότησή τους. Ακόμη και αν η εν λόγω πράξη εντασσόταν στο πλαίσιο διαδικασίας συμβατικής φύσεως που θα κατέληγε κατ' ανάγκη στη σύναψη εθνικής συμβάσεως, δεν συνδεόταν προς αυτήν στον βαθμό που, αφενός, η πράξη είχε εκδοθεί από την Επιτροπή στα πλαίσια της ασκήσεως των ιδίων αρμοδιοτήτων της και που, αφετέρου, αφορούσε συγκεκριμένη επιχείρηση, η οποία, από το γεγονός απλώς και μόνον της εκδόσεως της εν λόγω πράξεως, στερούνταν οριστικά κάθε δυνατότητας να της ανατεθεί το έργο.

15 Υπό τις περιστάσεις αυτές, η απόφαση της Επιτροπής να αποκλείσει την Geotronics από το πλεονέκτημα της κοινοτικής χρηματοδοτήσεως παρήγαγε αφ' εαυτής δεσμευτικά έναντι της αναιρεσείουσας έννομα αποτελέσματα και υπό την έννοια αυτή ήταν δυνατόν να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως.

16 ςΟπως συνάγεται από τα προεκτεθέντα, το Πρωτοδικείο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, εκτιμώντας ότι το έγγραφο της 10ης Μαρτίου 1994 δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως πράξη παράγουσα δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα ικανά να θίξουν την έννομη κατάσταση της Geotronics και κηρύσσοντας για τον λόγο αυτό ως απαράδεκτη την προσφυγή ακυρώσεως της εν λόγω πράξεως.

17 Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, η αίτηση αναιρέσεως είναι βάσιμη στον βαθμό που αφορά την απόρριψη, με την προσβαλλόμενη απόφαση, της προσφυγής ακυρώσεως ως απαράδεκτης.

18 Προτού συναχθούν τα αποτελέσματα από τη διαπίστωση αυτή, πρέπει να εξεταστεί η αίτηση αναιρέσεως και ως προς το σκέλος της αγωγής αποζημιώσεως, εφόσον οι λόγοι που προέβαλε η Geotronics συναφώς αφορούν την εκ μέρους του Πρωτοδικείου εκτίμηση της νομιμότητας της συμπεριφοράς που προσάπτεται στην Επιτροπή. Πράγματι, η εξέταση του σημείου αυτού, ως συστατικού στοιχείου της εξωσυμβατικής ευθύνης κατά την έννοια του άρθρου 215, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης, συμπίπτει εν προκειμένω με τον έλεγχο της νομιμότητας της προσβαλλομένης πράξεως, όπως επιτάσσει το άρθρο 173 της Συνθήκης.

Επί της απορρίψεως της αγωγής αποζημιώσεως

19 Προς στήριξη της αιτήσεώς της αναιρέσεως, η Geotronics εκτιμά ότι το Πρωτοδικείο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, εκτιμώντας, στη σκέψη 53 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι ορθώς η Επιτροπή είχε στηριχθεί στους γενικούς όρους που διείπον την πρόσκληση προς υποβολή προσφορών, τη στιγμή κατά την οποία η συμφωνία για τον Ευρωπαϋκό Οικονομικό Ξώρο (στο εξής: συμφωνία ΕΟΞ), η οποία τέθηκε σε ισχύ από 1ης Ιανουαρίου 1994, και ειδικότερα τα άρθρα 4, 8, 11 και 65, παράγραφος 1, αυτής υποχρέωναν την Επιτροπή να λάβει υπόψη της και τα προϋόντα καταγωγής τρίτης χώρας, συμβαλλομένου μέρους στην εν λόγω συμφωνία, εν προκειμένω δε της Σουηδίας, υπό τις αυτές προϋποθέσεις που ίσχυαν για τα προϋόντα καταγωγής κράτους μέλους.

20 ςΟπως ορθώς υπογράμμισε το Πρωτοδικείο στις σκέψεις 49 και 54 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το νομικό πλαίσιο της διαδικασίας συνάψεως της επίδικης συμβάσεως, ιδίως όσον αφορά τη σχετική με την καταγωγή των προϋόντων προϋπόθεση, καθορίστηκε με την περιορισμένη πρόσκληση προς υποβολή προσφορών που απηύθυνε στις 9 Ιουλίου 1993 η Επιτροπή εξ ονόματος της Ρουμανικής Κυβερνήσεως.

21 ςΟπως προκύπτει από τις διαπιστώσεις του Πρωτοδικείου επί των πραγματικών περιστατικών, η προσφορά της Geotronics υποβλήθηκε στις 16 Ιουλίου 1993, τερματίζοντας οριστικά τη διαδικασία προσκλήσεως για την υποβολή ανταγωνιστικών προσφορών υπό τους γενικούς όρους που είχαν καθοριστεί. Σε καμία περίπτωση, η τεθείσα σε εφαρμογή την 1η Ιανουαρίου 1994 συμφωνία ΕΟΞ δεν μπορούσε να συνεπαχθεί, χωρίς να παραβιάζεται η αρχή της ασφαλείας δικαίου, την τροποποίηση των προϋποθέσεων υπό τις οποίες έλαβε χώρα η πρόσκληση προς υποβολή προσφορών και με βάση τις οποίες υποβλήθηκαν οι προσφορές ή την υποχρέωση της εκ νέου κινήσεως διαδικασίας συνάψεως της συμβάσεως.

22 Επομένως, το Πρωτοδικείο εγκύρως έκρινε ότι ορθώς η Επιτροπή στηρίχθηκε, υπό την επιφύλαξη της μεταγενέστερης ενάρξεως ισχύος της συμφωνίας ΕΟΞ, στους γενικούς όρους που είχαν καθοριστεί με την εν λόγω πρόσκληση προς υποβολή προσφορών και ειδικότερα στο άρθρο 2 αυτών ο προς προμήθεια εξοπλισμός να είναι καταγωγής των κρατών μελών της Ευρωπαϋκής Κοινότητας ή ενός των δικαιούχων κρατών του προγράμματος ΡΗΑRΕ.

23 Υπό τις περιστάσεις αυτές, είναι άνευ σημασίας το γεγονός ότι το Πρωτοδικείο διαπίστωσε, στη σκέψη 55 της αποφάσεώς του, επιπλέον, ότι η συμφωνία ΕΟΞ δεν μπορούσε να εφαρμοστεί επί συμβάσεων που συνάπτονται στα πλαίσια εννόμων σχέσεων με κράτος που δεν υπέγραψε την εν λόγω συμφωνία. Δεδομένου ότι η αιτιολογία αυτή δόθηκε εκ περισσού, οι επικρίσεις της αναιρεσείουσας κατ' αυτών δεν μπορούν να συνεπαχθούν την αναίρεση της αποφάσεως του Πρωτοδικείου και είναι, συνακόλουθα, ανενεργές (απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 1993 στην υπόθεση C-244/91 Ρ, Pincherle κατά Επιτροπής, Συλλογή 1993, σ. Ι-6965, σκέψη 25).

24 Επομένως, η αίτηση αναιρέσεως είναι απορριπτέα κατά το μέτρο που αφορά την απόρριψη της αγωγής αποζημιώσεως.

Επί των αποτελεσμάτων της ακυρώσεως της αποφάσεως του Πρωτοδικείου

25 Κατά το άρθρο 54, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού ΕΚ του Δικαστηρίου, αν η αναίρεση κριθεί βάσιμη, το Δικαστήριο αναιρεί την απόφαση του Πρωτοδικείου. Στην περίπτωση αυτή, μπορεί είτε το ίδιο να αποφανθεί οριστικά επί της διαφοράς, εφόσον είναι ώριμη προς εκδίκαση, είτε να την αναπέμψει στο Πρωτοδικείο για να την κρίνει.

26 Επειδή η διαφορά είναι ώριμη προς εκδίκαση, επιβάλλεται η απόφανση οριστικώς επί της προσφυγής ακυρώσεως της αποφάσεως που η Επιτροπή κοινοποίησε στην Geotronics με έγγραφο της 10ης Μαρτίου 1994, προσφυγής την οποία κακώς απέρριψε ως απαράδεκτη το Πρωτοδικείο.

27 Προς στήριξη της προσφυγής της, η Geotronics ισχυρίστηκε ότι Επιτροπή παραβίασε τη συμφωνία ΕΟΞ και συγκεκριμένα το άρθρο 4 αυτής.

28 Αρκεί συναφώς να διαπιστωθεί ότι, για τους λόγους που παρατίθενται στις σκέψεις 48 έως 54 της προσβαλλομένης αποφάσεως και επαναλαμβάνονται κατ' ουσίαν στις σκέψεις 19 έως 22 της παρούσας αποφάσεως, η συμφωνία ΕΟΞ δεν ίσχυε ratione temporis επί των πραγματικών περιστατικών της παρούσας υποθέσεως.

29 Επομένως, η προσφυγή ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

30 Κατά το άρθρο 122 του Κανονισμού Διαδικασίας, αν η αναίρεση κριθεί βάσιμη, το ίδιο το Δικαστήριο αποφαίνεται οριστικά επί της διαφοράς, κρίνοντας και επί των δικαστικών εξόδων. Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, το οποίο τυγχάνει εφαρμογής στη διαδικασία της αιτήσεως αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 118, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπήρξε σχετικό αίτημα του αντιδίκου. Επειδή η Geotronics ηττήθηκε κατ' ουσίαν ως προς τους λόγους αναιρέσεως που προέβαλε, πρέπει να καταδικαστεί όχι μόνο στα ίδια έξοδά της αλλά και στο σύνολο των δικαστικών εξόδων της Επιτροπής, τόσο κατά την ενώπιον του Πρωτοδικείου όσο και κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

αποφασίζει:

1) Ακυρώνει την απόφαση του Πρωτοδικείου της 26ης Οκτωβρίου 1995 στην υπόθεση Τ-185/94, Geotronics κατά Επιτροπής, κατά το μέρος που απορρίπτεται ως απαράδεκτη η προσφυγή ακυρώσεως του εγγράφου της Επιτροπής της 10ης Μαρτίου 1994.

2) Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως κατά τα λοιπά.

3) Απορρίπτει την προσφυγή ακυρώσεως.

4) Η Geotronics SA φέρει το σύνολο των δικαστικών εξόδων, τόσο στα πλαίσια της ενώπιον του Πρωτοδικείου διαδικασίας όσο και στα πλαίσια εκείνης ενώπιον του Δικαστηρίου.