61995J0034

Απόφαση του Δικαστηρίου της 9ης Ιουλίου 1997. - Konsumentombudsmannen (KO) κατά De Agostini (Svenska) Förlag AB (C-34/95) και TV-Shop i Sverige AB (C-35/95 et C-36/95). - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Marknadsdomstolen - Σουηδία. - Οδηγία για την "τηλεόραση χωρίς σύνορα" - Τηλεοπτική διαφήμιση που εκπέμπεται από το έδαφος κράτους μέλους - Απαγόρευση παραπλανητικής διαφημίσεως - Απαγόρευση των διαφημίσεων που απευθύνονται σε παιδιά. - Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-34/95, C-35/95 και C-36/95.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1997 σελίδα I-03843


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


1 Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών - Δραστηριότητες ραδιοτηλεοπτικής μεταδόσεως - Οδηγία 89/552 - Τηλεοπτική διαφήμιση - Έλεγχος της τηρήσεως των διατάξεων της οδηγίας - Έλεγχος για τον οποίο αρμόδιο είναι το κράτος μέλος προελεύσεως των εκπομπών - Εθνική νομοθεσία περί προστασίας των καταναλωτών από παραπλανητική διαφήμιση - Μέτρα κατά διαφημιστή λόγω τηλεοπτικής διαφημίσεως μεταδοθείσας από άλλο κράτος μέλος - Επιτρέπονται - Προϋπόθεση - Μη ύπαρξη εμποδίων στην αναμετάδοση, αυτή καθαυτή, ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών από αυτό το κράτος μέλος

(Οδηγίες 84/450 και 89/552 του Συμβουλίου)

2 Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων - Ποσοτικοί περιορισμοί - Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος - Έννοια - Εμπόδια προερχόμενα από εθνικές διατάξεις που ρυθμίζουν αδιακρίτως τους τρόπους πωλήσεως - Δεν χωρεί εφαρμογή του άρθρου 30 της Συνθήκης - Τηλεοπτική διαφήμιση - Νομοθεσία περί παραπλανητικής διαφημίσεως - Μέτρα κατά διαφημιστή λόγω τηλεοπτικής διαφημίσεως που μεταδίδεται από άλλο κράτος μέλος - Επιτρέπονται - Προϋποθέσεις

(Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 30 και 36)

3 Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών - Περιορισμοί - Τηλεοπτική διαφήμιση - Νομοθεσία περί παραπλανητικής διαφημίσεως - Μέτρα κατά διαφημιστή λόγω τηλεοπτικής διαφημίσεως που μεταδίδεται από άλλο κράτος μέλος - Δικαιολογούνται από λόγους γενικού συμφέροντος - Προϋποθέσεις

(Συνθήκη ΕΚ, άρθρα 56 και 59)

4 Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών - Δραστηριότητες ραδιοτηλεοπτικής μεταδόσεως - Οδηγία 89/552 - Τηλεοπτική διαφήμιση - Έλεγχος της τηρήσεως των διατάξεων της οδηγίας - Έλεγχος για τον οποίο αρμόδιο είναι το κράτος μέλος προελεύσεως των εκπομπών - Εθνικές διατάξεις που έχουν ειδικά ως σκοπό τον έλεγχο του περιεχομένου της τηλεοπτικής διαφημίσεως έναντι των ανηλίκων - Εφαρμογή στις εκπομπές που μεταδίδονται από άλλα κράτη μέλη - Δεν επιτρέπεται

(Οδηγία 89/552 του Συμβουλίου, άρθρα 16 και 22)

Περίληψη


5 Η οδηγία 89/552, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων, δεν εμποδίζει ένα κράτος μέλος να λαμβάνει, κατ' εφαρμογή γενικής ρυθμίσεως περί προστασίας των καταναλωτών κατά της παραπλανητικής διαφημίσεως, μέτρα, όπως οι απαγορεύσεις και οι διαταγές, κατά διαφημιστή λόγω τηλεοπτικής διαφημίσεως που μεταδίδεται από άλλο κράτος μέλος, εφόσον τα μέτρα αυτά δεν εμποδίζουν την αναμετάδοση, αυτή καθαυτή, στην επικράτειά του τηλεοπτικών εκπομπών προερχομένων από αυτό το άλλο κράτος μέλος.

Συγκεκριμένα, μολονότι η οδηγία προβλέπει ότι τα κράτη μέλη εγγυώνται την ελευθερία λήψεως και δεν εμποδίζουν την αναμετάδοση στην επικράτειά τους τηλεοπτικών εκπομπών που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη για λόγους που αφορούν την τηλεοπτική διαφήμιση και τη χορηγία, ωστόσο δεν έχει ως αποτέλεσμα να αποκλείει πλήρως και αυτόματα την εφαρμογή κανόνων άλλων από εκείνους που αφορούν ειδικά τη μετάδοση και τη διανομή των προγραμμάτων, και ιδίως την εφαρμογή εθνικής νομοθεσίας η οποία, κατά τρόπο γενικό, αποσκοπεί στην προστασία των καταναλωτών, χωρίς εντούτοις να καθιερώνει δεύτερο έλεγχο των τηλεοπτικών μεταδόσεων ο οποίος προστίθεται στον έλεγχο στον οποίο είναι υποχρεωμένο να προβαίνει το κράτος μέλος από το οποίο εκπέμπεται το τηλεοπτικό πρόγραμμα.

Εξάλλου, η οδηγία 84/450 για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παραπλανητική διαφήμιση, η οποία προβλέπει ιδίως με το άρθρο της 4, παράγραφος 1, ότι τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να υπάρχουν κατάλληλα και αποτελεσματικά μέσα για τον έλεγχο της παραπλανητικής διαφημίσεως προς το συμφέρον τόσο των καταναλωτών όσο και των ανταγωνιστών και γενικότερα του κοινού, θα κινδύνευε να καταστεί άνευ περιεχομένου στον τομέα της τηλεοπτικής διαφημίσεως, αν αφαιρούνταν από το κράτος μέλος λήψεως κάθε δυνατότητα επιβολής μέτρων κατά διαφημιστή, και αυτό θα ήταν αντίθετο προς την εκφρασθείσα βούληση του κοινοτικού νομοθέτη.

6 Εθνικές διατάξεις που περιορίζουν ή απαγορεύουν ορισμένες μορφές πωλήσεως δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 30 της Συνθήκης, εφόσον, αφενός, εφαρμόζονται σε όλους τους επιχειρηματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους εντός της εθνικής επικράτειας και, αφετέρου, επηρεάζουν κατά τον ίδιο τρόπο, νομικώς και πραγματικώς, την εμπορία των εγχωρίων προϋόντων και των προϋόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών. Νομοθεσία που απαγορεύει την τηλεοπτική διαφήμιση σε συγκεκριμένο τομέα πρέπει να θεωρείται ότι αφορά τον τρόπο πωλήσεως των προϋόντων του τομέα αυτού, καθόσον απαγορεύει ορισμένη μορφή προωθήσεως ορισμένης μεθόδου εμπορίας προϋόντων.

Επομένως, το άρθρο 30 της Συνθήκης έχει την έννοια ότι δεν εμποδίζει ένα κράτος μέλος να λαμβάνει, βάσει των διατάξεων της εθνικής του νομοθεσίας περί παραπλανητικής διαφημίσεως, μέτρα κατά διαφημιστή λόγω τηλεοπτικής διαφημίσεως που μεταδίδεται από άλλο κράτος μέλος, εκτός εάν οι διατάξεις αυτές δεν θίγουν κατά τον ίδιο τρόπο, νομικά ή πραγματικά, την εμπορία των εγχωρίων προϋόντων και των προϋόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών, δεν είναι αναγκαίες για την ικανοποίηση των επιτακτικών απαιτήσεων που αφορούν το γενικό συμφέρον, όπως η εντιμότητα των εμπορικών συναλλαγών και η προστασία των καταναλωτών, ή έναν από τους διαλαμβανομένους στο άρθρο 36 της Συνθήκης σκοπούς, δεν είναι ανάλογες προς τούτο ή αυτοί οι σκοποί ή επιτακτικές απαιτήσεις μπορούν να επιτευχθούν με μέτρα που περιορίζουν λιγότερο το ενδοκοινοτικό εμπόριο.

7 Το άρθρο 59 της Συνθήκης έχει την έννοια ότι δεν εμποδίζει ένα κράτος μέλος να λαμβάνει, βάσει των διατάξεων της εθνικής του νομοθεσίας περί παραπλανητικής διαφημίσεως, μέτρα κατά διαφημιστή λόγω τηλεοπτικής διαφημίσεως που μεταδίδεται από άλλο κράτος μέλος. Εντούτοις, στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να εξετάσει αν οι διατάξεις αυτές είναι αναγκαίες για την ικανοποίηση επιτακτικών απαιτήσεων που αφορούν το γενικό συμφέρον, όπως η εντιμότητα των εμπορικών συναλλαγών και η προστασία των καταναλωτών, ή έναν από τους διαλαμβανομένους στο άρθρο 56 της Συνθήκης σκοπούς, αν είναι ανάλογες προς τούτο και αν αυτοί οι σκοποί ή επιτακτικές απαιτήσεις δεν μπορούν να επιτευχθούν με άλλα λιγότερο περιοριστικά του ενδοκοινοτικού εμπορίου μέτρα.

8 Η οδηγία 89/552, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων, έχει την έννοια ότι εμποδίζει την εφαρμογή στις μεταδιδόμενες από άλλα κράτη μέλη ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές διατάξεως εθνικού νόμου περί ραδιοφωνίας η οποία ορίζει ότι διαφημιστικό μήνυμα που μεταδίδεται κατά τη διάρκεια του προβλεπομένου για τις τηλεοπτικές διαφημίσεις χρόνου δεν πρέπει να αποσκοπεί στην προσέλκυση της προσοχής παιδιών ηλικίας κάτω των 12 ετών.

Συγκεκριμένα, η προμνησθείσα οδηγία περιλαμβάνει ολοκληρωμένο σύνολο διατάξεων ειδικά αφιερωμένων στην προστασία των ανηλίκων από τηλεοπτικά προγράμματα εν γένει και από τηλεοπτικές διαφημίσεις ειδικότερα, η τήρηση των οποίων πρέπει να διασφαλίζεται από το κράτος μεταδόσεως. Οι διατάξεις αυτές, μολονότι δεν έχουν ως αποτέλεσμα την απαγόρευση της εφαρμογής των διατάξεων του κράτους λήψεως οι οποίες έχουν ως γενικό σκοπό την προστασία των καταναλωτών ή των ανηλίκων, εφόσον η εφαρμογή αυτή δεν εμποδίζει την αναμετάδοση, αυτή καθαυτή, στην επικράτειά του των ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών που προέρχονται από άλλο κράτος μέλος, δεν επιτρέπουν στο κράτος μέλος λήψεως να εφαρμόζει σε εκπομπές που μεταδίδονται από άλλα κράτη μέλη διατάξεις που έχουν ειδικά ως σκοπό τον έλεγχο του περιεχομένου της τηλεοπτικής διαφημίσεως έναντι των ανηλίκων και να θεσπίζει επομένως δεύτερο έλεγχο ο οποίος προστίθεται στον έλεγχο τον οποίο το κράτος μέλος μεταδόσεως υποχρεούται να διενεργεί σύμφωνα με την οδηγία.

Διάδικοι


Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-34/95, C-35/95 και C-36/95,

που έχουν ως αντικείμενο τρεις αιτήσεις του Marknadsdomstolen (Σουηδία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, με τις οποίες ζητείται, στο πλαίσιο των διαφορών που εκκρεμούν ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Konsumentombudsmannen (KO)

και

De Agostini (Svenska) Fφrlag AB (C-34/95),

και μεταξύ

Konsumentombudsmannen (KO)

και

TV-Shop i Sverige AB (C-35/95 και C-36/95),

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 30 και 59 της Συνθήκης ΕΚ καθώς και της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων (ΕΕ L 298, σ. 23),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους G. C. Rodrνguez Iglesias, Πρόεδρο, G. F. Mancini, J. C. Moitinho de Almeida, J. L. Murray (εισηγητή) και L. Sevσn, προέδρους τμήματος, Κ. Ν. Κακούρη, P. J. G. Kapteyn, C. Gulmann, D. A. O. Edward, J.-P. Puissochet, G. Hirsch, P. Jann και H. Ragnemalm, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs

γραμματέας: H. A. Rόhl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

- στην υπόθεση C-34/95, o Konsumentombudsman, εκπροσωπούμενος από τον Axel Edling,

- στις υποθέσεις C-35/95 και C-36/95, o Konsumentombudsman, εκπροσωπούμενος από τον Per Eklund, Stδllfφretrδdande konsumentombudsman,

- η De Agostini (Svenska) Fφrlag AB, εκπροσωπουμένη από τους Peter Danowsky και Ulf Isaksson, δικηγόρους Στοκχόλμης,

- η TV-Shop i Sverige AB, εκπροσωπουμένη από τον Lars-Erik Strφm, δικηγόρο Malmφ,

- η Σουηδική Κυβέρνηση, εκπροσωπουμένη από τη Lotty Nordling, rδttschef στο τμήμα εξωτερικού εμπορίου του Υπουργείου Εξωτερικών,

- η Βελγική Κυβέρνηση, εκπροσωπουμένη από τον Jan Devadder, διευθυντή διοικητικών υπηρεσιών της νομικής υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών,

- η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπουμένη από τον Παναγιώτη Καμαρινέα, νομικό σύμβουλο του κράτους, την Ιωάννα Κική, γραμματέα στην ειδική νομική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών, και τη Σοφία Ξηνιάδου, νομική σύμβουλο του Υπουργού Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης,

- η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπουμένη από τον Holger Rotkirch, πρέσβη, προϋστάμενο της υπηρεσίας νομικών υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών,

- η Νορβηγική Κυβέρνηση, εκπροσωπουμένη από τον Didrik Tψnseth, γενικό επίτροπο αστικών υποθέσεων,

- η Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένη από τον Berend Jan Drijber, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις του Konsumentombudsman, εκπροσωπουμένου από τον Axel Edling, της De Agostini (Svenska) Fφrlag AB, εκπροσωπουμένης από τους Peter Danowsky και Ulf Isaksson, της TV-Shop i Sverige AB, εκπροσωπουμένης από τον Lars-Εrik Strφm, της Σουηδικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπουμένης από τη Lotty Nordling, της Ελληνικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπουμένης από τον Γεώργιο Κανελλόπουλο, πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, της Φινλανδικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπουμένης από την Tuula Pynnδ, νομική σύμβουλο του Υπουργείου Εξωτερικών, της Νορβηγικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπουμένης από τον Didrik Tψnseth, και της Επιτροπής, εκπροσωπουμένης από τον Berend Jan Drijber και την Karin Oldfelt, κύρια νομική σύμβουλο, κατά τη συνεδρίαση της 11ης Ιουνίου 1996,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 17ης Σεπτεμβρίου 1996,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με τρεις διατάξεις της 7ης Φεβρουαρίου 1995, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 13 Φεβρουαρίου 1995, το Marknadsdomstolen υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, δύο προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία των άρθρων 30 και 59 της Συνθήκης ΕΚ καθώς και της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων (ΕΕ L 298, σ. 23, στο εξής: οδηγία).

2 Τα ζητήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο τριών αιτήσεων που υπέβαλε ο Konsumentombudsman (ombudsman των καταναλωτών) με τις οποίες ζήτησε να απαγορευθεί στην De Agostini (Svenska) Fφrlag AΒ (στο εξής: De Agostini) και στην TV-Shop i Sverige AΒ (στο εξής: TV-Shop) η προσφυγή σε ορισμένες μεθόδους εμπορίας με τα τηλεοπτικά διαφημιστικά μηνύματα που αφορούσαν αντιστοίχως ένα περιοδικό για παιδιά (υπόθεση C-34/95), προϋόντα περιποιήσεως του δέρματος (υπόθεση C-35/95) και ένα απορρυπαντικό (υπόθεση C-36/95).

Γενικές διατάξεις της οδηγίας

3 Όπως αναγνώρισε το Δικαστήριο με την απόφαση της 9ης Φεβρουαρίου 1995, C-412/93, Leclerc-Siplec (Συλλογή 1995, σ. Ι-179), πρωταρχικός σκοπός της οδηγίας, η οποία εκδόθηκε βάσει των άρθρων 57, παράγραφος 2, και 66 της Συνθήκης ΕΟΚ, είναι η κατοχύρωση της της ελεύθερης μεταδόσεως τηλεοπτικών εκπομπών. Όπως προκύπτει από τη δέκατη τρίτη και τη δέκατη τέταρτη αιτιολογική σκέψη της, η οδηγία προβλέπει τις ελάχιστες αναγκαίες διατάξεις για τις εκπομπές που προέρχονται από την Κοινότητα και προορίζονται να μεταδοθούν στο εσωτερικό της (σκέψεις 28 και 29).

4 Το άρθρο 1 της οδηγίας ορίζει την «τηλεοπτική μετάδοση» ως την ασύρματη ή όχι, απ' ευθείας ή μέσω δορυφόρου, με κώδικα ή χωρίς, πρώτη μετάδοση τηλεοπτικών προγραμμάτων που προορίζονται για το κοινό. Ορίζει επίσης την «τηλεοπτική διαφήμιση» ως κάθε μορφή τηλεοπτικού μηνύματος που μεταδίδεται, έναντι αμοιβής ή ανάλογης πληρωμής, από δημόσια ή ιδιωτική επιχείρηση στο πλαίσιο ιδίως εμπορικής δραστηριότητας, με σκοπό την προώθηση της παροχής αγαθών ή υπηρεσιών έναντι πληρωμής. Τέλος, η ίδια διάταξη προσθέτει ότι, εκτός από τους σκοπούς του άρθρου 18 της οδηγίας, η τηλεοπτική διαφήμιση δεν περιλαμβάνει τις απ' ευθείας προσφορές στο κοινό, με σκοπό την πώληση, την αγορά ή την ενοικίαση προϋόντων ή με σκοπό την έναντι αμοιβής παροχή υπηρεσιών.

5 Το άρθρο 2 της οδηγίας ορίζει στη συνέχεια:

«1. Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε όλες οι τηλεοπτικές εκπομπές που μεταδίδονται:

- από ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς που υπάγονται στη δικαιοδοσία του

(...)

να τηρούν το δίκαιο το οποίο ισχύει σ' αυτό το κράτος μέλος για τις εκπομπές που απευθύνονται στο κοινό.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την ελευθερία λήψεως και δεν εμποδίζουν την αναμετάδοση στο έδαφός τους των τηλεοπτικών εκπομπών που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη, για λόγους που εμπίπτουν σε τομείς τους οποίους συντονίζει η παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη μπορούν να αναστέλλουν προσωρινά την αναμετάδοση τηλεοπτικών εκπομπών αν συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις:

α) η τηλεοπτική εκπομπή που προέρχεται από το άλλο κράτος μέλος αντιβαίνει προφανώς, σοβαρώς και βαρέως προς το άρθρο 22·

β) ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός παρέβη την ίδια διάταξη τουλάχιστον δύο φορές εντός των δώδεκα προηγούμενων μηνών·

γ) το θιγόμενο κράτος μέλος έχει επισημάνει εγγράφως, στον ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό και στην Επιτροπή, τις παραβάσεις τις οποίες του αποδίδει, καθώς και την πρόθεσή του να περιορίσει την αναμετάδοση σε περίπτωση νέας παράβασης·

δ) οι διαβουλεύσεις με το κράτος μέλος μετάδοσης και την Επιτροπή δεν κατέληξαν σε φιλικό διακανονισμό, εντός 15 ημερών από την κοινοποίηση που προβλέπεται στο στοιχείο γγ, η δε παράβαση την οποία επικαλείται το θιγόμενο κράτος μέλος εξακολουθεί.

Η Επιτροπή μεριμνά ώστε η αναστολή να συμβιβάζεται με το κοινοτικό δίκαιο. Δύναται να ζητήσει κατεπειγόντως από το θιγόμενο κράτος μέλος τον τερματισμό αναστολής η οποία αντίκειται προς το κοινοτικό δίκαιο. Η διάταξη αυτή δεν επηρεάζει την εφαρμογή οιασδήποτε διαδικασίας ή μέτρου ή την επιβολή κύρωσης για τις εν λόγω παραβάσεις εντός του κράτους μέλους στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγεται ο σχετικός ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός.

(...)»

6 Τέλος, το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας παρέχει στα κράτη μέλη την ευχέρεια, όσον αφορά τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους, να προβλέπουν αυστηρότερους ή λεπτομερέστερους κανόνες στους τομείς που καλύπτει η οδηγία. Κατ' εφαρμογήν του άρθρου 3, παράγραφος 2, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να μεριμνούν για την τήρηση των διατάξεων της οδηγίας από τους υπαγόμενους στη δικαιοδοσία τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς.

Το σουηδικό δίκαιο

7 Σύμφωνα με το άρθρο 2, πρώτο εδάφιο, του marknadsfφringslag (1418/1975, στο εξής: νόμος περί εμπορικών πρακτικών), το Μarknadsdomstolen μπορεί να απαγορεύσει σε επιχειρηματία ο οποίος, κατά την εμπορία ενός προϋόντος, μιας υπηρεσίας ή οποιουδήποτε άλλου αγαθού, προβαίνει σε διαφήμιση ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια που είναι αντίθετη προς τα συναλλακτικά ήθη ή είναι αθέμιτη έναντι των καταναλωτών ή άλλων επιχειρηματιών να εξακολουθήσει να προβαίνει σε τέτοιες ενέργειες ή να εφαρμόζει ανάλογες πρακτικές. Η διάταξη αυτή έχει επίσης εφαρμογή στις τηλεοπτικές εκπομπές των οποίων η λήψη είναι δυνατή σε οποιαδήποτε από τις χώρες που δεσμεύονται από τη συμφωνία για τον Ευρωπαϋκό Οικονομικό Ξώρο.

8 Εξάλλου, το άρθρο 3 του νόμου περί εμπορικών πρακτικών παρέχει τη δυνατότητα στο Μarknadsdomstolen, μεταξύ άλλων, να υποχρεώσει τον έμπορο να αναφέρει στη διαφήμισή του πληροφοριακό στοιχείο που το δικαστήριο αυτό θεωρεί ότι ενδιαφέρει τον καταναλωτή.

9 Εξάλλου, το άρθρο 11 του radiolag (755/1966, στο εξής: νόμος περί ραδιοφωνίας) ορίζει ότι το διαφημιστικό μήνυμα που προβάλλεται κατά τη διάρκεια του προβλεπομένου για τηλεοπτικές διαφημίσεις χρόνου δεν πρέπει να έχει ως σκοπό την προσέλκυση της προσοχής παιδιών ηλικίας κάτω των 12 ετών.

10 Από τη δικογραφία προκύπτει ότι, κατά πάγια νομολογία του Μarknadsdomstolen, εμπορικές πρακτικές που αντιβαίνουν προς νομοθετικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου και η παραπλανητική διαφήμιση θεωρούνται αθέμιτες κατά την έννοια του άρθρου 2 του νόμου περί εμπορικών πρακτικών.

Το ιστορικό των διαφορών στις κύριες δίκες

11 Η TV3 είναι εταιρία εδρεύουσα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μεταδίδει τηλεοπτικά προγράμματα μέσω δορυφόρου από το κράτος αυτό προς τη Δανία, τη Σουηδία και τη Νορβηγία.

12 Η TV4 και το Homeshopping Channel είναι σταθμοί που λειτουργούν στη Σουηδία κατόπιν αδείας σύμφωνα με τον νόμο περί ραδιοφωνίας.

13 Και στις τρεις υποθέσεις, η επίμαχη τηλεοπτική διαφήμιση μεταδιδόταν στη Σουηδία μέσω δορυφόρου από το Ηνωμένο Βασίλειο και προβαλλόταν στο ΤV3. Παράλληλα, η διαφήμιση αυτή μεταδιδόταν στο TV4 στην υπόθεση C-34/95 και στο Homeshopping Channel στις υποθέσεις C-35/95 και C-36/95, χωρίς να έχει προηγουμένως μεταδοθεί από άλλο κράτος μέλος.

Η υπόθεση C-34/95

14 Τον Σεπτέμβριο του 1993, η De Agostini, σουηδική εταιρία ανήκουσα στον ιταλικό όμιλο Istituto Geografico De Agostini, του οποίου η κυριότερη δραστηριότητα συνίσταται στην έκδοση περιοδικών, παρουσίασε στο σουηδικό κοινό, στους τηλεοπτικούς σταθμούς TV3 και TV4, διαφημιστικό μήνυμα για το περιοδικό «Allt om dinosaurier!» («Tα πάντα για τους δεινόσαυρους!»).

15 Από τη δικογραφία της κύριας δίκης προκύπτει ότι αυτό το περιοδικό για παιδιά είναι εγκυκλοπαιδικό και περιέχει, αφενός, πληροφοριακά στοιχεία για τους δεινόσαυρους και, αφετέρου, ομοίωμα δεινόσαυρου που έχει σχέση με το περιεχόμενό του. Το περιοδικό εκδίδεται σε σειρές, εκάστη των οποίων αποτελείται από πολλά τεύχη. Με κάθε τεύχος προσφέρεται ένα κομμάτι του ομοιώματος: με την αγορά ολόκληρης της σειράς συμπληρώνονται όλα τα κομμάτια του ομοιώματος. Το περιοδικό, το οποίο εκδίδεται σε πολλές γλώσσες, κυκλοφόρησε σε πολλά κράτη μέλη από το 1993. Πιθανολογείται ότι όλες οι εκδόσεις του περιοδικού στις διάφορες γλώσσες τυπώνονται στην Ιταλία.

16 Ο ombudsman των καταναλωτών, βάσει του άρθρου 2 του νόμου περί εμπορικών πρακτικών, ζήτησε από τον Marknadsdomstolen να απαγορεύσει, επ' απειλή επιβολής προστίμου, στην De Agostini να πωλεί το περιοδικό «Allt om dinosaurier!» κατά τον ως άνω περιγραφόμενο τρόπο, διότι η διαφήμιση αυτή επιδίωκε να προσελκύσει την προσοχή παιδιών ηλικίας κάτω των 12 ετών και, επομένως, αντέβαινε προς το άρθρο 11 του νόμου περί ραδιοφωνίας. Στην περίπτωση που το Marknadsdomstolen δεν θα έκανε δεκτό το αίτημα αυτό, ο ombudsman των καταναλωτών ζήτησε, σύμφωνα με το άρθρο 3 του νόμου περί εμπορικών πρακτικών, να υποχρεωθεί η De Agostini, επ' απειλή επιβολής προστίμου, να αναφέρει, στις τηλεοπτικές διαφημίσεις της που απευθύνονται στα παιδιά, τον αριθμό των περιοδικών που είναι αναγκαία για την απόκτηση ολοκλήρου του ομοιώματος καθώς και τη συνολική τιμή του. Τέλος, ο ombudsman των καταναλωτών ζήτησε, σύμφωνα με το άρθρο 2 του νόμου περί εμπορικών πρακτικών, να απαγορευθεί στην De Agostini, επ' απειλή επιβολής προστίμου, να χρησιμοποιεί στις τηλεοπτικές διαφημίσεις της τη φράση «Κάθε δεύτερη εβδομάδα μπορείς να μαζεύεις τα κομμάτια ενός ομοιώματος δεινόσαυρου που φωσφορίζει και να μαζεύεις τα περιοδικά τα οποία όλα μαζί θα αποτελέσουν μια εγκυκλοπαίδεια· όλα αυτά με μόνο 7,50 κορώνες» ή οποιαδήποτε άλλη φράση που να έχει κατ' ουσίαν την ίδια έννοια.

Οι υποθέσεις C-35/95 και C-36/95

17 Οι υποθέσεις C-35/95 και C-36/95 αφορούν τις δραστηριότητες της TV-Shop, σουηδικής θυγατρικής της εταιρίας TV-Shop Europe. Οι δραστηριότητες αυτές συνίστανται στην παρουσίαση προϋόντων που διατίθενται στο πλαίσιο τηλεοπτικής εκπομπής, ο δε πελάτης μπορεί στη συνέχεια να παραγγείλει τηλεφωνικά τα εν λόγω προϋόντα. Οι υπηρεσίες πωλήσεως και επικοινωνίας με τον πελάτη βρίσκονται στις διάφορες χώρες λήψεως της τηλεοπτικής εκπομπής. Η παράδοση των προϋόντων πραγματοποιείται με το ταχυδρομείο.

18 Το 1993, η TV-Shop μετέδωσε στο TV3 και στο Homeshopping Channel δύο «infomercials» για τα προϋόντα περιποιήσεως του δέρματος «Body de Lite» και τα απορρυπαντικά «Astonish».

19 Στην υπόθεση C-35/95, ο ombudsman των καταναλωτών ζήτησε, βάσει του άρθρου 2 του νόμου περί εμπορικών πρακτικών, από τον Marknadsdomstolen να απαγορεύσει στην TV-Shop, στο πλαίσιο της εμπορίας των προϋόντων περιποιήσεως του δέρματος,

- να διατυπώνει ισχυρισμούς ως προς τα αποτελέσματα των προϋόντων αυτών στο δέρμα, εφόσον δεν είναι σε θέση, κατά τον χρόνο της διαφημίσεως, να τους αποδείξει,

- να ισχυρίζεται ότι τα προϋόντα έχουν ιαματικά ή θεραπευτικά αποτελέσματα, εφόσον τα προϋόντα αυτά δεν έχουν εγκριθεί ως φάρμακα σύμφωνα με την προβλεπομένη προς τούτο διαδικασία,

- να ισχυρίζεται ή να δημιουργεί την εντύπωση ότι με την αγορά μιας σειράς προϋόντων περιποιήσεως του δέρματος ο καταναλωτής λαμβάνει επιπλέον είδη χωρίς πρόσθετη δαπάνη, εφόσον η εν λόγω σειρά δεν πωλείται στην ίδια τιμή με εκείνη στην οποία πωλείται όταν δεν συνοδεύεται από τα επιπλέον είδη,

- να συγκρίνει την τιμή της σειράς προϋόντων καλλωπισμού με την τιμή προϋόντων άλλων εταιριών, εφόσον η εταιρία δεν μπορεί να αποδείξει ότι η σύγκριση αφορά ίδια ή παρόμοια προϋόντα, και

- να αναφέρει ότι ο καταναλωτής, προκειμένου να λάβει ορισμένα επιπλέον είδη, πρέπει να δώσει την παραγγελία του εντός 20 λεπτών ή εντός εξίσου συντόμου χρονικού διαστήματος.

20 Ο ombudsman των καταναλωτών ζήτησε επίσης από τον Marknadsdomstolen, βάσει του άρθρου 3 του νόμου περί εμπορικών πρακτικών, να υποχρεώσει την TV-Shop, επ' απειλή επιβολής προστίμου, να αναφέρει σε σουηδικές κορώνες, κατά την παρουσίαση των προϋόντων στην τηλεόραση, το επιπλέον κόστος για τα ταχυδρομικά τέλη και για την εξόφληση κατά την παραλαβή καθώς και όλα τα συναφή έξοδα.

21 Ομοίως, στην υπόθεση C-36/95, ο ombudsman των καταναλωτών ζήτησε, βάσει του άρθρου 2 του νόμου περί εμπορικών πρακτικών, από τον Marknadsdomstolen να απαγορεύσει στην TV-Shop, επ' απειλή επιβολής προστίμου,

- να διατυπώνει ισχυρισμούς ως προς την αποτελεσματικότητα των απορρυπαντικών, χωρίς να είναι σε θέση κατά τον χρόνο της διαφημίσεως να αποδείξει την ακρίβειά τους,

- να χρησιμοποιεί τη φράση «δεν βλάπτει το περιβάλλον» ή παρόμοιες ασαφείς εκφράσεις με τις οποίες υπονοείται ότι το απορρυπαντικό παρουσιάζει πλεονεκτήματα για το περιβάλλον, και

- να χρησιμοποιεί για το απορρυπαντικό την έκφραση «βιοδιασπώμενο» ή παρόμοιες εκφράσεις, χωρίς να είναι σε θέση κατά τον χρόνο της διαφημίσεως να αποδείξει την ακρίβειά της.

22 Υπ' αυτές τις συνθήκες, ο Marknadsdomstolen ζήτησε από το Δικαστήριο των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων να αποφανθεί επί των εξής ερωτημάτων:

«Έχουν το άρθρο 30 ή το άρθρο 59 της Συνθήκης ή η οδηγία 89/552/ΕΟΚ, της 3ης Οκτωβρίου 1989, την έννοια ότι:

α) απαγορεύουν στα κράτη μέλη να λαμβάνουν μέτρα κατά των τηλεοπτικών διαφημίσεων τις οποίες μεταδίδουν διαφημιστές από άλλο κράτος μέλος (στις υποθέσεις C-34/95, C-35/95 και C-36/95);

β) απαγορεύουν την εφαρμογή του κανόνα του άρθρου 11, παράγραφος 1, του radiolag (σουηδικού νόμου περί ραδιοφωνίας), ο οποίος απαγορεύει τη διαφήμιση που απευθύνεται σε παιδιά (στην υπόθεση C-34/95);»

23 Με διάταξη της 20ής Μαρτίου 1995, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 43 του Κανονισμού Διαδικασίας, διέταξε την ένωση των υποθέσεων C-34/95, C-35/95 και C-36/95 ως προς τη γραπτή και την προφορική διαδικασία καθώς και την έκδοση αποφάσεως.

Επί του πρώτου ερωτήματος

Ως προς την οδηγία

24 Ως προς την ενδεχόμενη εφαρμογή της οδηγίας, πρέπει κατ' αρχάς να υπομνηστεί ότι, παρά την πλημμελή διατύπωσή της, από τον τίτλο της προκύπτει ότι αφορά τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων, με σκοπό την κατάργηση των εμποδίων στην ελεύθερη μετάδοση εντός της Κοινότητας.

25 Εξάλλου, από την όγδοη, την ένατη και τη δέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας προκύπτει ότι τα εμπόδια που ο κοινοτικός νομοθέτης θέλησε να εξαλείψει είναι εκείνα που οφείλονται στις υφιστάμενες μεταξύ των διατάξεων των κρατών μελών διαφορές όσον αφορά την άσκηση των δραστηριοτήτων μεταδόσεως και διανομής τηλεοπτικών προγραμμάτων.

26 Επομένως, οι συντονιζόμενοι από την οδηγία τομείς αφορούν μόνον την τηλεοπτική μετάδοση αυτή καθαυτή, όπως ορίζεται στο άρθρο 1, στοιχείο αα.

27 Ακολούθως, πρέπει να τονιστεί ότι, για να διασφαλιστεί η ελεύθερη μετάδοση τηλεοπτικών εκπομπών, το άρθρο 2 της οδηγίας προβλέπει ότι όλες οι προερχόμενες από την Κοινότητα εκπομπές με σκοπό τη λήψη τους εντός αυτής, ιδίως οι εκπομπές που προορίζονται για άλλο κράτος μέλος, πρέπει να τηρούν τη νομοθεσία του κράτους μέλους προελεύσεως η οποία έχει εφαρμογή στις εκπομπές που προορίζονται για το κοινό εντός αυτού του κράτους μέλους καθώς και τις διατάξεις της οδηγίας. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα, με την επιφύλαξη της ευχέρειας που τους αναγνωρίζει το άρθρο 2, παράγραφος 2, να διασφαλίζουν τη ελευθερία λήψεως και να μην εμποδίζουν την αναμετάδοση στην επικράτειά τους τηλεοπτικών εκπομπών που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη για λόγους που εμπίπτουν στους τομείς που έχει συντονίσει η οδηγία.

28 Πρέπει επίσης να υπογραμμιστεί ότι από τη δέκατη τρίτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας προκύπτει ότι η οδηγία προβλέπει τις ελάχιστες αναγκαίες διατάξεις για την κατοχύρωση της ελευθερίας των τηλεοπτικών μεταδόσεων και, ως εκ τούτου, δεν θίγει τις αρμοδιότητες των κρατών μελών ως προς την οργάνωση και τη χρηματοδότηση των εκπομπών καθώς και το περιεχόμενο των προγραμμάτων. Από τη δέκατη έβδομη αιτιολογική σκέψη προκύπτει ότι η οδηγία, περιοριζόμενη σε ρυθμίσεις που αφορούν ειδικά τις τηλεοπτικές δραστηριότητες, δεν προδικάζει τις υφιστάμενες ή μελλοντικές κοινοτικές πράξεις εναρμονίσεως που έχουν ιδίως ως στόχο την ικανοποίηση επιτακτικών απαιτήσεων στον τομέα της προστασίας των καταναλωτών, της εντιμότητας των εμπορικών συναλλαγών και της προστασίας του ανταγωνισμού.

29 Πρέπει επίσης να υπομνηστεί ότι από την απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 1996, C-222/94, Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου (Συλλογή 1996, σ. Ι-4025, σκέψη 42), προκύπτει ότι η αρμοδιότητα ratione personae ενός κράτους μέλους έναντι ενός ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού μπορεί να στηρίζεται μόνο στον δεσμό του με την έννομη τάξη του κράτους αυτού, πράγμα το οποίο καλύπτει κατ' ουσίαν την έννοια της εγκαταστάσεως κατά το άρθρο 59, πρώτο εδάφιο, της Συνθήκης, το γράμμα του οποίου προϋποθέτει ότι ο παρέχων την υπηρεσία και ο αποδέκτης της είναι «εγκατεστημένοι» εντός δύο διαφορετικών κρατών μελών.

30 Όσον αφορά ειδικότερα το ζήτημα της διαφημίσεως, πρέπει να σημειωθεί ότι η οδηγία προβλέπει, στο κεφάλαιό της IV περί τηλεοπτικής διαφημίσεως και χορηγίας, ορισμένες αρχές ως προς τις λεπτομέρειες της μεταδόσεως, τη χρήση ορισμένων τεχνικών διαφημίσεως και τον χρόνο μεταδόσεως που μπορεί να αφιερώνεται σ' αυτό το είδος δραστηριότητας (άρθρα 10, 11, 17 και 18).

31 Η οδηγία αφορά επίσης το περιεχόμενο της τηλεοπτικής διαφημίσεως. Συγκεκριμένα, το άρθρο 12 προβλέπει ότι η τηλεοπτική διαφήμιση δεν πρέπει να απάδει προς τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, να εισάγει διακρίσεις λόγω φυλής, φύλου, θρησκείας ή ιθαγένειας, να προσβάλλει θρησκευτικές ή πολιτικές πεποιθήσεις, να ενθαρρύνει τρόπους συμπεριφοράς επιζήμιους για την υγεία ή την ασφάλεια ή να ενθαρρύνει τρόπους συμπεριφοράς επιζήμιους για την προστασία του περιβάλλοντος. Τα άρθρα 13 και 14 θεσπίζουν απόλυτη απαγόρευση κάθε τηλεοπτικής διαφημίσεως τσιγάρων και άλλων προϋόντων καπνού καθώς και φαρμάκων και θεραπευτικών αγωγών που διατίθενται μόνο με ιατρική συνταγή στο κράτος μέλος στου οποίου τη δικαιοδοσία υπάγεται ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός. Το άρθρο 15 προβλέπει ορισμένους περιορισμούς στην τηλεοπτική διαφήμιση αλκοολούχων ποτών. Το άρθρο 16 θεσπίζει διάφορες αρχές οι οποίες αφορούν ειδικότερα την προστασία των ανηλίκων, στην οποία εξάλλου αναφέρεται και το κεφάλαιο V με το άρθρο 22.

32 Επομένως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η οδηγία επιτυγχάνει, όσον αφορά τη δραστηριότητα μεταδόσεως και διανομής τηλεοπτικών προγραμμάτων, τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί τηλεοπτικής διαφημίσεως και χορηγίας, αλλά ο συντονισμός αυτός είναι ωστόσο μερικός.

33 Μολονότι η οδηγία προβλέπει ότι τα κράτη μέλη εγγυώνται την ελευθερία λήψεως και δεν εμποδίζουν την αναμετάδοση στην επικράτειά τους τηλεοπτικών εκπομπών που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη για λόγους που αφορούν την τηλεοπτική διαφήμιση και τη χορηγία, ωστόσο δεν έχει ως αποτέλεσμα να αποκλείει πλήρως και αυτόματα την εφαρμογή κανόνων άλλων από εκείνους που αφορούν ειδικά τη μετάδοση και τη διανομή των προγραμμάτων.

34 Επομένως, η οδηγία δεν απαγορεύει κατ' αρχήν την εφαρμογή εθνικής νομοθεσίας η οποία, κατά τρόπο γενικό, αποσκοπεί στην προστασία των καταναλωτών, χωρίς εντούτοις να καθιερώνει δεύτερο έλεγχο των τηλεοπτικών μεταδόσεων ο οποίος προστίθεται στον έλεγχο στον οποίο είναι υποχρεωμένο να προβαίνει το κράτος μέλος από το οποίο εκπέμπεται το τηλεοπτικό πρόγραμμα.

35 Επομένως, δεν φαίνεται να συνιστά απαγορευόμενο από την οδηγία εμπόδιο η εφαρμογή, σε τηλεοπτικές μεταδόσεις που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη, της νομοθεσίας κράτους μέλους όπως η επίμαχη στις κύριες δίκες η οποία, με σκοπό την προστασία των καταναλωτών, προβλέπει προς τούτο σύστημα απαγορεύσεων και διαταγών κατά των διαφημιστών, επ' απειλή χρηματικών ποινών.

36 Κατά την De Agostini, την TV-Shop και την Επιτροπή, η αρχή του ελέγχου των εκπομπών από το κράτος στη δικαιοδοσία του οποίου υπάγεται ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός θα υποσκαπτόταν σοβαρά τόσο ως προς τον σκοπό της όσο και ως προς τα αποτελέσματά της, αν κρινόταν ότι η οδηγία αυτή δεν πρέπει να έχει εφαρμογή στους διαφημιστές. Ένας περιορισμός της διαφημίσεως θα είχε πράγματι επιπτώσεις επί των τηλεοπτικών μεταδόσεων, έστω και αν αφορούσε μόνον τη διαφήμιση.

37 Για να δοθεί απάντηση στην ένσταση αυτή, αρκεί να σημειωθεί ότι η οδηγία 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Σεπτεμβρίου 1984, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παραπλανητική διαφήμιση (ΕΕ L 250, σ. 17), η οποία προβλέπει ιδίως με το άρθρο της 4, παράγραφος 1, ότι τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να υπάρχουν κατάλληλα και αποτελεσματικά μέσα για τον έλεγχο της παραπλανητικής διαφημίσεως προς το συμφέρον τόσο των καταναλωτών όσο και των ανταγωνιστών και γενικότερα του κοινού, θα κινδύνευε να καταστεί άνευ περιεχομένου στον τομέα της τηλεοπτικής διαφημίσεως, αν αφαιρούνταν από το κράτος μέλος λήψεως κάθε δυνατότητα επιβολής μέτρων κατά του διαφημιστή και αυτό θα ήταν αντίθετο προς την εκφρασθείσα βούληση του κοινοτικού νομοθέτη (βλ., ομοίως, απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϋκής Ζώνης Ελευθέρων Συναλλαγών της 16ης Ιουνίου 1995, Ε-8/94 και Ε-9/94, Forbrukerombudet κατά Mattel Scandinavia και Lego Norge, Report of the EFTA Court 1 January 1994 - 30 June 1995, 113, σκέψεις 54 έως 56 και 58).

38 Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η οδηγία δεν εμποδίζει ένα κράτος μέλος να λαμβάνει, κατ' εφαρμογή γενικής ρυθμίσεως περί προστασίας των καταναλωτών κατά της παραπλανητικής διαφημίσεως, μέτρα κατά διαφημιστή λόγω τηλεοπτικής διαφημίσεως που μεταδίδεται από άλλο κράτος μέλος, εφόσον τα μέτρα αυτά δεν εμποδίζουν την αναμετάδοση, αυτή καθαυτή, στην επικράτειά του τηλεοπτικών εκπομπών προερχομένων από αυτό το άλλο κράτος μέλος.

Ως προς το άρθρο 30 της Συνθήκης

39 Με την προαναφερθείσα απόφαση Leclerc-Siplec, σκέψη 22, το Δικαστήριο έκρινε ότι διάταξη που απαγορεύει την τηλεοπτική διαφήμιση σε συγκεκριμένο τομέα αφορά τον τρόπο πωλήσεως των προϋόντων του τομέα αυτού, καθόσον απαγορεύει ορισμένη μορφή προωθήσεως ορισμένης μεθόδου εμπορίας προϋόντων.

40 Με την απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 1993, C-267/91 και C-268/91, Keck και Mithouard (Συλλογή 1993, σ. Ι-6097, σκέψη 16), το Δικαστήριο έκρινε ότι εθνικές διατάξεις που περιορίζουν ή απαγορεύουν ορισμένες μορφές πωλήσεως δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 30 της Συνθήκης, εφόσον, αφενός, οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται σε όλους τους επιχειρηματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους εντός της εθνικής επικράτειας και, αφετέρου, επηρεάζουν κατά τον ίδιο τρόπο, και νομικώς και πραγματικώς, την εμπορία των εγχωρίων προϋόντων και των προϋόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών.

41 Στις κύριες δίκες προδήλως πληρούται η πρώτη προϋπόθεση.

42 Ως προς τη δεύτερη, δεν μπορεί να αποκλείεται η εντός κράτους μέλους πλήρης απαγόρευση μιας μορφής προωθήσεως νομίμως πωλουμένου προϋόντος να έχει σημαντικότερες επιπτώσεις στα προϋόντα προελεύσεως άλλων κρατών μελών.

43 Έστω και αν η αποτελεσματικότητα των διαφόρων τρόπων προωθήσεως είναι πραγματικό ζήτημα του οποίου η εκτίμηση απόκειται, κατ' αρχήν, στο αιτούν δικαστήριο, πρέπει συναφώς να τονιστεί ότι, με τις παρατηρήσεις της, η De Agostini υποστήριξε ότι η τηλεοπτική διαφήμιση ήταν η μόνη μορφή αποτελεσματικής προωθήσεως η οποία της παρείχε τη δυνατότητα να διεισδύσει στη σουηδική αγορά, δοθέντος ότι δεν διέθετε άλλα διαφημιστικά μέσα για να προσεγγίσει τα παιδιά και τους γονείς τους.

44 Επομένως, η πλήρης απαγόρευση των διαφημίσεων που απευθύνονται σε παιδιά ηλικίας κάτω των 12 ετών και της παραπλανητικής διαφημίσεως κατά την έννοια της σουηδικής νομοθεσίας δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 30 της Συνθήκης, εκτός αν αποδεικνύεται ότι η απαγόρευση αυτή δεν θίγει κατά τον ίδιο τρόπο, νομικά και πραγματικά, την εμπορία των εθνικών προϋόντων και των προϋόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών.

45 Στην τελευταία αυτή περίπτωση, στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να εξετάσει αν η απαγόρευση είναι αναγκαία για την ικανοποίηση των επιτακτικών απαιτήσεων που αφορούν το γενικό συμφέρον ή έναν από τους απαριθμούμενους στο άρθρο 36 της Συνθήκης ΕΚ σκοπούς, εφόσον είναι ανάλογη προς τον σκοπό αυτόν και εφόσον οι σκοποί αυτοί ή οι επιτακτικές αυτές απαιτήσεις δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν με μέτρα που περιορίζουν λιγότερο το ενδοκοινοτικό εμπόριο.

46 Πρέπει ακόμη να τονιστεί ότι, κατά πάγια νομολογία, η εντιμότητα των εμπορικών συναλλαγών και η προστασία των καταναλωτών εν γένει συνιστούν επιτακτικές απαιτήσεις γενικού συμφέροντος που μπορεί να δικαιολογούν εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων (απόφαση της 20ής Φεβρουαρίου 1979, 120/78, Rewe-Zentral, αποκαλούμενη «Cassis de Dijon», Συλλογή τόμος 1979/I, σ. 321, σκέψη 8).

47 Επομένως, πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 30 της Συνθήκης έχει την έννοια ότι δεν εμποδίζει ένα κράτος μέλος να λαμβάνει, βάσει των διατάξεων της εθνικής του νομοθεσίας, μέτρα κατά διαφημιστή λόγω τηλεοπτικής διαφημίσεως, εκτός εάν οι διατάξεις αυτές δεν θίγουν κατά τον ίδιο τρόπο, νομικά ή πραγματικά, την εμπορία των εγχωρίων προϋόντων και των προϋόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών, τα οποία μέτρα δεν είναι αναγκαία για την ικανοποίηση των επιτακτικών απαιτήσεων που αφορούν το γενικό συμφέρον ή έναν από τους διαλαμβανομένους στο άρθρο 36 της Συνθήκης σκοπούς, δεν είναι ανάλογα προς τούτο ή αυτοί οι σκοποί ή επιτακτικές αυτές απαιτήσεις μπορούν να επιτευχθούν με μέτρα που περιορίζουν λιγότερο το ενδοκοινοτικό εμπόριο.

Ως προς το άρθρο 59 της Συνθήκης

48 Όπως κρίθηκε με την απόφαση της 26ης Απριλίου 1988, 352/85, Bond van Adverteerders κ.λπ. (Συλλογή 1988, σ. 2085), η διαφήμιση που μεταδίδεται από ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό εγκατεστημένο σε κράτος μέλος προς όφελος διαφημιστή εγκατεστημένου σε άλλο κράτος μέλος έναντι αμοιβής συνιστά παροχή υπηρεσιών κατά την έννοια του άρθρου 59 της Συνθήκης.

49 Επομένως, πρέπει να εξεταστεί αν εθνικοί κανόνες όπως οι επίμαχοι στις κύριες δίκες συνιστούν περιορισμούς της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών οι οποίοι απαγορεύονται από το άρθρο 59 της Συνθήκης.

50 Συναφώς, πρέπει να αναγνωριστεί ότι, εφόσον οι εθνικοί κανόνες περιορίζουν τη δυνατότητα των εγκατεστημένων στο κράτος μέλος μεταδόσεως ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών να μεταδίδουν, προς όφελος των εγκατεστημένων στο κράτος μέλος λήψεως διαφημιστών, τηλεοπτικές διαφημίσεις που προορίζονται ειδικά για το κοινό αυτού του δευτέρου κράτους μέλους, διατάξεις όπως οι επίμαχες στις κύριες δίκες ενέχουν περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

51 Ελλείψει εναρμονίσεως των κανόνων που εφαρμόζονται στις υπηρεσίες, εμπόδια στην ελευθερία που εγγυάται η Συνθήκη στον τομέα αυτό μπορεί να προέρχονται από την εφαρμογή εθνικών ρυθμίσεων που αφορούν κάθε πρόσωπο εγκατεστημένο στην εθνική επικράτεια επί παρεχόντων υπηρεσίες εγκατεστημένων στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους, οι οποίοι πρέπει ήδη να πληρούν τους όρους της νομοθεσίας του κράτους αυτού (απόφαση της 25ης Ιουλίου 1991, C-288/89, Collectieve Antennevoorziening Gouda κ.λπ., Συλλογή 1991, σ. Ι-4007, σκέψη 12).

52 Σε μια τέτοια περίπτωση, στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να εξετάσει αν οι διατάξεις αυτές είναι αναγκαίες για την ικανοποίηση των επιτακτικών απαιτήσεων που αφορούν το γενικό συμφέρον ή τους διαλαμβανομένους στο άρθρο 56 της Συνθήκης ΕΚ σκοπούς, αν είναι ανάλογες προς τούτο και αν αυτοί οι σκοποί ή επιτακτικές αυτές απαιτήσεις δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν με άλλα λιγότερο περιοριστικά μέτρα.

53 Πρέπει ακόμη να τονιστεί ότι, κατά πάγια νομολογία, η εντιμότητα των εμπορικών συναλλαγών και η προστασία των καταναλωτών εν γένει συνιστούν επιτακτικές απαιτήσεις γενικού συμφέροντος που μπορούν να δικαιολογούν εμπόδια στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών (βλ., ιδίως, την προαναφερθείσα απόφαση Collectieve Antennevoorziening Gouda κ.λπ., σκέψη 14, και την απόφαση της 10ης Μαου 1995, C-384/93, Alpine Investments, Συλλογή 1995, σ. Ι-1141).

54 Επομένως, πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 59 της Συνθήκης έχει την έννοια ότι δεν εμποδίζει ένα κράτος μέλος να λαμβάνει, βάσει των διατάξεων της εθνικής του νομοθεσίας, μέτρα κατά διαφημιστή λόγω τηλεοπτικής διαφημίσεως. Εντούτοις, στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να εξετάσει αν οι διατάξεις αυτές είναι αναγκαίες για την ικανοποίηση των επιτακτικών απαιτήσεων που αφορούν το γενικό συμφέρον ή έναν από τους διαλαμβανομένους στο άρθρο 56 της Συνθήκης σκοπούς, αν είναι ανάλογες προς τούτο και αν αυτοί οι σκοποί ή επιτακτικές αυτές απαιτήσεις δεν μπορούν να επιτευχθούν με άλλα λιγότερο περιοριστικά του ενδοκοινοτικού εμπορίου μέτρα.

Επί του δευτέρου ερωτήματος

55 Με το δεύτερο ερώτημά του, το εθνικό δικαστήριο ερωτά το Δικαστήριο ως προς την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου σχετικά με διάταξη εθνικού νόμου περί ραδιοφωνίας η οποία ορίζει ότι τηλεοπτικό μήνυμα που μεταδίδεται κατά τη διάρκεια του χρόνου που προβλέπεται για την τηλεοπτική διαφήμιση δεν πρέπει να έχει ως σκοπό την προσέλκυση της προσοχής παιδιών ηλικίας κάτω των 12 ετών.

56 Κατ' αρχάς, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η εφαρμογή μιας τέτοιας εθνικής διατάξεως στις διαφημίσεις που μεταδίδονται από ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό εγκατεστημένο στο ίδιο κράτος δεν αντίκειται προς την οδηγία, καθόσον το άρθρο 3, παράγραφος 1, της διατάξεως αυτής δεν περιέχει περιορισμό ως προς τα συμφέροντα που τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τους, οσάκις ορίζουν αυστηρότερους κανόνες για τους εγκατεστημένους στο έδαφός τους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο όσον αφορά τους εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς.

57 Ακολούθως, πρέπει να τονιστεί ότι η οδηγία περιλαμβάνει, στα άρθρα της 16 και 22, ολοκληρωμένο σύνολο διατάξεων ειδικά αφιερωμένων στην προστασία των ανηλίκων από τηλεοπτικά προγράμματα εν γένει και από τηλεοπτικές διαφημίσεις ειδικότερα.

58 Η τήρηση των διατάξεων αυτών πρέπει να διασφαλίζεται από το κράτος μεταδόσεως.

59 Βεβαίως, το γεγονός αυτό δεν έχει ως αποτέλεσμα την απαγόρευση της εφαρμογής των διατάξεων του κράτους λήψεως οι οποίες έχουν ως γενικό σκοπό την προστασία των καταναλωτών ή των ανηλίκων, εφόσον η εφαρμογή αυτή δεν εμποδίζει την αναμετάδοση, αυτή καθαυτή, στην επικράτειά του των ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών που προέρχονται από άλλο κράτος μέλος.

60 Εντούτοις, δεν επιτρέπεται πλέον στο κράτος μέλος λήψεως, εν πάση περιπτώσει, να εφαρμόζει διατάξεις που έχουν ειδικά ως σκοπό τον έλεγχο του περιεχομένου της τηλεοπτικής διαφημίσεως έναντι των ανηλίκων.

61 Συγκεκριμένα, η εφαρμογή σε εκπομπές προελεύσεως άλλων κρατών μελών διατάξεων του κράτους λήψεως που ρυθμίζουν το περιεχόμενο των ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων για λόγους προστασίας των ανηλίκων από τη διαφήμιση θα κατέληγε στην καθιέρωση δευτέρου ελέγχου ο οποίος θα προσετίθετο στον έλεγχο τον οποίο το κράτος μέλος μεταδόσεως υποχρεούται να πραγματοποιεί σύμφωνα με την οδηγία.

62 Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι η οδηγία έχει την έννοια ότι εμποδίζει την εφαρμογή στις προερχόμενες από άλλα κράτη μέλη ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές διατάξεως εθνικού νόμου περί ραδιοφωνίας η οποία ορίζει ότι διαφημιστικό μήνυμα που μεταδίδεται κατά τη διάρκεια του προβλεπομένου για τις τηλεοπτικές διαφημίσεις χρόνου δεν πρέπει να αποσκοπεί στην προσέλκυση της προσοχής παιδιών ηλικίας κάτω των 12 ετών.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

63 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Σουηδική, η Βελγική, η Ελληνική, η Φινλανδική και η Νορβηγική Κυβέρνηση καθώς και η Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους των κύριων δικών τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με διατάξεις της 7ης Φεβρουαρίου 1995 το Marknadsdomstolen, αποφαίνεται:

1) Η οδηγία 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 1989, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων, δεν εμποδίζει ένα κράτος μέλος να λαμβάνει, κατ' εφαρμογή γενικής ρυθμίσεως περί προστασίας των καταναλωτών κατά της παραπλανητικής διαφημίσεως, μέτρα κατά διαφημιστή λόγω τηλεοπτικής διαφημίσεως που μεταδίδεται από άλλο κράτος μέλος, εφόσον τα μέτρα αυτά δεν εμποδίζουν την αναμετάδοση, αυτή καθαυτή, στην επικράτειά του τηλεοπτικών εκπομπών προερχομένων από αυτό το άλλο κράτος μέλος.

2) Το άρθρο 30 της Συνθήκης ΕΚ έχει την έννοια ότι δεν εμποδίζει ένα κράτος μέλος να λαμβάνει, βάσει των διατάξεων της εθνικής του νομοθεσίας, μέτρα κατά διαφημιστή λόγω τηλεοπτικής διαφημίσεως, εκτός εάν οι διατάξεις αυτές δεν θίγουν κατά τον ίδιο τρόπο, νομικά ή πραγματικά, την εμπορία των εγχωρίων προϋόντων και των προϋόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών, τα οποία μέτρα δεν είναι αναγκαία για την ικανοποίηση των επιτακτικών απαιτήσεων που αφορούν το γενικό συμφέρον ή έναν από τους διαλαμβανομένους στο άρθρο 36 της Συνθήκης ΕΚ σκοπούς, δεν είναι ανάλογα προς τούτο ή αυτοί οι σκοποί ή επιτακτικές αυτές απαιτήσεις μπορούν να επιτευχθούν με μέτρα που περιορίζουν λιγότερο το ενδοκοινοτικό εμπόριο.

3) Το άρθρο 59 της Συνθήκης ΕΚ έχει την έννοια ότι δεν εμποδίζει ένα κράτος μέλος να λαμβάνει, βάσει των διατάξεων της εθνικής του νομοθεσίας, μέτρα κατά διαφημιστή λόγω τηλεοπτικής διαφημίσεως. Εντούτοις, στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να εξετάσει αν οι διατάξεις αυτές είναι αναγκαίες για την ικανοποίηση των επιτακτικών απαιτήσεων που αφορούν το γενικό συμφέρον ή έναν από τους διαλαμβανομένους στο άρθρο 56 της Συνθήκης ΕΚ σκοπούς, αν είναι ανάλογες προς τούτο και αν αυτοί οι σκοποί ή επιτακτικές αυτές απαιτήσεις δεν μπορούν να επιτευχθούν με άλλα λιγότερο περιοριστικά του ενδοκοινοτικού εμπορίου μέτρα.

4) Η οδηγία 89/552 έχει την έννοια ότι εμποδίζει την εφαρμογή στις προερχόμενες από άλλα κράτη μέλη ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές διατάξεως εθνικού νόμου περί ραδιοφωνίας η οποία ορίζει ότι διαφημιστικό μήνυμα που μεταδίδεται κατά τη διάρκεια του προβλεπομένου για τις τηλεοπτικές διαφημίσεις χρόνου δεν πρέπει να αποσκοπεί στην προσέλκυση της προσοχής παιδιών ηλικίας κάτω των 12 ετών.