++++
1. Γεωργία * Κοινή οργάνωση των αγορών * Πρόβειο και αίγειο κρέας * Μεταβλητή πριμοδότηση για τη σφαγή * Ισοδύναμο ποσό εισπραττόμενο κατά την εξαγωγή προς άλλο κράτος μέλος (clawback) * Μέθοδος υπολογισμού * Ποσό ισοδύναμο με εκείνο της πράγματι χορηγηθείσας πριμοδοτήσεως * Το βάρος της αποδείξεως φέρουν οι εξαγωγείς * Ποσό ίσο προς τον μέσο όρο των πριμοδοτήσεων που καθορίστηκαν για την εβδομάδα εξαγωγής των προϊόντων και για τις τρεις προηγούμενες εβδομάδες * Εγκυρότητα
(Κανονισμοί του Συμβουλίου 1837/80, άρθρο 9 PAR 3, και 3013/89, άρθρο 24 PAR 5 κανονισμός 1922/92 της Επιτροπής)
2. Γεωργία * Κοινή οργάνωση των αγορών * Πρόβειο και αίγειο κρέας * Μεταβλητή πριμοδότηση για τη σφαγή * Ισοδύναμο ποσό εισπραττόμενο κατά την εξαγωγή προς άλλο κράτος μέλος (clawback) * Μέθοδος υπολογισμού * Ποσό ισοδύναμο με εκείνο της πράγματι χορηγηθείσας πριμοδοτήσεως * Αποδείξεις που απαιτούν οι αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους από τους εμπόρους * Εφαρμογή των εθνικών κανόνων * Προϋποθέσεις
(Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 5 κανονισμοί της Επιτροπής 1633/84, άρθρο 4 PAR 1, και 1922/92, άρθρα 1 και 2)
3. Προδικαστικά ερωτήματα * Εκτίμηση του κύρους * Αναγνώριση του ανισχύρου ενός κανονισμού * Αποτελέσματα * Διαχρονικά όρια * Εξαίρεση υπέρ του επιχειρηματία ο οποίος έχει ασκήσει ένδικη προσφυγή ή άλλη, ισοδύναμη κατά το ισχύον εθνικό δίκαιο, ένσταση * Περιεχόμενο της εξαιρέσεως που προβλέπεται στην απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Μαρτίου 1992 στις υποθέσεις C-38/90 και C-151/90 * Δυνατότητα των επιχειρηματιών που τυγχάνουν της εξαιρέσεως να επικαλούνται, προς στήριξη των αιτήσεών τους περί επιστροφής του αχρεωστήτως καταβληθέντος, το ανίσχυρο του επίμαχου κανονισμού από της ενάρξεως της ισχύος του * 'Ορια
(Κανονισμός 1633/84 της Επιτροπής, άρθρο 4 PAR PAR 1 και 2)
4. Γεωργία * Κοινή οργάνωση των αγορών * Πρόβειο και αίγειο κρέας * Μεταβλητή πριμοδότηση για τη σφαγή * Ισοδύναμο ποσό εισπραττόμενο κατά την εξαγωγή προς άλλο κράτος μέλος (clawback) * Αίτηση επιστροφής του αχρεωστήτως καταβληθέντος clawback * Εφαρμογή του εθνικού δικαίου * Προϋποθέσεις
(Κανονισμός 1922/92 της Επιτροπής, άρθρο 2 PAR 1)
1. Εφόσον, στο πλαίσιο της κοινής οργανώσεως των αγορών προβείου και αιγείου κρέατος, με την είσπραξη του clawback σκοπείται η αποφυγή των διαταράξεων του ενδοκοινοτικού εμπορίου που προκύπτουν από την εφαρμογή της μεταβλητής πριμοδοτήσεως για τη σφαγή, το clawback πρέπει να διαρρυθμιστεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξουδετερώνει το αποτέλεσμα της πριμοδοτήσεως κατά την έξοδο από τη συγκεκριμένη περιοχή των προϊόντων που έτυχαν της εν λόγω πριμοδοτήσεως, χωρίς το σύστημα αυτό να μπορεί ούτε να συνιστά μειονέκτημα για τους παραγωγούς της περιοχής αυτής, πράγμα που θα συνέβαινε αν το εισπραττόμενο ποσό του clawback ήταν χαμηλότερο του ποσού της χορηγηθείσας πριμοδοτήσεως, ούτε να θίγει την ανταγωνιστική τους θέση, πράγμα που θα συνέβαινε αν το ποσό του clawback υπερέβαινε το ποσό της πριμοδοτήσεως.
Όσον αφορά την πρώτη από τις δύο εναλλακτικές επιλογές σχετικά με τις μεθόδους υπολογισμού του clawback που πρέπει να εισπραχθεί ή να επιστραφεί σε περίπτωση αχρεωστήτου εισπράξεως, επιλογές οι οποίες προβλέπονται στον κανονισμό 1922/92, είναι αναμφίβολο ότι αυτή η μέθοδος υπολογισμού, που προσφέρεται στους εμπόρους που είναι σε θέση να αποδείξουν στις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους το ύψος της πριμοδοτήσεως που πράγματι χορηγήθηκε για τα υποκείμενα στο clawback προϊόντα, συνάδει προς τον σκοπό του συστήματος εισπράξεως του clawback, διότι καθορίζει το ύψος του clawback στο ίδιο επίπεδο με το ύψος της χορηγηθείσας πριμοδοτήσεως για τη σφαγή.
Ως προς τις αποδείξεις που πρέπει να προσκομίσουν οι έμποροι στο πλαίσιο της πρώτης αυτής εναλλακτικής επιλογής, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι απάδει προδήλως προς τον ως άνω σκοπό το να απαιτηθούν οι αποδείξεις αυτές από τους εξαγωγείς. Πράγματι, τα άρθρα 9, παράγραφος 3, του κανονισμού 1837/80 και 24, παράγραφος 5, του κανονισμού 3013/89, που αφορούν και τα δύο την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα και αιγείου κρέατος, προέβλεπαν σαφώς ότι το ύψος του clawback έπρεπε να είναι ισοδύναμο προς το ύψος της πριμοδοτήσεως, οπότε ένας ενημερωμένος επιχειρηματίας, ο οποίος γνώριζε ότι όφειλε να καταβάλει clawback, έπρεπε να προετοιμαστεί καταλλήλως για να εφοδιαστεί με τις αναγκαίες αποδείξεις βάσει των οποίων θα μπορούσε να αποδειχθεί η ισοδυναμία αυτή. Εξάλλου, ο εξαγωγέας γνωρίζει την ταυτότητα του επιχειρηματία από τον οποίο αγόρασε τα προϊόντα για τα οποία πρέπει να αποδώσει το clawback, οπότε είναι ο πλέον κατάλληλος για να προσκομίσει την απαιτούμενη απόδειξη. Επιπλέον, για την περίπτωση που ο εξαγωγέας αδυνατεί να προσκομίσει την απόδειξη αυτή, ο εν λόγω κανονισμός 1922/92 προέβλεψε, στη δεύτερη εναλλακτική επιλογή, μια άλλη μέθοδο υπολογισμού του clawback.
Η μέθοδος αυτή, που στηρίζεται στη μέση αξία των ποσών της πριμοδοτήσεως που ίσχυσε κατά τη διάρκεια μιας περιόδου τεσσάρων εβδομάδων, στην οποία περιλαμβάνεται αναγκαστικά τόσο ο χρόνος της πρώτης διαθέσεως στην αγορά του προϊόντος όσο και ο χρόνος εξαγωγής του, συνάδει επίσης προς τον σκοπό του clawback. Συγκεκριμένα, αφενός μεν, βάσει της μεθόδου αυτής μπορούν να μειωθούν σημαντικά οι διακυμάνσεις του clawback σε σχέση με εκείνες που προέκυπταν από το προηγούμενο σύστημα υπολογισμού που κηρύχθηκε ανίσχυρο, σύμφωνα με το οποίο το clawback ισοδυναμούσε με το ύψος της πριμοδοτήσεως που είχε καθοριστεί για μόνη την εβδομάδα εξαγωγής των σχετικών προϊόντων, αφετέρου δε, η χρησιμοποίηση μιας μέσης τιμής καθοριζόμενης σε μια περίοδο τεσσάρων εβδομάδων αποτελεί εγγύηση ότι το ύψος του clawback προσεγγίζει κατά το δυνατόν το ύψος της πριμοδοτήσεως.
2. Ο περί αποδείξεως όρος που επιβάλλεται, αφενός, από το άρθρο 4, παράγραφος 1, του κανονισμού 1633/84, που αφορά, στο πλαίσιο της κοινής οργανώσεως των αγορών του προβείου και αιγείου κρέατος, το σύστημα εισπράξεως του clawback, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του κανονισμού 1922/92, και, αφετέρου, από το άρθρο 2 του τελευταίου αυτού κανονισμού, ο οποίος καθορίζει τις προϋποθέσεις επιστροφής του αχρεωστήτως εισπραχθέντος clawback, πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι οι έμποροι οφείλουν να αποδεικνύουν, επαρκώς κατά την κρίση των αρμοδίων αρχών του οικείου κράτους μέλους, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και εντός της καθοριζομένης με τον εν λόγω κανονισμό προθεσμίας, το ύψος της πριμοδοτήσεως που έχει πράγματι χορηγηθεί για τα υποκείμενα στο clawback προϊόντα, υπό την προϋπόθεση ότι οι εφαρμοστέοι εθνικοί κανόνες δεν θίγουν το περιεχόμενο και την αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου.
Συναφώς, και εν όψει του ότι το άρθρο 5 της Συνθήκης επιβάλλει στις εθνικές αρχές το καθήκον ειλικρινούς συνεργασίας το οποίο τους απαγορεύει να θίγουν τα αποτελέσματα και την αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου, οι διαδικαστικές λεπτομέρειες που προβλέπονται στο ισχύον εθνικό δίκαιο δεν μπορούν να είναι λιγότερο ευνοϊκές από εκείνες που αφορούν παρόμοιες διαδικασίες εσωτερικής φύσεως ούτε να καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή τη θέση σε εφαρμογή της κοινοτικής ρυθμίσεως και να παρακωλύουν ως εκ τούτου την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχει η κοινοτική έννομη τάξη.
3. Όσον αφορά τις αιτήσεις επιστροφής του clawback που καταβλήθηκε αχρεωστήτως πριν από τις 10 Μαρτίου 1992, η σκέψη 30 της αποφάσεως της 10ης Μαρτίου 1992, C-38/90 και C-151/90, Lomas κ.λπ., πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιτρέπει στους επιχειρηματίες ή στους έλκοντες εξ αυτών δικαιώματα, οι οποίοι, πριν από την ημερομηνία αυτή, άσκησαν ένδικη προσφυγή ή άλλη ισοδύναμη σύμφωνα με το ισχύον εθνικό δίκαιο ένσταση, να επικαλούνται το ανίσχυρο του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 1633/84, που αφορά, στο πλαίσιο της κοινής οργανώσεως των αγορών προβείου και αιγείου κρέατος, το σύστημα εισπράξεως του clawback, από της ενάρξεως της ισχύος του, υπό την επιφύλαξη εφαρμογής, εντός των επιβαλλομένων από το κοινοτικό δίκαιο ορίων, ενδεχομένων εθνικών διατάξεων οι οποίες περιορίζουν τον προ της ασκήσεως της προσφυγής χρόνο για τον οποίο μπορεί να υπάρξει επιστροφή του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού.
4. Όσον αφορά τα σημεία που δεν ρυθμίστηκαν με το άρθρο 2 του κανονισμού 1922/92, περί τροποποιήσεως του κανονισμού 1633/84, που αφορά τις λεπτομέρειες εφαρμογής της μεταβλητής πριμοδοτήσεως για τη σφαγή των προβατοειδών, και περί των όρων επιστροφής του αχρεωστήτως καταβληθέντος clawback, τα εθνικά δικαστήρια που θα κληθούν να αποφανθούν επί αιτήσεως επιστροφής του αχρεωστήτως καταβληθέντος clawback πρέπει να εφαρμόσουν το εθνικό δίκαιό τους, εφόσον οι προβλεπόμενες από αυτό διαδικαστικές λεπτομέρειες δεν είναι λιγότερο ευνοϊκές από εκείνες που αφορούν παρόμοιες αγωγές εσωτερικού δικαίου και εφόσον οι λεπτομέρειες αυτές δεν είναι έτσι διαρρυθμισμένες ώστε να καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχει η κοινοτική έννομη τάξη.
Συναφώς, ένας εθνικός κανόνας, κατά τον οποίο ένα ποσό που καταβλήθηκε σε δημόσια αρχή κατόπιν νομικής πλάνης δεν μπορεί να επιστραφεί παρά μόνον αν η καταβολή αυτή πραγματοποιήθηκε με κάθε επιφύλαξη, προδήλως δεν πληροί τις προϋποθέσεις αυτές, καθόσον μπορεί να θίξει την αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων που οι ενδιαφερόμενοι επιχειρηματίες αντλούν από το κοινοτικό δίκαιο. Εξάλλου, το άρθρο 2, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού ορίζει ρητώς τα πρόσωπα που μπορούν να ασκήσουν αγωγή περί επιστροφής, χωρίς να την εξαρτά από προϋποθέσεις σχετικές με τη συμπεριφορά τους κατά την πληρωμή.
Αντιθέτως, το κοινοτικό δίκαιο δεν απαγορεύει στα εθνικά νομικά συστήματα να αποκλείουν την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, όταν αυτό συνεπάγεται τον αδικαιολόγητο πλουτισμό των δικαιούχων.