ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΊΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 27ης Οκτωβρίου 1994

Υπόθεση Τ-536/93

Hartwig Benzler

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Υπάλληλοι — Σύνταξη — Διορθωτικός συντελεστής — Αλλαγή πρωτεύουσας»

Πλήρες κείμενο στη γαλλική γλώσσα   II-777

Αντικείμενο:

Προσφυγή με αντικείμενο την ακύρωση του εκκαθαριστικού σημειώματος συντάξεως του προσφεύγοντος, του Ιανουαρίου 1993.

Αποτέλεσμα:

Ακύρωση.

Επιτομή της αποφάσεως

Ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι, βάσει της αρχής ότι ο διορθωτικός συντελεστής καθορίζεται για κάθε κράτος μέλος σε σχέση με το κόστος ζωής στην πρωτεύουσα, η Επιτροπή όφειλε να εφαρμόσει στη σύνταξη του τον διορθωτικό συντελεστή 107,1 που καθορίστηκε με το άρθρο 6, παράγραφος 2, του κανονισμού 3761/92, της 21ης Δεκεμβρίου 1992, για το Βερολίνο, τη νέα πρωτεύουσα της Γερμανίας από τον Οκτώβριο του 1990, αντί του διορθωτικού συντελεστή 96,1 που καθορίστηκε για όλη τη Γερμανία (εκτός του Βερολίνου και του Μονάχου) με το ίδιο άρθρο, βάσει του κόστους ζωής στη Βόννη, υπό την επιφύλαξη ότι θα καθοριστεί, με νεότερες διατάξεις, ο γενικός συντελεστής για τη Γερμανία βάσει του κόστους ζωής στο Βερολίνο.

Ι — Επί του παραδεκτού

Το Πρωτοδικείο παρατηρεί ότι το εκκαθαριστικό σημείωμα αποδοχών αποτελεί βλαπτική πράξη κατά την έννοια του άρθρου 90, παράγραφος 2, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως (ΚΥΚ), κατά της οποίας χωρεί διοικητική ένσταση, ενδεχομένως δε και προσφυγή, και ότι μόνο μια πράξη με την οποία εκφράζεται αμετάκλητα η βούληση ενός κοινοτικού οργάνου μπορεί να συνιστά βλαπτική πράξη (σκέψεις 15 και 17).

Παραπομπή: ΔΕΚ, 19 Ιανουαρίου 1984, 262/80, Andersen κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου (Συλλογή 1984, σ. 195, σκέψη 4) ΔΕΚ, 4 Ιουλίου 1985, 264/83, Délhez κ.λπ. κατά Επιτροπής (Συλλογή 1985, ο. 2179, σκέψη 20) ΔΕΚ, 24 Μαρτίου 1993, C-313/90, CIRFS κ.λπ. κατά Επιτροπής (Συλλογή 1993, α I-1125, σκέψη 27)- ΠΕΚ, 15 Ιουλίου 1993, Τ-17/90, Τ-28/91 και Τ-17/92, Cámara Moisio κ.λπ. κατά Επιτροπής (Συλλογή 1993, σ. II-841, σκέψη 39)

Καίτοι με τον κανονισμό 3761/92, στον οποίο στηρίζεται το εκκαθαριστικό σημείωμα συντάξεως, καθορίστηκε προσωρινά ο διορθωτικός συντελεστής 96,1 για τη Γερμανία, η Επιτροπή δεν θα μπορέσει ποτέ να αναθεωρήσει την απόφαση της να τον εφαρμόσει στη σύνταξη του προσφεύγοντος του Ιανουαρίου 1993, εφόσον το Συμβούλιο δεν θα έχει τροποποιήσει αναδρομικά αυτόν τον κανονισμό. Υπό τις συνθήκες αυτές, η εν λόγω απόφαση αποτελεί, αντίθετα με τους ισχυρισμούς της Επιτροπής, οριστική πράξη δεκτική προσφυγής (σκέψη 18).

II — Επί της ουσίας

Κατά το μέτρο που ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η Επιτροπή όφειλε να του εφαρμόσει μόνο τον διορθωτικό συντελεστή της νέας πρωτεύουσας, του Βερολίνου, αμφισβητεί τη νομιμότητα του γενικού για τη Γερμανία διορθωτικού συντελεστή που καθορίστηκε με βάση το κόστος ζωής στη Βόννη, εφαρμογή του οποίου αποτελεί το επίδικο εκκαθαριστικό σημείωμα συντάξεως. Το Πρωτοδικείο φρονεί δηλαδή ότι πρόκειται για ένσταση ελλείψεως νομιμότητας κατά την έννοια του άρθρου 184 της Συνθήκης ΕΚ (σκέψεις 30 και 31).

Το Πρωτοδικείο διαπιστώνει ότι, δυνάμει της αρχής της ιεραρχίας των κανόνων δικαίου, ο κανονισμός 3761/92 δεν μπορεί να συνιστά παρέκκλιση από τις αρχές των άρθρων 63 έως 65 α, 82 καθώς και του παραρτήματος XI στα οποία και στηρίζεται ρητά. Πράγματι, αντίθετα με τον κανονισμό 3830/91, της 19ης Δεκεμβρίου 1991, ο οποίος τροποποίησε τον τρόπο προσαρμογής των αποδοχών διά της προσθήκης στον ΚΥΚ του άρθρου 65 α και του παραρτήματος XI και εκδόθηκε κατόπιν διαβουλεύσεων με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και με το Δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 24 της Συνθήκης Συγχωνεύσεως και αφού διατύπωσε τη γνώμη της η επιτροπή κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως του άρθρου 10 του ΚΥΚ, ο κανονισμός 3761/92, ως εκτελεστικός των διατάξεων του ΚΥΚ κανονισμός, δεν αποτέλεσε αντικείμενο τέτοιων διαβουλεύσεων (σκέψεις 32 και 33).

Όμως, ο καθορισμός προσωρινού διορθωτικού συντελεστή για τη Γερμανία βάσει του κόστους ζωής στη Βόννη και όχι στο Βερολίνο, που είναι η νέα πρωτεύουσα από τον Οκτώβριο του 1990, συνιστά παράνομη παρέκκλιση από την αρχή που διατυπώνει το Συμβούλιο στο παράρτημα XI του ΚΥΚ και έχει επιβεβαιώσει το Δικαστήριο, ότι δηλαδή ο διορθωτικός συντελεστής καθορίζεται για κάθε κράτος σε σχέση με το κόστος ζωής οτην οικεία πρωτεύουσα. Συγκεκριμένα, καίτοι η έλλειψη ορισμένων στατιστικών στοιχείων την οποία επικαλείται το Συμβούλιο μπορεί να δικαιολογήσει τον καθορισμό προσωρινού διορθωτικού συντελεστή, το Πρωτοδικείο κρίνει, λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο είχε στη διάθεση του επαρκή στοιχεία για να καθορίσει οριστικό διορθωτικό συντελεστή για την πρωτεύουσα, το Βερολίνο, ότι αυτό διέθετε οπωσδήποτε κατά τον χρόνο της εκδόσεως του κανονισμού 3761/92 όλα τα αναγκαία στοιχεία προκειμένου να καθορίσει οριστικό διορθωτικό συντελεστή για τη Γερμανία βάσει του κόστους ζωής στη νέα πρωτεύουσα (σκέψεις 35, 36 και 38).

Παραπομπή: ΔΕΚ, 28 Ιουνίου 1988, 7/87, Επιτροπή κατά Συμβουλίου (Συλλογή 1988, σ. 3401, σκέψη 18)

Ναι μεν το Συμβούλιο έχει αποκλειστική αρμοδιότητα να καθορίζει τους διορθωρικοΰς συντελεστές, πλην όμως η Επιτροπή εφάρμοσε παράνομο διορθωτικό συντελεστή. Κατά συνέπεια, το Πρωτοδικείο ακυρώνει το προσβαλλόμενο εκκαθαριστικό σημείωμα συντάξεως (σκέψεις 40 και 41).

Διατακτικό:

Ακυρώνει το εκκαθαριστικό σημείωμα συντάξεως του προσφεύγονϊος του Ιανουαρίου 1993 καθόσον αυτό εφαρμόζει διορθωτικό συντελεστή που υπολογίστηκε με βάση το κόστος ζωής στη Βόννη.