++++
Κοινοτικό δίκαιο * Άμεσο αποτέλεσμα * Ατομικά δικαιώματα * Προστασία από τα εθνικά δικαστήρια * Προσφυγή στη δικαιοσύνη * Εθνικές δικονομικές διατάξεις * Προϋποθέσεις εφαρμογής * Αυτεπάγγελτη εκτίμηση αιτιάσεως αντλουμένης από την παραβίαση του κοινοτικού δικαίου * Όρια * Αρχή της ουδετερότητας του δικαστή της αστικής δίκης
(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρα 3, στοιχ. στ', 5, 85, 86, 90 και 177)
Στα πλαίσια δίκης αφορώσας αστικά δικαιώματα και υποχρεώσεις που εμπίπτουν στη σφαίρα της ελεύθερης βούλησης των διαδίκων, εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εφαρμόσει τις δεσμευτικές κοινοτικές διατάξεις, όπως είναι οι διατάξεις των άρθρων 3, στοιχείο στ', 85, 86 και 90 της Συνθήκης, ακόμη και όταν ο διάδικος ο οποίος έχει συμφέρον για την εφαρμογή των άρθρων αυτών δεν τα έχει επικαλεστεί, οσάκις το εθνικό δίκαιο του επιτρέπει να προβεί στην εφαρμογή αυτή.
Πράγματι, εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια να διασφαλίζουν, μέσω της εφαρμογής της εξαγγελλομένης στο άρθρο 5 της Συνθήκης αρχής περί συνεργασίας, την ένδικη προστασία που δικαιούνται οι πολίτες ως συνέπεια του αμέσου αποτελέσματος των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου.
Πάντως, το κοινοτικό δίκαιο δεν επιβάλλει στα εθνικά δικαστήρια την υποχρέωση να εξετάζουν αυτεπαγγέλτως ισχυρισμό αντλούμενο από την παράβαση κοινοτικών διατάξεων, εφόσον η εξέταση του ισχυρισμού αυτού θα τα υποχρέωνε να εγκαταλείψουν την επιβαλλόμενη ουδετερότητά τους, εξερχόμενα των ορίων της ένδικης διαφοράς, όπως προσδιορίστηκε από τους διαδίκους, και στηριζόμενα σε άλλα γεγονότα και περιστάσεις πέραν εκείνων επί των οποίων στηρίζει το αίτημά του ο διάδικος ο οποίος έχει συμφέρον για την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων.
Συγκεκριμένα, ελλείψει κοινοτικής ρυθμίσεως επί του θέματος, απόκειται στην εθνική έννομη τάξη κάθε κράτους μέλους να ορίσει τα αρμόδια δικαστήρια και να ρυθμίσει τις διαδικαστικές λεπτομέρειες ασκήσεως των ενδίκων μέσων που αποσκοπούν στη διασφάλιση των δικαιωμάτων που αντλούν οι πολίτες από το άμεσο αποτέλεσμα του κοινοτικού δικαίου. Πάντως, οι λεπτομέρειες αυτές δεν μπορούν να είναι λιγότερο ευνοϊκές από εκείνες που αφορούν παρεμφερή ένδικα μέσα προστασίας του εσωτερικού δικαίου, ούτε να καθιστούν αδύνατη στην πράξη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των απονεμομένων από την κοινοτική έννομη τάξη δικαιωμάτων. Συναφώς, η διάταξη του εθνικού δικαίου που παρεμποδίζει την εφαρμογή της προβλεπομένης στο άρθρο 177 της Συνθήκης διαδικασία πρέπει να μη λαμβάνεται υπόψη.
Κάθε περίπτωση, στα πλαίσια της οποίας τίθεται το ζήτημα αν εθνικός δικονομικός κανόνας καθιστά ανέφικτη ή εξαιρετικά δυσχερή την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου, πρέπει να αναλύεται, λαμβανομένης υπόψη της θέσεως του εν λόγω κανόνα στο σύνολο της διαδικασίας, της εξελίξεώς της και των ιδιομορφιών της, ενώπιον των διαφόρων εθνικών αρχών. Υπό το πρίσμα αυτό, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, ενδεχομένως, οι αρχές που αποτελούν τη βάση του εθνικού δικαιοδοτικού συστήματος, όπως είναι η προστασία των δικαιωμάτων άμυνας, η αρχή της ασφαλείας δικαίου και η ομαλή διεξαγωγή της δίκης.
Συναφώς, η αρχή του εθνικού δικαίου ότι οι διάδικοι έχουν την πρωτοβουλία της αστικής δίκης και ότι ο δικαστής δεν μπορεί να ενεργήσει αυτεπαγγέλτως παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου η παρέμβασή του επιβάλλεται από το δημόσιο συμφέρον αποτελεί έκφραση αντιλήψεων που συμμερίζεται η πλειονότητα των κρατών μελών όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ κράτους και πολίτη, προστατεύει τα δικαιώματα άμυνας και εξασφαλίζει την ομαλή διεξαγωγή της δίκης, ιδίως προλαμβάνοντας καθυστερήσεις συμφυείς με την εκτίμηση των νέων ισχυρισμών.