Λέξεις κλειδιά
Περίληψη

Λέξεις κλειδιά

++++

Κοινωνική πολιτική * 'Ανδρες και γυναίκες εργαζόμενοι * Ισότητα αμοιβών * 'Αρθρο 119 της Συνθήκης * Εφαρμόζεται στα ιδιωτικά επαγγελματικά συνταξιοδοτικά συστήματα * Διαπίστωση περιεχομένη στην απόφαση της 17ης Μαΐου 1990, C-262/88 * Μετάθεση προς τα άνω, προς τον σκοπό αποκαταστάσεως της ισότητας, του ορίου για την ηλικία συνταξιοδοτήσεως των γυναικών μέχρι το προβλεπόμενο για τους άνδρες όριο, όσον αφορά τις περιόδους απασχολήσεως που διανύθηκαν μεταξύ της δημοσιεύσεως της αποφάσεως και της ενάρξεως ισχύος ενιαίας ηλικίας συνταξιοδοτήσεως * Αιτιολογία στηριζόμενη στην ύπαρξη χρηματοοικονομικών δυσχερειών * Απαράδεκτη * Εφαρμογή στους άνδρες εργαζομένους, όσον αφορά τις περιόδους αυτές, του καθεστώτος που ισχύει για τις γυναίκες εργαζόμενες * Κατάργηση, όσον αφορά τις περιόδους απασχολήσεως που διανύθηκαν μετά την ημερομηνία εξισώσεως της ηλικίας συνταξιοδοτήσεως, των πλεονεκτημάτων που προβλέπονταν προηγουμένως για τις γυναίκες * Επιτρέπεται * Θέσπιση μέτρων, έστω και μεταβατικών, που περιορίζουν τις αρνητικές συνέπειες που έχει η εξίσωση αυτή για τις γυναίκες * Δεν επιτρέπεται

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 119)

Περίληψη

Το άρθρο 119 της Συνθήκης απαγορεύει στον εργοδότη ή το επαγγελματικό συνταξιοδοτικό σύστημα, όταν λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα καθορισμού ενιαίας ηλικίας συνταξιοδοτήσεως για τους άνδρες και τις γυναίκες, με σκοπό τη συμμόρφωσή τους προς την απόφαση της 17ης Μαΐου 1990 στην υπόθεση C-262/88, Barber, και την αποκατάσταση της ισότητας, να μεταθέτουν προς τα άνω την ηλικία συνταξιοδοτήσεως των γυναικών μέχρι το προβλεπόμενο για τους άνδρες όριο, όσον αφορά τις περιόδους απασχολήσεως που διανύθηκαν μεταξύ της ημερομηνίας δημοσιεύσεως της αποφάσεως και της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος των εν λόγω μέτρων, ακόμη και αν γίνεται συναφώς επίκληση χρηματοοικονομικών δυσχερειών του εργοδότη ή του συστήματος ή της οικείας επιχειρήσεως. Για την περίοδο αυτή τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα των ανδρών εργαζομένων πρέπει να υπολογίζονται βάσει της ηλικίας συνταξιοδοτήσεως που ίσχυε για τις γυναίκες εργαζόμενες. Εφόσον δηλαδή η δυσμενής διάκριση ως προς τις αποδοχές έχει διαπιστωθεί από το Δικαστήριο και ενόσω δεν έχουν ληφθεί στο πλαίσιο του συνταξιοδοτικού συστήματος μέτρα για την αποκατάσταση της ίσης μεταχειρίσεως, η τήρηση του άρθρου 119 δεν μπορεί να εξασφαλιστεί παρά μόνο με τη χορήγηση στα πρόσωπα που ανήκουν στην κατηγορία που βρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση των ίδιων πλεονεκτημάτων που προβλέπονται για τα πρόσωπα που ανήκουν στην ευνοούμενη κατηγορία.

Αντίθετα, για τις περιόδους απασχολήσεως που διανύθηκαν μετά την έναρξη ισχύος της ενοποιήσεως των προϋποθέσεων, το άρθρο 119, το οποίο απαιτεί μόνο την καταβολή στους εργαζόμενους άνδρες και στις εργαζόμενες γυναίκες ίδιας αμοιβής για όμοια εργασία, δεν κωλύει τη λήψη μέτρων για την αποκατάσταση της ίσης μεταχειρίσεως μέσω της μειώσεως των πλεονεκτημάτων που προβλέπονταν για τα ευνοούμενα προηγουμένως πρόσωπα, αλλά απαγορεύονται τα μέτρα περιορισμού των αρνητικών συνεπειών που ενδέχεται να έχει για τις γυναίκες η προς τα άνω μετάθεση της ηλικίας συνταξιοδοτήσεως, έστω και αν τα μέτρα αυτά είναι μεταβατικά.

'Οσον αφορά, τέλος, τις περιόδους απασχολήσεως που διανύθηκαν πριν από τις 17 Μαΐου 1990, με την προαναφερθείσα απόφαση του Δικαστηρίου αναγνωρίστηκε ότι το άρθρο 119 δεν μπορεί να εφαρμοστεί στις συνταξιοδοτικές παροχές που οφείλονται για τις εν λόγω περιόδους. Κατά συνέπεια, το κοινοτικό δίκαιο δεν επέβαλλε καμία υποχρέωση που θα μπορούσε να δικαιολογήσει τη λήψη μέτρων για τον εκ των υστέρων περιορισμό των πλεονεκτημάτων που ίσχυαν προηγουμένως για τις γυναίκες.