61992J0405

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΕΚΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 24ΗΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1993. - ETABLISSEMENTS ARMAND MONDIET SA ΚΑΤΑ ARMEMENT ISLAIS SARL. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: TRIBUNAL DE COMMERCE DE LA ROCHE-SUR-YON - ΓΑΛΛΙΑ. - ΑΛΙΕΙΑ - ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΣΥΡΟΜΕΝΩΝ ΔΙΧΤΥΩΝ ΜΗΚΟΥΣ ΑΝΩ ΤΩΝ 2,5 ΧΛΜ - ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΣΚΑΦΗ ΑΛΙΕΙΑΣ ΤΟΝΟΥ - ΚΥΡΟΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-405/92.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I-06133


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

1. Αλιεία * Διατήρηση των θαλασσίων πόρων * Αρμοδιότητα της Κοινότητας * Μέτρα διατηρήσεως των αλιευτικών πόρων της ανοικτής θάλασσας * Περιλαμβάνονται

2. Αλιεία * Διατήρηση των θαλασσίων πόρων * Τεχνικά μέτρα διατηρήσεως * Κανονισμός που περιορίζει τη χρησιμοποίηση των συρομένων διχτυών * Νομική βάση * Διατάξεις που ρυθμίζουν την κοινή αλιευτική πολιτική * Δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι λαμβάνονται ταυτοχρόνως υπόψη λόγοι αναγόμενοι στην προστασία του περιβάλλοντος

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρα 39 και 130 Σ κανονισμός 345/92 του Συμβουλίου)

3. Αλιεία * Διατήρηση των θαλασσίων πόρων * Διεθνείς υποχρεώσεις της Κοινότητας * Τεχνικά μέτρα διατηρήσεως * Εξουσία εκτιμήσεως του Συμβουλίου παρά την ύπαρξη επιστημονικών συστάσεων * Απαγόρευση χρησιμοποιήσεως ορισμένων συρομένων διχτυών * Νόμιμος χαρακτήρας

(Κανονισμοί του Συμβουλίου, 170/83, άρθρο 2, και 345/92)

4. Αλιεία * Διατήρηση των θαλασσίων πόρων * Τεχνικά μέτρα διατηρήσεως * Απαγόρευση χρησιμοποιήσεως των συρομένων διχτυών * Χορήγηση περιορισμένης παρεκκλίσεως από το Συμβούλιο, στο πλαίσιο της εξουσίας του εκτιμήσεως * Παραβίαση της αρχής της σχετικής σταθερότητας των αλιευμάτων και των σκοπών της κοινής αλιευτικής πολιτικής * Δεν υφίσταται

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 39 κανονισμοί του Συμβουλίου, 170/83, άρθρο 4, παράγραφος 1, και 345/92, άρθρο 1 PAR 8)

Περίληψη


1. Η Κοινότητα έχει, στους τομείς που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της, την ίδια κανονιστική αρμοδιότητα όσον αφορά την ανοικτή θάλασσα με την αρμοδιότητα που αναγνωρίζεται από το διεθνές δίκαιο στο κράτος της σημαίας ή του νηολογίου του πλοίου. Ειδικότερα, είναι αρμόδια να λαμβάνει, έναντι των σκαφών που φέρουν τη σημαία κράτους μέλους ή είναι νηολογημένα σε κράτος μέλος, μέτρα που αποσκοπούν στη διατήρηση των αλιευτικών πόρων της ανοικτής θάλασσας.

2. Ο περιορισμός της χρησιμοποιήσεως των συρομένων διχτυών, που επιβάλλεται από τον κανονισμό 35/92, περί ενδεκάτης τροποποιήσεως του κανονισμού 3094/86 για τη θέσπιση ορισμένων τεχνικών μέτρων διατηρήσεως των αλιευτικών πόρων, θεσπίστηκε με πρωταρχικό σκοπό να διασφαλιστεί η διατήρηση και η ορθολογική εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων καθώς και ο περιορισμός της αλιευτικής δραστηριότητας. Η ρύθμιση αυτή αποτελεί ως εκ τούτου αναπόσπαστο μέρος της κοινής γεωργικής πολιτικής, ο σκοπός της οποίας συνίσταται μεταξύ άλλων, σύμφωνα με το άρθρο 39 της Συνθήκης, στην εξασφάλιση της ορθολογικής αναπτύξεως της παραγωγής και του εφοδιασμού και μπορούσε, κατά συνέπεια, να θεσπιστεί εγκύρως βάσει μόνον των διατάξεων που ρυθμίζουν την κοινή αλιευτική πολιτική. Ακόμη και εάν λόγοι αναγόμενοι στην προστασία του περιβάλλοντος συνηγόρησαν επίσης στην έκδοση του επίδικου κανονισμού, ο κανονισμός αυτός δεν εμπίπτει ωστόσο, μόνο για τον λόγο αυτό, στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 130 Σ της Συνθήκης.

3. Από το γράμμα του άρθρου 2 του κανονισμού 170/83, περί θεσπίσεως κοινοτικού καθεστώτος διατηρήσεως και διαχειρίσεως των αλιευτικών πόρων, προκύπτει ότι τα αναγκαία μέτρα διατηρήσεως δεν πρέπει οπωσδήποτε να συνάδουν πλήρως προς τις διαθέσιμες επιστημονικές συστάσεις και ότι το γεγονός ότι δεν υφίστανται τέτοιες συστάσεις ή οι υφιστάμενες είναι ανεπαρκείς δεν πρέπει να εμποδίζει το Συμβούλιο να λαμβάνει τα μέτρα που κρίνει αναγκαία για την πραγματοποίηση των σκοπών της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

Επομένως, το Συμβούλιο απαγόρευσε με τον κανονισμό 345/92 τη χρησιμοποίηση μεγάλων συρομένων διχτυών, χωρίς να υπερβεί τα όριά του εξουσίας εκτιμήσεως που διαθέτει κατά τη θέσπιση της κοινής γεωργικής πολιτικής. Πράγματι, αφενός, οι διαθέσιμες επιστημονικές συστάσεις δεν έλαβαν υπόψη το πρόβλημα της ισόρροπης εκμεταλλεύσεως του συνόλου των βιολογικών πόρων της θάλασσας σε διαρκή βάση και υπό κατάλληλες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες και, αφετέρου, το Συμβούλιο, διατυπώνοντας την επίμαχη απαγόρευση στο πλαίσιο της διεθνούς υποχρεώσεως της Κοινότητας να συνεργάζεται για τη διατήρηση και τη διαχείριση των βιολογικών πόρων της ανοικτής θάλασσας, συμμορφώθηκε απλώς προς θέση ευρέως διαδεδομένη σε διεθνές επίπεδο.

4. Περιορίζοντας, με το άρθρο 1, παράγραφος 8, του κανονισμού 345/92, κατά την άσκηση της διακριτικής του εξουσίας, σε 5 χιλιόμετρα, και μόνον μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1993, την παρέκκλιση από την απαγόρευση των συρομένων διχτυών μήκους άνω των 2,5 χιλιομέτρων, το Συμβούλιο, το οποίο είχε την πρόθεση να επιτευχθεί προοδευτικώς ο τελικός σκοπός της απαγορεύσεως των διχτυών της κατηγορίας αυτής που υπερβαίνουν τα 2,5 χιλιόμετρα, δεν παραβίασε ούτε την αρχή της σχετικής σταθερότητας ούτε έθεσε σε κίνδυνο τους άλλους σκοπούς της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Πράγματι, η αρχή της σχετικής σταθερότητας των αλιευμάτων του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού 170/83 αφορά μόνον την κατανομή μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών, για κάθε απόθεμα ιχθύων, του όγκου των διαθεσίμων αλιευμάτων για την Κοινότητα και επομένως δεν παραβιάζεται άπαξ οι αλιείς των κρατών μελών μπορούν να εξακολουθούν να αλιεύουν έστω και αν πρέπει να εγκαταλείψουν ορισμένους τρόπους αλιείας. 'Αλλωστε, κατά την επιδίωξη των διαφόρων στόχων της κοινής γεωργικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της κοινής αλιευτικής πολιτικής, που απαριθμούνται στο άρθρο 39 της Συνθήκης, τα κοινοτικά όργανα οφείλουν να διασφαλίζουν τη διαρκή εναρμόνιση που επιβάλλεται λόγω των ενδεχομένων αντιθέσεων μεταξύ των στόχων αυτών, θεωρουμένων χωριστά, και, ενδεχομένως, να προσδίδουν σε έναν από αυτούς προσωρινή προτεραιότητα που επιβάλλεται από τα γεγονότα ή τις οικονομικές συνθήκες ενόψει των οποίων λαμβάνουν τις αποφάσεις τους.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-405/92,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση τoυ tribunal de commerce de La Roche-sur-Yon (Γαλλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Etablissements Armand Mondiet SA

και

Armement Islais SARL,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς το κύρος του άρθρου 1, παράγραφος 8, του κανονισμού (ΕΟΚ) 345/92 του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 1992, για την ενδέκατη τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 3094/86, για τη θέσπιση ορισμένων τεχνικών μέτρων διατήρησης των αλιευτικών πόρων (ΕΕ L 42, σ. 15),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους G. F. Mancini, πρόεδρο τμήματος, M. Diez de Velasco, Κ. Ν. Κακούρη, F. H. Schockweiler και P. J. G. Kapteyn, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: C. Gulmann

γραμματέας: H. A. Ruehl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

* η Armement Islais, εκπροσωπουμένη από την Beatrice Ghelber, δικηγόρο Παρισίων,

* το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενο από τον Jean-Paul Jacque, διευθυντή της Νομικής Υπηρεσίας, και τον John Carbery, σύμβουλο στη Νομική Υπηρεσία,

* η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένη απο τον Gerard Rozet, νομικό σύμβουλο,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της Armement Islais, του Συμβουλίου και της Επιτροπής κατά τη συνεδρίαση της 8ης Ιουλίου 1993,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 28ης Σεπτεμβρίου 1993,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 1992, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 3 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους, το tribunal de commerce de La Roche-sur-Yon υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, ορισμένα προδικαστικά ερωτήματα σχετικά με το κύρος του άρθρου 1, παράγραφος 8, του κανονισμού (ΕΟΚ) 345/92 του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 1992, για την ενδέκατη τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 3094/86, για τη θέσπιση ορισμένων τεχνικών μέτρων διατήρησης των αλιευτικών πόρων (ΕΕ L 42, σ. 15).

2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ των Etablissements Armand Mondiet SA (στο εξής: Mondiet), με έδρα τη Γαλλία, και της εταιρίας Armement Islais, με έδρα επίσης τη Γαλλία, σχετικά με την καταβολή του αντιτίμου διακοσίων συρομένων διχτυών για την αλιεία τόνου, τα οποία η εταιρία Armement Islais είχε παραγγείλει στην εταιρία Mondiet τον Αύγουστο του 1991.

3 Από τον φάκελο που διαβιβάστηκε στο Δικαστήριο προκύπτει ότι τον Νοέμβριο του 1991 η Armement Islais, η οποία χρησιμοποιούσε συρόμενα δίχτυα μήκους 7 περίπου χιλιομέτρων για την αλιεία τόνου στον Bορειοανατολικό Ατλαντικό, ακύρωσε την παραγγελία αυτή λόγω της εκδόσεως από το Συμβούλιο του προπαρατεθέντος κανονισμού 345/92.

4 Με το άρθρο 1, παράγραφος 8, του κανονισμού αυτού, προστίθεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) 3094/86 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 1986, για τη θέσπιση ορισμένων τεχνικών μέτρων διατήρησης των αλιευτικών πόρων (ΕΕ L 288, σ. 1), νέο άρθρο, το 9α, το οποίο απαγορεύει σε όλα τα σκάφη να διατηρούν ή να αλιεύουν με συρόμενα δίχτυα (απλάδια), των οποίων το ατομικό ή συνολικό μήκος υπερβαίνει τα 2,5 χιλιόμετρα η διάταξη αυτή προβλέπει ωστόσο ότι, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1993, τα σκάφη τα οποία αλίευσαν λευκό τόνο με συρόμενα δίχτυα στον Bορειοανατολικό Ατλαντικό κατά τα δύο τουλάχιστον έτη που προηγήθηκαν της ενάρξεως ισχύος του προπαρατεθέντος κανονισμού 345/92 μπορούν να χρησιμοποιούν συρόμενα δίχτυα το μήκος των οποίων δεν υπερβαίνει το ολικό μήκος των 5 χιλιομέτρων.

5 Σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 9α, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται, εξαιρέσει της Βαλτικής, των Belts και του OEresund, σε όλα τα ύδατα που υπάγονται στην κυριαρχία ή τη δικαιοδοσία των κρατών μελών και, εκτός αυτών των υδάτων, σε κάθε αλιευτικό σκάφος που φέρει τη σημαία κράτους μέλους ή είναι νηολογημένο σε κράτος μέλος.

6 Κατόπιν της ακυρώσεως της παραγγελίας της Armement Islais, η Mondiet άσκησε αγωγή ενώπιον του tribunal de commerce de La Roche-sur-Yon ζητώντας την καταβολή του αντιτίμου του εν λόγω εμπορεύματος.

7 Το δικαστήριο αυτό έκρινε ότι η έκδοση του προπαρατεθέντος κανονισμού 345/92 συνιστούσε ενδεχομένως περίπτωση ανωτέρας βίας, ικανή να απαλλάξει την Armement Islais από την υποχρέωσή της να εκτελέσει τη σύμβαση που συνήφθη μεταξύ των διαδίκων, υπό την προϋπόθεση ωστόσο ότι ο κανονισμός αυτός δεν είναι παράνομος.

8 Θεωρώντας ότι η λύση της διαφοράς προϋπέθετε ως εκ τούτου την εκτίμηση του κύρους της επίμαχης κοινοτικής ρυθμίσεως, το tribunal de commerce de La Roche-sur-Yon ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

"1.1. Μπορεί ο κανονισμός 345/92 του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 1992, ως τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού του κανονισμού 170/83, να επιβάλει περιορισμό στην ελευθερία της αλιείας σε ανοικτή θάλασσα για τους υπηκόους της ΕΟΚ;

1.2. Σε περίπτωση αποφατικής απαντήσεως, μπορούσε ο κανονισμός αυτός να απαγορεύσει, εντός των ζωνών δικαιοδοσίας των κρατών μελών (αποκλειστικές οικονομικές ζώνες και χωρικά ύδατα), τη διατήρηση επί του σκάφους συρομένων διχτυών ορισμένου μήκους, όταν αυτή η απαγόρευση καθιστά αδύνατη την αλιεία με συρόμενα δίχτυα, η οποία ασκείται κυρίως στην ανοικτή θάλασσα;

2.1. Είναι δυνατόν ο κανονισμός αυτός αυθαίρετα να αγνοήσει τις μόνες διαθέσιμες επιστημονικές γνώμες, ήτοι:

* την έκθεση της Μόνιμης Επιτροπής για την Έρευνα και τις Στατιστικές της Διεθνούς Επιτροπής για τη Διατήρηση των Τονοειδών

* και ιδίως, την έκθεση IFREMER-ΙΕΟ, την οποία ωστόσο είχε ζητήσει η Επιτροπή, δοθέντος ότι η εν λόγω έκθεση διευκρινίζει ότι δεν υφίσταται κανένα πρόβλημα πόρων ως προς τον τόνο ούτε ζημιών άλλων ειδών του ζωικού βασιλείου;

2.2. Δεν πρέπει, αντιθέτως, ο κανονισμός αυτός να συμμορφώνεται προς τις εν λόγω διαθέσιμες επιστημονικές γνώμες;

2.3. Είναι δυνατόν ο κανονισμός αυτός να έχει εκδοθεί εγκύρως για συμβολικούς λόγους;

2.4. Μπορεί ο κανονισμός αυτός να περιορίσει σε 5 χιλιόμετρα και στις 31 Δεκεμβρίου 1993 την παρέκκλιση από την απαγόρευση;

2.5. Μπορεί, ο κανονισμός αυτός, όσον αφορά την ενδεχόμενη διαχρονική παρέκκλιση, να ορίζει ότι η εν λόγω παρέκκλιση παρατείνεται μόνον υπό το φως επιστημονικών δεδομένων που αποδεικνύουν έλλειψη κάθε οικολογικού κινδύνου; Δεν αποτελεί αυτό αντιστροφή του βάρους αποδείξεως;

Δεν αποτελεί αυτό αυθαίρετη παρέμβαση που καθιστά τον κανονισμό αυτό άκυρο ως προς τον περιορισμό της παρεκκλίσεως που επιτρέπεται για τα πλοία τα οποία αλίευαν με συρόμενα δίχτυα στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό κατά τα δύο έτη που προηγήθηκαν της ενάρξεως ισχύος του παρόντος κανονισμού;

3. Δεν είναι αντίθετος προς την αρχή της σχετικής σταθερότητας και προς τους σκοπούς της κοινής πολιτικής ο περιορισμός της παρεκκλίσεως, που προφανώς στερείται ερείσματος, καθόσον μάλιστα οι Γάλλοι αλιείς που αλιεύουν λευκό τόνο με συρόμενα δίκτυα φαίνεται να είναι οι μόνοι που αλίευαν κατά τα δύο τουλάχιστον έτη που προηγήθηκαν της ενάρξεως ισχύος του κανονισμού και, επομένως, που πρέπει να εμπίπτουν στο πλαίσιο της εν λόγω παρεκκλίσεως;

4.1. Δεν είναι παράνομος ο κανονισμός αυτός, εκδοθείς με οικολογικό έρεισμα, παρόλον ότι πρόκειται περί κανονισμού 'για την ενδέκατη τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 3094/86 για τη θέσπιση ορισμένων τεχνικών μέτρων διατηρήσεως των αλιευτικών πόρων' , ο οποίος είναι εκτελεστικός κανονισμός του βασικού κανονισμού 170/83 'περί θεσπίσεως κοινοτικού καθεστώτος διατηρήσεως και διαχειρίσεως των αλιευτικών πόρων;"

4.2. Μπορεί επίσης να έχει εκδοθεί νομίμως ο κανονισμός αυτός, έστω και με οικολογικό έρεισμα, χωρίς επιστημονική θεμελίωση, αλλά προδήλως σε συνάρτηση με την ασκηθείσα πίεση από ορισμένες πολυεθνικές οικολογικές οργανώσεις που διαθέτουν μεγάλα οικονομικά και πολιτικά μέσα, όπως τονίζει ο Marin, μέλος της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, αρμόδιος για την αλιεία, ενώ ουδόλως αποδεικνύεται ότι η δράση τους στηρίζεται έστω σε ελαχίστη δόση λογικής και ενώ άλλες οικολογικές ενώσεις αναλαμβάνουν την υπεράσπιση των επαγγελματιών που ζητούσαν περιορισμό σε πέντε ναυτικά μίλια;

5. Μπορεί να έχει εκδοθεί νομίμως ο κανονισμός αυτός με βάση 'τις ανησυχίες που έχουν εκφράσει οι οικολογικές οργανώσεις και πολλοί αλιείς, ακόμη και της Κοινότητας (...)' ; Δεν πρόκειται στην περίπτωση αυτή για αυθαίρετη απόφαση που συντρίβει τον ασθενέστερο υπέρ του ισχυροτέρου;

6. Δεν υφίσταται διάκριση μεταξύ των αλιέων, αν θεωρηθεί ότι ο κανονισμός αυτός εφαρμόζεται παντού, συμπεριλαμβανομένου και του Ατλαντικού, σφαίρα αρμοδιότητας της Διεθνούς Επιτροπής για τη Διατήρηση των Τονοειδών του Ατλαντικού, και όχι στη Βαλτική Θάλασσα, στους Belts και στο OEresund, σφαίρα αρμοδιότητας της Διεθνούς Επιτροπής για την Αλιεία στη Βαλτική Θάλασσα;

Δεν πρόκειται για παρεμφερείς καταστάσεις που πρέπει να τυγχάνουν της αυτής μεταχειρίσεως;

7.1. Δεν υφίσταται δυσαρμονία μεταξύ της δέκατης τέταρτης αιτιολογικής σκέψεως που αφορά το ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών, το οποίο άλλωστε δεν είναι δεσμευτικό, και της απαγορεύσεως;

7.2. Είναι δυνατόν να αποτελεί η Σύμβαση περί της Διατηρήσεως της Αγρίας Ζωής και του Φυσικού Περιβάλλοντος της Ευρώπης (Σύμβαση της Βέρνης) αιτιολογία του αμφισβητουμένου κανονισμού, ενώ φαίνεται να απαγορεύει αποκλειστικά την εκ προθέσεως αλίευση, ή τη χρησιμοποίηση διχτυών όταν χρησιμοποιούνται για την αλίευση ή τη μαζική ή όχι επιλεκτική θανάτωση ορισμένων προστατευομένων ειδών θηλαστικών, μεταξύ των οποίων τα δελφίνια, τα οποία αναφέρουν οι οικολόγοι; Δεν υφίσταται, επίσης, δυσαρμονία μεταξύ της δέκατης έκτης αιτιολογικής σκέψεως και του κειμένου του κανονισμού;

7.3. Μπορεί ο κανονισμός να περιορίσει τις αλιευτικές δραστηριότητες, ενώ αποσκοπεί στην αποφυγή μόνον της 'ανεξέλεγκτης αναπτύξεως και εντατικοποιήσεως (δέκατη όγδοη αιτιολογική σκέψη)' ;"

9 Στην έκθεση ακροατηρίου αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά και το κανονιστικό πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης, η εξέλιξη της διαδικασίας καθώς και οι γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνον καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

10 Από τα προδικαστικά ερωτήματα προκύπτει ότι η Armement Islais θέτει εν αμφιβόλω το κύρος του άρθρου 1, παράγραφος 8, του προπαρατεθέντος κανονισμού 345/92, ισχυριζόμενη, κατ' ουσίαν, ότι η Κοινότητα είναι αναρμόδια να ρυθμίζει τη διατήρηση των αλιευτικών πόρων στην ανοικτή θάλασσα, ότι το Συμβούλιο δεν μπορούσε να εκδώσει τον κανονισμό αυτό βάσει μόνον των σχετικών με την κοινή αλιευτική πολιτική διατάξεων, ότι η απαγόρευση των διχτυών μήκους άνω των 2,5 χιλιομέτρων είναι παράνομη, ότι η επίμαχη διάταξη δεν μπορούσε εγκύρως να περιορίσει την παρέκκλιση που προβλέπει από την απαγόρευση αυτή και, τέλος, ότι η διάταξη αυτή εισάγει διακρίσεις μεταξύ των αλιέων των διαφόρων κρατών μελών. Επομένως, τα σημεία αυτά πρέπει να εξεταστούν διαδοχικά.

Ως προς την αρμοδιότητα της Κοινότητας να ρυθμίζει τη διατήρηση των αλιευτικών πόρων στην ανοικτή θάλασσα (ερωτήματα 1.1 και 1.2)

11 Η Armement Islais υποστηρίζει ότι το άρθρο 1, παράγραφος 8, του προπαρατεθέντος κανονισμού 345/92 δεν είναι σύννομο, καθόσον η Κοινότητα δεν είναι αρμόδια να λαμβάνει τεχνικά μέτρα διατηρήσεως των αλιευτικών πόρων στα θαλάσσια ύδατα που δεν εμπίπτουν στην κυριαρχία ή στη δικαιοδοσία των κρατών μελών.

12 Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο ερώτημα 1.1, πρέπει να διαπιστωθεί ότι από παγία νομολογία προκύπτει (βλ. αποφάσεις της 14ης Ιουλίου 1976, 3/76, 4/76 και 6/76, Kramer, Συλλογή τόμος 1976, σ. 475, της 16ης Φεβρουαρίου 1978, 61/77, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας, Συλλογή τόμος 1978, σ. 167, της 25ης Ιουλίου 1991, C-258/89, Επιτροπή κατά Ισπανίας, Συλλογή 1991, σ. Ι-3977, και της 24ης Νοεμβρίου 1992, C-286/90, Poulsen και Diva Navigation, Συλλογή 1992, σ. Ι-6019) ότι, όσον αφορά την ανοικτή θάλασσα, η Κοινότητα έχει, στους τομείς που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της, την ίδια κανονιστική αρμοδιότητα με εκείνη την οποία αναγνωρίζει το διεθνές δίκαιο στο κράτος της σημαίας ή του νηολογίου του πλοίου.

13 Στον τομέα της αλιείας, η αρμοδιότητα αυτή προβλέπεται από τη Σύμβαση της Γενεύης, της 29ης Απριλίου 1958, για την Αλιεία και τη Διατήρηση των Βιολογικών Πόρων της Ανοικτής Θάλασσας (Συλλογή των Συνθηκών των Ηνωμένων Εθνών, τόμος 559, σ. 285), η οποία, ως προς το σημείο αυτό, κωδικοποιεί γενικούς κανόνες που έχουν καθιερωθεί από το διεθνές έθιμο, και από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών της 10ης Δεκεμβρίου 1982 για το δίκαιο της θάλασσας (τρίτη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας * Επίσημα έγγραφα, τόμος XVII, 1984, Doc. A/Conf.62/122 και corr., σ. 157-231, στο εξής: Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας). Η Σύμβαση αυτή δεν έχει ακόμη τεθεί σε ισχύ, αλλά μεγάλο μέρος των διατάξεών της θεωρούνται ως η έκφραση του παρόντος σταδίου εξελίξεως του διεθνούς εθιμικού δικαίου της θάλασσας.

14 Το άρθρο 6 της προπαρατεθείσας Συμβάσεως της Γενεύης της 29ης Απριλίου 1958 αναγνωρίζει το συμφέρον των παρακτίων κρατών για τους βιολογικούς πόρους στο τμήμα της ανοικτής θάλασσας που πρόσκειται στα ύδατα της δικαιοδοσίας τους. Επιπλέον, τα άρθρα 117 και 118 της Συμβάσεως των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας υποχρεώνουν όλα τα κράτη μέλη της διεθνούς κοινότητας να συνεργάζονται για τη διατήρηση και τη διαχείριση των βιολογικών πόρων της ανοικτής θάλασσας (βλ. προπαρατεθείσα απόφαση Poulsen και Diva Navigation, σκέψη 11).

15 Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η Κοινότητα είναι αρμόδια να λαμβάνει, έναντι των σκαφών που φέρουν τη σημαία κράτους μέλους ή είναι νηολογημένα σε κράτος μέλος, μέτρα που αποσκοπούν στη διατήρηση των αλιευτικών πόρων της ανοικτής θάλασσας.

16 Εφόσον στο ερώτημα 1.1 πρέπει να δοθεί καταφατική απάντηση, παρέλκει η απάντηση στο ερώτημα 1.2 του αιτούντος δικαστηρίου, το οποίο αφορά την αρμοδιότητα του Συμβουλίου να απαγορεύει την κατοχή επί του πλοίου συρομένων διχτυών.

Ως προς τη νομική βάση του κανονισμού 345/92 (ερωτήματα 4.1, 4.2 και 5)

17 Η Armement Islais ισχυρίζεται ότι ο προπαρατεθείς κανονισμός 345/92, που εκδόθηκε βάσει του κανονισμού (ΕΟΚ) 170/83 του Συμβουλίου, της 25ης Ιανουαρίου 1983, περί της θεσπίσεως κοινοτικού καθεστώτος διατηρήσεως και διαχειρίσεως των αλιευτικών πόρων (ΕΕ L 24, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί, δεν είναι έγκυρος δεδομένου ότι εκδόθηκε όχι για λόγους διατηρήσεως των αλιευτικών πόρων, αλλά για οικολογικούς λόγους που αφορούν την προστασία των παρεμπιπτόντων αλιευμάτων άλλων ειδών διαφορετικών από το είδος στόχο. Ο επίμαχος κανονισμός θα έπρεπε ως εκ τούτου να έχει εκδοθεί από το Συμβούλιο με ομοφωνία, βάσει των άρθρων 130 Ρ και 130 Σ της Συνθήκης.

18 Ως προς το σημείο αυτό, επισημαίνεται, πρώτον, ότι ο επίμαχος κανονισμός προβλέπει ορισμένα τεχνικά μέτρα διατηρήσεως των αλιευτικών πόρων, μεταξύ των οποίων ιδίως περιορισμό της χρησιμοποιήσεως των συρομένων διχτυών.

19 Πρέπει να υπογραμμιστεί, δεύτερον, ότι από τις αιτιολογικές σκέψεις του κανονισμού αυτού προκύπτει ότι το Συμβούλιο έλαβε τα ως άνω μέτρα με τον πρωταρχικό σκοπό να εξασφαλιστεί η προστασία των αλιευτικών πόρων, η διατήρηση των βιολογικών πόρων της θάλασσας και η ισόρροπη εκμετάλλευσή τους καθώς και ο περιορισμός των αλιευτικών δραστηριοτήτων.

20 Έτσι, κατά την τρίτη αιτιολογική σκέψη του προπαρατεθέντος κανονισμού 345/92, "η κατάσταση πολλών αποθεμάτων ιχθύων στα κοινοτικά ύδατα είναι ανησυχητική και απαιτεί τη λήψη καταλλήλων προς τις περιστάσεις μέτρων διατήρησης, ώστε να διαφυλαχθεί ο οικονομικός τομέας ο οποίος εξαρτάται από τους εν λόγω αλιευτικούς πόρους, λαμβάνοντας συγχρόνως υπόψη ότι η κατάστασή του είναι ήδη ευαίσθητη".

21 Η δέκατη τέταρτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού αναφέρεται στο ψήφισμα 44/225, που εξέδωσε στις 22 Δεκεμβρίου 1989 η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, για την αλιεία με μεγάλα συρόμενα πελαγικά δίχτυα και για τις συνέπειες που έχει στους βιολογικούς πόρους των ωκεανών και των θαλασσών. Το ψήφισμα αυτό, με το οποίο τα μέλη της διεθνούς κοινότητας κλήθηκαν να λάβουν το αργότερο στις 30 Ιουνίου 1992 "ανασταλτικά μέτρα όλων των αλιευτικών δραστηριοτήτων στην ανοικτή θάλασσα με τα μεγάλα συρόμενα πελαγικά δίχτυα" και "να σταματήσουν αμέσως κάθε νέα επέκταση των αλιευτικών δραστηριοτήτων με τα μεγάλα συρόμενα πελαγικά δίχτυα στον Βόρειο Ειρηνικό και σε όλες τις ανοιχτές θάλασσες εκτός του Ειρηνικού ωκεανού", στηρίζεται, κατά τις αιτιολογικές σκέψεις του, στο γεγονός ότι η αλιεία με τέτοια δίχτυα "θεωρείται γενικώς ότι διακυβεύει την αποτελεσματική διατήρηση των βιολογικών πόρων της θάλασσας (...)".

22 Η δέκατη έβδομη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού υπενθυμίζει ότι η Κοινότητα έχει υπογράψει τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, τα άρθρα 117 και 118 της οποίας υποχρεώνουν όλα τα μέλη της διεθνούς κοινότητας να συνεργάζονται για τη διατήρηση και τη διαχείριση των βιολογικών πόρων της ανοικτής θάλασσας και να λαμβάνουν ατομικώς ή συλλογικώς τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόζουν οι υπήκοοί τους για να διασφαλίσουν τη διατήρηση των πόρων αυτών.

23 Τέλος, κατά τη δέκατη όγδοη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού, "η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη και εντατικοποίηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων με συρόμενα δίχτυα (απλάδια) μπορούν να παρουσιάσουν σοβαρά μειονεκτήματα όσον αφορά την αύξηση της αλιείας (...)", οπότε είναι "σκόπιμο να ρυθμιστούν οι αλιευτικές δραστηριότητες με τέτοια δίχτυα".

24 Διαπιστώνεται, επομένως, ότι ο περιορισμός της χρησιμοποιήσεως των συρομένων διχτυών που προβλέπει ο επίμαχος κανονισμός θεσπίστηκε με πρωταρχικό σκοπό να διασφαλιστεί η διατήρηση και η ορθολογική εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων καθώς και ο περιορισμός της αλιευτικής δραστηριότητας. Η ρύθμιση αυτή αποτελεί ως εκ τούτου αναπόσπαστο μέρος της κοινής γεωργικής πολιτικής, ο σκοπός της οποίας συνίσταται μεταξύ άλλων, σύμφωνα με το άρθρο 39 της Συνθήκης, στην εξασφάλιση της ορθολογικής αναπτύξεως της παραγωγής και του εφοδιασμού και μπορούσε, κατά συνέπεια, να θεσπιστεί εγκύρως από το Συμβούλιο βάσει μόνον των διατάξεων που ρυθμίζουν την κοινή αλιευτική πολιτική.

25 Η διαπίστωση αυτή δεν επηρεάζεται ούτε από το γεγονός ότι η δέκατη έκτη αιτιολογική σκέψη του προπαρατεθέντος κανονισμού 345/92 μνημονεύει τη Σύμβαση της Βέρνης, περί της Διατηρήσεως της Αγρίας Ζωής και του Φυσικού Περιβάλλοντος της Ευρώπης (ΕΕ 1982, L 38, σ. 3), και ότι η δέκατη ένατη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού αυτού αναφέρεται "στις ανησυχίες που έχουν εκφράσει οι οικολογικές οργανώσεις", ούτε από το γεγονός ότι η δέκατη όγδοη αιτιολογική σκέψη του επίδικου κανονισμού μνημονεύει τη μέριμνα του κοινοτικού νομοθέτη να προστατεύσει τα είδη που αλιεύονται παρεμπιπτόντως με τα μεγάλα συρόμενα δίχτυα.

26 Πράγματι, από παγία νομολογία προκύπτει (βλ. ειδικότερα, απόφαση της 29ης Μαρτίου 1990, C-62/88, Ελλάδα κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1990, σ. Ι-1527, σκέψη 19) ότι με τα άρθρα 130 Ρ και 130 Σ επιδιώχθηκε η απονομή στην Κοινότητα αρμοδιότητας για την ανάληψη ειδικής δράσεως στον τομέα του περιβάλλοντος. Ωστόσο, τα άρθρα αυτά ουδόλως θίγουν τις αρμοδιότητες που έχει η Κοινότητα δυνάμει άλλων διατάξεων της Συνθήκης, έστω και εάν με τα μέτρα που λαμβάνονται βάσει των άλλων αυτών διατάξεων επιδιώκονται συγχρόνως κάποιοι από τους στόχους προστασίας του περιβάλλοντος.

27 Η ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται εξάλλου από το άρθρο 130 Ρ, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης, δυνάμει του οποίου "οι ανάγκες στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος αποτελούν συνιστώσα των άλλων πολιτικών της Κοινότητας". Η διάταξη αυτή, που αποτελεί έκφραση της αρχής ότι όλα τα κοινοτικά μέτρα πρέπει να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις προστασίας του περιβάλλοντος, συνεπάγεται ότι ένα κοινοτικό μέτρο δεν ανήκει στη δράση της Κοινότητας στον τομέα του περιβάλλοντος απλώς και μόνον για τον λόγο ότι κατά τη θέσπισή του έχουν ληφθεί υπόψη και οι απαιτήσεις αυτές (βλ. προπαρατεθείσα απόφαση Ελλάδα κατά Συμβουλίου, σκέψη 20, και απόφαση της 11ης Ιουνίου 1991, C-300/89, Eπιτροπή κατά Συμβουλίου, Συλλογή 1991, σ. Ι-2867, σκέψη 22).

28 Επομένως, ακόμη και εάν λόγοι αναγόμενοι στην προστασία του περιβάλλοντος συνηγόρησαν επίσης στην έκδοση του επίδικου κανονισμού, ο κανονισμός αυτός δεν εμπίπτει ωστόσο, μόνον για τον λόγο αυτό, στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 130 Σ της Συνθήκης.

Ως προς την απαγόρευση των διχτυών που υπερβαίνουν τα 2,5 χιλιόμετρα (ερωτήματα 2.1, 2.2, 2.3, 7.1, 7.2 και 7.3)

29 Η Armement Islais εκτιμά, πρώτον, ότι η απαγόρευση των συρομένων διχτυών το μήκος των οποίων υπερβαίνει τα 2,5 χιλιόμετρα δεν δικαιολογείται από επιστημονικούς λόγους. Ο κανονισμός που περιέχει την απαγόρευση αυτή δεν αναφέρει κανένα επιστημονικό στοιχείο ή έκθεση. Οι διαθέσιμες όμως επιστημονικές γνώμες δεν διαπίστωσαν την ύπαρξη καμιάς απειλής για τα αποθέματα λευκού τόνου στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό, απειλή την οποία υποτίθεται ότι αντιμετώπιζε η απαγόρευση.

30 Ως προς το σημείο αυτό, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2 του προπαρατεθέντος κανονισμού 170/83, τα αναγκαία μέτρα διατηρήσεως "καθορίζονται βάσει των διαθεσίμων επιστημονικών συστάσεων και ειδικότερα βάσει της εκθέσεως της Επιστημονικής και Τεχνικής Επιτροπής για Θέματα Αλιείας", που προβλέπεται από το άρθρο 12 του κανονισμού αυτού, τον συμβουλευτικό χαρακτήρα της οποίας υπογραμμίζει η δέκατη τρίτη αιτιολογική σκέψη του.

31 Από το γράμμα της διατάξεως αυτής προκύπτει ότι δεν απαιτείται τα μέτρα διατηρήσεως των αλιευτικών πόρων να συνάδουν πλήρως προς τις επιστημονικές συστάσεις και ότι το γεγονός ότι δεν υφίστανται τέτοιες συστάσεις ή οι υφιστάμενες είναι ανεπαρκείς δεν πρέπει να εμποδίζει το Συμβούλιο να λαμβάνει τα μέτρα που κρίνει αναγκαία για την πραγματοποίηση των σκοπών της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

32 Πρέπει να προστεθεί ότι το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει (βλ. απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 1990, C-331/88, Fedesa, Συλλογή 1990, σ. Ι-4023, σκέψη 8), όσον αφορά το γεγονός ότι το Συμβούλιο λαμβάνει υπόψη επιστημονικά δεδομένα, ότι ο δικαστικός έλεγχος πρέπει να περιορίζεται, λαμβανομένης υπόψη της διακριτικής ευχέρειας που αναγνωρίζεται στο Συμβούλιο για την εφαρμογή της κοινής γεωργικής πολιτικής, στην εξέταση του ζητήματος αν το υπό κρίση μέτρο θεσπίστηκε κατά καταφανή πλάνη ή κατά κατάχρηση εξουσίας ή αν η εν λόγω αρχή υπερέβη καταφανώς τα όρια της ευχέρειάς της εκτιμήσεως.

33 Προκειμένου περί της επίμαχης ρυθμίσεως, επιβάλλεται η διαπίστωση καταρχάς ότι οι διαθέσιμες επιστημονικές γνώμες περιορίστηκαν να εξετάσουν την κατάσταση των αποθεμάτων λευκού τόνου καθώς και τη διαπλοκή των διαφόρων αλιευτικών υλικών, χωρίς ωστόσο να ασχοληθούν με το πρόβλημα της ισόρροπης εκμεταλλεύσεως του συνόλου των βιολογικών πόρων της θάλασσας σε διαρκή βάση και υπό κατάλληλες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, η οποία ισόρροπη εκμετάλλευση συνιστά έναν από τους σκοπούς της κοινής αλιευτικής πολιτικής του άρθρου 1 του προπαρατεθέντος κανονισμού 170/83.

34 Επισημαίνεται στη συνέχεια ότι από τις αιτιολογικές σκέψεις του προπαρατεθέντος κανονισμού 345/92 προκύπτει ότι η επίμαχη απαγόρευση διατυπώθηκε από το Συμβούλιο, στο πλαίσιο της διεθνούς υποχρεώσεως της Κοινότητας να συνεργάζεται για τη διατήρηση και τη διαχείριση των βιολογικών πόρων της ανοικτής θάλασσας, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η επέκταση των αλιευτικών δραστηριοτήτων και να διασφαλιστεί η προστασία των διαφόρων αποθεμάτων ιχθύων.

35 Εξάλλου, δεν αμφισβητείται ότι εξ αφορμής των σκέψεων αυτών πολυάριθμα κράτη και διεθνείς οργανώσεις απαγόρευσαν τα μεγάλα συρόμενα δίχτυα ή συνέστησαν την απαγόρευσή τους λόγω του ότι η χρησιμοποίησή τους συνεπάγεται σημαντικά παρεμπίπτοντα αλιεύματα.

36 Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο, λαμβάνοντας το επίδικο μέτρο, συμμορφώθηκε απλώς προς θέση ευρέως διαδεδομένη σε διεθνές επίπεδο. Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορεί να του προσαφθεί ότι υπερέβη τα όρια της ευχέρειας εκτιμήσεως που διαθέτει απαγορεύοντας τη χρησιμοποίηση των συρομένων διχτυών μήκους άνω των 2,5 χιλιομέτρων.

37 Η Armement Islais υποστηρίζει, δεύτερον, ότι ορισμένες από τις αιτιολογικές σκέψεις του προπαρατεθέντος κανονισμου 345/92 είναι εσφαλμένες και δεν πρέπει επομένως να συνιστούν έγκυρη βάση για την απαγόρευση των διχτυών μήκους άνω των 2,5 χιλιομέτρων.

38 Συναφώς, εκθέτει καταρχάς ότι δεν μπορεί βασίμως να γίνει επίκληση του προπαρατεθέντος ψηφίσματος 44/225 της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών της 22ας Δεκεμβρίου 1989, στο οποίο παραπέμπει η δέκατη τέταρτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού, για να δικαιολογηθεί η έκδοση του κανονισμού αυτού. Το ψήφισμα αυτό αφορά μόνον τα μεγάλα συρόμενα πελαγικά δίχτυα το μήκος των οποίων μπορεί να υπερβεί τα 50 χιλιόμετρα, ενώ οι Γάλλοι αλιείς είχαν δεχθεί αυτοπεριορισμό του μήκους των διχτυών στα πέντε ναυτικά μίλια και χρησιμοποιούσαν πράγματι δίχτυα το μήκος των οποίων δεν υπερέβαινε τα 7 χιλιόμετρα.

39 Η Armement Islais ισχυρίζεται, στη συνέχεια, ότι η προπαρατεθείσα Σύμβαση της Βέρνης περί της Διατηρήσεως της Αγρίας Ζωής και του Φυσικού Περιβάλλοντος της Ευρώπης, η οποία μνημονεύεται στη δέκατη έκτη αιτιολογική σκέψη του επίμαχου κανονισμού, δεν ασκεί πλέον επιρροή. Η σύμβαση αυτή περιορίζεται στην απαγόρευση της συλλήψεως ή της μαζικής και μη επιλεκτικής θανατώσεως ορισμένων προστατευομένων ειδών, ενώ η χρησιμοποίηση των συρομένων διχτύων ουδόλως καταλήγει στο αποτέλεσμα αυτό.

40 Τέλος, η δέκατη όγδοη αιτιολογική σκέψη, κατά την οποία πρέπει να αποφευχθεί η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη και εντατικοποίηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων με συρόμενα δίχτυα (απλάδια), δεν μπορεί εγκύρως να δικαιολογήσει τον περιορισμό των αλιευτικών δραστηριοτήτων των σκαφών που έχουν ήδη χρησιμοποιήσει τέτοια δίχτυα.

41 Ούτε τα επιχειρήματα αυτά μπορούν να γίνουν δεκτά.

42 Πράγματι, προκειμένου περί του ισχυρισμού της Armement Islais περί της δέκατης τέταρτης αιτιολογικής σκέψεως του κανονισμού, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, καίτοι το ψήφισμα 44/225 των Ηνωμένων Εθνών μνημονεύει τα μεγάλα πελαγικά δίχτυα το μήκος των οποίων μπορεί να υπερβεί τα 50 χιλιόμετρα, δεν δίνει ορισμό της εννοίας των μεγάλων συρομένων διχτυών και δεν περιέχει κανένα στοιχείο που να καθιστά δυνατό το συμπέρασμα ότι αποκλείει από το πεδίο εφαρμογής του τα δίχτυα μήκους άνω των 2,5 χιλιομέτρων.

43 Πρέπει να προστεθεί ότι η Επιστημονική και Τεχνική Επιτροπή για Θέματα Αλιείας, που προβλέπεται από το άρθρο 12 του προπαρατεθέντος κανονισμού 170/83, θεωρεί ως μεγάλα δίχτυα εκείνα των οποίων το συνολικό μήκος υπερβαίνει περίπου το ένα χιλιόμετρο. Εξάλλου, η Σύμβαση περί της Απαγορεύσεως της Αλιείας με τα Μεγάλα Συρόμενα Δίχτυα στον Ειρηνικό Ωκεανό, που συνήφθη στο Wellington στις 24 Νοεμβρίου 1989, ισχύει για δίχτυα μήκους άνω των 2,5 χιλιομέτρων.

44 Όσον αφορά το επιχείρημα που αντλείται από το γεγονός ότι η προπαρατεθείσα Σύμβαση της Βέρνης δεν ασκεί επιρροή προς δικαιολόγηση της επίδικης απαγορεύσεως, πρέπει να υπομνησθεί ότι το άρθρο 8 της Συμβάσεως αυτής προβλέπει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη απαγορεύουν τη χρησιμοποίηση όλων των μη επιλεκτικών μέσων συλλήψεως και θανατώσεως καθώς και των μέσων που μπορούν να προκαλέσουν τοπικά την εξαφάνιση ή να διαταράξουν σοβαρά την ηρεμία των πληθυσμών ενός είδους. Όπως όμως προαναφέρθηκε (σκέψη 36), η χρησιμοποίηση των μεγάλων συρομένων διχτυών συνιστά, βάσει ευρέως διαδεδομένης απόψεως σε διεθνές επίπεδο, μη επιλεκτική μέθοδο αλιείας η οποία συνεπάγεται σημαντικά παρεμπίπτοντα αλιεύματα θέτοντας σε κίνδυνο την επιβίωση ειδών διαφορετικών από το είδος- στόχο.

45 Προκειμένου περί του επιχειρήματος που επικαλείται η Armement Islais όσον αφορά τη δέκατη όγδοη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού, αρκεί να επισημανθεί ότι το Συμβούλιο έκρινε, χωρίς να υπερβεί τα όρια της ευχέρειας εκτιμήσεως που διαθέτει, ότι η δυναμένη να προβλεφθεί επέκταση των αλιευτικών δραστηριοτήτων με συρόμενα δίχτυα καθιστούσε αναγκαίο κάποιον περιορισμό του μήκους των διχτυών αυτών, εφαρμοστέο σε όλους τους αλιείς, προκειμένου να προστατευθούν τα διάφορα αποθέματα ιχθύων.

Ως προς τον περιορισμό της παρεκκλίσεως από την απαγόρευση των διχτυών μήκους άνω των 2,5 χιλιομέτρων (ερωτήματα 2.4, 2.5 και 3)

46 Η Armement Islais είναι της γνώμης ότι το άρθρο 1, παράγραφος 8, του προπαρατεθέντος κανονισμού 345/92 δεν μπορούσε εγκύρως να περιορίσει σε 5 χιλιόμετρα και μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1993 την παρέκκλιση από την απαγόρευση των συρομένων διχτυών. Συναφώς, υποστηρίζει, κατ' ουσίαν, ότι ένας τέτοιος περιορισμός δεν συνάδει προς την αρχή της σχετικής σταθερότητας και προς τους σκοπούς της κοινής αλιευτικής πολιτικής.

47 Προκειμένου να εξεταστεί το βάσιμο των ισχυρισμών αυτών, πρέπει να υπομνησθεί, εκ προοιμίου, ότι αποτελεί παγία νομολογία (προπαρατεθείσα απόφαση Fedesa, σκέψη 8) ότι, λαμβανομένης υπόψη της διακριτικής ευχέρειας που αναγνωρίζεται στο Συμβούλιο για την εφαρμογή της κοινής γεωργικής πολιτικής, ο δικαστικός έλεγχος πρέπει να περιορίζεται στην εξέταση του αν το υπό κρίση μέτρο εκδόθηκε κατά προφανή πλάνη ή κατά κατάχρηση εξουσίας ή αν η εν λόγω αρχή υπερέβη καταφανώς τα άκρα όρια της ευχέρειάς της εκτιμήσεως.

48 Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι δεν υφίσταται εν προκειμένω κανένα στοιχείο που να καθιστά δυνατό το συμπέρασμα ότι, περιορίζοντας την υπό κρίση παρέκκλιση, το Συμβούλιο υπέπεσε σε προφανή πλάνη ή ενήργησε κατά κατάχρηση εξουσίας ή υπερέβη καταφανώς τα άκρα όρια της εξουσίας του εκτιμήσεως.

49 Επομένως, δεν μπορεί να προσαφθεί στον κοινοτικό νομοθέτη ότι περιόρισε την υπό κρίση παρέκκλιση υπέρ των σκαφών τα οποία ασχολήθηκαν με την αλιεία λευκού τόνου με συρόμενα δίχτυα στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό τουλάχιστον κατά τα δύο έτη που προηγήθηκαν της ενάρξεως της ισχύος του επίμαχου κανονισμού, με σκοπό να προβλεφθεί στάδιο προσαρμογής για τους αλιείς που εξαρτώνται οικονομικώς από τη χρησιμοποίηση αυτού του είδους διχτυών, όπως διευκρινίζει η εικοστή αιτιολογική σκέψη του προπαρατεθέντος κανονισμού 345/92. Πράγματι, με την επίμαχη μεταβατική διάταξη σκοπείται η πρόβλεψη βαθμιαίου περιορισμού του μήκους των συρομένων διχτυών, προκειμένου να επιτευχθεί προοδευτικώς ο σκοπός του κανονισμού αυτού, ήτοι περιορισμός των διχτυών αυτών σε 2,5 χιλιόμετρα.

50 Επιπλέον, πρέπει να τονιστεί ότι ένα τεχνικό μέτρο το οποίο περιορίζει τη δυνατότητα ορισμένων αλιέων να χρησιμοποιήσουν αλιευτική μέθοδο την οποία χρησιμοποιούσαν κατά το παρελθόν δεν μπορεί να θεωρηθεί ασυμβίβαστο προς την αρχή της σχετικής σταθερότητας. Πράγματι, η αρχή αυτή, προβλεπομένη από το άρθρο 4, παράγραφος 1, του προπαρατεθέντος κανονισμού 170/83, αφορά μόνον την κατανομή μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών, για κάθε εξεταζόμενο απόθεμα ιχθύων, του όγκου των διαθεσίμων αλιευμάτων για την Κοινότητα. Η αρχή αυτή όμως δεν παραβιάζεται άπαξ οι αλιείς των κρατών μελών μπορούν να εξακολουθούν να αλιεύουν, όπως προβλέπει η επίμαχη ρύθμιση η οποία περιορίζει απλώς τη χρησιμοποίηση ορισμένων μεθόδων αλιεύσεως.

51 Προκειμένου περί των άλλων σκοπών της κοινής αλιευτικής πολιτικής, αρκεί να υπομνησθεί ότι το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει (απόφαση της 20ής Οκτωβρίου 1977, 29/77, Roquette κατά Γαλλικού Δημοσίου, Συλλογή τόμος 1977, σ. 541, σκέψη 30) ότι κατά την επιδίωξη των διαφόρων στόχων της κοινής γεωργικής πολιτικής, που απαριθμούνται στο άρθρο 39 της Συνθήκης, τα κοινοτικά όργανα οφείλουν να διασφαλίζουν τη διαρκή εναρμόνιση που επιβάλλεται λόγω των ενδεχομένων αντιθέσεων μεταξύ των στόχων αυτών, θεωρουμένων χωριστά, και, ενδεχομένως, να προσδίδουν σε έναν από αυτούς την προσωρινή προτεραιότητα που επιβάλλεται από τα γεγονότα ή τις οικονομικές συνθήκες εν όψει των οποίων λαμβάνουν τις αποφάσεις τους.

52 Η Armement Islais ισχυρίζεται ακόμη ότι η επίμαχη διάταξη είναι παράνομη καθόσον προέβλεψε ότι η παρέκκλιση μπορεί να παραταθεί μόνον "υπό το φως επιστημονικών δεδομένων που αποδεικνύουν έλλειψη κάθε οικολογικού κινδύνου από αυτή".

53 Ως προς το σημείο αυτό αρκεί να διαπιστωθεί ότι ο κοινοτικός νομοθέτης είχε πάντοτε την ευχέρεια να τροποποιεί τη νομοθεσία του, ακόμη και ελλείψει ρητής διατάξεως υπό την έννοια αυτή.

Ως προς τη διάκριση μεταξύ αλιέων (ερώτημα 6)

54 Κατά την Armement Islais, το επίμαχο άρθρο 9 α εισάγει διακρίσεις μεταξύ των αλιέων των διαφόρων κρατών μελών. Έτσι, το γεγονός ότι, σύμφωνα με την παράγραφο 4 της διατάξεως αυτής, η απαγόρευση των συρομένων διχτύων το μήκος των οποίων υπερβαίνει τα 2,5 χιλιόμετρα δεν εφαρμόζεται στη Βαλτική Θάλασσα, στους Belts και στο OEresund, περιάγει τους αλιείς του Βορειοανατολικού Ατλαντικού σε δυσμενέστερη θέση έναντι των αλιέων της Βαλτικής, καθόσον οι αλιείς αυτοί μπορούν να ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες με δίχτυα μήκους μέχρι 21 χιλιομέτρων.

55 Συναφώς, διαπιστώνεται ότι η επίμαχη διάταξη δεν ισχύει για τη Βαλτική λόγω του γεγονότος ότι η Κοινότητα δεν έχει αρμοδιότητα στη θάλασσα αυτή. Πράγματι, κατόπιν της προσχωρήσεως της Κοινότητας στη Σύμβαση για τη Βαλτική θάλασσα (ΕΕ 1983, L 237, σ. 5, και 1984, L 96, σ. 42), η κανονιστική εξουσία για τα είδη που απαντούν στη θάλασσα αυτή ανήκει στη Διεθνή Επιτροπή για την Αλιεία στη Βαλτική Θάλασσα, όπως τονίζει άλλωστε η εικοστή δεύτερη αιτιολογική σκέψη του προπαρατεθέντος κανονισμού 345/92. Τουναντίον, καθόσον η Κοινότητα δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Σύμβαση για τη Διατήρηση των Θυννοειδών του Ατλαντικού, δεν θίγεται η εξουσία της να λαμβάνει μέτρα διαχειρίσεως σχετικά με την αλιεία στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό. Υπό τις συνθήκες αυτές, η κατάσταση της Βαλτικής Θάλασσας δεν μπορεί να συγκριθεί με την κατάσταση του Βορειοανατολικού Ατλαντικού και δεν μπορεί ως εκ τούτου να στοιχειοθετηθεί διάκριση μεταξύ των αλιέων που ασκούν δραστηριότητες σε μία από τις ζώνες αυτές και των αλιέων της άλλης ζώνης.

56 Από το σύνολο των προηγουμένων σκέψεων προκύπτει ότι στο αιτούν δικαστήριο πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι από την εξέταση των προδικαστικών ερωτημάτων δεν προέκυψε κανένα στοιχείο ικανό να επηρεάσει το κύρος του άρθρου 1, παράγραφος 8, του κανονισμού (ΕΟΚ) 345/92 του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 1992, για την ενδέκατη τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 3094/86 για τη θέσπιση ορισμένων τεχνικών μέτρων διατηρήσεως των αλιευτικών πόρων.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

57 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν το Συμβούλιο και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 1992, το tribunal de commerce de La Roche-sur-Yon, αποφαίνεται:

Από την εξέταση των προδικαστικών ερωτημάτων δεν προέκυψε κανένα στοιχείο ικανό να επηρεάσει το κύρος του άρθρου 1, παράγραφος 8, του κανονισμού (ΕΟΚ) 345/92 του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 1992, για την ενδέκατη τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 3094/86 για τη θέσπιση ορισμένων τεχνικών μέτρων διατηρήσεως των αλιευτικών πόρων.