61992J0292

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 15ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1993. - RUTH HUENERMUND ΚΑΙ ΛΟΙΠΟΙ ΚΑΤΑ LANDESAPOTHEKERKAMMER BADEN-WUERTTEMBERG. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: VERWALTUNGSGERICHTSHOF BADEN-WUERTTEMBERG - ΓΕΡΜΑΝΙΑ. - ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ - ΠΑΡΑΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ - ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΩΣ ΕΚΤΟΣ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟΥ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-292/92.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I-06787
Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I-00467
Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I-00515


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

1. Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων * Ποσοτικοί περιορισμοί * Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος * Έννοια * Μέτρα θεσπισθέντα από επαγγελματική οργάνωση του φαρμακευτικού τομέα

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 30)

2. Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων * Ποσοτικοί περιορισμοί * Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος * Έννοια * Εμπόδια που προκύπτουν από εθνικές διατάξεις ρυθμίζουσες κατά τρόπο μη ενέχοντα διακρίσεις τις μεθόδους πωλήσεως * Δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 30 της Συνθήκης * Απαγόρευση της εκτός φαρμακείου διαφημίσεως των παραφαρμακευτικών προϊόντων

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 30)

Περίληψη


1. Οι θεσπιζόμενες από επαγγελματική οργάνωση του φαρμακευτικού τομέα πράξεις συνιστούν, εφόσον είναι ικανές να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών, "μέτρα" κατά την έννοια του άρθρου 30 της Συνθήκης, στο μέτρο που, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία,

* η εν λόγω οργάνωση αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου υποκείμενο στον έλεγχο του κράτους, στο οποίο ανήκουν υποχρεωτικά όλοι οι φαρμακοποιοί που ασκούν επάγγελμα εντός της περιφερείας του

* η οργάνωση θεσπίζει τους δεοντολογικούς κανόνες που ισχύουν για τους φαρμακοποιούς και εποπτεύει την τήρηση από τα μέλη της των επαγγελματικών τους υποχρεώσεων

* τα επαγγελματικά πειθαρχικά συμβούλια, τα οποία εξαρτώνται από την οργάνωση και απαρτίζονται από μέλη διοριζόμενα κατόπιν προτάσεως του επιμελητηρίου, μπορούν να επιβάλλουν στους φαρμακοποιούς που παραβαίνουν δεοντολογικούς κανόνες πειθαρχικές κυρώσεις, όπως πρόστιμα, έκπτωση από την ιδιότητα του μέλους των οργάνων του επιμελητηρίου ή στέρηση του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στα όργανα αυτά

2. Δεν είναι ικανή να εμποδίσει άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών και, επομένως, δεν συνιστά μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό, κατά την έννοια του άρθρου 30 της Συνθήκης, η εφαρμογή εθνικών διατάξεων που περιορίζουν ή απαγορεύουν ορισμένες μεθόδους πωλήσεως, αρκεί οι διατάξεις αυτές να εφαρμόζονται σε όλους τους επιχειρηματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους στο εθνικό έδαφος και αρκεί να επηρεάζουν κατά τον ίδιο τρόπο, και νομικώς και πραγματικώς, την εμπορία των εγχωρίων προϊόντων και των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών. Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές, η εφαρμογή ρυθμίσεων αυτού του είδους στην πώληση προϊόντων προελεύσεως άλλου κράτους μέλους και ανταποκρινομένων στις προδιαγραφές που έχει θεσπίσει το κράτος αυτό δεν είναι ικανή να παρεμποδίσει την πρόσβασή τους στην αγορά ούτε να τη δυσχεράνει, όπως ακριβώς δεν δυσχεραίνει την πρόσβαση στην αγορά των εγχωρίων προϊόντων. Επομένως, οι ρυθμίσεις αυτού του είδους δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 30.

Επομένως, το άρθρο 30 της Συνθήκης ΕΟΚ πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι δεν έχει εφαρμογή επί δεοντολογικού κανόνα, θεσπισθέντος από ένα φαρμακευτικό επιμελητήριο κράτους μέλους, ο οποίος απαγορεύει στους φαρμακοποιούς να διαφημίζουν, εκτός φαρμακείου, τα παραφαρμακευτικά προϊόντα τα οποία τους επιτρέπεται να πωλούν, στο μέτρο που η ρύθμιση αυτή, η οποία εφαρμόζεται ανεξάρτητα από την προέλευση των εν λόγω προϊόντων, δεν επηρεάζει την εμπορία των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών κατά τρόπο διαφορετικό απ' ό,τι των εγχωρίων προϊόντων.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-292/92,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Verwaltungsgerichtshof Baden-Wuerttemberg (Oμοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Ruth Huenermund,

Hermann Douglas,

Heinz Geyer,

Hermann Haake,

Hermann Hauer,

Georg-Dieter Heldmann,

Alexander von Hoffmeister,

Leo Koehler,

Martin Lochner,

Wolfgang Noeldner,

Hans Schneider,

Wolfgang Steffan,

Gerhard Talmon-Gross

και

Landesapothekerkammer Baden-Wuerttemberg,

παρισταμένου του Vertreter des oeffentlichen Interesses bei den Gerichten der allgemeinen Verwaltungsgerichtsbarkeit in Baden-Wuerttemberg,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 30 και 36 της Συνθήκης ΕΟΚ,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους O. Due, Πρόεδρο, G. F. Mancini, J. C. Moitinho de Almeida, Diez de Velasco και D. A. O. Edward, προέδρους τμήματος, K. N. Kακούρη, R. Joliet, F. A. Schockweiler, G. C. Rodriguez Iglesias, F. Grevisse, M. Zuleeg, P. J. G. Kapteyn και J. L. Murrey, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: G. Tesauro

γραμματέας: H. von Holstein, βοηθός γραμματέα,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

* οι H. Douglas κ.λπ., εκπροσωπούμενοι από τους A. Bach και F. Oesterle, δικηγόρους Στουτγάρδης,

* το Landesapothekerkammer Baden-Wuerttemberg, εκπροσωπούμενο από τον R. Zuck, δικηγόρο Στουτγάρδης,

* ο Vertreter des oeffentlichen Interesses bei den Gerichten der allgemeinen Verwaltungsgerichtsbarkeit in Baden-Wuerttemberg, εκπροσωπούμενος από τον Η. Fliegauf, Leitender Oberlandesanwalt στον Vertreter des oeffentlichen Interesses,

* η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον καθηγητή L. Ferrari Bravo, προϊστάμενο της Υπηρεσίας Διπλωματικών Διαφορών του Υπουργείου Εξωτερικών, επικουρούμενο από τον I. M. Braguglia, avvocato dello Stato,

* η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον R. Wainwright, νομικό σύμβουλο, και από την Α. Bardenhewer, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις των H. Douglas, κ.λπ., του Landesapothekerkammer Baden-Wuerttemberg, εκπροσωπουμένου από τον δικηγόρο R. Zuck και από τον J. Pieck, δικηγόρο Eschborn, του Vertreter des oeffentlichen Interesses bei den Gerichten der allgemeinen Verwaltungsgerichtsbarkeit in Baden-Wuerttemberg, εκπροσωπουμένου από τον E. Birkert, Regierungsdirektor στον Vertreter des oeffentlichen Interesses, και της Επιτροπής, κατά τη συνεδρίαση της 15ης Σεπτεμβρίου 1993,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 27ης Οκτωβρίου 1993,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με διάταξη της 14ης Μαΐου 1992, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο την 1η Ιουλίου 1992, το Verwaltungsgerichtshof Baden-Wuerttemberg υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία των άρθρων 30 και 36 της Συνθήκης, προκειμένου να μπορέσει να εκτιμήσει το συμβιβαστό προς τις διατάξεις αυτές ενός δεοντολογικού κανόνα, θεσπισθέντος από τον Landesapothekerkammer Baden-Wuerttemberg (Φαρμακευτικό Επιμελητήριο του ομοσπόνδου κράτους της Βάδης-Βυρτεμβέργης, στο εξής: επαγγελματικό επιμελητήριο), ο οποίος απαγορεύει στους φαρμακοποιούς που ασκούν επάγγελμα εντός του ομοσπόνδου αυτού κράτους να διαφημίζουν, εκτός φαρμακείου, τα παραφαρμακευτικά προϊόντα τα οποία τους επιτρέπεται να πωλούν.

2 Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ ορισμένων φαρμακοποιών του ομοσπόνδου κράτους της Βάδης-Βυρτεμβέργης και του επαγγελματικού επιμελητηρίου, σχετικά με τη νομιμότητα του εν λόγω δεοντολογικού κανόνα.

3 Από τη διαβιβασθείσα στο Δικαστήριο δικογραφία προκύπτει ότι το άρθρο 10, σημείο 15, του Berufsordnung (δεοντολογικού κώδικα) του επαγγελματικού επιμελητηρίου απαγορεύει την "υπερβολική διαφήμιση" των πλην των φαρμάκων προϊόντων τα οποία μπορούν, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 4, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 25 της Apothekenbetriebsordnung (κανονιστικής ρυθμίσεως περί της εκμεταλλεύσεως των φαρμακείων), να πωλούνται στα φαρμακεία, εφόσον η πώληση αυτή δεν επηρεάζει την εύρυθμη λειτουργία του φαρμακείου. Δεν αμφισβητείται ότι η διάταξη αυτή του Berufsordnung απαγορεύει στην πραγματικότητα κάθε μορφή διαφημίσεως για τα παραφαρμακευτικά προϊόντα εκτός φαρμακείων.

4 Οι προσφεύγοντες της κύριας δίκης, όλοι ιδιοκτήτες εντός του ομοσπόνδου κράτους της Βάδης-Βυρτεμβέργης φαρμακείων όπου πωλούνται παραφαρμακευτικά προϊόντα τα οποία θα επιθυμούσαν να διαφημίσουν εκτός φαρμακείου, άσκησαν, ενώπιον του Verwaltungsgerichtshof Baden-Wuerttemberg, προσφυγή κατά του επαγγελματικούς επιμελητηρίου, προκειμένου να κηρυχθεί ανίσχυρη η εν λόγω απαγόρευση διαφημίσεως. Οι προσφεύγοντες της κυρίας δίκης επικαλέστηκαν, μεταξύ άλλων, ενώπιον του δικαστηρίου αυτού το ασυμβίβαστο του άρθρου 10, σημείο 15, του Berufsordnung του επαγγελματικού επιμελητηρίου προς τα άρθρα 30 και 36 της Συνθήκης.

5 Υπό τις συνθήκες αυτές το Verwaltungsgerichtshof Baden-Wuerttemberg ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

"Πρέπει το άρθρο 36, σε συνδυασμό με το άρθρο 30, της Συνθήκης ΕΟΚ να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι δικαιολογείται διάταξη δεοντολογικού κώδικα, διά της οποίας το φαρμακευτικό επιμελητήριο ενός ομοσπόνδου κράτους απαγορεύει στους φαρμακοποιούς που υπάγονται στη δικαιοδοσία του την εκτός φαρμακείου διαφήμιση ακόμη και για την πώληση παραφαρμακευτικών προϊόντων κατά την έννοια του άρθρου 25 της Apothekenbetriebsordnung;"

6 Στην έκθεση ακροατηρίου αναπτύσσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς της κύριας δίκης, η εξέλιξη της διαδικασίας καθώς και οι γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνον καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

Επί της αρμοδιότητας του Δικαστηρίου

7 Το επαγγελματικό επιμελητήριο, καθού της κυρίας δίκης, υποστήριξε ότι το υποβληθέν από το αιτούν δικαστήριο ερώτημα είναι απαράδεκτο, για τον λόγο ότι το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να αποφαίνεται επί της εγκυρότητας εθνικής διατάξεως από την άποψη του κοινοτικού δικαίου.

8 Συναφώς, πρέπει να τονιστεί ότι, ναι μεν το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να αποφαίνεται, στο πλαίσιο διαδικασίας κινηθείσας δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης, επί του συμβιβαστού κανόνων του εσωτερικού δικαίου προς τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, πλην όμως είναι αρμόδιο να παρέχει στο εθνικό δικαστήριο όλα τα αφορώντα το κοινοτικό δίκαιο στοιχεία ερμηνείας που θα του επιτρέψουν να εκτιμήσει το συμβιβαστό των εν λόγω κανόνων προς την κοινοτική ρύθμιση.

9 To επαγγελματικό επιμελητήριο υποστήριξε επίσης ότι το προδικαστικό ερώτημα συνιστά απλή αίτηση γνωμοδοτήσεως επί ενός υποθετικού προβλήματος, δεδομένου ότι το Verwaltungsgerichtshof Baden-Wuerttemberg παρέλειψε να αποφανθεί ως προς το αν η προδικαστική απόφαση είναι αναγκαία για να εκδώσει την απόφασή του.

10 Επί του σημείου αυτού, αρκεί να τονιστεί ότι η διάταξη περί παραπομπής και η διαβιβασθείσα στο Δικαστήριο δικογραφία δεν περιέχουν κανένα στοιχείο ικανό να θέσει εν αμφιβόλω το υποστατό της διαφοράς της κυρίας δίκης ή την εκτίμηση του εθνικού δικαστηρίου ως προς την αναγκαιότητα μιας προδικαστικής αποφάσεως προκειμένου να του παρασχεθεί η δυνατότητα να επιλύσει την εκκρεμούσα ενώπιόν του διαφορά.

11 Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφανθεί επί του υποβληθέντος από το Verwaltungsgerichtshof Baden-Wuerttemberg ερώτημα.

Επί του άρθρου 30 της Συνθήκης

12 Πρέπει, εκ προοιμίου, να υπενθυμιστεί ότι κατά το άρθρο 30 της Συνθήκης οι ποσοτικοί περιορισμοί επί των εισαγωγών, καθώς και όλα τα μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος, απαγορεύονται μεταξύ των κρατών μελών.

13 Συναφώς, το επαγγελματικό επιμελητήριο υποστήριξε καταρχάς ότι ο βαλλόμενος ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου δεοντολογικός κανόνας δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί ως "μέτρο" κατά την έννοια του άρθρου 30 της Συνθήκης, για τον λόγο ότι τα φαρμακευτικά επιμελητήρια δεν έχουν, κατά το γερμανικό δίκαιο, την εξουσία να επιβάλλουν την πειθαρχική κύρωση της απαγορεύσεως ασκήσεως επαγγέλματος, η οποία μπορεί να επιβάλλεται μόνον από τις αρμόδιες αρχές του οικείου ομοσπόνδου κράτους.

14 Επί του σημείου αυτού, από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι, σύμφωνα με τη γερμανική νομοθεσία, το επαγγελματικό επιμελητήριο αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου υποκείμενο στον έλεγχο του κράτους, στο οποίο ανήκουν υποχρεωτικώς όλοι οι φαρμακοποιοί που ασκούν επάγγελμα εντός του ομοσπόνδου κράτους Βάδης-Βυρτεμβέργης. Επιπλέον, το επαγγελματικό επιμελητήριο θεσπίζει τους δεοντολογικούς κανόνες που ισχύουν για τους φαρμακοποιούς και εποπτεύει την τήρηση από τα μέλη του των επαγγελματικών τους υποχρεώσεων. Τέλος, τα επαγγελματικά πειθαρχικά συμβούλια, τα οποία εξαρτώνται από το επιμελητήριο και απαρτίζονται από μέλη διοριζόμενα κατόπιν προτάσεως του επιμελητηρίου, μπορούν να επιβάλλουν στους φαρμακοποιούς που παραβαίνουν δεοντολογικούς κανόνες πειθαρχικές κυρώσεις, όπως πρόστιμα, έκπτωση από την ιδιότητα του μέλους των οργάνων του επιμελητηρίου ή στέρηση του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στα όργανα αυτά.

15 Ωστόσο, το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει (βλ. απόφαση της 18ης Μαΐου 1989, 266/87 και 267/87, Royal Pharmaceutical Society of Great Britain, Συλλογή 1989, σ. 1295, σκέψη 15) ότι οι πράξεις μιας επαγγελματικής οργανώσεως, στην οποία η εθνική νομοθεσία έχει παράσχει εξουσίες τέτοιας φύσεως, μπορούν να αποτελούν "μέτρα" υπό την έννοια του άρθρου 30 της Συνθήκης, εφόσον μπορούν να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών.

16 Ουδόλως επηρεάζει την ανωτέρω διαπίστωση το γεγονός ότι, αντίθετα προς την επαγγελματική οργάνωση για την οποία επρόκειτο στην εν λόγω απόφαση, το εμπλεκόμενο στην υπόθεση της κυρίας δίκης επαγγελματικό επιμελητήριο δεν έχει την εξουσία να αφαιρεί από τα μέλη του την απαιτούμενη για την άσκηση του επαγγέλματος άδεια.

17 Το επαγγελματικό επιμελητήριο ισχυρίστηκε εν συνεχεία ότι η βαλλομένη ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου απαγόρευση διαφημίσεως δεν συνιστά μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό επί των εισαγωγών, κατά την έννοια του άρθρου 30 της Συνθήκης, καθόσον ο εν λόγω δεοντολογικός κανόνας δεν είναι ικανός να εμποδίσει το ενδοκοινοτικό εμπόριο των παραφαρμακευτικών προϊόντων.

18 Συναφώς, πρέπει καταρχάς να υπενθυμιστεί ότι, κατά πάγια νομολογία, συνιστά μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό κάθε μέτρο ικανό να επηρεάσει άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά το ενδοκοινοτικό εμπόριο (απόφαση της 11ης Ιουλίου 1974, 8/74, Dassonville, Συλλογή τόμος 1974, σ. 411, σκέψη 5).

19 Διαπιστώνεται εν συνεχεία ότι ένας θεσπιζόμενος από επαγγελματικό επιμελητήριο δεοντολογικός κανόνας, ο οποίος απαγορεύει στους φαρμακοποιούς να διαφημίζουν εκτός φαρμακείου τα παραφαρμακευτικά προϊόντα, δεν έχει ως αντικείμενο τη ρύθμιση του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών. Εξάλλου, πρέπει να τονιστεί ότι η εν λόγω απαγόρευση δεν επηρεάζει τη δυνατότητα των επιχειρηματιών, πλην των φαρμακοποιών, να διαφημίζουν τα προϊόντα αυτά.

20 Είναι γεγονός ότι μια τέτοια ρύθμιση είναι ικανή να περιορίσει τον όγκο των πωλήσεων και, κατά συνέπεια, τον όγκο των πωλήσεων των παραφαρμακευτικών προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών, στο μέτρο που στερεί τους οικείους φαρμακοποιούς από μια μέθοδο προωθήσεως των πωλήσεων των εν λόγω προϊόντων. Ωστόσο, πρέπει να τεθεί το ερώτημα αν το ενδεχόμενο αυτό αρκεί για να χαρακτηριστεί η επίμαχη ρύθμιση ως μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό επί των εισαγωγών, κατά την έννοια του άρθρου 30 της Συνθήκης.

21 Συναφώς, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι δεν είναι ικανή να εμποδίσει άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών, κατά την έννοια της προπαρατεθείσας νομολογίας Dassonville, η επί προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών εφαρμογή εθνικών διατάξεων που περιορίζουν ή απαγορεύουν ορισμένες μεθόδους πωλήσεως, αρκεί οι διατάξεις αυτές να εφαρμόζονται σε όλους τους επιχειρηματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους στο εθνικό έδαφος και αρκεί να επηρεάζουν κατά τον ίδιο τρόπο, και νομικώς και πραγματικώς, την εμπορία των εγχωρίων προϊόντων και των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών. Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές, η εφαρμογή ρυθμίσεων αυτού του είδους στην πώληση προϊόντων προελεύσεως άλλου κράτους μέλους και ανταποκρινομένων στις προδιαγραφές που έχει θεσπίσει το κράτος αυτό δεν είναι ικανή να παρεμποδίσει την πρόσβασή τους στην αγορά ούτε να τη δυσχεράνει, όπως ακριβώς δεν δυσχεραίνει την πρόσβαση στην αγορά των εγχωρίων προϊόντων. Επομένως, οι ρυθμίσεις αυτού του είδους δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 30 της Συνθήκης (βλ. απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 1993, C-267/91 και C-268/91, Keck και Mithouard, Συλλογή σ. 0000, σκέψεις 16 και 17).

22 Συνεπώς, προκειμένου περί διατάξεως όπως η βαλλομένη στην υπόθεση της κυρίας δίκης, διαπιστώνεται ότι πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις όσον αφορά την εφαρμογή θεσπισθέντος από επαγγελματικό επιμελητήριο κράτους μέλους δεοντολογικού κανόνα, ο οποίος απαγορεύει στους φαρμακοποιούς της περιφερείας του να διαφημίζουν, εκτός φαρμακείου, τα παραφαρμακευτικά προϊόντα τα οποία τους επιτρέπεται να πωλούν.

23 Συγκεκριμένα, η ρύθμιση αυτή, η οποία εφαρμόζεται, ανεξαρτήτως προελεύσεως των εν λόγω προϊόντων, σε όλους τους φαρμακοποιούς που υπάγονται στη δικαιοδοσία του επαγγελματικού επιμελητηρίου, δεν επηρεάζει την εμπορία των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών κατά τρόπο διαφορετικό απ' ό,τι των εγχωρίων προϊόντων.

24 Υπό τις συνθήκες αυτές, στο υποβληθέν από το Verwaltungsgerichtshof Baden-Wuerttemberg ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 30 της Συνθήκης ΕΟΚ πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι δεν έχει εφαρμογή επί δεοντολογικού κανόνα, θεσπισθέντος από το φαρμακευτικό επιμελητήριο κράτους μέλους, ο οποίος απαγορεύει στους φαρμακοποιούς να διαφημίζουν, εκτός φαρμακείου, τα παραφαρμακευτικά προϊόντα.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

25 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Ιταλική Κυβέρνηση και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε με διάταξη της 14ης Μαΐου 1992 το Verwaltungsgerichtshof Baden-Wuerttemberg, αποφαίνεται:

Το άρθρο 30 της Συνθήκης ΕΟΚ πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι δεν έχει εφαρμογή επί δεοντολογικού κανόνα, θεσπισθέντος από το φαρμακευτικό επιμελητήριο κράτους μέλους, ο οποίος απαγορεύει στους φαρμακοποιούς να διαφημίζουν, εκτός φαρμακείου, τα παραφαρμακευτικά προϊόντα.